ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 864/97

Ενώπιον: ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το ΄Αρθρα 146 & 28 του Συντάγματος

Μεταξύ:-

΄Αλκης Χ. Χατζηκυριάκος (Μπισκότα Φρου Φρου) Λτδ,

από τη Λευκωσία

Αιτήτριας

και

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

Εφόρου Εμπορικών Σημάτων

Καθ΄ ου η Αίτηση

_ _ _ _ _ _ _ _

7 Σεπτεμβρίου, 1999

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ

Για τους Αιτητές: Κα. Ελ. Χρυσοστομίδου.

Για τον Καθ΄ ου η Αίτηση: Κα. Λ. Χριστοδουλίδου-Ζαννέτου, Δικηγόρος

της Δημοκρατίας Α.

Για το Ενδιαφερόμενο Μέρος: Κος. Γ. Τριανταφυλλίδης.

_ _ _ _ _ _ _ _

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Στις 23/7/1992 η εταιρεία CHIQUITA BRANDS INC. από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, ενδιαφερόμενο μέρος, καταχώρησε αίτηση με αριθμό 36904 για εγγραφή του εμπορικού σήματος «Chiquita» και Σχεδίου στην κλάση 31, σε σχέση με φρέσκα φρούτα και λαχανικά. Αφού η ΄Εφορος Εμπορικών Σημάτων αποδέκτηκε την αίτηση με όρους αναφορικά με τα χρώματα, το σήμα δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας της 15ης Ιουλίου, 1994.

Στις 2/9/1994, η αιτήτρια καταχώρησε ένσταση με Αρ. 735 κατά της εγγραφής του Εμπορικού Σήματος "Chiquita" και Σχεδίου. Οι βασικότεροι λόγοι της ένστασης ήταν:-

(α) ΄Οτι το σήμα "Chikita" και Σχέδιο είναι εγγεγραμμένο επ΄ ονόματι της αιτήτριας με τον αριθμό 29294, από την 11/3/1998, στην κλάση 30, σε σχέση με παρασκευάσματα από σιτηρά, μπισκότα, γκοφρέτες, σοκολάτες, γλυκίσματα, πάστες και ζαχαρωτά και χρησιμοποιείται από την αιτήτρια σε παγκύπρια κλίμακα σε σχέση με γκοφρέτες με γέμιση φρούτου και επικάλυψη σοκολάτας.

(β) ΄Οτι είναι παγκύπρια γνωστό με μεγάλη φήμη, εκτεταμένη διαφήμιση και χρήση στην κυπριακή αγορά από το έτος 1976.

(γ) ΄Οτι με την εγγραφή και χρήση του σήματος του ενδιαφερόμενου μέρους θα προκληθεί σύγχυση και παραπλάνηση του καταναλωτικού κοινού καθότι το σήμα αυτό είναι ταυτόσημο με το σήμα της αιτήτριας, ώστε να αποβλέπει και/ή τείνει και/ή απολήγει στη δημιουργία σύγχυσης και,

(δ) ΄Οτι το σήμα του ενδιαφερόμενου μέρους δεν κυκλοφορεί στην κυπριακή αγορά όπως ούτε και κανένα από τα προϊόντα εν σχέσει προς τα οποία επιδιώκεται η εγγραφή του και ότι η αίτηση εγγραφής έγινε κακή τη πίστη και/ή χωρίς καλή τη πίστει πρόθεση χρησιμοποίησης του σήματος στην κυπριακή αγορά.

Η ένσταση της αιτήτριας βασίσθηκε στα άρθρα 13 κα 14(1) του Περί Εμπορικών Σημάτων Νόμου, Κεφ. 268, δηλαδή στην απαγόρευση εγγραφής παραπλανητικού κ.λ.π. θέματος και στην απαγόρευση εγγραφής πανομοιότυπων και ομοιαζόντων εμπορικών σημάτων.

Στις 26/1/1995 καταχωρήθηκε αντένσταση εκ μέρους του ενδιαφερόμενου μέρους προς υποστήριξη της αίτησης του για εγγραφή. Επίσης καταχωρήθηκαν ένορκες δηλώσεις εκ μέρους και των δύο πλευρών. Μαρτυρία για υποστήριξη της ένστασης, αποτελούμενη από πέντε ένορκες δηλώσεις, όλες ημερομηνίας 3/8/1995, καταχωρήθηκε στις 3/8/1995. Μαρτυρία προς υποστήριξη της αίτησης, αποτελούμενη από μια ένορκη δήλωση, ημερομηνίας 12/2/1996, καταχωρήθηκε στις 22/2/1996. Απαντητική μαρτυρία εκ μέρους των ενισταμένων, αποτελούμενη από μια ένορκη δήλωση, καταχωρήθηκε στις 23/7/1996.

Η διαδικασία ενώπιον της Εφόρου Εμπορικών Σημάτων (η ΄Εφορος) συμπληρώθηκε με την καταχώριση γραπτών αγορεύσεων εκ μέρους των δικηγόρων και των δύο πλευρών και, στη συνέχεια, με προφορικές διευκρινίσεις.

Η ΄Εφορος, με απόφαση της ημερομηνίας 20/8/1997, την οποία και κοινοποίησε προς τους δικηγόρους της αιτήτριας με επιστολή της ημερομηνίας 22/8/1997, απέρριψε την ένσταση με το αιτιολογικό ότι:-

(α) Η γενική εντύπωση που αφήνουν τα υπό εξέταση σήματα δεν είναι αρκετή για να ικανοποιήσει το κριτήριο της ομοιότητας,

(β) Δεν υπάρχει πιθανότητα σύγχυσης στις τηλεφωνικές συνδιαλέξεις εξαιτίας της διαφοράς στα εμπορεύματα,

(γ) Η διαφορά μεταξύ των δύο σημάτων ενισχύεται από την ύπαρξη άλλου σήματος της αιτήτριας επί του Εμπορικού Σήματος Αρ. 29294, δηλαδή του σήματος "Φρου Φου" και της απεικόνισης της γκοφρέτας που τρώγεται από το κορίτσι,

(δ) Τα χρώματα και η γενική εικόνα των σημάτων είναι διαφορετική και κάθε κορίτσι έχει τη δική του διακριτικότητα,

(ε) Λόγω της διαφοροποίησης στα προϊόντα και των διαφορών στην ολότητα των δύο σημάτων δεν υπάρχει πιθανότητα σύγχυσης,

(στ) Λόγω του ότι οι αιτητές δεν έχουν δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης του σχεδίου του κοριτσιού δεν εμποδίζουν άλλους από του να εξσφαλίσουν εγγραφή εκ μόνου του λόγου ότι έχει εγγραφεί κάποιο άλλο σχέδιο κοριτσιού/γυναίκας επί του Μητρώου στο όνομα τους και,

(ζ) Δεν υπήρχε κίνδυνος σύγχυσης των δύο σημάτων. (Βλ. Παράρτημα Α στην ΄Ενσταση στην Προσφυγή.)

Η απόφαση αυτή είναι το αντικείμενο της Προσφυγής.

Προβάλλεται ως λόγος ακύρωσης ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει για το λόγο ότι λήφθηκε χωρίς να προηγηθεί η δέουσα έρευνα αναφορικά με τη διακριτικότητα και, επομένως, την εγγραψιμότητα του επίδικου σήματος. Προβάλλεται, με άλλα λόγια, ο ισχυρισμός ότι η ΄Εφορος παρέλειψε να συμμορφωθεί και εφαρμόσει ορθά τις πρόνοιες του Κεφ. 268.

Αναφορικά με το θέμα αυτό η απόφαση της Εφόρου αναφέρει τα εξής (σελίδα 8):-

«Στο στάδιο της αγόρευσης τους οι ενιστάμενοι εγείρουν το θέμα της εγγραψιμότητας του προτεινόμενου σήματος 36904 με βάση το ΄Αρθρο 11 δηλ. εγείρουν το θέμα της διακριτικότητας. Η ένσταση ημερ. 2 Σεπτεμβρίου 1994 έχει βασισθεί στα΄Αρθρα 13 και 14(1) του Νόμου και ουδεμία αναφορά γίνεται στο ΄Αρθρο 11 του Νόμου. Σαν αποτέλεσμα οι ενιστάμενοι εμποδίζονται από του να στηριχθούν στους ισχυρισμούς τους σχετικά με το θέμα της διακριτικότητας στο στάδιο της αγόρευσης. Είναι φανερό τόσον από τα ΄Αρθρα 20(2) και 20(3) και τον Καν. 41 ότι οι λόγοι ένστασης παρατίθενται όταν καταχωρείται η ειδοποίηση ενστάσεως. Σε περίπτωση παράλειψης κάποιου λόγου όπως π.χ. στην παρούσα υπόθεση το θέμα της διακριτικότητας οι ενιστάμενοι θα μπορούσαν να ζητήσουν τροποποίηση των λόγων ενστάσεως με την καθορισμένη από τους Κανονισμούς διαδικασία.»

Η προσέγγιση αυτή της Εφόρου με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο. Η ένσταση που καταχωρήθηκε ενώπιον της στηριζόταν στα άρθρα 13 και 14 του Κεφ. 268. Θέμα παράβασης του άρθρου 11 δεν τέθηκε. Με την προσφυγή προσβάλλεται η απόφαση της Εφόρου να απορρίψει την ένσταση. Λόγοι πάνω στους οποίους δεν στηρίχθηκε η ένσταση δεν μπορούν να δώσουν βάση για ανατροπή/ακύρωση της απόφασης που την απέρριψε.

΄Αλλος λόγος ακύρωσης που προβάλλεται είναι ότι το ενδιαφερόμενο μέρος (αιτητής στη διαδικασία ενώπιον της Εφόρου) απέτυχε να αποδείξει, ως εβαρύνετο, ότι η εγγραφή και χρήση του προτεινόμενου σήματος δεν θα προκαλέσει σύγχυση ή παραπλάνηση του κοινού και, επίσης, ότι η ΄Εφορος, λόγω ανεπαρκούς έρευνας, δεν κατόρθωσε να επισημάνει το γεγονός αυτό. Ο λόγος αυτός δεν ευσταθεί. Σύμφωνα με το άρθρο 14(1) και τη σχετική νομολογία, ο ΄Εφορος, προτού προχωρήσει στη σύγκριση του προτεινόμενου σήματος με άλλο εγγεγραμμένο, με σκοπό να εξακριβώσει κατά πόσο υπάρχει ενδεχόμενο παραπλάνησης ή σύγχυσης, πρέπει να αποφασίσει κατά πόσο τα αντίστοιχα εμπορεύματα είναι τα ίδια ή της ίδιας περιγραφής. Στην προκειμένη περίπτωση η ΄Εφορος αποφάσισε ότι τα εμπορεύματα δεν είναι τα ίδια ή της ίδιας περιγραφής και, ως εκ τούτου, δεν υπεισήλθε στο θέμα της σύγκρισης και ενδεχόμενης παραπλάνησης ή σύγχυσης.

Το άρθρο 14(1) του Κεφ. 268 έχει ως εξής:-

«14.(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), δεν εγγράφεται σχετικά με εμπορεύματα ή περιγραφή εμπορευμάτων ή υπηρεσιών που σχετίζονται στενά με τα εμπορεύματα αυτά εμπορικό σήμα που είναι πανομοιότυπο με εμπορικό σήμα το οποίο ανήκει σε άλλο ιδιοκτήτη και το οποίο είναι ήδη εγγεγραμμένο στο μητρώο αναφορικά με τα ίδια εμπορεύματα ή περιγραφή εμπορευμάτων ή υπηρεσιών που σχετίζονται στενά με τα εμπορεύματα ή περιγραφή εμπορευμάτων ή υπηρεσιών που σχετίζονται στενά με τα εμπορεύματα αυτά, ή το οποίο ομοιάζει τόσο στενά με το εμπορικό αυτό σήμα ώστε να είναι δυνατό να παραπλανήσει ή να προκαλέσει σύγχυση.»

Στην απόφαση της Εφόρου αναφέρονται τα εξής σχετικά (σελίδες 10-12):-

«Θα προχωρήσω εξετάζοντας πρώτα τις πρόνοιες του ΄Αρθρου 14(1) PEPSI Co. Inc. (1985) 3 CLR 1092. Στην απόφαση του έντιμου Δικαστή κου Α. Λοΐζου στην υπόθεση Guess Inc. of California U.S.A. v. The Republic (1985) έχει επιβεβαιωθεί ότι ο ΄Εφορος έχει να απαντήσει δύο βασικά ερωτήματα:

1. Κατά πόσον τα Εμπορεύματα είναι τα ίδια ή της ίδιας περιγραφής και

2. Εάν η απάντηση είναι καταφατική, τότε δεδομένης ορθής χρήσης κατά πόσον θα δημιουργείτο πιθανότητα εξαπάτησης ή σύγχυσης.

Τρεις παράγοντες πρέπει να ληφθούν υπόψη όταν αποφασίζει ο ΄Εφορος κατά πόσον προϊόντα είναι της ίδιας περιγραφής Re Jellinek΄s Application «Panda» T.M. (1946) 63 R.P.C. 59.

(α) η φύση και η κατασκευή των προϊόντων

(β) οι αντίστοιχες χρήσεις

(γ) τα εμπορικά κανάλια μέσο των οποίων τα προϊόντα

αντίστοιχα πωλούνται και αγοράζονται.

Στην παρούσα περίπτωση η σύγκριση πρέπει να γίνει μεταξύ φρέσκων φρούτων και λαχανικών από τη μια πλευρά και παρασκευασμάτων από σιτηρά, ψωμί, μπισκότα, γκοφρέτες, σοκολάτες, γλυκίσματα κ.λ.π. από την άλλη. ΄Οπως συνάγεται από τη μαρτυρία των ενισταμένων το δικό τους Εμπορικό Σήμα χρησιμοποιείται για γκοφρέτες με γέμισιν κρέμας φρούτου και επικάλυψιν σοκολάτας. Εφαρμόζοντας τις πιο πάνω αρχές όπως αυτές έχουν επιβεβαιωθεί στην υπόθεση Pepsi Co Inc v The Republic (1985) 3 CLR 1092 βρίσκω ότι τα προϊόντα που καλύπτονται από τα υπό εξέταση σήματα δεν είναι της ίδιας περιγραφής. Φθάνω στο συμπέρασμα αυτό λαμβάνοντας υπόψη τόσον παράγοντες πρακτικούς όσον και εμπορικούς Mc Dowell (1927) 44 R.P.C. 36.

Παρόλο που τα σχετικά προϊόντα είναι όλα φαγώσιμα, αυτά ανήκουν σε διαφορετικές κλάσεις ήτοι στις Κλάσεις 30 και 31.

Αυτό δεν είναι καθοριστικό για την απόφαση κατά πόσον ανήκουν στην ίδια περιγραφή αλλά δεικνύεται και μέσον των κλάσεων η συγκεκριμένη διαφοροποίηση μεταξύ φυσικών και βιομηχανικών προϊόντων.

Φύση και κατασκευή των προϊόντων

Τα φρέσκα φρούτα και λαχανικά καλλιεργούνται σε φυτείες, συσκευάζονται και πωλούνται σε υπεραγορές και φρουταρίες ενώ οι γκοφρέτες κατασκευάζονται σε εργοστάσια και δεν είναι φυσικά προϊόντα.

Πωλούνται σε υπεραγορές, ζαχαροπλαστεία, περίπτερα και καφενεία.

Αντίστοιχες χρήσεις

Τόσο τα φρούτα και λαχανικά όσον και οι γκοφρέτες αποτελούν φαγώσιμα αλλά τρώγονται σε διαφορετικές ώρες και από διαφορετικούς καταναλωτές. Ενώ τα φρούτα και λαχανικά καταναλώνονται από όλες τις ηλικίες οι γκοφρέτες αποτελούν λιχουδιά που τρώγεται συνήθως από τα παιδιά.

Εμπορικά Κανάλια

Ενώ όλα τα υπό εξέταση προϊόντα πωλούνται σε καταστήματα λιανικού εμπορίου μόνον οι υπεραγορές είναι χώροι που θα βρούμε και φρέσκα φρούτα και λαχανικά και γκοφρέτες.

Παρατηρούμε όμως ότι λόγω της διαφορετικής τους φύσης αυτά εκτίθενται σε ξεχωριστά μέρη των καταστημάτων δηλ. τα μεν φρούτα και λαχανικά στη φρουταρία οι δε γκοφρέτες στα ράφια των μπισκότων και των γλυκών.

Το γεγονός ότι τα προϊόντα είναι όλα φαγώσιμα ακόμη και στις περιπτώσεις όπου πωλούνται από το ίδιο είδος επιχείρησης δεν τα καθιστά προϊόντα της ίδιας περιγραφής π.χ. "Lifeguard" (milk and tea) [1957] R.P.C. 79.

Αφού έχω φθάσει στο συμπέρασμα ότι τα προϊόντα δεν είναι της ίδιας περιγραφής δεν θα προχωρήσω να εξετάσω το δεύτερο ερώτημα που εγείρεται σε σχέση με το ΄Αρθρο 14(1).»

 

Με βάση τα πιο πάνω, ευρίσκω ότι ορθά η ΄Εφορος δεν προχώρησε να εξετάσει το θέμα της σύγκρισης και ενδεχόμενης παραπλάνησης ή σύγχυσης εφόσο, ύστερα από ενδελεχή έρευνα, είχε εύλογα αποφασίσει ότι τα δύο σήματα δεν είναι της ίδιας περιγραφής.

΄Αλλος λόγος ακύρωσης που προβάλλεται είναι ότι παράνομα και παράτυπα η ΄Εφορος αποδέκτηκε μαρτυρία που καταχωρήθηκε εκπρόθεσμα (κατά είκοσι μέρες) από το ενδιαφερόμενο μέρος. Ούτε ο λόγος αυτός ευσταθεί. Ο ΄Εφορος είναι διοικητικό όργανο περιβεβλημένο με διακριτική ευχέρεια. (Βλ. IWS Nominees Co. Ltd. (1967) 3 C.L.R. page 582.) Στα πλαίσια της διακριτικής ευχέρειας που του παρέχει ο νόμος και οι σχετικοί κανονισμοί έχει την εξουσία να δεχθεί στα προκαταρκτικά στάδια, πριν την ακρόαση ενωπιον του, την καταχώριση μαρτυρίας έστω και εκπρόθεσμα. Επίσης έχει ευρύτατη εξουσία παροχής παράτασης χρόνου. Σχετικοί είναι οι Κανονισμοί 49 και 93 των περί Εμπορικών Σημάτων Κανονισμών του 1951.

Ο Κανονισμός 49 έχει ως εξής:-

«Where in opposition proceedings any extension of time is granted to any party, the Registrar may thereafter, if he thinks fit, without giving the said party hearing, grant any reasonable extenion of time to any party in which to take any subsequent step.»

Ο Κανονισμός 93 έχει ως εξής:-

«If in any particular case the Registrar is satisfied that the circumstances are such as to justify an extension of time for doing any act or taking any proceedings under these rules, not being a time expressly provided in the Law or prescribed by rule 69 or rule 73, he may extend the time upon such notice to other parties, and proceedings thereon, and upon such terms as he may direct, and the extension may be granted though the time has expired for doing the act or taking the proceedings

 

Στα πλαίσια της υποχρέωσης της να προβεί στην απαραίτητη δέουσα έρευνα, η ΄Εφορος ενήργησε ορθά και εύλογα. Είχε υποχρέωση να δώσει και στις δύο πλευρές κάθε ευκαιρία να εκθέσουν τις θέσεις τους και να προβάλουν την επιχειρηματολογία τους. Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του Προέδρου Τριανταφυλλίδη στν Προσφυγή Davidoff v. Republic (1986) 3 C.L.R. page 2232:-

«Even if, from the strictly procedural point of view, the proceedings before the respondent were concducted in accordance with the Trade Marks Rules, I am of the opinion that the refusal of the respondent to allow the applicants to intervene in the proceedings, and in partiucular to submit evidence in support of the registration of their trade mark, even after he had reserved his decision, prevented the respondent from having before him all relevant material and, thus, he was deprived of the possibility of making a due inquiry in relation to the application of the interested party for the removal from the register of the trade mark of the applicants.»

 

Ως λόγος ακύρωσης προβάλλεται επίσης η θέση ότι η ΄Εφορος στηρίχθηκε σε «δήλωση» την οποία εξομοίωσε με «ένορκη δήλωση» και την αποδέχτηκε ως μαρτυρία δίδοντας της βαρύτητα την οποία δεν έπρεπε να δώσει. Σχετικό με αυτό το ζήτημα είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση της Εφόρου (σελίδα 5-7):-

«Οι ενιστάμενοι έχουν την άποψη ότι η δήλωση της κας Leonard δεν αποτελεί μαρτυρία σύμφωνα με τις πρόνοιες του ΄Αρθρου 20(5) του Περί Εμπορικών Σημάτων Νόμου Κεφ. 268 και των σχετικών Κανονισμών 43-45. Είναι καθαρό από την ορολογία των πιο πάνω Κανονισμών ότι η μαρτυρία που καταχωρείται στη διαδικασία Ενστάσεως είναι υπό τύπον Ενόρκου Δηλώσεως «evidence by way of affidavit.»

Το ερώτημα που εγείρεται είναι εάν η προϋπόθεση αυτή έχει ικανοποιηθεί.

Το έγγραφο αυτό φέρει την ένδειξη «Affidavit» δηλαδή ΄Ενορκη Δήλωση, είναι γραμμένο στο τρίτο πρόσωπο και υπογραμμένο ενώπιον (Notary Public) Συμβολαιογράφου.

Ο Κανονισμός 104(d) των Περί Εμπορικών Σημάτων Κανονισμών που αναφέρεται στον τρόπο που πρέπει να γίνονται οι ΄Ενορκες Δηλώσεις λέγει τα εξής:-

104. The affidavits required by the Law and these rules, or used in any proceedings thereunder, shall be made and subscribed as follows:

(a)

(b)

(c)

(d) If made out of the Republic ......... before a notary public or before a judge .........»

και σε ελεύθερη μετάφραση τα εξής:-

«Οι ΄Ενορκες Δηλώσεις που απαιτούνται από το Νόμο και τους παρόντες Κανονισμούς ή που χρησιμοποιούνται σε οποιεσδήποτε σχετικές, διαδικασίες, θα γίνονται και θα πιστοποιούνται ως ακολούθως:

(α)

(β)

(γ)

(δ) Εάν γίνονται εκτός της Δημοκρατίας ......... ενώπιον συμβολαιογράφου ή δικαστού ...»

΄Οσον αφορά τη χρήση τρίτου προσώπου κατά τη σύνταξη της ΄Ενορκης Δήλωσης αυτό προνοείται και επιτρέπεται καθαρά από τον Κανονισμό 3 των Περί ΄Ορκων Κανονισμών που έχουν θεσπιστεί με βάση τον Περί ΄Ορκων Νόμο Κεφ. 18 που αναφέρει ότι ΄Ενορκος Δήλωση μπορεί να γίνει είτε στο πρώτο είτε στο τρίτο πρόσωπο.

Σαν αποτέλεσμα των πιο πάνω φθάνω στο συμπέρασμα ότι η Δήλωση της κας Leonard είναι μαρτυρία υπό τύπον Ενόρκου Δηλώσεως και έτσι οι αιτητές έχουν ικανοποιήσει την προϋποθέση που θέτει η νομοθεσία όσον αφορά την καταχώρηση μαρτυρίας.»

Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη επιχειρηματολογία για να υποστηριχθεί ότι η πιο πάνω προσέγγιση της Εφόρου είναι απόλυτα ορθή. Ούτε ο λόγος αυτός ευσταθεί.

΄Ερχομαι τώρα στην επιχειρηματολογία της αιτήτριας αναφορικά με το άρθρο 13 του Κεφ. 268 το οποίο έχει ως εξής.-

«13. Δεν είναι νόμιμο να εγγραφεί ως εμπορικό σήμα ή μέρος εμπορικού σήματος οποιοδήποτε σκανδαλιστικό σχέδιο ή οποιοδήποτε θέμα η χρήση του οποίου, λόγω του ότι είναι ενδεχόμενο να παραπλανήσει ή να προκαλέσει σύγχυση ή διαφορετικά, θα αποστερούσε αυτό από το δικαίωμα προστασίας του σε Δικαστήριο, ή θα ήταν αντίθετο στο νόμο ή την ηθική.»

 

Είναι πράγματι ορθή η θέση ότι, όταν τίθεται θέμα εφαρμογής του άρθρου 13, δεν υπάρχει οποιοσδήποτε περιορισμός ότι τα προϊόντα πρέπει να είναι τα ίδια ή της ίδιας περιγραφής. Το άρθρο 13 είναι, με άλλα λόγια, ευρύτερο του άρθρου 14(1). ΄Οπως αναφέρει ο Kerly (Law of Trade Marks and Trade Names 12th Ed. page 155 para. 10-13): «under section 11 (το δικό μας 13), there is no limitation to cases involving goods or services of the same description or associated, although the matters to be considered in assessing the likelihood of deception are necessarily somewhat similar to those mentioned above.» Δηλαδή τα κριτήρια που εξετάζονται για το άρθρο 14 είναι τα ίδια και με αυτά που εξετάζονται για το άρθρο 13 και, επομένως, μία αποτυχία στο άρθρο 14 σημαίνει και αποτυχία στο άρθρο 13.

Πιο κάτω, στην ίδια σελίδα, αναφέρονται τα εξής στην υποσημείωση:-

«Usually, though, if an opposition fails under section 12 (δικό μας 14) because the goods are not of the same description it fails under S.11, too

Στην υπόθεση Lifeguard (milk and tea) (1957) R.P.C. 363 όπου υπήρχε αίτηση για εγγραφή του σήματος «Lifeguard» σε σχέση με γάλα και προϊόντα γάλακτος και ένσταση από τους ιδιοκτήτες του σήματος "Life Guard" σε σχέση με τσάι, τέθηκε το ερώτημα κατά πόσο τα δύο προϊόντα (γάλα και τσάι), παρόλο που θεωρούνται φαγώσιμα, είναι της ίδιας περιγραφής. Το Δικαστήριο έκρινε ότι, παρόλο που είναι παρόμοια και προσφέρονται για πώληση στα ίδια ράφια, εντούτοις δεν είναι τα ίδια και, επομένως, απέτυχε η υπόθεση των αιτητών πάνω στο άρθρο 12 (14 δικό μας). Περαιτέρω απέτυχε και πάνω στο άρθρο 11 (13 δικό μας) παρόλο που το εάν είναι ή όχι της ίδιας περιγραφής είναι άσχετο για το άρθρο αυτό.

Από την απόφαση του Εφόρου είναι πρόδηλο ότι έλαβε υπόψη διάφορους παράγοντες πριν αποφασίσει και καταλήξει πάνω στο θέμα της σύγχυσης. Αναφέρει τα εξής στην απόφαση του (σελ. 13-17):-

«΄Οπως φαίνεται από τις σχετικές πρόνοιες, όταν εγείρεται το ΄Αρθρο 13 δεν υπάρχει περιορισμός όσον αφορά τα προϊόντα να είναι τα ίδια ή της ίδιας περιγραφής παρόλο που παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη όταν καθορίζεται η πιθανότητα σύγχυσης είναι παρόμοιοι με αυτούς που έχουν αναφερθεί πιο πάνω σε σχέση με το ΄Αρθρο 14(1). Kerly΄s Law of Trade Marks and Trade Names 12η έκδ. σελ. 115 παρ. 10-13.

Πολύ σοβαρός παράγοντας είναι η έκταση και η φήμη των προϊόντων των ενισταμένων.

Πριν οι πρόνοιες του ΄Αρθρου 13 τύχουν εφαρμογής πρέπει να αποδειχθεί ότι το Εμπορικό Σήμα των ενισταμένων είναι γνωστό σε σημαντικό αριθμό καταναλωτών λαμβανομένου υπόψη του τύπου των εμπορευμάτων.

Η πιθανότητα σύγχυσης ελέγχεται κατά την ημερομηνία της αίτησης για εγγραφή παρόλο που η μετέπειτα πείρα δεικνύει κατά πόσον υπάρχει τάση για δημιουργία σύγχυσης Kerly΄s Law of Trade Marks and Trade Names 12η έκδοση σελ. 148, παρ. 10-15.

Οι ενιστάμενοι πράγματι έχουν με τη λεπτομερή και εμπεριστατωμένη μαρτυρία που έχουν προσκομίσει, ικανοποιήσει το κριτήριο αυτό και έχουν αποδείξει πλατιά χρήση και φήμη των προϊόντων τους. Γι΄ αυτό πρέπει να γίνει σύγκριση των σημάτων των αιτητών και των ενισταμένων για να ελεγχθεί το θέμα της πιθανότητας σύγχυσης ή παραπλάνησης των καταναλωτών.

Στην υπόθεση EL GRECO DISTILLERS LTD Vs THE REPUBLIC (1985) 3 CLR 1189 έγινε δεκτό όπως και στην υπόθεση Pianotist Co Ltd΄s Application (1906) 25 R.P.C. 774 ότι είναι σημαντικό όπως τα Εμπορικά Σήματα υπό εξέταση συγκρίνονται ηχητικά.

«The marks, its was stressed in the Pianotist, must be compared soundwise. Evidently this is very useful in order to tell whether confusion is a real possibility as opposed to a remote probability» και σε ελεύθερη μετάφραση:

«Τα σήματα, έχει τονισθεί στην υπόθεση Pianotist, πρέπει να συγκριθούν ηχητικά. Προφανώς αυτό είναι πολύ χρήσιμο ούτως ώστε να αποφασισθεί κατά πόσο υπάρχει πράγματι δυνατότητα σύγχυσης ή μόνο απομακρυσμένη πιθανότητα σύγχυσης.»

Οι ενιστάμενοι έχουν επιχειρηματολογήσει για να υποστηρίξουν τη θέση τους στηριζόμενοι σε μεγάλο βαθμό στην ύπαρξη της λέξης Chiquita/Chikita και του σχεδίου κοριτσιού και έχον υποστηρίξει ότι δυνατόν να δημιουργηθεί σύγχυση λόγω της γενικής εντύπωσης που αφήνουν τα υπό εξέταση σήματα.

Πρέπει σε αυτό το σημείο να λεχθεί ότι αυτό και μόνο το στοιχείο δεν είναι αρκετό για να ικανοποιήσει το κριτήριο της ομοιότητας.

Συγκρίνοντας οπτικά τα δύο σήματα είναι φανερή η διαφορά μεταξύ των δύο κοριτσιών. Λαμβάνω επίσης υπόψη την πιθανότητα σύγχυσης στις τηλεφωνικές συνδιαλέξεις και φθάνω στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει πιθανότητα σύγχυσης εξαιτίας της διαφοράς στα εμπορεύματα.

Η διαφορά αυτή ενισχύεται και από την ύπαρξη άλλου σήματος των ιδιοκτητών δηλ. FROU-FROU επί του Εμπορικού Σήματος 29294 όπως και απεικόνισης του εμπορεύματος δηλ. της γκοφρέτας η οποία τρώγεται από το κοριτσάκι.

Τα χρώματα και η γενική εικόνα των σημάτων (get-up) είναι πολύ διαφορετική όπως και το κάθε κορίτσι που απεικονίζεται έχει τη δική του διακριτικότητα.

Είναι βασική αρχή ότι η σύγκριση Εμπορικών Σημάτων γίνεται ολικά δηλ. δεν απομονώνεται μέρος του σήματος για να συγκριθεί με μέρος άλλου (στην παρούσα περίπτωση η λέξη chiquita ή chikita που ηχητικά ακούγεται το ίδιο) αλλά συγκρίνεται ολόκληρο το σήμα με όσα στοχεία αυτό εμπερικλείει με ολόκληρο το άλλο σήμα.

Η αρχή αυτή έχει πρόσφατα επιβεβαιωθεί στην απόφαση του Ανωτάτου στην Προσφυγή Αρ. 928/93 Societe des Products Nestle S.A. v. Κυπριακή Δημοκρατία Απόφαση ημερ. 14 Απριλίου 1997.

Στο σύγγραμμα Kerly΄s on Trade Marks and Trade Names 12η έκδοση παρ. 17-11 αναφέρονται τα εξής: «The Trade Mark is a whole thing - the whole picture on each has to be considered.

There may be differences in the parts of each mark, but is important to consider the mode in whcih the parts are put together and to judge whether the dissimilarity of the part or parts is enough to make the whole dissimilar» και σε ελεύθερη μετάφραση τα εξής:

«Το Εμπορικό Σήμα αποτελεί μια ολότητα - η ολοκληρωμένη εικόνα για το καθένα πρέπει να ληφθεί υπόψη. Μπορεί να υπάρχουν διαφορές στα μέρη του κάθε σήματος αλλά είνα σημαντικό να ληφθεί υπόψη ο τρόπος με τον οποίον τα μέρη του σήματος έχουν συναρμολογηθεί και να κριθεί εάν η ανομοιότητα του μέρους ή των μερών είναι αρκετή για να καταστήσει το όλον ανόμοιο.»

Η σύγκριση γίνεται πάντα έχοντας υπόψη το μέσο Κύπριο καταναλωτή.

΄Εχω την άποψη δεδομένης της διαφοροποίησης στα προϊόντα και των διαφορών στην ολότητα των δύο σημάτων όπως έχουν αναφερθεί πιο πάνω ότι δεν υπάρχει πιθανότητα σύγχυσης.

Επί του μητρώου του Εφόρου Εμπορικών Σημάτων βρίσκονται πλείστα σχέδια γυναικών, κοριτσιών, γυναικείων κεφαλών κ.λ.π. σε όλες τις κλάσεις.

Κανένας ιδιοκτήτης εξασφαλίζει αποκλειστικότητα στη χρήση σχεδίου γυναίκας/κοριτσιού παρά μόνο του συγκεκριμένου για το οποίο γίνεται η εγγραφή. Εξάλλου όρος της εγγραφής του Εμπορικού Σήματος 29294 είναι η μη αποκλειστικότητα στη χρήση του σχεδίου του κοριτσιού.

Σαν αποτέλεσμα ο ιδιοκτήτης αυτός δεν εμποδίζει όλους τους αιτητές από του να εξασφαλίσουν εγγραφή και μόνο για το λόγο ότι έχει εγγραφεί κάποιον άλλο σχέδιο κοριτσιού/γυναίκας επί του μητρώου στο όνομά του.»

Από το πιο πάνω απόσπασμα προκύπτει αβίαστα ότι η ΄Εφορος στάθμισε προσεκτικά όλους τους παράγοντες αναφορικά με το ζήτημα της ενδεχόμενης σύγχυσης και εύλογα, στα πλαίσια της διακριτικής της εξουσίας, οδηγήθηκε στο αρνητικό συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε.

΄Οσον αφορά το θέμα της χρήσης και φήμης των δύο σημάτων, και τον ισχυρισμό της αιτήτριας ότι η ΄Εφορος δεν έλαβε υπόψη ότι η χρήση του σήματος της αιτήτριας μπορεί να προκαλέσει σύγχυση έναντι του σήματος του ενδιαφερόμενου μέρους το οποίο δεν είχε χρήση, πρέπει να τονισθεί ότι η χρήση και φήμη είναι άσχετοι παράγοντες αναφορικά με το θέμα της ομοιότητας των σημάτων και, κατ΄ επέκταση, της πρόκλησης σύγχυσης και παραπλάνησης. Δεν ετίθετο επομένως θέμα να αποδείξει το ενδιαφερόμενο μέρος αν είχε χρήση/φήμη ή όχι.

Η απόφαση της Εφόρου προσβάλλεται, επίσης, ως μη επαρκώς αιτιολογημένη. Απλή παραπομπή στην ίδια την απόφαση αποδεικνύει ακριβώς το αντίθετο. Η ΄Εφορος, στην πράγματι εμπεριστατωμένη απόφαση της, καταγράφει όλα τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για τη διακρίβωση της νομιμότητας της. Παρέχει, με κάθε σαφήνεια, ολόκληρο το σκεπτικό της κατά τρόπο που να καθίσταται ευχερής η άσκηση του ακυρωτικού ελέγχου.

Ο τελευταίος λόγος ακύρωσης που προβάλλεται έχει ως εξής:-

«... η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει και για τους πρόσθετους λόγους, ότι κατά τη λήψη της, η Καθ΄ ης η αίτηση, παραβίασε τις αρχές της χρηστής διοίκησης, τα κεκτημένα δικαιώματα του Αιτητή στην Προσφυγή, τους κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης, των ίσων ευκαιριών και ίσης μεταχείρισης, με συνέπεια να στερείται ο Αιτητής του δικαιώματος της ανενόχλητης και απαραβίαστης χρήσης του σήματός του και, τέλος ότι, λήφθηκε κάτω από συνθήκες που ισοδυναμούν με υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας.»

Δεν θα ασχοληθώ με το λόγο αυτό γιατί είναι εντελώς ατεκμηρίωτος.

Η αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει, ως εβαρύνετο, οποιοδήποτε λόγο ακύρωσης.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάση του ΄Αρθρου 146(4)(α) του Συντάγματος.

 

Ρ. Γαβριηλίδης,

Δ.

/ΜΝ

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο