ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 473/97, 502/97 και 520/97
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, Δ.
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Υπόθεση Αρ. 473/97
Μεταξύ:
Δημήτρη Χαραλαμπίδη
Αιτητή
και
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Καθ΄ων η Αίτηση
--------------
Υπόθεση Αρ. 502/97
Μεταξύ:
Χάρη Χατζηχάρου
Αιτητή
και
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Καθ΄ων η Αίτηση
--------------
Υπόθεση Αρ. 520/97
Μεταξύ:
Σοφοκλή Ανθούση
Αιτητή
και
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Καθ΄ων η Αίτηση
--------------
29 Ιουλίου 1999
Για τον Αιτητή στην 473/97: κ. Α. Κωνσταντίνου.
Για τον Αιτητή στην 502/97: κ. Α.Σ. Αγγελίδης.
Για τον Αιτητή στην 520/97: κ. Φ. Αποστολίδης.
Για τους Καθ΄ων η Αίτηση: κ. Α. Παπασάββας, Εισαγγελέας
της Δημοκρατίας.
Για το Ενδιαφερόμενο Μέρος και στις τρεις προσφυγές: κ. Μιχαήλ για
κ.κ. Παπαχαραλάμπους και Αγγελίδη.
--------------------------------- P>
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Οι Αιτητές στις τρεις αυτές συνενωμένες προσφυγές κ. Χαραλαμπίδης, κ. Χατζηχάρος και κ. Ανθούσης προσβάλλουν την απόφαση της ΕΔΥ η οποία δημοσιεύθηκε στις 23.5.1997 και με την οποία το Ενδιαφερόμενο Μέρος κ. Ανδρέου προήχθη στη θέση Επιμελητή Γενικής Χειρουργικής.
Η πλήρωση της θέσης, η οποία είναι θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, αποφασίσθηκε από την ΕΔΥ μετά από σχετική παράκληση του Υπουργείου Υγείας και δημοσιεύθηκε. Οι υποβληθείσες 15 αιτήσεις διεβιβάσθησαν μαζί με τα σχετικά στοιχεία στην αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή για ετοιμασία της έκθεσης της, η οποία εν καιρώ υπεβλήθη στην ΕΔΥ. Η Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία έκρινε ότι 14 υποψήφιοι πληρούσαν τις πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας, είχε καλέσει του υποψηφίους σε προφορική εξέταση, αφού έλαβε δε υπ΄όψη της τα αποτελέσματα αυτής, τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης και τα στοιχεία των φακέλλων σε σχέση με τους υποψηφίους που ήσαν δημόσιοι υπάλληλοι (όπως ήσαν οι Αιτητές και το Ενδιαφερόμενο Μέρος), σύστησε προς την ΕΔΥ τέσσερις υποψηφίους, που ήσαν οι Αιτητές και το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Η ΕΔΥ, λαμβάνοντας την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, κάλεσε τους τέσσερις συστηνόμενους σε προφορική εξέταση στην οποία παρευρέθη και ο κ. Συμεωνίδης, Ανώτερος Ειδικός Ιατρός στη Γενική Χειρουργική, για να τη βοηθήσει, ο οποίος και αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων σε ότι αφορά το καθαρά επιστημονικό σκέλος των ερωτήσεων ως εξής:
κ. Ανδρέου 85%
κ. Ανθούσης 80%
κ. Χαραλαμπίδης 80%
κ. Χατζηχάρου 85%
Στην προφορική εξέταση παρευρίσκετο και ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Υγείας ως ο τότε ιεραρχικά ανώτερος λειτουργός του Τμήματος, ο οποίος αξιολόγησε τη γενική απόδοση των υποψηφίων σε αυτή ως εξής:
κ. Ανδρέου: Πάρα πολύ καλός.
κ. Ανθούσης: Πολύ καλός+.
κ. Χαραλαμπίδης: Πάρα πολύ καλός.
κ. Χατζηχάρος: Πολύ καλός+.
Σύστησε δε προς την ΕΔΥ τον κ. Ανθούση. Στη συνέχεια, όπως αναφέρεται στα πρακτικά, η ΕΔΥ, υπό το φως και των σχετικών κρίσεων του Γενικού Διευθυντή και της αξιολόγησης του κ. Συμεωνίδη, αξιολόγησε και η ίδια την απόδοση των υποψηφίων ως εξής:
κ. Ανδρέου: Εξαίρετος.
κ. Ανθούσης: Πολύ καλός+.
κ. Χαραλαμπίδης: Πάρα πολύ καλός.
κ. Χατζηχάρος: Πάρα πολύ καλός.
Αναφέρεται επίσης στα πρακτικά ότι η αιτιολόγηση της αξιολόγησης της ΕΔΥ επισυνάπτεται ως Παράρτημα Α ως αναπόσπαστο μέρος των πρακτικών. Το Παράρτημα Α έχει ως εξής:
ΑΡ. |
ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ |
ΓΝΩΣΗ (Βλέπε απαιτήσεις Σχεδίου Υπηρεσίας) |
ΕΦΕΣΗ ΓΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗ (Μελέτες, συνέδρια, επισκέψεις σε Νοσηλευτικά Ιδρύματα κλπ) |
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ (Αντίληψη, κατανόηση, επικέντρωση, πειστικότητα ολοκλήρωση) |
ΝΟΗΤΙΚΕΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΕΣ (Δημιουργι- κότητα, ευφυία, τεκμηρίωση, κριτική σκέψη) |
ΑΛΛΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙ- ΚΟΤΗΤΑΣ (Ωριμότητα, αυτοπεποί- θηση, δυναμισμός, διακριτικό- τητα) |
ΓΕΝΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟ- ΓΗΣΗ |
1
2
3
4 |
ΑΝΔΡΕΟΥ Χαράλαμπος ΑΝΘΟΥΣΗΣ Σοφοκλής ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ Δημήτρης ΧΑΤΖΗΧΑΡΟΣ Χάρης |
ΕΞ
ΠΚ+ ΠΠΚ
ΠΠΚ |
ΕΞ
ΠΚ
ΠΠΚ
ΠΠΚ |
ΕΞ
ΠΚ+
ΠΠΚ
ΠΠΚ
|
ΕΞ
ΠΚ+
ΕΞ
ΕΞ |
ΕΞ
ΠΚ
ΠΠΚ
ΠΠΚ |
ΕΞ
ΠΚ+
ΠΠΚ
ΠΠΚ |
Τέλος, αναφέρονται τα ακόλουθα σε σχέση με τη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων από την ΕΔΥ:
"Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας έλαβε δεόντως υπόψη την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, όπως επίσης και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων, το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων που είναι όλοι δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς και την απόδοση των υποψηφίων κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση και τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, ως Προϊστάμενου των Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας.
Η Επιτροπή έλαβε υπόψη τις Εμπιστευτικές/ Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων στο σύνολό τους, όπως αυτές έγιναν τελικά δεκτές από την ίδια, με ιδιαίτερη έμφαση στα τελευταία χρόνια. Όσον αφορά τις Υπηρεσιακές Εκθέσεις που υποβλήθηκαν για το 1990, η Επιτροπή τις προσήγγισε με βάση τη γενική απόφαση που πήρε στη συνεδρία της με ημερομηνία 7.10.91, στο βαθμό που συνάδει με τα στοιχεία της παρούσας διαδικασίας.
Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων, σημειώνοντας ότι οι υποψήφιοι Ανδρέου Χαράλαμπος και Χαραλαμπίδης Δημήτρης έχουν πρόσθετα προσόντα, τα οποία όμως δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης, είναι όμως σχετικά με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης, γι΄αυτό απέδωσε σ΄αυτά την ανάλογη βαρύτητα. Συγκεκριμένα, ο Ανδρέου Χαράλαμπος διαθέτει διδακτορικό τίτλο και ο Χαραλαμπίδης Δημήτρης M.Sc. in Medicine καθώς και διδακτορικό τίτλο.
Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη την αρχαιότητα των υποψηφίων που είναι όλοι δημόσιοι υπάλληλοι, σύμφωνα με την οποία οι υποψήφιοι κατατάσσονται με την ακόλουθη σειρά: (Σε παρένθεση σημειώνεται ο διορισμός τους στην παρούσα τους θέση) Ανθούσης Σοφοκλής (2.5.77), Χατζηχάρος
Η Επιτροπή έλαβε περαιτέρω υπόψη την εν γένει σταδιοδρομία και πείρα όλων των υποψηφίων, τόσο στη δημόσια υπηρεσία όσο και τον ιδιωτικό τομέα.
Η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της ουσιώδη στοιχεία, δεν μπόρεσε να υιοθετήσει τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή για επιλογή του Ανθούση Σοφοκλή.
Η Επιτροπή επέλεξε ως τον πιο κατάλληλο για τη θέση Επιμελητή (Γενικής Χειρουργικής) τον Ανδρέου Χαράλαμπο, ο οποίος έναντι του υποψηφίου που συστήθηκε υπερτερεί ουσιαστικά σε προσόντα, διακρίνεται ως προς την έφεση για ανάπτυξη και απέδωσε καλύτερα στην ενώπιον της Επιτροπής προφορική εξέταση, με ουσιαστική μάλιστα διαφορά (Εξαίρετος έναντι του Πολύ καλού+ Ανθούση). (Η απόδοση του Ανδρέου στην προφορική εξέταση ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας αξιολογήθηκε
σε ψηλότερο επίπεδο τόσο από το Γενικό Διευθυντή όσο και από τον κ. Συμεωνίδη). Η Επιτροπή, επιλέγοντας τον Ανδρέου, έλαβε υπόψη την υπεροχή του Ανθούση σε αρχαιότητα, η οποία είναι ουσιαστική, όμως παρατήρησε ότι η θέση Επιμελητή είναι θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής και ψηλά στην ιεραρχία, γι΄αυτό μικρή μόνο βαρύτητα αποδίδει στην αρχαιότητα, και ως εκ τούτου έκρινε ότι η αρχαιότητα του Ανθούση δεν ήταν δυνατόν να υπερνικήσει την ουσιαστική υπεροχή του Ανδρέου, όπως αυτή αναλύεται πιο πάνω.Η Επιτροπή, επιλέγοντας τον Ανδρέου, έλαβε υπόψη ότι ο υποψήφιος Χαραλαμπίδης έχει επίσης ψηλά ακαδημαϊκά προσόντα, με έφεση για ανάπτυξη, υστερεί όμως έναντι του επιλεγέντος οριακά γιατί υστερεί σε αρχαιότητα καθώς επίσης και στην απόδοση στην ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας προφορική εξέταση.
Τέλος η Επιτροπή, προβαίνοντας σε ιδιαίτερη σύγκριση του Ανδρέου με τον υποψήφιο Χατζηχάρο Χάρη, ο οποίος προηγείται οριακά σε αρχαιότητα, υπεροχή η οποία ανάγεται στην ημερομηνία γέννησης των δύο υποψηφίων, έλαβε υπόψη ότι ο Ανδρέου υπερέχει σε προσόντα και αξιολογήθηκε σε ψηλότερο επίπεδο τόσο από το Γενικό Διευθυντή όσο και από την Επιτροπή στην ενώπιόν της προφορική εξέταση και ως εκ τούτου, λαμβανομένου υπόψη και του επιπέδου της θέσης, η Επιτροπή έκρινε ότι ο Ανδρέου γενικά υπερτερεί.
Συνοπτικά η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της ουσιώδη στοιχεία, περιλαμβανομένων και των καθιερωμένων κριτηρίων στο σύνολό τους, έκρινε ότι ο υποψήφιος ΑΝΔΡΕΟΥ Χαράλαμπος υπερέχει γενικά των άλλων υποψηφίων, τον επέλεξε ως τον πιο κατάλληλο και αποφάσισε να προσφέρει σ΄αυτόν προαγωγή στη μόνιμη (Τακτ. Προϋπ.) θέση Επιμελητή (Γενικής Χειρουργικής), Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας."
Η βασική θέση του ευπαίδευτου συνηγόρου για τον κ. Χαραλαμπίδη είναι ότι η γενική εντύπωση της ΕΔΥ αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων στην ενώπιον της προφορική εξέταση δεν αιτιολογείται σύμφωνα με το άρθρο 34(10) του Νόμου. Ο κ. Κωνσταντίνου υποβάλλει ότι η αξιολόγηση στο Παράρτημα Α δεν συνιστά αιτιολογία και ότι είναι επί των ιδίων των όρων της πεπλανημένη, ανεπαρκής και αντιφατική. Η άλλη θέση του κ. Κωνσταντίνου είναι ότι η διαπίστωση της ΕΔΥ ότι ο κ. Ανδρέου υπερείχε του κ. Χαραλαμπίδη είναι πεπλανημένη σε αναφορά με τα στοιχεία των φακέλλων και ιδιαίτερα τα αφορώντα την πείρα και τα πρόσθετα προσόντα.
Και ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον κ. Χατζηχάρο προβάλλει κατά κύριο λόγο το αναιτιολόγητο της εντύπωσης της ΕΔΥ από την προφορική εξέταση όπως το θέτει και ο κ. Κωνσταντίνου, περαιτέρω δε ισχυρίζεται ότι η ΕΔΥ ενήργησε πεπλανημένα ως προς τα στοιχεία τα οποία αξιολόγησε, έλαβε υπ΄όψη της εξωγενή στοιχεία και απέδωσε υπέρμετρη βαρύτητα σε προσόντα που δεν αφορούν το σχέδιο υπηρεσίας και τα καθήκοντα της θέσης.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον κ. Ανθούση βασίζεται μάλλον στην ισχυριζόμενη έκδηλη υπεροχή του κ. Ανθούση έναντι του κ. Ανδρέου σε κάθε τομέα, ο οποίος είχε και τη σύσταση του Διευθυντή που η ΕΔΥ, όπως υποβάλλει, αναιτιολόγητα δεν ακολούθησε. Το θέμα της αιτιολόγησης της εντύπωσης της ΕΔΥ επεκτείνεται όμως και στην προσφυγή του κ. Ανθούση, τοσούτο μάλλον αφού οι προσφυγές συνενώθησαν εκ συμφώνου και δηλώθηκε από όλες τις πλευρές ότι επηρεάζονται από το θέμα αυτό το οποίο κρίνεται τώρα σε έφεση αναφορικά με άλλη προσφυγή.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τη Δημοκρατία στη δική του γραπτή αγόρευση, η οποία υιοθετήθηκε και από τον ευπαίδευτο συνήγορο για τον κ. Ανδρέου, επικεντρώνεται στο θέμα της έκδηλης υπεροχής το οποίο και αναπτύσσει νομολογιακά σε έκταση.
Με το θέμα της βαθμολόγησης αυτής κατά την προφορική εξέταση από την ΕΔΥ είχα την ευκαιρία να ασχοληθώ μόλις πριν λίγες μέρες στην απόφαση μου την υπόθεση Κατσιολούδης ν. Δημοκρατίας, Πρ. 514/96, 12.7.1999, το σκεπτικό της οποίας και ακολουθώ ως έχον απόλυτη εφαρμογή και στην προκειμένη περίπτωση και παραθέτω από τις σελίδες 4-9:
"Είναι προφανές από την όλη διαδικασία ότι η ΕΔΥ στην επιλογή της έλαβε υπ΄όψη και μάλιστα ιδιαίτερα την απόδοση των υποψηφίων στην ενώπιον της προφορική εξέταση. Το θέμα της παρασχεθείσας αιτιολογίας για την αξιολόγηση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση προσλαμβάνει κεντρική σημασία στην υπόθεση και αυτό καθ΄αυτό και ως μέρος της ευρύτερης αιτιολογίας που διέπει την τελική επιλογή της ΕΔΥ. Είναι δεδομένη η υποχρέωση της ΕΔΥ να παρέχει αιτιολογία για την άποψη της εκ της προφορικής εξέτασης. Το άρθρο 34(10) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου του 1960 προνοεί:
(10) Η γενική εντύπωση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της Επιτροπής όσο αφορά την απόδοση των υποψηφίων σε προφορική εξέταση καταγράφεται πάντοτε στα πρακτικά της καθεμιάς Επιτροπής και αιτιολογείται."
Ο ίδιος ο Νόμος, μέσα από το άρθρο 34(10), επιβάλλει έτσι απόλυτη υποχρέωση στην ΕΔΥ όχι μόνο να καταγράψει αλλά και να αιτιολογήσει την εντύπωση της από την προφορική εξέταση. Τι συνιστά αιτιολογία έχει αναλυθεί εκτεταμένα.
Όπως αναφέρεται από το Σπηλιωτόπουλο, Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, έκτη έκδοση, σελ. 166:
"Αιτιολογία είναι, γενικά, η αναφορά των κανόνων δικαίου που ρυθμίζουν την έκδοση της διοικητικής πράξης και της ερμηνείας τους, της διαπίστωσης ότι συντρέχουν οι πραγματικές και νομικές καταστάσεις ενόψει των οποίων επιβάλλεται η έκδοση της πράξης κατ΄εφαρμογή των κανόνων αυτών, την εκτίμηση των σχετικών πραγματικών περιστατικών, καθώς και των σκέψεων του διοικητικού οργάνου που οδήγησαν στην έκδοση ή την παράλειψη
Στην πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Φράγκου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2021, ημερ. 27.3.1998, ο Καλλής, Δ., δίδοντας την απόφαση του δικαστηρίου, ανάλυσε το όλο θέμα ως ακολούθως στις σελίδες 2-3:
"Σειρά αποφάσεων της Νομολογίας μας σε πλήρη ταύτιση με την θέση της Ελληνικής Νομολογίας έχει τονίσει την ανάγκη για αιτιολογία των ατομικών διοικητικών πράξεων (Βλ. ανάμεσα σ΄άλλα Papadopoulos v. Republic (1982) 3 CLR, 1079, J M C Polytrade v. Δημοκρατίας (1992) 3 ΑΑΔ 301, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας, 1929-59, σελ. 183, 186, 187).
Αιτιολογία μιας διοικητικής πράξεως αποτελεί την έκθεση των πραγματικών και νομικών λόγων που οδήγησαν τη διοίκηση στην απόφαση της καθώς και παράθεση των κριτηρίων βάσει των οποίων άσκησε η διοίκηση τη διακριτική της ευχέρεια. Η ανάγκη της αιτιολογίας των ατομικών διοικητικών πράξεων απορρέει από την έννοια του κράτους δικαίου. Εκ της φύσεως τους αιτιολογητέες είναι όλες οι πράξεις των οποίων ο έλεγχος είναι αδύνατος ή ατελής χωρίς την αναφορά των λόγων που τις στηρίζουν. Γενικά, αιτιολογία που δεν παρέχει στον δικαστή τα απαραίτητα ειδικά και συγκεκριμένα στοιχεία για τη διακρίβωση της νομιμότητας της διοικητικής πράξης ή είναι τόσο αόριστη
Τότε μόνον είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη η διοικητική πράξη όταν παρέχεται στον ακυρωτικό δικαστή η δυνατότης να αντιληφθεί επί τη βάσει ποιών στοιχείων κατέληξε η Διοίκηση στο συμπέρασμα που έγινε δεκτό (Βλ. Ιωάννη Σαρμά, Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, σελ. 130).
Το κατά πόσο μια διοικητική πράξη είναι αιτιολογημένη ή όχι εξαρτάται από τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά της (Βλ. Πισσάς ν. Δημοκρατίας (1974) 3 ΑΑΔ
476).Η αιτιολογία δεν πρέπει να περιορίζεται σε γενικούς χαρακτηρισμούς που μπορούν να εφαρμοσθούν σε κάθε περίπτωση και δεν πρέπει να επαναλαμβάνει τις διατάξεις του Νόμου. Η επανάληψη των γενικών όρων του Νόμου ισοδυναμεί με ανύπαρκτη αιτιολογία. "Καθιστά αναιτιολόγητον την πράξιν αιτιολογία αόριστος καθιστώσα αδύνατον τον δικαστικόν αυτής έλεγχον, μή εκθέτουσα τα γεγονότα, εξ ων εμορφώθη, η κρίσις της Διοικήσεως, ή δυναμένη να εφαρμοσθή εις πάσαν περίπτωσιν" (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας (πιο πάνω), σελ
. 186-87, Πιπερίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 ΑΑΔ 134, 141 και Κυριακίδης (πιο πάνω))."
Και ο Νικολαΐδης, Δ., δίδοντας την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (1994) 3 ΑΑΔ 574 στη σ. 581:
"Ένας από τους προφανείς λόγους για την ανάγκη αιτιολόγησης είναι και η δυνατότητα δικαστικού ελέγχου της απόφασης. Είναι φανερό ότι αν δεν υπάρχει αιτιολόγηση, το Δικαστήριο αδυνατεί να ελέγξει αν η απόφαση είναι εύλογα επιτρεπτή. Απλή αναφορά που καταλήγει σε κοινοτυπία δεν αποτελεί αιτιολογία ενώ η απλή απαρίθμηση των κριτηρίων που λήφθηκαν υπ΄όψιν δεν παρέχει καμιά πληροφορία για τα δεδομένα που οδήγησαν στη διαμόρφωση της απόφασης και δεν επιτρέπει τον δικαστικό έλεγχο. Για να είναι νοητός ο έλεγχος θα πρέπει η πραγματική βάση πάνω στην οποία στηρίχθηκε η απόφαση να είναι γνωστή. Η ανυπαρξία οποιωνδήποτε στοιχείων μέσα στο έγγραφο της απόφασης της αρμόδιας αρχής την καθιστά αναιτιολόγητη και κατά συνέπεια την απόφαση ακυρώσιμη."
Ο δε Αρτεμίδης, Δ., ο οποίος έδωσε την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Αναστασιάδου.-Vantieghem (1995) 3ΑΑΔ 119 στη σ. 126:
"Το γεγονός πως καθορίστηκαν γενικά κριτήρια, για την αξιολόγηση των υποψηφίων στη συνέντευξη, δεν σημαίνει πως αυτά αποτελούν την αιτιολογία για την απόδοση του καθενός στη συνέντευξη.
Δεν κρίνουμε ορθό να κάμουμε νύξη ως προς το πώς, κατά την άποψη μας, θα ικανοποιούνταν οι πρόνοιες του Νόμου αναφορικά με την αιτιολογία. Εναπόκειται στα αρμόδια όργανα να διατυπώνουν την αιτιολογία της απόφασης τους σύμφωνα με το νόμο, έχοντας πάντα υπόψη πως βασικός σκοπός της αιτιολογίας είναι ο έλεγχος της απόφασης από το Δικαστήριο.
Αντιλαμβανόμαστε πως τα διοικητικά όργανα επιφορτίζονται με ένα βαρύ και δύσκολο έργο, ιδιαίτερα όταν υπάρχουν, όπως και στην παρούσα υπόθεση, πάρα πολλοί υποψήφιοι. Είμαστε όμως όλοι υποχρεωμένοι να εφαρμόζουμε πιστά τις διατάξεις του νόμου."
Παραπέμπω επίσης ιδιαίτερα στην υπόθεση Ανδρέου ν. Δημοκρατίας, Προσφ. 365/98 και 402/98, 12.5.1999, στην οποία ο Καλλής, Δ., αναφέρθηκε στις προηγούμενες αποφάσεις του στις υποθέσεις Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας, Προσφ. 435/97, 12.11.1998 και Καραολή ν. Δημοκρατίας, Προσφ. 129/98, ημερ. 31.12.1998, και την οποία υιοθέτησα στην πρόσφατη απόφαση μου στην υπόθεση Αντωνίου ν. Δημοκρατίας, Προσφ. 632/96, 17.6.1999. Στην Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας, ο Καλλής, Δ., είχε πει τα ακόλουθα στις σελίδες 10-11:
"Η απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση είναι ένα από τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη κατά τη διαδικασία επιλογής του πιο κατάλληλου υποψήφιου (βλ. άρθρο 34(9) του Νόμου).
Η καταγραφή της γενικής εντύπωσης όσο αφορά την απόδοση των υποψηφίων σε προφορική εξέταση αποτελεί επιταγή του άρθρου 34(10) του Νόμου, σύμφωνα με το οποίο η εντύπωση "καταγράφεται στα πρακτικά και αιτιολογείται". Έχω την άποψη πως σύμφωνα με την ορθή ερμηνεία του άρθρου 34(10) του Νόμου μετά την προφορική εξέταση πρέπει να γίνει πρώτα η καταγραφή της γενικής εντύπωσης και ν΄ακολουθήσει η αιτιολόγηση της (Βλ. και Χατζηχάννα κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 3/97, 51/97, 149/97/19.6.98)
Έχω παραθέσει το μέρος των πρακτικών της Ε.Δ.Υ. το οποίο, σύμφωνα με την ίδια την Ε.Δ.Υ. - αποτελεί την αιτιολογία της αξιολόγησης της απόδοσης των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση (βλ. σελ. 6).
Θεωρώ ότι η τελευταία στήλη η οποία αφορά τη 'Γενική αξιολόγηση' αποτελεί απλώς καταγραφή της γενικής εντύπωσης. Στην περίπτωση του αιτητή αυτή ήταν 'Πολύ καλή' και στην περίπτωση του Ε.Μ. 'Πάρα πολύ καλή
+'. Το ίδιο ισχύει και με τις προηγούμενες 5 στήλες. Καταγράφουν την εντύπωση σε σχέση με τα στοιχεία της γνώσης, έκφρασης, επικοινωνίας, νοητικών ικανοτήτων και άλλων στοιχείων της προσωπικότητας. Ελλείπει παντελώς η οποιαδήποτε αιτιολογία της γενικής εντύπωσης όσον αφορά την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση. Η πορεία που έχει υιοθετήσει η Ε.Δ.Υ. - η καταγραφή της εντύπωσης σε στήλες - δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις του άρθρου 34(10) του Νόμου. Ακολουθεί πως η Ε.Δ.Υ. έχει ενεργήσει κατά παράβαση του άρθρου 34(10) του Νόμου.Εφόσο η απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση αποτελεί ανεξάρτητο και αυτοτελές στοιχείο κρίσης αυτή αποτελεί και συστατικό στοιχείο της πράξης προαγωγής απαραίτητο για την τελείωση της. Στην απουσία έγκυρης αιτιολόγησης της απόδοσης των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση η πράξη είναι ατελής, γεγονός που την αποστερεί νομικού κύρους. Η αιτιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση αποτελεί ουσιώδη νομοθετικό τύπο για την κατάρτιση της πράξης προαγωγής, παρέκκλιση από τον οποίο καθιστά την πράξη άκυρη (Βλ. Αργύρη ν. Ε.Δ.Υ., Υποθ. 974/93/28.4.95 - απόφαση Πική, Δ., όπως ήταν τότε και Στασινόπουλου 'Δίκαιο των Διοικητικών Πράξεων', σελ. 216, Βλ. και Λεωνίδου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1579/29.5.98)
."
Την ίδια άποψη είχε και ο Νικήτας, Δ., στην υπόθεση Σταύρου ν. Δημοκρατίας, Προσφ. 777/96, 14.6.1999, παραπέμποντας στην Ανδρέου και στην Καραολή. Όπως επιγραμματικά το έθεσε ο Πικής, Π., στην υπόθεση Γιαγκουλλής ν. Δημοκρατίας, προσφ. 769/94, 28.9.1996, στη σ. 7:
"Η βαθμολογία των υποψηφίων αριθμητική ή λεκτική δεν αποτελεί αφ΄εαυτής αιτιολόγηση αλλά το αντικείμενο της αιτιολόγησης."
Υπό το φως των πιο πάνω, αδυνατώ να διαπιστώσω επάρκεια στην αιτιολογία όσον αφορά τη γενική εντύπωση της ΕΔΥ για την απόδοση των υποψηφίων στην ενώπιον της προφορική εξέταση. Ούτε η βαθμολογία αυτή καθ΄αυτή ούτε ο καταμερισμός της σε στήλες με επί μέρους πτυχές ούτε ο βάσει αυτής προκύπτων γενικά χαρακτηρισμός των υποψηφίων ως "πολύ καλός", "σχεδόν πολύ καλός", κλπ αποκαλύπτει ή αποτελεί αιτιολογία επαρκή για σκοπούς είτε της ρητής υποχρέωσης δυνάμει του άρθρου 34(10), που συνιστά και ουσιώδη τύπο του νόμου, είτε της γενικής αρχής της αιτιολογίας."
Δεν θεωρώ λοιπόν ότι η ΕΔΥ αιτιολόγησε την εντύπωση της των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση. Εν όψει τούτου, δεν προτίθεμαι να εξετάσω τα άλλα εγειρόμενα θέματα.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
Η Δημοκρατία θα καταβάλει τα έξοδα των Αιτητών.
Δ. Χατζηχαμπής
Δ.
/ΚΧ"Π