ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 4 ΑΑΔ 802
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 467/98
ΕΝΩΠΙΟΝ: Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Δ.
Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος.
ΜΕΤΑΞΥ:
Χρίστου Μαυρομμάτη, από τη Λευκωσία,
Αιτητή
και
1. Αγγλικής Σχολής, μέσω του Προέδρου του
Διοικητικού Συμβουλίου αυτής Ιωάννη Χατζηαντωνά
και/ή του εκάστοτε Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου,
2. Υπουργικού Συμβουλίου, ως ασκούντος εποπτεία και
έλεγχο επί της Αγγλικής Σχολής,
Καθ'ων η αίτηση
------------------------
7 Ιουλίου 1999
Για τον Αιτητή: κ. Π.Λ. Κακογιάννης.
Για τον Καθ'ου η αίτηση 1: κ. Γ. Τριανταφυλλίδης.
Για τον Καθ'ου η αίτηση 2: κα Ρ. Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
Για το Ενδιαφερόμενο Μέρος: κ. Χ" Τζιοβάννης για κ. Κ. Μιχαηλίδη.
----------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(α) Τα γεγονότα
Η παρούσα προσφυγή άπτεται της εγκυρότητας της απόφασης για την πλήρωση της θέσης του Υποδιευθυντή στην Αγγλική Σχολή Λευκωσίας.
Ο αιτητής που κατέχει Ακαδημαϊκό Δίπλωμα B. Tech. (Hons) του Πανεπιστημίου Brunel και Ακαδημαϊκό Διδακτορικό Δίπλωμα (Ph.D.) του Council for National Academic Awards, προσλήφθηκε από τους καθ'ων η αίτηση 1 την 1/9/84 με σύμβαση ως Καθηγητής Χημείας και μονιμοποιήθηκε στη θέση του Καθηγητή Χημείας στις 2/9/86.
Το ενδιαφερόμενο μέρος (Αντιγόνη Κοιλιάρη), που είναι κάτοχος του Ακαδημαϊκού Διπλώματος (Bachelor of Arts) στην Αγγλική Φιλολογία του Πανεπιστημίου του Essex και Διπλώματος Διδασκαλίας Αγγλικών (Diploma in Teaching English as a Foreign Language to Adults του Royal Society of Arts), προσλήφθηκε από τους καθ'ων η αίτηση το Σεπτέμβριο του 1988.
Στις 16/3/98 οι καθ'ων η αίτηση κοινοποίησαν απόφαση τους (με ανάρτηση στις πινακίδες ανακοινώσεων του σχολείου) σύμφωνα με την οποία το ενδιαφερόμενο μέρος διοριζόταν από την 1/9/98 στη θέση του Υποδιευθυντή της Σχολής (Senior Teacher in Charge of Αdministration).
Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής προσβάλλει για διάφορους λόγους την εγκυρότητα της πιο πάνω απόφασης. Ειδικότερα ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η σχετική απόφαση είναι άκυρη αφού πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας και δέουσας έρευνας. Επιπρόσθετα ο αιτητής ισχυρίζεται ότι υπερέχει του ενδιαφερόμενου μέρους και ότι υπήρξε κακή σύσταση του οργάνου που προέβηκε στο σχετικό διορισμό.
(β) Είναι η Αγγλική Σχολή Οργανισμός Δημόσιου Δικαίου;
Ο Αιδεσιμώτατος Frank Darvall Newham, που ήταν κάτοχος αρκετών τιμητικών αξιωμάτων (όπως π.χ. Officer of the Most Excellent Order of the British Empire, Master of Arts και Honorary Canon of St. George's Cathedral), ίδρυσε το 1900 ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα στην Κύπρο που αρχικά ονομάστηκε Σχολή Newham και λίγο αργότερα έγινε γνωστή ως Αγγλική Σχολή
(English School). Με ειδικό έγγραφο (Indenture) που υπεγράφη στις 12/5/1930 συμφωνήθηκε όπως με την καταβολή του ποσού των £6.000, ο πιο πάνω θα μεταβίβαζε σε Επιτροπή Κατεπιστευματοδόχων (Board of Trustees) την κινητή και ακίνητη περιουσία της Αγγλικής Σχολής. Η Επιτροπή Κατεπιστευματοδόχων κατέβαλε το ποσό των £4.500 ενώ το υπόλοιπο ποσό των £1.500 καταβλήθηκε από τον τότε Αγγλο Κυβερνήτη με την ανάληψη υποχρέωσης εκ μέρους του για την καλύτερη διοργάνωση της Σχολής προς όφελος των μαθητών. Επειδή όμως προέκυψαν ορισμένες δυσκολίες ως προς τη διαχείριση και έλεγχο της Σχολής εγκρίθηκε στις 6/12/35 ο Περί Αγγλικής Σχολής Νόμος (The English School Law, Chapter 167) όπως έχει τροποποιηθεί με τους Νόμους The English School (Management and Control) Laws 13/60 και 9/69.Σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κεφ. 167 ολόκληρη η ακίνητη και κινητή περιουσία της Σχολής μεταβιβάστηκε στον Αγγλο Κυβερνήτη που ανέλαβε την υποχρέωση να συνεχίσει τη λειτουργία της Σχολής που
(i) Θα διατηρούσε ως κύριο μέσο διδασκαλίας την Αγγλική γλώσσα
και
(ii) Θα είχε Χριστιανικό χαρακτήρα.
Τη διαχείριση της Σχολής θα ανελάμβανε η Επιτροπή Διαχείρισης (Board of Management) που θα απαρτιζόταν από ένα Πρόεδρο και άλλα 8 μέλη τα οποία θα διορίζονταν από τον Κυβερνήτη. Αργότερα τα μέλη αυξήθηκαν σε 9 με την προσθήκη ενός νέου μέλους που θα διοριζόταν από το Βρεττανικό Συμβούλιο (άρθρο 4(1) του Νόμου 13/60) και λίγο αργότερα σε 11 (Νόμος 9/69). Η Επιτροπή Διαχείρισης θα λειτουργούσε σύμφωνα με Κανονισμούς που θα ενέκρινε ο Κυβερνήτης. Μετά την ανακήρυξη της Κύπρου σε Δημοκρατία το 1960 τα καθήκοντα και υποχρεώσεις του Κυβερνήτη έχει αναλάβει το Υπουργικό Συμβούλιο. Τόσο η κινητή όσο και η ακίνητη περιουσία της Αγγλικής Σχολής ανήκει στο Υπουργικό Συμβούλιο που έχει το δικαίωμα από καιρού εις καιρόν να πωλεί, ανταλλάσσει ή να διαθέτει άλλως πως την ακίνητη περιουσία της Σχολής. Το Υπουργικό Συμβούλιο έχει την υποχρέωση να εξασφαλίζει τη συνέχεια της λειτουργίας της Σχολής (άρθρο 3(1)(α) του Νόμου). Σε περίπτωση που η Επιτροπή Διαχείρισης εισηγηθεί
προς το Υπουργικό Συμβούλιο ότι η συνέχιση της λειτουργίας της Σχολής δεν είναι αναγκαία, το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει το κλείσιμο της Σχολής με οδηγίες όπως η κινητή και ακίνητη περιουσία χρησιμοποιηθεί προς όφελος της νεολαίας ή να πωληθεί και τα έσοδα που θα προκύψουν να χρησιμοποιηθούν για σκοπούς που θα καθορισθούν από το Υπουργικό Συμβούλιο.Από τα πιο πάνω μπορεί να λεχθεί ότι η Αγγλική Σχολή δεν είναι Δημόσιο Σχολείο που υπάγεται στο Υπουργείο Παιδείας, αλλά ούτε μπορεί να θεωρηθεί και ως Ιδιωτικό Σχολείο. Αντίθετα η συνισταμένη των πιο πάνω νομοθετικών προνοιών υποδεικνύει ότι η Αγγλική Σχολή μπορεί να θεωρηθεί ως Κρατική Σχολή της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Εχοντας υπόψη ότι η κινητή και ακίνητη περιουσία της Σχολής ανήκει στο Υπουργικό Συμβούλιο, που έχει την υποχρέωση να εξασφαλίζει τη συνέχιση της λειτουργίας της, να ελέγχει έμμεσα με το διορισμό των 8 από τα 9 μέλη της Επιτροπής Διαχείρισης τη διαχείριση της Σχολής και να έχει τον τελικό λόγο ως προς τη διάλυση της, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η Αγγλική Σχολή είναι Οργανισμός Δημόσιου Δικαίου.
Η λειτουργία της Επιτροπής Διαχείρισης που έχει ως απώτερο σκοπό την προώθηση ενός δημόσιου σκοπού, δηλαδή την ανάπτυξη της εκπαίδευσης, δεν μου αφήνει καμιά αμφιβολία ότι η προσβαλλόμενη πράξη υπάγεται στον τομέα του Δημόσιου Δικαίου. (Ιδε
The Greek Registrar of the Co-Operative Societies and/or The Commissioner and Greek Registrar of Co-Operative Societies (1965) 3 C.L.R. 164).(γ) Παράνομη σύσταση της Επιτροπής Διαχείρισης
Είναι η θέση του αιτητή ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της Αγγλικής Σχολής είχε συσταθεί παράνομα για τη λήψη σχετικής απόφασης και ότι η απόφαση που λήφθηκε ήταν παράνομη. Και τούτο γιατί στη σχετική συνεδρία παρευρισκόταν σε όλα τα στάδια της διαδικασίας ο Διευθυντής της Σχολής Mr. T. Thomas.
Οι καθ'ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι ο Διευθυντής είχε το δικαίωμα να παρευρίσκεται σε κάθε συνεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου σύμφωνα με τον Κανονισμό 22(3)(c) και ότι η παρουσία του δεν μπορεί να επηρεάσει την εγκυρότητα της σχετικής απόφασης αφού δεν έλαβε μέρος στη ψηφοφορία για την επιλογή του πιο κατάλληλου υποψηφίου.
Σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 4(10) των Περί Αγγλικής Σχολής Νόμων εγκρίθηκαν σχετικοί Κανονισμοί γνωστοί ως "The English School (Management and Control) Regulations". Σύμφωνα με τους πιο πάνω Κανονισμούς ο Διευθυντής (Head Teacher) έχει το δικαίωμα να παρευρίσκεται στις συνεδριάσεις της Επιτροπής Διαχείρισης όταν εξετάζεται ένα θέμα που στρέφεται εναντίον του (when an adverse report upon him is to be considered), νοουμένου ότι θα δίνεται προς αυτόν δεκαπενθήμερη προειδοποίηση (άρθρο 17(3)). Ο διορισμός Καθηγητών της Σχολής διενεργείται από την Επιτροπή Διαχείρισης (άρθρο 18). Σε περιπτώσεις διορισμού Καθηγητών σε ανώτερες θέσεις, ο Διευθυντής μπορεί να συστήσει υποψήφιους για ένα διορισμό σύμφωνα με τη διαδικασία που ήθελε καθορίσει η Επιτροπή Διαχείρισης (άρθρο 18(4)).
Η εγκυρότητα μιας διοικητικής απόφασης εξαρτάται άμεσα με τη νόμιμη συγκρότηση του συλλογικού οργάνου που προβαίνει στη λήψη της σχετικής απόφασης. Οπως έχει τονιστεί στην υπόθεση Πανεπιστήμιο Κύπρου ν. Κωνσταντίνου και άλλων, Α.Ε. 1645, ημερομηνίας 9/3/94,
"Σύμφωνα με τη γενική αρχή που διέπει τη σύνθεση των συλλογικών οργάνων της Διοίκησης, στη συνεδρία-σύσκεψη που λαμβάνεται απόφαση δεν επιτρέπεται να παρίστανται, κατά τη διάρκεια της διαλογικής συζήτησης μεταξύ των μελών και της ψηφοφορίας για λήψη της σχετικής απόφασης, πρόσωπα που δε συμπεριλαμβάνονται στη, σύμφωνα με το Νόμο, συγκρότησή τους - (βλ., μεταξύ άλλων, Andreas Gavriel v. Republic (Minister of Education) (1967) 3 C.L.R. 638, 646, 647Χ Aristides v. Republic (1986) 3 C.L.R. 466, 474Χ Κώστας Πετρίδης ν. Αρχής Βιομηχανικής Καταρτίσεως Κύπρου, Υπόθεση Αρ. 392/85, (Απόφαση δόθηκε στις 22 Απριλίου, 1989, δε δημοσιεύτηκε ακόμα)Χ Ανδρέας Χ" Βασιλείου ν. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού, Υπόθεση Αρ. 295/88, (Απόφαση δόθηκε στις 14 Μαρτίου, 1991, δε δημοσιεύτηκε ακόμα)).
Πρέπει να τονιστεί ότι η παρουσία υπηρεσιακών παραγόντων (που δεν αποτελούν μέλη του οργάνου) για να πληροφορήσουν τα μέλη πάνω σε συγκεκριμένα θέματα της ημερήσιας διάταξης δεν απαγορεύεται. Ομως η συνέχιση της παρουσίας προσώπων που η συμμετοχή τους δεν επιτρέπεται ρητά από το Νόμο στη συζήτηση που επακολουθεί και οδηγεί στη λήψη της διοικητικής απόφασης, επηρεάζει άμεσα την εγκυρότητα τη σχετικής απόφασης.
Οπως αναφέρει ο Καθηγητής Σπηλιωτόπουλος,
"Κατά τη συνεδρίαση, κατά την οποία γίνεται διαλογική συζήτηση μεταξύ των μελών και ψηφοφορία για τη λήψη της απόφασης του συλλογικού οργάνου, δεν επιτρέπεται να παρίστανται πρόσωπα, που δεν περιλαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις στη νόμιμη συγκρότηση ή των οποίων η συμμετοχή στις συνεδριάσεις δεν προβλέπεται ρητώς (όπως είναι ο γραμματέας ή ο τυχόν κατά νόμο εισηγητής (ΣΕ 4391/1988) ή άλλα πρόσωπα (π.χ. νομικός σύμβουλος, κυβερνητικός επίτροπος κλπ.), των οποίων η συμμετοχή ρητώς προβλέπεται). Εάν παρίστανται κατά τη συνεδρίαση άλλα πρόσωπα (όπως π.χ. οι υπηρεσιακοί παράγοντες που κλήθηκαν για παροχή πληροφοριών, (ΣΕ 2002/1963), πρέπει να αποχωρήσουν πριν από την έναρξη της διαλογικής συζήτησης (ΣΕ 3022/1980). Τον κανόνα αυτό δεν μετέβαλε ο Ν. 1599/1986 (άρθρο 19, §8) που ορίζει ότι δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της λειτουργίας η παρουσία γενικώς προσώπων τα οποία δεν είναι μέλη του οργάνου, στις φάσεις της συνεδρίασης που προηγούνται από τη συζήτηση κατά την οποία λαμβάνεται η απόφαση."
(Ιδε Σπηλιωτόπουλου, "Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου", 6η Εκδοση, σ. 134)
Η πιο πάνω γραμμή υιοθετήθηκε στην υπόθεση Ανδρέα Χ" Βασιλείου ν. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού (πιο πάνω) όπου τονίστηκε ότι,
"Ομως η παρουσία του στην τελευταία συνεδρία κατά την οποία λήφθηκε η επίδικη απόφαση, παραβιάζει τις αρχές της λειτουργίας των διοικητικών οργάνων όπως προδιαγράφονται στην πιο πάνω Νομολογία. Η επίδικη απόφαση, η σύνταξη και η αιτιολογία της πρέπει να είναι καθαρό προϊόν των διαβουλεύσεων των μελών του αρμοδίου οργάνου."
Μέσα στα πιο πάνω πλαίσια διοικητικές αποφάσεις έχουν κηρυχθεί άκυρες αφού κατά τη διάρκεια της λήψης της σχετικής απόφασης ήταν παρών ο Γραμματέας του Συμβουλίου Εμπορίας Κυπριακών Πατατών (CYPALLET LTD, v. Συμβούλιο Εμπορίας Κυπριακών Πατατών, Αίτηση 992/96 της 20/1/99), ο Προϊστάμενος Διοίκησης της Αρχής Βιομηχανικής Κατάρτισης (Δρουσιώτης και Χρίστου ν. Αρχής Βιομηχανικής Κατάρτισης Αιτήσεις 836/96 και 981/96 της 19/2/99) και ο Προϊστάμενος Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου Πέγειας (Χάρπα ν. Δήμου Πέγειας, Αίτηση 682/97 της 15/2/99).
Στην παρούσα περίπτωση η παρουσία του Διευθυντή κατά τη διάρκεια της σχετικής συνεδρίας δεν αμφισβητείται, φαίνεται δε από τα πρακτικά ότι συνεχίστηκε μέχρι τη λήξη της συνεδρίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά την παράθεση εκ μέρους του Διευθυντή των σχετικών πληροφοριών που αφορούσαν τους δύο υποψηφίους που είχαν επιλεγεί, ο Διευθυντής παρέμεινε στην αίθουσα συνεδριάσεων και άκουσε μερικά από τα μέλη της Επιτροπής να δηλώνουν ότι δεν συμφωνούσαν με τη βαθμολογία που είχε δώσει στους υποψηφίους. Επιπρόσθετα άκουσε ένα από τα μέλη της Επιτροπής, που διαφώνησε με την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους, να αναφέρει ότι επικρατούσε μια εκρηκτική ατμόσφαιρα μεταξύ των μελών του διδακτικού προσωπικού σχετικά με την επικείμενη πλήρωση της θέσης.
Η παρουσία προσώπου που δεν καλύπτεται από σχετικές νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις σε συνεδριάσεις συλλογικών οργάνων είναι ανεπίτρεπτη, αφού είναι ασυμβίβαστη με τη νόμιμη συγκρότηση του συλλογικού οργάνου. Η παρουσία υπηρεσιακών παραγόντων είναι επιτρεπτή μόνο για τους σκοπούς που καθορίζονται από τις σχετικές νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις, με απώτερο σκοπό την παροχή πληροφοριών που θα βοηθήσουν τα μέλη του συλλογικού οργάνου να καταλήξουν σε ορθές αποφάσεις. Η συνέχιση της παρουσίας ενός τρίτου προσώπου μετά την παροχή των αναγκαίων πληροφοριών είναι απαράδεκτη, έστω και αν είναι τυπική χωρίς το πιο πάνω πρόσωπο να λαμβάνει ενεργό μέρος στη διαδικασία. Λόγοι χρηστής διοίκησης επιβάλλουν την αποχώρηση του μετά την αναγκαία ενημέρωση για να αφήνονται ελεύθερα τα μέλη του συλλογικού οργάνου να διαμορφώνουν τις δικές τους αποφάσεις.
Η εισήγηση των καθ'ων η αίτηση ότι ο Διευθυντής είχε το δικαίωμα να παρίσταται σε κάθε συνεδρία της Επιτροπής Διαχείρισης σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 22(3)(c) δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Η δυνατότητα που παρέχεται στο Διευθυντή να παρίσταται σε κάθε συνεδρία της Επιτροπής Διαχείρισης περιορίζεται στις πρόνοιες του άρθρου 23 των Κανονισμών. Το πιο πάνω άρθρο αναφέρεται στη γενική διοργάνωση του εκπαιδευτικού προγράμματος της Σχολής που συμπεριλαμβάνει μεταξύ άλλων την επιλογή των εκπαιδευτικών βιβλίων, τις μεθόδους διδασκαλίας και διενέργεια εξάσκησης ελέγχου των Καθηγητών και άλλου προσωπικού. Το άρθρο 22(3)(c) δεν επιτρέπει τη συνεχή παρουσία του Διευθυντή σε συνεδρίες της Επιτροπής Διαχείρισης όταν εξετάζονται θέματα προαγωγής.
Επεται ότι η επίδικη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί και ακυρώνεται λόγω της παράνομης σύνθεσης της Επιτροπής Διαχείρισης. Εχοντας υπόψη την πιο πάνω κατάληξη δεν κρίνω σκόπιμο να εξετάσω τους άλλους λόγους ακυρότητας που προβλήθηκαν.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η σχετική απόφαση ακυρώνεται. Οι καθ'ων η αίτηση διατάσσονται να καταβάλουν τα έξοδα της παρούσας διαδικασίας.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.
ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ
Το Ανώτατο Δικαστήριο στην πρωτοβάθμια του δικαιοδοσία αποδέχθηκε την προσφυγή του Χρίστου Μαυρομμάτη και ακύρωσε το διορισμό της Αντιγόνης Κοιλιάρη στη θέση της Υποδιευθύντριας της Αγγλικής Σχολής.
Ο σχετικός διορισμός της Αντιγόνης Κοιλιάρη στη θέση της Υποδιευθύντριας της Αγγλικής Σχολής ανακοινώθηκε στις 16/3/98 με την ανάρτηση σχετικής ειδοποίησης στους πίνακες ανακοινώσεων του σχολείου. Ο αιτητής προσέβαλε την εγκυρότητα της απόφασης ισχυριζόμενος μεταξύ άλλων ότι η απόφαση της Επιτροπής Διαχείρισης της Σχολής (Board of Management) ήταν άκυρη αφού έπασχε από έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας. Ο αιτητής ισχυρίστηκε επίσης ότι
η Επιτροπή Διαχείρισης παρέλειψε να λάβει υπόψη την υπεροχή του σε σχέση με το ενδιαφερόμενο μέρος και επιπρόσθετα ισχυρίστηκε ότι η σχετική απόφαση ήταν άκυρη γιατί ο Διευθυντής T. Thomas παρευρισκόταν αντικανονικά στη συνεδρία της Επιτροπής Διαχείρισης καθόλη τη διάρκεια της συζήτησης και τη λήψη της σχετικής απόφασης για την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους.Το Ανώτατο Δικαστήριο κατέληξε σε συμπέρασμα ότι ο νομικός χαρακτήρας της Αγγλικής Σχολής όπως καθορίζεται μέσα από τους Νόμους, Κεφ. 167, 13/60 και 9/69 με το Υπουργικό Συμβούλιο να έχει την ιδιοκτησία της κινητής και ακίνητης περιουσίας της Σχολής, την υποχρέωση να διασφαλίζει τη λειτουργία της, το δικαίωμα να κλείσει τη Σχολή και το δικαίωμα διορισμού 10 από τα 11 μέλη της Επιτροπής Διαχείρισης
, καθιστά τη Σχολή ως Οργανισμό Δημόσιου Δικαίου, οι αποφάσεις του οποίου μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο προσφυγής μέσα στα πλαίσια του άρθρου 146 του Συντάγματος.Ακολούθως το Δικαστήριο εξέτασε τον ισχυρισμό του αιτητή για την κακή συγκρότηση της Επιτροπής Διαχείρισης και αποδέχθηκε την εισήγηση ότι η παρουσία του Διευθυντή σε όλα τα στάδια της διαδικασίας ήταν παράτυπη. Οπως τόνισε στην απόφαση του το Δικαστήριο,
"Η παρουσία προσώπου που δεν καλύπτεται από σχετικές νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις σε συνεδριάσεις συλλογικών οργάνων είναι ανεπίτρεπτη, αφού είναι ασυμβίβαστη με τη νόμιμη συγκρότηση του συλλογικού οργάνου. Η παρουσία υπηρεσιακών παραγόντων είναι επιτρεπτή μόνο για τους σκοπούς που καθορίζονται από τις σχετικές νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις, με απώτερο σκοπό την παροχή πληροφοριών που θα βοηθήσουν τα μέλη του συλλογικού οργάνου να καταλήξουν σε ορθές αποφάσεις. Η συνέχιση της παρουσίας ενός τρίτου προσώπου μετά την παροχή των αναγκαίων πληροφοριών είναι απαράδεκτη, έστω και αν είναι τυπική χωρίς το πιο πάνω πρόσωπο να λαμβάνει ενεργό μέρος στη διαδικασία. Λόγοι χρηστής διοίκησης επιβάλλουν την αποχώρηση του μετά την αναγκαία ενημέρωση για να αφήνονται ελεύθερα τα μέλη του συλλογικού οργάνου να διαμορφώνουν τις δικές τους αποφάσεις.
Στην παρούσα περίπτωση η παρουσία του Διευθυντή κατά τη διάρκεια της σχετικής συνεδρίας δεν αμφισβητείται, φαίνεται δε από τα πρακτικά ότι συνεχίστηκε μέχρι τη λήξη της συνεδρίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά την παράθεση εκ μέρους του Διευθυντή των σχετικών πληροφοριών που αφορούσαν τους δύο υποψηφίους που είχαν επιλεγεί, ο Διευθυντής παρέμεινε στην αίθουσα συνεδριάσεων και άκουσε μερικά από τα μέλη της Επιτροπής να δηλώνουν ότι δεν συμφωνούσαν με τη βαθμολογία που είχε δώσει στους υποψηφίους. Επιπρόσθετα άκουσε ένα από τα μέλη της Επιτροπής, που διαφώνησε με την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους, να αναφέρει ότι επικρατούσε μια εκρηκτική ατμόσφαιρα μεταξύ των μελών του διδακτικού προσωπικού σχετικά με την επικείμενη πλήρωση της θέσης."
Με βάση τα πιο πάνω το Ανώτατο Δικαστήριο κήρυξε τη σχετική απόφαση ως άκυρη και διέταξε τους καθ'ων η αίτηση να καταβάλουν τα έξοδα της διαδικασίας.
Συνήγορος Αιτητή: κ. Π.Λ. Κακογιάννης.
Συνήγορος Καθ'ου η αίτηση 1: κ. Γ. Τριανταφυλλίδης.
Συνήγορος Καθ'ου η αίτηση 2: κα Ρ. Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
Συνήγορος Ενδιαφερόμενου Μέρους: κ. Κ. Μιχαηλίδης.
Η απόφαση δόθηκε από το Δικαστή Τ. Ηλιάδη στις 7 Ιουλίου 1999