ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
ANDREAS LARDIS ν. REPUBLIC (PUBLIC SERVICE COMMISSION) (1967) 3 CLR 64
COSTAS HADJICONSTA-NTINOU AND OTHERS ν. REPUBLIC (PUBLIC SERVICE COMMISSION) (1973) 3 CLR 65
EMANOUEL PETRIDES ν. PUBLIC SERVICE COMMISSION (1975) 3 CLR 284
REPUBLIC ν. HARIS (1985) 3 CLR 106
REPUBLIC & ANOTHER ν. KASTELLANOS (1988) 3 CLR 2249
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 360/97
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, Δ.
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Τριανταφυλλιώ Μιχαηλίδου Πλατρίτη
Αιτήτρια
και
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Καθ΄ων η Αίτηση
--------------
29 Ιουλίου 1999
Για την Αιτήτρια: κ. Μιχαήλ για κ.κ. Παπαχαραλάμπους και Αγγελίδη.
Για τους Καθ΄ων η Αίτηση: κ. Κ. Σταυρινός, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.
Για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 1, 8 και 9: κ. Γ. Παπαντωνίου.
Για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 6: κ. Χρ. Τριανταφυλλίδης.
--------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η προσφυγή αυτή προσβάλλει την προαγωγή από την ΕΔΥ των εννέα Ενδιαφερομένων Μερών στη θέση Τελωνειακού Λειτουργού 1ης Τάξης η οποία δημοσιεύθηκε στις 7.2.1997. Κατά την εξέταση της προσφυγής διαπιστώθηκε ότι στην πραγματικότητα προσβάλλονται δύο διοικητικές πράξεις της ιδίας ημερομηνίας, η μία με την οποία απεφασίσθη η προαγωγή των οκτώ Ενδιαφερομένων Μερών και η άλλη με την οποία απεφασίσθη η προαγωγή του άλλου Ενδιαφερόμενου Μέρους, και ως αποτέλεσμα το δικόγραφο αναφορικά με τη δεύτερη απόφαση διεχωρίσθη ώστε να καταχωρηθεί χωριστή προσφυγή για αυτή.
Οι προαγωγές έγιναν στη συνεδρία της 11.11.1996. Κατ΄αυτήν η ΕΔΥ, αφού έκρινε ότι προάξιμοι ήσαν εκείνοι από τον κατάλογο των υποψηφίων οι οποίοι είχαν συμπληρώσει τουλάχιστον πενταετή υπηρεσία στη θέση Τελωνειακού Λειτουργού 2ας Τάξης και είχαν επιτύχει στις Τμηματικές Εξετάσεις, όπως καθόριζε το σχέδιο υπηρεσίας, έλαβε τη σύσταση του Διευθυντή. Ο Διευθυντής σύστησε τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 3, 4, 6, 7, 8 και 9 και την Αιτήτρια κα. Πλατρίτη και τον κ. Ορθοδόξου (πρώην Ενδιαφερόμενο Μέρος 1). Η ΕΔΥ επέλεξε από τους συστηθέντες τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 3, 4, 6, 7, 8 και 9 και τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 2 και 5 που δεν είχαν συστηθεί από το Διευθυντή.
Η βασική θέση του ευπαιδεύτου συνηγόρου για την κα. Πλατρίτη στη γραπτή του αγόρευση είναι ότι αναιτιολόγητα η ΕΔΥ δεν ακολούθησε τη σύσταση του Διευθυντή για αυτή, με ευρεία αναφορά στη νομολογία. Η κατ΄ισχυρισμό έλλειψη αιτιολογίας επεκτείνεται και στο σύνολο της απόφασης της ΕΔΥ. Γίνεται επίσης εισήγηση ότι η κα. Πλατρίτη υπερτερεί των Ενδιαφερομένων Μερών σε
προσόντα και των Ενδιαφερομένων Μερών 1 και 9 σε αρχαιότητα και ότι η ΕΔΥ δεν έδωσε τη δέουσα βαρύτητα σε αυτά τα στοιχεία.Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τη Δημοκρατία απαντά ότι, καθ΄όσον η σύσταση του Διευθυντή δεν ήταν σύμφωνη με τα στοιχεία των φακέλλων, η ΕΔΥ ορθώς δεν την ακολούθησε, παρέχοντας προς τούτο ειδική αιτιολογία. Υποστηρίζει επίσης ότι τα Ενδιαφερόμενα Μέρη υπερείχαν της κας. Πλατρίτη σε αξία, έχοντας, πλην των 2 και 5, και τη σύσταση του Διευθυντή, και ότι, στο σύνολο των κριτηρίων επιλογής, καμμιά έκδηλη υπεροχή της κας. Πλατρίτη έναντι των Ενδιαφερομένων Μερών δεν κατεδείχθη.
Επικεντρώνομαι στο βασικό προβαλλόμενο λόγο ακύρωσης, την έλλειψη ειδικής αιτιολογίας για το ότι η ΕΔΥ δεν ακολούθησε τη σύσταση του Διευθυντή, για να παρατηρήσω κατ΄αρχήν ότι η ίδια η προβολή του λόγου αυτού ουσιαστικά περιορίζει την προσφυγή στα Ενδιαφερόμενα Μέρη 2 και 5 αφού τα υπόλοιπα είχαν συσταθεί από το Διευθυντή. Με την ίδια λογική δηλαδή που η κα. Πλατρίτη ισχυρίζεται ότι η ΕΔΥ όφειλε να ακολουθήσει για αυτή τη σύσταση του Διευθυντή, δεν μπορεί να ακούεται να παραπονείται για το ότι η ΕΔΥ ακολούθησε τη σύσταση του Διευθυντή στην περίπτωση των Ενδιαφερομένων Μερών 3, 4, 6, 7. 8 και 9, εκτός αν ισχυρίζετο ότι στη δική τους περίπτωση η σύσταση του Διευθυντή δεν ήταν αιτιολογημένη ή η ΕΔΥ εδικαιολογείτο να μην την ακολουθήσει. Κάτι τέτοιο όμως δεν ισχυρίζεται, αλλά απεναντίας, λαμβάνοντας υπ΄όψη και τη γενική αναφορά του ευπαιδεύτου συνηγόρου της στις αρχές που διέπουν το θέμα της σύστασης του Διευθυντή, το ουσιαστικό της παράπονο φαίνεται να είναι ότι κακώς η ΕΔΥ δεν ακολούθησε και στη δική της περίπτωση τη σύσταση του Διευθυντή. Όσον αφορά λοιπόν αυτό το λόγο ακύρωσης αλλά κατ΄επέκταση και τους υπόλοιπους, η προσφυγή θα εξετασθεί μόνο σε αναφορά με τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 2 και 5.
Αναφορικά με το Νόμο και τη νομολογία που διέπει το θέμα, είχα την ευκαιρία να ασχοληθώ πρόσφατα στην υπόθεση Χατζηγεωργίου ν. Δημοκρατίας, Πρ. 1020/96, 17.5.1999, και μεταφέρω αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα από τις σελίδες 5-7:
"Ο ίδιος ο περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμος του 1990 στο άρθρο 35(4) ορίζει όπως η ΕΔΥ λαμβάνει δεόντως υπ΄όψη και τις αιτιολογημένες συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος. Η δε νομολογία έχει από μακρού καθιερώσει ότι όχι μόνο η σύσταση του Διευθυντή πρέπει να λαμβάνεται υπ΄όψη αλλά και ότι πρέπει να της αποδίδεται τόση βαρύτητα ώστε οποιαδήποτε παρέκκλιση από αυτή πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς, ευκρινώς και επαρκώς. Όπως το έθεσε το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση
"In the opinion of the Court the recommendation of a Head of Department or other senior responsible officer, and especially so in cases where specialized knowledge and ability are required for the performance of certain duties, is a most vital consideration which should weigh with the Public Service Commission in coming to a decision in a particular case and such recommendation should not be lightly disregarded. If the Public Service Commission is of the opinion that for certain reasons such recommendation cannot be adopted then as a rule such Head of Department or other officer concerned should be invited by the Public Service Commission to explain his views in order that the Public Service Commission may have full benefit thereof, a course which has not been followed in this case.
If, nevertheless, the Public Service Commission comes to the conclusion not to follow the aforesaid recommendation it is to be expected for the effective protection of the legitimate interests, under Article 151 in conjunction with Article 146 of the Constitution, of the candidates concerned, that the reasons for taking such an exceptional course would be clearly recorded in the relevant minutes of the Public Service Commission. Failure to do so would not only render the work of this Court more difficult in examining the validity of the relevant decision of the Public Service Commission but it might deprive such Commission of a factor militating against the inference that it has acted in excess or abuse of power."
Και ο Στυλιανίδης, Δ., (ως ήτο τότε), δίδοντας την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Σταύρου (1993) 3 ΑΑΔ 71, στις σελίδες 75-76, ανάλυσε το όλο θέμα:
"Οι συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος, αρχικά νομολογιακά και μετά με το Άρθρο 44(3) των περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμων του 1967 έως 1987, αποτελούν ουσιώδες στοιχείο προσδιορισμού της αξίας των υποψηφίων και δεν μπορούν να παραγνωριστούν από την Επιτροπή χωρίς ειδική αιτιολογία. - (βλ.,
Η σύσταση του Προϊσταμένου ήταν πάντοτε ξεχωριστό στοιχείο κρίσεως της αξίας - (βλ. Κυπριακή Δημοκρατία ν. Αργυρούλλας Βασιλείου, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 859, (Απόφαση δόθηκε στις 30 Ιανουαρίου, 1990, δε δημοσιεύτηκε ακόμα)).
Η Επιτροπή δεν είναι υπόχρεη να υιοθετήσει τη σύσταση του Προϊσταμένου. Αν, όμως, αποφασίσει να την παραγνωρίσει, πρέπει να δώσει αιτιολογία η οποία να είναι σύμφωνη με τα στοιχεία του φακέλου.
Η επάρκεια της αιτιολογίας κρίνεται ανάλογα με τα ιδιαίτερα περιστατικά και τη φύση της κάθε υπόθεσης. Δεν είναι ζήτημα έκτασης του λεκτικού της αιτιολογίας, αλλά ουσίας περιεχομένου, ώστε να ικανοποιούνται τα κριτήρια της διοικητικής δικαιοσύνης, ιδιαίτερα ο βασικός της σκοπός και η δυνατότητα ελέγχου."
Ο δε Χρυσοστομής, Δ., συνόψισε την αντίκρυση του δικαστηρίου ως ακολούθως, δίδοντας την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Ιωάννου ν. Δημοκρατίας (1993) 3 ΑΑΔ 390, στις σελίδες 418-419:
"Η σημασία των συστάσεων του προϊσταμένου ενός Τμήματος έχει τονιστεί σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Οι συστάσεις αυτές αποτελούν ένα ανεξάρτητο στοιχείο κρίσεως, προσδιοριστικό και επαυξητικό της αξίας των υποψηφίων, τόσο σημαντικό, ώστε να απαιτείται ειδική αιτιολόγηση και προσδιορισμός των λόγων για τυχόν απόκλιση απ΄αυτές από την Επιτροπή. Κι΄αυτό γιατί οι Προϊστάμενοι των Τμημάτων βρίσκονται σε μοναδική θέση να εκτιμήσουν τις ανάγκες της υπηρεσίας, καθώς και τις ιδιότητες που απαιτούνται ώστε ν΄ανταποκριθεί ένας υποψήφιος στις απαιτήσεις μιας θέσης."
Η πληθώρα της νομολογίας, στην οποία κάνει ευρεία αναφορά και ο ευπαίδευτος συνήγορος για την κα. Πλατρίτη στη γραπτή του αγόρευση, σφυρηλατεί και τονίζει τις αρχές αυτές.
Εξετάζοντας τα πρακτικά, παρατηρώ ότι η παρεχόμενη από την ΕΔΥ αιτιολογία για το ότι δεν ακολούθησε τη σύσταση του Διευθυντή για την κα. Πλατρίτη, όπως και για τον κ. Ορθοδόξου, είναι ότι "η σύσταση δεν συνάδει με τα στοιχεία των φακέλλων".
Μου είναι απόλυτα καθαρό ότι η απόκλιση της ΕΔΥ από τη σύσταση του Διευθυντή στην περίπτωση της κας. Πλατρίτη όχι μόνο δεν συνιστούσε επαρκή αιτιολογία αλλά πόρρω απείχε από αυτή. Κατ΄αρχή, και στα πλαίσια της επισήμανσης στη νομολογία ότι η σύσταση του Διευθυντή, ως ξεχωριστού και πρόσθετου στοιχείου αξίας, δεν πρέπει να αγνοείται με ελαφρότητα, τοσούτο μάλλον με την αναβάθμιση της με το άρθρο 35(4), η ΕΔΥ, όπως υποδεικνύεται στη
Theodossiou, αν είχε υπ΄όψη της να αποκλίνει από τη σύσταση του Διευθυντή, όφειλε κατά κανόνα να καλέσει το Διευθυντή να εξηγήσει τις απόψεις του επί του θέματος ώστε η ΕΔΥ να είχε το πλήρες όφελος αυτών. Ιδιαίτερα μάλιστα αφού ο λόγος απόκλισης της ΕΔΥ από τη σύσταση του Διευθυντή είχε να κάνει με το αιτιολογημένο της σύστασης προς τα στοιχεία των φακέλλων. Η ΕΔΥ δεν έκανε κάτι τέτοιο στην περίπτωση της κας. Πλατρίτη, και μάλιστα παρά το ότι για άλλους υποψηφίους ζήτησε διευκρινίσεις από το Διευθυντή. Πέραν τούτου δε, η ίδια η αιτιολογία την οποία έδωσε η ΕΔΥ για την απόκλιση της από τη σύσταση του Διευθυντή για την κα. Πλατρίτη είναι εντελώς ανεπαρκής. Η γενική και αόριστη, όσο και λακωνική, αναφορά ότι "η σύσταση δεν συνάδει με τα στοιχεία των φακέλλων" δεν καταγράφει είτε με σαφήνεια, επαρκή προσδιορισμό και δέουσα εξειδίκευση τους λόγους της απόκλισης ως εξαιρετικής πορείας. Ποία στοιχεία των φακέλλων είχε υπ΄όψη της η ΕΔΥ; Όλα ή ορισμένα; Και αν ορισμένα ποία; Πώς είναι σε θέση το δικαστήριο να ασκήσει έλεγχο της απόφασης υπό αυτές τις συνθήκες; Ποία στοιχεία από τους φακέλλους ανάφερε ο Διευθυντής (που δεν ανάφερε) με τα οποία η σύσταση του δεν συνάδει; Και ποία σχέση έχουν τα στοιχεία των φακέλλων με τη σύσταση του Διευθυντή η οποία, ως ανεξάρτητο στοιχείο κρίσεως, δεν πρέπει απλώς να αναπαράγει τα στοιχεία των φακέλλων; Η αλήθεια είναι ότι η ούτω καλούμενη αιτιολογία της ΕΔΥ δεν είναι παρά μόνο ένα πτωχότατο φραστικό κλισέ που απλώς δεν μπορεί να πληρώσει το κενό της απαιτούμενης από το Νόμο και τη νομολογία αιτιολογίας.Δεν προτίθεμαι να εξετάσω τους άλλους δύο προβαλλόμενους λόγους ακύρωσης εν όψει της πιο πάνω κατάληξης μου, αν και θα παρατηρούσα ότι η διαπιστωθείσα μη αιτιολογημένη απόκλιση από τη σύσταση του Διευθυντή συμπαρασύρει σε ανεπάρκεια αιτιολόγησης και την όλη απόφαση.
Η προσφυγή επιτυγχάνει όσον αφορά τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 2 και 5 και αποτυγχάνει όσον αφορά τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 3, 4, 6, 7, 8 και 9.
Η Δημοκρατία θα καταβάλει τα έξοδα της κας. Πλατρίτη.
Δεν θα υπάρξει διαταγή για έξοδα όσον αφορά τα Ενδιαφερόμενα Μέρη.
Δ. Χατζηχαμπής
Δ.
/ΚΧ"Π