ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠ ΟΘΕΣΗ ΑΡ. 784/97
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΑΡΤΕΜΗ, Δ.
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Γεωργίου Δαυϊδ, από Λευκωσία
Αιτητή
- και -
Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου,
Καθ΄ ων η αίτηση.
- - - - - -
HMΕΡΟΜΗΝΙΑ:
20.5.99ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ
Ο αιτητής εμφανίζεται προσωπικά
Για τους καθ΄ων η αίτηση: κα Λυκούργου.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής ζητά την ακόλουθη θεραπεία:
"Α1. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι το κύρος και το περιεχόμενο της απόφασης του Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου (στο εξής Ε.Τ.Ε.Κ.) να μην αναγνωρίσει το περιεχόμενο, την έκταση, την εμβέλεια και την αξία του προγράμματος σπουδών μου και του διπλώματος ή πτυχίου μου ως ισότιμου και ή ισάξιου με άλλα αναγνωρισμένα (στην Κύπρο), προγράμματα σπουδών ή διπλώματα ή πτυχία ή τίτλους, στον τομέα της Χωροταξίας Πολεοδομίας κηρυχθεί παράνομο, άκυρο και ή στερημένο οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος.
Α2. δήλωση του Δικαστηρίου ότι η αρνητική απόφαση του Ε.Τ.Ε.Κ. και ή η άρνηση του να εισηγηθεί και ή συμβουλεύσει το Υπουργικό Συμβούλιο να εκδόσει Κανονιστική Διοικητική Πράξη (στο εξής Κ.Δ.Π.) η οποία θα αναγνώριζε το περιεχόμενο του προγράμματος σπουδών μου και την εμβέλεια, το κύρος και αξία του διπλώματος μου ικανοποιητικά για να μπορώ να εγγραφώ στο κατάλογο του Κλάδου Χωροταξίας Πολεοδομίας ότι είναι παράνομη, άκυρη και ή στερημένη κάθε εννόμου αποτελέσματος.
Α3. Δήλωση ή Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η άρνηση ή παράλειψη του Ε.Τ.Ε.Κ. να παραπέμψει το αίτημα μου με οποιαδήποτε εισήγηση ή άποψη ή γνώμη προς το Υπουργικό Συμβούλιο που είναι το κατά νόμο αρμόδιο όργανο για να αποφασίσει κατά πόσο αναγνωρίζει ή όχι το πρόγραμμα σπουδών μου και το δίπλωμα στο τομέα της Χωροταξίας-Πολεοδομίας ότι είναι άκυρη, παράνομη και ότι στερείται κάθε εννόμου αποτελέσματος και όπως διατάξει κάθε τι που έχει παραληφθεί και ήταν οφειλόμενο να γίνει.
Α4. Κάθε θεραπεία ή δήλωση την οποία το Δικαστήριο θα θεωρήσει Δικαία και ή εύλογη υπό τις περιστάσεις.
Α5. Έξοδα."
Γεγονότα
Το καθ΄ου η αίτηση Επιστημονικό Τεχνικό Επιμελητήριο Κύπρου (στο εξής "Επιμελητήριο", "ΕΤΕΚ") είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου. Ιδρύθηκε με τον περί Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου Νόμο 1990 (Ν. 224/90 όπως τροποποιήθηκε).
Μεταξύ των αρμοδιοτήτων του είναι η εγγραφή των μελών του Επιμελητηρίου και η έκδοση των σχετικών πιστοποιητικών και αδειών (άρθρο 5) και η τήρηση Μητρώου Μελών του Επιμελητηρίου και επίσης Μητρώων Μελών κατά κλάδο μηχανικής επιστήμης και κατά υποδιαίρεση των κλάδων αυτής (άρθρο 6). Κάθε πρόσωπο δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώο Μελών Επιμελητηρίου και να είναι μέλος του Επιμελητηρίου αν έχει πτυχίο ή δίπλωμα πανεπιστημίου ή άλλο ισοδύναμο προσόν, αναγνωριζόμενο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου από το Υπουργικό Συμβούλιο ύστερα από εισήγηση του Επιμελητηρίου, σε οποιοδήποτε κλάδο μηχανικής επιστήμης (άρθρο 7(1)(α)).
Ο αιτητής είναι κάτοχος διπλώματος εξαετούς φοίτησης της σχολής αρχιτεκτονικής και πολεοδομίας ION MINCU του Πανεπιστημίου Βουκουρεστίου της Ρουμανίας.
Στις 23.3.93 υπέβαλε αίτηση για εγγραφή στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου στον Κλάδο Πολεοδομίας - Χωροταξίας. Η Επιτροπή Εγγραφής Μελών, αφού εξέτασε την αίτηση, απεφάσισε ότι "ο αιτητής, που είναι απόφοιτος μόνο αρχιτεκτονικής (αναγνωρισμένης σχολής και αναγνωρισμένου πανεπιστημίου) δεν παρουσίασε στοιχεία μονετούς ή διετούς κύκλου μεταπτυχιακών σπουδών στην Πολεοδομία-Χωροταξία" και εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης με το δικαιολογητικό ότι δεν διέθετε το απαιτούμενο ακαδημαϊκό προσόν για την εγγραφή.
Ο Σύνδεσμος Πολεοδόμων Κύπρου (ΣΥΠΟΚ), του οποίου το ΕΤΕΚ ζήτησε την άποψη, γνώρισε σ΄ αυτό ότι ο Δαυΐδ Γεωργίου δεν τηρεί τα κριτήρια για εγγραφή του στον εν λόγω Σύνδεσμο, δηλαδή τετραετή φοίτηση σε αναγνωρισμένο Πανεπιστήριο στην Πολεοδομία και Χωροταξία ή διετείς μεταπτυχιακές σπουδές στους πιο πάνω κλάδους.
Η Διοικούσα Επιτροπή του ΕΤΕΚ απέρριψε το αίτημα. Ο αιτητής καταχώρησε την προσφυγή με αρ. 747/94 με αίτημα την ακύρωση της απόφασης του ΕΤΕΚ με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για εγγραφή στον κλάδο Πολεοδομίας- Χωροταξίας.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την πιο πάνω προσφυγή με το αιτιολογικό ότι ο αιτητής δεν είχε έννομο συμφέρον για προσβολή της επίδικης απόφασης. Συγκεκριμένα αποφάσισε ότι δεν είχε τα προσόντα που προβλέπει το άρθρο 7(1)(α). Είχε λεχθεί στην εν λόγω απόφαση (747/94 Δαυίδ Γεωργίου ν. ΕΤΕΚ, ημερ. 20.12.95) ότι το Υπουργικό Συμβούλιο είχε εκδόσει κανονιστικές πράξεις με τις οποίες αναγνώρισε ακαδημαϊκά προσόντα, επεσήμανε όμως ότι το πτυχίο του αιτητή δεν περιλαμβανόταν σ΄αυτές.
Ο αιτητής με επιστολή του ημερομηνίας 29.2.96 προς τον Πρόεδρο και τα μέλη της Διοικούσας Επιτροπής του Επιμελητηρίου ζήτησε επανεξέταση της υποβληθείσας και στη συνέχεια απορριφθείσας αίτησης του για εγγραφή στον Κλάδο Πολεοδομίας - Χωροταξίας για την οποία υπέβαλε μεταγενέστερα νεότερα στοιχεία. Κοινοποίησε αντίγραφο του πιστοποιητικού που εξέδωσε το Πανεπιστήμιο από το οποίο αποφοίτησε στο οποίο αναφέρεται μεταξύ άλλων, ότι οι απόφοιτοι του εξαετούς προγράμματος του Πανεπιστημίου θεωρούνται ότι είναι ειδικοί στην αρχιτεκτονική και στην πολεοδομία και ότι στη Ρουμανία οι κάτοχοι του εν λόγω πτυχίου αναγνωρίζονται πλήρως, γίνονται δεκτοί και εγγράφονται ως ειδικοί τόσο στους τομείς της αρχιτεκτονικής όσο και της πολεοδομίας και μπορούν να ασκήσουν νόμιμα και τα δύο επαγγέλματα.
Σημειώνεται ότι η Διοικούσα Επιτροπή του Επιμελητηρίου είχε συνάντηση με τον Πρύτανη και ένα καθηγητή του εν λόγω πανεπιστημίου με τους οποίους συζήτησε το θέμα και οι οποίοι ανέλαβαν να στείλουν τα σχετικά στοιχεία και πληροφορίες. Τα στοιχεία αυτά δόθηκαν για μελέτη στις αρμόδιες Επιτροπές του Επιμελητηρίου.
Η Επιτροπή Εγγραφής Μελών του ΕΤΕΚ, αφού άκουσε τις απόψεις του αιτητή και μελέτησε τα στοιχεία και τις πληροφορίες που αυτός υπέβαλε, απέρριψε την αίτηση για εγγραφή στον κλάδο Πολεοδομίας-Χωροταξίας.
Η Διοικούσα Επιτροπή του Επιμελητηρίου, αφού εξέτασε την εισήγηση της Επιτροπής Εγγραφής Μελών αποφάσισε να απορρίψει την αίτηση του αιτητή σε συνεδρία της ημερομηνίας 12.6.97.
"α) Σύμφωνα με απόφαση του Επιμελητηρίου δεν είναι δυνατή η εγγραφή σε δύο κλάδους με το ίδιο δίπλωμα, β) το δίπλωμα είναι στον κλάδο της Αρχιτεκτονικής και τα μαθήματα Πολεοδομίας που παρακολούθησε εντάσσονται μέσα στα πλαίσια της εκπαίδευσης των αρχιτεκτόνων, γ) η πρωτόδικη απόφαση του δικαστηρίου στην προσφυγή του κ. Δ. Γεωργίου εναντίον του ΕΤΕΚ για την άρνηση του να τον εγγράψει στον κλάδο Πολεοδομίας - Χωροταξίας δικαιώνει το Επιμελητήριο."
Ο Πρόεδρος του Επιμελητηρίου με επιστολή του ημερομηνίας 24.7.97 πληροφόρησε τον αιτητή για την απόρριψη της αίτησης του. Εναντίον της πιο πάνω απόφασης καταχωρίστηκε στις 26.9.97 η παρούσα προσφυγή.
Το άρθρο 7(1)(α) του Νόμου προνοεί τα ακόλουθα:
"7(1) Κάθε πρόσωπο δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώο Μελών Επιμελητηρίου και να είναι μέλος του Επιμελητηρίου αν _
(α) Έχει πτυχίο ή δίπλωμα Πανεπιστημίου ή άλλο ισοδύναμο προσόν, αναγνωριζόμενο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου από το Υπουργικό Συμβούλιο ύστερα από εισήγηση του Επιμελητηρίου, σε οποιοδήποτε κλάδο μηχανικής επιστήμης."
Οι καθ΄ων η αίτηση πρόβαλαν δύο προδικαστικές ενστάσεις.
Με την πρώτη τους ένσταση προβάλλουν τον ισχυρισμό ότι ο αιτητής δεν νομιμοποιείται για προσβολή της μη αναγνώρισης των ακαδημαϊκών του προσόντων και ως εκ τούτου δεν μπορεί να επιτύχει τη θεραπεία υπό Α.1, δεδομένου ότι αυτός δεν διαθέτει τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα, όπως αυτά καθορίζονται από την ισχύουσα νομοθεσία. Τα ακαδημαϊκά προσόντα, τα οποία απαιτούνται για
εγγραφή στον κλάδο Πολεοδομίας-Χωροταξίας, είναι μόνο τα ρητώς και σαφώς καθοριζόμενα στις Κ.Δ.Π. 173/94, 214/94, 33/96 και 5/97. Η διαπίστωση του αν ο αιτητής διαθέτει ή όχι τα προσόντα αυτά συνάγεται εξ αντικειμένου και δεν αποτελεί θέμα διερεύνησης και εξ υποκειμένου "εκτίμησης περιστατικών" από τη διοίκηση.Επισημαίνω ότι με την αιτούμενη θεραπεία Α.1 ο αιτητής δεν προσβάλλει την τελική πράξη απόρριψης της αίτησης του για εγγραφή, όπως ο ίδιος διευκρίνησε και στην αγόρευσή του, αλλά τη μη αναγνώριση του πτυχίου του, καθιστώντας έτσι επίδικο το κατά πόσο κατείχε ή όχι τα προσόντα και ως εκ τούτου θεωρώ ότι δεν ευσταθεί η προδικαστική ένσταση. Ανεξαρτήτως τούτου όμως, αυτό το αίτημα θεραπείας πρέπει ν΄απορριφθεί διότι, αφ΄ης στιγμής εξεδόθη τελική απορριπτική απόφαση, οτιδήποτε προηγήθη συνιστά προπαρασκευαστική πράξη που έχει αφομοιωθεί στην τελική και ως εκ τούτου δεν μπορεί να προσβληθεί ανεξάρτητα από την τελική. Επιπρόσθετα, έστω και αν ήταν προσβλητή η πράξη αυτή και πάλιν θα έπρεπε το αίτημα ν΄απορριφθεί, γιατί με βάση τα άρθρα 5 και 7(1)(α) των περί Επιμελητηρίου Νόμων, δεν προβλέπεται τέτοια αρμοδιότητα στο Επιμελητήριο. Ο Νόμος ορίζει ρητά ότι το Επιμελήτηριο προβαίνει μόνο σε "εισήγηση" και η αρμοδιότητα για την απόφαση είναι εκείνη του Υπουργικού Συμβουλίου, στο οποίο ουδέποτε υπεβλήθη αίτηση για αναγνώριση του πτυχίου του αιτητή.
Η δεύτερη προδικαστική ένσταση αφορά τα αιτήματα θεραπείας Α.2 και Α.3, που στην ουσία είναι αλληλένδετα και αφορούν την άρνηση ή παράλειψη του Επιμελητηρίου να υποβάλει εισήγηση προς το Υπουργικό Συμβούλιο για αναγνώριση των προσόντων του αιτητή. Υποβάλλεται ότι τέτοια θεραπεία δεν μπορεί να δοθεί, γιατί οι πιο πάνω πράξεις δεν αποτελούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις, ούτε διοικητικές παραλείψεις οφειλόμενης ενέργειας, που μπορεί να προσβληθούν με ακύρωση. Η δυνάμει του άρθρου 7(1)(α) αρμοδιότητα του Επιμελητηρίου να υποβάλει εισηγήσεις προς το Υπουργικό Συμβούλιο δεν εντάσσεται στα πλαίσια της εκτελεστικής/διοικητικής αρμοδιότητας του. Το Υπουργικό Συμβούλιο εκδίδει δυνάμει του άρθρου αυτού αποφάσεις κανονιστικού χαρακτήρα, οι οποίες δημιουργούν καταστάσεις γενικές και απρόσωπες και άρα οι συνέπειες των προσβαλλομένων αιτήσεων ή παραλείψεων του Επιμελητηρίου είναι απρόσωπες και γενικής εφαρμογής εφόσον αφορούν ευρύτερη και απροσδιόριστη ομάδα καταχώρισης προσόντων ομοίων προς αυτών του αιτητή. Η άρνηση ή παράλειψη υποβολής τέτοιας εισήγησης δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως άρνηση του Επιμελητηρίου να ικανοποιήσει σχετικό ατομικό αίτημα.
Προκύπτει έτσι ότι ο ρόλος του Επιμελητηρίου περιορίζεται στην υποβολή εισήγησης στο Υπουργικό Συμβούλιο για αναγνώριση του διπλώματος του αιτητή και την έκδοση κανονιστικής διοικητικής πράξης, τη δε αποφασιστική αρμοδιότητα έχει το Υπουργικό Συμβούλιο. Η αρμοδιότητα του Επιμελητηρίου, όπως καθορίζεται στο πιο πάνω άρθρο, είναι να προβαίνει σε εισήγηση προς το Υπουργικό Συμβούλιο (δέστε και Γεωργίου ν. Ε.Τ.Ε.Κ., αρ. 747/94, ημερομηνίας 20.12.95, σελ. 6 και 7).
Ο ισχυρισμός του αιτητή ότι η υπό κρίση ενέργεια είναι αρνητική σύμφωνη γνώμη, ουδόλως ευσταθεί. Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα του Σπηλιωτόπουλου, Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, 3η Έκδοση, παράγρ. 135 "Η 'γνωμοδότησις' ή 'γνώμη' διατυπώνεται κατόπιν ερωτήματος του αποφασίζοντος οργάνου . . ." και στην παρούσα περίπτωση κανένα ερώτημα δεν υπεβλήθη από το αποφασίζον όργανο.
Στο στάδιο των διευκρινίσεων ο αιτητής αναφέρθηκε στην έννοια της "πρότασης" που σύμφωνα με το Σπηλιωτόπουλο (ανωτέρω παράγραφος 137) "έχει την αυτήν φύσιν με την σύμφωνον γνώμην, διαφέρει εξ αυτής διότι υποβάλλεται εξ ιδίας πρωτοβουλίας του έχοντος την γνωμοδοτικήν αρμοδιότητα (προτείνοντος) οργάνου ενώ η γνώμη διατυπούται κατόπιν ερωτήματος του αποφασίζοντος οργάνου". Παρόλον ότι η πρόταση είναι προπαρασκευαστική πράξη εντούτοις θεωρείται εκτελεστή όταν η πρόταση είναι αρνητική. Στην παρούσα περίπτωση δεν εγείρεται τέτοιο θέμα γιατί ουδέποτε υπεβλήθη πρόταση από το Επιμελητήριο και η μη υποβολή πρότασης δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αρνητική πρόταση που να δημιουργεί εκτελεστή πράξη.
Η αρμοδιότητα του Επιμελητηρίου δυνάμει του άρθρου 7(1)(α) να υποβάλει εισήγηση στο Υπουργικό Συμβούλιο για αναγνώριση των ακαδημαϊκών προσόντων του αιτητή και έκδοση κανονιστικής διοικητικής πράξης, είναι σύμπραξη στην άσκηση εκ μέρους του Υπουργικού Συμβουλίου κανονιστικής αρμοδιότητας
. Ως εκ τούτου η πράξη αυτή δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη ή παράλειψη. Ούτε μπορεί η παράλειψη αυτή να θεωρηθεί ως παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας, γιατί με το άρθρο 7(1)(α) δεν επιβάλλεται υποχρέωση στο Επιμελητήριο να υποβάλλει στο Υπουργικό Συμβούλιο για απόφαση κάθε αίτημα για αναγνώριση προσόντος. μόνο όταν αυτό εισηγείται την αναγνώριση του προσόντος υποβάλλει τη σχετική εισήγηση στο Συμβούλιο για απόφαση.Με βάση τα πιο πάνω η προσφυγή του αιτητή απορρίπτεται. Δεν εκδίδεται διάταγμα για έξοδα.
Π. Αρτέμης,
Δ.
/Χ.Π.