ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 664/92

ΕΝΩΠΙΟΝ: Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος.

ΜΕΤΑΞΥ:

Διαμάντως Γεωργίου Χριστοδούλου, από τη Λευκωσία,

Αιτήτριας

και

Επάρχου Αμμοχώστου ως Προέδρου του

Συμβουλίου Βελτιώσεως Λιοπετρίου,

Καθ'ων η αίτηση

-------------------------

23 Φεβρουαρίου 1999

Για την Αιτήτρια: κ. Ι. Νικολάου.

Για τους Καθ'ων η αίτηση: κα Τζ. Καρακάννα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.

-----------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(α) Τα γεγονότα

Στις 26/11/90 η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση στο γραφείο Επάρχου για την ανέγερση τριών πανομοιότυπων διώροφων κατοικιών στα τεμάχια 125, 126 και 127 που βρίσκονται πάνω την όχθη του Ποταμού του Λιοπετρίου. Η αίτηση απορρίφθηκε στις 16/7/91 για διάφορους λόγους που συμπεριλάμβαναν μεταξύ άλλων την ανέγερση δύο ορόφων αντί ενός, την υπέρβαση του ύψους των 5 μέτρων, τη μη υπόδειξη χώρων στάθμευσης και την απόφαση που είχε ήδη ληφθεί από αρμόδια κρατικά όργανα για την προστασία της περιοχής με ανταλλαγή της με δασική γη.

Στις 31/7/92 η αιτήτρια υπέβαλε νέα αίτηση για την ανέγερση μιας ισόγειας μονοκατοικίας με διαφορετικά σχέδια. Επειδή τα νέα σχέδια ήταν εντελώς διαφορετικά από τα προηγούμενα, το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως αποφάσισε να θεωρήσει την αίτηση ως νέα αίτηση που θα έπρεπε να εξεταστεί σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου και πληροφόρησε προς τούτο σχετικά τον Επαρχο Αμμοχώστου με την ιδιότητα του ως Πρόεδρο του Συμβουλίου Βελτιώσεως Λιοπετρίου.

Οι καθ'ων η αίτηση στις 27/3/92 αποφάσισαν, διαφωνούντος του Επάρχου, την έκδοση άδειας οικοδομής με βάση το νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο υποβολής της πρώτης αίτησης, δηλαδή πριν από την εφαρμογή των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμων 1972-1992.

Ο Επαρχος πληροφόρησε στις 20/5/92 τους λόγους για τους οποίους οι καθ'ων η αίτηση δεν έπρεπε να εκδώσουν τη σχετική άδεια. Ετσι στις 5/10/92 οι καθ'ων η αίτηση ανακάλεσαν την απόφαση τους της 27/3/92.

Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια προσβάλλει την εγκυρότητα της απόφασης των καθ'ων η αίτηση της 20/5/92 για διάφορους λόγους που συμπεριλαμβάνουν την κατάχρηση εξουσίας, παραβίαση των άρθρων 23, 28 και 29 του Συντάγματος και παραβίαση των προνοιών του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου (Κεφ. 96) και των περί Χωρίων (Διοίκηση και Βελτίωση) Νόμο (Κεφ. 243).

(β) Παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης - Απόφαση βασισμένη πάνω σε πλάνη

Εχει υποβληθεί εκ μέρους της αιτήτριας ότι η καταχώριση των νέων σχεδίων ήταν αποτέλεσμα υπόδειξης των καθ'ων η αίτηση για την τροποποίηση των αρχικών σχεδίων, με απώτερο σκοπό να καταστεί δυνατή η έκδοση της άδειας οικοδομής. Οι μετατροπές και επιδιορθώσεις που έγιναν δεν εξυπηρετούσαν οποιαδήποτε επιθυμία της αιτήτριας. Αντίθετα η αιτήτρια συμμορφώθηκε προς τις υποδείξεις των καθ'ων η αίτηση και η απόρριψη των τροποποιημένων σχεδίων που υπέβαλε αποτελεί καταχρηστική άσκηση των δικαιωμάτων των καθ'ων η αίτηση. Η απόφαση των καθ'ων η αίτηση βασίστηκε πάνω σε πλάνη περί τα πράγματα και αποτελεί ταυτόχρονα παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης.

Εχω εξετάσει προσεκτικά τα στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί ενώπιον μου και έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Μια προσεκτική εξέταση των πιο πάνω στοιχείων δεν αποκαλύπτει οτιδήποτε που να υποδηλεί ότι οι καθ'ων η αίτηση είχαν υποδείξει οποιεσδήποτε τροποποιήσεις ή είχαν βεβαιώσει την αιτήτρια ότι τα νέα τροποποιημένα σχέδια τα οποία θα υπέβαλλε θα εξετάζονταν με το νομικό καθεστώς της 27/11/90. Η αιτήτρια είχε το βάρος να αποδείξει τους ισχυρισμούς της, πράγμα που απέτυχε να πράξει. Μέσα στα πιο πάνω πλαίσια βρίσκω ότι η απόφαση των καθ'ων να θεωρήσουν τα τροποποιημένα σχέδια (που προνοούσαν την ανέγερση μιας ισόγειας μονοκατοικίας σε σχέση με τα αρχικά που προνοούσαν την ανέγερση τριών πανομοιότυπων διώροφων κατοικιών) ως νέα σχέδια, ήταν εύλογα επιτρεπτή. Εύλογα επιτρεπτή ήταν και η απόφαση των καθ'ων η αίτηση να εξετάσουν τη σχετική αίτηση μέσα στα πλαίσια του νομικού καθεστώτος που ίσχυε στις 31/7/91, όταν η αιτήτρια υπέβαλε τα νέα σχέδια και όχι μέσα στα πλαίσια του νομικού καθεστώτος που ίσχυε στις 27/11/90, όταν η αιτήτρια υπέβαλε τα πρώτα σχέδια.

(γ) Η ανάκληση της απόφασης και τα νομικά της επακόλουθα

Το θέμα που παραμένει προς εξέταση είναι κατά πόσο η ανάκληση της έγκρισης που είχε δοθεί στις 27/3/92 είναι νόμιμη ή όχι. Η αιτήτρια υποστηρίζει ότι η απόφαση των καθ'ων η αίτηση της 25/10/92, με την οποία ανακλήθηκε η προηγούμενη απόφαση των καθ'ων η αίτηση της 27/3/92, είναι παράνομη.

Ανάκληση είναι η διοικητική πράξη που καταργεί, για το μέλλον ή αναδρομικά, μια άλλη διοικητική πράξη. Το θέμα της ανάκλησης εξετάστηκε από το Δικαστή Πική στην υπόθεση Moschovakis v. Cyprus Broadcasting Corporation (1988) 3 C.L.R. 750, όπου υιοθέτησε περιληπτικά τις αρχές όπως αναφέρονται στο "Δίκαιο των Διοικητικών Διαφορών" του Μ. Στασινόπουλου (1951) σ. 230, ως ακολούθως:

(1) Η Διοίκηση έχει το δικαίωμα να ανακαλέσει μια προηγούμενη διοικητική πράξη,

(2) Το πιο πάνω δικαίωμα δεν είναι απεριόριστο αλλά υπόκειται στην αρχή ότι η Διοίκηση θα πρέπει να εφαρμόζει τον κανόνα της καλής πίστης και να λαμβάνει υπόψη τη δημιουργία δικαιωμάτων ως αποτέλεσμα της διοικητικής πράξης,

(3) Μια νόμιμη διοικητική πράξη δεν μπορεί να ανακληθεί αν έχουν δημιουργηθεί πραγματικές καταστάσεις που δεν επιτρέπουν την ανατροπή τους,

(4) Μια παράνομη διοικητική πράξη μπορεί να ανακληθεί νοουμένου ότι η ανάκληση γίνεται μέσα σε "εύλογο χρονικό διάστημα",

(5) Τι είναι "εύλογο χρονικό διάστημα" εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε περίπτωσης,

(6) Το κώλυμα του εύλογου χρονικού διαστήματος δεν μπορεί να προβληθεί όταν ο διοικούμενος με τις πράξεις ή παραλείψεις του έχει συνεισφέρει στη δημιουργία της παράνομης πράξης.

Η ανάκληση μπορεί να αναφέρεται σε μια νόμιμη διοικητική πράξη ή μια παράνομη διοικητική πράξη. Ο γενικός κανόνας είναι ότι επιτρέπεται η ανάκληση νόμιμων διοικητικών πράξεων που είναι δυσμενείς για το διοικούμενο. Αντίθετα διοικητικές πράξεις που είναι ευμενείς για το διοικούμενο δεν μπορούν να ανακληθούν ιδιαίτερα αν έχουν δημιουργήσει δικαιώματα ή πραγματικές καταστάσεις.

Κατά γενικό κανόνα επιτρέπεται η ανάκληση παράνομων διοικητικών πράξεων γενικού ή ατομικού περιεχομένου. Παράνομη θεωρείται η πράξη που παραβαίνει κανόνες δικαίου ή εκδίδεται κατόπιν πλάνης περί τα πράγματα (Δαγτόγλου "Γενικό Διοικητικό Δίκαιο", 4η Εκδοση, σ. 320) ή από πράξη που πάσχει από ακυρότητα, που αν προσβληθεί με προσφυγή θα ακυρωθεί (Σπηλιωτόπουλος "Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου", 7η Εκδοση, σ. 181.)

Στην περίπτωση ανάκλησης μιας παράνομης διοικητικής πράξης ο χαρακτήρας της διοικητικής πράξης δεν μπορεί να παραγνωριστεί.

Οταν η πράξη είναι δυσμενής για τον ιδιώτη, η υποχρέωση της Διοίκησης να αποκαταστήσει τη νομιμότητα καταργώντας την παράνομη δυσμενή διοικητική πράξη (απόλυση, απαγόρευση άσκησης επαγγέλματος, επιβολή διοικητικής κύρωσης) συμπίπτει με τα συμφέροντα του ιδιώτη, χωρίς να δημιουργείται πρόβλημα ούτε για τη νομιμότητα της πράξης ούτε για την αναδρομική της ισχύ. Με σχετικές του αποφάσεις το Συμβούλιο Επικρατείας έχει δεχθεί ότι η ανάκληση μπορεί να γίνει έστω και αν ακόμα ο νόμος χαρακτηρίζει την πράξη ως "αμετάκλητη", "οριστική" ή "τελεσίδικη". (Π. Δαγτόγλου "Γενικό Διοικητικό Δίκαιο", 4η Εκδοση, σ. 322.)

Εχει καθιερωθεί ότι η ανάκληση των παράνομων πράξεων ενεργεί ex tunc ενώ η ανάκληση των νόμιμων πράξεων ενεργεί ex nunc. Οταν η πράξη είναι παράνομη η ανάκληση έχει ως αποτέλεσμα την εξ υπαρχής εξαφάνιση της πράξης, δηλαδή αποκαθιστά το διοικούμενο στη νόμιμη θέση που βρισκόταν πριν από την έκδοση της παράνομης πράξης που έχει ανακληθεί. (Α. Τάχος, "Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο", 5η Εκδοση, σ.460).

Οπως αναφέρεται στο σύγγραμμα του Μ. Στασινόπουλου "Το Δίκαιο των Διοικητικών Πράξεων" 1982, σ. 471,

"Των παρανόμων πράξεων των οποίων αναγνωρίζεται το ανακλητόν, κατ' εφαρμογήν των ως άνω αρχών, η ανάκλησις δεν στερείται αναδρομικής ισχύος. Η ανάκλησις παρανόμου πράξεως παρίσταται ως δικαίωμα, αλλά και ως υποχρέωσις της Διοικήσεως, αποβλέπει δε εις την αποκατάστασιν της νομίμου καταστάσεως, ήτις διεταράχθη εκ της παρανόμου πράξεως, η δε τοιαύτη αποκατάστασις οφείλει να είναι πλήρης, εξαφανίζουσα πάντα τα εκ της ακυρουμένης παρανόμου πράξεως παραχθέντα αποτελέσματα. Η ανάκλησις λοιπόν των παρανόμων πράξεων αφορά κατ' αρχήν και εις τον διαρρεύσαντα μεταξύ εκδόσεως της ανακαλουμένης και της ανακλητικής πράξεως χρόνον, εκ δε της παρανόμως υπαρξάσης νομικής καταστάσεως ουδέν απομένει κατά την νόμιμον κατά τ' ανωτέρω ανάκλησιν. Οθεν των μεν νομίμων πράξεων η ανάκλησις ενεργεί ex nunc, των δε παρανόμων ενεργεί κατά κανόνα ex tunc."

 

Εφόσον κρίθηκε ότι η ανάκληση ήταν δικαιολογημένη εγείρεται το ερώτημα κατά πόσο είχε γίνει μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα.

Ο προσδιορισμός του τι είναι εύλογο χρονικό διάστημα για την ανάκληση της διοικητικής πράξης δεν είναι εύκολος και η διακύμανση της χρονικής διάρκειας εξαρτάται από τις ειδικές συνθήκες της κάθε περίπτωσης. Μπορεί να λεχθεί ότι όταν ο χαρακτήρας της παρανομίας είναι έντονος, οι πράξεις δεν μπορούν να καταστούν αμετάκλητες όσος χρόνος και αν παρέλθει.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η διαδικασία καθορισμού του εύλογου χρονικού διαστήματος οδήγησε στην Ελλάδα στην έγκριση του Νόμου 961/68 που καθόρισε ότι ο εύλογος χρόνος μεταξύ της έκδοσης και ανάκλησης μιας πράξης δεν θα είναι βραχύτερος των πέντε χρόνων.

Στην Κύπρο έχει αποφασιστεί ότι μια ανάκληση ταξινόμησης εμπορευμάτων μετά πάροδο 21 μηνών θεωρήθηκε ότι έγινε μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα (A.S. Antoniades and Co. v. Republic (1965) 3 C.L.R. 623), όπως επίσης και μια ανάκληση άδειας εξόρυξης μεταλλεύματος που έγινε 12 μήνες μετά την έκδοση της σχετικής άδειας. (Yiangou v. The Republic (1975) 3 C.L.R. 228). Στην υπόθεση Ν.Σ. Πισσαρίδης Λτδ. ν. Δημοκρατίας (Προσφυγή Αρ. 493/86 της 28/7/1990) το Δικαστήριο βρήκε ότι μια ανάκληση δασμολογικής απόφασης που έγινε μετά πάροδο 2½ μηνών είχε γίνει μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα σε αντίθεση με μια ανάκληση που έγινε στην ίδια υπόθεση μετά πάροδο 15 μηνών, που κρίθηκε ότι δεν έλαβε χώρα μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα.

Στην παρούσα περίπτωση η σχετική άδεια δόθηκε από τους καθ'ων η αίτηση στις 20/5/92. Αργότερα όταν οι καθ'ων η αίτηση διαπίστωσαν ότι η άδεια είχε εκδοθεί παράνομα, ανακάλεσαν τη σχετική άδεια στις 5/10/92. Το χρονικό διάστημα των 7 μηνών δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ότι εμπίπτει μέσα στα πλαίσια του εύλογου χρονικού διαστήματος.

 

Για τους πιο πάνω λόγους βρίσκω ότι η απόφαση των καθ'ων η αίτηση για την ανάκληση της προηγούμενης απόφασης τους ήταν εύλογα επιτρεπτή και μέσα στα χρονικά πλαίσια που δεν επιτρέπουν την ανάκληση.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

 

 

 

 

Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,

Δ.

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο