ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 346/97
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ.Κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.
Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ
:Μιχάλη Ιωαννίδη, εκ Λεμεσού,
FONT>Αιτητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας,
Καθ΄ ων η αίτηση
---------------------------
29 Ιανουαρίου 1999
Για τον αιτητή: Γ. Τριανταφυλλίδης.
Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Γ. Γιωργαλλής.
Για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο 3 - Χαρά Οικονόμου: Α.Σ. Αγγελίδης.
Για τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα 1, 2, 4 και 5: Καμιά εμφάνιση.
---------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Προσβάλλεται η απόφαση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, (στα επόμενα Ε.Ε.Υ.), ημερ. 13 Ιανουαρίου 1997, με την οποία προάχθηκαν τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα Σάββας Παστελλά, Αντώνης Παπαδόπουλος, Χαρά Οικονόμου, Ιωσήφ Πετρόπουλος και Βάσος Χαραλάμπους, αντί του αιτητή, στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης, αναδρομικά από 1 Σεπτεμβρίου 1982.
Η προσβαλλόμενη απόφαση προέκυψε από επανεξέταση κατόπιν δικαστικής ακυρωτικής απόφασης ημερ. 29 Νοεμβρίου 1996. Είχε ως απαρχή την πλήρωση, κατά το 1982, 102 θέσεων. Η πρώτη διοικητική απόφαση, ημερ. 14 Ιουλίου 1982, προσβλήθηκε όπως το ίδιο προσβλήθηκαν - με μερική ή ολική επιτυχία - και άλλες μεταγενέστερες που λήφθηκαν ως αποτέλεσμα επανεξέτασης. Δεν παρίσταται ανάγκη να διαγράψω την ατυχή πορεία της περίπτωσης. Ό,τι εδώ ενδιαφέρει μπορεί να περιοριστεί στο λόγο μόνο της τελευταίας ακυρωτικής απόφασης: βλ. την Μιχαλάκη Ιωαννίδη κ.α. ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 123/94 κ.α. ημερ. 29 Νοεμβρίου 1996. Που ήταν ότι η Ε.Ε.Υ. παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι ο αιτητής κατείχε και πτυχίο ωδικής του Ελληνικού Ωδείου Αθηνών, το οποίο είχε αποκτήσει με διετή φοίτηση.
Προβλέπεται στο σχέδιο υπηρεσίας ότι:
"Μετεκπαίδευσις εις το εξωτερικόν ή επιπρόσθετος τίτλος σπουδών εις εκπαιδευτικά θέματα ή πιστοποιητικόν επιτυχούς παρακολουθήσεως ειδικής σειράς επιμορφωτικών μαθημάτων οργανουμένων υπό του Υπουργείου Παιδείας θεωρούνται ως πρόσθετον προσόν."
Πρόσθετο προσόν αναγνωρίστηκε σε όλους τους υποψηφίους. Υπήρχε για όλους πιστοποιητικό επιτυχούς παρακολούθησης ειδικής σειράς επιμορφωτικών μαθημάτων οργανωμένων από το Υπουργείο Παιδείας. Το παράπονο του αιτητή είναι ότι αυτός, με το πτυχίο ωδικής, κατέχει και "δεύτερο" επιπρόσθετο προσόν που δεν μέτρησε όσο θα έπρεπε. Η θέση αυτή διατυπώθηκε από το συνήγορο του ως εξής:
"..... η Επιτροπή δεν αξιολόγησε ορθά το πτυχίο Ωδικής του αιτητή και δεν του έδωσε τη δέουσα σημασία σαν πρόσθετου προσόντος με βάση το Σχέδιο Υπηρεσίας, με αποτέλεσμα να θεωρήσει εσφαλμένα ότι η κατοχή του πτυχίου αυτού δεν μπορούσε να εξουδετερώσει την πολύ οριακή υπεροχή των άλλων υποψηφίων σε αρχαιότητα η οποία, ας σημειωθεί, ανέρχεται μόνο σε τέσσερις μήνες."
Ο τρόπος με τον οποίο η Ε.Ε.Υ. αντίκρυσε το ζήτημα εκτίθεται στο ακόλουθο απόσπασμα από τα πρακτικά λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης:
"Με το έγγραφο του Διευθυντή Δημοτικής Εκπαίδευσης με αρ. 365/68/2Πρ. και ημερ. 6/11/1982, διαβιβάστηκε στην Επιτροπή κατάλογος δασκάλων που είχαν παρακολουθήσει με επιτυχία τα επιμορφωτικά μαθήματα που είχε διοργανώσει το Υπουργείο Παιδείας. Στον κατάλογο αυτό περιλαμβάνεται και ο υποψήφιος Μιχαήλ Ιωαννίδης.
Κατόπιν των πιο πάνω διαπιστώσεων, η Επιτροπή καταλήγει και πάλιν στο συμπέρασμα ότι όλοι οι πιο πάνω υποψήφιοι έχουν πρόσθετα προσόντα. Υπάρχουν ανάμεσα στους πιο πάνω υποψηφίους δάσκαλοι που κατέχουν πέραν από τα επιμορφωτικά μαθήματα και άλλα προσόντα (π.χ. ο κος Μυτιληναίος κατέχει πανεπιστημιακό τίτλο και οι κ.κ. Μιχαήλ Ιωαννίδης και Σόνια Σταυρίδου μουσικά προσόντα από Ωδεία). Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τα εν λόγω προσόντα και δίνει σ΄ αυτά τη βαρύτητα εκείνη που προκύπτει από το περιεχόμενό τους και το ίδρυμα από το οποίο αποκτήθηκαν. Το πτυχίο Ωδικής του κου Ιωαννίδη προέρχεται από ιδιωτικό ωδείο και είναι το πρώτο πτυχίο (ακολουθεί το πτυχίο αρμονίας, το πτυχίο αντίστιξης και το πτυχίο φυγής). Η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι η κατοχή του προσόντος αυτού από τον κο Ιωαννίδη δεν μπορεί να εξουδετερώσει την υπεροχή των άλλων υποψηφίων σε αρχαιότητα."
Είναι προφανές ότι η Ε.Ε.Υ. μέτρησε τη σημασία του υπό αναφορά πτυχίου του αιτητή και το στάθμισε έναντι της έστω μικρής αρχαιότητας των ενδιαφερομένων προσώπων. Η σχετική πρόνοια στο σχέδιο υπηρεσίας δεν ήταν δυνατό να ερμηνευθεί να σημαίνει ότι ένας υποψήφιος μπορούσε να θεωρηθεί ότι κατείχε πέραν του ενός πρόσθετου προσόντος ώστε να έχει ωφέλημα ανάλογο με τον αριθμό. Ένας υποψήφιος είτε κατείχε - με τη μια μορφή ή με την άλλη, όλες εξ ορισμού ίσης αξίας - είτε δεν κατείχε το πρόσθετο προσόν. Στην προκείμενη περίπτωση καταλογίστηκε στον αιτητή η κατοχή πρόσθετου προσόντος με τη μορφή - κοινή για όλους - του πιστοποιητικού επιμορφωτικών μαθημάτων του Υπουργείου Παιδείας.
Αυτό ήταν ευμενές για τον αιτητή αλλά και δίκαιο. Γιατί, αν εθεωρείτο το πτυχίο ωδικής ως το πρόσθετο προσόν, τότε το πιστοποιητικό επιμορφωτικών μαθημάτων, το οποίο είχαν όλοι, δεν θα μετρούσε πια υπέρ του αιτητή για τίποτε. Το εν λόγω πτυχίο αποκτούσε σημασία μόνο εφόσον υπερέβαινε ό,τι είχαν οι άλλοι. Όχι πια ως προβλεπόμενο πρόσθετο προσόν αλλά ως προσόν πέραν των προβλεπομένων, συναφές προς τα καθήκοντα της θέσης. Στη Δημοκρατία ν. Ανδρέου & άλλων (1993) 3 Α.Α.Δ. 153 ο Αρτεμίδης, Δ., εκδίδοντας την απόφαση της Ολομέλειας διατύπωσε την επί τούτου ήδη παγιωθείσα αρχή ως εξής (στη σελ. 162):"..... ακαδημαϊκά προσόντα που έχει ένας υποψήφιος, επιπλέον αυτών που καθορίζονται στο σχέδιο υπηρεσίας ως τα απαραίτητα ή ως πλεονέκτημα, λαμβάνονται γενικά υπόψη, αν είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης, άλλως έχουν περιθωριακή σημασία. Θα λέγαμε όμως πως η οποιαδήποτε σημασία τους υπολογίζεται ανάλογα με τις ιδιαίτερες περιστάσεις της υπόθεσης."
Η προσέγγιση ήταν λοιπόν ορθή.
Ως προς το αποτέλεσμα, η Ε.Ε.Υ. παρέμεινε μέσα στα επιτρεπόμενα λογικά όρια της διακριτικής ευχέρειας την οποία έχει. Ο αιτητής θα μπορούσε να επιτύχει μόνο αν έκδηλα υπερείχε. Όπως υπογράμμισε η Ολομέλεια στη
HjiIoannou v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1041 (στη σελ. 1045):"It is a settled principle of administrative law that when an organ, such as the Public Service Commission, selects a candidate on the basis of comparison with others, it is not necessary to show, in order to justify his selection, that he was strikingly superior to the others. On the other hand, an administrative Court cannot intervene in order to set aside the decision regarding such selection unless it is satisfied, by an applicant in a recourse before it, that he was an eligible candidate who was strikingly superior to the one who was selected ......"
Η έννοια της έκδηλης υπεροχής, όπως διατυπώθηκε από τον Πική, Δ. (όπως ήταν τότε) στην πρωτόδικη
HadjiSavva v. Republic (1982) 3 C.L.R. 76 (στη σελ. 78), υιοθετήθηκε από την Ολομέλεια στη HjiIoannou (ανωτέρω). Την παραθέτω:"As the expression "striking superiority" suggests, a party's superiority, to validate an allegation of this kind, must be self-evident and apparent from a perusal of the files of the candidates. Superiority must be of such a nature as to emerge on any view of the combined effect of the merits, qualifications and seniority of the parties competing for promotion; in other words, it must emerge as an unquestionable fact; so telling, as to strike one at first sight."
Στην προκείμενη περίπτωση, ενώ ως θέμα εκτίμησης δεν αποκλειόταν και η απόκλιση υπέρ του αιτητή, εν τούτοις δεν μπορεί, κατά την άποψη μου, να λεχθεί ότι ο αιτητής έκδηλα υπερείχε. Η απόφαση της Ε.Ε.Υ. ήταν εύλογα επιτρεπτή.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.
Γ.Κ. Νικολάου,
Δ.
/ΕΘ