ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1998) 4 ΑΑΔ 553

6 Ιουλίου, 1998

[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

M. LOUCAIDES ESTATES LTD.,

Αιτητές,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Yπόθεση Aρ. 727/95)

 

Φορολογία ― Φορολογία εισοδήματος ―�Aφαιρέσεις από το φορολογητέο εισόδημα ―�Eιδικά το θέμα της αγοράς μετοχών δημοσίων εταιρειών ― H απόφαση του εφόρου ήταν πεπλανημένη στην κριθείσα περίπτωση αφού εσφαλμένα θεώρησε ότι η αγορά των μετοχών διενεργείτο διά δανεισμού.

Φορολογικό Δίκαιο ― Διοικητική πρακτική ― Πότε η μεταβολή της συνιστά κατάχρηση εξουσίας ―�Περιστάσεις της κριθείσας υπόθεσης όπου η μεταβολή της στάσης της φορολογικής αρχής συνιστούσε επιτρεπτή επαναφορά στην ορθή κατά νόμου αντιμετώπιση του φορολογουμένου.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ―�Λόγοι ακυρώσεως ―�Πλάνη περί τα πράγματα ― Περιστάσεις βασιμότητος του λόγου στην κριθείσα απόφαση επιβολής φορολογίας εισοδήματος.

H αιτήτρια εταιρεία προσέβαλε τις σε βάρος της φορολογίες εισοδήματος των ετών 1992 και 1993.

Tο Aνώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας τις επίδικες φορολογίες, αποφάσισε ότι:

1. Το βασικό ερώτημα που εγείρεται στην παρούσα περίπτωση είναι η εγκυρότητα του συμπεράσματος που έχει διατυπώσει ο καθ'ου η αίτηση στην επιστολή του της 28/6/95 στην οποία καθορίστηκαν οι τελικές ειδοποιήσεις επιβολής φορολογίας, ότι η επένδυση σε μετοχές δημόσιων εταιρειών έγινε άμεσα ή έμμεσα μέσω δανεισμού και όχι από διαθέσιμα κέρδη.

    Μια προσεκτική εξέταση των λογαριασμών της αιτήτριας εταιρείας που υπέβαλε για τα χρόνια 1992 - 1993 δείχνει ότι τα στοιχεία που έλαβε υπόψη ο καθ'ου η αίτηση ότι το 1993 "η απόκτηση νέων μετοχών σε δημόσιες εταιρείες για το ποσό των £23.905 και το 1993 για ποσό £4.253 έγινε άμεσα από δανεισμό αφού στα έτη αυτά η εταιρεία πήρε νέα δάνεια ύψους £180.000 και £100.000 αντίστοιχα, όπως φαίνεται από την κατάσταση προέλευσης και διάθεσης χρηματικών πόρων στους λογαριασμούς που υποβλήθηκαν" δεν συνάδουν με το περιεχόμενο των λογαριασμών. Το δάνειο των £180.000 έχει καταχωρηθεί ως μακροπρόθεσμο δάνειο στους λογαριασμούς του 1993 (σ.6) και παρατίθεται σχετική επεξήγηση για το σκοπό που διατέθηκε που είναι η κτήση ακίνητης ιδιοκτησίας (σ.8). Το δάνειο των £100.000 που αναφέρεται στους λογαριασμούς του 1993 δεν φαίνεται να σχετίζεται με την αγορά νέων μετοχών, αφού η απόκτηση μετοχών αξίας £4.253 το 1993 παρουσιάζεται ότι ήταν αποτέλεσμα "έκδοσης μετοχών δημόσιων εταιρειών επί δώρω" (σ.4 των λογαριασμών).

    Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι η αιτήτρια δεν είχε συνάψει δάνειο το 1992 για να αγοράσει μετοχές αλλά ένα ακίνητο και το 1993 δεν είχε συνάψει δάνειο για να αγοράσει μετοχές αφού οι μετοχές της είχαν παραχωρηθεί ως δώρο (bonus issue). Κάτω από τις περιστάσεις κρίνεται ότι ο καθ'ου η αίτηση ενήργησε κάτω από πλάνη ως προς τα γεγονότα. Η πλάνη αυτή είχε και τις ανάλογες νομικές προεκτάσεις.

    Το Άρθρο 11 του Περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου (αρ. 58/61 όπως έχει τροποποιηθεί) προνοεί ότι για τον καθορισμό του φορολογητέου εισοδήματος θα αφαιρούνται όλα τα έξοδα τα οποία έχει υποστεί ο φορολογούμενος για την απόκτηση του εισοδήματός του. Μέσα σε αυτά περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων ποσά που έχουν καταβληθεί για την επισκευή οικημάτων, μηχανημάτων και εγκαταστάσεων (Άρθρο 11(1)(α)), απαιτήσεις που δεν μπορούν να εισπραχθούν (Άρθρο 11(1)(γ)), έξοδα που έχουν γίνει για επιστημονικές έρευνες σε εμπορικές ή βιομηχανικές επιχειρήσεις (Άρθρο 11(1)(δ)), όπως επίσης και έξοδα που έχουν γίνει για την απόκτηση δικαιώματος ευρεσιτεχνίας (Άρθρο 11(1)(ε)). Έχοντας υπόψη ότι από τα στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί δεν προκύπτει ότι οι μετοχές αποκτήθηκαν ως αποτέλεσμα δανείου, οι πρόνοιες του Άρθρου 11 δεν είναι εφαρμόσιμες. Για τον ίδιο λόγο δεν εφαρμόζεται η απόφαση στην υπόθεση Lanitis που αφορούσε τη διεκδίκηση τόκων για αγορά μετοχών σε δημόσια εταιρεία. Επιπρόσθετα το Άρθρο 13 που καθορίζει τις δαπάνες που μπορεί να αφαιρεθούν δεν τυγχάνει εφαρμογής, αφού δεν συμπεριλαμβάνει περιπτώσεις που βασίζονται σε έμμεσο ή άμεσο δανεισμό.

2. Έχει επίσης υποβληθεί εκ μέρους της αιτήτριας εταιρείας ότι η σχετική απόφαση που άλλαξε "αδικαιολόγητα και αυθαίρετα την καθιερωμένη για χρόνια πρακτική των έναντι της αιτήτριας ισοδυναμεί με κατάχρηση εξουσίας".

    Το Δικαστήριο έχει εξετάσει προσεκτικά την εισήγηση της αιτήτριας εταιρείας και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Η απόφαση I.R.C. v. National Federation of Self-Employed and Small Business Ltd που έχει υιοθετηθεί στην υπόθεση Preston v. Inland Revenue Commissioners [1985] A.C. 835 (HL), δεν μπορεί να ενισχύσει τις θέσεις της αιτήτριας εταιρείας αφού στην υπόθεση Preston τονίστηκε ότι οι αρχές της χρηστής διοίκησης βάλλονται μόνο ως αποτέλεσμα καταστρατήγησης κάποιας συμφωνίας που έχει επιτευχθεί με το φορολογούμενο ή είναι αποτέλεσμα παραβίασης κάποιας παράστασης (representation) που είχε γίνει από το Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων. Η λανθασμένη υιοθέτηση μιας συγκεκριμένης γραμμής πάνω σε ένα συγκεκριμένο θέμα εκ μέρους της Διοίκησης δεν αποστερεί τη Διοίκηση του δικαιώματος να επανέλθει αργότερα υιοθετώντας την ορθή προσέγγιση, αφού δεν δημιουργείται προηγούμενο που δεσμεύει τη Διοίκηση.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

I.R.C. v. National Federation of Self-Employed and Small Business Ltd [1982] A.C. 2617,

Panos Lanitis and Sons (Investments) Ltd. v. Republic (1984 3 C.L.R. 1588,

P.M. Tseriotis Ltd. v. Republic (1970) 3 C.L.R. 135,

Ayios Andronikos Development Co. Ltd. v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1176,

Preston v. Inland Revenue Commissioners [1985] A.C. 835.

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόφαση του Eφόρου Φόρου Eισοδήματος για επιβολή στην αιτήτρια: 1) του ποσού των £11.843,40 ως Φόρου Eισοδήματος για το 1992 και 2) του ποσού των £12.717,20 ως Φόρου Eισοδήματος για το 1993.

Σπ. Ευαγγέλου, για τους Aιτητές.

Ν. Νικολαΐδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Kαθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

HΛIAΔHΣ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση η αιτήτρια εταιρεία ζητά την ακύρωση της απόφασης των καθ'ων η αίτηση σύμφωνα με την οποία ο καθορισμός

(1)       του ποσού των £11.843,40 ως φόρου εισοδήματος για το 1992·  και

(2)       του ποσού των £12.717,20 ως φόρου εισοδήματος για το 1993,

είναι άκυρη.

(α) Τα γεγονότα

Η αιτήτρια εταιρεία είναι ιδιωτική εταιρεία και τα εισοδήματα της προέρχονται από μισθώσεις ακινήτων, μερίσματα μετοχών και τόκους. Οι δηλώσεις εισοδήματος και οι σχετικοί λογαριασμοί για τα φορολογικά χρόνια 1992-1993 υποβλήθηκαν στις 2/3/93 και 30/5/94. Από τις δηλώσεις φαίνεται ότι η αιτήτρια εταιρεία το 1992 κατέβαλε £23.905 για την αγορά 13.199 μετοχών ονομαστικής αξίας £1.00 προς £1.816 από την Τράπεζα Κύπρου (Επενδύσεις) Λτδ και ότι το 1993 η αιτήτρια εταιρεία απέκτησε επί δώρω (bonus issue) μετοχές της Τράπεζας Κύπρου (Επενδύσεις) Λτδ αξίας £4.253. Ως αποτέλεσμα της υποβολής των λογαριασμών ο Έφορος Φόρου Εισοδήματος στις 12/4/93 πληροφόρησε την αιτήτρια εταιρεία ότι οι τόκοι περιορίζονταν σε επενδύσεις δημόσιων εταιρειών. Η αιτήτρια εταιρεία υπέβαλε σχετική ένσταση μέσω των λογιστών της στις 25/5/93 που δεν έγινε αποδεκτή από τους καθ'ων η αίτηση, οι οποίοι στις 28/6/95 απέστειλαν στην αιτήτρια εταιρεία τελικές ειδοποιήσεις επιβολής φορολογίας για τα χρόνια 1992-1993 μαζί με τη σχετική αιτιολογία. Κρίνω σκόπιμο σε αυτό το στάδιο να παραθέσω τους λόγους που οδήγησαν τους καθ'ων η αίτηση στον καθορισμό της σχετικής φορολογίας όπως αναφέρονται στην πιο πάνω επιστολή.

"(α)      Η επένδυση σε μετοχές δημόσιων εταιρειών παρουσιάζεται στον ισολογισμό της εταιρείας σαν στοιχείο Πάγιου Ενεργητικού θέση την οποία επικύρωσαν και τηλεφωνικώς οι ελεγκτές σας οι οποίοι με πληροφόρησαν ότι η αγορά μετοχών στην δημόσια εταιρεία, Τράπεζα Κύπρου (Επενδύσεις) Λτδ, δεν έγινε με στόχο την επίτευξη κέρδους από μεταπώληση τους αλλά για να διευκολύνει την εξασφάλιση δανείων από την Τράπεζα Κύπρου χρησιμοποιώντας τις μετοχές σαν εγγύηση προς την τράπεζα. Για τους λόγους αυτούς οι ελεγκτές σας εξέφρασαν την άποψη ότι οποιοδήποτε κέρδος προκύψει από μελλοντική πώληση των μετοχών αυτών δεν θα πρέπει να υπαχθεί σε φόρο εισοδήματος διότι η επένδυση δεν αποτελεί στοιχείο κυκλοφορούντος ενεργητικού αλλά πάγιο ενεργητικό.

      Οι πιο πάνω τοποθετήσεις οι οποίες γίνονται αποδεκτές από το γραφείο μου αποδεικνύουν ότι η δαπάνη για την αγορά μετοχών σε δημόσιες εταιρείες αποτελεί δαπάνη κεφαλαιουχικής φύσεως που σκοπό είχε την διεύρυνση της κεφαλαιουχικής βάσης της εταιρείας.

(β)  Αποτελεί καθορισμένη αρχή στην οποία δόθηκε νομική ισχύ ότι καμία αφαίρεση δεν επιτρέπεται από το φορολογητέο εισόδημα αν αυτή αποτελεί δαπάνη κεφαλαιουχικής φύσεως ή δαπάνη που σχετίζεται με την απόκτηση στοιχείων κεφαλαιουχικής φύσεως. Η πιο πάνω αρχή επικυρώθηκε και στην δικαστική απόφαση P. Lanitis & Sons (Investments) Ltd.

(γ)  Οι πρόνοιες του άρθρου 11 του Περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου δεν έχουν εφαρμογή στη συγκεκριμένη περίπτωση επειδή οι πληρωθέντες τόκοι αποτελούν δαπάνη που αφορά αγορά κεφαλαιουχικού στοιχείου και όχι δαπάνη για την παραγωγή εισοδήματος.

(δ)  Οι τόκοι για αγορά μετοχών σε δημόσιες εταιρείες δεν συμπεριλαμβάνονται στις περιπτώσεις που δημοσιεύτηκαν στην Κ.Δ.Π. 340/89 και στις οποίες οι τόκοι παραχωρούνται χαριστικά από τον Έφορο.

(ε)  Η άποψη των ελεγκτών σας ότι η πρακτική που χρησιμοποιήθηκε από το γραφείο μου παραγνωρίζει το γεγονός ότι τα καθαρά κέρδη της εταιρείας αποτελούν πηγή χρηματοδότησης της και η οποία πιθανόν να υπονοεί ότι δεν έγιναν νέα δάνεια για την αγορά των μετοχών η οποία χρηματοδοτήθηκε από κέρδη δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.

      Η τακτική που χρησιμοποιήθηκε βασίζεται στο ότι τα κέρδη της εταιρείας θα έπρεπε να είχαν χρησιμοποιηθεί για μείωση των οφειλών της που είχαν δημιουργηθεί για την απόκτηση ακίνητης περιουσίας, η εκμετάλλευση της οποίας αποτελεί την κύρια εμπορική δραστηριότητα της εταιρείας. Συνεπώς η επένδυση σε μετοχές δημοσίων εταιρειών έγινε άμεσα ή έμμεσα μέσω δανεισμού και όχι από διαθέσιμα κέρδη.

(ζ)  Η άποψη των ελεγκτών σας ότι η επιβάρυνση της εταιρείας με πρόστιμο 5% καθώς και με επιβολή τόκων αντίκειται της Νομοθεσίας έχει γίνει αποδεκτή."

Η αιτήτρια προσβάλλει την πιο πάνω απόφαση για διάφορους συγκεκριμένους λόγους. Ειδικότερα είναι η θέση της αιτήτριας ότι,

 (i) Δεν είχε γίνει η δέουσα έρευνα και η απόφαση στηρίχθηκε πάνω σε ανύπαρκτα και υποθετικά γεγονότα.

(ii) Έγινε λανθασμένη αλλαγή της πρακτικής που ακολουθείτο από τους καθ'ων η αίτηση.

Θα προχωρήσω να εξετάσω τους λόγους που υποβλήθηκαν ξεχωριστά.

(β)       Η απόφαση στηρίχθηκε σε ανύπαρκτα και υποθετικά γεγονότα χωρίς τη διεξαγωγή δέουσας έρευνας

Έχει υποβληθεί εκ μέρους της αιτήτριας ότι δεν είχε γίνει η δέουσα έρευνα και η σχετική απόφαση στηρίχθηκε πάνω σε ανύπαρκτα και υποθετικά γεγονότα. Πιο συγκεκριμένα η αιτήτρια εταιρεία ισχυρίζεται ότι η σχετική απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί αφού ο καθ'ου η αίτηση,

  (i)       Λανθασμένα κατέληξε σε συμπέρασμα ότι η αγορά των μετοχών έγινε "άμεσα ή έμμεσα από δανεισμό" (αφού κάτι τέτοιο δεν μπορεί να εξαχθεί από τους λογαριασμούς που κατεχώρησε η αιτήτρια εταιρεία για τα χρόνια 1992 και 1993).

 (ii)       Λανθασμένα εφάρμοσε το άρθρο 11 του Περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου 58/61 (που δεν εφαρμόζεται στην παρούσα περίπτωση).

(iii)       Λανθασμένα έγινε επίκληση της απόφασης Panos Lanitis and Sons (Investments) Ltd. v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1588 (που δεν εφαρμόζεται στην παρούσα περίπτωση αφού η αιτήτρια δεν απέκτησε μετοχές με δανεισμό).

Το βασικό ερώτημα που εγείρεται στην παρούσα περίπτωση, η απάντηση του οποίου επηρεάζει τις τρεις εισηγήσεις που έχουν υποβληθεί, είναι η εγκυρότητα του συμπεράσματος που έχει διατυπώσει ο καθ'ου η αίτηση στην επιστολή του της 28/6/95 στην οποία καθορίστηκαν οι τελικές ειδοποιήσεις επιβολής φορολογίας, ότι η επένδυση σε μετοχές δημόσιων εταιρειών έγινε άμεσα ή έμμεσα μέσω δανεισμού και όχι από διαθέσιμα κέρδη.

Μια προσεκτική εξέταση των λογαριασμών της αιτήτριας εταιρείας που υπέβαλε για τα χρόνια 1992 - 1993 δείχνει ότι τα στοιχεία που έλαβε υπόψη ο καθ'ου η αίτηση ότι το 1993 "η απόκτηση νέων μετοχών σε δημόσιες εταιρείες για το ποσό των £23.905 και το 1993 για ποσό £4.253 έγινε άμεσα από δανεισμό αφού στα έτη αυτά η εταιρεία πήρε νέα δάνεια ύψους £180.000 και £100.000 αντίστοιχα, όπως φαίνεται από την κατάσταση προέλευσης και διάθεσης χρηματικών πόρων στους λογαριασμούς που υποβλήθηκαν" δεν συνάδουν με το περιεχόμενο των λογαριασμών. Το δάνειο των £180.000 έχει καταχωρηθεί ως μακροπρόθεσμο δάνειο στους λογαριασμούς του 1993 (σ.6) και παρατίθεται σχετική επεξήγηση για το σκοπό που διατέθηκε που είναι η κτήση ακίνητης ιδιοκτησίας (σ.8). Το δάνειο των £100.000 που αναφέρεται στους λογαριασμούς του 1993 δεν φαίνεται να σχετίζεται με την αγορά νέων μετοχών, αφού η απόκτηση μετοχών αξίας £4.253 το 1993 παρουσιάζεται ότι ήταν αποτέλεσμα "έκδοσης μετοχών δημόσιων εταιρειών επί δώρω" (σ.4 των λογαριασμών).

Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι η αιτήτρια δεν είχε συνάψει δάνειο το 1992 για να αγοράσει μετοχές αλλά ένα ακίνητο και το 1993 δεν είχε συνάψει δάνειο για να αγοράσει μετοχές αφού οι μετοχές της είχαν παραχωρηθεί ως δώρο (bonus issue).  Κάτω από τις περιστάσεις κρίνω ότι ο καθ'ου η αίτηση ενήργησε κάτω από πλάνη ως προς τα γεγονότα. Η πλάνη αυτή είχε και τις ανάλογες νομικές προεκτάσεις.

Το άρθρο 11 του Περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου (αρ. 58/61 όπως έχει τροποποιηθεί) προνοεί ότι για τον καθορισμό του φορολογητέου εισοδήματος θα αφαιρούνται όλα τα έξοδα τα οποία έχει υποστεί ο φορολογούμενος για την απόκτηση του εισοδήματός του. Μέσα σε αυτά περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων ποσά που έχουν καταβληθεί για την επισκευή οικημάτων, μηχανημάτων και εγκαταστάσεων (άρθρο 11(1)(α)), απαιτήσεις που δεν μπορούν να εισπραχθούν (άρθρο 11(1)(γ)), έξοδα που έχουν γίνει για επιστημονικές έρευνες σε εμπορικές ή βιομηχανικές επιχειρήσεις (άρθρο 11(1)(δ)), όπως επίσης και έξοδα που έχουν γίνει για την απόκτηση δικαιώματος ευρεσιτεχνίας (άρθρο 11(1)(ε)). Έχοντας υπόψη ότι από τα στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί δεν προκύπτει ότι οι μετοχές αποκτήθηκαν ως αποτέλεσμα δανείου, οι πρόνοιες του άρθρου 11 δεν είναι εφαρμόσιμες. Για τον ίδιο λόγο δεν εφαρμόζεται η απόφαση στην υπόθεση Lanitis που αφορούσε τη διεκδίκηση τόκων για αγορά μετοχών σε δημόσια εταιρεία. Επιπρόσθετα το άρθρο 13 που καθορίζει τις δαπάνες που μπορεί να αφαιρεθούν δεν τυγχάνει εφαρμογής, αφού δεν συμπεριλαμβάνει περιπτώσεις που βασίζονται σε έμμεσο ή άμεσο δανεισμό.

(γ)  Λανθασμένη αλλαγή πρακτικής

Έχει επίσης υποβληθεί εκ μέρους της αιτήτριας εταιρείας ότι η σχετική απόφαση που άλλαξε "αδικαιολόγητα και αυθαίρετα την καθιερωμένη για χρόνια πρακτική των έναντι της αιτήτριας ισοδυναμεί με κατάχρηση εξουσίας". Προς τούτο έγινε επίκληση της απόφασης I.R.C. v. National Federation of Self-Employed and Small Business Ltd [1982] A.C. 2617 (H.L.) όπου τονίστηκε ότι η αθέτηση εκ μέρους του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων μιας συμφωνίας ή μιας παραχώρησης που έκαμε σε ένα φορολογούμενο, δεν αποτελεί δίκαιη μεταχείριση του φορολογούμενου αλλά ισοδυναμεί με κατάχρηση εξουσίας.

Είναι η θέση των καθ'ων η αίτηση ότι δεν έχουν αλλάξει την πρακτική που ακολουθούσαν και από το 1969 (μετά από την απόφαση Panos Lanitis and Sons (Investments) Ltd v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1588) δεν επιτρέπουν την αφαίρεση τόκων που αναλογούν σε έξοδα για την αγορά μετοχών σε δημόσιες εταιρείες.  Οι καθ'ων η αίτηση μέχρι το 1989 παραχωρούσαν χαριστικά τόκους που αναλογούσαν ως έξοδα αγοράς μετοχών σε ιδιωτικές εταιρείες. Η παραχώρηση αυτή σταμάτησε το 1989 με τις πρόνοιες της Κ.Δ.Π. 340/89. Στην παρούσα περίπτωση εκ λάθους οι καθ'ων η αίτηση δεν περιόρισαν τους τόκους για την αγορά μετοχών εκ μέρους της αιτήτριας εταιρείας σε δημόσιες εταιρείες για τα χρόνια 1989-1991. Μια προηγούμενη διοικητική πρακτική δεν δεσμεύει τη Διοίκηση σε θέματα καθορισμού φόρων που έχει την ευχέρεια να επιβάλει. (Ίδε P.M. Tseriotis Ltd. v. The Republic (1970) 3 C.L.R. 135, 143, Ayios Andronikos Development Co. Ltd. v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1176 και Κυριακόπουλου "Διοικητικό Δίκαιο" 4η Έκδοση, Α΄ Τόμος, σ. 78).

Έχω εξετάσει προσεκτικά την εισήγηση της αιτήτριας εταιρείας και έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Η απόφαση I.R.C. v. National Federation of Self-Employed and Small Business Ltd (πιο πάνω) που έχει υιοθετηθεί στην υπόθεση Preston v. Inland Revenue Commissioners [1985] A.C. 835 (HL), δεν μπορεί να ενισχύσει τις θέσεις της αιτήτριας εταιρείας αφού στην υπόθεση Preston τονίστηκε ότι οι αρχές της χρηστής διοίκησης βάλλονται μόνο ως αποτέλεσμα καταστρατήγησης κάποιας συμφωνίας που έχει επιτευχθεί με το φορολογούμενο ή είναι αποτέλεσμα παραβίασης κάποιας παράστασης (representation) που είχε γίνει από το Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων. Η λανθασμένη υιοθέτηση μιας συγκεκριμένης γραμμής πάνω σε ένα συγκεκριμένο θέμα εκ μέρους της Διοίκησης δεν αποστερεί τη Διοίκηση του δικαιώματος να επανέλθει αργότερα υιοθετώντας την ορθή προσέγγιση, αφού δεν δημιουργείται προηγούμενο που δεσμεύει τη Διοίκηση.

Η αίτηση επιτυγχάνει. Η σχετική απόφαση της 28/6/95 με την οποία καθορίστηκαν οι φορολογίες για το 1992 και 1993 ακυρώνεται με έξοδα σε βάρος των καθ'ων η αίτηση.

H επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο