ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Αγγλική νομολογία που περιλαμβάνεται στο bailii.org στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(1998) 4 ΑΑΔ 96

16 Φεβρουαρίου, 1998

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 28 ΚΑΙ 24 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

SHELL CYPRUS LTD,

(ΠΡΩΗΝ SHELL CYPRUS TRADING CO LTD),

Αιτητές,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,

2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΡΟΣΟΔΩΝ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 7/91)

 

Φορολογία ― Φορολογία εισοδήματος ― Έκπτωση δαπάνης που διενεργήθηκε αποκλειστικά και στο σύνολό της αποβλέποντας στην κτήση του φορολογητέου εισοδήματος ― Άρθρα 11(1) και 13(ε) των περί Φορολογίας του Eισοδήματος Nόμων, 1981-86 ― Διάκριση μεταξύ κεφαλαιουχικής και εισοδηματικής δαπάνης ― Aρχές από τη νομολογία και εφαρμογή τους στην κριθείσα περίπτωση ― H άρνηση της έκπτωσης κρίθηκε παράνομη ― Περιστάσεις.

[Πέραν των ανωτέρω τίτλων η απόφαση του Δικαστηρίου διαβάζεται ως σύνολο].

H προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

British Insulated and Helsby Cables Ltd v. Atherton [1926] A.C. 205,

Lawson v. Johnson Matthey plc [1992] 2 All E.R. 647,

Tucker (Inspector of Taxes) v. Granada Motorway Services Ltd [1979] 2 All E.R. 801,

IRC v. Carron Co [1967] S.C. (HL) 47,

Vallambrosa Rubber Co. Ltd v. Farmer [1910] 5 T.C. 529,

G. Pavlou Textile Industries Ltd v. Δημοκρατίας (1989) 3 A.A.Δ. 2545.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης του Eφόρου για την απόρριψη του αιτήματος των αιτητών για έκπτωση ποσού από το φορολογητέο εισόδημά τους λόγω του ότι ήταν κεφαλαιουχικής φύσεως.

Π. Πολυβίου, για τον Aιτητή.

E. Kαρακάννα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ'ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

APTEMHΣ, Δ.: Οι αιτητές είναι εταιρεία εγγεγραμμένη στη Μεγάλη Βρεττανία, που εξασκεί εργασία και επιδίδεται σε εμπορικές δραστηριότητες στην Κύπρο. Σε αυτή δόθηκε άδεια από την Κυπριακή Κυβέρνηση να επανέλθει στην επιχείρηση τροφοδότησης καυσίμων σε αεροπλάνα από 1.1.84, αφού ανέλαβε την υποχρέωση να πληρώσει στο Κράτος £74.000. Περί τις 23.3.89 ζητήθηκε από τους αιτητές να καταβάλουν στην κυβέρνηση το πιο πάνω ποσό, το οποίο και αυτοί έπραξαν στις 30.3.89. Το ποσό αυτό φορολογήθηκε από την κυβέρνηση και μετά από αλληλογραφία που έληξε με την επιστολή των καθ' ων η αίτηση ημερ. 24.10.90 (τεκμ.Α), η ένσταση τους για τη φορολογία αυτή απορρίφθηκε.

Η θέση των αιτητών είναι ότι η επίδικη απόφαση που περιέχεται στο τεκμ.Α, με την οποία οι καθ'ων η αίτηση έκριναν ότι το ποσό των £74.000 είναι κεφαλαιουχικής φύσεως και ως εκ τούτου δεν επιτρέπεται στους αιτητές η σχετική έκπτωση του από το φορολογητέο του εισόδημα είναι εσφαλμένη.

Ως συνέπεια των πιο πάνω οι αιτητές καταχώρησαν την παρούσα προσφυγή, με την οποία ζητούν τις πιο κάτω θεραπείες:

"1. Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η υπό του καθ' ου η αίτηση ληφθείσα απόφαση με ημ. 24 Οκτωβρίου 1990, σχετικά με ποσό £74.000 που οι αιτητές πλήρωσαν στον καθ' ου η αίτηση και το οποίο ο καθ' ου η αίτηση θεώρησε σαν κεφαλαιουχικής φύσης και όχι σαν έξοδο που έγινε εξ ολοκλήρου και αποκλειστικά για την παραγωγή και απόκτηση εισοδήματος (και που κοινοποιήθηκε στους αιτητές κατά ή περί την 6 Νοεμβρίου 1990) - και που επισυνάπτεται ως τεκμήριο Α - είναι άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος.

2. Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η επίδικη απόφαση ή αποφάσεις σχετικά με την επιβολή φορολογίας, έκτακτης εισφοράς και έκτακτης εισφοράς για την άμυνα αναφορικά με το έτος 1985 - και που βασίστηκαν στην απόφαση του καθ' ου η αίτηση για το ποσό των £74.000 (Τεκμήριο Α) - είναι άκυρες και στερημένες οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος."

H επιστολή στην οποία περιέχεται η επίδικη απόφαση (τεκμ. Α), περιέχει μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:

". . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Όσον αφορά το ποσό των £74.000 το οποίο έχει πληρωθεί στην Κυβέρνηση, δεν έχει επιτραπεί, για τον λόγο ότι είναι κεφαλαιουχικής φύσεως. Συμφώνως επιστολής από το Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας ημερομηνίας 23 Μαρτίου 1989 ως και προηγούμενα, για να δοθεί άδεια στον πελάτη σας να εμπορεύεται, έπρεπε να αναγνωρίζει την οφειλή τούτου του ποσού. Ως εκ τούτου, το ποσό αυτό δεν αντιπροσωπεύει έξοδο εξ ολοκλήρου και αποκλειστικά για την παραγωγή εισοδήματος, ως ισχυρίζεστε, διότι δεν έχει πληρωθεί για να βοηθήσει τον φορολογούμενο να διεξάγει τις εργασίες του καλύτερα και να κερδίζει περισσότερο εισόδημα. Έχει πληρωθεί για να βοηθήσει τον φορολογούμενο να δημιουργήσει έδρα εργασίας εμπορίου.

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ."

Το βασικό θέμα που εγείρεται είναι κατά πόσο η δαπάνη των £74.000 είναι κεφαλαιουχική δαπάνη (capital expediture) ή εισοδηματική δαπάνη (revenue expenditure). Ενώ η κεφαλαιουχική δαπάνη φορολογείται κανονικά με βάση τη νομοθεσία, η εισοδηματική δαπάνη εκπίπτει για σκοπούς φόρου εισοδήματος.

Από σωρεία Αγγλικών αποφάσεων που υπάρχουν επί του θέματος προκύπτει σαφώς ότι η διάκριση μεταξύ των δύο είναι πολύ δύσκολη. Η βασική αρχή τέθηκε στην υπόθεση British Insulated and Helsby Cables Ltd v. Atherton [1926] A.C. 205. H νομολογία έτυχε προσεκτικής ανάλυσης και ερμηνείας στην υπόθεση Lawson v. Johnson Matthey plc [1992] 2 All E.R. 647 και βασική αρχή παραμένει ότι έξοδα που γίνονται για την απόκτηση στοιχείου ενεργητικού (captal asset) της εταιρείας θα πρέπει να θεωρούνται ως κεφαλαιουχική δαπάνη (δέστε Tucker (Inspector of Taxes) v. Granada Motorway Services Ltd [1979] 2 All E.R. 801). Το αγοραζόμενο στοιχείο πρέπει να είναι κεφαλαιουχικής μορφής και όχι απλώς ένα πλεονέκτημα ή ευεργέτημα που σχετίζεται με τις εργασίες της εταιρείας (IRC v. Carron Co [1967] S.C. (HL) 47).

Μία άλλη αρχή που προκύπτει από τη νομολογία είναι ότι όπου η πληρωμή δεν γίνεται εφάπαξ αλλά είναι επαναληπτικής μορφής, τότε η δαπάνη δεν είναι κεφαλαιουχικής φύσης, αλλά εισοδηματική δαπάνη. (Δέστε και Vallambrosa Rubber Co. Ltd v. Farmer [1910] 5 T.C. 529).

Είναι η θέση των αιτητών ότι η πληρωμή των £74.000 έγινε με σκοπό να διευκολύνει την επιχείρηση των αιτητών και την αύξηση των κερδών της, χωρίς να προκύπτει κανένα κεφαλαιουχικό στοιχείο. Επίσης οι αιτητές επισημαίνουν ότι ένα σημαντικό στοιχείο στην υπόθεση είναι το γεγονός ότι, με την επιστολή των καθ' ων η αίτηση ημερ. 19.12.83 (Παράρτημα Α στην γραπτή αγόρευση των αιτητών) επιβάλλετο όχι μία εφ' άπαξ δαπάνη αλλά μία κατ' έτος δαπάνη. Το ποσό των £74.000 ήταν μόνο για το έτος 1984. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα της πιο πάνω επιστολής:

"The Ministry of Commerce and Industry recommends SHELL'S re-entering the aviation business in Cyprus with effect from the above date provided that the said company will undertake to pay the sum of C£74.000 for the year 1984. This amount will be adjusted annually having regard to the actual volume of business and level of overheads."

Σε μεταγενέστερο στάδιο, με επιστολή ημερ. 23.3.89, η Δημοκρατία πληροφόρησε τους αιτητές ότι αποφασίστηκε ότι δεν θα υπήρχε καμιά περαιτέρω απαίτηση για πληρωμή άλλων ποσών τα επόμενα χρόνια. Τούτο όμως, όπως υποστηρίζουν οι αιτητές, δεν αλλάζει τη φύση της απόφασης, που όταν λήφθηκε, ήταν για εφάπαξ πληρωμή.

Στη γραπτή τους αγόρευση οι καθ' ων η αίτηση, αφού αναφέρονται σε σχετική με τα επιχειρήματα τους νομολογία και ιδιαίτερα στην απόφαση Pavlou Textiles Industry Ltd v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 2545, όπου τονίστηκε ότι οι εισοδηματικές δαπάνες βάσει της φορολογικής νομοθεσίας είναι εκείνες που γίνονται ή αποβλέπουν στο σύνολο τους και αποκλειστικά στην κτήση του εισοδήματος που αποτελεί το αντικείμενο της φορολογίας αντίθετα με δαπάνες με τις οποίες αποκτούνται μέσα κτήσης του εισοδήματος που δεν αφαιρούνται για τον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος, υπέβαλε ότι η παρούσα περίπτωση είναι περίπτωση απόκτησης μέσου κτήσης του εισοδήματος. Επίσης, υιοθετούν τη θέση ότι σε περίπτωση που μία δαπάνη δεν είναι επαναληπτική και γίνεται μία φορά και αποβλέπει στην εξασφάλιση ευεργετημάτων διάρκειας, η δαπάνη είναι κεφαλαιουχική. Υποβάλλουν όμως ότι, στην παρούσα περίπτωση, η υπόθεση πρέπει να εξετασθεί στο σύνολο της και, αφού τελικά μία ήταν η πληρωμή, γιατί η Δημοκρατία παραιτήθηκε του δικαιώματος της να ζητήσει επιπρόσθετες πληρωμές για τα χρόνια που ακολούθησαν, ορθά θεωρήθηκε ότι η επίδικη δαπάνη ήταν κεφαλαιουχική δαπάνη.

Μετά από προσεκτική μελέτη κατέληξα στο συμπέρασμα ότι η απόφαση του Εφόρου είναι νομικά λανθασμένη. Εφαρμόζοντας τις αρχές που ανέλυσα πιο πάνω στα γεγονότα της υπόθεσης, το μόνο συμπέρασμα στο οποίο καταλήγω είναι ότι η δαπάνη ήταν εισοδηματική. Παρόλον ότι στο χρόνο που ακολούθησε οι καθ' ων η αίτηση παραιτήθηκαν του δικαιώματος πληρωμής οποιουδήποτε ποσού για τα επόμενα χρόνια, τούτο δεν αλλάζει τη φύση της αρχικής απόφασης, με την οποία επιβάλλετο περιοδική πληρωμή και όχι μία εφ' άπαξ πληρωμή. Αντίθετη θέση θα οδηγούσε στο παράδοξο αποτέλεσμα να θεωρείται διαφορετική η φύση της απόφασης ανάλογα με το αν αυτή κρινόταν πριν την απόφαση των καθ' ων η αίτηση να μην απαιτήσουν επιπρόσθετες πληρωμές ή μετά απ' αυτή την απόφαση. Επίσης, παρατηρώ ότι με την πληρωμή των £74.000 κανένα κεφαλαιουχικό στοιχείο δεν αποκτήθηκε με την εταιρεία και το επιχείρημα ότι η άδεια που έλαβαν αποτελούσε μέσο κτήσης εισοδήματος, είναι ανεδαφικό. Είναι σαφές ότι η πληρωμή έγινε για να διευκολυνθεί μέσω της παρεχόμενης άδειας η αύξηση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και του εισοδήματος της εταιρείας και απέβλεπε στο σύνολο της και αποκλειστικά στην κτήση εισοδήματος που αποτελεούσε το αντικείμενο της φορολογίας, ικανοποιώντας έτσι τη φορολογική νομοθεσία, δηλαδή τα άρθρα 11(1) και 13(ε) των περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων, 1981 - 86.

Θέλω όμως να παρατηρήσω ότι, έστω και αν στην ουσία θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι έγινε εφάπαξ πληρωμή, και πάλιν θα κατέληγα στο συμπέρασμα ότι η δαπάνη είναι εισοδηματικής φύσης, εν όψει των υπολοίπων πιο πάνω ευρημάτων μου. Σε αυτό το συμπέρασμα μου αντλώ καθοδήγηση από τις υποθέσεις Tucker (ανωτέρω) και Lαwson (ανωτέρω), όπου κατέστη σαφές ότι, και μία δαπάνη που γίνεται εφάπαξ, είναι δυνατόν να θεωρηθεί δαπάνη, αν ο σκοπός της είναι η επέκταση ή διευκόλυνση μιάς επιχείρησης, νοουμένου όμως ότι δεν αποκτάται κεφαλαιουχικό στοιχείο.

Ως εκ τούτου, θεωρώ την επίδικη απόφαση ως αποτέλεσμα νομικής πλάνης και παρερμηνείας των ισχυουσών νομικών θέσεων που διέπουν το θέμα, για τους λόγους που έχω αναφέρει, και την ακυρώνω με έξοδα σε βάρος των καθ' ων η αίτηση.

H προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο