ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 820/97.
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος και τον περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμο του 1987 ως ετροποποιήθη.
Μεταξύ:
Κώστα Χρυσοστόμου,
Αιτητή
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
του Υπουργού Οικονομικών,
Καθ΄ ων η αίτηση.
_______________
18 Δεκεμβρίου, 1998
.Για τον αιτητή: Χρ. Κιτρομηλίδης.
Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Ε. Ζαχαριάδου (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας
εκ μέρους του Γεν. Εισ.
________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά την πιο κάτω θεραπεία:
"Δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ημερομηνίας 31.7.97 η οποία εκοινοποιήθη εις τον Αιτητή την 5.8.97 δυνάμει της οποίας απερρίφθη το αίτημα του Αιτητή για απαλλαγή ποσού μέχρι Λ.Κ.7.000,00 από τον καταβλητέο δασμό σε σχέση με το όχημα υπ΄ αρ. εγγραφής VC955 είναι άκυρη, παράνομη και εστερημένη οιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος."
Τα πραγματικά περιστατικά τα οποία περιβάλλουν την προσφυγή:
Την 8.12.95 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για απαλλαγή από την πληρωμή δασμών και φόρων για συγκεκριμένο μεταχειρισμένο αυτοκίνητο με αρ. εγγραφής VC 955, σαν Κύπριος που επαναπατρίστηκε μετά από δεκαετή τουλάχιστο συνεχή και μόνιμη εγκατάσταση στο εξωτερικό. Νομικό βάθρο της αίτησης του ήταν οι διατάξεις του άρθρου 11 (4) Β του περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου 1995 (Ν 4(Ι)/1995). Το αυτοκίνητο το οποίο ο αιτητής διεκδικούσε με απαλλαγή το εισήγαγε στις 8.9.95 και το κατείχε δυνάμει των περί Προσωρινής Εισαγωγής (Ιδιωτικά Οχήματα και Αεροσκάφη) Κανονισμών του 1968, ΚΔΠ 179/68. Στην αίτηση του ο αιτητής δήλωσε ότι μετανάστευσε στην Αγγλία τον Αύγουστο του 1966 και επέστρεψε στην Κύπρο για επανεγκατάσταση στις 24.8.1994, με αποτέλεσμα η υπό του Νόμου προβλεπόμενη δεκαετής εγκατάσταση στο εξωτερικό πριν τον επαναπατρισμό του να υπολογίζεται από τις 23.8.84 μέχρι τις 24.8.94.
Κατά την εξέταση της αίτησης του από αρμόδιο λειτουργό διαπιστώθηκε ότι ο αιτητής κατά τον ουσιώδη χρόνο, 23.8.84 - 24.8.94, βρισκόταν στην Κύπρο μαζί με την οικογένεια του από τις 16.5.87 μέχρι 9.9.88. Κατά την περίοδο εκείνη είχε υποβάλει αίτηση για απαλλαγή από τους πληρωτέους δασμούς και φόρους για το ίδιο αυτοκίνητο με βάση τον Κώδικα Απαλλαγής 01.19 του Τέταρτου Πίνακα του περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου αρ. 18 του 1978 την οποία όμως εγκατέλειψε πριν να ολοκληρωθεί η εξέταση της λόγω του ότι θα επέστρεφε οικογενειακώς στην Αγγλία σύμφωνα με επιστολή του ημερ. 9.9.88.
Ενόψει των πιο πάνω γεγονότων και σύμφωνα με την ακολουθητέα από το Τμήμα πολιτική η παραμονή του αιτητή στην Κύπρο θεωρήθηκε ότι συνιστούσε διακοπή της μόνιμης και συνεχούς εγκατάστασης του στο εξωτερικό με αποτέλεσμα η πιο πάνω αίτηση του, ημερ. 8.12.95, να μην γίνει αποδεκτή. Επιπρόσθετα υπέρ της απόρριψης της αίτησης του συνηγορούσε και το γεγονός ότι η εισαγωγή του αυτοκινήτου έγινε στις 8.9.95, δηλαδή πέραν του ενός χρόνου από την ημερομηνία άφιξης για επανεγκατάσταση του που ήταν η 24.8.94. Η απόφαση του Τμήματος Τελωνείων διαβιβάστηκε στον αιτητή με την επιστολή ημερ. 27.12.95.
Ο αιτητής, με επιστολή των δικηγόρων του, ημερ. 26.3.96, αμφισβήτησε τους λόγους απόρριψης της αίτησης του και ζήτησε αναθεώρηση της απόφασης του Τμήματος με το επιχείρημα ότι ο αιτητής διαμόρφωσε την οριστική απόφαση του για επανεγκατάσταση του στην Κύπρο περί τον Αύγουστο του 1995, αναιρώντας ουσιαστικά την ημερομηνία που δήλωσε στην αίτηση του την 24.8.94.
Οι ισχυρισμοί των δικηγόρων του αιτητή εξετάσθηκαν από το Τμήμα Τελωνείων. Από έρευνα που έγινε μέσω του Τμήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων διαπιστώθηκε ότι ο αιτητής εργάζεται στην Κύπρο από το 1994 και καταβάλλει και σχετικές εισφορές στο σύστημα Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Μετά από γνωμάτευση του Γραφείου του Γενικού Εισαγγέλεα της Δημοκρατίας σε άλλη υπόθεση, σύμφωνα με την οποία η μακρά παραμονή κάποιου στην Κύπρο δεν συνιστούσε διακοπή της μόνιμης εγκατάστασης στο εξωτερικό, το αίτημα του αιτητή έγινε αποδεκτό. Βασική προϋπόθεση της αποδοχής του αιτήματος ήταν ότι η απαλλαγή θα αφορούσε αυτοκίνητο το οποίο εισήχθη στην Κύπρο πριν την 23.8.1995 (Βλ. επιστολή του Τμήματος Τελωνείων ημερ. 23.1.97).
Ο αιτητής με νέα επιστολή του ημερ. 4.2.97 ζήτησε όπως η απαλλαγή ισχύσει για το συγκεκριμένο αυτοκίνητο με αρ. εγγραφής VC 955 που εισήγαγε την 8.9.95.
Το αίτημα του αιτητή διαβιβάστηκε στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας. Ο τελευταίος αποφάνθηκε ότι το "αίτημα δεν μπορεί να ικανοποιηθεί για το συγκεκριμένο όχημα εφόσον η εισαγωγή του δεν έγινε μέσα σ΄ ένα χρόνο από την επανεγκατάσταση του όπως ρητά προνοεί η σχετική νομοθεσία". Εν όψει της γνωμάτευσης του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ο αιτητής πληροφορήθηκε ότι η πιο πάνω έγκριση ημερ. 23.1.97 μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο για αυτοκίνητο που εισήχθη στην Κύπρο πριν τις 23.8.95 (Βλ. επιστολή του Τμήματος Τελωνείων ημερ. 31.7.97).
΄Ηταν η θέση του ευπαίδευτου συνήγορου του αιτητή ότι λανθασμένα η Διοίκηση θεωρεί ότι η ουσιώδης ημερομηνία για υπολογισμό του χρόνου εισαγωγής του αυτοκινήτου του είναι η ημερομηνία της 24.8.94, δηλαδή η ημερομηνία άφιξης του αιτητή για επανεγκατάσταση και ότι θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη η 1.6.95, ημερομηνία κατά την οποία, σύμφωνα με τον αιτητή, διεμορφώθη η απόφαση του για μόνιμη εγκατάσταση, μετά την υπηρεσία του στην Εθνική Φρουρά και την εξασφάλιση εργασίας.
Η νομική βάση του επίδικου αιτήματος του αιτητή βρίσκεται στις διατάξεις του πιο πάνω άρθρου 11 (4) Β του περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου 1995 (Ν 4(1)/95) το οποίο προβλέπει:
"11.(4) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου ως και οιασδήποτε ετέρας διατάξεως οπουδήποτε διαλαμβανομένης και αφορώσης εις την ατελή εισαγωγήν εμπορευμάτων ωσαύτως απαλλάττονται του εισαγωγικού δασμού ή και φόρου καταναλώσεως υπό τους ακόλουθους όρους και προϋποθέσεις.
(β) μηχανοκίνητα οχήματα της Κλάσεως 8702 τα οποία εγγράφονται υπό την αρμοδίαν αρχήν εγγραφής μηχανοκινήτων οχημάτων διά την μεταφοράν μέχρι και εννέα προσώπων και μηχανοκίνητα οδικά οχήματα των Κλάσεων 8703 21-24, 8703 31-33 και 8703 90 εισαγόμενα υπό ή δια λογαριασμόν Κυπρίων οι οποίοι κατόπιν μονίμου εγκαταστάσεως εις το εξωτερικόν διά την συνεχή περίοδον των τελευταίων δέκα τουλάχιστον ετών προ της επανόδου των διά μόνιμον εγκατάστασιν εν τη Δημοκρατία, νοουμένου ότι η εισαγωγή γίνεται εντός ενός έτους από της αφίξεως των εν τη Δημοκρατία δι΄ επανεγκατάστασιν
Το κύρος της προσβαλλόμενης απόφασης εξαρτάται από την ερμηνεία που θα δοθεί στο πιο πάνω άρθρο του Νόμου. Το μέρος του άρθρου που μας ενδιαφέρει είναι το υπογραμμισμένο. Ο πρωταρχικός σκοπός της ερμηνείας ενός Νόμου είναι για να διαπιστωθεί η πρόθεση του Νομοθέτη όπως αυτή έχει εκφρασθεί
(Viscountess Rhondda's Claim (1992) A.C. 339 H.L. 397).Η πρόθεση και επομένως το νόημα ενός Νόμου πρωτίστως πρέπει να αναζητηθεί στο λεκτικό που έχει χρησιμοποιηθεί. ΄Οπου το λεκτικό είναι απλό και ξεκάθαρο πρέπει να εφαρμόζεται όπως έχει, όσο και αν υπάρχουν ισχυρές υποψίες ότι δεν αντιπροσωπεύει την πραγματική
πρόθεση του Νομοθέτη (Inland Revenue Commissioner v. Hinchy (1960) A.C. 748 (H.L.) 767).΄Οπου το λεκτικό είναι απλό και δέχεται μόνο μια ερμηνεία δύσκολα μπορεί να λεχθεί ότι εγείρεται θέμα ερμηνείας (Capper v. Baldwin (1965) 2 Q.B. 53, 61 και Siman (No.
2) v. Municipality of Famagusta (1972) 3 C.L.R. 329). ΄Οταν το δικαστήριο ερμηνεύει ένα νόμο δεν πρέπει να εξετάζει μόνο τις θεραπείες που προσφέρει. Πρέπει να εξετάζει και τί σκόπευε να θεραπεύσει. Ωστόσο δεν μπορεί να προσθέτει λέξεις σε ένα Νόμο ή να διαβάζει λέξεις που δεν βρίσκονται μέσα στο Νόμο (R. v. Wimbledon Justices, ex parte Derwent (1953) 1 Q.B. 380, 384, Petrides and Others v. Republic (1964) C.L.R. 413).΄Εχω την άποψη πως το λεκτικό του Νόμου είναι απλό και ξεκάθαρο. Υπόκειται σε μια και μόνη ερμηνεία. Αυτό που έχει αποφασιστική σημασία, σύμφωνα με την ορθή ερμηνεία του Νόμου, είναι η ημερομηνία άφιξης του αιτητή. Υιοθέτηση της ερμηνείας που εισηγείται ο αιτητής θα ισοδυναμούσε με προσθήκη λέξεων στο Νόμο. Μια τέτοια πορεία δεν επιτρέπεται από τους κανόνες ερμηνείας (Βλ.
Petrides, πιο πάνω).Σύμφωνα λοιπόν με την ορθή ερμηνεία του Νόμου η εισαγωγή του αυτοκινήτου έπρεπε να είχε γίνει μέσα σ΄ ένα χρόνο από την άφιξη του αιτητή στη Δημοκρατία, όπως ήταν και η σχετική απόφαση της Διοίκησης. Ακολουθεί πως η τελευταία έχει ερμηνεύσει ορθά το Νόμο και δεν παρέχεται πεδίο για επέμβαση του Δικαστηρίου.
Για τον πιο πάνω λόγο η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα £300. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται στην ολότητά της.
Π. ΚΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.