ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 351/98.
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Γεώργιου Παναγή,
Αιτητή
και
Αρχής Λιμένων Κύπρου,
Καθ΄ ων η αίτηση.
_________________
30 Δεκεμβρίου, 1998
.Για τον αιτητή: Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Ε. Ελευθερίου για Τ. Παπαδόπουλο.
Για το ενδιαφερόμενο μέρος: Χρ. Χριστοφίδης.
___________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής είναι Λιμενικός Μηχανοδηγός από τις 15.6.86. ΄Ηταν υποψήφιος για τη θέση Ανώτερου Λιμενικού Μηχανοδηγού ("η επίδικη θέση"). Ο Σωτήρης Παναγή ("το Ε.Μ.") ήταν ο μόνος άλλος υποψήφιος. Κατέχει τη θέση του Λιμενικού Μηχανοδηγού από την 1.4.93.
Το Συμβούλιο της Αρχής Λιμένων Κύπρου εξέτασε το θέμα της πλήρωσης της επίδικης θέσης στις 8.12.97. Μελέτησε τους προσωπικούς φακέλους και τις ετήσιες εμπιστευτικές και υπηρεσιακές εκθέσεις των δύο υποψηφίων. Διαπίστωσε ότι καλύπτουν τις προϋποθέσεις του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης. Στη συνέχεια δέχθηκε ενώπιον του για προφορική εξέταση χωριστά τους δύο υποψηφίους. Στον κάθε υποψήφιο υποβλήθηκαν κατάλληλες ερωτήσεις για να διαπιστωθεί η καταλληλότητα του σε σχέση με το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης και για την καλύτερη δυνατή αξιολόγηση του από το Συμβούλιο της Αρχής. Η προφορική εξέταση έλαβε χώραν στην παρουσία του κ. Χρ. Ασημένου, Αν. Διευθυντή Εκμετάλλευσης ("ο Διευθυντής"). Ο τελευταίος κλήθηκε από το Συμβούλιο για να το βοηθήσει λόγω των ειδικών του γνώσεων κατά την προφορική εξέταση σε σχέση με τα απαιτούμενα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης. Ο Διευθυντής αξιολόγησε την απόδοση του αιτητή σε σχέση με τις ερωτήσεις που του υπέβαλε ο ίδιος στην προφορική εξέταση ως "ικανοποιητική" και την απόδοση του Ε.Μ. ως "πολύ ικανοποιητική".
Αφού άκουσε και τη σύσταση του Διευθυντή, ο οποίος σύστησε για προαγωγή το Ε.Μ. το Συμβούλιο της Αρχής αποφάσισε την προαγωγή του Ε.Μ. στην επίδικη θέση. Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής επιδιώκει την ακύρωση της προαγωγής του Ε.Μ..
Με τους λόγους ακύρωσης βάλλεται κυρίως η σύσταση του Διευθυντή. Ο τελευταίος ανέφερε ότι καθόσο αφορά την αξία, από τις εμπιστευτικές και υπηρεσιακές εκθέσεις των υποψηφίων - με έμφαση στα τελευταία 3 χρόνια - που εμελέτησε δεν φαίνεται να προκύπτει καταφανής υπεροχή οποιουδήποτε και θεωρεί ότι οι δύο υποψήφιοι είναι ισάξιοι από πλευράς αξίας. Από πλευράς ακαδημαϊκών προσόντων η υπηρεσιακή εικόνα των δύο υποψηφίων είναι περίπου η ίδια, δεδομένου ότι έχουν και οι δύο μόρφωση πέραν εκείνης που προβλέπεται στο σχέδιο υπηρεσίας της θέσης πλην όμως όχι εξατάξιου επιπέδου, αλλά ο μεν αιτητής τετρατάξιου, το δε Ε.Μ. κατά τι πέραν του πεντατάξιου. Από πλευράς αρχαιότητας ο αιτητής έχει έκδηλη υπεροχή εφόσο υπερτερεί έναντι του Ε.Μ. κατά 7 σχεδόν χρόνια. Και ο Διευθυντής συνέχισε ως εξής:
"΄Εχοντας προσωπική άμεση γνώση πέραν της 20ετίας σε σχέση και με τους δύο υποψηφίους οι οποίοι απασχολούνται έκτοτε στο λιμάνι της Λεμεσού και αφού έλαβα υπόψη τις γνώσεις και εμπειρίες που απέκτησαν σε σχέση με το μηχανικό ανυψωτικό εξοπλισμό που διαθέτει η Αρχή θεωρώ ότι ο Σ. Παναγή - το Ε.Μ. - συγκεντρώνει περισσότερες προϋποθέσεις και θα είναι σε συγκριτικά καλύτερη θέση από τον κ. Γεώργιο Παναγή - αιτητή - να εκτελεί τα καθήκοντα της θέσης του Ανώτερου Λιμενικού Μηχανοδηγού, η οποία είναι σημαντική θέση με την έννοια ότι πρόκειται ουσιαστικά για τον προϊστάμενο των Λιμενικών Μηχανοδηγών στο λιμάνι που υπηρετεί, για τους ακόλουθους λόγους:
(α) Ο κ. Σ. Παναγή - Ε.Μ. - χειριζόταν και χειρίζεται όλα τα είδη του μηχανικού ανυψωτικού εξοπλισμού που υπάρχει στο λιμάνι της Λεμεσού, συμπεριλαμβανομένου του πλωτού γερανού του οποίου ήταν ο κύριος χειριστής, ενώ ο κ. Γ. Παναγή - αιτητής - δεν χειριζόταν τον πλωτό γερανό για αρκετό χρονικό διάστημα.
(β) Στο θέμα της μειωμένης παραγωγικότητας που παρουσιάζεται κατά καιρούς μεταξύ των Λιμενικών Μηχανοδηγών, πράγματι ο κ. Σ. Παναγή - Ε.Μ. - κατέβαλλε συνεχείς προσπάθειες να πείσει τους συναδέλφους του ν΄ αυξήσουν την απόδοσή τους και επιδείκνυε καλύτερη διάθεση και ο ίδιος όσον αφορά τη δική του παραγωγικότητα, σε αντίθεση με τον κ. Γ. Παναγή - αιτητή - ο οποίος φαινόταν αδιάφορος για το σκοπό αυτό. Ως αποτέλεσμα της εν προκειμένω καλύτερης γενικά στάσης και αντίδρασης του κ. Σ. Παναγή - Ε.Μ. -, του ανατέθηκε ο ρόλος του βοηθού του Ανώτερου Λιμενικού Μηχανοδηγού που υπηρετεί στο λιμάνι της Λεμεσού σε θέματα οργάνωσης της εργασίας του μηχανικού εξοπλισμού μέσα στο λιμενικό χώρο. Τούτο υποδηλοί ιδιαίτερες διοικητικές ικανότητες, τις οποίες ο κ. Σ. Παναγή - Ε.Μ. - έχει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό συγκριτικά με τον κ. Γ. Παναγή - Ε.Μ. -, παρόλο που η εν προκειμένω έκδηλη υπεροχή του κ. Σ. Παναγή - Ε.Μ. - δεν αντικατοπτρίζεται σε υπηρεσιακές του εκθέσεις, τουλάχιστο για τα τρία τελευταία χρόνια που υπάρχουν, επειδή κανένας από τους δυο υποψηφίους δεν βαθμολογήθηκε για το στοιχείο αξιολόγησης (8) για τα χρόνια αυτά.
(γ) Πέραν των ανωτέρω, έκρινε την απόδοση του Σ. Παναγή κατά την προφορική εξέταση ως πολύ ικανοποιητική, ενώ του κ. Γ. Παναγή ως ικανοποιητική, όπως προανάφερε, πράγμα που αντανακλά την καλύτερη ποιότητα των απαντήσεων που έδωσε ο πρώτος και τη θετικότερη αντίληψη και στάση του έναντι των καθηκόντων που θα κληθεί να εκτελεί."
Ο Διευθυντής πρόσθεσε ότι, υπό το φως των λόγων που προανάφερε, πιστεύει ότι η έκδηλη υπεροχή του κ. Γ. Παναγή - αιτητή - από πλευράς αρχαιότητας δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως βαρύνουσα. Ως εκ των ανωτέρω, κατέληξε, και έχοντας υπόψη τους προσωπικούς φακέλους και τους φακέλους με τις ετήσιες εμπιστευτικές και υπηρεσιακές εκθέσεις των υποψηφίων και με βάση τα νόμιμα κριτήρια στο σύνολό τους (αξία, προσόντα, αρχαιότητα), συστήνει ως καταλληλότερο για προαγωγή στην εν λόγω θέση τον κ. Σ. Παναγή - Ε.Μ..
Με άλλο λόγο ακύρωσης ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση τυγχάνει αναιτιολόγητη. Αυτός ο λόγος ακύρωσης καθιστά απαραίτητη την αναφορά στις λεπτομέρειες της προσβαλλόμενης απόφασης.
Το Συμβούλιο αποφάσισε όπως λάβει υπόψη τις εμπιστευτικές εκθέσεις των υποψηφίων στο σύνολο τους με έμφαση στα τρια τελευταία χρόνια (1994, 1995 και 1996). Αξιολόγησε την απόδοση του αιτητή στην προφορική εξέταση ως ικανοποιητική και εκείνη του Ε.Μ. πολύ καλή. ΄Εκρινε ότι ο αιτητής ικανοποιεί τα απαιτούμενα προσόντα για τη θέση, όσον αφορά όμως στο προσόν της διοικητικής ικανότητας που καθορίζεται, μεταξύ άλλων, στην παράγραφο 4(δ) του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης, το οποίο, κατά την κρίση του Συμβουλίου, αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου, το ικανοποιεί σε μικρότερο βαθμό συγκριτικά με το Ε.Μ.. Η απόφαση του Συμβουλίου καταλήγει ως εξής:
"Από την εξέταση όλων των στοιχείων που είχε ενώπιόν του, το Συμβούλιο κατέληξε ομόφωνα στο συμπέρασμα ότι οι συστάσεις του Αν. Διευθυντή Εκμετάλλευσης ήταν αιτιολογημένες επαρκώς και, ως εκ τούτου, μπορεί να τις δεχθεί. Περαιτέρω το Συμβούλιο έκρινε ότι, παρά την έκδηλη υπεροχή του κ. Γ. Παναγή- αιτητή - όσον αφορά το κριτήριο της αρχαιότητας, τούτο υπερκεράζεται λόγω της καταφανούς και έκδηλης υπεροχής του κ. Σ. Παναγή όσον αφορά το προσόν της διοικητικής ικανότητας όπως προαναφέρεται και επομένως, δεν θα πρέπει ν΄ αποδοθεί σημαντική βαρύτητα ή ιδιαίτερη βαρύτηα στο πιο πάνω κριτήριο. Αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν του ουσιώδη στοιχεία, το Συμβούλιο έκρινε με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους (αξία, προσόντα, αρχαιότητα) ότι ο κ. Σωτήρης Παναγή είναι ο πιο κατάλληλος για προαγωγή στη θέση του Ανώτερου Λιμενικού Μηχανοδηγού και αποφάσισε, ομόφωνα, να τον προαγάγει στην πιο πάνω θέση. Περαιτέρω το Συμβούλιο, έχοντας υπόψη ότι οι ανάγκες της Αρχής για προσωπικό στην εν λόγω θέση είναι στο λιμάνι της Λάρνακας, αποφάσισε όπως ο κ. Σ. Παναγή μετατεθεί, από τις 2.1.1998, από το λιμάνι της Λεμεσού στο λιμάνι της Λάρνακας, στο οποίο θα είναι ο τόπος της εργασίας του."
Η σύσταση του Διευθυντή.
΄Εχει υποστηριχθεί ότι η σύσταση του Διευθυντή περιέχει εξωγενή στοιχεία και "εν πολλοίς θυματοποίηση από το είδος των καθηκόντων που ανατέθηκαν στους υποψηφίους". Πρόσθετα ο Διευθυντής ανεπίτρεπτα προσδίδει στο Ε.Μ. ιδιαίτερες διοικητικές ικανότητες τις οποίες μάλιστα "όπως αναφέρει στη σύσταση του έχει σε μεγαλύτερο βαθμό έστω και αν δεν αντικατοπτρίζεται στις υπηρεσιακές του εκθέσεις, τουλάχιστον για τα 3 τελευταία χρόνια".
Πρόσθετα ο διευθυντής έχει καταδικάσει τον αιτητή χωρίς "να του παρέχει το δικαίωμα ακροάσεως για να αντικρούσει την αναληθή αναφορά ότι ο αιτητής ήταν αδιάφορος στην παραγωγικότητα".
Εξέταση της σύστασης του Διευθυντή αποκαλύπτει ότι οι λόγοι που τον οδήγησαν στη σύσταση του υπέρ του Ε.Μ. είναι οι πιο κάτω:
(1) Το είδος των καθηκόντων που εκτελούσε το Ε.Μ. (βλ. παραγ. (α) και (β)
της σύστασης).
(2) Η στάση του αιτητή στο θέμα της μειωμένης παραγωγικότητας που
παρουσιάζεται κατά καιρούς μεταξύ των Λιμενικών Μηχανοδηγών
(βλ. παραγ. (β) της σύστασης).
(3) Η διάθεση του αιτητή όσον αφορά τη δική του παραγωγικότητα, ο οποίος
- σε αντίθεση με το Ε.Μ. - φαινόταν αδιάφορος για το σκοπό αυτό (βλ.
παραγ. (β) της σύστασης).
(4) Οι ιδιαίτερες διοικητικές ικανότητες του Ε.Μ. (βλ. παραγ. (β) της
σύστασης).
(5) Η καλύτερη απόδοση του Ε.Μ. στην προφορική εξέταση.
Εκ μέρους του Συμβουλίου της Αρχής έχει υποστηριχθεί ότι εφόσο η σύσταση του Διευθυντή δεν αποτελεί ξεχωριστό θεσμοθετημένο στοιχείο κρίσεως επιλογής η ανάγκη για αιτιολογία της σύστασης δεν είναι επιβεβλημένη.
΄Οπου η Διοίκηση οικειοθελώς παραθέτει αιτιολογία "χωρίς να είναι υπόχρεως εις τούτο" η Νομολογία δέχεται ότι έστω και αν ο Νόμος δεν απαιτεί αιτιολόγηση της πράξης, εφόσο αυτή φέρει ορισμένη αιτιολογία, η νομιμότητα της υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο (Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-59, σελ. 189)
.Προχωρώ στο δικαστικό έλεγχο της αιτιολογίας της σύστασης του Διευθυντή.
΄Εχει ήδη υποδειχθεί ότι το είδος των καθηκόντων που εκτελούσε το Ε.Μ. αποτέλεσε ένα από τους λόγους της προτίμησης του από τον Διευθυντή. ΄Εχω ασχοληθεί με παρόμοιο θέμα στην Κουνούνης κ.α. ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (Υποθ. 535/91 και 667/91/30.9.96) από την οποία μεταφέρω το σχετικό απόσπασμα:
"Στην Γεωργιάδης ν. Α.Η.Κ., Α.Ε. 1589, 18.6.96, τονίσθηκε ότι οι αρχές της χρηστής διοίκησης επιβάλλουν την ίση μεταχείρηση των υποψηφίων για προαγωγή, αρχή η οποία απαιτεί την αξιολόγηση του κάθε υποψηφίου σύμφωνα με τα καθήκοντα τα οποία του ανατίθενται στο πλαίσιο του σχεδίου υπηρεσίας. Διαφορετικά, θα αφήνετο στη διοίκηση να επαυξάνει τις πιθανότητες για προαγωγή υπαλλήλων που υπηρετούν στην ίδια θέση, ανάλογα με τα καθήκοντα που τους ανατίθενται (Βλ. και Ιωαννίδης ν. Δημοκρατίας (1986) 3 Α.Α.Δ. 1089, 1095, Δρουσιώτης ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου, Υποθ. 524/88, 31.8.90, Στεφάνου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 512/89, 19.9.90, Δρουσιώτη κ.α. ν. Ρ.Ι.Κ., Υποθ. 383/88 κ.α., 11.6.90, Γεωργίου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 1040/87, 12.12.90, Γεωργιάδου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 817, 12.7.90 και Αβρααμίδης ν. Α.Η.Κ., Υποθ. 1147/91, 15.5.96)
Το είδος των καθηκόντων που εκτελούσε το ενδιαφερόμενο μέρος αποτελούσε ένα εξωγενή ή άσχετο παράγοντα. Δεν μπορούσε να του δοθεί οποιαδήποτε βαρύτητα. Η λήψη υπόψη του πιο πάνω παράγοντα αποτελεί πλημμελή άσκηση της σχετικής διακριτικής ευχέρειας της αρχής και καθιστά την επίδικη απόφαση αντίθετη προς το νόμο και σαν ληφθείσα καθ΄ υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας (Κονναρής κ.α. ν. Δημοκρατίας (1974) 3 Α.Α.Δ. 377, Χρίστου ν. Δημοκρατίας (1969) 3 Α.Α.Δ. 134, Νικολάου ν. Δημοκρατίας (1967) 3 Α.Α.Δ. 308, Τζαβέλας κ.α. ν. Δημοκρατίας (1975) 3 Α.Α.Δ. 490)
."Ακολουθεί πως το είδος των καθηκόντων που εκτελούσε ο αιτητής δεν αποτελεί νόμιμο στοιχείο δυσμενούς κρίσεως. Πρόσθετα έχει σημειωθεί παράβαση της αρχής της χρηστής διοίκησης και της αρχής της ίσης μεταχείρισης (Βλ. Γεωργιάδης, πιο πάνω)
.Η σύσταση του Διευθυντή παρουσιάζει τον αιτητή αδιάφορο όσον αφορά τη δική του παραγωγικότητα. Παρατηρώ: Για να διαμορφώσει τη σύσταση του ο Διευθυντής έχει δώσει έμφαση στις εμπιστευτικές εκθέσεις των τελευταίων 3 ετών. Στις εμπιστευτικές εκθέσεις οι υπάλληλοι αξιολογούνται σε σχέση με τα στοιχεία της "απόδοσης", του "υπηρεσιακού ενδιαφέροντος", της "υπευθυνότητας", της "πρωτοβουλίας" και της "συνεργασίας/σχέσης με τους άλλους συναδέλφους τους".
Τα πιο πάνω στοιχεία περιλαμβάνουν και την παραγωγικότητα. Η βαθμολογία των δύο υποψηφίων σε σχέση με το κάθε ένα από τα πιο πάνω στοιχεία είναι ακριβώς η ίδια. Ακολουθεί πως η σύσταση του Διευθυντή στο βαθμο που αναφέρεται στην παραγωγικότητα του αιτητή δεν συνάδει με τα στοιχεία του φακέλου.
Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Διευθυντής ήταν ένας από τους δύο αξιολογούντες Λειτουργούς των δύο υποψηφίων σε σχέση με την εμπιστευτική έκθεση του έτους 1996. Μάλιστα την συνέταξε την ίδια ημερομηνία - 24.6.97. Και ενώ στις 24.6.97 οι δύο υποψήφιοι είχαν αξιολογηθεί από το Διευθυντή με την ίδια βαθμολογία σε σχέση με τα πιο πάνω στοιχεία - τα οποία εμπεριέχουν και το στοιχείο της παραγωγικότητας - 6 μήνες αργότερα ο Διευθυντής φέρεται να έχει αλλάξει γνώμη. Αυτή η στάση αντιστρατεύεται την αρχή της χρηστής διοίκησης και την αρχή "της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του ιδιώτη (Βλ. Π.Δ. Δαγτόγλου, "Γενικό Διοικητικό Δίκαιο", Τρίτη ΄Εκδοση, παραγ. 388: "Συγγενής είναι η αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του ιδιώτη. Η διοίκηση παραβαίνει την αρχή της καλής πίστεως προπάντων όταν ενεργεί κατά τρόπο αντίθετο προς την δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του ιδιώτη. Η εμπιστοσύνη του ιδιώτη στην καλή πίστη, ειλικρίνεια και συνέπεια της διοικήσεως είναι αναγκαία για την λειτουργία κάθε δημοκρατικής πολιτείας." - Βλ. και Καμένος ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1916/14.1.98)
.Πρόσθετα η πιο πάνω ασυμφωνία της σύστασης με τα στοιχεία του φακέλου αποτελεί λόγο για τον οποίο η σύσταση πρέπει να παραγνωρισθεί ή να της δοθεί περιορισμένη βαρύτητα (Βλ. Τριανταφυλλίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 429, 454: "Η Ε.Δ.Υ. σύμφωνα με τη Νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου όχι μόνο μπορεί αλλά πρέπει να παραγνωρίζει τις συστάσεις στην έκταση που είναι ασύμφωνες με τα στοιχεία του φακέλου". Βλ. και Στυλιανού κ.α. ν. Χατζηκωνσταντίνου κ.α. (1994) 3 Α.Α.Δ. 387, 399 και Βασιλείου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1524/27.2.97: "Η βαρύτητα μιας σύστασης εξαρτάται από το βαθμό στον οποίο συνάδει προς τα στοιχεία του φακέλου")
.Υπάρχει και κάτι άλλο στη στάση του Διευθυντή το οποίο αντιστρατεύεται την πιο πάνω αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του ιδιώτη. Ο Διευθυντής ήταν ενήμερος των διοικητικών ικανοτήτων του Ε.Μ.. Και ενώ το Ε.Μ. κατέχει θέση στην κλίμακα 7 και στις εμπιστευτικές εκθέσεις οι υπάλληλοι "από την κλίμακα Α6 και πάνω" αξιολογούνται και σε σχέση με το στοιχείο της Διευθυντικής/Διοικητικής ικανότητας τους (βλ. στοιχείο (γ)), ο Διευθυντής δεν αξιολόγησε το Ε.Μ. σε σχέση με αυτό το στοιχείο όταν ενεργούσε ως ένας από τους αξιολογούντες λειτουργούς στις 24.6.97. Ωστόσο κατά τη διαμόρφωση της σύστασης του θέλησε να οικοδομήσει πάνω στο στοιχείο της διοικητικής ικανότητας του αιτητή. Η σύσταση του Διευθυντή παραβιάζει την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του ιδιώτη.
Περαιτέρω η μη συμφωνία της σύστασης προς τα στοιχεία του φακέλου την καθιστά αναιτιολόγητη (Σαρμά, "Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας", σελ. 133. Βλ. επίσης Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-59, σελ 188: "Είναι πλημμελής αιτιολογία της πράξεως, ήτις ού μόνον δεν στηρίζεται εις τα στοιχεία του φακέλλου, αλλ΄ αντιθέτως κλονίζεται εξ αυτών")
.Ο Διευθυντής με τη σύσταση του θέλησε να παρακάμψει τη δραστικότητα των υπηρεσιακών εκθέσεων. Ωστόσο οι τελευταίες συντάσσονται σε ανύποπτο χρόνο. Αποτελούν τον πρωταρχικό δείκτη της αξίας των υποψηφίων και αντικειμενικό στοιχείο κρίσης της αξίας τους (Βλ. Χαραλαμπίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Δ.Δ. 414, Karpasitis v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1617 και Δημοκρατία ν. Στυλιανού, Α.Ε. 1028, 1029 και 1034/10
.7.90). ΄Εχω την άποψη πως αυτό το αντικειμενικό στοιχείο κρίσης της αξίας δεν μπορεί να εξουδετερωθεί από μια σύσταση του διευθυντή η οποία δεν επιβεβαιώνεται από τα στοιχεία του φακέλου και η οποία πάσχει από πολλές πλημμέλειες.Λόγω των πλημμελειών που έχουν διαπιστωθεί πιο πάνω στη σύσταση του Διευθυντή (έλλειψη αιτιολογίας, ασυμφωνία με τα στοιχεία του φακέλου, παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του ιδιώτη) έπρεπε να είχαν παραγνωρισθεί από το διορίζον όργανο ή να τους είχε δοθεί περιορισμένη βαρύτητα (Βλ. Τριανταφυλλίδης, πιο πάνω).
΄Οπως έχει ήδη αναφερθεί ο αιτητής υπερέχει σε αρχαιότητα του Ε.Μ. κατά 7 έτη. Η νομολογία δέχεται ότι η αρχαιότητα επικρατεί όπου οι άλλοι παράγοντες - αξία και προσόντα - είναι ίσοι. Η νομολογία δέχεται επίσης ότι πρέπει να δίδονται πειστικοί λόγοι για την παραγνώριση της αρχαιότητας (Βλ. Partellides v. Republic (1969) 3 C.L.R. 480, 484 - απόφαση της Ολομέλειας)
.Το Συμβούλιο της Αρχής έκρινε ότι παρά την έκδηλη υπεροχή του αιτητή σε αρχαιότητα τούτο "υπερκεράζεται λόγω της καταφανούς και έκδηλης υπεροχής του Ε.Μ. όσον αφορά το προσόν της διοικητικής ικανότητας". Η διαπίστωση περί υπεροχής του Ε.Μ. στο στοιχείο της διοικητικής ικανότητας είχε έρεισμα τη σύσταση του Διευθυντή. Για τους λόγους που υποδεικνύονται πιο πάνω η σύσταση του διευθυντή έπρεπε να είχε αγνοηθεί ή να της είδε δοθεί περιορισμένη βαρύτητα. Δεν μπορούσε επομένως να αποτελέσει την πειστική εκείνη αιτιολογία που απαιτείται από τη νομολογία για την παραγνώριση
της καταφανούς αρχαιότητας του αιτητή. Ακολουθεί πως η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω έλλειψης αιτιολογίας.Επίσης: Το Συμβούλιο της Αρχής "από την εξέταση όλων των στοιχείων που είχε ενώπιον του, κατέληξε ομόφωνα στο συμπέρασμα ότι οι συστάσεις - του Διευθυντή - ήταν αιτιολογημένες επαρκώς και, ως εκ τούτου, μπορεί να τις δεχθεί". Ωστόσο τα στοιχεία που είχε ενώπιον του το Συμβούλιο δεν περιέχουν οποιαδήποτε αναφορά στο στοιχείο της διοικητικής ικανότητας. Επομένως ένα από τα γεγονότα "τα αιτιολογούντα την πράξιν" δεν έχει αποδειχθεί. Για το λόγο αυτό η πράξη τυγχάνει αναιτιολόγητη (Βλ. Θ. Δ. Τσάτσου "Η Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας", σελ. 247: "Καθιστά την πράξιν ακυρωτέαν η όλως αναπόδεικτος επίκλησις του αιτιολογούντος την πράξιν γεγονότος").
Ούτως εχόντων των πραγμάτων το διορίζον όργανο έπρεπε να είχε προβεί στη δική του έρευνα για να διαπιστώσει κατά πόσο το Ε.Μ. κατέχει σε υπέρτερο βαθμό το προσόν της διοικητικής ικανότητας εφόσον - μάλιστα - ήταν ένα από τα προσόντα που απαιτούνται από τα σχέδια υπηρεσίας. Η διαπίστωση των προσόντων των υποψηφίων είναι έργο που ανήκει στο διορίζον όργανο. Η ύπαρξη του προσόντος της διοικητικής ικανότητας έπρεπε να είχε επιβεβαιωθεί από τα στοιχεία του φακέλου. Η σύσταση του Διευθυντή από μόνη της δεν μπορούσε, για τους λόγους που υποδεικνύονται πιο πάνω, να τεκμηριώσει την ύπαρξη του σχετικού προσόντος. Ακολουθεί πως η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί και λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας.
Ο αιτητής είναι υιός αγνοουμένου και ο αδελφός του έχει φονευθεί στη διάρκεια της θητείας του στην Εθνική Φρουρά. Με έρεισμα το άρθρο 3(1) του περί Επαγγελματικής Αποκατάστασης των Παθόντων και των Τέκνων των Εγκλωβισμένων Νόμο του 1997 (Ν 55(Ι)/97) έχει υποστηριχθεί ότι ο αιτητής είναι "παθών
" εντός της έννοιας του Νόμου και έπρεπε να προαχθεί. Το Συμβούλιο της Αρχής έκρινε πως το σχετικό άρθρο - 3(1) - τυγχάνει εφαρμογής μόνο στις περιπτώσεις διορισμών και όχι στις περιπτώσεις προαγωγών. Ο αιτητής είναι πράγματι "παθών" εντός της έννοιας του Νόμου. Ωστόσο, έχοντας υπόψη το λεκτικό του πιο πάνω άρθρου, και ιδιαίτερα τους όρους "διορίζονται" και "σειρά πρόσληψης", κρίνω πως η ερμηνεία που έχει δώσει η Αρχή είναι ορθή. Ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.Η υπόθεση την οποία έχει επικαλεσθεί ο συνήγορος του αιτητή (Χούρη κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 377/96 κ.α./22.9.98) διακρίνεται από την παρούσα υπόθεση. Αναφερόταν στην ερμηνεία Νόμου - του άρθρου 3(1) του Ν 53(Ι)/96 - με διαφορετικό λεκτικό.
Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται στην ολότητά της με έξοδα £300. Καμιά διαταγή για τα έξοδα του ενδιαφερόμενου μέρους.
Π. ΚΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.