ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 847/97.
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Θρασύβουλου Φυλακτού,
Αιτητή
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων,
Καθ΄ ων η αίτηση.
____________________
30 Νοεμβρίου, 1998
.ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡ. 14.10.98
.Για τον αιτητή: Κ. Χ" Κωστής.
Καθ΄ ων η αίτηση κλήθηκαν και δεν παρουσιάστηκαν.
___________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Στις 28.7.98 το Δικαστήριο εξέδωσε την επιφυλαχθείσα απόφαση του με την οποία απέρριψε την πιο πάνω προσφυγή. ΄Εκρινε πως η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι εκτελεστή πράξη και δεν υπόκειται σε προσφυγή δυνάμει του άρθρου 146.1 του Συντάγματος.
Στις 14.10.98 - 35 μέρες μετά την προθεσμία για την καταχώριση έφεσης - ο αιτητής καταχώρησε αίτηση για διάταγμα "που να παρατείνει για διάστημα 15 ημερών την προθεσμία καταχώρισης έφεσης". Η αίτηση επιδόθηκε στους καθ΄ ων η αίτηση αλλά οι τελευταίοι δεν εμφανίστηκαν. Το πραγματικό βάθρο της αίτησης παρατίθεται στην ένορκη δήλωση του αιτητή η οποία συνοδεύει την αίτηση. Λέγει ο αιτητής: Αφού - στις 30.7.98 - ο δικηγόρος του τον ενημέρωσε για το αιτιολογικό της απόφασης του Δικαστηρίου συμφώνησαν όπως μελετήσει την δυνατότητα καταχώρισης έφεσης. Πριν ο δικηγόρος του αποφασίσει "για το αν υπάρχει υπόβαθρο για να εφεσιβληθεί η απόφαση του Δικαστηρίου θα έπρεπε να μελετήσει πρώτα το φάκελο του Δικαστηρίου καθώς και το φάκελο της αίτησης για χορήγηση σύνταξης ανικανότητας, ο οποίος ήταν στην κατοχή των καθ΄ ων η αίτηση". Επειδή η απόφαση του Δικαστηρίου είχε εκδοθεί μέσα στην περίοδο των θερινών διακοπών, ο δικηγόρος του διέκοψε τις εργασίες του για διάστημα 20 περίπου ημερών για ανάπαυση και μόλις επέστρεψε από την άδεια του προσπάθησε αμέσως να εντοπίσει τους πιο πάνω αναφερόμενους φακέλους για τη σχετική μελέτη. Λόγω όμως των θερινών διακοπών και των αποστάσεων, δεν μπόρεσε να εντοπίσει και να συμπληρώσει έγκαιρα τη μελέτη των αναφερόμενων φακέλων με αποτέλεσμα να παρέλθει η προθεσμία καταχώρισης έφεσης. Από τη μελέτη των αναφερόμενων φακέλων έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι έχει καλή νομική βάση για την καταχώριση έφεσης εναντίον της απόφασης του Δικαστηρίου.
Παρατηρώ:
(1) Ο φάκελος του Δικαστηρίου περιέχει μόνο τα έγγραφα που καταχωρήθηκαν από το δικηγόρο του αιτητή και τα έγγραφα που καταχωρήθηκαν από το δικηγόρο της άλλης πλευράς. Αντίγραφο των τελευταίων είχε παραδοθεί στο δικηγόρο του αιτητή. Επομένως ο δικηγόρος του αιτητή είχε στην κατοχή του ολόκληρο το περιεχόμενο του φακέλου του δικαστηρίου και δεν χρειαζόταν να καταβάλει οποιαδήποτε προσπάθεια για να τον εντοπίσει.
(2) Ο φάκελος της διοίκησης ήταν το τεκμήριο αρ. 1 στην προσφυγή. Επιστράφηκε στη διοίκηση την 4.11.98. Ο δικηγόρος του αιτητή μπορούσε εύκολα να προβεί στην επιθεώρηση του.
΄Ελαβα υπόψη το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης σε συνάρτηση με τις πιο πάνω παρατηρήσεις μου. Διαπιστώνω πως δεν παρέχει ικανοποιητική επεξήγηση και δικαιολογία για την παράλειψη άσκησης της έφεσης μέσα στην προβλεπόμενη από τους θεσμούς προθεσμία. Διαπιστώνω, επίσης, ότι ο αιτητής είχε έγκαιρα επιδιώξει την άσκηση των δικαιωμάτων του και ότι η πιο πάνω παράλειψη οφείλεται σε σφάλμα, αδιαφορία ή έλλειψη επιμέλειας του δικηγόρου του.
Η αίτηση θα εξεταστεί υπό το φως των πιο πάνω διαπιστώσεων και παρατηρήσεων μου.
Η παράταση της προθεσμίας για καταχώριση έφεσης είναι ζήτημα διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου η οποία είναι απεριόριστη (Βλ. Georghiou v. Republic (1968) 1 C.L.R. 411). Η άσκηση της εξαρτάται αποκλειστικά από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης.
Στην Παύλου κ.α. ν. Κακογιάννη κ.α. (1963) 2 Α.Α.Δ. 405 και Λοΐζου ν. Κοντεάτη (1968) 1 Α.Α.Δ. 291 τονίστηκε ότι η παράλειψη του δικηγόρου ή του διαδίκου να καταχωρήσει εμπρόθεσμα την έφεση του δεν αποτελεί λόγο παράτασης της προθεσμίας και ότι ο χαρακτηρισμός της παράλειψης ως αμέλειας ή λάθους δεν έχει οποιαδήποτε σημασία. Στην Σολιάτης κ.α. ν. Χριστοδουλίδη (1990) 1 Α.Α.Δ. 1162 το Εφετείο έκαμε αναφορά στην Γεωργίου (πιο πάνω) και Φιλίππου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 230/84/14.10.89, στις οποίες το δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ της αιτούμενης παράτασης παρά το γεγονός ότι "σύμφωνα με ορισμένες γνώμες που εξεφράσθησαν, πιο δύσκολα επιτρέπεται παράταση όταν η έφεση στρέφεται εναντίον της νομιμότητας διοικητικής πράξης παρά σε υποθέσεις αστικής φύσης". Και στις δυο πιο πάνω υποθέσεις κρίθηκε ότι η απροσεξία, το λάθος ή η αμέλεια του δικηγόρου του αιτητή είναι δυνατό να αποτελεί σε μερικές περιπτώσεις ικανοποιητικό λόγο για την παράταση της προθεσμίας. Η πιο πάνω προσέγγιση υιοθετήθηκε από το Εφετείο στην Σολιάτης (πιο πάνω) από την οποία μεταφέρω το σχετικό απόσπασμα:
"Είναι γεγονός ότι οι αρχές που έχουν εκτεθεί στις δύο αυτές υποθέσεις καθορίζουν μια πιο επιεική προσέγγιση σε μερικές περιπτώσεις που παρατηρείται λάθος ή αμέλεια του δικηγόρου του αιτητή. Υιοθετούμε αυτή την προσέγγιση η οποία έχει τις ρίζες της σε προγενέστερες αποφάσεις του Εφετείου μας και στηρίζεται στην ερμηνεία που έδωσαν τα Αγγλικά Δικαστήρια στους αντίστοιχους θεσμούς που είναι όμοιοι με τους δικούς μας, σύμφωνα με την οποία λόγος που αναφέρεται σε λάθος ή παρεξήγηση του εφεσείοντα ή του δικηγόρου του είναι δυνατό να γίνει δεκτός ως ικανοποιητικός λόγος για παράταση της προθεσμίας σε ορισμένες περιπτώσεις, αλλά αν θα γίνει δεκτός ή όχι εξαρτάται πάλιν από τα ιδιαίτερα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης. Σχετικές επί του προκειμένου είναι οι υποθέσεις Ειρήνη Κώστα Χατζημιχαήλ ν. Μαρίας Καραμιχαήλ και δύο άλλων (1967) 1 Α.Α.Δ. 61 και Kevorkian v. Burney (1937) 4 All E.R. 97, C.A."
Παρά την υιοθέτηση της πιο πάνω πιο επιεικούς προσέγγισης το Εφετείο απέρριψε την αίτηση. ΄Εκρινε πως δεν του έχει υποδειχθεί οποιαδήποτε υπόθεση στην οποία η παράλειψη ή η αμέλεια του δικηγόρου να καταχωρίσει εμπρόθεσμα την έφεση του έχει θεωρηθεί από μόνη της ως ικανοποιητικός λόγος για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της παράτασης της προθεσμίας. Ο αιτητής δεν είχε αποσείσει το βάρος της απόδειξης που τον
βαρύνει και δεν είχε ικανοποιήσει το Εφετείο ότι συντρέχουν αρκετοί λόγοι για να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ του αιτούμενου διατάγματος.Στη Βούρια ν. Δασκάλου κ.α. (1993) 1 Α.Α.Δ. 808, 810 το θέμα τέθηκε ως εξής:
"Και οι δύο πλευρές αναγνωρίζουν ότι η δικαιοδοσία του δικαστηρίου για την παράταση της προθεσμίας για την υποβολή έφεσης δεν υπόκειται σε περιορισμούς. Η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου συναρτάται με τα συμφέροντα της δικαιοσύνης, όπως επαναβεβαιώνεται στην πρόσφατη
Στην κρινόμενη περίπτωση ο αιτητής έχει πράγματι επιδείξει σπουδή για την άσκηση των δικαιωμάτων του και έχει εκτραπεί λόγω σφάλματος ή της αδιαφορίας του δικηγόρου του.
Λαμβάνω υπόψη αυτή την πτυχή της υπόθεσης. Επίσης λαμβάνω υπόψη ότι η απόφαση του δικαστηρίου στην παρούσα έφεση δεν επηρεάζει οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο εκτός από τον αιτητή ούτε και φαίνεται να επηρεάζει με οποιοδήποτε τρόπο την διοίκηση. Κρίνω πως η διακριτική μου ευχέρεια πρέπει να ασκηθεί υπέρ
της χορήγησης του αιτούμενου διατάγματος.Η αίτηση εγκρίνεται. Καμιά διαταγή για τα έξοδα.
Π. ΚΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.