ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Δημοκρατία ν. Αντωνίου & άλλων (1993) 3 ΑΑΔ 325
Φιλίππου Δέσποινα ν. Kυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Eπιτροπής Δημόσιας Yπηρεσίας (1997) 3 ΑΑΔ 1
Γιωργάκης Οδυσσέας και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (Υπουργός Εσωτερικών) και Άλλου (1993) 4 ΑΑΔ 2091
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 155/98
Ενώπιον
: ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 146 και 28 του Συντάγματος
Μεταξύ:-
Μάρκου Τράγκολα, από Λάρνακα
Αιτητή
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
1. Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης
2. Αρχηγού Αστυνομίας
Καθ΄ ων η Αίτηση
_ _ _ _ _ _ _ _
30 Οκτωβρίου, 1998
ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ
Για τον Αιτητή: Κος. Αντ. Κωνσταντίνου.
Για τους Καθ΄ ων η Αίτηση: Κος. Μ. Φλωρέντζος, Εισαγγελέας της
Δημοκρατίας.
_ _ _ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την προσφυγή ο αιτητής επιδιώκει την ακύρωση της απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση, που δημοσιεύθηκε στις Εβδομαδιαίες Διαταγές της Αστυνομικής Δύναμης Κύπρου ημερομηνίας 22/12/1997, με την οποία προήχθη ο Χαράλαμπος Χαραλάμπους στη μόνιμη θέση Ανώτερου Υπαστυνόμου, Πυροσβεστική Υπηρεσία, από 1/1/1998, αντί αυτού.
Το πραγματικό υπόβαθρο της προσφυγής είναι το ακόλουθο.
Σύμφωνα με τις πρόνοιες των Περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών του 1989 (Κ.Δ.Π. 52/89), στις 28/2/1997, ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, ύστερα από διαβουλεύσεις με τον Αρχηγό Αστυνομίας που προηγήθηκαν, διόρισε επιτροπή αξιολόγησης για να προβεί στην αξιολόγηση των υποψηφίων για προαγωγή, μεταξύ άλλων, στο βαθμό του Ανώτερου Υπαστυνόμου.
Η Επιτροπή Αξιολόγησης, αφού διεξήλθε και μελέτησε τους προσωπικούς φακέλους των υποψήφιων και τα ατομικά τους δελτία και αφού έλαβε υπόψη τις απόψεις του υπεύθυνου αξιωματικού, ανάλογα με τον τόπο που υπηρετούσε ο αξιολογούμενος υποψήφιος, τους αξιολόγησε, συνέταξε την έκθεση για τον καθένα ξεχωριστά σε ειδικό έτυπο που καθόρισε ο Αρχηγός Αστυνομίας με έγκριση του Υπουργού, και, ακολούθως, διαβίβασε τις εκθέσεις στο Συμβούλιο Κρίσεως.
Στη συνέχεια, το Συμβούλιο Κρίσεως κάλεσε ενώπιον του τους υποψήφιους για προαγωγή, προέβηκε σε προσωπική συνέντευξη για τον καθένα από αυτούς και κατέγραψε τη γενική εντύπωση του για τον κάθε υποψήφιο σε ειδικό έντυπο. Ακολούθως, αφού μελέτησε το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων, των ατομικών δελτίων, τις εκθέσεις της Επιτροπής Αξιολόγησης και τα αποτελέσματα των συνεντεύξεων αξιολόγησε και βαθμολόγησε τους υποψήφιους και κατάρτισε πίνακα κατά αλφαβητική σειρά στον οποίο, δεδομένου ότι η θέση ήταν μία
, περιέλαβε τόσο τον αιτητή όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος και τον υπέβαλε στον Αρχηγό της Αστυνομίας.Ο Αρχηγός Αστυνομίας, αφού μελέτησε τα σχετικά στοιχεία, ζήτησε την έγκριση του Υπουργού για να προάξει το ενδιαφερόμενο μέρος, έγκριση που τελικά του δόθηκε.
Το σχετικό "πρακτικό - σκεπτικό" του Αρχηγού της Αστυνομίας, το οποίο ας σημειωθεί δεν επισυνάφθηκε στην ένσταση του δικηγόρου των καθ΄ ων η αίτηση αλλά στη γραπτή του αγόρευση - πράγμα που έδωσε αφορμή στο δικηγόρο του αιτητή να εκφράσει την υπόνοια ότι ήταν κατασκεύασμα εκ των υστέρων, έχει ως ακολούθως:-
"Μελέτησα τον κατάλογο των Υπαστυνόμων που μου υποβλήθηκε από το Συμβούλιο Κρίσεως που συνιστώνται για προαγωγή σε Ανώτερο Υπαστυνόμο στην Πυροσβεστική Υπηρεσία και τους κατέταξα σε Συγκριτικό Πίνακα κατά σειρά βαθμολογίας. Συμπεριέλαβα σ΄ αυτόν και τα στοιχεία της αρχαιότητας και του επιπρόσθετου προσόντος. Αφού έλαβα υπόψη μου τον Πίνακα αυτό και όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στα σχετικά έντυπα της Επιτροπής Αξιολόγησης και του Συμβουλίου Κρίσεως, καθώς και το περιεχόμενο του Προσωπικού Φακέλου και Ατομικού Δελτίου κάθε υποψήφιου, αξιολόγησα και συνεκτίμησα όλα αυτά στο σύνολο τους με κριτήρια την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα, πάντοτε μέσα στο πνεύμα του Κανονισμού 3 των περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών του 1989 (Κ.Δ.Π. 52/89) και προήγαγα τον Χ. Χαραλάμπους. ΄Οσον αφορά τον Μ. Τράγκολα που δεν προήχθηκε, αφού έλαβε υπόψη την αξία, την πείρα και το επιπρόσθετο ποσόν του, έκρινα ότι ο προαχθής υπερέχει."
Προβάλλεται ως λόγος ακυρώσεως της προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους ότι οι καθ΄ ων η αίτηση δεν έδωσαν την απαιτούμενη ειδική αιτιολογία για την παραγνώριση του πρόσθετου προσόντος που κατείχε ο αιτητής και το οποίο σύμφωνα με τον Κανονισμό 3(3) των Περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών του 1989 αποτελεί πλεονέκτημα. Το πρόσθετο προσόν ήταν πτυχίο της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το ενδιαφερόμενο μέρος δεν κατείχε πρόσθετο προσόν.
Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου η κατοχή πρόσθετου προσόντος δεν παρέχει μη ανατρέψιμο προβάδισμα. Στα πλαίσια του συνόλου των δεδομένων μπορεί να παραγνωριστεί. Αυτή η παραγνώριση όμως πρέπει να είναι το αποτέλεσμα ειδικής αιτιολογίας ή, άλλως, ειδικού συλλογισμού και να είναι διατυπωμένη ρητά και ξεκάθαρα. (Βλέπε, μεταξύ άλλων, Α. Γεωργίου και ΄Αλλοι ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 525, απόφαση ημε. 16/6/1989, Δημοκρατία ν. Ιωσήφ Αντωνίου και ΄Αλλων (1993) 3 Α.Α.Δ. 325, Οδυσσέας Γιωργάκης και ΄Αλλοι ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 243/92, απόφαση ημερ. 27/9/1993, Δ. Φιλίππου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1512, απόφαση ημερ. 14/1/1997, και Μ. Τράγκολα ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 22/97, απόφαση ημερ. 21/11/1997.) Ειδικά όσον αφορά τις προαγωγές στην Αστυνομία χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του Δικαστή Νικήτα στην υπόθεση Θεοδόση Ιωαννίδη ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 943/94, απόφαση ημερ. 27/3/1997.
"Ο Καν. 3(3) αποσκοπούσε στην εισαγωγή πιο αξιοκρατικών κριτηρίων για την ανέλιξη των αξιωματικών της αστυνομίας στους ψηλότερους βαθμούς. Περιττό να τονισθεί η σημασία του πανεπιστημιακού διπλώματος, ιδιαίτερα της νομικής. Είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την εκτέλεση των ασυνομικών καθηκόντων. Ασφαλώς το αρμόδιο όργανο έχει εξουσία να προτιμήσει υποψήφιο χωρίς πρόσθετο προσόν, αλλά σε μία τέτοια περίπτωση επιβάλλεται
Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου ούτε η Επιτροπή Αξιολόγησης, ούτε το Συμβούλιο Κρίσεως, ούτε ο Αρχηγός Αστυνομίας, με το πιο πάνω "πρακτικό-σκεπτικό" του, αλλά ούτε και ο αρμόδιος Υπουργός αναφέρουν οτιδήποτε που θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ειδική αιτιολόγηση της εκ μέρους τους παραγνώρισης του πρόσθετου προσόντος (πλεονεκτήματος) που, αντίθετα με το ενδιαφερόμενο μέρος, κατείχε ο αιτητής.
Η επίδικη απόφαση είναι, επομένως, ακυρωτέα λόγω έλλειψης ειδικής αιτιολογίας για παραγνώριση του πρόσθετου προσόντος του αιτητή. Ενόψει του ευρήματος μου αυτού δεν θεωρώ σκόπιμο να ασχοληθώ με τους υπόλοιπους λόγους ακυρώσεως που προβάλλονται.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα σε βάρος των καθ΄ ων η αίτηση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του ΄Αρθρου 146(4)(β) του Συντάγματος.
Ρ. Γαβριηλίδης,
Δ.
/ΜΝ