ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΑΡ. 587/96
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, Δ.
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Κώστας Αποστολίδης
Aιτητής
και
Κυπριακή Δημοκρατία μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Καθ΄ων η αίτηση
-----------------
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 9 Σεπτεμβρίου 1998.
Για τον αιτητή: Α. Λυκούργου για Τ. Παπαδόπουλο.
Για τους καθ΄ων η αίτηση: Α. Βασιλειάδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
Για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο: Χρ. Χριστοφίδης.
--------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η προσφυγή στρέφεται κατά της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, ημερομηνίας 9.4.96, για προαγωγή του Χ. Καρλεττίδη στη θέση του Διευθυντή Προγραμματισμού (Τακτικός Προϋπολογισμός) Γραφείο Προγραμματισμού.
Η θέση είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής και βρίσκεται ψηλά στην ιεραρχία. Η ΕΔΥ επέλεξε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο αφού συνυπολόγισε:
(α) Την καλύτερη εντύπωση που σχημάτισε η Συμβουλευτική Επιτροπή για την απόδοση του κατά τις συνεντεύξεις, σε σχέση με εκείνη όλων των υπόλοιπων υποψηφίων.
(β) Την εντύπωση που σχημάτισε η ίδια από την απόδοση των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις ενώπιόν της.
(γ) Το γεγονός ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ήταν ο αρχαιότερος από τους υποψήφιους, που ήταν όλοι μέλη της δημόσιας υπηρεσίας και δεν υστερούσε έναντι οποιουδήποτε σε προσόντα.
Η βαθμολογία του αιτητή στις υπηρεσιακές εκθέσεις από το 1990 και μετά ήταν καλύτερη από την αντίστοιχη του ενδιαφερομένου προσώπου αλλά και όλων των άλλων υποψηφίων. Και η ΕΔΥ αναφέρθηκε στο γεγονός. Θεώρησε, έχοντας ως προς αυτό υπόψη και την άποψη του Γενικού Διευθυντή του Γραφείου Προγραμματισμού πως "οι εν λόγω αξιολογήσεις δεν μπορούν να κριθούν συγκριτικά με τις αξιολογήσεις των λοιπόν υποψηφίων που υπηρετούν στο Γραφείο Προγραμματισμού". Ο αιτητής συνυπηρετούσε με τους συνυποψηφίους του στο Γραφείο Προγραμματισμού ως το 1990. Στις 17.4.90 αποσπάστηκε στην Προεδρία της Δημοκρατίας και από τις 17.4.94 στο Υπουργείο Εξωτερικών. Επομένως, αξιολογείτο από άλλη υπηρεσία.
Ο αιτητής υποστήριξε πως η απόφαση της ΕΔΥ είναι αναιτιολόγητη αλλά μπορεί να σημειωθεί από τώρα πως δεν είναι βάσιμος αυτός ο ισχυρισμός. ΄Οσα συνόψισα, συμπληρωμένα από τα στοιχεία των φακέλλων στους οποίους παραπέμπει η ΕΔΥ, συνιστούν επαρκή αιτιολόγηση.
Αποτέλεσε κύριο ισχυρισμό του αιτητή πως η διαδικασία επιλογής πάσχει στη ρίζα της γιατί στη σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής συμμετέσχε ο τότε Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Συγκοινωνιών και ΄Εργων. Κατά τον ισχυρισμό του ήταν προκατειλημμένος εναντίον του γιατί, όταν υπηρετούσε ως Γενικός Διευθυντής του Γραφείου Προγραμματισμού, διαφωνούσε έντονα με την απόσπασή του. Πράγμα που αποδείκτηκε, όπως ισχυρίζεται, από το γεγονός ότι στο πλαίσιο της συνέντευξης "παράνομα και κακόπιστα" του υπέβαλε ερώτηση αναφορικά με τη συνταγματικότητα των προνοιών του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου ως προς την απόδοση στους Υπουργούς αρμοδιοτήτων σε σχέση με τη μετακίνηση προσωπικού. Ας σημειωθεί πως είχαν προηγηθεί παραστάσεις του αιτητή προς τον Υπουργό Οικονομικών πριν από τη συνέντευξη για το ίδιο θέμα και, στη συνέχεια, μετά τη συνέντευξη αλλά εκκρεμούσας ακόμα της διαδικασίας, προς τον Επίτροπο Διοίκησης και προς την ίδια την ΕΔΥ. Πρώτα με προσωπική του επιστολή και μετά με επιστολή των δικηγόρων του. Θεωρούσε τον εαυτό του ως ένα από τους επικρατέστερους υποψήφιους και φοβόταν μήπως, για το λόγο που προσδιόρισε, δεν κρινόταν αντικειμενικά. Μάλιστα στην επιστολή του προς τον Επίτροπο Διοίκησης οι φόβοι που εξέφρασε κάλυπταν πλέον και τους τέσσερεις Γενικούς Διευθυντές, μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής.
Οι υπόλοιποι ισχυρισμοί αφορούσαν στα στοιχεία κρίσης. Θεωρεί ο αιτητής ότι παραγνωρίστηκε παράνομα η υπέρτερη βαθμολογία του στις υπηρεσιακές εκθέσεις και παραπέμπει, σε σχέση με την εξήγηση που δόθηκε, στις βαθμολογίες πριν το 1990. Αξιολογείτο και προηγουμένως ως εξαίρετος ενώ το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είχε παρουσιάσει αισθητή πτώση στην απόδοσή του. Και επειδή αναφέρθηκε και ο Γενικός Διευθυντής του Γραφείου Προγραμματισμού στο θέμα, ερωτά μήπως και εκείνος ωθείτο από "αλλότρια κίνητρα και δη τιμωρητικά λόγω του ότι ο αιτητής είχε ζητήσει παράταση της εν λόγω απόσπασής του". Επίσης βάλλει κατά τις σύστασης του Γενικού Διευθυντή. Τη χαρακτηρίζει ως αόριστη και, επομένως, ως αναιτιολόγητη και θεωρεί ότι παραβιάστηκε το άρθρο 35(5) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90 όπως τροποποιήθηκε). Η πρώτη παράγραφος της σύστασης αναφέρεται στα κριτήρια της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας, την απομονώνει και ισχυρίζεται πως η απλή αναφορά τους δεν ικανοποιεί την απαίτηση του Νόμου. Ο Γενικός Διευθυντής όμως, αναφέρθηκε στη συνέχεια στους λόγους και ο αιτητής τα αμφισβητεί και αυτά. Ποιά ήταν η πολυσύνθετη δραστηριότητα που επέδειξε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο και πώς αυτή διαφοροποιόταν από τη δική του; Και γιατί παραγνωρίστηκε το γεγονός ότι ο ίδιος υπερείχε στα προσόντα αφού εκτός από το μεταπτυχιακό που κατείχαν και οι δυο είχε και επιπρόσθετο δίπλωμα; Kαι πώς κρίθηκε πως το ενδιαφερόμενο πρόσωπο υπερείχε στην πείρα; ΄Ηταν αρχαιότερο το ενδιαφερόμενο πρόσωπο αλλά ο ίδιος είχε προσληφθεί ένα περίπου χρόνο πριν από αυτόν, την 1.5.69, ως έκτακτος με αρμοδιότητες σε οικονομικά θέματα, στο Υπουργείο Γεωργίας. Επιπλέον αφήνεται η εντύπωση πως ο Γενικός Δευθυντής δεν τον υπολόγισε καν ως υποψήφιο. Αρχίζει την αιτιολόγησή του με τη δήλωση πως είχε "άμεση επαφή με όλους τους λειτουργούς" ενώ ο ίδιος από το 1990 δεν υπηρετούσε στο Γραφείο Προγραμματισμού. Εν πάση περιπτώσει, όφειλε ο Γενικός Διευθυντής να είχε ερευνήσει ρωτώντας τους άμεσα προϊστάμενους του για την απόδοση και τις ικανότητές του. Πράγμα που παρέλειψε όπως βεβαίωσε με ένορκη δήλωσή του ο τότε Προϊστάμενος του Γραφείου Μελετών Κυπριακού στο οποίο είχε αποσπαστεί.
Οι καθ΄ων η αίτηση και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο αντικρούουν τους ισχυρισμούς του αιτητή και από τη μελέτη των στοιχείων καταλήγω πως είναι ορθή η θέση τους πως δεν έχει στοιχειοθετηθεί λόγος ακυρότητας.
1. Η ΕΔΥ εξέτασε τους ισχυρισμούς του αιτητή ως προς την προκατάληψη του τότε Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Συγκοινωνιών και ΄Εργων και, επομένως, ως προς την αντικειμενικότητα πλέον του συνόλου της σύστασης της Συμβουλευτικής Επιτροπής. ΄Εκρινε το παράπονό του αδικαιολόγητο και εξήγησε γιατί. Το βασικό είναι πως δεν δεχόταν την άποψη για έλλειψη αντικειμενικότητας επειδή ο Γενικός Διευθυντής στο παρελθόν είχε ένσταση στην απόσπαση του. Είναι εύλογη αυτή η προσέγγιση της ΕΔΥ. Δεν έχει τεκμηριωθεί όπως απαιτεί η νομολογία ο ισχυρισμός για προκατάληψη. Δεν θα τον δικαιολογούσε η διατύπωση ένστασης στην απόσπασή του. Το θέτω έτσι γιατί, όπως υποδεικνύουν οι καθ΄ων η αίτηση και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, τα έγγραφα που επικαλέστηκε ο αιτητής δεν αποκαλύπτουν καν ένσταση στην απόσπασή του. ΄Ο,τι δείχνουν είναι ενδιαφέρον του Γενικού Διευθυντή να επανέλθει ο αιτητής στα καθήκοντά του στο Γραφείο Προγραμματισμού εφόσον είχε λήξει η απόσπασή του, σύμφωνα με τη νομοθεσία.
2. Δεν παραγνωρίστηκε η ψηλότερη βαθμολογία του αιτητή στις υπηρεσιακές εκθέσεις. Η ΕΔΥ ασχολήθηκε ειδικά με το θέμα και εξήγησε γιατί στο σύνολο θεωρούσε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ως τον καταλληλότερο. Η βαθμολογία αποτελεί βασικό δείκτη ως προς την αξία αλλά δεν προδιαγράφει από μόνη της και το αποτέλεσμα της διαδικασίας επιλογής. ΄Οσα συνόψισε η ΕΔΥ ήταν στοιχεία κρίσης νόμιμα και δεν μπορεί να λεχθεί ότι έχει εκφύγει από τα όρια της διακριτικής της εξουσίας, ιδιαίτερα αφού η θέση βρισκόταν ψηλά στην ιεραρχία. Η αναφορά στο γεγονός ότι ο αιτητής και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα είχαν βαθμολογία κατά τα τελευταία χρόνια από διαφορετικούς λειτουργούς ήταν στοιχείο που νομίμως μπορούσε να ληφθεί υπόψη. (βλ. Papadopoulos v. Republic (1982) 3 CLR 1070). Ο αιτητής επικαλέστηκε τη βαθμολογία τους από το 1986 αλλά εκείνο που προκύπτει από αυτή είναι πως είχε την ίδια ακριβώς αξιολόγηση με εκείνη του ενδιαφερομένου προσώπου ως το 1990. Με εξαίρεση τη βαθμολογία για το 1987 κατά το οποίο η βαθμολογία του ενδιαφερομένου προσώπου ήταν ελαφρά καλύτερη. Η διαφορά εκδηλώθηκε από το 1990 και συμπίπτει με την απόσπαση του αιτητή. Ο αιτητής βαθμολογήθηκε πλέον με 8 - 0 - 0 για όλα τα χρόνια που ακολούθησαν. Δεν ευσταθεί ούτε ο παρεμφερής ισχυρισμός πως το ενδιαφερόμενο πρόσωπο από το 1990 παρουσίασε πτώση. Το θέμα είναι κυρίως η συγκριτική αξία. Αλλά πρέπει να σημειωθεί πως από το 1990 είχε διαφοροποιηθεί το σύστημα βαθμολόγησης.
3. Το άρθρο 35(5) που επικαλέστηκε ο αιτητής, προφανώς εννοεί το άρθρο 35(4), δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση. Αφορά σε θέσεις προαγωγής. Σχετικό είναι το άρθρο 34(9) και αυτό δεν απαιτεί αιτιολόγηση της σύστασης. ΄Εχει αιτιολογηθεί όμως και συνεπώς η αιτιολογία που δόθηκε ελέγχεται. Η αναφορά του Γενικού Διευθυντή του Γραφείου Προγραμματισμού στην άμεση επαφή με όλους τους λειτουργούς δεν σημαίνει ούτε πλάνη πως ίσχυε και για τον αιτητή τον ίδιο για την περίοδο μετά το 1990 ούτε ότι προέβη στη σύσταση αγνοώντας τον. Γίνεται ειδική αναφορά στο γεγονός ότι ο αιτητής είχε αποσπαστεί από το 1990 και ο Γενικός Διευθυντής αφού αναφέρθηκε στο μικρό μέγεθος του Γραφείου Προγραμματισμού σημείωσε πως ήταν γνώστης της γενικής καθημερινής εργασίας τους για πολλά χρόνια. Εξάλλου δεν επιβαλλόταν να απευθυνθεί στους άμεσα προϊσταμένους του στην υπηρεσία στην οποία είχε αποσπαστεί. Η αξιολόγησή τους ήταν γνωστή και όπως είδαμε απασχόλησε και το Γενικό Διευθυντή και στη συνέχεια την ΕΔΥ. Η αναφορά του δε σε ικανοποιητική και πολυσύνθετη ή πολυδιάστατη δραστηριότητα του ενδιαφερομένου προσώπου προσδιορίστηκε ως αφορώσα σε "ευρύ φάσμα θεμάτων τομεακού προγραμματισμού και αναπτυξιακής πολιτικής". Αντίθετα προς την εισήγηση του αιτητή, δεν διαπιστώνεται αντιφατικότητα της σύστασης προς τις αξιολογήσεις του ενδιαφερομένου προσώπου ούτε και τεκμηριώνεται ο ισχυρισμός πως η σύσταση δεν συνάδει προς τα στοιχεία του φακέλλου.
Συνοψίζοντας, η ΕΔΥ επέλεξε τον αρχαιότερο από τους υποψηφίους (από την πρόσληψη και σε όλες τις ενδιάμεσες βαθμίδες) αφού συνυπολόγισε την καλύτερη απόδοσή του στις συνεντεύξεις ενώπιόν της και της Συμβουλευτικής Επιτροπής, την υπέρ του σύσταση του Διευθυντή και το γεγονός ότι τα προσόντα του και εκείνα του αιτητή είναι περίπου τα ίδια. Παρεμβάλλω πως και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είχε επιπρόσθετο δίπλωμα. ΄Εστρεψε την προσοχή της στην αντίστοιχη βαθμολογία τους και έκρινε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο καταλληλότερο, εξηγώντας γιατί. ΄Ηταν εύλογα επιτρεπτή η επιλογή της ΕΔΥ και δεν υπάρχει περιθώριο για παρέμβαση.
Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ
/Μσι.