ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΑΡΤΕΜΗ, Δ.
FONT>Υπόθεση Αρ. 752/96
Μεταξύ:
Παπασάββα Ανδρέα και άλλων,
Αιτητώ ν,
και
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
1. Επιτροπής Δημοσίας Υπηρεσίας,
2. Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων
και Περιβάλλοντος,
Καθ΄ων η αίτηση.
- - - - - - - - -
Yπόθεση Αρ. 692/96
Μεταξύ:
Ανδρέα Δημητριάδη,
Αιτητή ,
και
Ε.Δ.Υ.,
Καθ΄ου η αίτηση.
- - - - - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ:
5.8.98ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ
Για τους αιτητές στην 752/96: κ. Πασπαλίδης
Για τον αιτητή στην 692/96: κ. Α.Σ. Αγγελίδης
Για τους καθ΄ων η αίτηση: κ. Κ. Σταυρινός
Για τα ενδιαφερόμενα μέρη: Ουδεμία εμφάνιση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με τις παρούσες προσφυγές οι οποίες συνεκδικάστηκαν γιατί στρέφονται κατά της ίδιας διοικητικής πράξης και παρουσιάζουν κοινά σημεία γεγονότων και νόμου, οι αιτητές στην προσφυγή 752/96 προσβάλλουν την προαγωγή των Χρίστου Θεοδώρου και Ιωάννη Κούλα και ο αιτητής στην προσφυγή 692/96 την προαγωγή των Χρίστου Θεοδώρου και Ανδρέα Φυλακτού στη μόνιμη θέση Ανώτερου Τεχνικού, Τμήμα Ανάπτυξης Υδάτων, από 15.6.96.
Η Επιτροπή επιλήφθηκε του θέματος πλήρωσης τριών κενών μόνιμων θέσεων προαγωγής Ανώτερου Τεχνικού σε συνεδρίαση ημερ. 31.5.96 στην οποία παρέστη και ο Διευθυντής του Τμήματος Ανάπτυξης Υδάτων προς υποβολή συστάσεων.
Υποβάλλοντας τις συστάσεις του ο Διευθυντής ανέφερε τα ακόλουθα:
"Έχω μελετήσει τους φακέλους όλων των υποψηφίων και είχα διαβουλεύσεις με τους άμεσα προϊσταμένους τους, σχετικά με την προσφορά τους στο Τμήμα, τις ικανότητές και τις δυνατότητές τους να αναλάβουν τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης,
Με βάση τα πιο πάνω και αφού έλαβα υπόψη και τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους - αξία, προσόντα, αρχαιότητα - τις απαιτήσεις της υπό πλήρωση θέσης, καθώς και την καταλληλότητα των υποψηφίων γι΄ αυτήν, συστήνω για προαγωγή τους Φυλακτού Ανδρέα, Θεοδώρου Χρίστο και Κούλα Ιωάννη, τους οποίους θεωρώ ως τους πιο κατάλληλους.
Οι συστηνόμενοι Θεοδώρου και Κούλας, όπως αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες αξιολογήσεις, δεν υστερούν σε αξία έναντι ουδενός υποψηφίου, ενώ ο Φυλακτού Ανδρέας υστερεί μόνο οριακά σε ορισμένες αξιολογήσεις, πρέπει όμως να αναφέρω ότι οι αξιολογήσεις γίνονται από διαφορετικές ομάδες αξιολόγησης και τέτοιες οριακές διαφορές αναμένονται. Έλαβα υπόψη ότι μερικοί υποψήφιοι που δεν συστήθηκαν κατέχουν Τεχνικές Εκπαιδεύσεις/προσόντα πέραν εκείνων που απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, στα οποία δίδω τη δέουσα σημασία, κρίνω όμως ότι τα προσόντα αυτά δεν είναι αρκετά για να κλίνουν την πλάστιγγα υπέρ των υποψηφίων που τα κατέχουν. Σ΄ό,τι αφορά την αρχαιότητα, οι υποψήφιοι Θεοδώρου Χρίστος και Κούλας Ιωάννης υστερούν οριακά έναντι μερικών ανθυποψηφίων τους, στην αρχαιότητα αυτή όμως, που συνίσταται σε έξι μόνο μήνες, αποδίδω περιορισμένη σημασία.
Οι τρεις υποψήφιοι που συστήνω υπερτερούν των λοιπών υποψηφίων, γιατί διακρίνονται για την προσφορά τους, το ζήλο και την αφοσίωση στο καθήκον, την έφεση για ανάπτυξη, την αποδοτικότητα, υπευθυνότητα και πρωτοβουλία τους. Επίσης διακρίνονται για την ικανότητά τους να εποπτεύουν και να καθοδηγούν κατώτερο προσωπικό, να οργανώνουν και να ελέγχουν την εργασία του υφιστάμενού τους προσωπικού, συμβάλλοντας έτσι στην προώθηση και υλοποίηση των έργων που τους ανατίθενται κατά τον πιο αποτελεσματικό τρόπο. Στις ιδιότητες και ικανότητες αυτές που είναι απαραίτητες για την επιτυχή άσκηση του ρόλου της θέσης αποδίδω ιδιαίτερη σημασία."
Αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία και την υπέρ των ενδιαφερομένων μερών σύσταση του Διευθυντή η Επιτροπή έκρινε, με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερείχαν των υπολοίπων υποψηφίων και αποφάσισε την προαγωγή τους στη θέση Ανώτερου Τεχνικού, Τμήμα Ανάπτυξης Υδάτων.
Επιλέγοντας τους Θεοδώρου και Κούλα η Επιτροπή δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι μερικοί υποψήφιοι επροηγούντο αυτών σε αρχαιότητα, έκρινε όμως ότι η αρχαιότητα αυτή ήταν οριακή και δεν μπορούσε να αντισταθμίσει την υπεροχή των δύο με βάση την αξία όπως αυτή αντικατοπτρίζετο στις ετήσιες αξιολογήσεις και την αιτιολογημένη σύσταση του Διευθυντή.
Απετέλεσε βασική εισήγηση των δικηγόρων των αιτητών ότι η σύσταση του Διευθυντή ήταν αναιτιολόγητη, αόριστη και ανακριβής, στηρίχθηκε σε πηγές πληροφοριών το περιεχόμενο των οποίων δεν αποκαλύφθηκε και ήταν αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων.
Έχει κατ΄επανάληψη νομολογηθεί ότι ο Προϊστάμενος ενός Τμήματος κατά τη διαμόρφωση τη κρίσης του για την καταλληλότητα των υποψηφίων για προαγωγή δεν είναι απαραίτητο να γνωρίζει προσωπικά τους υπαλλήλους αλλά είναι νόμιμο, διενεργώντας έρευνα, να αντλήσει πληροφορίες από άλλες κατάλληλες και ασφαλείς πηγές όπως είναι οι απόψεις των προϊσταμένων των υποψηφίων και βάσει αυτών να υποβάλει συστάσεις.
Ενώ η καταγραφή της σύστασης του Διευθυντή στα πρακτικά είναι αναγκαία για σκοπούς δικαστικού ελέγχου του περιεχομένου της, η καταγραφή των απόψεων των λειτουργών τους οποίους συνεβουλεύθη και η νοητική διεργασία αξιολόγησης και επεξεργασίας των πληροφοριών τις οποίες συνέλεξε προς διαμόρφωση τελικής άποψης για τους υποψηφίους, δεν είναι αναγκαία και δεν αποτελεί αντικείμενο δικαστικού ελέγχου (βλ. Λύωνας κ.α ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 683/88 κ.α., ημερ. 14.7.90, Κατερίνα Γεωργιάδου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 817, ημερ. 12.7.90 & Απόστολος Κυριακίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 212/95 κ.α., ημερ. 28.2.97).
Εν προκειμένω, όπως σαφώς αναφέρεται στο εισαγωγικό μέρος της σύστασης, πηγή των πληροφοριών του Διευθυντή ήταν οι άμεσα προϊστάμενοι των υποψηφίων και η πληροφόρησή του αφορούσε σε στοιχεία νόμιμα, όπως, οι ικανότητες και δυνατότητές τους να αναλάβουν τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης. (Βλ. σχετικά, Κρυστάλλω Χριστοδουλίδου ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 625/95, ημερ. 25.10.96).
Το ζήτημα της επάρκειας της αιτιολογίας της σύστασης, προς συμμόρφωση με τη νομοθετική επιταγή, αποτελεί ζήτημα πραγματικό το οποίο ελέγχεται με αναφορά στα ειδικά περιστατικά της εκάστοτε κρινόμενης υπόθεσης. (Βλ. και Δημοκρατία ν. Ανδρέα Χριστοδούλου κ.α., Α.Ε. Αρ. 2207 κ.α., ημερ. 15.5.98).
Όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της σύστασης, και ειδικότερα από την τρίτη παράγραφο αυτής, ο Διευθυντής μετείχε ενεργώς στη διαδικασία προαγωγής και προέβη σε γενικές συγκρίσεις, σταθμίσεις και αξιολογήσεις των στοιχείων των φακέλων των υποψηφίων σε σχέση προς τα τρία θεσμοθετημένα κριτήρια.
Αλλά και πέραν των τριών θεσμοθετημένων κριτηρίων προκύπτει σαφής μνεία των συγκεκριμμένων ικανοτήτων και ιδιοτήτων των συστηθέντων, ικανή να στηρίξει την υπέρ αυτών προτίμηση του Διευθυντή έναντι των υπολοίπων υποψηφίων.
Ο Διευθυντής προσδιόρισε με επάρκεια τα στοιχεία της υπαλληλικής ικανότητας και ποιότητας των προκριθέντων τα οποία συνίσταντο σε ιδιότητες, όπως, ο ζήλος, η αποδοτικότητα, η υπευθυνότητα, η πρωτοβουλία και η ικανότητά τους να εποπτεύουν κατώτερο προσωπικό, να οργανώνουν και να ελέγχουν την εργασία υφιστάμενού τους προσωπικού.
Οι αξιολογικοί χαρακτηρισμοί οι οποίοι αποδόθηκαν στις ιδιότητες των ενδιαφερομένων μερών είναι αυτόδηλα ενδεικτικοί του νοήματος το οποίο εκφράστηκε μέσω της χρήσης τους και η αναφορά του Διευθυντή σε στοιχεία τα οποία ήδη υπήρχαν στους υπηρεσιακούς φακέλους, αντίθετα προς τη σχετική εισήγηση, δεν αποτελούσε απλή επανάληψη των τριών θεσμοθετημένων κριτηρίων αλλά επιτρεπτή στάθμιση και αξιολόγηση εκ μέρους του, στοιχείων τα οποία, σύμφωνα με τη νομολογία, αποτελούν τον κατ΄εξοχή δείκτη της υπηρεσιακής ικανότητας των υπαλλήλων προς επιτυχία των καθηκόντων της θέσης τους. (Βλ. σχετικά, Ανδρέας Αγγελή ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 430/95, ημερ. 9.2.96 και Βασιλείου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 1524, ημερ. 27.2.97).
Περαιτέρω, από τα στοιχεία των φακέλων δεν προκύπτει διαφορετική υπηρεσιακή εικόνα για τους συστηθέντες και κατά συνέπεια, η σύσταση του Διευθυντή κρίνεται νόμιμη και η αιτιολογία της αξιολογικής του κρίσης επαρκής και σύμφωνη με τα στοιχεία των φακέλων. (Βλ. σχετικά, Δημοκρατία ν. Ανδρέα Χριστοδούλου κ.α. και Απόστολος Κυριακίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω).
Οι συστάσεις του Προϊσταμένου ενός Τμήματος αποτελούν, σύμφωνα με τη νομολογία, ένα ουσιωδέστατο, πρωτογενές και ανεξάρτητο στοιχείο κρίσης το οποίο άπτεται της αξίας των υποψηφίων. Η Επιτροπή έχει υποχρέωση να τις ακολουθήσει ή να δώσει σαφείς και ειδικούς λόγους για τυχόν παραγνώρισή τους. (Βλ. Δημοκρατία ν. Παπαμιχαήλ, Α.Ε. Αρ. 745, ημερ. 12.4.89, Ολυμπία Στυλιανού κ.α. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ., 387 και Δημοκρατία ν. Μιχαλάκη Ψωμά, Α.Ε. Αρ. 1979, ημερ. 17.10.97).
Από την αντιπαραβολή των στοιχείων των φακέλων αιτητών και ενδιαφερομένων μερών στην προσφυγή 752/96 προκύπτει ότι κατά το έτος 1994 αιτητές και ενδιαφερόμενα μέρη είχαν την ίδια αξιολόγηση, ενώ κατά το έτος 1993 τα ενδιαφερόμενα μέρη παρουσίαζαν σαφή υπεροχή σε αξιολόγηση έναντι των αιτητών.
Όπως ορθά επεσήμανε η Επιτροπή και ο Διευθυντής, η υπεροχή μερικών υποψηφίων σε αρχαιότητα έναντι των ενδιαφερομένων μερών Κούλα και θεοδώρου ήταν οριακή και όπως ορθά επεσήμαναν οι δικηγόροι των διαδίκων, το προβάδισμα των αιτητών στην πρ. 752/96 σε αρχαιότητα έναντι των ενδιαφερομένων μερών συνίστατο σε οκτώ μήνες στην κατεχόμενη θέση.
Όσον αφορά το ίδιο κριτήριο, ο αιτητής στην προσφυγή 692/96 είχε την ίδια αρχαιότητα με το ενδιαφερόμενο μέρος Θεοδώρου και επροηγείτο σε αρχαιότητα του ενδιαφερομένου μέρους Φυλακτού κατά οκτώ μήνες στην κατεχόμενη θέση.
Όσον αφορά την αξία, προκύπτει ότι, το ενδιαφερόμενο μέρος Θεοδώρου είχε σαφώς υπέρτερη αξιολόγηση του αιτητή στην προσφυγή 692/96 κατά τα τρία τελευταία έτη, ενώ ο αιτητής υπερείχε του ενδιαφερομένου μέρους Φυλακτού στην αξιολόγηση του έτους 1994, είχε την ίδια αξιολόγηση κατά το έτος 1993 και το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε του αιτητή στην αξιολόγηση του έτους 1992.
Έχει κατ΄επανάληψη νομολογηθεί ότι η αρχαιότητα δεν αποτελεί το αποφασιστικό κριτήριο αλλά υπερισχύει όταν τα άλλα δύο κριτήρια, αξία και προσόντα, είναι κατά το μάλλον ή ήττον ίσα. (Βλ. Δημοκρατία ν. Χρίστου (1991) 3 Α.Α.Δ., 56 και Δημοκρατία ν. Σταύρου (1993) 3 Α.Α.Δ., 71).
Εν προκειμένω, η οριακή υπεροχή ορισμένων αιτητών έναντι των προαναφερθέντων ενδιαφερομένων μερών σε αρχαιότητα συνυπολογίστηκε και συσταθμίστηκε, τόσο από την Επιτροπή όσο και από το Διευθυντή, και ο ισχυρισμός των αιτητών για παντελή παραγνώριση της αρχαιότητάς τους κρίνεται αβάσιμος και απορρίπτεται.
Λόγοι ακύρωσης για έλλειψη αντικειμενικότητας και ύπαρξη προκατάληψης από τα όργανα τα οποία μετέχουν στις διοικητικές διαδικασίες θα πρέπει να είναι εξειδικευμένοι και όχι αόριστοι, να προσδιορίζουν επακριβώς τον επιδιωχθέντα αλλότριο σκοπό και να προκύπτουν κατάδηλα από την ίδια την πράξη ή από επίσημα διοικητικά έγγραφα. (Βλ.
Christou v. R. (1980) 3 C.L.R., 437, 451-452, Mιχαήλ Ιακωβίδης ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 1635, ημερ. 21.1.97 και Ματθαίος Μούστρα κ.α. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 1546, ημερ. 28.1.98).Όπως προκύπτει από το φάκελο των υπηρεσιακών του εκθέσεων ο κ. Β. Σωκράτους υπήρξε επί μακρά σειρά ετών αξιολογών λειτουργός του αιτητή στην προσφυγή 692/96 και οι εξαίρετες αξιολογήσεις του καθώς και τα ευμενέστατα σχόλια του για το επίπεδο της αποδοτικότητας του αιτητή δεν δύνανται εύλογα να στηρίζουν οποιοδήποτε ισχυρισμό για ύπαρξη προκατάληψης και εχθρικής διάθεσης εκ μέρους του και ο σχετικός ισχυρισμός ο οποίος προβλήθηκε απορρίπτεται ως ατεκμηρίωτος.
Κατά τις προαγωγές κατόπιν σύγκρισης παρέχεται στο διοικητικό όργανο ευρεία ευχέρεια στάθμισης των τριών νομίμων κριτηρίων και η ευχέρεια αυτή δεν ελέγχεται εκτός εάν από τη σχετική σύγκριση προκύπει ότι παραλείφθηκε υπάλληλος ο οποίος υπερείχε έκδηλα των προαχθέντων. (Βλ. Παναγιώτης Ζαβρός κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 353/88 κ.α., ημερ. 25.11.89 και Δρ. Στέλλα Κάννα Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 1861, ημερ. 16.2.98).
Εφόσον από το σχετικό πρακτικό προκύπτει ότι η Επιτροπή εξέτασε και συνεκτίμησε όλα τα νόμιμα στοιχεία και κριτήρια, έλαβε υπόψη την αιτιολογημένη σύσταση του Διευθυντή και από την αντιπαραβολή των στοιχείων των φακέλων δεν απεδείχθη έκδηλη υπεροχή των αιτητών έναντι των προαχθέντων, η κρίση της διοίκησης ως προς την καταλληλότητα των υποψηφίων για προαγωγή, ως κρίση ουσιαστική, παραμένει ανέλεγκτη.
Οι προσφυγές αποτυγχάνουν και απορρίπτονται και η επίδικη απόφαση επικυρώνεται. Tα έξοδα επιδικάζονται εναντίον των αιτητών.
Π. Αρτέμης,
Δ.
/Χ.Π.