ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 272/94
ΕΝΩΠΙΟΝ: Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Δ.
Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος.
ΜΕΤΑΞΥ:
A & Z LABORATORY TESTING CENTER LIMITED,
από τη Λευκωσία,
Αιτήτριας
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
1. Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη ή/και
2. Υπουργού Εμπορίου και Βιομηχανίας,
Καθ'ων η αίτηση
-----------------------
5 Ιουνίου 1998
Για την Αιτήτρια: κ. Π. Δημητρίου.
Για τους Καθ'ων η αίτηση: κα Στ. Ιωαννίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄.
-------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η εταιρεία "A & Z LABORATORY TESTING CENTER LTD" ενεγράφη στις 25/8/92. Στις 28/6/93 εγκρίθηκε από την Εφορο Εταιρειών η αλλαγή του ονόματος της πιο πάνω εταιρείας σε "A & Z ASSAY OFFICE LTD". Στις 25/1/94 η Εφορος Εταιρειών κοινοποίησε την απόφαση της για ακύρωση της αλλαγής της ονομασίας της εταιρείας σε "A & Z ASSAY OFFICE LTD". Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια ζητά την ακύρωση της πιο πάνω απόφασης της Εφόρου Εταιρειών.
(α) Τα γεγονότα
Αρχικά οι αιτητές είχαν υποβάλει αίτηση μέσω δικηγόρου για την εγγραφή εταιρείας με το όνομα "Α & Z ASSAY OFFICE PRECIOUS METALS LIMITED". Η καθ'ης η αίτηση πληροφόρησε τους αιτητές ότι το όνομα που περιείχε τις λέξεις "Αssay Οffice" δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτό εκτός αν έφερε τη συγκατάθεση του Υπουργού Εμπορίου και Βιομηχανίας, έχοντας υπόψη τις πρόνοιες του περί Κυπριακού Οργανισμού Σήμανσης Αντικειμένων από Πολύτιμα Μέταλλα Νόμου (Αρ. 179/1991). Οι αιτητές αφού παρέλειψαν να παρουσιάσουν τη συγκατάθεση του Υπουργείου Εμπορίου και Βιομηχανίας, δέχθηκαν να εγγραφεί εταιρεία με την ονομασία "A & Z LABORATORY TESTING CENTER LTD" που ενεγράφη στις 25/8/92.
Στις 21/6/93 ο Αντώνης Ανδρέου (που ήταν ένας από τους Διευθυντές της "A & Z LABORATORY TESTING CENTER LTD") υπέβαλε αίτηση για την εγγραφή εταιρείας με το όνομα "A & Z ASSAY OFFICE LTD". Την ίδια μέρα η Ελένη Κουζουλή, Εξετάστρια ονομάτων στο γραφείο της Εφόρου Εταιρειών, χωρίς να γνωρίζει το ιστορικό της εγγραφής της πιο πάνω εταιρείας, δέχθηκε την εγγραφή της εταιρείας "A & Z ASSAY OFFICE LTD" νοουμένου ότι θα καταχωριζόταν η γραπτή συγκατάθεση της "A & Z LABORATORY TESTING CENTER LTD". Ο κ.
Ανδρέου πληροφόρησε τη δίδα Κουζουλή ότι επρόκειτο για αλλαγή του ονόματος της "A & Z LABORATORY TESTING CENTER LTD" και προς τούτο στις 28/6/93 καταχώρησε με επίσπευση ειδικό ψήφισμα της "A & Z LABORATORY TESTING CENTER LTD" με το οποίο εζητείτο η αλλαγή του ονόματος της "A & Z LABORATORY TESTING CENTER LTD" σε "A & Z ASSAY OFFICE LTD". Την ίδια μέρα εκδόθηκε επίσημη πιστοποίηση της αλλαγής του ονόματος.Οι καθ'ων η αίτηση αφού διαπίστωσαν γύρω στα μέσα Ιανουαρίου του 1994 ότι λανθασμένα είχε γίνει αποδεκτή η αλλαγή του ονόματος απέστειλαν στις 25/1/94 επιστολή στην αιτήτρια εταιρεία με την οποία την πληροφορούσαν ότι προέβηκαν στην ακύρωση της μετονομασίας σε "A & Z ASSAY OFFICE LTD". Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω σε αυτό το στάδιο αυτούσιο το περιεχόμενο της σχετικής επιστολής.
"Κύριοι,
Εταιρεία: A & Z Laboratory Testing Center Ltd - Ar. 50756
Αναφέρομαι στην πιο πάνω εταιρεία σας η οποία συστάθηκε στις 25/8/1992 με το όνομα A & Z Laboratory Testing Center Ltd διότι δεν μπορούσε να εγγραφεί με το όνομα A & Z Assay Office το οποίο είχατε αρχικά ζητήσει.
Παρά τις υποδείξεις τόσο του Τμήματος αυτού όσο και του Υπουργείου Εμπορίου και Βιομηχανίας ότι δεν μπορείτε να συμπεριλάβετε τις λέξεις Assay Office στο όνομα της εταιρείας σας, εν τούτοις την 28/6/1993 με ειδικό ψήφισμα αλλάξατε το όνομα της εταιρείας σας και συμπεριλάβατε τις λέξεις Assay Office.
Εν όψει των πιο πάνω έχω να παρατηρήσω ότι η αλλαγή αυτή έχει καταχωρηθεί στο Μητρώο εκ παραδρομής και με την παρούσα επιστολή η καταχώρηση αυτή θεωρείται άκυρη και αποσύρεται λόγω του ότι αντιβαίνει προς τις πρόνοιες του περί Κυπριακού Οργανισμού Σήμανσης Αντικειμένων από Πολύτιμα Μέταλλα Νόμου 179/1991 ο οποίος προνοεί για την ίδρυση και λειτουργία Κυπριακού Οργανισμού Σήμανσης Αντικειμένων από Πολύτιμα Μέταλλα και σύμφωνα με τη Νομοθεσία αυτή "Εργαστήριο" (αγγλιστί "Assay Οffice") σημαίνει το "Διευθυντή του Κυπριακού Οργανισμού Σήμανσης Αντικειμένων από Πολύτιμα Μέταλλα, τον Προϊστάμενο ή μέλος του προσωπικού είτε τον τόπο όπου διεξάγονται εργασίες του Οργανισμού".
Ως εκ τούτου η ονομασία της εταιρείας σας παραμένει ως ενεγράφη την 25/8/1992 A & Z Laboratory Testing Center Ltd, και όλα τα καταχωρηθέντα έγγραφα μετά την 28/6/93 θα πρέπει να φέρουν το ορθό όνομα της εταιρείας που είναι Α & Z Laboratory Testing Ce
Επίσης οποιαδήποτε πιστοποιητικά έχουν εκδοθεί μετά την 28/6/1993 και φέρουν τις λέξεις "Assay Office" δέον όπως επιστραφούν στο Τμήμα αυτό για να διορθωθούν και εν πάσει περιπτώσει αυτά είναι άκυρα και δεν μπορείτε να τα χρησιμοποιήσετε."
(β) Η ανάκληση της μετονομασίας της εταιρείας σε "A & Z ASSAY
OFFICE LTD"Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια εταιρεία ζητά την ακύρωση της απόφασης της Εφόρου Εταιρειών της 25/1/94 με την οποία ανακαλείται η έγκριση της μετονομασίας της "A & Z LABORATORY TESTING CENTER LTD" σε "A & Z ASSAY OFFICE LTD". Είναι η θέση της αιτήτριας εταιρείας ότι εφόσον οι νομοθετικές πρόνοιες του άρθρου 18 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 (που διέπουν την εγγραφή μιας εταιρείας) και οι πρόνοιες του άρθρου 19 (που διέπουν τη διαγραφή μιας εταιρείας) δεν μπορούν να εφαρμοστούν στην παρούσα περίπτωση, δεν μπορεί να γίνει επίκληση των γενικών αρχών του Διοικητικού Δικαίου που επιτρέπουν κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις την ανάκληση μιας διοικητικής απόφασης.
Οι καθ'ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι οι πρόνοιες των άρθρων 18 και 19 του περί Εταιρειών Νόμου (Κεφ. 113) δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην παρούσα περίπτωση αλλά εφαρμόζονται οι αρχές που διέπουν την ανάκληση μιας παράνομης διοικητικής πράξης και ότι η σχετική απόφαση της Εφόρου Εταιρειών ήταν εύλογα επιτρεπτή κάτω από τις περιστάσεις.
Το άρθρο 19(1) του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 προνοεί ότι,
"19.(1) Εταιρεία δύναται με ειδικό ψήφισμα και με την έγκριση του Κυβερνήτη γνωστοποιούμενη γραπτώς να αλλάξει το όνομά της.
(2) Εάν, λόγω απροσεξίας ή άλλως πως, μιά εταιρεία κατά την πρώτην εγγραφή της ή κατά την εγγραφή της με νέο όνομα, εγγραφεί με όνομα το οποίο, κατά τη γνώμη του Κυβερνήτη, προσομοιάζει πολύ με το όνομα με το οποίο μιά υπάρχουσα εταιρεία γράφτηκε προηγουμένως η πρωτοαναφερθείσα εταιρεία δύναται να αλλάξει το όνομά της με την κύρωση του Κυβερνήτη και εάν έτσι οδηγία δοθεί εντός έξι μηνών από της εγγραφής της με εκείνο το όνομα, θα το αλλάξει εντός περιόδου έξι εβδομάδων από την ημερομηνία που δόθηκε η οδηγία ή εντός μακρύτερης περιόδου όπως ήθελε ο Κυβερνήτης θεωρήσει ορθόν να επιτρέψει."
Η λέξη "Κυβερνήτης" έχει αντικατασταθεί αρχικά με τη λέξη "Υπουργικό Συμβούλιο" (άρθρο 188.3(β) του Συντάγματος) και αργότερα με τις λέξεις "Εφορος Εταιρειών" (άρθρο 3(1) του Νόμου Εξουσιοδοτούντος την Εκχώρησιν της Ενασκήσεως των Εξουσιών των Απορρεουσών εκ Τινός Νόμου, Δι' Ων Περιβέβληται το Υπουργικόν Συμβούλιον, Αρχή εν τη Δημοκρατία, ει Οιονδήποτε Υπουργόν ή Ετέραν Αρμοδίαν Αρχήν εν τη Δημοκρατία αρ. 23/62 και Κ.Δ.Π. 249/87 της 2
8/8/87).Μια προσεκτική εξέταση των προνοιών του άρθρου 19(1) και (2) υποδεικνύει ότι τα άρθρα αυτά δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην παρούσα περίπτωση. Και τούτο γιατί τα πιο πάνω άρθρα παρέχουν τη διακριτική ευχέρεια στην Εφορο Εταιρειών να δίνει οδηγίες για την αλλαγή του ονόματος μιας εταιρείας αν η νέα εγγραφή, που είναι αποτέλεσμα απροσεξίας ή άλλως πως, προσομοιάζει με το όνομα μιας εταιρείας που έχει ήδη εγγραφεί. Στην παρούσα περίπτωση η Εφορος Εταιρειών δεν επικαλείται ως λόγο της ακύρωσης την ύπαρξη ομοιότητας με όνομα εταιρείας που έχει ήδη εγγραφεί, αλλά ότι η αλλαγή αντιβαίνει προς τις πρόνοιες του Νόμου περί Κυπριακού Οργανισμού Σήμανσης Αντικειμένων και Πολυτίμων Μετάλλων αρ. 179/91.
Ο πιο πάνω Νόμος καθιδρύει τον "Κυπριακό Οργανισμό Σήμανσης Αντικειμένων από Πολύτιμα Μέταλλα" που έχει ως κύριο σκοπό την ανάπτυξη και προαγωγή του θεσμού της σήμανσης πολύτιμων μετάλλων (άρθρο 4 του Νόμου). Ο ορισμός του πολύτιμου μέταλλου συμπεριλαμβάνει χρυσό, ασήμι ή κράματα αυτών όπως καθορίζονται από το Κυπριακό Πρότυπο CYS 74 (άρθρο 2 του Νόμου). Πιο συγκεκριμένα ο Οργανισμός έχει την απόλυτη και αποκλειστική ευθύνη για την εξέταση, έλεγχο και σήμανση αντικειμένων από πολύτιμα μέταλλα. Οι πιο πάνω δραστηριότητες διεξάγονται από το "Εργαστήριο", που σημαίνει ανάλογα με την περίπτωση το Διευθυντή, Προϊστάμενο ή μέλος του προσωπικού, είτε τον τόπο όπου διεξάγονται οι εργασίες (άρθρο 2 του Νόμου). Ο Οργανισμός τηρεί "Μητρώο Κατασκευαστών" μέσα στο οποίο καταχωρούνται τα στοιχεία κάθε κατασκευαστή για την έκδοση πιστοποιητικών εγγραφής (άρθρο 9 του Νόμου). Κάθε κατασκευαστής έχει τη δική του συγκεκριμένη σφραγίδα που θα πρέπει να έχει εγκριθεί από τον Οργανισμό και παρουσιάζει στον Οργανισμό για εξέταση και σήμανση κάθε αντικείμενο από πολύτιμα μέταλλα που θα διαθέσει προς πώληση σφραγισμένο με τη σφραγίδα του κατασκευαστή. Ο έλεγχος γίνεται στα Εργαστήρια του Οργανισμού και σφραγίζεται ανάλογα με το βαθμό καθαρότητας του συγκεκριμένου πολύτιμου μετάλλου (άρθρο 13 του Νόμου). Η πώληση αντικειμένων που δεν φέρουν τη συγκεκριμένη σφραγίδα του Οργανισμού αποτελεί ποινικό αδίκημα και τιμωρείται για πρώτη φορά με ποινή προστίμου μέχρι £3.000 και/ή φυλάκιση μέχρι 12 μήνες και σε περίπτωση δεύτερης καταδίκης σε ποινή προστίμου μέχρι £5.000 και/ή σε ποινή φυλάκισης μέχρι 24 μήνες (άρθρο 19 του Νόμου).
Η λέξη "Assay" μεταφράζεται ως "δοκιμή, ανάλυση μετάλλων" (ίδε "Αριστον Αγγλοελληνικόν Λεξικόν" των Γ. Γιαννακόπουλου - Ε. Σιαρένου σ. 54) και ως "δοκιμή μετάλλων" (ίδε "Σύγχρονον Αγγλοελληνικόν Λεξικόν" του Π. Πετροβίδη, σ. 50). Η Εφορος Εταιρειών ισχυρίζεται ότι η ορθή ερμηνεία των λέξεων "Αssay Office" είναι "Εργαστήριο", όπως αυτή περιέχεται στο άρθρο 2 του Νόμου 179/91 και σημαίνει "αναλόγως της περιπτώσεως είτε το Διευθυντή, Προϊστάμενο ή μέλος του προσωπικού, είτε τον τόπο όπου διεξάγονται εργασίες του Οργανισμού".
Εχουν ήδη σκιαγραφηθεί οι σκοποί και δραστηριότητες του Κυπριακού Οργανισμού Σήμανσης Αντικειμένων από Πολύτιμα Μέταλλα που καθορίζουν τα πλαίσια μέσα στα οποία προωθείται η ανάπτυξη και προαγωγή του θεσμού της σήμανσης πολύτιμων μετάλλων. Οι σημαντικές αυτές εργασίες που προαγάγουν το επάγγελμα και την τέχνη της χρυσοχοΐας και αργυροχοΐας διεξάγονται μέσα στο "Εργαστήριο" του Οργανισμού. Οι Αγγλικές λέξεις "Assay Office" υποδηλούν το χώρο και/ή τα πρόσωπα που εξετάζουν και αναλύουν τα πολύτιμα μέταλλα και θα μπορούσε να λεχθεί ότι η ελληνική μετάφραση αποδίδεται με τη λέξη "Εργαστήριο". Εφόσο δε το "Εργαστήριο" περιγράφεται με τις πρόνοιες του Νόμου 179/91 ως το προσωπικό ή ο χώρος μέσα στον οποίο διεξάγονται οι εργασίες του Οργανισμού, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η απόφαση της Εφόρου Εταιρειών να διαγράψει την εταιρεία "A & Z ASSAY OFFICE LTD" ήταν εύλογα επιτρεπτή κάτω από τις περιστάσεις.
Ανάκληση είναι η διοικητική πράξη που καταργεί, για το μέλλον ή αναδρομικά, μια άλλη διοικητική πράξη. Το θέμα της ανάκλησης εξετάστηκε στην υπόθεση
Moschovakis v. Cyprus Broadcasting Corporation (1988) 3 C.L.R. 750, όπου υιοθετήθηκαν περιληπτικά οι αρχές που αναφέρονται στο "Δίκαιο των Διοικητικών Διαφορών" του Μ. Στασινόπουλου (1951) σ. 230, ως ακολούθως:(1) Η Διοίκηση έχει το δικαίωμα να ανακαλέσει μια προηγούμενη διοικητική πράξη.
(2) Το πιο πάνω δικαίωμα δεν είναι απεριόριστο αλλά υπόκειται στην αρχή ότι η Διοίκηση θα πρέπει να εφαρμόζει τον κανόνα της καλής πίστης και να λαμβάνει υπόψη τη δημιουργία δικαιωμάτων ως αποτέλεσμα της διοικητικής πράξης.
(3) Μια νόμιμη διοικητική πράξη δεν μπορεί να ανακληθεί αν έχουν δημιουργηθεί πραγματικές καταστάσεις που δεν επιτρέπουν την ανατροπή τους.
(4) Μια παράνομη διοικητική πράξη μπορεί να ανακληθεί νοουμένου ότι η ανάκληση γίνεται μέσα σε "εύλογο χρονικό διάστημα".
(5) Τι είναι "εύλογο χρονικό διάστημα" εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε περίπτωσης.
(6) Το κώλυμα του εύλογου χρονικού διαστήματος δεν μπορεί να προβληθεί όταν ο διοικούμενος με τις πράξεις ή παραλείψεις του έχει συνεισφέρει στη δημιουργία της παράνομης πράξης.
Η ανάκληση ενεργεί για το μέλλον, όταν η πράξη που ανακαλείται είναι νόμιμη πράξη και αναδρομικά όταν η πράξη είναι παράνομη. Στην τελευταία περίπτωση η ανάκληση έχει ως αποτέλεσμα την εξ υπαρχής εξαφάνιση της πράξης, δηλαδή αποκαθιστά το διοικούμενο στη νόμιμη θέση που βρισκόταν πριν από την έκδοση της παράνομης πράξης που έχει ανακληθεί. (Α. Τάχος, "Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο", 5η Εκδοση, σ. 460.)
Κατά γενικό κανόνα επιτρέπεται η ανάκληση παράνομων διοικητικών πράξεων γενικού ή ατομικού περιεχομένου. Παράνομη θεωρείται η πράξη που παραβαίνει κανόνες δικαίου ή εκδίδεται κατόπιν πλάνης περί τα πράγματα (Δαγτόγλου "Γενικό Διοικητικό Δίκαιο", 4η Εκδοση, σ. 320) ή από πράξη που πάσχει από ακυρότητα, που αν προσβληθεί με προσφυγή θα ακυρωθεί (Σπηλιωτόπουλος "Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου", 7η Εκδοση, σ. 181.)
Στην περίπτωση ανάκλησης μιας παράνομης διοικητικής πράξης ο χαρακτήρας της διοικητικής πράξης δεν μπορεί να παραγνωριστεί.
Οταν η πράξη είναι δυσμενής για τον ιδιώτη, η υποχρέωση της Διοίκησης να αποκαταστήσει τη νομιμότητα καταργώντας την παράνομη δυσμενή διοικητική πράξη (απόλυση, απαγόρευση άσκησης επαγγέλματος, επιβολή διοικητικής κύρωσης) συμπίπτει με τα συμφέροντα του ιδιώτη, χωρίς να δημιουργείται πρόβλημα ούτε για τη νομιμότητα της πράξης ούτε για την αναδρομική της ισχύ. Με σχετικές του αποφάσεις το Συμβούλιο Επικρατείας έχει δεχθεί ότι η ανάκληση μπορεί να γίνει έστω και αν ακόμα ο νόμος χαρακτηρίζει την πράξη ως "αμετάκλητη", "οριστική" ή "τελεσίδικη". (Π. Δαγτόγλου "Γενικό Διοικητικό Δίκαιο", 4η Εκδοση, σ. 322.)
Στην περίπτωση όμως μιας παράνομης ευμενούς διοικητικής πράξης, (π.χ. διορισμός, παροχή μιας άδειας), δεν μπορεί να επικληθεί η ανάκληση της όταν "από την πάροδο μακρού σχετικώς χρόνου από την έκδοση της δημιουργήθηκε πραγματική κατάσταση τέτοια, που η ακύρωση της να προσκρούσει στην αρχή της χρηστής διοίκησης". (Π. Δαγτόγλου "Γενικό Διοικητικό Δίκαιο", 4η Εκδοση, σ. 324.) Το κριτήριο αυτό βασίζεται στην αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του ιδιώτη στη διατήρηση των διοικητικών πράξεων, που είναι αναγκαία για την ομαλή λειτουργία μιας δημοκρατικής πολιτείας.
(γ) Καθυστέρηση της ανάκλησης
Εφόσον κρίθηκε ότι η ανάκληση ήταν δικαιολογημένη εγείρεται το ερώτημα κατά πόσο είχε γίνει μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα.
Ο προσδιορισμός του τι είναι εύλογο χρονικό διάστημα για την ανάκληση της διοικητικής πράξης δεν είναι εύκολος και η διακύμανση της χρονικής διάρκειας εξαρτάται από τις ειδικές συνθήκες της κάθε περίπτωσης. Μπορεί να λεχθεί ότι όταν ο χαρακτήρας της παρανομίας είναι τόσο έντονος, οι πράξεις δεν μπορούν να καταστούν αμετάκλητες όσος χρόνος και αν παρέλθει.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η διαδικασία καθορισμού του εύλογου χρονικού διαστήματος οδήγησε στην Ελλάδα στην έγκριση του Νόμου 961/68 που καθόρισε ότι ο εύλογος χρόνος μεταξύ της έκδοσης και ανάκλησης μιας πράξης δεν θα είναι βραχύτερος των πέντε χρόνων.
Στην Κύπρο έχει αποφασιστεί ότι μια ανάκληση ταξινόμησης εμπορευμάτων μετά πάροδο 21 μηνών θεωρήθηκε ότι έγινε μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα (
A.S. Antoniades and Co. v. Republic (1965) 3 C.L.R. 623), όπως επίσης και μια ανάκληση άδειας εξόρυξης μεταλλεύματος που έγινε 12 μήνες μετά την έκδοση της σχετικής άδειας. (Yiangou v. The Republic (1975) 3 C.L.R. 228.) Στην υπόθεση Ν.Σ. Πισσαρίδης Λτδ. ν. Δημοκρατίας (Προσφυγή Αρ. 493/86 της 28/7/1990) το Δικαστήριο βρήκε ότι μια ανάκληση δασμολογικής απόφασης που έγινε μετά πάροδο 2½ μηνών είχε γίνει μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα σε αντίθεση με μια ανάκληση που έγινε στην ίδια υπόθεση μετά πάροδο 15 μηνών, που κρίθηκε ότι δεν έλαβε χώρα μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα.Στην παρούσα περίπτωση η ανάκληση έγινε 6 μήνες και 27 μέρες μετά την έγκριση της μετονομασίας της εταιρείας. Η πάροδος της πιο πάνω περιόδου σε συσχετισμό με την έλλειψη οποιασδήποτε μαρτυρίας ότι η αιτήτρια έχει μετά τη μετονομασία διαρρυθμίσει τα δικαιώματα και υποχρεώσεις της (ΣτΕ 94/62) ή έχει υποβληθεί σε δαπάνες (ΣτΕ 626/63), δεν μπορεί να επηρεάσει την εγκυρότητα της ανάκλησης σε βαθμό που να την καταστήσει άκυρη.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος των αιτητών.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 272/94
ΕΝΩΠΙΟΝ: Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Δ.
Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος.
ΜΕΤΑΞΥ:
A & Z LABORATORY TESTING CENTER LIMITED,
από τη Λευκωσία,
Αιτήτριας
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
1. Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη ή/και
2. Υπουργού Εμπορίου και Βιομηχανίας,
Καθ'ων η αίτηση
-----------------------
5 Ιουνίου 1998
Για την Αιτήτρια: κ. Χριστοφή για κ. Π. Δημητρίου (για να ακούσει απόφαση).
Για τους Καθ'ων η αίτηση: κ. Ραφτόπουλος για κα Στ. Ιωαννίδου (για να ακούσει απόφαση).
-------------------------
Διαβάζεται η απόφαση και δίδονται αντίγραφα στους δικηγόρους.