ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 768/94
ΕΝΩΠΙΟΝ: Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Δ.
Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος.
ΜΕΤΑΞΥ:
Φώτη Παπαφώτη,
Αιτητή
και
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του
Υπουργού Παιδείας και Πολιτισμού και/ή
του Υπουργού Οικονομικών,
Καθ'ων η αίτηση
-----------------------
8 Μαΐου 1998
Για τον Αιτητή: κ. Κ. Ευσταθίου.
Για τους Καθ'ων η αίτηση: κ. Μιχ. Ραφτόπουλος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄.
-------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής προσέβαλε με τις προσφυγές 183/62 και 86/63 απόφαση της Ελληνικής Κοινοτικής Συνέλευσης με την οποία είχε αποκλειστεί από τη διαδικασία διορισμού του στην Εκπαιδευτική Υπηρεσία. Οι σχετικές προσφυγές αποσύρθηκαν μετά από διαβουλεύσεις που είχαν γίνει για την αναγνώριση τριών χρόνων συμμετοχής του αιτητή στον αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-1959 και δύο χρόνων μη διορισμού του από το 1962-1964 στην Εκπαιδευτική Υπηρεσία, με την πιο κάτω δήλωση που έγινε εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα στις 22/9/64:
"The five years represented by the said increments will be taken into consideration, as far as possible, in every respect where the length of service is to be taken into account."
Με σχετική επιστολή του ημερομηνίας 26/4/94 ο αιτητής ζήτησε να αναγνωριστούν για σκοπούς σύνταξης
(α) Τέσσερα χρόνια που υπηρέτησε στον αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-1959,
(β) Τα δύο χρόνια 1962-1964 που δεν είχε διοριστεί,
(γ) Δεκατρία χρόνια που υπηρέτησε σε σχολεία της Ελλάδας.
Το Υπουργείο Παιδείας με επιστολή του ημερομηνίας 24/6/94 πληροφόρησε τον αιτητή ότι,
(1) Για το αίτημα της αναγνώρισης για σκοπούς σύνταξης των τεσσάρων χρόνων που υπηρέτησε στον αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-1959 θα οριζόταν Υπουργική Επιτροπή για να εξετάσει το θέμα. (Στις 29/11/94 το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε ότι δεν ενδείκνυται η αναγνώριση, για σκοπούς σύνταξης, της υπηρεσίας κρατικών υπαλλήλων στον αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-1959).
(2) Για την αναγνώριση για σκοπούς σύνταξης των δύο χρόνων μη διορισμού του στην Εκπαιδευτική Υπηρεσία (1962-1964) το αίτημα του απορρίπτεται.
(3) Για την αναγνώριση των 13 χρόνων που υπηρέτησε ως καθηγητής στην Ελλάδα, το θέμα εξεταζόταν από τις Κυβερνήσεις Κύπρου και Ελλάδας.
Από το περιεχόμενο της σχετικής επιστολής των καθ'ων η αίτηση ημερομηνίας 24/6/94 φαίνεται ότι οι καθ'ων η αίτηση πληροφόρησαν τον αιτητή ότι για το θέμα της αναγνώρισης της υπηρεσίας του στον αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-1959 είχε οριστεί Υπουργική Επιτροπή για να εξετάσει το θέμα ενώ το αίτημα του για τον συνυπολογισμό της χρονικής περιόδου 1962-1964 απορρίφθηκε. Ανκαι το θέμα του συνυπολογισμού των δύο χρόνων αποτελεί μέρος της δήλωσης του Γενικού Εισαγγελέα εντούτοις επειδή είναι άμεσα συνυφασμένο με την πενταετή περίοδο της δήλωσης του Γενικού Εισαγγελέα, θα προχωρήσω να εξετάσω κατά πόσο η σχετική απόφαση της Διοίκησης ήταν εύλογα επιτρεπτή.
Το ερώτημα που εγείρεται είναι απλό και περιστρέφεται γύρω από την ερμηνεία και εφαρμογή του συμβιβασμού που είχε επιτευχθεί στις 22/9/64 με σχετική δήλωση του Γενικού Εισαγγελέα. Μετά τη δήλωση του Γενικού Εισαγγελέα και την απόσυρση της προσφυγής του εγκρίθηκε στις 6/10/67 ο περί Συντάξεων Καθηγητών Νόμος αρ. 56/67. Οι πρόνοιες του άρθρου 6 του πιο πάνω Νόμου καθορίζουν το είδος της υπηρεσίας που μπορεί να θεωρηθεί συντάξιμη για τους σκοπούς του Νόμου. Η τυχόν αναγνώριση εκ μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας της πιο πάνω υπηρεσίας του αιτητή δεν μπορεί να εμπίπτει μέσα στα θέματα της παροχής σύνταξης, αφού τα 5 χρόνια που αναφέρονται στη δήλωση του Γενικού Εισαγγελέα δεν συμπεριλαμβάνονται μέσα στις πρόνοιες του πιο πάνω Νόμου. Μια προσεκτική εξέταση της φρασεολογίας της δήλωσης δείχνει ότι τα 5 χρόνια θα λαμβάνονταν υπόψη στο μέτρο του δυνατού (as far as possible). Η δήλωση αυτή δεν επιφορτίζει τη Δημοκρατία με την υποχρέωση να λάβει υπόψη τα 5 χρόνια, ιδιαίτερα μετά την έγκριση του σχετικού περί Συντάξεων Νόμου που δεν επιτρέπει μια τέτοια ενέργεια.
Εχει υποβληθεί εκ μέρους του αιτητή ότι η δήλωση του Γενικού Εισαγγελέα της 22/9/64 είναι δεσμευτική και στοιχειοθετεί δέσμευση της Διοίκησης να αναγνωρίσει την πιο πάνω περίοδο των πέντε χρόνων. Η πιο πάνω υποχρέωση απορρέει και από την "Αρχή της Δικαιολογημένης Εμπιστοσύνης" με την έννοια ότι η Διοίκηση δεν μπορεί να αφίσταται δηλώσεων ή δεσμεύσεων που έχει αναλάβει προς όφελος του διοικουμένου. Η πιο πάνω εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Η σχετική δήλωση του Γενικού Εισαγγελέα δεν δημιουργεί νομική υποχρέωση ανεπιφύλακτης αναγνώρισης των πέντε χρόνων αλλά δέσμευση να λάβει υπόψη στον καθορισμό των χρόνων υπηρεσίας την πιο πάνω πενταετή περίοδο μέσα στο μέτρο του δυνατού. Η μετέπειτα ψήφιση του Νόμου 56/67 κατέστησε την υλοποίηση της πιο πάνω δέσμευσης ανέφικτη. Οπως τονίστηκε στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Παπαφώτη (Α.Ε. 1740 της 30/5/97),
"Οπως διευκρινίζεται στην Tamassos Suppliers ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60 η αρχή της καλής πίστης σκοπεί στον αποκλεισμό της αυθαιρεσίας στη διοικητική λειτουργία. Δεν υπερφαλαγγίζει όμως την αρχή της σύννομης λειτουργίας της Διοίκησης, που είναι συνυφασμένη όπως και κάθε κρατική λειτουργία, με την αρχή του κράτους δικαίου."
Κάτω από τις περιστάσεις βρίσκω ότι η απόφαση των καθ'ων η αίτηση της 24/6/94 να μην αναγνωρίσουν τα δύο χρόνια μη διορισμού του αιτητή από το 1962-1964 ήταν εύλογα επιτρεπτή.
Συνεπακόλουθα η αίτηση απορρίπτεται. Εχοντας υπόψη τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης δεν εκδίδεται οποιοδήποτε διάταγμα για έξοδα.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.