ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 1020/96

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Μάρως Χ"Γεωργίου από το Στρόβολο

Αιτήτριας

και

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας

Καθ΄ων η αίτηση

--------------

20 Μαΐου 1998

Για την αιτήτρια: κ. Μ. Πικής.

Για τους καθ΄ων η αίτηση: κ. Α. Παπασάββας, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας.

Για το ενδιαφ. μέρος 4: ουδεμία εμφάνιση.

Για το ενδιαφ. μέρος 5: κ. Παναγιώτου.

------------------

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

Η αιτήτρια προσβάλλει με την προσφυγή της την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ), με την οποία προάχθηκαν στη θέση Κτηνιατρικού Επιθεωρητή 1ης Τάξης, Κτηνιατρικές Υπηρεσίες, από 1.11.96, τα ενδιαφερόμενα μέρη: 1) Ανδρέας Μαρκαντώνης, 2) Δημήτριος Κουνναμάς, 3) Χριστάκης Π. Τσίκος, 4) Αντώνιος Σοφοκλέους και 5) Αθηνά Πελεκάνου, αντί της ιδίας.

Αρχικά η προσφυγή στρεφόταν, εναντίον όλων των ενδιαφερομένων μερών. Αργότερα όμως και συγκεκριμένα στις 22.4.97 και πριν την καταχώρηση της αγόρευσης του, ο δικηγόρος που εκπροσωπούσε τότε την αιτήτρια, κ. Α.Σ. Αγγελίδης, καταχώρησε στο Πρωτοκολλητείο επιστολή, σύμφωνα με την οποία η προσφυγή αποσύρετο όσον αφορά το ενδιαφερόμενο μέρος 5 Αθηνά Πελεκάνου. Στη συνέχεια καταχώρησε, στις 12.6.97, τη γραπτή του αγόρευση, η οποία αναφέρετο μόνο στα 4 πρώτα ενδιαφερόμενα μέρη. Το θέμα της απόσυρσης της προσφυγής εναντίον του ενδιαφερόμενου μέρους 5 δεν τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου για οποιανδήποτε περαιτέρω ενέργεια.

Στις 14.7.97 καταχωρήθηκε στο Πρωτοκολλητείο ειδοποίηση αλλαγής δικηγόρου, υπογραμμένη από την αιτήτρια. Ως νέο δικηγόρο της η αιτήτρια όρισε τον κ. Μ. Πική, ο οποίος στις 6.10.97 ζήτησε αναβολή για να καταχωρήσει γραπτή αγόρευση αναφορικά με το ενδιαφερόμενο μέρος 5. Οι δικηγόροι των άλλων διαδίκων, συμπεριλαμβανομένου και του δικηγόρου του ενδιαφερόμενου μέρους 5, που ήταν παρών, δεν έφεραν ένσταση και η αναβολή δόθηκε, χωρίς να τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου το θέμα της απόσυρσης της προσφυγής εναντίον του. Η αγόρευση καταχωρήθηκε στις 17.12.97.

Στην αγόρευση του δικηγόρου για τους καθ΄ων η αίτηση, η οποία καταχωρήθηκε στις 11.3.98, αναφέρονται, στην παράγραφο 3, τα ακόλουθα:

"Η αιτήτρια εμποδίζεται από τις αυστηρές διατάξεις του άρθρου 146 του Κυπριακού Συντάγματος να προχωρήσει εναντίον του ενδιαφερόμενου μέρους 5, γιατί ήδη από τις 22.4.1997 έχει αποσύρει την προσφυγή της."

 

Στις 11.3.98, που η υπόθεση ήταν ορισμένη για οδηγίες, ηγέρθη για πρώτη φορά το θέμα της απόσυρσης της προσφυγής εναντίον του ενδιαφερόμενου μέρους 5. Ο δικηγόρος της αιτήτριας υποστήριξε ότι η απόσυρση δεν είχε γίνει νόμιμα, αφού δεν είχε ζητηθεί προς τούτο η άδεια του Δικαστηρίου, ούτε είχε γίνει οποιοδήποτε πρακτικό από το Δικαστήριο. Ακολούθως διεφάνη ότι πρόθεση των δικηγόρων ήταν να επιχειρηματολογήσουν επί του θέματος και έτσι ανέβαλα την υπόθεση για να ακούσω επιχειρηματολογία επί του σημείου αυτού.

Σαν αποτέλεσμα, ο δικηγόρος της αιτήτριας υποστήριξε τη θέση του με αναφορά στους Θεσμούς περί Πολιτικής Δικονομίας, οι οποίοι σύμφωνα με το Διαδικαστικό Κανονισμό του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, Καν. 18, έχουν εφαρμογή, τηρουμένων των αναλογιών, σε πάσα διαδικασία ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Έκανε ιδιαίτερη αναφορά στη Δ.15, θ.1 και υποστήριξε ότι με βάση τον Κανονισμό αυτό και εφόσον στην προκειμένη περίπτωση η επιστολή απόσυρσης έγινε μετά την έκδοση οδηγιών από το Δικαστήριο, η άδεια του Δικαστηρίου για την απόσυρση ήταν απαραίτητη. Αναφέρθηκε επίσης στις υποθέσεις Spyros Eleftheriades v. Cyprus Hotels Ltd (1985) 1 CLR 677, Kypreos v. Kypreos (1984) 1 CLR 565 και Παμπορίδης ν. Κτηματικής Τραπέζης Λτδ (1995) 1 Α.Α.Δ. 670, οι οποίες πραγματεύονται τις αρχές που διέπουν τη Δ.15, θ.1, και τους αντίστοιχους Αγγλικούς Θεσμούς, O. 26, r.1. Τα ίδια, όπως ισχυρίστηκε, ισχύουν και στην περίπτωση διαδικασίας κάτω από το Άρθρο 146 του Συντάγματος. Επεσήμανε ως ενισχυτικό γεγονός και την αναφορά που γίνεται σε μεταγενέστερα της επιστολής απόσυρσης πρακτικά του Δικαστηρίου, στις εμφανίσεις, στο ενδιαφερόμενο μέρος 5. Η θέση του αυτή, όπως είπε, είναι άσχετη με το κατά πόσο η αιτήτρια έδωσε ή όχι οδηγίες στον πρώην δικηγόρο της για την απόσυρση της προσφυγής αναφορικά με το ενδιαφερόμενο μέρος 5.

Ο κ. Παπασάββας, δικηγόρος των καθ΄ων η αίτηση, εισηγήθηκε ότι η αιτήτρια δεν έχει έννομο συμφέρον να προωθήσει την προσφυγή της εναντίον του ενδιαφερόμενου μέρους 5, αφού με την επιστολή απόσυρσης στην ουσία αποδέχθηκε την πράξη προαγωγής του.

Ο κ. Παναγιώτου δικηγόρος του ενδιαφερόμενου μέρους 5, εισηγήθηκε ότι η γραπτή απόσυρση συνεπάγεται την παραίτηση από το ένδικο μέσο της προσφυγής και την κατάργηση της δίκης όσον αφορά το μέρος εναντίον του οποίου αποσύρεται. Αφού δε δεν υπάρχει πλέον ούτε προσφυγή ούτε επίδικο θέμα αναφορικά με το ενδιαφερόμενο μέρος 5, δεν χρειάζεται η άδεια του Δικαστηρίου για απόσυρση. Προς υποστήριξη της εισήγησής του, αναφέρθηκε στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-1959, σελ. 275, στα συγγράμματα, "Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο α΄" του Δαγτόγλου, "Η Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας", έκδοση τρίτη, σελ. 368, του Τσάτσου και στην υπόθεση The Ρresident of the Republic v. Yiannakis Louca & Others (1984) 3 CLR 241.

Ο Καν. 18 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 προνοεί ότι:

"Ο κατά την ημέραν της εκδόσεως του παρόντος Κανονισμού ισχύων εν τη Δημοκρατία περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικός Κανονισμός θα εφαρμόζεται τηρουμένων των αναλογιών και εφ΄όσον αι περιστάσεις επιτρέπουν τούτο, εις πάσαν διαδικασίαν ενώπιον του Δικαστηρίου, εκτός εάν άλλως προβλέπεται εις τον παρόντα Κανονισμόν ή εκτός εάν το Δικαστήριον ή Δικαστής άλλως ήθελεν ορίσει."

 

Η Δ.15, θ.1 των Θεσμών περί Πολιτικής Δικονομίας, έχει ως ακολούθως:

"1. The plaintiff may, at any time before the receipt of the defendant's defence, or after the receipt of the defendant's pleaded defence before taking any other proceeding in the action (save any interlocutory application), by notice in writing, wholly discontinue his action against all or any or the defendants or withdraw any part or parts of his alleged cause of complaint, and thereupon he shall pay such defendant's costs of the action, or if the action be not wholly discontinued, the costs occasioned by the matter so withdrawn. Such costs shall be taxed, and such discontinuance or withdrawal, as the case may be, shall not be a defence to any subsequent action. Save as in this rule otherwise provided, it shall not be competent for the plaintiff to withdraw the record or discontinue the action without leave of the Court or a Judge, but the Court or a Judge may, before or at or after the hearing or trial, upon such terms as to costs, and as to any other action, and otherwise as may be just, order the action to be discontinued, or any part of the alleged cause of complaint to be struck out. The Court or a Judge may, in like manner and with the like discretion as to terms, upon the application of a defendant, order the whole or any part of his alleged grounds of defence or counter-claim to be withdrawn or struck out, but it shall not be competent to a defendant to withdraw his defence or any part thereof, without such leave."

 

Το θέμα που τίθεται προς εξέταση είναι κατά πόσο στην παρούσα περίπτωση, όπου η απόσυρση είχε γίνει μετά την έκδοση οδηγιών από το Δικαστήριο για καταχώρηση γραπτών αγορεύσεων, απαιτείτο, για την εγκυρότητα της απόσυρσης, η άδεια του Δικαστηρίου.

Οι υποθέσεις στις οποίες παρέπεμψε το Δικαστήριο ο δικηγόρος της αιτήτριας πραγματεύονται το θέμα, πλην όμως αφορούν όλες υποθέσεις που εκδικάστηκαν από το Δικαστήριο σε Πολιτικές Εφέσεις, όπου η εφαρμογή των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας είναι δεδομένη. Εδώ τίθεται και το θέμα της έκτασης της εφαρμογής των θεσμών αυτών στην παρούσα περίπτωση που αφορά διαδικασία κάτω από το Άρθρο 146 του Συντάγματος. Και τούτο ενόψει του λεκτικού του Καν. 18 και ιδιαίτερα της φράσης "τηρουμένων των αναλογιών και εφ΄όσον αι περιστάσεις επιτρέπουν τούτο".

Το Ανώτατο Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να επιληφθεί παρόμοιου θέματος στην υπόθεση The President of the Republic v. Yiannakis Louca and Others (πιο πάνω), στην οποία έκανε αναφορά ο δικηγόρος του ενδιαφερόμενου μέρους 5, και η οποία αφορούσε διαδικασία κάτω από το Άρθρο 146 του Συντάγματος. Στις αποφάσεις της πλειοψηφίας των Δικαστών έγινε αναφορά στο ίδιο απόσπασμα από το σύγγραμμα του Τσάτσου στο οποίο αναφέρθηκε ο δικηγόρος του ενδιαφερόμενου μέρους 5. Λέχθηκε επίσης ότι οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας πρέπει να εφαρμόζονται εντός των πλαισίων των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου (απόφαση Α. Λοΐζου, σελ. 250). Ο Δικαστής Λώρης εξέφρασε περαιτέρω την άποψη ότι πρόκειται για σοβαρό θέμα ουσιαστικού νόμου και όχι απλό θέμα διαδικασίας (σελ. 261). Ο δε Δικαστής Στυλιανίδης υπέδειξε ότι οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας δεν εφαρμόζονται όπου η φύση της διοικητικής δικαιοδοσίας δεν το επιτρέπει (σελ. 267).

Το σχετικό απόσπασμα από το σύγγραμμα του Τσάτσου "Η Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας", στη σελ. 368, είναι το ακόλουθο:

"185.- Το δικαίωμα τ η ς π α ρ α ι τ ή σ ε ω ς από της υποβληθείσης αιτήσεως ακυρώσεως δεν έχει θεσπισθή δια του νόμου. Δοθέντος όμως, ότι απαιτείται η παρουσία συμφέροντος ως προϋπόθεσις της παραδοχής της αιτήσεως ακυρώσεως, δέον να γίνη δεκτόν ότι, αφ΄ ης στιγμής ο αιτούμενος την ακύρωσιν δηλώσει ότι δεν έχει συμφέρον να εκδικασθή η αίτησις αυτού, δεν υφίσταται πλέον η τυπική αύτη προϋπόθεσις, καθ΄όσον ο μη στερούμενος της ικανότητος της επί δικαστηρίου παραστάσεως είναι ο αρμοδιώτερος de juris e de jure κριτής του ιδίου συμφέροντος. Τούτου ένεκεν η παραίτησις από του ασκηθέντος ήδη ενδίκου μέσου της αιτήσεως ακυρώσεως είναι δεκτή.

Η περί παραιτήσεως δήλωσις δύναται να υποβληθή και διαρκούσης έτι της συζητήσεως της υποθέσεως. Αφ΄ ου όμως η συζήτησις λήξη είναι απαράδεκτος, καθ΄όσον άμα τω πέρατι της συζητήσεως παύει και το δικαίωμα του διαδίκου ν΄ απευθύνηται προς το δικαστήριον."

Οι αποφάσεις της πλειοψηφίας στην πιο πάνω υπόθεση διατυπώνουν τη θέση ότι η εξάλειψη του εννόμου συμφέροντος του αιτούντος - που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση άσκησης και συνέχισης της προσφυγής κάτω από το Άρθρο 146 του Συντάγματος - επιφέρει και την κατάργηση της δίκης χωρίς να απαιτείται άδεια του Δικαστηρίου για απόσυρση της προσφυγής. Και τούτο άσχετα με το στάδιο στο οποίο βρίσκεται η διαδικασία. Επαφίεται στον ίδιο τον αιτητή να αποφασίσει, που είναι ο καλύτερος γνώστης του συμφέροντός του.

Η πιο πάνω απόφαση της Ολομέλειας εφαρμόζεται απόλυτα, κατά τη γνώμη μου, στην παρούσα περίπτωση. Η αιτήτρια εκπροσωπείτο από το δικηγόρο της, ο οποίος με την επιστολή του απέσυρε την προσφυγή της εναντίον του ενδιαφερόμενου μέρους 5. Η αιτήτρια δεσμεύεται με την επιστολή του δικηγόρου της. Με την επιστολή αυτή διαδηλώνεται, με την απόσυρση της προσφυγής εναντίον του ενδιαφερόμενου μέρους 5, η αποδοχή της πράξης της προαγωγής του. Επομένως η αιτήτρια απώλεσε από τις 22.4.97, το έννομο συμφέρον της αναφορικά με την προσβολή της προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους 5. Για την απόσυρση της προσφυγής της δε, εφόσον εξέλειπε μια από τις απαραίτητες προϋποθέσεις για άσκηση και προώθηση της και σύμφωνα πάντα με την πιο πάνω απόφαση της Ολομέλειας, δεν απαιτείται η άδεια του Δικαστηρίου.

Κατά συνέπεια, το ενδιαφερόμενο μέρος 5 δεν μπορεί να θεωρείται πλέον ως μέρος της διαδικασίας και η προσφυγή εναντίον του απορρίπτεται.

Το θέμα των εξόδων επιφυλάσσεται.

 

 

 

Γ. Χρυσοστομής

Δ

 

 

/ΚΧ"Π


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο