ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 588/96
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
ΜΕΤΑΞΥ
:Μαρίας Φιερού-Φάνου, εκ Λευκωσίας
Αιτήτριας
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας,
1. Υπουργικού Συμβουλίου
2. Δήμου Λευκωσίας
Καθ΄ων η αίτηση
_____________
30 Απριλίου, 1998
Για την αιτήτρια : κα Θεοδοσίου για ΄Αντη Τριανταφυλλίδη
και Υιούς.
Για τους καθ΄ων η αίτηση 2 : κ. Χατζητζοβάννης για κ. Κυρ. Μιχαηλίδη.
_____________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια αξιώνει ακύρωση της απόφασης του Δήμου Λευκωσίας με την οποία της επιβλήθηκε η καταβολή του ποσού των £4.503,77 για την κατασκευή της ασφάλτου και του πεζοδρομίου στην οδό Βασιλέως Παύλου Α΄ στη Λευκωσία, όπου η αιτήτρια διατηρεί ακίνητη περιουσία. Επειδή σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας η προσφυγή που ασκήθηκε και εναντίον της Δημοκρατίας αποσύρθηκε, αριθμός προδικαστικών ενστάσεων που ηγέρθηκαν από τον ευπαίδευτο συνήγορο για τη Δημοκρατία παρέμειναν άνευ αντικειμένου και γι΄ αυτό δεν θα εξεταστούν.
Η αιτήτρια είναι ιδιοκτήτρια κατοικίας στην οδό Βασιλέως Παύλου Α' στη Λευκωσία. Το Δημοτικό Συμβούλιο Λευκωσίας στις 15.11.1990 ενέκρινε τα σχέδια και τους τεχνικούς όρους για την κατασκευή σύμφωνα με το άρθρο 17 του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, Κεφ. 96, διάφορων οδών, μεταξύ των οποίων και αυτής της αιτήτριας. Η απόφαση δημοσιεύτηκε την 1.2.1991 στην Επίσημη
Εφημερίδα της Δημοκρατίας.Στη γνωστοποίηση αναφερόταν μεταξύ άλλων, το ύψος της υπολογιζόμενης δαπάνης και τα ονόματα των ιδιοκτητών που θα συνεισέφεραν στη δαπάνη σύμφωνα με το άρθρο 17(3) του Νόμου. Στις 25.2.1991 η αιτήτρια υπέβαλε ατομική ένσταση με βάση το άρθρο 17(4) και ομαδική στις 28.3.1991. Τις ενστάσεις εξέτασε το Υπουργικό Συμβούλιο με βάση το άρθρο 17(5) και τις απέρριψε στις 23.5.1991.
Στη συνέχεια το Υπουργικό Συμβούλιο στη συνεδρία του ημερ. 3.1.1992 ενέκρινε τα σχέδια και τους τεχνικούς όρους. Ακολούθησε η Γνωστοποίηση αρ. 328 που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερ. 28.2.1992, με την οποία γνωστοποιήθηκε η απόρριψη των ενστάσεων και η έγκριση των σχεδίων και προδιαγραφών. Τη Γνωστοποίηση αυτή η αιτήτρια προσέβαλε με την προσφυγή αρ. 385/92 που απορρίφθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στις 24.2.1995. Εναντίον της πρωτόδικης απόφασης εκκρεμεί έφεση.
Μετά την αποπεράτωση του έργου δημοσιεύτηκε από το Δήμο Λευκωσίας στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 14.6.1996, η Γνωστοποίηση υπ΄ αρ. 2359, σύμφωνα με την οποία ανακοινώνεται το ακριβές ύψος της δαπάνης, μαζί με την τελική κατανομή της μεταξύ της αρμόδιας αρχής και των επηρεαζόμενων ιδιοκτητών. Η αιτήτρια κλήθηκε να καταβάλει ποσό £4.503,77 αντί του αναφερομένου στην αρχική γνωστοποίηση ποσού των £2.925,22. Η Γνωστοποίηση υπ΄ αρ. 2359 αποτελεί και την προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή πράξη.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας ισχυρίστηκε ότι το αρχικά υπολογισθέν ποσό αυξήθηκε παράνομα, γιατί αν η διαφορά μεταξύ του αρχικού ποσού και του ποσού που κλήθηκε τελικά η αιτήτρια να καταβάλει οφειλόταν σε λάθος υπολογισμό, ο λανθασμένος υπολογισμός θα πρέπει να βαρύνει το Δήμο και όχι την αιτήτρια. Αν το ποσό αυξήθηκε λόγω καθυστέρησης στην εκτέλεση του έργου και πάλι την ευθύνη φέρει ο Δήμος. Το επιχείρημα του ευπαιδεύτου συνηγόρου για την αιτήτρια καταλήγει στην εισήγηση ότι θα έπρεπε κάτω από τις περιστάσεις και λόγω του μεγάλου χρόνου που διέρρευσε μεταξύ της αρχικής και της τελικής Γνωστοποίησης, η διαδικασία του άρθρου 17 να επαναληφθεί από την αρχή.
Θεωρώ το τελευταίο επιχείρημα της αιτήτριας εντελώς ανεδαφικό. ΄Οχι μόνο η επανάληψη της διαδικασίας δεν θα εξυπηρετούσε οποιοδήποτε σκοπό, αλλά διερωτώμαι πώς μετά την προκήρυξη προσφορών, την ανάθεση του έργου σε συγκεκριμένο εργολάβο και τη συμπλήρωση του, θα μπορούσε πρακτικά να ακολουθηθεί εξ υπαρχής νέα διαδικασία.
΄Οσον αφορά τα επιχειρήματα της αιτήτριας, δεν συμφωνώ ότι αν η διαφορά οφείλεται σε λανθασμένους αρχικά υπολογισμούς, θα πρέπει να την επωμισθεί ο Δήμος. Η αρχική Γνωστοποίηση αναφέρεται στο προϋπολογισθέν ποσό με βάση το άρθρο 17(3) και αναφέρεται στην υπολογιζόμενη δαπάνη εργασίας. Η Γνωστοποίηση συνιστά ουσιαστικά την έναρξη της διαδικασίας και η υπολογιζόμενη δαπάνη του άρθρου 17(3) δεν είναι καθ΄ οιονδήποτε τρόπο δεσμευτική για τη διοίκηση. Η δαπάνη που οι επηρεαζόμενοι ιδιοκτήτες καλούνται να πληρώσουν είναι μόνο η δαπάνη που επιβεβαιώνεται μετά τη συμπλήρωση του έργου και τον τελικό καταμερισμό της δαπάνης (άρθρο 17(9)).
Στην υπόθεση Μάρω Γιασεμίδου και άλλοι ν. Δημοτικού Συμβουλίου Λευκωσίας και άλλων, Α.Ε. 1611, ημερ. 11.9.1996, το Δικαστήριο αποφάσισε ότι το γεγονός ότι ο αρχικός υπολογισμός της δαπάνης παρείχε ενδείξεις για το ποσό που μπορούσε να κληθεί ο ιδιοκτήτης να συνεισφέρει, δεν αλλοιώνει το χαρακτήρα ή τη δραστικότητα της τελικής απόφασης ως προς τον προσδιορισμό της φορολογίας. Αυτή είναι και η ουσία της αρχικής Γνωστοποίησης. Ο αρχικός υπολογισμός της δαπάνης παρέχει μόνο ένδειξη για το ποσό, ενώ το ποσό που τελικά καλείται ο επηρεαζόμενος ιδιοκτήτης να καταβάλει, υπολογίζεται μετά την αποπεράτωση του έργου.
Η αντιμετώπιση του θέματος θα ήταν ίσως διαφορετική αν η διαφορά στη δαπάνη οφειλόταν σε υπαίτια καθυστέρηση στις διαδικασίες από το Δήμο Λευκωσίας. Η υποχρέωση των διοικητικών οργάνων να διαχειρίζονται με προσοχή δημόσια χρήματα ισχύει πολύ περισσότερο όταν διοικούμενος καλείται από τη διοίκηση να συμμετάσχει και επωμιστεί μέρος της δαπάνης. Σε μια τέτοια περίπτωση η διοίκηση έχει την υποχρέωση να διαφυλάττει το διοικούμενο
από οποιαδήποτε υπέρμετρη δαπάνη, δηλαδή από κάθε δαπάνη πέραν της αυστηρώς απαιτουμένης για το έργο. Οποιαδήποτε αύξηση της δαπάνης οφειλόμενη σε αμέλεια, υπαιτιότητα, ή μη δικαιολογημένη καθυστέρηση της διοίκησης, δεν είναι δίκαιο να επιβαρύνει το διοικούμενο.Στην παρούσα περίπτωση είναι γεγονός ότι μεταξύ της αρχικής και της τελικής Γνωστοποίησης φαίνεται ότι παρήλθε περίοδος πέραν των πέντε ετών. ΄Ομως από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν είναι εμφανής ο λόγος της καθυστέρησης αυτής. ΄Ισως, κάποιο ρόλο στην καθυστέρηση να διαδραμάτισε και η προσφυγή που ασκήθηκε εναντίον της αρχικής Γνωστοποίησης, προσφυγή που απορρίφθηκε στις 24.2.1995. Εκείνο που παραμένει είναι η έλλειψη στοιχείων για τους λόγους καθυστέρησης. Δεν φαίνεται για παράδειγμα πότε ζητήθηκαν οι προσφορές. Η ημερομηνία προκήρυξης των προσφορών θα ήταν κάτω από τις περιστάσεις ουσιώδης, αφού τότε διαμορφώθηκε στην πραγματικότητα και το ύψος της δαπάνης κατασκευής του έργου και όχι κατά το χρόνο της τελικής Γνωστοποίησης για καταβολή της δαπάνης.
Δεν πρέπει επίσης να ξεχνούμε ότι η προσφυγή εναντίον της αρχικής Γνωστοποίησης απορρίφθηκε στις 24.2.1995.Σε υποθέσεις όπως η παρούσα το βάρος απόδειξης φέρει ο αιτητής (βλέπε σχετικά και Καλογήρου ν. Υπουργού Οικονομικών κ.α. (1992) 3 Α.Α.Δ., σελ.534
). Η αιτήτρια απέτυχε να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι το ποσό που κλήθηκε να καταβάλει αυξήθηκε ακριβώς λόγω της παρανομίας της διοίκησης.Για όλους τους πιο πάνω λόγους η παρούσα προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί και διά ταύτα απορρίπτεται με έξοδα εναντίον της αιτήτριας τα οποία υπολογίζω και επιδικάζω στις £400.
Φρ. Νικολαΐδης
Δ.
/ΜΔ