ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 716/96.

ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Ανδριανής Φλουρέντζου Γεωργίου,

Αιτήτριας< /P>

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,

Καθ΄ ων η αίτηση.

_________________

27 Μαρτίου, 1998.

ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡ. 16.1.98.

Για την αιτήτρια: Μ. Τριανταφυλλίδης.

Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Λ. Κουρσουμπά (κα.), Εισαγγελέας της

Δημοκρατίας εκ μέρους του Γ-Ε.

Για το ενδιαφερόμενο μέρος: Α. Σ. Αγγελίδης.

__________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ("η Ε.Δ.Υ.") με την οποία η Ανδρούλα Μαλικίδου ("το Ε.Μ.") έχει προαχθεί στη θέση Επιμελητή (Νευρολογίας) στις Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας.

Μετά την υποβολή των γραπτών αγορεύσεων των μερών, σύμφωνα με τις οδηγίες του δικαστηρίου, η υπόθεση ορίσθηκε για διευκρινίσεις.

Αντικείμενο της παρούσας απόφασης είναι αίτηση της αιτήτριας, ημερ. 16.1.98, με την οποία ζητά την πιο κάτω θεραπεία:

"Οδηγίες ή/και Διαταγή του Δικαστηρίου να παραστούν ενώπιον του Δικαστηρίου διά να καταθέσουν ως μάρτυρες ο Αχιλλέας Πατζηνάκος, Γενικός Διευθυντής Υπουργείου Υγείας, και Προϊστάμενος του Τμήματος Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, και Δρ. Ανδρέας Διέτης, Ανώτερος Ειδικός Ιατρός (Νευροχειρουργικής)."

Νομικό βάθρο της αίτησης είναι οι Καν. 10, 11, 12(2), 18 και 19 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, 1962, η Δ.48 θ.2 και 3 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, οι Σύμφυτες Εξουσίες και Πρακτική του Δικαστηρίου και οι συναφείς Αρχές Δικαίου.

΄Οπως αναφέρεται στην αίτηση "τα γεγονότα φαίνονται στη δικογραφία και από αυτά προκύπτει η αναγκαιότητα, για σκοπούς ορθής απονομής της δικαιοσύνης, να ερευνηθεί από το Δικαστήριο, στα πλαίσια της ερευνητικής δικαιοδοσίας του, τί ακριβώς συνέβηκε όταν διεξήχθησαν οι συνεντεύξεις της αιτήτριας και του Ε.Μ. ενώπιον της Ε.Δ.Υ.".

Η αίτηση συνάντησε την ένσταση της Ε.Δ.Υ.. Νομικό στήριγμα της ένστασης ήταν οι Καν. 13, 18 και 19 των περί Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Διαδικαστικών Κανονισμών, 1962, η Δ.48 θ.4 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, η Νομολογία του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου και του Ανωτάτου Δικαστηρίου και οι σύμφυτες εξουσίες του Δικαστηρίου.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας διευκρίνισε ότι όπως είναι διατυπωμένη η αίτηση ζητά διαταγή του δικαστηρίου να καλέσει το ίδιο το δικαστήριο τους πιο πάνω δύο μάρτυρες ενόψει των εξουσιών που έχει δυνάμει των πιο πάνω Καν. 11 και 12.

Αυτό που οδήγησε στην κρινόμενη αίτηση, σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορο της αιτήτριας, ήταν η παράδοξη αντινομία/αντίφαση "μεταξύ του πώς εκρίθη η αιτήτρια από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και του πώς εκρίθη κατά τις συνεντεύξεις ενώπιον της Ε.Δ.Υ.".

Κατά την προφορική συνέντευξη των υποψηφίων από την Ε.Δ.Υ. παρευρίσκετο και ο κ. Ανδρέας Διέτης, Ανώτερος Ειδικός Ιατρος (Νευροχειρουργικής) ο οποίος αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων στο επιστημονικό σκέλος των αξιολογήσεων. Οι υποψήφιοι αξιολογήθηκαν επίσης από τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Υγείας και από την Ε.Δ.Υ.. Θα παραθέσω όλες τις αξιολογήσεις της προφορικής συνέντευξης των υποψηφίων:

1. Αξιολόγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής.

(α) Αιτήτρια: "Πάρα πολύ καλή. Απάντησε με επάρκεια και σαφήνεια. ΄Εχει ευχάριστη προσωπικότητα και η τεκμηρίωση των απόψεων της

ήταν καλή ανκαι στις περισσότερες ερωτήσεις φάνηκε να

περιττολογεί."

(β) Ε.Μ.: "Εξαίρετη. ΄Εδωσε ορθές και τεκμηριωμένες απαντήσεις στις ερωτήσεις που της υποβλήθηκαν και έδειξε να έχει ευρύτητα

γνώσεων στον τομέα της. Φαίνεται να είναι άνθρωπος προσ-

γειωμένος και πρακτικός."

2. Αξιολόγηση του κ. Διέτη.

(α) Αιτήτρια: "Μέτρια*. Ναί μεν γνωρίζει κάτι από τα θέματα που εξετάστηκε

αλλά δεν έχει πλήρεις και εμπεριστατωμένες γνώσεις.

(β) Ε.Μ.: "Καλή, με ικανοποιητικές γνώσεις στη Νευρολογία."

* "Ο κ. Διέτης διευκρίνισε ότι στην αξιολόγηση του το 'Μέτριος' σημαίνει

ότι εξασκώ το επάγγελμα αλλά υπό επίβλεψη".

3. Αξιολόγηση του Γενικού Διευθυντή.

(α) Αιτήτρια: "Σχεδόν καλή."

(β) Ε.Μ.: "Σχεδόν πολύ καλή."

 

 

 

 

 

4. Αξιολόγηση της Ε.Δ.Υ..

(α) Αιτήτρια: "Καλή. Περιορισμένες γνώσεις σε όλα τα θέματα που εξετάστηκε. Περιορισμένη κρίση με δυσκολία κατανόησης

των ερωτήσεων. Απαντά πριν ακόμα ακούσει την ερώτηση

και δεν ολοκληρώνει. Αδύνατη προσωπικότητα."

(β) Ε.Μ.: "Σχεδόν πολύ καλή. Ικανοποιητικό επίπεδο γνώσεων. Ενίοτε

δυσκολεύεται στην κατανόηση των ερωτήσεων (με σχετικές

αδυναμίες στην κατανόηση των διοικητικών θεμάτων) και

είναι ασαφής στις απαντήσεις της. Προσηνής και ευχάριστη

ως προσωπικότητα."

Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας έκαμε αναφορά στην Νικολαΐδης ν. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 374/92/19.3.93, σαν την αυθεντία η οποία υποστηρίζει τη θέση του. Τόνισε, στη συνέχεια, ότι τις "συνεντεύξεις ενώπιον της Ε.Δ.Υ. τις διεξήγαγε ο κ. Διέτης, Ειδικός Νευροχειρούργος", ο οποίος είπε ότι και οι δύο υποψήφιες είχαν δυσκολίες κατανόησης στο τί τις ρωτούσε. Αυτό, σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορο, "τείνει να δείξει ότι η κακή απόδοση των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις ενώπιον της Ε.Δ.Υ., περισσότερο της αιτήτριας, δυνατό να οφείλεται στον τρόπο με τον οποίο διεξήχθηκαν οι συνεντεύξεις από τον κ. Διέτη και υποβλήθηκαν οι ερωτήσεις, σε σημείο που εντέλει είπε ότι η αιτήτρια ήταν μέτρια και εννοεί να εκτελεί τα καθήκοντα της υπό επιτήρηση, και μιλούμε για νευρολόγο". Και ο ευπαίδευτος συνήγορος συνέχισε: "Αυτό το πράγμα κανονικά πρέπει να συμβάλει στην ανησυχία τί ακριβώς συνέβη στις συνεντεύξεις εκείνες. ΄Εγιναν κατά τρόπο σωστό ώστε να αποδώσουν οι υποψήφιοι τις πραγματικές τους ικανότητες ή κατά τρόπο που δημιουργούν πλάνη περί τα πράγματα αναφορικά με το τί συνέβη στην Ε.Δ.Υ. και ασκώντας το ρυθμιστικό σας ρόλο ζητώ να κληθούν αυτοί οι δύο λειτουργοί να μας πούν τί έγινε εκεί για να κρίνεται μόνος σας τί συνέβη. Είναι ευθύνη δική σας να ερευνήσετε τα γεγονότα της υπόθεσης και ο ρόλος σας είναι ερευνητικός στην διεξαγωγή της διοικητικής προσφυγής".

Η ευπαίδευτη συνήγορος της Ε.Δ.Υ. υιοθέτησε την νομολογιακή αρχή που διέπει το ρυθμιστικό ρόλο του δικαστηρίου στη διοικητική δίκη. Υποστήριξε, ωστόσο, ότι υπάρχει και μια δεύτερη νομολογιακή αρχή εξίσου σημαντική σύμφωνα με την οποία κριτήριο για τη δεκτικότητα μιας μαρτυρίας στην ακυρωτική δίκη είναι η συνάφεια - η σχετικότητα με το επίδικο θέμα - όπως έχει διακηρυχθεί στην Kyriakides ν. Repubic, 1 R.S.C.C. 66, 68, στην Δημοκρατία ν. Κάσινος, Α.Ε. 982-983/16.1.90 και στην Νικολαΐδης (πιό πάνω). Η ευπαίδευτη συνήγορος υποστήριξε περαιτέρω ότι το ζήτημα διέπεται και από μια τρίτη νομολογιακή αρχή σύμφωνα με την οποία μαρτυρία που αποβλέπει στην θεμελίωση του πραγματικού υπόβαθρου λόγων ακυρότητας που βρίσκονται έξω από όσα το δικαστήριο έχει εξουσία να ελέγξει δεν είναι σχετική, δεν έχει συνάφεια και επομένως δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Η θέση αυτή στηρίζεται κυρίως στην υπόθεση Νικολαΐδης (πιο πάνω). Το δικαστήριο κρίνει τη συνάφεια και αν το θέμα αφορά λόγους ακυρότητας, πέραν εκείνων που το δικαστήριο μπορεί να ελέγξει, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υπάρχει συνάφεια.

΄Εχει νομολογηθεί ότι η πρώτη προϋπόθεση για την προσαγωγή μαρτυρίας στην αναθεωρητική διαδικασία είναι η σχετικότητα της μαρτυρίας προς τα επίδικα θέματα (Βλ. Νικολαΐδης και Kyriakides (πιο πάνω) και Ζαβρού ν. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 779/87/26.1.89).

Τα επίδικα θέματα, πέρα από εκείνα που μπορούν να εξεταστούν αυτεπάγγελτα, προσδιορίζονται από την αντιπαραβολή των εγγράφων προτάσεων (Νικολαΐδης, πιο πάνω). Με το ρυθμιστικό ρόλο του δικαστηρίου σε θέματα διαδικασίας και απόδειξης στη διοικητική δίκη έχει ασχοληθεί η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Kassinos Constructions (πιο πάνω). Είπε ο Νικήτας, Δ., στις σελ. 8-9 της απόφασης:

"Ο ρυθμιστικός ρόλος του δικαστηρίου σε θέματα διαδικασίας και απόδειξης στη διοικητική δίκη είναι διάφορος και ευρύτερος από αυτόν που επιτρέπει το δικονομικό σύστημα που επικρατεί στην πολιτική δίκη. Η διαφορά εκπηγάζει από την ύπαρξη και εφαρμογή της αρχής της νομιμότητας σε συνδυασμό με τη φύση του ανακριτικού συστήματος. Σε αντίθεση με το σύστημα της αντιδικίας, που διέπει την πολιτική δίκη και που η ευθύνη για την εισαγωγή μαρτυρίας βαρύνει τους διαδίκους, στο ανακριτικό σύστημα η πρωτοβουλία ανήκει και στο δικαστή. Οι αρχές αυτές είναι διάχυτες στο διαδικαστικό κανονισμό του 1962. Στον Γ. Παπαχατζή 'Μελέται επί του Δικαίου των Διοικητικών Διαφορών' στη σελ. 36 συναντούμε την ακόλουθη εύστοχη παρατήρηση επί του θέματος:

'Ο Δικαστής, ουχί δ΄ οι διάδικοι, διευθύνει την έρευναν του πραγματικού μέρους της υποθέσεως.'".

(Βλ. και Malais and Others v. Republic (1965)

3 C. L.R. 572, 574).

Πρέπει να ομολογήσω ότι το έργο μου έχει καταστεί πολύ εύκολο, επειδή το επίδικο ζήτημα έχει επιλυθεί με πληρότητα στην Νικολαΐδης (πιο πάνω) στην οποία o Κωνσταντινίδης, Δ., υποδεικνύει: Μαρτυρία που αποβλέπει στη θεμελίωση του πραγματικού υπόβαθρου λόγων ακυρότητας που βρίσκονται έξω από όσα το Δικαστήριο έχει εξουσία να ελέγξει, δεν είναι σχετική. Το ζητούμενο στη διοικητική δίκη είναι το κύρος της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης ή απόφασης. Αφού σημειώνει ότι ποτέ δεν ήταν απαραίτητο να καταγράφονται οι ερωτήσεις που υποβάλλονται ή οι απαντήσεις που δίνονται, τονίζει ότι η εισαγωγή μαρτυρίας ως προς το τί ερωτήσεις υποβλήθηκαν και τί απαντήσεις δόθηκαν, θα αποτελούσε απόπειρα αναπαράστασης των συνεντεύξεων με στόχο τον έλεγχο της ορθότητας ή του δικαιολογημένου του συμπεράσματος ως προς το ποιά ήταν η απόδοση των υποψηφίων. Και ο Κωνσταντινίδης, Δ. καταλήγει ως πιο κάτω:

"Η εντύπωση που σχηματίζει το κάθε ένα από τα μέλη του συλλογικού οργάνου κατά τις συνεντεύξεις, είναι υποκειμενική (Βλ. συναφώς Andreas Z. Georghiou and Others v. Republic, Υποθ. αρ. 36/86 και άλλες της 30 Μαρτίου 1988, Εύης Δρουσιώτης ν. Δήμος Λατσιών, Α.Ε. 1390 της 17 Σεπτεμβρίου 1992). Επιπρόσθετα προς όσα ισχύουν γενικά ως προς τη δυνατότητα ελέγχου της υποκειμενικής κρίσης των διοικητικών οργάνων, θα έλεγα ότι αποτελεί συνακόλουθο της Νομολογίας ως προς τη μη αναγκαιότητα καταγραφής των ερωτήσεων και των απαντήσεων πως δεν υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο αυτή η υποκειμενική κρίση. Θα ήταν αντινομικό να είναι επιτρεπτός αυτός ο έλεγχος και, ταυτόχρονα, να είναι επιτρεπτή η μη καταγραφή των αυθεντικών δεδομένων που θα διασφάλιζαν την αποτελεσματική διενέργειά του. Δεν θα είχε νόημα η νομολογία και, τελικά, ο Νόμος αν γινόταν δεκτό πως θα μπορεί σε κάθε περίπτωση να προσάγεται μαρτυρία, με όλα τα συνεπακόλουθα, για να συντεθεί εκ των υστέρων εκείνο που δεν ήταν ανάγκη να καταγραφεί ευθύς εξ αρχής."

Τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης είναι περίπου πανομοιότυπα με εκείνα της Νικολαΐδης (πιο πάνω). Στην υπόθεση εκείνη ήταν ο ισχυρισμός του αιτητή πως δεν του υποβλήθηκε οποιαδήποτε ερώτηση σχετική προς τις θεραπευτικές του δεξιότητες και πως η σημείωση στο πρακτικό ότι "υστέρησε σε απαντήσεις ως προς την θεραπευτική δουλειά", ήταν εντελώς αυθαίρετη. Μετά τη συμπλήρωση των γραπτών αγορεύσεων, ο αιτητής υπέβαλε γραπτή αίτηση για άδεια προσαγωγής μαρτυρίας με στόχο την απόδειξη του πιο πάνω ισχυρισμού.

 

Η ομοιότητα των γεγονότων καθιστά εφαρμόσιμες και στην κρινόμενη περίπτωση τις νομολογιακές αρχές που έχουν διαμορφωθεί στην Νικολαΐδης. Συμφωνώ με το σκεπτικό της και υιοθετώντας το απορρίπτω την κρινόμενη αίτηση. Προσθέτω: ΄Οπως φαίνεται από το σχετικό πρακτικό ένας από τους παράγοντες που έλαβε υπόψη η Ε.Δ.Υ. κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης ήταν και η απόδοση των υποψηφίων κατά την ενώπιον της προφορική εξέταση. Αν το αίτημα γίνει δεκτό αυτό θα έχει σαν συνέπεια την μεταβολή ή αλλοίωση του περιεχομένου των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη από την Ε.Δ.Υ.. Τέτοια πορεία δεν επιτρέπεται από τη νομολογία. ΄Εχει νομολογηθεί ότι μαρτυρία η οποία διαφοροποιεί, αλλοιώνει ή μεταβάλλει το περιεχόμενο των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη προς ενίσχυση του κύρους της απόφασης δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Το κύρος της απόφασης συναρτάται με το καθεστώς πραγμάτων που λήφθηκε υπόψη. Αν τα στοιχεία ενώπιον του διοικητικού οργάνου είναι ασαφή, η αποσαφήνιση τους δεν εναπόκειται στο δικαστήριο αλλά στο ίδιο το διοικητικό όργανο που έχει την ευθύνη για την αξιολόγηση τους (Βλ. Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας, Υποθ. αρ. 999/91/24.9.92 - απόφαση Πική. Δ., όπως ήταν τότε). Η αποκλειστική αρμοδιότητα για τον προσδιορισμό των ουσιωδών γεγονότων που άπτονται της άσκησης των εξουσιών της Ε.Δ.Υ. ανήκει στην ίδια την Ε.Δ.Υ. (Βλ. Ζαβρού, πιο πάνω και Σταύρου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 739/87 και 814/87/25.1.91).

Αυτό που επιδιώκεται με την κρινόμενη αίτηση είναι η προσαγωγή μαρτυρίας για τη διευκρίνιση του βάθρου στο οποίο στηρίχθηκε η αξιολόγηση των υποψηφίων. Αυτό θα έχει σαν συνέπεια την παράθεση ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχείων, τα οποία δεν τέθηκαν ούτε λήφθηκαν υπόψη από την Ε.Δ.Υ., και την διαφοροποίηση, αλλοίωση ή μεταβολή του βάθρου της πιο πάνω αξιολόγησης. ΄Οπως έχει νομολογηθεί (βλ. Κωνσταντίνου, πιο πάνω) στοιχεία τα οποία δεν τέθηκαν ούτε λήφθηκαν υπόψη από την Ε.Δ.Υ. δεν μπορούν να γίνουν παραδεκτά ως μαρτυρία. Ακολουθεί πως η αίτηση τυγχάνει απορριπτέα και γι΄ αυτό το λόγο.

 

 

 

 

 

Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση απορρίπτεται. Τα έξοδα να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της προσφυγής αλλά σε καμιά περίπτωση να επιδικασθούν εναντίον της Ε.Δ.Υ. ή του ενδιαφερόμενου μέρους.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Π. ΚΑΛΛΗΣ,

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο