ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 984/95
ΕΝΩΠΙΟΝ:
Π. ΑΡΤΕΜΗ, Δ.Αναφορικά με τα Άρθρα 146, 24 και 30 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
ZIAD NASSOUH BABEEL
Αιτητή,
και
1. Κυπριακής Δημοκρατίας
2. Υπουργού Οικονομικών,
3. Διευθυντή Φόρου Εισοδήματος,
Καθ΄ων η αίτηση.
- - - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ:
12.3.98ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ
Για τον αιτητή: κ. Ρ. Μιχαηλίδης
Για τους καθ΄ων η αίτηση: κα Ε. Ζαχαριάδου.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Από ένα ανορθόδοξο και κακά συνταγμένο δικόγραφο προκύπτει ότι ο αιτητής ζητά ακύρωση της απόφασης του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος να θεωρήσει τα ποσά των £20.760 για το 1991 και £45.820 για το 1992 ως αποτελούντα εισόδημα του αιτητή και να τα φορολογήσει. Αυτό περιέχεται κάτω από τον τίτλο "Ζητούμενες Θεραπείες" και ακολουθείται από επτά άλλες παραγράφους, οι οποίες στην ουσία δεν συνιστούν θεραπείες αλλά λόγους ακυρότητας που προσβάλλουν την ορθή και αμερόληπτη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας των καθ΄ων η αίτηση, την αιτιολογία της απόφασης καθώς και την κρίση του Εφόρου επί των γεγονότων. Κάτω από τον τίτλο "Νομικά Σημεία" γίνεται αναφορά στα Άρθρα 146, 24 και 30 του Συντάγματος, καθώς και σε άρθρα των Φορολογικών Νόμων. Tέλος, κάτω από τον τίτλο "Γεγονότα", περιέχεται μία εκτενέστατη αναφορά σε γεγονότα καθώς και επιχειρηματολογία επ΄αυτών.
Η ουσία της προσφυγής αφορά την απόφαση του καθ΄ου η αίτηση Εφόρου να φορολογήσει τον αιτητή με επιπρόσθετο εισόδημα, το οποίο κατά την κρίση του προέκυψε υπό μορφή συμβουλευτικών δικαιωμάτων από την εταιρεία του εξωτερικού Comantec Ltd. Ο αιτητής είναι διευθυντής και μέτοχος σε δύο υπεράκτιες εταιρείες στην Κύπρο. Στις φορολογικές του δηλώσεις δήλωσε μόνο το εισόδημα του από έμμισθη απασχόληση σε μία από τις εταιρείες αυτές. Ο Έφορος όμως, κατόπιν επιστολής που έλαβε από το Τμήμα Φόρου Εισοδήματος του Ηνωμένου Βασιλείου ως συνέπεια της Σύμβασης για Αποφυγή Διπλής Φορολογίας, πληροφορήθηκε ότι η πιο πάνω εταιρεία Comantec Ltd πλήρωσε τα επίδικα ποσά στον αιτητή για συμβουλευτικές πληροφορίες. Ως εκ τούτου, ο Έφορος προχώρησε σε αναθεώρηση της φορολογίας στην οποία ο αιτητής ενέστη, η δε ένσταση του απερρίφθη.
Η αιτιολογία της απόφασης φαίνεται στην επιστολή των καθ΄ων η αίτηση ημερ. 29.9.95, το σχετικό απόσπασμα της οποίας παραθέτω:
"Η απόφαση μου βασίστηκε στα ακόλουθα σημεία:
α) Δεν αποδείξατε τους ισχυρισμούς σας ότι ενεργούσατε ως αντιπρόσωπος του κ. Nasser Al Farsee, αφού παραλείψατε να προσκομίσετε στοιχεία του τραπεζικού λογαριασμού στον οποίο ισχυρίζεστε ότι μεταφέρθηκαν τα συγκεκριμένα ποσά, από τον λογαριασμό σας παρόλο που αυτά σας ζητήθηκαν γραπτώς, ούτε και οποιαδήποτε άλλα αποδεικτικά στοιχεία ότι τα ποσά αυτά πληρώθηκαν στον κ.Nasser Al Farsee όπως ο ισχυρισμός σας.
β) Οι ισχυρισμοί σας ότι στις πράξεις σας δεν υπήρχε εμπορικό κίνητρο και ότι ενεργούσατε απλώς ως μεσάζων, μεταξύ του κ. Nasser Al Farsee και της εταιρείας Comantec Ltd δεν τεκμηριώθηκαν. Αντίθετα η εταιρεία Comantec Ltd σας είχε δηλώσει ως αντιπρόσωπο της στην Κύπρο.
γ) Δεν υπάρχουν επίσημες σφραγίδες στα συμβόλαια, μάρτυρες των υπογραφών ή οποιαδήποτε άλλη πιστοποίηση τέτοια που να αποδεικνύει την εγκυρότητα των συμβολαίων. Εξ άλλου οι πληρωμές έγιναν κατά παράβαση των όρων των συμβολαίων που προσκομίσατε.
δ) Αποκρύψατε από τη δήλωση εισοδήματος σας δικαιώματα για συμβουλευτικές υπηρεσίες τα οποία εισπράξατε στον Καναδά και δηλώσατε εκ των υστέρων, αφού σας είχε γίνει αναθεώρηση των φορολογιών."
Στην μακροσκελή αγόρευση του ο συνήγορος του αιτητή προβάλλει ισχυρισμούς και επιχειρηματολογία γιατί ο Έφορος θα έπρεπε να δεχθεί τα έγγραφα και συμφωνίες που παρουσίασε ο αιτητής και να τα ερμηνεύσει ως ο ίδιος ισχυρίζεται, δεχόμενος ότι οι πληρωμές αυτές εγένετο στον αιτητή όχι για να τις προσπορισθεί ο ίδιος αλλά για να τις πληρώσει σε άλλο, τον Al Farsee. Ο Έφορος όμως κατά την κρίση του δεν δέχθηκε τις θέσεις αυτές και θεώρησε ότι τα επίδικα ποσά τα είχε επωφεληθεί ο ίδιος ο αιτητής.
Το τι έχει να αποφασίσει το Δικαστήριο, σύμφωνα με θεμελιώδη αρχή του διοικητικού δικαίου, είναι αν με βάση τα γεγονότα η απόφαση του Εφόρου ήταν εύλογα επιτρεπτή και δεν επιτρέπεται να υποκαθιστά την κρίση του αρμοδίου οργάνου με τη δική του. (HjiEracles and Another v. Republic (1984) 3 C.L.R. 604). Όταν ο φορολογούμενος δεν υποβάλει πλήρη στοιχεία για το εισόδημα του αναλαμβάνει τον κίνδυνο να φορολογηθεί αυτό με βάση μόνο την έρευνα που διενεργεί ο Έφορος. (Panayiotou v. Republic (1984) 3 C.L.R. 857). O φορολογούμενος έχει καθήκον να προβαίνει σε πλήρη αποκάλυψη του εισοδήματός του και λόγω του ελέγχου που ο ίδιος έχει στα εισοδήματα του πρέπει να αποδεικνύει τους ισχυρισμούς του. Στον ισχυρισμό του Εφόρου ότι παρέλειψε ο αιτητής να προσκομίσει στοιχεία για τον τραπεζικό λογαριασμό του και τις πληρωμές που έγιναν για να αποδείξει όπως ισχυριζόταν ότι τα επίδικα ποσά πληρώθηκαν σε τρίτο ο αιτητής προτάσσει το επιχείρημα ότι τούτο δεν είναι αληθές και ότι αυτός τα προσκόμισε. Επισημαίνεται όμως ορθά από την άλλη πλευρά ότι αυτός τα προσκόμισε μετά την επίδικη απόφαση του Εφόρου και, παρόλον ότι τα στοιχεία αυτά δεν αποδείκνυαν τη θέση του αιτητή, δεν θα πρέπει να ληφθούν υπόψη γιατί η εγκυρότητα της διοικητικής πράξης κρίνεται με βάση τα γεγονότα που ήταν ενώπιον του Εφόρου κατά το χρόνο λήψης της απόφασης (Xiros v. Republic (1985) 3 C.L.R. 971).
Αναφορικά με τον ισχυρισμό του αιτητή ότι η απόφαση πάσχει λόγω έλλειψης αιτιολογίας ή επαρκούς αιτιολογίας, έχω να παρατηρήσω ότι η αιτιολογία προκύπτει τόσο από την ίδια την απόφαση του Εφόρου όσο και από το διοικητικό φάκελο που όπως είναι εκτενώς νομολογημένο μπορεί να λαμβάνεται υπόψη για συμπλήρωση της αιτιολογίας της απόφασης (
Theodoridou v. Republic (1984) 3 C.L.R. 146).Mε βάση τα πιο πάνω και αφού διεξήλθα το διοικητικό φάκελο εξετάζοντας τον σε συνάρτηση με την επιχειρηματολογία κάθε πλευράς έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι, ενόψει των στοιχείων που είχε ενώπιόν του, ήταν εντός της διακριτικής ευχέρειας του Εφόρου να καταλήξει στο συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε και να θεωρήσει τα επίδικα ποσά ως φορολoγητέα εισοδήματα του αιτητή.
Κατά συνέπεια η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος του αιτητή.
Π. Αρτέμης,
9;Δ.
/Χ.Π.