ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 806/95
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗ, Δ.
Αναφορικά με τα άρθρα 146 και 24 του Συντάγματος
Μεταξύ:
DIONYSIOS BROS LEATHERS CO LTD
Αιτητές
και
Της Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
τους Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας
Καθ΄ων η αίτηση
-----------------------
20 Φεβρουαρίου 1998
Για τους αιτητές: κ. Π. Τσαγκάρης.
Για τους καθ΄ων η αίτηση: κ. Μ. Ραφτόπουλος, Δικηγόρος της
Δημοκρατίας Α
-------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές προσβάλλουν την απόφαση του Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ο Έφορος), που τους κοινοποιήθηκε με επιστολή του ημερ. 23.6.95 και με την οποία τους επιβλήθηκε για τις περιόδους από 1.7.92-30.6.94 νέα αναθεωρημένη φορολογία Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), ανερχόμενη στο ποσό των £9,097.50.
Οι αιτητές είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης και είναι υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου (Ν. 246/90) (ο Νόμος). Είναι εγγεγραμμένη στο Μητρώο Φ.Π.Α. και έχει ως εμπορική δραστηριότητα την εισαγωγή και εμπορία δερματίνων ειδών στη Λεμεσό.
Μετά την υποβολή από τους αιτητές των φορολογικών τους δηλώσεων για τις προαναφερθείσες φορολογικές περιόδους, αποφασίστηκε από τους καθ΄ων η αίτηση η διενέργεια ελέγχου στα υποστατικά τους. Ο έλεγχος άρχισε την 7.9.94 και ακολούθησαν άλλες επτά επισκέψεις. Με την ολοκλήρωση του ελέγχου διαπιστώθηκε πως οι
φορολογικές δηλώσεις των αιτητών δεν ήσαν ακριβείς και/ή περιείχαν σφάλματα. Συγκεκριμένα διαπιστώθηκε πως τα πραγματικά στοιχεία που αφορούσαν τις εκροές, το φόρο εκροών και το φόρο εισροών των αιτητών, ήσαν διαφορετικά από αυτά που αναφέροντο στις φορολογικές τους δηλώσεις. Διαπιστώθηκαν επίσης αρκετά λάθη τόσο στα βιβλία ακαθάριστων εσόδων όσο και στις ταινίες ελέγχου των ταμειακών μηχανών, ενώ οι καταχωρήσεις στα βιβλία και τα αρχεία τους ήταν λανθασμένες και ανακριβείς.Ενόψει των διαπιστώσεων αυτών ο Έφορος με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 34 του Νόμου, προέβη σε βεβαίωση του οφειλομένου φόρου χρησιμοποιώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του και ειδοποίησε σχετικά τους αιτητές με επιστολή του ημερ. 10.1.95. Σύμφωνα με την βεβαίωση, οι αιτητές έπρεπε να καταβάλουν φόρο ανερχόμενο στο ποσό των £9.132,00.
Στις 31.1.95 οι αιτητές δια των ελεγκτών τους υπέβαλαν ένσταση και αμφισβήτησαν την απόφαση του Εφόρου για διάφορους λόγους που αναφέρονται στην ένσταση (βλ. Παράρτημα 3 στην ένσταση) και υπέβαλαν νέα στοιχεία.
Ακολούθησε νέα έρευνα (Βλ. Παράρτημα 4 στην ένσταση ερ. 61-98) και λήφθηκαν από τους καθ΄ων η αίτηση για σκοπούς ελέγχου διάφορα έγγραφα, τόσο των αιτητών όσο και της Diorelli Enterprises, για την οποία έγιναν ορισμένοι ισχυρισμοί. Τα έγγραφα αυτά περιλάμβαναν λογιστικά βιβλία, τιμολόγια, αποδείξεις και καταστάσεις τραπεζιτικών λογαριασμών. Εξετάστηκαν οι αμφισβητήσεις και με το πέρας της επανεξέτασης ο Έφορος ανακάλεσε τη Βεβαίωση της 10.1.95 και εξέδωσε νέα την 23.6.95, σύμφωνα με την οποία οι αιτητές όφειλαν να καταβάλουν το ποσό των £9.097,50, αντί το ποσό των £9.312,00 που αρχικά τους επιβλήθηκε. Η νέα βεβαίωση ετοιμάστηκε από τον Έφορο, όπως και η πρώτη, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34(1) του Νόμου, για τους ίδιους λόγους που προαναφέρθηκαν όσον αφορά την αρχική φορολογία (Βλ. παράρτημα 5 στην ένσταση ερ. 99-119). Με την επιστολή αυτή του Εφόρου απαντώνται και οι λόγοι της ένστασης των αιτητών. Η νέα αυτή Βεβαίωση Φόρου είναι και η επίδικη.
Το άρθρο 34(1) του νόμου, με βάση τις διατάξεις του οποίου έγιναν και οι δυο βεβαιώσεις, έχει ως εξής:
"34.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία οποιοδήποτε πρόσωπο παραλείπει να υποβάλει τις φορολογικές δηλώσεις που απαιτούνται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο ή δεν τηρεί τα αναγκαία έγγραφα ούτε παρέχει τις αναγκαίες διευκολύνσεις για επαλήθευση των φορολογικών δηλώσεων, ή είναι ελλιπής ή ότι περιέχουν σφάλματα, τότε ο Έφορος μπορεί να βεβαιώσει το ποσό του οφειλόμενου φόρου χρησιμοποιώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του και στη συνέχεια να ειδοποιήσει σχετικά το πρόσωπο αυτό."
Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι η βεβαίωση φόρου είναι εσφαλμένη, αδικαιολόγητη, υπερβολική, παράνομη, αντίθετη με τις αναγνωρισμένες λογιστικές μεθόδους και λογιστικά πρότυπα και τέλος ότι είναι αποτέλεσμα πλάνης περί τα πράγματα και υπέρβασης των εξουσιών της Υπηρεσίας Φ.Π.Α. Ακόμα προβάλλουν εκείνους τους επί μέρους ισχυρισμούς που υπέβαλαν με την ένσταση τους και απερρίφθησαν, για να στοιχειοθετήσουν την ορθότητα της εισήγησης τους.
Η εκτίμηση των γεγονότων ανήκει στον Έφορο και το Δικαστήριο περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της διοικητικής πράξης. Τότε μόνο επεμβαίνει αν υπάρχει πλάνη περί τα πράγματα ή το Νόμο ή υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής εξουσίας της διοίκησης. (Βλ., μεταξύ άλλων,
HjiEraclis and another v. Republic (1984) 3 CLR 604, 611, Ζαχαροπλαστικές Επιχειρήσεις "ΟΚΑΠΙ" Λτδ ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1172, ημερ. 7.2.95, Αγνή Αλέξη Θουκιδίδη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 753/87, ημερ. 19.5.89).Οι ισχυρισμοί για πλάνη περί τα πράγματα και για παράλειψη διενέργειας της δέουσας έρευνας στοχεύουν στην ανατροπή της απόφασης του Εφόρου, στηρίζονται στην αμφισβήτηση ότι αυτός κατάληξε στη βεβαίωση χρησιμοποιώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του όπως προνοεί το άρθρο 34(1).
Οι λόγοι αυτοί δεν ευσταθούν. Μετά από αλλεπάλληλες επισκέψεις στα καταστήματα των αιτητών και τον έλεγχο των λογιστικών τους βιβλίων και άλλων συναφών εγγράφων, που επακολούθησε, διαπιστώθηκαν οι αταξίες, τα σφάλματα και οι παραλείψεις των αιτητών. Ακολούθησε από τον Έφορο και το Γραφείο του ενδελεχής, μακρά, επίπονος και λεπτομερέστατη έρευνα, όπως διαπιστώνω από το υλικό που τέθηκε ενώπιον μου και ο Έφορος προέβη στη βεβαίωση του ποσού του οφειλόμενου φόρου, χρησιμοποιώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του όπως προνοεί ο Νόμος. Μελέτησα με προσοχή το υλικό που τέθηκε ενώπιον μου και δεν διαπίστωσα ότι η έρευνα που έγινε ήταν ελλιπής ή ότι υπήρξε πλάνη. Η απόφαση του Εφόρου είναι αιτιολογημένη και οι επιμέρους ενστάσεις απαντώνται και συμπληρώνονται από το υλικό του φακέλλου.
Υιοθετώντας τα όσα ειπώθηκαν στη Θεοδοσίου ν. Εφόρου Φ.Π.Α., Υπ. Αρ. 75/94, ημερ. 13.6.96, σχετικά με την έννοια της φράσης "χρησιμοποιώντας κατά τον καλύτερο τρόπο την κρίση του", καταλήγω ότι η κρίση του Εφόρου χρησιμοποιήθηκε κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Η απόφαση του ήταν λογικά εφικτή στην ολότητα της. (Βλ. επίσης Motorways Ltd v. Έφορος Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, Υπ. Αρ. 945/94, ημερ. 25.10.96 και Farnocchia and another v. Customs and Excise Commissioners, (1994) STC 881, σελ. 886-887).
Δεν διαπιστώθηκε οτιδήποτε που να δικαιολογεί το Δικαστήριο να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση.
Κατά συνέπεια, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Η επίδικη πράξη επικυρώνεται με έξοδα εις βάρος των αιτητών.
Γ. Χρυσοστομής
Δ.
/ΚΧ"Π