ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 510/94
ΕΝΩΠΙΟΝ: Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Δ.
Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος.
ΜΕΤΑΞΥ:
Μιχάλη Τορναρίτη, από Κύπρο και τώρα στην Κρήτη,
Αιτητή
και
Πανεπιστημίου Κύπρου, μέσω
Προσωρινής Διοικούσας Επιτροπής
του Πανεπιστημίου Κύπρου,
Καθ'ων η αίτηση
-------------------------------
27 Φεβρουαρίου 1998
Για τον Αιτητή: κ. Α.Σ. Αγγελίδης.
Για τους Καθ'ων η αίτηση: κ. Γ. Τριανταφυλλίδης.
---------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Στις 9/3/94 η Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή του Πανεπιστημίου Κύπρου επέλεξε για διορισμό στη θέση του Λέκτορα στο Τμήμα Φυσικών Επιστημών το ενδιαφερόμενο μέρος Νιόβη Σανταμά. Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η πιο πάνω απόφαση είναι άκυρη αφού μεταξύ άλλων ο αιτητής υπερτερούσε έκδηλα του ενδιαφερόμενου μέρους, δεν προηγήθηκε η δέουσα έρευνα, δεν υπήρξε αιτιολογία και ότι η σχετική απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης.
Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω σε αυτό το στάδιο τα απαραίτητα προσόντα για διορισμό στη θέση του Λέκτορα, όπως αυτά καθορίζονται στο άρθρο 23(1) και
(2) του περί Πανεπιστημίου Κύπρου Νόμου 144/89:
"23.-(1) Για τη θέση Λέκτορα απαιτείται διδακτορικό δίπλωμα αναγνωρισμένου Πανεπιστημίου και η παροχή ενδείξεων για ικανότητα πανεπιστημιακής διδασκαλίας και έρευνας."
Για την επίδικη θέση όπως και για άλλες δύο θέσεις Επίκουρου Καθηγητή τα Εκλεκτορικά Σώματα του Τμήματος Φυσικών Επιστημών Φυσικής και Χημείας (που παρακάθησαν ως ένα Σώμα) αποφάσισαν να καλέσουν εννέα από τους 95 υποψηφίους σε συνέντευξη. Για τους υπόλοιπους 86 που αποφασίστηκε όπως μη κληθούν σε συνέντευξη δόθηκαν οι σχετικοί λόγοι. Το Εκλεκτορικό Σώμα αποφάσισε να μην καλέσει τον αιτητή γιατί η ερευνητική του εργασία θεωρήθηκε ανεπαρκής και γιατί κρίθηκε ότι η ικανότητα του να προβεί σε πρωτότυπη και παραγωγική εργασία ήταν περιορισμένη (weak research record - limited ability to do original and creative research). Αντίθετα αποφασίστηκε όπως κληθεί σε συνέντευξη το ενδιαφερόμενο μέρος Νιόβη Σανταμά. Οι λόγοι που οδήγησαν τα Εκλεκτορικό Σώμα να καλέσει σε συνέντευξη την πιο πάνω είναι οι ακόλουθοι:
"Santama Niovi (Ph.D. Sussex, Biochemistry)
She is an experimental biochemist, with a strong research record. She is enthusiastic and has demonstrated the ability to initiate research. She can teach courses in biochemistry and biology and assist in setting up research and teaching laboratories. Her interview revealed well conceived research plans."
Με βάση τα πιο πάνω το Εκλεκτορικό Σώμα σύστησε την πιο πάνω για τη θέση του Λέκτορα και η Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή στη σύνοδο της μεταξύ 15 και 18/3/94, αφού μελέτησε την έκθεση του Εκλεκτορικού Σώματος, αποφάσισε να της προσφέρει διορισμό στη θέση του Λέκτορα στο Τμήμα Φυσικών Επιστημών.
(1)
Ελλειψη αιτιολογίαςΟ αιτητής υπέβαλε ότι η λήψη της σχετικής απόφασης της Προσωρινής Διοικούσας Επιτροπής να προσφέρει διορισμό στο ενδιαφερόμενο μέρος πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας. Και τούτο γιατί η Διοικούσα Επιτροπή υιοθέτησε χωρίς να δώσει οποιαδήποτε αιτιολογία τις συστάσεις του Εκλεκτορικού Σώματος. Σημειώνεται εδώ η υποχρέωση του Εκλεκτορικού Σώματος, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 6 των περί Πανεπιστημίου Κύπρου (Ακαδημαϊκό Προσωπικό) Κανονισμών του 1990, να υποβάλλει στη Διοικούσα Επιτροπή "σύντομη αιτιολογημένη έκθεση εμπιστευτικής φύσης, για κάθε εκλογή". Η σχετική απόφαση της Προσωρινής Διοικούσας Επιτροπής, η εγκυρότητα της οποίας προσβάλλεται για έλλειψη αιτιολογίας, αναφέρει τα ακόλουθα:
"Η Π.Ε.Δ. αφού μελέτησε την Εκθεση του αρμόδιου Εκλεκτορικού Σώματος αποφάσισε να προσφέρει διορισμό στους κ.κ. Επαμεινώνδα Λεοντίδη και Μιχαήλ Μιχαηλίδη στη θέση του Επίκουρου Καθηγητή στο Τμήμα Φυσικών Επιστημών από την 1η Σεπτεμβρίου, 1994, και 1η Ιανουαρίου, 1995, αντίστοιχα. Οι κ.κ. Ε. Λεοντίδης και Μ. Μιχαηλίδης θα τοποθετηθούν στην 1η βαθμίδα της κλίμακας Κ5.
Η Π.Ε.Δ. αποφάσισε επίσης να προσφέρει διορισμό στην κα Νιόβη Σανταμά στη θέση του Λέκτορα στο Τμήμα Φυσικών Επιστημών από την 1η Σεπτεμβρίου 1995. Η κα Ν. Σανταμά θα τοποθετηθεί στην 1η βαθμίδα της Κλίμακας Κ4."
Είναι ορθό ότι η απόφαση της Προσωρινής Διοικούσας Επιτροπής να καλέσει το ενδιαφερόμενο μέρος είναι λακωνική και η ίδια δεν προσφέρει οποιαδήποτε δική της αιτιολογία. Ομως όπως φαίνεται από τα πιο πάνω πρακτικά η Διοικούσα Επιτροπή αφού μελέτησε την Εκθεση του αρμόδιου Εκλεκτορικού Σώματος υιοθέτησε τις συστάσεις του Εκλεκτορικού Σώματος. Οι συστάσεις του Εκλεκτορικού Σώματος ήταν το αποτέλεσμα της εξέτασης και αιτιολόγησης των προσόντων όλων των υποψηφίων όπως φαίνεται στο πρακτικό της 9/3/94. Το Εκλεκτορικό Σώμα κατέληξε στα συμπεράσματά του αφού εξέτασε τα βιογραφικά σημειώματα, τις δημοσιευθείσες εργασίες και τις συστατικές επιστολές ενός εκάστου των υποψηφίων. Από τα σχετικά στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί το Δικαστήριο κρίνει ότι οι συστάσεις του Εκλεκτορικού Σώματος όπως αυτές υιοθετήθηκαν από τη Διοικούσα Επιτροπή ήταν εύλογα επιτρεπτές.
Ο αιτητής έχει υποβάλει επίσης ότι δεν έχει δοθεί συγκεκριμένη αιτιολογία για τον προαποκλεισμό του αιτητή και ότι η έλλειψη έρευνας είναι προφανής. Προς τούτο έγινε επίκληση της απόφασης Σεργίδης ν. Πανεπιστημίου Κύπρου (Αίτηση 867/91 της 26/10/93) όπου η αιτιολογία που δόθηκε από το Εκλεκτορικό Σώμα για την επιλογή 26 και τον αποκλεισμό 59 υποψηφίων περιορίστηκε στην αναφορά ότι η επιλογή 26 από τους 85 υποψηφίους άνκαι ομόφωνη ήταν δύσκολη, παρ' όλο που τα μέλη είχαν εντυπωσιαστεί από τη συνολική ποιότητα των υποψηφίων. Η πιο πάνω απόφαση διαφοροποιείται από την παρούσα γιατί ενώ στην υπόθεση Σεργίδη δεν προσφέρθηκε οποιαδήποτε αιτιολογία, στην παρούσα έχει δοθεί ξεχωριστή αιτιολογία για τον κάθε υποψήφιο που έχει αποκλειστεί. Για τις συστάσεις αυτές έχουν παρασχεθεί στοιχεία που προσφέρουν επαρκείς λόγους μέσα στα πλαίσια των οποίων το Δικαστήριο κρίνει ότι η απόφαση της Διοικούσας Επιτροπής ήταν εύλογα επιτρεπτή. Η απλή υιοθέτηση των συστάσεων του Εκλεκτορικού Σώματος δεν μπορεί να επηρεάσει την εγκυρότητα της διοικητικής απόφασης αφού υπάρχει προς τούτο επαρκής αιτιολογία στις συστάσεις του Εκλεκτορικού Σώματος.
(2) Εκδηλη υπεροχή
Εχει υποβληθεί επίσης εκ μέρους του αιτητή ότι η σχετική απόφαση πρέπει να ακυρωθεί αφού ο αιτητής υπερέχει έκδηλα του ενδιαφερόμενου μέρους. Οταν αποδειχθεί ότι η υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους είναι έκδηλη το Δικαστήριο μπορεί να επέμβει και να ανατρέψει την απόφαση του διοικητικού οργάνου. (Ιδε Hadjisavvas v. Republic (1982) 3 Α.Α.Δ. 76 και Hadjioannou v. Republic (1983) 3 Α.Α.Δ. 1041). Ομως "στην απουσία έκδηλης υπεροχής, η επιλογή του καταλληλότερου αποτελεί ευθύνη του διοικητικού οργάνου, στο οποίο εναποτίθεται η εξουσία για τη στελέχωση της υπηρεσίας". (Ιδε Ρ.Ι.Κ. ν. Κωνσταντινίδου, Α.Ε. 2294 της 30/9/97). Στην παρούσα υπόθεση ο αιτητής είχε την υποχρέωση να αποδείξει ότι υπερείχε έκδηλα του ενδιαφερόμενου μέρους. Από τα στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο αιτητής δεν έχει αποσείσει το σχετικό βάρος.
(3)
ΠροαποκλεισμόςΟ αιτητής προβάλλει επίσης ως λόγο ακύρωσης της διοικητικής πράξης τον ισχυρισμό ότι προαποκλείστηκε από τον κατάλογο των προσώπων που θα καλούνταν σε συνέντευξη χωρίς να υπάρχει προς τούτο κανονική συνεδρία της Επιτροπής. Η πιο πάνω εισήγηση είναι απόρροια από την ακόλουθη παράγραφο των σχετικών πρακτικών κάτω από τον τίτλο "Preliminary Selection":
"The list of candidates that were invited for interview was finalised at the beginning of the meeting of the Committees on Monday March 7th. It was unanimously agreed that no new names should be added to the list."
Εχει γίνει αποδεκτό από τους καθ'ων η αίτηση ότι πριν από τη συνεδρία της 7/3/94 "είχαν προηγηθεί διαβουλεύσεις μεταξύ των μελών του Εκλεκτορικού Σώματος και αποφασίσθηκε ποιοί υποψήφιοι προκαταρκτικά θα εκαλούντο σε συνέντευξη. Οι υποψήφιοι αυτοί ειδοποιήθηκαν από τους καθ'ων η αίτηση περί της ημερομηνίας και ώρας των συνεντεύξεων τους πριν από την 7η Μαρτίου. Ο κατάλογος αυτός των υποψηφίων επιβεβαιώθηκε και οριστικοποιήθηκε (was finalised) κατά την πρώτη συνεδρία του Εκλεκτορικού Σώματος που έγινε στην Κύπρο την 7/3/94"
.Μπορεί η εισήγηση για τη μη ύπαρξη πρακτικών ως προς το τι είχε διαδραματιστεί πριν από τη συνεδρία της 7/3/94 να είναι ορθή. Ομως από τα πρακτικά της 7/3/94 φαίνεται ότι στη συνεδρία της πιο πάνω ημερομηνίας είχαν επανεξεταστεί και ομόφωνα επιβεβαιώθηκε η απόφαση ως προς τους υποψηφίους που θα εκαλούνταν σε συνέντευξη και επιπρόσθετα αποφασίστηκε να μην κληθούν άλλα νέα πρόσωπα σε συνέντευξη. Η επαναβεβαίωση της απόφασης ως προς τους υποψηφίους που θα καλούνταν για συνέντευξη με τη σχετική αιτιολογία που παρατίθεται, δεν μπορεί να επηρεάσει την εγκυρότητα της πρώτης απόφασης αφού η συνεδρία της 7/3/94 υιοθετεί πλήρως την προηγούμενη απόφαση για την οποία δεν υπάρχουν πρακτικά.
(4)
Παρουσία ΔιευθυντήΕχει επίσης υποβληθεί εκ μέρους του αιτητή ότι η σχετική απόφαση της Προσωρινής Διοικούσας Επιτροπής είναι άκυρη αφού στη συνεδρία για τη λήψη της απόφασης παρευρισκόταν και ο Διευθυντής Διοίκησης και Οικονομικών κ. Νίκος Βάκης. Είναι η θέση του αιτητή ότι η παρουσία του Διευθυντή Διοίκησης και Οικονομικών οδηγεί σε συμπέρασμα κακής συγκρότησης της Διοικούσας Επιτροπής που έχει ως αποτέλεσμα τη διάβρωση του κύρους της απόφασης.
Η εισήγηση του αιτητή δεν μπορεί να ευσταθήσει γιατί στην παρούσα περίπτωση η παρουσία του Διευθυντή κατοχυρώνεται με τις πρόνοιες του άρθρου 5(2) των περί Πανεπιστημίου Κύπρου (Ακαδημαϊκό Προσωπικό) Κανονισμών του 1990. Από τα σχετικά πρακτικά φαίνεται ότι ο κ. Νίκος Βάκης παρακάθησε μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της Επιτροπής με την ιδιότητα του ως Διευθυντής Διοίκησης και Οικονομικών και δεν φαίνεται ότι είχε οποιαδήποτε ανάμειξη στη μελέτη της Εκθεσης του Εκλεκτορικού Σώματος ούτε και στη λήψη της σχετικής απόφασης που επακολούθησε. Η νόμιμη συγκρότηση του συλλογικού οργάνου είναι απαραίτητη προϋπόθεση της έννομης λειτουργίας του. Η ταυτόχρονη παρουσία των μελών όπως αυτά καθορίζονται από νομοθετικές πρόνοιες είναι απαραίτητη για να αποκτήσει το συλλογικό όργανο τη νομική του υπόσταση και λειτουργία (Ιδε Κυριακόπουλου "Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο" Β΄ σ. 20-21). Μέσα στα πιο πάνω πλαίσια η εισήγηση ότι η παρουσία του Διευθυντή επηρεάζει την εγκυρότητα της απόφασης δεν μπορεί να ευσταθήσει.
(5)
Ταυτόχρονη παρουσία μελώνΕχει υποβληθεί εκ μέρους του αιτητή ότι η συμπερίληψη των εργασιών των δύο Εκτελεστικών Επιτροπών Φυσικής και Χημείας στο ίδιο κοινό πρακτικό της 9/3/94 αποτελεί παραβίαση των κανόνων νόμιμης λειτουργίας συλλογικού οργάνου αφού η παρουσία μη μελών του συλλογικού οργάνου μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της σχετικής απόφασης.
Τα δύο Εκλεκτορικά Σώματα κλήθηκαν από τη Διοικούσα Επιτροπή να συστήσουν τρεις υποψηφίους για τη θέση του Επίκουρου Καθηγητή για το Τμήμα Φυσικών Επιστημών στους κλάδους της
Βιοχημείας (Biochemistry),
Οργανικής Χημείας (Organic Chemistry),
Χημείας Επιφανειών και Στερεών (Surface and Solid State Chemistry),
Ηλεκτροχημείας (Electrochemistry),
Χημείας Κυρίων Ομάδων (Main Group Chemistry),
Πειραματικής Φυσικής
Συμπυκνωμένης Υλης (Experimental Condensed Matter Physics) και
Πειραματικής Περιβαλλοντικής
Φυσικής (Experimental Environmental Physics).
Τα μέλη των Εκλεκτορικών Σωμάτων Φυσικής και Χημείας - κατόπιν εισήγησης της Διοικούσας Επιτροπής - συνεδρίασαν ταυτόχρονα στην παρουσία όλων των μελών των δύο οργάνων στις 7 και 8/3/94. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι τέσσερα από τα μέλη του Εκλεκτορικού Σώματος Φυσικών Επιστημών (Φυσικής) ήταν ταυτόχρονα μέλη του επταμελούς Εκλεκτορικού Σώματος Φυσικών Επιστημών (Χημείας). Οι οδηγίες που δόθηκαν από την Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή απευθύνονταν ταυτόχρονα και στα δύο Εκλεκτορικά Σώματα. Ομως το άρθρο 33(4) του Νόμου 144/89 προνοεί ότι τα Εκλεκτορικά Σώματα είναι πενταμελή και "διορίζεται ένα Εκλεκτορικό Σώμα για κάθε ειδικότητα ή Τμήμα του Πανεπιστημίου". Τα πέντε μέλη του Τμήματος Φυσικών Επιστημών (Φυσικής) διορίστηκαν στις 25 και 26/2/93 όπως επίσης και τα πέντε μέλη του Τμήματος Φυσικών Επιστημών (Χημείας). Δεν έχει δοθεί οποιαδήποτε μαρτυρία πως εκτός από τα πέντε μέλη που διορίστηκαν στις 25 και 26/2/93 στη λήψη της σχετικής απόφασης παρευρίσκονταν 7 μέλη στο Εκλεκτορικό Σώμα Φυσικών Επιστημών (Χημείας) και 8 μέλη στο Εκλεκτορικό Σώμα Φυσικών Επιστημών (Φυσικής).
Η εγκυρότητα μιας διοικητικής απόφασης εξαρτάται άμεσα από τη νόμιμη συγκρότηση του συλλογικού οργάνου που προβαίνει στη λήψη της σχετικής απόφασης. Οπως έχει τονιστεί στην υπόθεση Πανεπιστήμιο Κύπρου ν. Κωνσταντίνου, (1994) 3 Α.Α.Δ. 145, 155
"Σύμφωνα με τη γενική αρχή που διέπει τη σύνθεση των συλλογικών οργάνων της Διοίκησης, στη συνεδρία - σύσκεψη που λαμβάνεται απόφαση δεν επιτρέπεται να παρίστανται κατά τη διάρκεια της διαλογικής συζήτησης μεταξύ των μελών και της ψηφοφορίας για λήψη της σχετικής απόφασης, πρόσωπα που δεν συμπεριλαμβάνονται στη, σύμφωνα με το Νόμο, συγκρότηση τους - (βλ., μεταξύ άλλων, Andreas Gavriel v. Republic (Minister of Education) (1967) 3 C.L.R. 638, 646, 647, Aristides v. Republic (1986) 3 C.L.R. 466, 474, Κώστας Πετρίδης ν. Αρχής Βιομηχανικής Καταρτίσεως Κύπρου, Υπόθεση Αρ. 392/85, (Απόφαση δόθηκε στις 22 Απριλίου 1989, δε δημοσιεύτηκε ακόμα), Ανδρέας Χ" Βασιλείου ν. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού, Υπόθεση Αρ. 295/88, (Απόφαση δόθηκε στις 14 Μαρτίο 1991, δε δημοσιεύτηκε ακόμα))."
Πρέπει να τονιστεί ότι η παρουσία υπηρεσιακών παραγόντων (που δεν αποτελούν μέλη του οργάνου) για να πληροφορήσουν τα μέλη πάνω σε συγκεκριμένα θέματα της ημερήσιας διάταξης δεν απαγορεύεται. (Ιδε Σπηλιωτόπουλου "Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, 6η Εκδοση, σελ. 134.)
Ομως η συνέχιση της παρουσίας προσώπων που η συμμετοχή τους δεν επιτρέπεται ρητά από το Νόμο στη συζήτηση που επακολουθεί και οδηγεί στη λήψη της διοικητικής απόφασης, επηρεάζει άμεσα την εγκυρότητα της σχετικής απόφασης.
Οπως αναφέρει ο Καθηγητής Σπηλιωτόπουλος,
"Κατά τη συνεδρίαση, κατά την οποία γίνεται διαλογική συζήτηση μεταξύ των μελών και ψηφοφορία για τη λήψη της απόφασης του συλλογικού οργάνου, δεν επιτρέπεται να παρίστανται πρόσωπα, που δεν περιλαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις στη νόμιμη συγκρότηση ή των οποίων η συμμετοχή στις συνεδριάσεις δεν προβλέπεται ρητώς (όπως είναι ο γραμματέας ή ο τυχόν κατά νόμο εισηγητής (ΣΕ 4391/1988) ή άλλα πρόσωπα (π.χ. νομικός σύμβουλος, κυβερνητικός επίτροπος κλπ.), των οποίων η συμμετοχή ρητώς προβλέπεται). Εάν παρίστανται κατά τη συνεδρίαση άλλα πρόσωπα (όπως π.χ. οι υπηρεσιακοί παράγοντες που κλήθηκαν για παροχή πληροφοριών, (ΣΕ 2002/1963), πρέπει να αποχωρήσουν πριν από την έναρξη της διαλογικής συζήτησης (ΣΕ 3022/1980).
(Ιδε Σπηλιωτόπουλου, "Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου", 6η Εκδοση, σελ. 134)
Την ίδια άποψη τρέφει και ο Παπαχατζής που στο βιβλίο του "Το Σύστημα του Ισχύοντος στην Ελλάδα Διοικητικού Δικαίου" (1976) 5η Εκδοση, 172, τονίζει ότι,
"Αντίκειται επίσης στην έννοια της νομίμου συνθέσεως του συλλογικού οργάνου η συμμετοχή στο συμβούλιο έστω και ενός μέλους που δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των νομίμων του οργάνου μελών."
Η πιο πάνω γραμμή υιοθετήθηκε στην υπόθεση Χ" Βασιλείου ν. ΚΟΑ (πιο πάνω) όπου σε ισχυρισμό που προβλήθηκε ότι η παρουσία του Νομικού Συμβούλου του Οργανισμού στην τελευταία συνεδρία που λήφθηκε η σχετική απόφαση ήταν αντικανονική, τονίστηκε ότι,
"Ομως η παρουσία του στην τελευταία συνεδρία κατά την οποία λήφθηκε η επίδικη απόφαση, παραβιάζει τις αρχές της λειτουργίας των διοικητικών οργάνων όπως προδιαγράφονται στην πιο πάνω Νομολογία. Η επίδικη απόφαση, η σύνταξη και η αιτιολογία της πρέπει να είναι καθαρό προϊόν των διαβουλεύσεων των μελών του αρμοδίου οργάνου."
Στην παρούσα περίπτωση ο Νόμος καθορίζει ποιά θα είναι τα Εκλεκτορικά Σώματα όσο και την αριθμητική σύνθεσή τους. Από τα στοιχεία που έχουν δοθεί φαίνεται ότι οι πιο πάνω πρόνοιες έχουν καταστρατηγηθεί αφού η επίδικη απόφαση λήφθηκε από μια ταυτόχρονη και από κοινού συνεδρία δύο διαφορετικών Εκλεκτορικών Σωμάτων με αριθμό μελών που υπερέβαιναν εκείνο που καθορίζει το άρθρο 33(4) του Νόμου 144/89. Μπορεί τα προσόντα που απαιτούνταν στους κλάδους της Βιοχημείας, Οργανικής Χημείας και Ηλεκτροχημείας να επέβαλλαν την εξέταση και από τα δύο Τμήματα, όμως η νομοθετική πρόνοια για την πενταμελή σύνθεση ενός οργάνου και τη μετέπειτα δημιουργία δύο διαφορετικών Εκλεκτορικών Σωμάτων, του Τμήματος Φυσικών Επιστημών (Φυσικής) και του Τμήματος Φυσικών Επιστημών (Χημείας), δεν θα μπορούσε να δικαιολογήσει την ταυτόχρονη και από κοινού εξέταση από τα δύο Εκλεκτορικά Σώματα.
Εχοντας υπόψη τα πιο πάνω η προσφυγή επιτυγχάνει. Η σχετική απόφαση ακυρώνεται. Οι καθ'ων η αίτηση καταδικάζονται στην καταβολή των εξόδων από τις 22/1/98 μέχρι και την έκδοση της σχετικής απόφασης.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ