ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 228/97.

ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Χριστόδουλου Κωνσταντινίδη,

Αιτητή

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Διοικητή ΥΙ Ταξιαρχίας Πεζικού Εθνικής Φρουράς,

Καθ΄ ων η αίτηση.

_________________

29 Ιανουαρίου, 1998.

Για τον αιτητή: Σ. Οικονομίδης.

Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Γ. Γιωργαλλής, Δικηγόρος της Δημοκρατίας

εκ μέρους του Γ-Ε.

__________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά τις πιο κάτω θεραπείες:

"1. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του Καθ΄ ου η

αίτηση ημερ. 22.1.1997, με την οποία έκρινε το παράπονο που ο

Αιτητής υπέβαλε κατά πειθαρχικής ποινής που του είχε επιβληθεί

στις 24.12.1996 ως αβάσιμο, είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή

εστερημένη οποιασδήποτε έννομης συνέπειας.

2. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του Καθ΄ ου η

αίτηση ημερ. 24.12.1996, που γνωστοποιήθηκε στον Αιτητή στις

3.1.1997, με την οποία έκρινε τον Αιτητή ως ένοχο πειθαρχικού

παραπτώματος και τον τιμώρησε πειθαρχικά, είναι άκυρη και/ή

παράνομη και/ή εστερημένη οποιασδήποτε έννομης συνέπειας."

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση δεν έχει υποστηρίξει την προσβαλλόμενη απόφαση. ΄Εχει κάμει την ακόλουθη δήλωση:

"Δεν θα καταχωρήσουμε γραπτή αγόρευση και θα δεχθούμε ακυρωτική απόφαση διότι συμφωνούμε με την θέση της άλλης πλευράς ότι η απόφαση λήφθηκε από αναρμόδιο όργανο."

Παρά την πιο πάνω δήλωση το δικαστήριο θα προχωρήσει στην εξέταση την νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης. Αποτελεί πάγια θέση της νομολογίας μας ότι το δικαστήριο δεν δεσμεύεται από την συναίνεση των μερών αλλά πρέπει να καταλήγει στα δικά του συμπεράσματα επί των νομικών καθώς και των πραγματικών πτυχών μιας υπόθεσης (Βλ. Platis v. Republic (1978) 3 C.L.R. 384).

Τα γεγονότα που περιβάλλουν την προσφυγή.

Ο αιτητής είναι μόνιμος αξιωματικός του Στρατού της Δημοκρατίας. Από 1.12.1993 φέρει το βαθμό του Αντισυνταγματάρχη. ΄Εχει αποσπαστεί για υπηρεσία στην Εθνική Φρουρά. Από τον Μάρτιο του 1994 υπηρετεί ως Διοικητής στο 211 Τάγμα Πεζικού (211 Τ.Π.) το οποίο διοικητικά υπάγεται στο 3ο Σύνταγμα Πεζικού (3ο Σ.Π.). Στις 10.6.1996 μετατέθηκε από το 211 Τ.Π. και τοποθετήθηκε στο 631 Τάγμα Πεζικού (631 Τ.Π.) το οποίο διοικητικά υπάγεται στο 12ο Σύνταγμα Πεζικού (12ο Σ.Π.). Ο καθ΄ ου η αίτηση κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν Διοικητής της ΙΥ Ταξιαρχίας Πεζικού (ΙΥ Ταξ. Π.Ζ.). Με έγγραφο του ημερ. 5.12.1996 κάλεσε τον αιτητή σε απολογία σε σχέση με τη διάπραξη πειθαρχικού αδικήματος. Μετά την υποβολή της απολογίας του αιτητή, ο καθ΄ ου η αίτηση τον έκρινε ένοχο για διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος και τον τιμώρησε πειθαρχικά με 6ήμερο περιορισμό.

Ο αιτητής έλαβε γνώση της ποινής αυτής την 3.1.97. Θεώρησε τον εαυτό του αδικημένο από την απόφαση του καθ΄ ου η αίτηση και υπέβαλε αναφορά παραπόνου, δυνάμει του Καν. 12 των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς. Ο καθ΄ ου η αίτηση με έγγραφο του, ημερ. 22.1.1997, πληροφόρησε τον αιτητή ότι έκρινε το παράπονο του που του υπέβαλε ως αβάσιμο και την πειθαρχική ποινή ως σύννομη.

Η προδικαστική ένσταση.

Ο καθ΄ ου η αίτηση ισχυρίσθηκε ότι με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως προσβάλλονται δύο ξεχωριστές διοικητικές πράξεις. Διαζευκτικά ισχυρίσθηκε "ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έχασε την εκτελεστότητα της μετά την υποβολή ιεραρχικής προσφυγής και/ή την προσβαλλόμενη απόφαση, ημερ. 22.1.97".

Είχα την ευκαιρία να εξετάσω παρόμοια προδικαστικό ζήτημα στην υπόθεση Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (Υπ. αρ. 741/96/12.5.97). Υιοθετώ πλήρως την προσέγγιση μου στην υπόθεση Κωνσταντινίδης. Το σχετικό απόσπασμα της απόφασης έχει ως πιο κάτω:

"Αποτελεί καλώς θεμελιωμένη αρχή του διοικητικού δικονομικού δικαίου ότι δεν χωρεί προσφυγή με το ίδιο δικόγραφο περισσότερων της μιας αυτοτελούς διοικητικής πράξης, οι οποίες δεν είναι συναφείς. Πράξεις ή αποφάσεις θεωρούνται συναφείς, εάν η μία πράξη αποτελεί προϋπόθεση της άλλης, ή αφορούν τον ίδιο αιτητή, στηρίζονται στις ίδιες διατάξεις του Νόμου, έχουν ταυτόσημη αιτιολογία και εξεδόθησαν στην ίδια διοικητική διαδικασία από το ίδιο όργανο. Αν δεν συντρέχει η προϋπόθεση της συνάφειας η προσφυγή εξετάζεται μόνο ως προς την προτασσόμενη στο δικόγραφο πράξη (Βλ. Διακόπουλλος κ.α. ν. Ρ.Ι.Κ., Υποθ. αρ. 516/88 και 528/88/21.4.90, Αρσαλίδης ν. Α.ΤΗ.Κ., Υποθ. αρ. 152/90/9.5.91, Κολοκοτρώνη ν. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 1063/91/29.3.96, Αποφάσειςτου Συμβουλίου της Επικρατείας 858/1954, 499/1956, 1817/1956, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-59, σελ. 274, Τσάτσου 'Η αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας', Τρίτη έκδοση, σελ. 357-58, Δαγτόγλου 'Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο', 2α έκδοση 1994, παρα. 362-63).

Στην κρινόμενη περίπτωση οι προσβαλλόμενες πράξεις δεν στηρίζονται στις ίδιες διατάξεις του Νόμου. Η προτασσόμενη στο δικόγραφο πράξη στηρίζεται πάνω στην παραγ. 12 των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς, η δε πράξη με αρ. 2 στο δικόγραφο έχει σαν νομικό βάθρο τις παραγ. 5 και 6. Ακολουθεί πως οι δύο πράξεις δεν είναι συναφείς και δεν μπορούν να προσβληθούν με το ίδιο δικόγραφο. Εξεταστέα είναι μόνο η προτασσόμενη στο δικόγραφο πράξη ημερ. 1.8.96.

Η πράξη που μνημονεύεται στην παράγραφο 2 δεν μπορεί να προσβληθεί και για το λόγο ότι στερείται εκτελεστού χαρακτήρος. Αποτελεί καλώς καθιερωμένη αρχή του διοικητικού δικαίου ότι πράξη εναντίον της οποίας έχει υποβληθεί ένσταση, η οποία - ένσταση - προβλέπεται από τον Νόμο παύει να είναι εκτελεστής φύσεως επειδή ενσωματώνεται στην απόφαση η οποία εκδίδεται επί της ενστάσεως (Βλ. Economides and Others v. Republic (1978) 3 C.L.R. 230, 235, Αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας 628/1963, 2550/1965, 1564/1968, 145/1966, 889/1969, 2872/1969 και 883/1970, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-59, σελ. 241-42)."

 

Η ουσία της προσφυγής.

Ο αιτητής έχει επιδιώξει την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης για το λόγο ότι έχει εκδοθεί από αναρμόδιο όργανο. Νομικό βάθρο του σχετικού λόγου ακυρώσεως ήταν οι καν. 5(1), 6(1), (2) και (3), 8 και 12 των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς. Σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή ο καθ΄ ου η αίτηση - Διοικητής της ΙΥ Ταξιαρχίας Πεζικού - ήταν αναρμόδιος να επιληφθεί του παραπόνου του αιτητή.

΄Ηταν η θέση του ευπαίδευτου συνήγορου του αιτητή ότι δυνάμει των πιο πάνω κανονισμών αρμόδιος για την εξέταση του ισχυριζόμενου πειθαρχικού παραπτώματος ήταν ο Διοικητής του 3ου Σ.Π. και όχι ο καθ΄ ου η αίτηση. Περαιτέρω αρμόδιος για να εξετάσει την αναφορά παραπόνου ήταν ο Διοικητής του 12ου Σ.Π..

Είναι πρόδηλο από το ενώπιον μου υλικό ότι το παράπονο του αιτητή δεν έχει εξεταστεί από τον άμεσα προϊστάμενο διοικητή του, δηλαδή τον Διοικητή του 12ου Συντάγματος Πεζικού αλλά από τον Διοικητή της ΙΥ Ταξιαρχίας Πεζικού. Ο τελευταίος δεν ήταν ο άμεσα προϊστάμενος του αιτητή. ΄Ηταν ο άμεσα προϊστάμενος Διοικητής του πιο πάνω Διοικητή του 12ου Συντάγματος Πεζικού. Με βάση, λοιπόν, όλα τα πιο πάνω ο Διοικητής της ΙΥ Ταξιαρχίας Πεζικού έχει ενεργήσει αναρμοδίως. Δεν έχει σημασία ότι ήταν ο ιεραρχικώς προϊστάμενος του αρμοδίου κατά τους Κανονισμούς οργάνου επειδή "την αρμοδιότητα, ήτις ειδικώς ανετέθη εις ωρισμένον όργανον δεν δύναται εξ άλλου ν΄ ασκήσει αντ΄ αυτού, ούτε ο ιεραρχικώς προϊστάμενος τούτου άνευ ρητής αντιθέτου διατάξεως" - και εδώ δεν έχουμε τέτοια διάταξη (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-59, σελ. 104, Μιχ. Δ. Στασινόπουλου "Δίκαιον των Διοκητικών Πράξεων", 1951, σελ. 180).

Η διαπίστωση μου περί της αναρμοδιότητας σφραγίζει και τη μοίρα της προσφυγής. Η αναρμοδιότητα της αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη οδηγεί στην ακύρωση της πράξης (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-59, σελ. 105, Τσάτσου (πιο πάνω), σελ. 191, Ioannou ν. Republic (1970) 3 C.L.R. 183, Christodoulou v. Republic (1967) 3 C.L.R. 50).

Η προσβαλλόμενη με την παραγ. 1 της προσφυγής απόφαση ακυρώνεται στην ολότητα της με έξοδα £250.-

 

 

 

 

 

Π. ΚΑΛΛΗΣ,

Δ.

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο