ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 2135
11 Σεπτεμβρίου, 1997
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ ΧΑΛΟΦΤΗ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ (ΤΜΗΜΑ ΟΔΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ),
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 121/94)
Διοικητικό Δίκαιο —Ανάκληση διοικητικών πράξεων — Όροι νομιμότητας — Περιστάσεις έγκυρης ανακλήσεως παράνομης ευμενούς διοικητικής πράξης στην κριθείσα περίπτωση.
Μηχανοκίνητα Οχήματα — Εκπαιδευτές οδηγών — Προϋποθέσεις έκδοσης της σχετικής άδειας —Άρθρο 2 του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Εκπαίδευση Οδηγών) Νόμου αρ. 112/68 — Η απαίτηση της άσκησης της εκπαίδευσης οδηγών ως κύριο επάγγελμα — Παράβασή της δικαιολογεί ανάκληση της άδειας.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Λόγοι ακυρώσεως — Έλλειψη αιτιολογίας — Δεν στοιχειοθετήθηκε.
Ο αιτητής προσέβαλε την ανάκληση της άδειάς του ως εκπαιδευτή οδηγών.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Έχει νομολογιακά καθιερωθεί ότι μια νόμιμη διοικητική πράξη δεν μπορεί να ανακληθεί αν τρίτα πρόσωπα απέκτησαν δικαιώματα, εκτός αν η πράξη έχει εκδοθεί "ad personam" και ο ιδιώτης δεν κάνει προσωπική χρήση του δικαιώματος.
Στην παρούσα περίπτωση το Άρθρο 2(αι) του Νόμου προϋποθέτει ότι το επάγγελμα της εκπαίδευσης οδηγών θα ασκείται ως κύριο επάγγελμα. Οι καθ' ων η αίτηση πληροφορήθηκαν στις 18/5/1993 ότι ο αιτητής εκτός από το δικαίωμα του επαγγέλματος του Εκπαιδευτή Οδηγών απησχολείτο και ως μόνιμος ωρομίσθιος κυβερνητικός εργάτης. Τα πιο πάνω που δεν αμφισβητούνται, δικαιολογούσαν την ανάκληση της άδειας της 24/3/1993.
2. Στην παρούσα υπόθεση η σχετική επιστολή αναφέρει ότι η ανάκληση γίνεται γιατί ο αιτητής δεν εξασκούσε ως κύριο επάγγελμα του την εκπαίδευση οδηγών σύμφωνα με το Άρθρο 2(β)(α1) του Νόμου 112/68. Μπορεί να λεχθεί ότι η ειδοποίηση της ανάκλησης της άδειας έχει μια συνοπτική μορφή. Όμως η σχετική επιστολή προσφέρει τη δικαιολογία και το σχετικό άρθρο του Νόμου πάνω στο οποίο βασίζεται, ενώ μια προσεκτική εξέταση του φακέλου δείχνει ότι η απόφαση της ανάκλησης συνάδει με τα στοιχεία που περιέχονται στο φάκελο. Συνεπακόλουθα η απόφαση για την ανάκληση της άδειας δεν πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Moschovakis v. Cyprus Broadcasting Corporation (1988) 3 C.L.R. 750,
Αλέξανδρος Σολέας και Υιός Λτδ. ν. Υπουργείου Οικονομικών κ.ά. (1993) 4 Α.Α.Δ. 803,
Αντωνίου ν. Α.Η.Κ. (1993) 4 Α.Α.Δ. 764,
Ιωσηφίδου ν. Δήμου Λακατάμιας (1989) 3(B) Α.Α.Δ. 393,
Αποστόλου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού (1990) 3 Α.Α.Δ. 126,
Πισσάς ν. Δημοκρατίας (1974) 3 Α.Α.Δ. 476,
Ιακωβίδης ν. Δημοκρατίας (1966) Α.Α.Δ. 212,
Σάββα ν. Δημοκρατίας (1980) 3 Α.Α.Δ. 675.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόφαση για την ανάκληση της άδειας εξασκήσεως του επαγγέλματος εκπαιδευτή οδηγών η οποία είχε παρασχεθεί στον αιτητή.
Α. Μιχαήλ για Λ. Παυλίδη, για τον Αιτητή.
Ρ. Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:
(α) Τα γεγονότα
Ο αιτητής, που εργαζόταν ως μόνιμος ωρομίσθιος κυβερνητικός εργάτης στο Τμήμα της Ηλεκτρομηχανολογικής Υπηρεσίας με απόσπαση στο Τμήμα Επιθεώρησης Μηχανοκινήτων Οχημάτων, στις 24/3/1993 πήρε άδεια εξάσκησης του επαγγέλματος Εκπαιδευτή Οδηγών με ισχύ από τις 24/3/1993 μέχρι 23/3/1994. Στις 9/12/1993, κατόπιν έγγραφης καταγγελίας που καταβλήθηκε από ομάδα Εκπαιδευτών Οδηγών, το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων πληροφόρησε τον αιτητή ότι, επειδή δεν ασκούσε ως κύριο επάγγελμα του την εκπαίδευση οδηγών σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 2(β)(αι) του Νόμου 15/86 (όπως έχει τροποποιήσει τον Περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Εκπαίδευση Οδηγών) Νόμο αρ. 112/68) η ισχύς της άδειας του ανεκαλείτο.
Ο αιτητής προσέβαλε την πιο πάνω απόφαση για διάφορους λόγους που συνοψίζονται στην έλλειψη αιτιολογίας και εσφαλμένη άσκηση διακριτικής εξουσίας με αλλότριο σκοπό.
(β) Η ανάκληση της άδειας
Έχει υποβληθεί από τον αιτητή ότι η σχετική πράξη της ανάκλησης πάσχει από εσφαλμένη άσκηση διακριτικής εξουσίας και εξυπηρετεί αλλότριο σκοπό. Η άδεια εξάσκησης του επαγγέλματος του Εκπαιδευτή Οδηγών εκδόθηκε στις 24/3/1993 και ανακλήθηκε δυο περίπου μήνες μετά, στις 18/5/1993.
Ανάκληση, είναι η διοικητική πράξη που καταργεί, για το μέλλον ή αναδρομικά, μια άλλη διοικητική πράξη. Το θέμα της ανάκλησης εξετάστηκε στην υπόθεση Moschovakis v. Cyprus Broadcasting Corporation (1988) 3 C.L.R. 750, όπου ο Δικαστής Πικής υιοθέτησε περιληπτικά τις αρχές όπως αναφέρονται στο "Δίκαιο των Διοικητικών Διαφορών" του Μ. Στασινόπουλου, (1951) σ. 230, ως ακολούθως:
(1) Η Διοίκηση έχει το δικαίωμα να ανακαλέσει μια προηγούμενη διοικητική πράξη.
(2) Το πιο πάνω δικαίωμα δεν είναι απεριόριστο αλλά υπόκειται στην αρχή ότι η Διοίκηση θα πρέπει να εφαρμόζει τον κανόνα της καλής πίστης και να λαμβάνει υπόψη τη δημιουργία δικαιωμάτων ως αποτέλεσμα της διοικητικής πράξης.
(3) Μια νόμιμη διοικητική πράξη δεν μπορεί να ανακληθεί αν έχουν δημιουργηθεί πραγματικές καταστάσεις που δεν επιτρέπουν την ανατροπή τους.
(4) Μια παράνομη διοικητική πράξη μπορεί να ανακληθεί νοουμένου ότι η ανάκληση γίνεται μέσα σε "εύλογο χρονικό διάστημα".
(5) Τι είναι "εύλογο χρονικό διάστημα" εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε περίπτωσης.
(6) Το κώλυμα του εύλογου χρονικού διαστήματος δεν μπορεί να προκληθεί όταν ο διοικούμενος με τις πράξεις ή παραλείψεις του έχει συνεισφέρει στη δημιουργία της παράνομης πράξης (Αλέξανδρος Σολέας και Υιός Λτδ. ν. Υπουργείου Οικονομικών και Κυπριακής Δημοκρατίας (1993) 4(B) Α.Α.Δ. 803).
Έχει νομολογιακά καθιερωθεί ότι μια νόμιμη διοικητική πράξη δεν μπορεί να ανακληθεί αν τρίτα πρόσωπα απέκτησαν δικαιώματα, εκτός αν η πράξη έχει εκδοθεί "ad personam" (όπως π.χ. η έκδοση άδειας λειτουργίας τουριστικού γραφείου) και ο ιδιώτης δεν κάνει προσωπική χρήση του δικαιώματος, (π.χ. αναθέτει τη λειτουργία του τουριστικού γραφείου σε ένα τρίτο πρόσωπο). (Ίδε Δαγτόγλου "Γενικό Διοικητικό Δίκαιο" 4η Έκδοση, σ. 330.)
Το άρθρο 2 του Περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Εκπαίδευση Οδηγών) Νόμου του 1968 (Αρ. 112/68) όπως έχει τροποποιηθεί με τον Περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Εκπαίδευση Οδηγών) Νόμο αρ. 15/86 προνοεί ότι,
"(2) η άδεια Εκπαιδευτών Οδηγών δεν εκδίδεται εκτός αν ο αιτητής:
(α) Είναι καλού χαρακτήρα ως ήθελε καθορισθεί δια κανονισμών και έχει συμπληρώσει το εικοστό έτος της ηλικίας του, (αι) Ασκεί ή θα ασκεί ως κύριο επάγγελμα την εκπαίδευση οδηγών,
(β) Είναι κάτοχος αδείας οδηγού για τουλάχιστον 5 έτη δια τον τύπο του οχήματος δια το οποίο εξαιτείται την έκδοση άδειας εκπαιδευτού,
(γ) Υπέστη επιτυχώς, ουχί ενωρίτερον του ενός έτους προ της ημερομηνίας υποβολής της αιτήσεως την καθοριζομένην εξέταση εκπαιδευτού οδηγών,
(δ) Είναι φυσικώς ικανός να ασκήσει το επάγγελμα του εκπαιδευτού οδηγών,
(ε) Καταβάλει το καθωρισθέν ετήσιο τέλος μη υπερβαίνον τις £2".
Στην παρούσα περίπτωση το άρθρο 2(αι) του Νόμου· προϋποθέτει ότι το επάγγελμα της εκπαίδευσης οδηγών θα ασκείται ως κύριο επάγγελμα. Οι καθ' ων η αίτηση πληροφορήθηκαν στις 18/5/1993 ότι ο αιτητής εκτός από το δικαίωμα του επαγγέλματος του Εκπαιδευτή Οδηγών απησχολείτο και ως μόνιμος ωρομίσθιος κυβερνητικός εργάτης. Τα πιο πάνω που δεν αμφισβητούνται, δικαιολογούσαν την ανάκληση της άδειας της 24/3/1993.
(γ) Έλλειψη αιτιολογίας
Έχει επίσης υποβληθεί εκ μέρους του αιτητή ότι η απόφαση της ανάκλησης πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας.
Μια διοικητική απόφαση που δεν παρέχει στο Δικαστήριο τα απαραίτητα συγκεκριμένα στοιχεία κατά την εξακρίβωση της νομιμότητας της διοικητικής πράξης ή μία διοικητική απόφαση που είναι τόσο ασαφής σε βαθμό που καθιστά ανέφικτο το δικαστικό έλεγχο, δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στην ακύρωση της διοικητικής πράξης. (Δαγτόγλου "Γενικό Διοικητικό Δίκαιο" 2η Έκδοση, 1992, παραγρ. 636.) Αποτελεί βασική αρχή του Διοικητικού δικαίου ότι η διοικητική πράξη και απόφαση πρέπει να είναι πλήρως και επαρκώς αιτιολογημένη. Η αιτιολόγηση των διοικητικών πράξεων είναι απαραίτητη για τη ορθή εκτέλεση του διοικητικού έργου αφ' ενός και την άσκηση αποτελεσματικού αναθεωρητικού έργου αφ' ετέρου. (Αντωνίου ν. Α.Η.Κ. (1993) 4 Α.Α.Δ. 764, Ιωσηφίδου ν. Δήμου Λακατάμιας (1989) 3(B) Α.Α.Δ. 393 και Αποστόλου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού (1990) 3 Α.Α.Δ. 126.) Όταν η αιτιολογία δεν παρέχει στο Δικαστήριο τα απαραίτητα εκείνα στοιχεία για την εξακρίβωση της νομιμότητας της πράξης ή είναι τόσον ασαφής ή αόριστη σε βαθμό που ο δικαστικός έλεγχος να καθίσταται αδύνατος, τότε η αιτιολογία πάσχει και μπορεί να οδηγήσει στην ακύρωση της πράξης. (Δαγτόγλου "Διοικητικό Δίκαιο", 3η Έκδοση, σ. 287.) Το κατά πόσο μία διοικητική πράξη είναι δικαιολογημένη ή όχι εξαρτάται από τα περιστατικά της υπόθεσης και το συμπέρασμα που διατυπώνεται πρέπει να ανταποκρίνεται στα γεγονότα που περιέχονται στο φάκελο. (Πισσάς ν. Δημοκρατίας (1974) 3 Α.Α.Δ. 476.)
Στην παρούσα υπόθεση η σχετική επιστολή αναφέρει ότι η ανάκληση γίνεται γιατί ο αιτητής δεν εξασκούσε ως κύριο επάγγελμα του την εκπαίδευση οδηγών σύμφωνα με το άρθρο 2(β)(α1) του Νόμου 112/68. Μπορεί να λεχθεί ότι η ειδοποίηση της ανάκλησης της άδειας έχει μια συνοπτική μορφή. Όμως η σχετική επιστολή προσφέρει τη δικαιολογία και το σχετικό άρθρο του Νόμου πάνω στο οποίο βασίζεται, ενώ μια προσεκτική εξέταση του φακέλου δείχνει ότι η απόφαση της ανάκλησης συνάδει με τα στοιχεία που περιέχονται στο φάκελο. (Ιακωβίδης ν. Δημοκρατίας (1966) Α.Α.Δ. 212, Σάββα ν. Δημοκρατίας (1980) 3 Α.Α.Δ. 675.) Συνεπακόλουθα βρίσκω ότι η απόφαση για την ανάκληση της άδειας δεν πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας.
Έχει υποβληθεί εισήγηση εκ μέρους του αιτητή ότι η έγκριση άδειας απουσίας από τις 1/1/1994 μέχρι τις 30/6/1994 που του χορηγήθηκε στις 20/12/1993 και η άσκηση του επαγγέλματος του Εκπαιδευτή οδηγών "στη Σχολή Οδηγών Φάνου", υποστηρίζει τη θέση ότι μπορεί να θεωρηθεί ότι ο αιτητής ασκούσε το επάγγελμα του Εκπαιδευτή οδηγών ως κύριο επάγγελμα. Η πιο πάνω εισήγηση δεν μπορεί να σχετίζεται ή να επηρεάζει την παρούσα διαδικασία, αφού η ανάκληση της άδειας έγινε στις 9/12/1993 και η αίτηση για την παροχή άδειας απουσίας υποβλήθηκε 11 μέρες μετά, δηλαδή στις 20/12/1993.
Έχει επίσης υποβληθεί εκ μέρους του αιτητή ότι δεν δόθηκε στον αιτητή η απαραίτητη προειδοποίηση σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 3(6) του πιο πάνω Νόμου για να αντικρούσει τους ισχυρισμούς της διοίκησης. Ο ισχυρισμός αυτός δεν μπορεί να ευσταθήσει αφού το άρθρο 3(6) περιορίζει ένα τέτοιο δικαίωμα στις περιπτώσεις της παραγράφου 5 του ιδίου Νόμου, που δεν ισχύουν στην παρούσα περίπτωση.
Επιπρόσθετα έχει γίνει εισήγηση σε ύφος δραματικής επίκλησης όπως το Δικαστήριο ερευνήσει το γεγονός της απόκρυψης γνωμοδότησης δικηγόρου της Δημοκρατίας (που έχει επισυναφθεί στην αίτηση του αιτητή) ότι η απαγόρευση παροχής επαγγελματικής άδειας οδηγού δεν συμπεριλαμβάνει τους κυβερνητικούς εργάτες και ότι στους δημόσιους υπαλλήλους δεν συμπεριλαμβάνονται οι κυβερνητικοί εργάτες και οι έκτακτοι. Η απάντηση είναι απλή. Η γνωμοδότηση δόθηκε σε ανύποπτο χρόνο σε άλλη υπόθεση και αναφέρεται σε επαγγελματίες οδηγούς (για τους οποίους εφαρμόζονται οι πρόνοιες του περί Επαγγελματικής Άδειας Οδηγών Νόμου αρ. 225/89) ενώ στην παρούσα περίπτωση αφορά εκπαιδευτές οδηγών (για τους οποίους εφαρμόζονται οι πρόνοιες του περί Επαγγελματικής Άδειας Εκπαιδευτών Οδηγών Νόμου 112/68).
Έχοντας υπόψη όλα τα πιο πάνω η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος του αιτητή. Η απόφαση των καθ' ων η αίτηση επικυρώνεται σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 146(4) του Συντάγματος.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.