ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 2009
9 Σεπτεμβρίου, 1997
[ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΡΟΥΒΑΝΙΑΣ ΛΤΔ.,
Αιτήτρια,
ν.
1.ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
2.ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 895/94)
Φόρος Προστιθέμενης Αξίας — Βιβλία, αρχεία και στοιχεία που επιβάλλεται να τηρούνται — Η περίπτωση του αρχείου για δωρεές εμπορευμάτων ή ιδιόχρηση τους — Συνέπειες των παραβάσεων ως προς την τήρηση των βιβλίων.
Η αιτήτρια εταιρεία αμφισβήτησε την επιβολή σε βάρος της πρόσθετου φόρου προστιθέμενης αξίας.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
Η υποχρέωση τήρησης λογιστικών βιβλίων και αρχείων από πρόσωπα υποκείμενα σε αυτού του είδους τη φορολογία προκύπτει από τις ρητές διατάξεις του Άρθρου 39. Και έχουν προβλεφθεί από το Περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Τήρηση Βιβλίων, Αρχείων και Στοιχείων) Διάταγμα του 1992 (Κ.Δ.Π. 114/92), παράγραφο 5 (1)(γ).
Σχετικά με την ιδιοχρησιμοποίηση στοιχείων επιχείρησης ή τη δωρεά τους ορίζει η παράγραφος 4(3)(α).
Δεν υπάρχει ούτε προσκομίστηκε το παραμικρό στοιχείο που να δείχνει ότι η εταιρεία είχε αρχείο για δωρεές εμπορευμάτων ή ιδιοχρησιμοποίηση, όπως απαιτεί ο παραπάνω κανονισμός. Προβλήθηκε μόνο ένας γενικός και αόριστος ισχυρισμός από το δικηγόρο της αιτήτριας πως δόθηκαν όλα τα στοιχεία κατά τον έλεγχο όπως και τα δεδομένα που αφορούν τις άλλες εκπτώσεις για ελαττώματα κ.λ.π. Όμως δεν έχει τεκμηριωθεί με οποιονδήποτε νομικά αποδεκτό τρόπο. Η απλή αναφορά από το δικηγόρο δεν επέχει, όπως υποδείχθηκε επανειλημμένα από το Ανώτατο Δικαστήριο, θέση απόδειξης σε ανεκτό ή θεμιτό επιπέδο. Από την ίδια γενικότητα και αοριστία πάσχει και η ένσταση των λογιστών της εταιρείας.
Οι εκπτώσεις για σκοπούς Φ.Π.Α. προϋποθέτουν την τήρηση πλήρων και ειλικρινών βιβλίων και αρχείων. Οσάκις δεν τηρούνται ή τα τηρούμενα είναι ανεπαρκή ο προσδιορισμός της φορολογικής υποχρέωσης μπορεί να γίνει από το Έφορο κατ' επίκληση των διατάξεων του Άρθρου 34(1).
Καμιά από τις πλημμέλειες που προσάφθηκαν κατά της επίδικης απόφασης δεν έχει θεμελιωθεί. Και απορρίπτονται. Αναφορικά με την αιτιολογία η επιστολή της 5/8/94 παρέχει πλήρεις λεπτομέρειες για όλες τις περιόδους ανά τριμηνία.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Κ. Athanasiou Motors Ltd. ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 292,
Δημητριάδης ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 1601.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η επιβολή πρόσθετου φόρου προστιθέμενης αξίας, εκ Λ.Κ.£4.389,13, στην αιτήτρια εταιρεία.
Σ. Μαμαντόπουλος, για την Αιτήτρια.
Μ. Ραφτόπουλος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α', για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Η αιτήτρια είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης. Ασχολείται με χοντρικό και λιανικό εμπόριο ηλεκτρικών οικιακών συσκευών. Διατηρεί προς τούτο κατάστημα στη λεωφόρο Μακαρίου στη Λεμεσό. Εισάγει μέσω τρίτων τα είδη που εμπορεύεται ή τα προμηθεύεται από την τοπική αγορά. Για τις τριμηνίες της περιόδου από 1/7/92 μέχρι 31/3/94 φορολογήθηκε με πρόσθετο ποσό £4.389,13 για φόρο προστιθέμενης αξίας (εφεξής Φ.Π.Α.).
Με την προφυγή της, κατατεθείσα την 20/10/94, προσβάλλει την παραπάνω απόφαση του Εφόρου που κοινοποιήθηκε με επιστολή ημερ. 5/8/94. Με βάση τις δύο αυτές χρονολογίες οι καθών έχουν εγείρει προδικαστική ένσταση ότι η αίτηση είναι εκπρόθεσμη. Ενόψει όμως του ισχυρισμού της αιτήτριας ότι η απόφαση περιήλθε σε γνώση της στις 9/8/94, που πήρε την επιστολή με την επίδικη απόφαση, οι καθών δεν επέμειναν στην ένσταση. Προφανώς δεν ήταν σε θέση να τη θεμελιώσουν. Υπό τις περιστάσεις κρίνω ότι η προσφυγή καταχωρήθηκε εμπρόθεσμα και επομένως μπορεί να εξετασθεί.
Τα γεγονότα μπορούν να εκτεθούν σε συντομία. Λειτουργός της Υπηρεσίας επισκέφθηκε επανειλημμένα τα υποστατικά της αιτήτριας για σκοπούς ελέγχου. Πραγματοποίησε πέντε επισκέψεις σε διαφορετικές ημερομηνίες. Όπως προκύπτει από την πολυσέλιδη και λεπτομερειακή έκθεση που ετοίμασε - και είναι συνημμένη στην ένσταση - το μεικτό κέρδος της επιχείρησης θεωρήθηκε χαμηλό (ήταν της τάξης του 16%) σε σύγκριση με άλλες ομοειδείς επιχειρήσεις. Έτσι με βάση τα στοιχεία και το δειγματοληπτικό έλεγχο των τιμών, που έκαμε από 1/12/93-18/12/93, κατέληξε πως το μεικτό ή μέσο σταθμικό κέρδος ήταν 28%.
Ας σημειωθεί ότι το μεικτό κέρδος, γνωστό και με την αγγλική φράση mark-up, είναι το ποσό που προστίθεται στο κόστος των εμπορευμάτων για να καλύψει τα γενικά έξοδα, κέρδος κ.λ.π. Με βάση το νέο ποσοστό του 28% θεωρήθηκε πως δεν είχε αποδοθεί ο οφειλόμενος φόρος, σύμφωνα με τις πωλήσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών, που πράγματι είχε η εταιρεία. Σύμφωνα με τους λογαριασμούς που η εταιρεία υπέβαλε μέσω των λογιστών της αυτές ανέρχονται σε £836.501,59, ενώ με τους υπολογισμούς του Εφόρου, βασιζόμενους στο ψηλότερο μεικτό κέρδος, το συνολικό ποσό ανήλθε στις £909.433,71.Ο πρόσθετος φόρος επιβλήθηκε πάνω στη διαφορά των £72.932.
Ο δικηγόρος της αιτήτριας υπέβαλε ότι η απόφαση είναι ακυ-ρωτέα για τους εξής λόγους: (1) ο καθορισμός του μεικτού κέρδους σε 28% υπήρξε αυθαίρετος και στηρίχθηκε σε περίοδο προ των Χριστουγέννων που οι τιμές είναι ψηλές και δεν γίνονται εκπτώσεις. (2) οι καθών δεν αφαίρεσαν ποσοστό 2% πάνω στην αξία των εμπορευμάτων που αγόρασαν (£26.600 περίπου) για ελαττώματα, ζημιές κατά τη μεταφορά, σπασίματα, επιστροφές, κ.λ.π., παρότι έδωσαν τα σχετικά στοιχεία. (3) δεν παραχωρήθηκε έκπτωση 2% περίπου επί του συνόλου του κύκλου εργασιών της επιχείρησης για εκπτώσεις και δωρεές προς τους πελάτες της, παρά τη λεπτομερειακή ενημέρωση των καθών (στην κατηγορία αυτή περιλήφθηκαν και εμπορεύματα για ιδιόχρηση), και (4) δε λήφθηκαν υπόψη πωλήσεις με μηδενικό κέρδος προς την αδελφή εταιρεία Ρουβανιάς Trading Ltd., ανερχόμενες συνολικά σε £53.618.
Από τα πιο πάνω προκύπτει, κατά την εισήγηση της αιτήτριας, ότι η έρευνα υπήρξε ελλειπής και οδήγησε σε λανθασμένα συμπεράσματα και πεπλανημένη απόφαση υποκείμενη σε ακύρωση. Προβλήθηκε, τέλος, ως λόγος ακύρωσης και η έλλειψη αιτιολογίας. Κατά τις προφορικές διευκρινίσεις ο δικηγόρος της αιτήτριας εισηγήθηκε πως δεν συνέτρεχε καμιά από τις προϋποθέσεις του άρθρ. 34(1) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990 (αρ. 246/90), που θα δικαιολογούσε την επέμβαση του Εφόρου για προσδιορισμό του οφειλομένου ποσού φόρου "χρησιμοποιώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του".
Η υποχρέωση τήρησης λογιστικών βιβλίων και αρχείων από πρόσωπα υποκείμενα σε αυτού του είδους τη φορολογία προκύπτει από τις ρητές διατάξεις του άρθρ. 39. Και έχουν προβλεφθεί από το Περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Τήρηση Βιβλίων, Αρχείων και Στοιχείων) Διάταγμα του 1992 (Κ.Δ.Π. 114/92). Σύμφωνα με την παράγραφο 5 (1)(γ) τηρείται:
"αρχείο για όλες τις φορολογητέες παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών που πραγματοποιήθηκαν στο υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση των δραστηριοτήτων της επιχείρησης του. Το αρχείο αυτό πρέπει να περιέχει τέτοιες πληροφορίες ούτως ώστε το ποσό του φόρου που δύναται να πιστωθεί να μπορεί εύκολα να υπολογιστεί."
Σχετικά με την ιδιοχρησιμοποίηση στοιχείων επιχείρησης ή τη δωρεά τους η παράγραφος 4(3)(α) ορίζει ότι ο φορολογούμενος τηρεί:
"(α) Αρχείο για τα περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης που διατίθενται για ιδιωτική χρήση ή παρέχονται ως δώρο στο οποίο να καταχωρείται -
(i)H φύση και το είδος των αγαθών,
(ii)η ημερομηνία της διάθεσης των αγαθών,
(iii) ο συντελεστής και το ποσό του φόρου που αναλογεί, .
(iv) το κόστος των αγαθών μη περιλαμβανομένου του Φ.Π.Α."
Δεν υπάρχει ούτε προσκομίστηκε το παραμικρό στοιχείο που να δείχνει ότι η εταιρεία είχε αρχείο για δωρεές εμπορευμάτων ή ιδιοχρησιμοποίηση, όπως απαιτεί ο παραπάνω κανονισμός. Προβλήθηκε μόνο ένας γενικός και αόριστος ισχυρισμός από το δικηγόρο της αιτήτριας πως δόθηκαν όλα τα στοιχεία κατά τον έλεγχο όπως και τα δεδομένα που αφορούν τις άλλες εκπτώσεις για ελαττώματα κ.λ.π. Όμως δεν έχει τεκμηριωθεί με οποιονδήποτε νομικά αποδεκτό τρόπο. Η απλή αναφορά από το δικηγόρο δεν επέχει, όπως υποδείξαμε επανειλημμένα, θέση απόδειξης σε ανεκτό ή θεμιτό επιπέδο. Από την ίδια γενικότητα και αοριστία πάσχει και η ένσταση των λογιστών της εταιρείας.
Οι εκπτώσεις για σκοπούς Φ.Π.Α. προϋποθέτουν την τήρηση πλήρων και ειλικρινών βιβλίων και αρχείων. Οσάκις δεν τηρούνται ή τα τηρούμενα είναι ανεπαρκή ο προσδιορισμός της φορολογικής υποχρέωσης μπορεί να γίνει από το Έφορο κατ' επίκληση των διατάξεων του άρθρ. 34(1).
Σειρά τώρα έχει το παράπονο αναφορικά με το μεικτό κέρδος. Είναι δεκτό ότι η εταιρεία δε διατηρούσε βιβλίο αποθήκης: βλέπε και σημείωμα ημερ. 14/10/94 παράρτημα Γ στην ένσταση. Είναι το πρακτικό συνάντησης του Διευθυντή της αιτήτριας με εκπρόσωπο της Υπηρεσίας κατά την οποία ο πρώτος συμφώνησε ότι από τα τηρούμενα βιβλία και αρχεία δεν μπορεί να εξακριβωθεί η κίνηση των αποθεμάτων. Για την αναγκαιότητα ύπαρξης τέτοιου βιβλίου και τις επιπτώσεις από τη μη τήρηση του βλέπε Κ. Athanasiou Motors Ltd. ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 292 και Ονησίφορος Δημητριάδης ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 1601.
Για τις δυσκολίες που αντιμετώπισε η Υπηρεσία, αλλά και την πολύπλευρη επεξεργασία των στοιχείων για προσδιορισμό του μεικτού κέρδους, με βάση το οποίο καθορίστηκε τελικά ο οφειλόμενος φόρος, ο αρμόδιος λειτουργός σημειώνει τα εξής στη σελ. 5 της έκθεσης του (παράρτημα Α):
".... προχώρησα σε βάθος έλεγχο για το πραγματικό περιθώριο κέρδους.
Η ιδιομορφία που έχει (και που μου πήρε πολύ χρόνο για τον έλεγχο) είναι ότι έχει τόσον εισαγωγές όσο και αγορές από την ντόπια αγορά που πωλούνται τόσο λιανικώς όσο και χονδρικώς και στην κάθε περίπτωση (4 περιπτώσεις) έχουμε διαφορετικό περιθώριο κέρδους.
Το δείγμα που ελήφθει είναι αρκετά μεγάλο και έγινε προσπάθεια, πιστεύω κατά την άποψη μου με επιτυχία, να αντιπροσωπευθούν όλες οι περιπτώσεις δηλ. βασικοί προμηθευτές, εισαγωγές, εισαγωγές μέσω Vision Hire Ltd., και αρκετό δείγμα από διάφορους προμηθευτές τόσο για λιανικές όσο και για χρονδρικές πωλήσεις."
Προκύπτει περαιτέρω από τα παραρτήματα Α και Γ ότι κατά τον υπολογισμό του μεικτού κέρδους λήφθηκαν υπόψη και εκροές για τις οποίες η εταιρεία δεν προσπορίστηκε κανένα κέρδος.
Πρέπει να έχει διαφανεί απ' ότι προεκτέθηκε ότι καμιά από τις πλημμέλειες που προσάφθηκαν κατά της επίδικης απόφασης δεν έχει θεμελιωθεί. Και απορρίπτονται. Αναφορικά με την αιτιολογία η επιστολή της 5/8/94 παρέχει πλήρεις λεπτομέρειες για όλες τις περιόδους ανά τριμηνία.
Η προσφυγή απορρίπτεται. Τα έξοδα επιδικάζονται σε βάρος της αιτήτριας.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.