ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 4 ΑΑΔ 1833

6 Αυγούστου, 1997

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΣΠΥΡΟΣ ΧΑΤΖΗΓΡΗΓΟΡΙΟΥ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓ. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ/Ή

ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓ. ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 58/95)

Διοικητικό Δίκαιο — Διοικητική πράξη —Αποδοχή της πράξεως — Ελεύθερη και ανεπιφύλακτη —Πότε συντρέχει —Περιστάσεις συναγόμενης αποδοχής της πράξης στην κριθείσα περίπτωση — Συνέπειες.

Διοικητικό Δίκαιο — Διοικητική πράξη —Εκτελεστή σε αντίθεση προς πληροφοριακής φύσεως πράξη.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος —Λόγοι ακυρώσεως —Παράβαση της αρχής της ισότητας και κατάχρηση εξουσίας — Τρόπος προβολής και αποδείξεώς τους — Περιστάσεις αβασι-μότητάς τους στην κριθείσα περίπτωση.

Ο αιτητής προσέφυγε κατά της μη καταβολής σε αυτόν μισθού για τις ημέρες αδείας του κατά τις οποίες οικειοθελώς εργάστηκε.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Ελεύθερη και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας διοικητικής πράξης καθιστά απαράδεκτη την προσφυγή η οποία στρέφεται εναντίον της, ελλείψει συμφέροντος.

Αποδοχή συντρέχει, όταν η συναίνεση εκφράζεται με ευκρίνεια και σαφήνεια, κατόπιν πλήρους γνώσης της πράξης, όχι μόνο ρητά, με σχετική δήλωση του ενδιαφερομένου, αλλά και σιωπηρά, με διάφορες ενέργειες του, όπως η αναγνώριση εκ μέρους του μιας νομικής κατάστασης.

Παρά την ανυπαρξία συγκεκριμένου εγγράφου αποδοχής, η συναίνεση του αιτητή στον προσβαλλόμενο όρο δύναται να συναχθεί.

2. Αλλά ακόμη και εάν υποτεθεί ότι η αποδοχή του αιτητή δεν ήταν πλήρης, ρητή και ανεπιφύλακτη, για τον λόγο ότι τελούσε υπό μη πραγματοποιηθείσα κατά τον χρόνο του διορισμού του προϋπόθεση ή ότι εν πάση περιπτώσει αυτή ήρθη μεταγενέστερα με την ρητή επιφύλαξη των δικαιωμάτων του στην επιστολή του δικηγόρου του ημερ. 22.9.94, μελέτη του περιεχομένου της επιστολής ημερ. 13.11.94, η οποία απλώς παρέπεμπε στην γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα και ελήφθη χωρίς οποιαδήποτε ουσιαστική έρευνα της υπόθεσης από πραγματικής και νομικής άποψης δεν δύναται να θεωρηθεί ότι παρήγαγε οποιαδήποτε έννομα αποτελέσματα στη σφαίρα των δικαιωμάτων του αιτητή αλλά ήταν απλώς πληροφοριακής φύσεως και εδήλωνε την εμμονή της διοίκησης προς την ήδη γενομένη ρύθμιση και την μεθοδολογία η οποία ακολουθείτο επί του θέματος.

3. Λόγοι ακύρωσης οι οποίοι αφορούν την παράβαση της αρχής της ισότητας και την κατάχρηση εξουσίας θα πρέπει να είναι εξειδικευμένοι και όχι αόριστοι, να προσδιορίζουν τον επιδιωχθέντα αλλότριο σκοπό και να αποδεικνύονται κατάδηλα από την ίδια την πράξη ή από τα στοιχεία του φακέλου.

Ακόμη και εάν γίνει δεκτό ότι η προσβαλλόμενη πράξη ήταν εκτελεστή, ο μοναδικός λόγος ακύρωσης ο οποίος προβλήθηκε στο δικόγραφο της αίτησης και αφορούσε στην παράβαση της αρχής της ισότητας λόγω άνισης μεταχείρισης του αιτητή έναντι του προκατόχου της θέσης, πέραν του ότι προβλήθηκε εντελώς αόριστα, τυγχάνει απορριπτέος, για τον λόγο ότι, (α) δεν στηρίχθηκε σε συγκεκριμένα αποδεικτικά στοιχεία και περιστατικά, (β) δεν αποδεί-κτηκε ότι η τυχόν διάφορη μεταχείριση δεν εδικαιολογείτο από συγκεκριμένη ανομοιογένεια λόγω ανόμοιων συνθηκών και όρων απασχόλησης των υποκειμένων του δικαίου, ανεπίδεκτων εύλογης διαφοροποίησης, (γ) με βάση την αρχή της νομιμότητας και σύννομης λειτουργίας της διοίκησης, δεν δημιουργείται ακυρότητα της πράξης από το γεγονός ότι η διοίκηση εφάρμοσε τον νόμο στην κρινόμενη υπόθεση ενώ δεν τον εφάρμοσε σε άλλη περίπτωση, ούτε η μη νόμιμη ενέργεια της διοίκησης κατά το παρελθόν ή έναντι άλλων προσώπων δημιουργεί και υποχρέωση της να επαναλάβει ομοιόμορφα μία παράβαση, όπως είναι η συνέχιση της καταβολής των μη συννόμως καταβληθέντων και για το μέλλον.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Stademos Hotels Ltd ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Αμαθούντος (1991) 4 Α.Α.Δ.  2537,

Demetriades v. Republic (1986) 3 C.L.R. 290,

Makris v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1214,

Chrysanthou and Others v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1122,

Spyridaki and Another v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1935,

Μαυρογένης ν. Υπ. Εσωτερικών κ.ά. (1991) 3 Α.Α.Δ. 441,

Γεωργιάδης ν. ΑΗΚ (1996) 3 Α.Α.Δ. 249.

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η παράλειψη του Υπουργείου Οικονομικών να καταβάλει στον αιτητή όλα τα δικαιώματά του από την υπηρεσία του ως Πρόεδρος της Αρχής Αδειών, η θητεία του οποίου συμπληρώθηκε την 31.7.94.

Α.Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Α. Κουρσουμπά, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Α.: Ο αιτητής διορίστηκε ως Πρόεδρος της Αρχής Αδειών στις 1.8.91 για τριετή θητεία με την υπ. αρ. 35.915 απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 23.8.91.

Με επιστολή ημερ. 10.7.91 ο Διευθυντής της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού πληροφόρησε τον Διευθυντή του Τμήματος Οδικών Μεταφορών του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων, τα ακόλουθα:

"επειδή ο πρώην Πρόεδρος της Αρχής Αδειών απασχολείτο με ειδική σύμβαση στην οποία δεν υπήρχε πρόνοια για αναπροσαρμογή των όρων υπηρεσίας του με βάση τους όρους υπηρεσίας των δημοσίων υπαλλήλων, κρίνεται ότι δεν θα πρέπει να γίνει οποιαδήποτε αναπροσαρμογή της άδειάς του με βάση τους περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Χορήγηση Αδειών) Κανονισμούς του 1988-1990. Ως εκ τούτου η περίοδος από 2-17.5.1991 θα πρέπει να υπολογιστεί ως 16 μέρες άδεια και το υπόλοιπο των 8 ημερών μέχρι τις 24 ημέρες που έχει συσσωρεύσει ο κ. Παπαγεωργίου να του πληρωθεί.

2. Πληροφορείστε επίσης ότι έχει εγκριθεί όπως από τώρα και στο εξής ο εκάστοτε Πρόεδρος της Αρχής Αδειών δικαιούται το ίδιο ύψος άδειας ανάπαυσης όπως και οι πρωτοδιοριζόμενοι δημόσιοι υπάλληλοι, δηλ. 18 εργάσιμες μέρες σε κάθε ημερολογιακό έτος σε περίπτωση 5μερης βδομάδας εργασίας, και εφαρμόζονται και στην περίπτωσή του, αναφορικά με την άδεια ανάπαυσης, κατ' αναλογία οι περί Δημόσιας Υηρεσίας (Χορήγηση Αδειών) Κανονισμού του 1988 -1990 με εξαίρεση τον περιορισμό που προνοεί ότι τους πρώτους 6 μήνες δεν θα δικαιούται σε άδεια ανάπαυσης."

Η θητεία του Προέδρου και των μελών της Αρχής Αδειών έληγε στις 31.7.94 και ο αιτητής είχε εις πίστη του άδεια ανάπαυσης 33 εργάσιμων ημερών πριν την λήξη της θητείας του, από 14.6.94 μέχρι 29.7.94, συμπεριλαμβανομένων.

Παρά ταύτα, ο αιτητής δεν εξάσκησε το δικαίωμά του αυτό αλλά προσήρχετο στην εργασία του μέχρι τις 24.7.97 δηλαδή για περίοδο οκτώ εργάσιμων ημερών.

Ακολούθως, αιτήθηκε και έλαβε άδεια απουσίας 12 εργάσιμων ημερών, από 27.6.94 μέχρι 12.7.94.

Με επιστολή ημερ. 11.7.94 ο Διευθυντής του Τμήματος Οδικών Μεταφορών υπέδειξε στον αιτητή ότι είχε εις πίστη του υπόλοιπο άδειας 21 εργάσιμων ημερών την οποία όφειλε να λάβει πριν την λήξη της θητείας του.

Μετά την επάνοδό του στις 13.7.94 ο αιτητής προσήλθε στην υπηρεσία του και δήλωσε επιθυμία να προεδρεύσει συνεδρίασης η οποία όμως δεν πραγματοποιήθηκε γιατί θεωρήθηκε ως μη νόμιμη.

Ενόψει τούτου, το αρμόδιο τμήμα του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Εργων ζήτησε την γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας κατά πόσο ήταν επιτρεπτή νομικά η πραγματοποίηση συνεδριάσεων προεδρεύοντος του αιτητή καθώς επίσης και η ανάληψη εκ μέρους του υπηρεσιακών καθηκόντων κατά τη διάρκεια της άδειας απουσίας του.

Η σχετική γνωμάτευση, η οποία λήφθηκε στις 14.7.94 και κοινοποιήθηκε στον αιτητή, ανέφερε τα ακόλουθα:

".... σας πληροφορώ ότι συμφωνώ με την άποψη ότι ο Πρόεδρος της Αρχής Αδειών κ. Σπύρος Χατζηγρηγορίου δεν μπορεί να ασκεί τα καθήκοντά του ως Πρόεδρος της Αρχής Αδειών κατά το διάστημα κατά το οποίο απουσιάζει από αυτά με άδεια αναπαύσεως.

Επειδή όμως είναι Πρόεδρος Συμβουλίου Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου, και όχι δημόσιος υπάλληλος, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υποχρεούται να πάρει την άδεια αναπαύσεως στην οποία δικαιούται σύμφωνα με τους όρους του διορισμού του, και, γιαυτό, αν ο κ. Χατζηγρηγορίου επιθυμεί να ασκήσει τα καθήκοντά του για ολόκληρο ή μέρος του διαστήματος που μεσολαβεί από τώρα μέχρι την 31 Ιουλίου 1994, οπότε λήγει η θητεία του, έχει το δικαίωμα να πράξει τούτο, έστω και αν με αυτό τον τρόπο δεν θα μπορέσει να πάρει το υπόλοιπο της άδειας αναπαύσεως στην οποία δικαιούται.

Οφείλει όμως να γνωρίζει ότι τούτο σημαίνει ότι εγκαταλείπει το δικαίωμά του να χρησιμοποιήσει την σε πίστη του άδεια αναπαύσεως την οποία δεν θα μπορέσει να πάρει μέχρι την εν λόγω ημερομηνία και δεν θα δικαιούται να ζητήσει να πληρωθεί οποιεσδήποτε απολαβές σε αντιστάθμισμα της άδειας την οποία δεν θα χρησιμοποιήσει."

Με επιστολή ημερ. 18.7.94 ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων πληροφόρησε τον αιτητή ότι, εφόσον αυτός επέλεξε να παραιτηθεί του δικαιώματός του για άδεια απουσίας, δεν εδικαιούτο σε οποιεσδήποτε απολαβές ως αντιστάθμισμα της άδειας.

Στις 22.9.94 ο δικηγόρος του αιτητή απέστειλε στο Υπουργείο Οικονομικών επιστολή με το ακόλουθο περιεχόμενο:

"Εκ μέρους του πελάτη μου κ. Σπύρου Χ"Γρηγορίου Προέδρου της Αρχής Αδειών μέχρι την 31.7.94, σας γνωστοποιώ ότι δεν του έχουν καταβληθεί, παράνομα και άνισα σε σχέση με τους προγενέστερους Προέδρους της Αρχής Αδειών, οι απολαβές ή αντιμισθία για την περίοδο άδειας απουσίας κατά την οποία εργάστηκε πλήρως.

Επιφυλάσσω τα δικαιώματά του."

Με επιστολή ημερ. 19.10.94 ο Γενικός διευθυντής του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων ενημέρωσε τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών, σχετικά:

"Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην επιστολή του δικηγόρου κ. Ανδρέα Σ. Αγγελίδη, που αφορά τις απολαβές του πρώην Προέδρου της Αρχής Αδειών κ. Σπύρου "Χ Γρηγορίου, αντίγραφο της οποίας μας κοινοποιήθηκε, και να επισυνάψω για ενημέρωσή σας αντίγραφο της σχετικής με το θέμα αλληλογραφίας που ανταλλάγηκε μεταξύ του κ. Χ"Γρηγορίου και του Υπουργείου μας."

Στις 3.11.94 ο Γενικός Διευθυντής της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού απηύθυνε προς τον δικηγόρο του αιτητή επιστολή με το ακόλουθο περιεχόμενο:

"Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην επιστολή σας με αρ. Πρ. 1736/94 και ημερ. 22.9.94, σχετικά με την άδεια ανάπαυσης του κ. Σπύρου Χ"Γρηγορίου, πρώην Προέδρου της Αρχής Αδειών, και σας πληροφορήσω ότι, εφόσον υπάρχει νομική γνωμάτευση αναφορικά με το θέμα, η οποία γνωστοποιήθηκε στον κ. Χ"Γρηγορίου, η Υπηρεσία μας δεν έχει να προσθέσει οποιαδήποτε άλλα σχόλια/απόψεις."

Εναντίον του περιεχομένου της πιο πάνω επιστολής ο δικηγόρος του αιτητή κατέθεσε την παρούσα προσφυγή αιτούμενος τις ακόλουθες θεραπείες:

"1. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η παράλειψη των καθ' ων η αίτηση να καταβάλουν στον αιτητή όλα τα δικαιώματά του εκ της υπηρεσίας του ως Πρόεδρος της Αρχής Αδειών, η θητεία του οποίου συμπληρώθηκε την 31.7.94 είναι άκυρη και ότι παραλήφθηκε θα πρέπει να διενεργηθεί.

2. Δήλωση του Δικαστηρίου με την οποία να κηρύσσεται άκυρη η με την επιστολή 3.11.94 άρνηση, λόγω γνωματεύσεως, να ικανοποιήσουν την από 22.9.94 αίτηση του για πληρωμή της αντιμισθίας του για την περίοδο άδειας απουσίας την οποία και εργάστηκε ο αιτητής πλήρως."

Σύμφωνα με τους περί Δημοσίας Υπηρεσίας (Χορήγηση Αδειών) Κανονισμούς του 1988 - 1990 και ειδικότερα τον Καν. 8(1) της Κ.Δ.Π. 11/90, ο οποίος αποτελούσε ισχύον δίκαιο κατά τον ουσιώδη χρόνο διορισμού του αιτητή:

"Υπάλληλος που αφυπηρετεί λόγω ορίου ηλικίας ή μετά από αίτησή του σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις του περί Συντάξεων Νόμου, οφείλει να λάβει πριν από την αφυπηρέτησή του την άδεια ανάπαυσης που έχει σε πίστη του. Σε καμιά περίπτωση δε δικαιούται να αποποιηθεί την άδεια ανάπαυσης που έχει σε πίστη του ή να υπηρετήσει έναντι αυτής ή να διεκδικήσει πληρωμή αντί αυτής."

Ελεύθερη και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας διοικητικής πράξης καθιστά απαράδεκτη την προσφυγή η οποία στρέφεται εναντίον της, ελλείψει συμφέροντος.

Αποδοχή συντρέχει, όταν η συναίνεση εκφράζεται με ευκρίνεια και σαφήνεια, κατόπιν πλήρους γνώσης της πράξης, όχι μόνο ρητά, με σχετική δήλωση του ενδιαφερομένου, αλλά και σιωπηρά, με διάφορες ενέργειές του, όπως η αναγνώριση εκ μέρους του μιας νομικής κατάστασης. (Βλ. Stademos Hotels Ltd v. Συμβουλίου Βελτιώσεως Αμαθούντος (1991) 4 Α.Α.Δ. 2537, Demetriades v. Republic (1986) 3 C.L.R. 290 και Πορίσματα Νομολογίας ΣτΕ 1929-1959, σελ. 260-261).

Παρά την ανυπαρξία συγκεκριμένου εγγράφου αποδοχής, η συναίνεση του αιτητή στον προσβαλλόμενο όρο δύναται να συναχθεί, (α) από την ανεπιφύλακτη αποδοχή της πράξης διορισμού του επί συμβάσει με πλήρη απασχόληση σύμφωνα με το έγγραφο ΓΛ.44Α του φακέλου (Μισθολόγιο Κρατικών Υπαλλήλων - Γενικό Λογιστήριο) (β) την επί τριετία άσκηση των καθηκόντων του και την αποδοχή των απορρεόντων από αυτή δικαιωμάτων και υποχρεώσεων κατ' αναλογία προς τις εφαρμοζόμενες για τους δημοσίους υπαλλήλους διατάξεις, όπως η λήψη 13ου μισθού, η αναλογική εφαρμογή του ωραρίου το οποίο ίσχυε για την δημόσια υπηρεσία, η χορήγηση 18 εργάσιμων ημερών ετήσιας άδειας, υπό την σχετική εξαίρεση και (γ) την πλήρη γνώση της ήδη γενόμενης πριν τον διορισμό του ρύθμισης αναφορικά με το επίδικο ζήτημα, όπως εμφαντικά βεβαιώνεται στη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου του, στην οποία αναφέρεται ότι, "ο ίδιος γνώριζε καλά...ότι, πριν από την θητεία του αιτητή το θέμα των συσσωρευμένων ημερών άδειας του Προέδρου της Αρχής είχε λυθεί με τον ίδιο τρόπο πληρωμής όπως και για . τους δημόσιους υπαλλήλους."

Αλλά ακόμη και εάν υποτεθεί ότι η αποδοχή του αιτητή δεν ήταν πλήρης, ρητή και ανεπιφύλατκη, για τον λόγο ότι τελούσε υπό μη πραγματοποιηθείσα κατά τον χρόνο του διορισμού του προϋπόθεση ή ότι εν πάση περιπτώσει αυτή ήρθη μεταγενέστερα με την ρητή επιφύλαξη των δικαιωμάτων του στην επιστολή του δικηγόρου του ημερ. 22.9.94, μελέτη του περιεχομένου της επιστολής ημερ. 13.11.94, η οποία απλώς παρέπεμπε στην γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα και ελήφθη χωρίς οποιαδήποτε ουσιαστική έρευνα της υπόθεσης από πραγματικής και νομικής άποψης δεν δύναται να θεωρηθεί ότι παρήγαγε οποιαδήποτε έννομα αποτελέσματα στη σφαίρα των δικαιωμάτων του αιτητή αλλά ήταν απλώς πληροφοριακής φύσεως και εδήλωνε την εμμονή της διοίκησης προς την ήδη γενομένη ρύθμιση και την μεθοδολογία η οποία ακολουθείτο επί του θέματος, όπως αυτή είχε εκφρασθεί με την επιστολή της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, ημερ. 10.7.91. (Βλ. σχετικά, Makris ν. Republic (1986) 3 C.L.R. 1214, Chrysanthou & Others v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1122, Spyridaki & Another v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1935 και ΣτΕ 2853/64 (Ολ.)).

Λόγοι ακύρωσης οι οποίοι αφορούν την παράβαση της αρχής της ισότητας και την κατάχρηση εξουσίας θα πρέπει να είναι εξειδικευμένοι και όχι αόριστοι, να προσδιορίζουν τον επιδιωχθέντα αλλότριο σκοπό και να αποδεικνύονται κατάδηλα από την ίδια την πράξη ή από τα στοιχεία του φακέλου. (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας ΣτΕ, 1929 - 1959, σελ. 269-270).

Ακόμη και εάν γίνει δεκτό ότι η προσβαλλόμενη πράξη ήταν εκτελεστή, ο μοναδικός λόγος ακύρωσης ο οποίος προβλήθηκε στο δικόγραφο της αίτησης και αφορούσε στην παράβαση της αρχής της ισότητας λόγω άνισης μεταχείρισης του αιτητή έναντι του προκατόχου της θέσης, πέραν του ότι προβλήθηκε εντελώς αόριστα, τυγχάνει απορριπτέος, για τον λόγο ότι, (α) δεν στηρίχθηκε σε συγκεκριμένα αποδεικτικά στοιχεία και περιστατικά, (β) δεν αποδείκτηκε ότι η τυχόν διάφορη μεταχείριση δεν εδικαιολογείτο από συγκεκριμένη ανομοιογένεια λόγω ανόμοιων συνθηκών και όρων απασχόλησης των υποκειμένων του δικαίου, ανεπίδεκτων εύλογης διαφοροποίησης, (γ) με βάση την αρχή της νομιμότητας και σύννομης λειτουργίας της διοίκησης, δεν δημιουργείται ακυρότητα της πράξης από το γεγονός ότι η διοίκηση εφάρμοσε τον νόμο στην κρινόμενη υπόθεση ενώ δεν τον εφάρμοσε σε άλλη περίπτωση, ούτε η μη νόμιμη ενέργεια της διοίκησης κατά το παρελθόν ή έναντι άλλων προσώπων δημιουργεί και υποχρέωση της να επαναλάβει ομοιόμορφα μία παράβαση, όπως είναι η συνέχιση της καταβολής των μη συννόμως καταβληθέντων και για το μέλλον. (Βλ. σχετικά, Γεώργιος Μαυρογένης ν. Υπ. Εσωτερικών κ.ά. (1991) 3 Α.Α.Δ.  441, Τάκης Γεωργιάδης ν. ΑΗΚ (1996) 3 Α.Α.Δ.  249, και Πορίσματα Νομολογίας ΣτΕ, 1929 - 1959, σελ. 158).

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή.

Η προσφυγή  απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο