ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 4 ΑΑΔ 1287

22 Μαΐου, 1997

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΝΙΚΟΣ ΜΑΡΚΑΝΤΩΝΗΣ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΓΕΕΦ ΚΑΙ/ Ή ΔΙΑ ΤΟΥ ΑΡΧΗΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΦΡΟΥΡΑΣ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 61/96)

Στρατός της Δημοκρατίας — Πειθαρχικό δίκαιο — Η σε πρώτο βαθμό πειθαρχική έρευνα και επιβολή ποινής ανήκει στον διοικούντα Αξιωματικό και μόνο — Σε καμία περίπτωση δεν είναι δυνατή η υποκατάσταση του διοικούντος Αξιωματικού από ανώτερο Αξιωματικό — Ούτε χωρεί διαταγή, υπόδειξη ή παράκληση για επιβολή ποινής από τον ανώτερο προς τον διοικούντα Αξιωματικό.

Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας — Γνωματεύσεις — Επιπλοκές σε περίπτωση που η διοίκηση προκρίνει πορεία αντίθετη προς γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα.

Ο αιτητής προσέφυγε κατά πειθαρχικής ποινής οκταήμερης κράτησης που του επεβλήθη.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

Οι Κανονισμοί αναθέτουν στο διοικούντα Αξιωματικό την σε πρώτο βαθμό προσωπική έρευνα και, ενδεχομένως, επιβολή ποινής για πειθαρχικό παράπτωμα. Διοικών Αξιωματικός, με την έννοια των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς, ως προς τον αιτητή ήταν ο Διοικητής του 4ου ΣΠ και είδε και ο Διοικητής της III Ταξιαρχίας Πεζικού πως αν επρόκειτο να υπάρξει καταδίκη και ποινή αλλά και δυνατότητα άσκησης αρμοδιότητας και από τον ίδιο, χρειαζόταν απόφαση του πρώτου. Σε καμιά περίπτωση δεν είχε δικαίωμα, επειδή ήταν προϊστάμενος του αρμοδίου, να τον υποκαταστήσει. Αλλά δεν είχε και δικαίωμα να επιβάλει δια εντολής ή να υποδείξει ή να ζητήσει την επιβολή κυρώσεων επειδή ο ίδιος έκρινε ότι διεπράχθη πειθαρχικό παράπτωμα. Η καταδίκη για πειθαρχικό παράπτωμα μπορούσε να είναι μόνο το αποτέλεσμα της ανεπηρέαστης κρίσης του αρμοδίου και δεν άσκησε τέτοια ανεπηρέαστη κρίση ο Διοικητής του 4ου ΣΠ. Μακράν τούτου. Δείχνουν τα δεδομένα πως η καταδίκη του αιτητή δεν στηρίχθηκε στα αποτελέσματα της προσωπικής εξέτασης του θέματος και στην αξιολόγηση τους. Ό,τι καταφαίνεται είναι ανταπόκριση του Διοικητή του 4ου ΣΠ στην υπόδειξη του ιεραρχικά προϊστάμενου του η οποία ήταν παράνομη, όπως σημειώθηκε και στη γνωμάτευση εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.

Σε έγγραφο του ΓΕΕΦ διατυπώθηκε ανησυχία για τις συνέπειες της εξάρτησης της άσκησης του πειθαρχικού ελέγχου "αποκλειστικά και μόνο από τη βούληση, τις προσωπικές εκτιμήσεις και τις όποιες αποφάσεις των διοικητών". Πρέπει να γίνει αντιληπτό πως είναι διαφορετικό το ζήτημα της τροχιοδρόμησης πειθαρχικού ελέγχου από την υπαγόρευση στον αρμόδιο του αποτελέσματός του. Επίσης πως, οι όποιες αντιλήψεις ως προς τις επιπτώσεις των κανόνων δικαίου που διέπουν ένα θέμα, δεν συνιστούν αιτία παράκαμψής τους. Και τελικά πως και η διοίκηση πρέπει να αναλογίζεται τις συνέπειες και τις επιπλοκές από την πρόκριση πορείας πάνω στη βάση νομικής θεώρησης αντίθετης προς τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα που είναι, κατά το Άρθρο 113 του Συντάγματος, ο Νομικός Σύμβουλος της Δημοκρατίας.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Λεοντιάδης ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 732,

Georghiades v. Republic (1966) 3 C.L.R. 153,

Malais and Others v. Republic (1966) 3 C.L.R. 444,

Eracleous and Others v. Republic (1985) 3 C.L.R. 740.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόρριψης της αναφοράς παραπόνου του αιτητή σε σχέση με την ποινή που του επιβλήθηκε.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, γνωμάτευσε πως πειθαρχική ποινή οκταήμερης κράτησης που επιβλήθηκε στον αιτητή, μόνιμο Αξιωματικό Υγειονομικού (ιατρό), είναι παράνομη και πως έπρεπε να ανακληθεί. Το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Φρουράς (ΓΕΕΦ) είχε διαφορετική άποψη και ακολούθησε αλληλογραφία αναφορικά με τη δέσμευση της διοίκησης να ενεργήσει σύμφωνα με τη γνωμάτευση. Το ΓΕΕΦ επέμεινε και εκείνο που εγείρεται στην παρούσα διαδικασία είναι η νομιμότητα της ποινής που επιβλήθηκε. Η προσφυγή αφορά στην απόφαση ημερομηνίας 14/12/95 με την οποία απορρίφθηκε αναφορά παραπόνου του αιτητή σε σχέση με την ποινή που του επιβλήθηκε. Ο Γενικός Εισαγγελέας δεν υποστήριξε τη νομιμότητα της ποινής και ενώπιον μου βρίσκεται η αγόρευση για τον αιτητή και ο διοικητικός φάκελος.

Σε δύο περιπτώσεις ο αιτητής κλήθηκε από το Διοικητή του 4ου Συντάγματος Πεζικού (4ο ΣΠ), που ήταν ο διοικών Αξιωματικός του, σε διοικητική απολογία σε σχέση με κατ' ισχυρισμόν παράβαση του καθήκοντος του ως γιατρού επιφυλακής. Στις 27/3/95 ο ίδιος Διοικητής, με αναφορά στη μια από τις περιπτώσεις, τον απάλλαξε αφού έκρινε πως "ορθά έπραξε". Κατέληξε στην απόφαση αυτή αφού μελέτησε την απολογία του αιτητή και εξέτασε προσωπικά την περίπτωση. Προσλαμβάνει κρίσιμη σημασία η αντίδραση του Διοικητή της III Ταξιαρχίας Πεζικού. Άλλα θέματα, όπως η εμβέλεια της αρχικής απόφασης του Διοικητή του 4ου ΣΠ και το κατά πόσο ο αιτητής κλήθηκε σε διοικητική απολογία για όλα τα περιστατικά των δύο περιπτώσεων, προβάλλουν ως δευτερεύοντα.

Ο Διοικητής της III Ταξιαρχίας Πεζικού, με έγγραφο του προς το Διοικητή του 4ου ΣΠ, τον κάλεσε να επανεξετάσει το θέμα και να επιβάλει κυρώσεις. Αυτά διότι κατά τη δική του κρίση, την οποία και αιτιολογεί με αναφορά στα γεγονότα όπως εκείνος τα διαπίστωνε αλλά και σε άλλη παρόμοια περίπτωση που δεν περιλαμβανόταν στις ερευνηθείσες, στην πραγματικότητα ο αιτητής δεν ενήργησε σύμφωνα με τις υφιστάμενες διαταγές και την ιατρική δεοντολογία. Επανήλθε τότε ο διοικητής του 4ου ΣΠ και πράγματι τιμώρησε τον αιτητή με τετραήμερη κράτηση αφού, όπως σημειώνει στο έγγραφό του ημερομηνίας 12/5/95, έλαβε υπόψη "την όλη αλληλογραφία". Διανοίχθηκε έτσι και δικαιοδοσία για το Διοικητή της III Ταξιαρχίας Πεζικού, ως προϊστάμενο, ο οποίος και επαύξησε την ποινή σε οκταήμερη κράτηση.

Ακολούθησαν αναφορές παραπόνου του αιτητή και εκδηλώθηκε στο μεσοδιάστημα η εντυπωσιακή, θα έλεγα, παρέμβαση του Διοικητή του 4ου ΣΠ. Ο οποίος, μετά από ενδελεχή, όπως σημειώνει, εξέταση όλων των γεγονότων, με νέα απόφασή του, "ήρε" την ποινή που ο ίδιος επέβαλε. Σε έγγραφο του μάλιστα ημερομηνίας 20/10/95, αναφέρεται και σε πίεση που του είχε ασκηθεί. Το θέμα κατέληξε στο 1ο ΕΓ/ΓΕΕΦ και με την απόφαση της 14/12/95, η άρση της αρχικής ποινής θεωρήθηκε άκυρη ως εκπρόθεσμη και η ποινή της οκταήμερης κράτησης κρίθηκε ως "καλώς επιβληθείσα".

Δεν θα χρειαστεί να επεκταθώ στις λεπτομέρειες που αφορούν στις αναφορές παραπόνου ή ακόμα και στην ίδια την "άρση" της ποινής από το Διοικητή του 4ου ΣΠ. Ήταν καταφανώς παράνομη εξ αρχής η ποινή εκείνη και, συνεπώς, και ό,τι κτίστηκε σ' αυτή. Δεν έχει συζητηθεί και δεν θα με απασχολήσει η καθόλου δυνατότητα επανόδου του Διοικητή του 4ου ΣΠ με καταδικαστική απόφαση στην περίπτωση στην οποία προηγήθηκε απαλλακτική απόφαση. Οι Κανονισμοί αναθέτουν στο διοικούντα Αξιωματικό την σε πρώτο βαθμό προσωπική έρευνα και, ενδεχομένως, επιβολή ποινής για πειθαρχικό παράπτωμα. (Βλ. Παναγιώτης Λεοντιάδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 732.) Διοικών Αξιωματικός, με την έννοια των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς, ως προς τον αιτητή ήταν ο Διοικητής του 4ου ΣΠ και είδε και ο Διοικητής της III Ταξιαρχίας Πεζικού πως αν επρόκειτο να υπάρξει καταδίκη και ποινή αλλά και δυνατότητα άσκησης αρμοδιότητας και από τον ίδιο, χρειαζόταν απόφαση του πρώτου. Σε καμιά περίπτωση δεν είχε δικαίωμα, επειδή ήταν προϊστάμενος του αρμοδίου, να τον υποκαταστήσει. (Βλ. Yiannakis Georghiades v. The Republic (1966) 3 C.L.R. 153, A. Malais & Others v. The Republic (1966) 3 C.L.R. 444, Eracleous & Others v. Republic (1985) 3 C.L.R. 740, Αίτηση Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, Θ.Δ. Τσάτσου, 3η Έκδοση, σ. 199, Δίκαιο των Διοικητικών Πράξεων, Μιχ. Δ. Στασινόπουλου, Ανατύπωση 1982, σ. 180, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-1959, σ. 114). Αλλά δεν είχε και δικαίωμα να επιβάλει δια εντολής ή να υποδείξει ή να ζητήσει την επιβολή κυρώσεων επειδή ο ίδιος έκρινε ότι διεπράχθη πειθαρχικό παράπτωμα. Η καταδίκη για πειθαρχικό παράπτωμα μπορούσε να είναι μόνο το αποτέλεσμα της ανεπηρέαστης κρίσης του αρμοδίου και δεν άσκησε τέτοια ανεπηρέαστη κρίση ο Διοικητής του 4ου ΣΠ. Μακράν τούτου. Δείχνουν τα δεδομένα πως η καταδίκη του αιτητή δεν στηρίχθηκε στα αποτελέσματα της προσωπικής εξέτασης του θέματος και στην αξιολόγηση τους. Ό,τι καταφαίνεται είναι ανταπόκριση του Διοικητή του 4ου ΣΠ στην υπόδειξη του ιεραρχικά προϊστάμενου του η οποία ήταν παράνομη, όπως σημειώθηκε και στη γνωμάτευση εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.

Σε έγγραφο του ΓΕΕΦ διατυπώθηκε ανησυχία για τις συνέπειες της εξάρτησης της άσκησης του πειθαρχικού ελέγχου "αποκλειστικά και μόνο από τη βούληση, τις προσωπικές εκτιμήσεις και τις όποιες αποφάσεις των διοικητών". Πρέπει να γίνει αντιληπτό πως είναι διαφορετικό το ζήτημα της τροχιοδρόμησης πειθαρχικού ελέγχου από την υπαγόρευση στον αρμόδιο του αποτελέσματος του. Επίσης πως, οι όποιες αντιλήψεις ως προς τις επιπτώσεις των κανόνων δικαίου που διέπουν ένα θέμα, δεν συνιστούν αιτία παράκαμψης τους. Και τελικά πως και η διοίκηση πρέπει να αναλογίζεται τις συνέπειες και τις επιπλοκές από την πρόκριση πορείας πάνω στη βάση νομικής θεώρησης αντίθετης προς τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα που είναι, κατά το άρθρο 113 του Συντάγματος, ο Νομικός Σύμβουλος της Δημοκρατίας.

Δεν παρίσταται ανάγκη να ασχοληθώ με τους δευτερεύοντες από τους ισχυρισμούς του αιτητή. Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ του αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση καταδίκης και επιβολής ποινής στον αιτητή ακυρώνεται στο σύνολό της σύμφωνα με το άρθρο 146.4 του Συντάγματος. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή για να εγκριθούν από το Δικαστήριο.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο