ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
BALALAS & ANOTHER ν. REPUBLIC (1988) 3 CLR 2127
Kυπριακή Δημοκρατία μέσω Yπουργού Eσωτερικών και Άλλος, Γιάννης Kωνσταντίνου (1996) 3 ΑΑΔ 474
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(1997) 4 ΑΑΔ 981
18 Απριλίου, 1997
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146,22,15 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΣΑΒΒΑΣ ΣΑΒΒΙΔΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 898/95)
Αλλοδαπός — Έννοια—Αντιδιαστολή προς την έννοια του ημεδαμού από τον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο, Κεφ. 105 — Ο αλλοδαπός δεν έχει απόλυτο δικαίωμα εισόδου στην Δημοκρατία — Η ρύθμιση των Άρθρων 10 και 8 του Νόμου και οι περιστάσεις εφαρμογής της στην κριθείσα περίπτωση.
Συνταγματικό Δίκαιο — Δικαίωμα γάμου — Άρθρο 22 του Συντάγματος — Πώς πλήττεται.
Συνταγματικό Δίκαιο — Δικαίωμα ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής — Άρθρο 15 του Συντάγματος — Νομολογιακή ερμηνεία του — Πότε συντρέχει παραβίαση του δικαιώματος — Δεν παραβιάστηκε στην κριθείσα περίπτωση — Περιστάσεις. Ο αιτητής επεδίωξε με την προσφυγή την ακύρωση της απόφασης διά της οποίας δεν επετράπη στην αλλοδαπή σύζυγό του να εισέλθει στη Δημοκρατία.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Η αλλοδαπή εν προκειμένω δεν εμπίπτει στον ορισμό ημεδαπού Κυπρίου εφόσον δεν συνέζησε, εξόσων φαίνεται, με τον αιτητή για περίοδο τουλάχιστον ένος έτους. Συνεπώς, η περί ης ο λόγος είναι αλλοδαπή.
Το Άρθρο 10 του Νόμου, ορίζει ότι "Τηρουμένων των διατάξεων του Άρθρου 8", αλλοδαπός δεν έχει απόλυτο δικαίωμα εισόδου στη Δημοκρατία, έστω κι αν έχει θεώρηση διαβατηρίου και δεν είναι απαγορευμένος μετανάστης. Οι εξουσίες που δίνονται στον αρμόδιο λειτουργό αναφορικά με τις άδειες εισόδου αλλοδαπών είναι ευρείες, σύμφωνα με τη νομολογία μας, λαμβανομένων υπόψη των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Δημοκρατίας.
Κατά την άσκηση των εξουσιών αυτών όμως πρέπει να τηρούνται οι διατάξεις του Άρθρου 8.
Είναι λογικό να υποτεθεί ότι η εν λόγω αλλοδαπή δεν ήταν γνωστό στο λειτουργό μετανάστευσης πρόσωπο. Η διαπίστωση της ταυτότητας της αλλοδαπής "προς ικανοποίηση" του λειτουργού μετανάστευσης αποτελεί θέμα που εμπίπτει στη διακριτική του ευχέρεια. Η ταυτότητα της αλλοδαπής συναρτάται και με το κατά πόσο ήταν νόμιμη σύζυγος του αιτητή. Το θέμα αυτό δεν θα μπορούσε λογικά να διαπιστωθεί επιτόπου οπότε εναπόκειτο στη διακριτική ευχέρεια του αρμόδιου λειτουργού να επιβάλει όρους για τη χορήγηση άδειας εισόδου και προσωρινής παραμονής στη Δημοκρατία, συμπεριλαμβανομένης και ασφάλειας για την κάλυψη πιθανών εξόδων επαναπατρισμού της αλλοδαπής σε περίπτωση που θα αποδεικνύετο ότι ο γάμος δεν ήταν γνήσιος. (Κανονισμός 9(1) και (2) της Κ.Δ.Π. 242/72). Η απαίτηση του αρμόδιου λειτουργού για καταβολή του ποσού των Λ.Κ.£500 ως εγγύηση ήταν εύλογη λαμβανομένων υπόψη των περιστατικών της υπόθεσης. Η αδυναμία του αιτητή νά καταβάλει το απαιτηθέν ποσό οδήγησε στη λήψη της επίδικης απόφασης, η οποία ήταν εύλογα επιτρεπτή υπό τις περιστάσεις.
2. Δεν γίνεται αντιληπτό πώς πλήττεται το δικαίωμα γάμου του αιτητή, όπως ισχυρίζεται, αφού κανένας δεν τον εμπόδισε να τελέσει γάμο με το πρόσωπο και τον τρόπο που επέλεξε ο ίδιος, (Wafa Takialdin ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 2535).
3. Όσο για το δικαίωμα ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, το οποίο διασφαλίζεται από το Άρθρο 15 του Συντάγματος και το Άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (τα δύο άρθρα είναι ταυτόσημα), σχετική είναι η απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Balalas & Another v. Republic (1988) 3 C.L.R. 2127.
Στην παρούσα περίπτωση δεν προβλήθηκε οποιοσδήποτε ισχυρισμός αναφορικά με τη δυνατότητα διατήρησης και συνέχισης της οικογενειακής ζωής του αιτητή εκτός Κύπρου. Επομένως δεν μπορεί να γίνει δεκτός ο ισχυρισμός του για παραβίαση του δικαιώματος οικογενειακής ζωής, ενόψει μάλιστα και του γεγονότος ότι στο παρόν στάδιο δεν έχει επιβεβαιωθεί η γνησιότητα και νομιμότητα του γάμου του με την εν λόγω αλλοδαπή.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Karallotas v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1701,
Takialdin ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 2535,
Balalas & Another v. Republic (1988) 3 C.L.R. 2127,
Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 2089.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης του Λειτουργού Μεταναστεύσεως με την οποία δεν επέτρεψε την είσοδο στη Δημοκρατία της συζύγου του αιτητή από τις Φιλιππίνες.
Γ. Ερωτοκρίτου, για τον Αιτητή.
Μ. Τσαγγαρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής ζητά την ακύρωση της απόφασης των καθών η αίτηση, ημερομηνίας 11.10.1995, με την οποία δεν επετράπη η είσοδος στη Δημοκρατία, της συζύγου του Marichu C. Matela, από τις Φιλιππίνες.
Η αναφερθείσα Μ. Matela, 22 χρόνων κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήρθε για πρώτη φορά στην Κύπρο στις 17.1.1995, για να εργασθεί ως καλλιτέχνιδα σε καμπαρέ στη Λευκωσία. Η άδεια παραμονής και εργασίας της, που εκδόθηκε αρχικά για τρεις μήνες, ανανεώθηκε μέχρι τις 22.7.1995 και στις 23.7.1995 η Matela αναχώρησε για την πατρίδα της.
Ο αιτητής, 26 χρόνων κατά τον ουσιώδη χρόνο, μετέβη στις Φιλιππίνες το Σεπτέμβριο του 1995 και στις 11.10.1995 επέστρεψε στην Κύπρο μαζί με τη Matela. Κατά το διαβατηριακό έλεγχο στο αεροδρόμιο Λάρνακας, ο αιτητής παρουσίασε πιστοποιητικό τέλεσης πολιτικού γάμου με την εν λόγω αλλοδαπή που εκδόθηκε στις Φιλιππίνες και ζήτησε να επιτραπεί η είσοδος της στην Κύπρο. Η είσοδος της στην Κύπρο δεν επετράπη τελικά και η αλλοδαπή υποχρεώθηκε να αναχωρήσει με την ίδια πτήση για την πατρίδα της.
Σχετική με το τι έλαβε χώρα στο αεροδρόμιο Λάρνακας κατά την πιο πάνω ημερομηνία, είναι η έκθεση του Υπεύθυνου του Κλάδου Ελέγχου Διαβατηρίων Αερολιμένα Λάρνακας προς τον Αστυνομικό Διευθυντή της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως, ημερομηνίας 18.10.1995. Όπως φαίνεται από την έκθεση αυτή, από έλεγχο που έγινε μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή κατά την άφιξη του αιτητή και της αλλοδαπής, διαπιστώθηκε ότι η αλλοδαπή εργάστηκε προηγουμένως στην Κύπρο ως καλλιτέχνιδα, σύμφωνα δε με οδηγίες του Λειτουργού Μεταναστεύσεως, θα έπρεπε να είχε εξασφαλίσει εκ των προτέρων θεώρηση εισόδου ως επισκέπτρια. Επειδή δε δεν είχε τέτοια θεώρηση, ζητήθηκε από τον αιτητή να καταβάλει το ποσό των Λ.Κ.£500 ως εγγύηση για πιθανά έξοδα επαναπατρισμού της. Ο αιτητής, σύμφωνα πάντα με την έκθεση, που δεν ήταν σε θέση να καταβάλει το πιο πάνω ποσό, άρχισε να συμπεριφέρεται παράξενα. Αναφέρεται επίσης στην έκθεση ότι υπήρχαν αμφιβολίες ως προς τη γνησιότητα του γάμου, υπήρξαν δε στο παρελθόν περιπτώσεις αλλοδαπών που τους επετράπη η είσοδος και ακολούθως εγκαταλείφθηκαν από τους "συζύγους" τους με αποτέλεσμα η Δημοκρατία να επωμισθεί τα έξοδα επαναπατρισμού τους. Γίνεται επίσης μνεία σε πληροφορία που είχαν ότι ο αι-τητής ήταν ξανά παντρεμένος με αλλοδαπή, η οποία απελάθη.
Στις 13.10.1995, ο δικηγόρος του αιτητή απηύθυνε επιστολή προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως με την οποία ζητούσε να επανεξετασθεί το θέμα και να δοθεί απάντηση μέχρι 17.10.1995. Παράλληλα έγιναν και σχετικά δημοσιεύματα στον τύπο τα οποία σχολιάζει ο Υπεύθυνος του Κλάδου Ελέγχου Διαβατηρίων στην έκθεσή του. Τα δημοσιεύματα έδωσαν επίσης αφορμή για τη διεξαγωγή περαιτέρω έρευνας, τα αποτελέσματα της οποίας αναφέρονται στην ίδια έκθεση. Δεν θ' αναφερθώ σ' αυτά αφού πρόκειται για στοιχεία μεταγενέστερα της επίδικης απόφασης.
Στις 20.10.1995 καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.
Μετά την καταχώρηση της προσφυγής, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, με επιστολή του ημερομηνίας 14.11.1995, πληροφόρησε τον αιτητή ότι η είσοδος της αλλοδαπής στην Κύπρο δεν επετράπη επειδή δεν είχε θεώρηση διαβατηρίου, ο δε αιτητής αρνήθηκε να καταβάλει την εγγύηση που του ζητήθηκε. Στην ίδια επιστολή αναφέρεται επίσης ότι "δικαιώματα συζύγου Κυπρίου αποκτούνται από αλλοδαπή μετά πάροδο ενός έτους ομαλού συζυγικού βίου από την ημέρα της τέλεσης του γάμου".
Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι ενώ ζήτησε να παραμείνει η σύζυγός του στο αεροδρόμιο μέχρι την επομένη για να δυνηθεί να καταβάλει την εγγύηση δεν του επετράπη τούτο, αντί δε τούτου στάληκε η σύζυγός του πίσω με το ίδιο αεροπλάνο. Ισχυρίζεται επίσης ότι δεν ήταν δυνατό να ελεγχθεί η γνησιότητα του γάμου στο μικρό χρονικό διάστημα που βρισκόταν στο αεροδρόμιο Λάρνακας, ούτε και του λέχθηκε οτιδήποτε περί μη γνησιότητας του γάμου. Ως λόγους ακυρότητας της επίδικης απόφασης ο αιτητής προβάλλει την πλάνη περί το νόμο και τα πράγματα, πλημμελή έρευνα, κατάχρηση εξουσίας και παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως το δικαίωμα του αιτητή να ζει στον τόπο του με τη σύζυγό του (δικαίωμα γάμου, Άρθρο 22 του Συντάγματος) και το δικαίωμα οικογενειακής ζωής (Άρθρο 15 του Συντάγματος).
Ο δικηγόρος για τους καθών η αίτηση αφού αναφέρθηκε στο κυριαρχικό δικαίωμα της Δημοκρατίας και τον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο, εισηγήθηκε ότι η διοίκηση άσκησε νόμιμα και καλόπιστα τη διακριτική της ευχέρεια και ότι δεν υπήρξε παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Σύμφωνα με τον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο (Κεφ. 105) (βλέπε Μετάφραση και Ενοποίηση στην Ελληνική):
"ημεδαπός Κύπριος" σημαίνει -
(α)πολίτη της Δημοκρατίας.
(β) αλλοδαπή σύζυγο πολίτη της Δημοκρατίας, που δεν τελεί σε χωρισμό από το σύζυγό της δυνάμει απόφασης αρμόδιου δικαστηρίου και η οποία διαμένει με αυτόν για χρονικό διάστημα όχι μικρότερο του ενός έτους. Νοείται ότι θα θεωρείται ως "ημεδαπός Κύπριος" και κάθε αλλοδαπή σύζυγος πολίτη της Δημοκρατίας η οποία συνέζησε με αυτόν για περίοδο μικρότερη του ενός έτους, αν ο Ανώτερος Λειτουργός Μετανάστευσης ήθελε, υπό τις ειδικές συνθήκες οποιασδήποτε συγκεκριμένης περίπτωσης, κρίνει τούτο εύλογο."
Η εν λόγω αλλοδαπή δεν εμπίπτει στον ορισμό ημεδαπού Κυπρίου εφόσον δεν συνέζησε, εξόσων φαίνεται, με τον αιτητή για περίοδο τουλάχιστον ένος έτους. Συνεπώς, η περί ης ο λόγος είναι αλλοδαπή.
Το άρθρο 10 του Νόμου, ορίζει ότι "Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8", αλλοδαπός δεν έχει απόλυτο δικαίωμα εισόδου στη Δημοκρατία, έστω κι αν έχει θεώρηση διαβατηρίου και δεν είναι απαγορευμένος μετανάστης. Οι εξουσίες που δίνονται στον αρμόδιο λειτουργό αναφορικά με τις άδειες εισόδου αλλοδαπών είναι ευρείες, σύμφωνα με τη νομολογία μας, λαμβανομένων υπόψη των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Δημοκρατίας (Karaliotas v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1701, 1709).
Κατά την άσκηση των εξουσιών αυτών όμως πρέπει να τηρούνται οι διατάξεις του άρθρου 8, το οποίο προνοεί τα ακόλουθα:
"8. Τα ακόλουθα πρόσωπα, αν είναι γνωστά στο λειτουργό μετανάστευσης ή αν η ταυτότητα τους διαπιστώνεται προς ικανοποίηση του, θα επιτρέπεται να εισέρχονται στη Δημοκρατία χωρίς οποιαδήποτε περαιτέρω διατύπωση:-
(α)οποιοσδήποτε ημεδαπός Κύπριος ο οποίος δεν περιλαμβάνεται σε οποιαδήποτε από τις κατηγορίες που απαριθμούνται στις παραγράφους (ζ), (η), (θ), ή (ι) του εδαφίου (1) του άρθρου 6.
................
(στ) σύζυγος και οποιοδήποτε ανύπαντρο τέκνο κάτω των δεκαοκτώ ετών οποιουδήποτε από τα πρόσωπα που απαριθμούνται στις προηγούμενες παραγράφους."
Είναι λογικό να υποθέσουμε ότι η εν λόγω αλλοδαπή δεν ήταν γνωστό στο λειτουργό μετανάστευσης πρόσωπο. Η διαπίστωση της ταυτότητας της αλλοδαπής "προς ικανοποίηση" του λειτουργού μετανάστευσης αποτελεί θέμα που εμπίπτει στη διακριτική του ευχέρεια. Η ταυτότητα της αλλοδαπής συναρτάται και με το κατά πόσο ήταν νόμιμη σύζυγος του αιτητή. Το θέμα αυτό δεν θα μπορούσε λογικά να διαπιστωθεί επιτόπου οπότε εναπόκειτο στη διακριτική ευχέρεια του αρμόδιου λειτουργού να επιβάλει όρους για τη χορήγηση άδειας εισόδου και προσωρινής παραμονής στη Δημοκρατία, συμπεριλαμβανομένης και ασφάλειας για την κάλυψη πιθανών εξόδων επαναπατρισμού της αλλοδαπής σε περίπτωση που θα αποδεικνύετο ότι ο γάμος δεν ήταν γνήσιος. (Κανονισμός 9(1) και (2) της Κ.Δ.Π. 242/72). Η απαίτηση του αρμόδιου λειτουργού για καταβολή του ποσού των Λ.Κ.£500 ως εγγύηση ήταν εύλογη λαμβανομένων υπόψη των περιστατικών της υπόθεσης. Η αδυναμία του αιτητή να καταβάλει το απαιτηθέν ποσό οδήγησε στη λήψη της επίδικης απόφασης, η οποία ήταν εύλογα επιτρεπτή υπό τις περιστάσεις.
Δεν αντιλαμβάνομαι πώς πλήττεται το δικαίωμα γάμου του αιτητή, όπως ισχυρίζεται, αφού κανένας δεν τον εμπόδισε να τελέσει γάμο με το πρόσωπο και τον τρόπο που επέλεξε ο ίδιος. (Wafa Takialdin ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 2535).
Όσο για το δικαίωμα ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, το οποίο διασφαλίζεται από το Άρθρο 15 του Συντάγματος και το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (τα δύο άρθρα είναι ταυτόσημα), σχετική είναι η απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Balalas & Another v. Republic (1988) 3 C.L.R. 2127. Παραθέτω το ακόλουθο απόσπασμα από τις σελίδες 2133-2135:
"Article 8 of the Convention has been the subject of interpretation by the organs entrusted with the supervision of its application. It prohibits in principle and subject to the provisions of paragraph 2, interference with an existing family unit and it has as its principal element the protection of the integrity of the family. One of the situations that have been raised under the said Article is the case where some action by the authorities, such as expelling a person from a country or refusing to admit someone may result in separation of husband and wife.
The matter therefore that needs to be inquired into, in relation to the facts of the present case, is whether the family unit could not be preserved by establishing the family's residence in the country to which the expelled member resides, or from which he seeks admission. If the family unit could be so preserved, then the State cannot be held as having interfered with the right to respect for family life. Such a limitation of the notion of interference is necessary otherwise the expulsion or refusal of admission whenever family life was established, would be prohibited.
Reference may be made to two decisions of the Commission, the first one is the case of X. and Y. v. U.K. Application No. 5269/71, YBXV p. 564 (572-574), Coll. 39 p. 104, at pp 107108, where it was said:
"The Commission is of the opinion that the application primarily falls to be considered under Art. 8 which provides, inter alia, that everyone has the right to respect for his family life. It observed that it has previously held that the exclusion of a person from a country where close members of his family are living may amount to an infringement of this right. In a number of such cases the Commission has considered situations where, as in the present case, a married man is forced to leave a State in which he is living with his wife. Commission has treated as a relevant factor in such cases the possibility for the wife to follow her husband (see e.g. Application No. 2535/65, Collection of Decisions 17, pp 28-30 and the above-mentioned decision on Application No. 4403/70 and others at p. 120)."
This was a case of a Cypriot citizen then twenty-two years old who entered the United Kingdom as a student and married the second applicant, a United Kingdom citizen of Cypriot origin, in April 1970. Having become a part time student only he was refused permission by the Home Secretary to stay in the United Kingdom indefinitely and was asked to leave the country in January 1971. The appeal against this decision ultimately failed and he was again requested to leave the United Kingdom in August 1971. Among the reasons advanced was that for a number of personal reasons the wife might be reluctant to follow her husband. The Commission, however, was satisfied that there were no legal obstacles for the applicants effectively to establish their family life in Cyprus if the first applicant were to return to that country. A refusal by her to do this because she chooses to stay in the United Kingdom (as she is entitled to do) does not in the circumstances of the case mean that there has been thereby an interference by the United Kingdom authorities with the applicant's family life within the meaning of Article 8(1) of the Convention.
The Commission referred in this respect to the decision of admissibility of Application No. 3325/67, Yearbook 10 pp. 528, 536.
The second case (Dec Adm. Com Ap. 5301/71, 3 October 1972 Coll. 43 p.82(84) is that of a United Kingdom citizen married to an Indian citizen who after their marriage in 1965 settled in Kenya. The first applicant then went and lived in London with their child and they complained that the husband, the second applicant was refused permission to settle in England. There did not appear to be any legal obstacles preventing the applicant and his wife form living together in India, but the second applicant had said only that as his wife preferred the United Kingdom to India and that he too desired to belong to that civilization to which his wife has taken a liking, he should be permitted to settle in U.K. It was held that:-
"The Commission would not suggest that, where a couple is refused residence in a country of which one of them is a national, there is no violation of Article 8 simply because they can find some legal residence elsewhere. If the only legal residence which they can find is in a country connected with either of them, the exclusion from residence in the 'home' country of one of them might constitute a violation of Article 8. But in the present case the applicant and his wife appear to be able to reside legally in India and India is the applicant's country of origin. Furthermore, the applicant and his wife were married in Kenya at a time when they were fully aware that the applicant might not be allowed to enter the United Kingdom.
The Commission has thus considered the present application under both Articles 8 and 12 of the Convention. It can find no ground on which to distinguish it from Application No. 5269/71 and notes also that there is not even any suggestion in the present case (as there was in Application 5269/71) that the applicant's wife has other family ties in Britain.
Dec. Adm. Com. Ap. 5301/71, 3 October 1972 Coll. 43 p. 82(84)."
Περαιτέρω αναφορά και σε υποθέσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων γίνεται και στην υπόθεση Γιάννης Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 2089, όπου λέχθηκαν, ανάμεσα σ' άλλα και τα ακόλουθα:
"Σύμφωνα με την ερμηνεία που δόθηκε στο άρθρο 8 της Σύμβασης από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, (βλέπε υπόθεση Abdulamiz Cabales and Balkandali απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ημερομηνίας 25 Μαΐου 1985, Series A No. 94 σελ. 32 παραγράφοι 62, 68), αυτό (το άρθρο 8) "προϋποθέτει την ύπαρξη οικογενειακής ζωής και τουλάχιστον περιλαμβάνει τη σχέση που πηγάζει από ένα νόμιμο και γνήσιο γάμο έστω και αν δεν έχει ακόμη πλήρως εγκαθιδρυθεί οικογενειακή ζωή. Περαιτέρω η υποχρέωση ενός Κράτους να δεχθεί στο έδαφος του συγγενείς εγκατεστημένων μεταναστών διαφέρει ανάλογα με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Το άρθρο 8 δεν επιβάλλει γενική υποχρέωση πάνω στα Κράτη να σεβασθούν την επιλογή για διαμονή παντρεμένων ζευγαριών ή να δεχθούν τον "μη υπήκοο" σύζυγο για εγκατάσταση στο ενδιαφερόμενο Κράτος."
Το Δικαστήριο στην πιο πάνω υπόθεση, αφού βρήκε ότι δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 8 της Σύμβασης απέρριψε την προσφυγή και για το λόγο ότι δεν προβλήθηκε κανένας ισχυρισμός ότι η οικογενειακή ζωή του αιτητή με την αλλοδαπή σύζυγό του δεν θα μπορούσε να συνεχισθεί και διατηρηθεί οπουδήποτε αλλού. Αν και η απόφαση αυτή εφεσιβλήθη, η Ολομέλεια του Δικαστηρίου κατ' έφεση (βλέπε Α.Ε. 1603, ημερομηνίας 29.10.1996), αποδέκτηκε την έφεση αναφορικά με άλλο σημείο και δεν εξέτασε το σημείο αυτό.
Ούτε στην παρούσα περίπτωση προβλήθηκε οποιοσδήποτε ισχυρισμός αναφορικά με τη δυνατότητα διατήρησης και συνέχισης της οικογενειακής ζωής του αιτητή εκτός Κύπρου. Επομένως δεν μπορεί να γίνει δεκτός ο ισχυρισμός του για παραβίαση του δικαιώματος οικογενειακής ζωής, ενόψει μάλιστα και του γεγονότος ότι στο παρόν στάδιο δεν έχει επιβεβαιωθεί η γνησιότητα και νομιμότητα του γάμου του με την εν λόγω αλλοδαπή.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή αυτή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.
Λόγω των ιδιαίτερων περιστατικών της υπόθεσης δεν εκδίδεται καμιά διαταγή για έξοδα.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.