ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
RALLIS MAKRIDES ν. REPUBLIC (MINISTER OF FINANCE) (1967) 3 CLR 147
FRANGOS & OTHERS ν. REPUBLIC (1982) 3 CLR 53
PAPANTONIOU ν. E.A.C. (1986) 3 CLR 105
KRITIOTIS ν. M'TY OF PAPHOS AND OTHERS (1986) 3 CLR 322
Παπαχρυσοστόμου ν. Δημοτ. Επ. Λ/σίας (1989) 3 ΑΑΔ 656
Λάρκου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 804
Οικονομίδης ν. Επιτρ. Δημ. Υγείας Κάτω Ακουρδάλιας κ.ά. (1990) 3 ΑΑΔ 928
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(1997) 4 ΑΑΔ 858
31 Μαρτίου, 1997
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΣΤΕΦΑΝΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΕΠΑΡΧΟΥ ΠΑΦΟΥ,
Καθ' ου η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 416/95)
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Έννομο συμφέρον— Έννομο συμφέρον ιδιοκτήτη ακινήτου να στραφεί κατά της άδειας οικοδόμησης γειτονικού ακινήτου — Προϋποθέσεις γέννησης — Περιστάσεις αποκλεισμού του συμφέροντος στην κριθείσα περίπτωση.
Διοικητικό Δίκαιο — Παρεμπίπτων έλεγχος νομιμότητας διοικητικής πράξης — Αποκλείεται.
Πολεοδομία — Πολεοδομική άδεια — Φύση της άδειας — Αυτοτελής πράξη και προϋπόθεση της έκδοσης άδειας οικοδομής — Συνέπειες στην κριθείσα περίπτωση.
Η αιτήτρια προσέβαλε την άδεια οικοδομής που εκδόθηκε αναφορικά με γειτονικό της ιδιοκτησίας της ακίνητο.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας ως απαράδεκτη την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Η ιδιοκτησία γειτονικού ακινήτου αφ' εαυτής (per se) δεν δημιουργεί έννομο συμφέρον. Ο ιδιοκτήτης απλώς με το γεγονός της ιδιοκτησίας του δεν αποκτά έννομο συμφέρον να προσβάλει άδεια οικοδομής ακινήτου που εκδόθηκε ακόμα και κατά παράβαση των υφισταμένων νομοθετικών προνοιών, όταν η ιδιοκτησία του δεν πλήττεται. Δικαιούται να προσβάλει την άδεια οικοδομής μόνο όταν τα δικαιώματά του επηρεάζονται άμεσα και δυσμενώς. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι πρόσφατη νομολογία δέχεται ότι έννομο συμφέρον μπορούν να έχουν όχι μόνο οι ιδιοκτήτες γειτονικών ακινήτων, αλλά και ακινήτων που βρίσκονται στην ίδια περιοχή.
Στην παρούσα περίπτωση η αιτήτρια έχει αποτύχει να αποδείξει κατά πόσο έχει καθ' οιονδήποτε τρόπο υποστεί ζημία από την εκδοθείσα άδεια. Οι αόριστοι ισχυρισμοί της για το μέγεθος της υπό ανέγερση οικοδομής ή ακόμα και οι περί παρεμπόδισης του φωτός δεν μπορούν να θεωρηθούν ως απόδειξη της ζημίας της. Το βάρος απόδειξης της ύπαρξης εννόμου συμφέροντος επωμίζεται πάντοτε ο προσφεύγων. Επαφίεται στην κρίση του διοικητικού οργάνου, στη συγκεκριμένη περίπτωση του Τμήματος Πολεοδομίας και Οίκησης, να κρίνει κατά πόσο οποιοσδήποτε γείτονας επηρεάζεται δυσμενώς από την ανέγερση οικοδομής πάνω στο σύνορο, όπως προβλέπει η Δήλωση Πολιτικής. Και το Τμήμα Πολεοδομίας και Οίκησης κατέληξε, και γι' αυτό εξ άλλου εξέδωσε και τη σχετική άδεια ότι δεν υπάρχει δυσμενής επηρεασμός.
2. Η Δήλωση Πολιτικής αφορά την πολιτική του Τμήματος Πολεοδομίας και Οίκησης που εξέδωσε τη σχετική πολεοδομική άδεια. Η αιτήτρια με την παρούσα της προσφυγή δεν προσβάλλει την πολεοδομική άδεια, αλλά την άδεια οικοδομής που έχει εκδόσει ο Έπαρχος Πάφου. Η πολεοδομική άδεια συνιστά αυτοτελή διοικητική πράξη καθοριστική δικαιωμάτων και το κύρος της προσβάλλεται αυτόνομα. Ως προς το ανεπίτρεπτο της άσκησης παρεμπίπτοντος ελέγχου αναφορικά με το κύρος διοικητικής πράξης, εκτός αν αυτή συνιστά τμήμα σύνθετης διοικητικής ενέργειας διαφωτιστική είναι η απόφαση της Ολομέλειας στην Ξενής Λάρκος και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 804. Έτσι ακόμα κι αν το Δικαστήριο κατέληγε ότι η πολεοδομική άδεια είχε εκδοθεί παράνομα, δεν μπορεί να παραγνωριστεί ότι η προσφυγή δεν προσβάλλει την έκδοση της πολεοδομικής άδειας, αλλά της άδειας οικοδομής. Έτσι η προσφυγή δεν θα μπορούσε να επιτύχει ούτε επί της ουσίας.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Kntiotis v. The Munidpality of Paphos and Others (1986) 3 C.L.R. 322,
Makrides v. Republic (1967) 3 C.L.R. 147,
Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 73,
Παπαχρυσοστόμου ν. Δημοτικής Επιτροπής Λευκωσίας (1989) 3
Α.Α.Δ. 656,
Οικονομίδης ν. Επιτροπής Δημόσιας Υγείας Κάτω Ακουρδάλιας κ.ά. (1990) 3 Α.Α.Δ. 928,
Papantoniou v. Electricity Authority of Cyprus (1986) 3 C.L.R. 105,
Λάρκος και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 804,
Frangos and Others v. The Minister of Interior and Others (1982) 3 C.L.R. 53,
Ζαντής v. Επάρχου Λευκωσίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 4841.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης του Επάρχου Πάφου με την οποία παραχώρησε άδεια οικοδομής στο ενδιαφερόμενο μέρος για ανέγερση αποθήκης στο τεμαχιό της το οποίο συνορεύει με το ακίνητο της αιτήτριας.
Α. Ξυψιτή, για την Αιτήτρια.
Ν. Νικολαΐδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Καθ' ου η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια είναι εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια τεμαχίου στο χωρίο Πάνω Αρόδες στο οποίο έχει την κατοικία της. Με την παρούσα προσφυγή προσβάλλει την απόφαση του Επάρχου Πάφου να παραχωρήσει άδεια οικοδομής στο ενδιαφερόμενο μέρος για ανέγερση αποθήκης στο τεμάχιο της που συνορεύει με το ακίνητο της αιτήτριας. Στις 12.10.1994 το ενδιαφερόμενο μέρος εξασφάλισε πολεοδομική άδεια για την ανέγερση της ρηθείσας αποθήκης. Στις 17.12.1994 η αιτήτρια απέστειλε μέσω δικηγόρου στον καθ' ου η αίτηση επιστολή με την οποία προέβαλλε τον ισχυρισμό ότι η πολεοδομική άδεια είχε εκδοθεί καθ' υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας, ότι ήταν αντίθετη με το νόμο και τέλος ότι επηρέαζε δυσμενώς τις ανέσεις του ακίνητου της. Στην ίδια επιστολή εκφραζόταν επίσης πρόθεση της αιτήτριας να καταχωρήσει προσφυγή κατά της πιο πάνω απόφασης της πολεοδομικής αρχής και εκαλείτο ο καθ' ου η αίτηση να μην προχωρήσει στην έκδοση άδειας οικοδομής μέχρι τελικής απόφασης στην προσφυγή.
Τελικά η αιτήτρια επέλεξε να προσβάλει με την παρούσα προσφυγή, αντί της πολεοδομικής άδειας, την άδεια οικοδομής που εκδόθηκε στο μεταξύ. Στη γραπτή αγόρευση που καταχωρήθηκε για τον καθ' ου η αίτηση εγείρεται προδικαστική ένσταση με την οποία προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η αιτήτρια στερείται του απαραίτητου εννόμου συμφέροντος γιατί δεν έχει αποδείξει με ποιο τρόπο επηρεάζεται η ιδιοκτησία της από την έκδοση της επίδικης άδειας. Προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι το γεγονός ότι είναι ιδιοκτήτρια παρακείμενου ακινήτου δεν της δημιουργεί αφ' εαυτό το απαραίτητο έννομο συμφέρον να προσβάλει την απόφαση.
Η διαπίστωση της ύπαρξης άμεσου, ενεστώτος και συγκεκριμένου εννόμου συμφέροντος προέχει, αφού αποτελεί προϋπόθεση που θέτει το Άρθρο 146 του Συντάγματος, έχει δε επανειλημμένα γίνει αντικείμενο εξέτασης σε σειρά αποφάσεων. Παρ' όλον ότι εκ παραδόσεως η ακυρωτική προσφυγή διοικητικής πράξης ήταν πάντα ευρεία, δεν είναι, όπως έχει λεχθεί και στην υπόθεση Kritiotis v. The Municipality of Paphos and Others (1986) 3 C.L.R. 322, 338, προσιτή στον κάθε πολίτη, δεν ισούται δηλαδή με λαϊκή αγωγή (actio popularis). To κριτήριο είναι η ύπαρξη άμεσης σχέσης του συμφέροντος του αιτητή, υλικού ή ηθικού, που δημιουργεί τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου, ενώ έλλειψη του στερεί από το δικαστήριο την εξουσία να ασχοληθεί με την προσφυγή. Το σχετικό βάρος απόδειξης κείται επί των ώμων του αιτητή, που είναι υποχρεωμένος να πείσει το δικαστήριο ότι έχει έννομο συμφέρον να παρέμβει στη διοικητική πράξη (Makrides v. The Republic (1967) 3 C.L.R. 147). Στην υπόθεση Kritiotis, ανωτέρω, είχε εξεταστεί το έννομο συμφέρον ιδιοκτήτη γειτονικού κτήματος που επηρεαζόταν από συγκεκριμένη διοικητική πράξη και συγκεκριμένα από άδεια οικοδομής που εκδόθηκε για το γειτονικό ακίνητο. Στην απόφαση αυτή παρατίθεται το ακόλουθο απόσπασμα από τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-1959, σελ. 265, που είναι απόλυτα κατατοπιστικό:
"Επίσης κέκτηται έννομον συμφέρον ο ιδιοκτήτης γειτονικού οικοπέδου προσβάλλων πράξιν επιτρέπουσαν την ανέγερσιν οικοδομής κατά παράβασιν των κειμένων διατάξεων, εξής παραβλάπτεται η ιδιοκτησία αυτού."
Αναφέρεται επίσης η υπόθεση 1477/56, όπου ο ιδιοκτήτης γειτονικού κτιρίου αποφασίστηκε ότι είχε έννομο συμφέρον να προσβάλει την άδεια πολυόροφης οικοδομής γιατί με την ανέγερσή της θα επηρεαζόταν δυσμενώς ο εξαερισμός και ο φωτισμός του δικού του κτιρίου. Από την άλλη στην υπόθεση 488/59, η οποία επίσης αναφέρεται στην υπόθεση Kritiotis, αποφασίστηκε ότι:
"..απορριπτέοι όμως τυγχάνουσι λόγοι ακυρώσεως αναφερόμενοι εις παραβάσεις (αριθμόν ορόφων εν προσόψει, ύψος εν προσόψει, κλπ:), ένεκα των οποίων δεν θίγεται η αιτούσα, άτε μη επηρεαζομένου και του εις την οπισθίαν πλευράν ύψους της οικοδομής."
Συνοψίζοντας τη νομολογία καταλήγουμε ότι η ιδιοκτησία γειτονικού ακινήτου αφ' εαυτής (per se) δεν δημιουργεί έννομο συμφέρον. Ο ιδιοκτήτης απλώς με το γεγονός της ιδιοκτησίας του δεν αποκτά έννομο συμφέρον να προσβάλει άδεια οικοδομής ακινήτου που εκδόθηκε ακόμα και κατά παράβαση των υφισταμένων νομοθετικών προνοιών, όταν η ιδιοκτησία του δεν πλήττεται. Δικαιούται να προσβάλει την άδεια οικοδομής μόνο όταν τα δικαιώματά του επηρεάζονται άμεσα και δυσμενώς. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι πρόσφατη νομολογία δέχεται ότι έννομο συμφέρον μπορούν να έχουν όχι μόνο οι ιδιοκτήτες γειτονικών ακινήτων, αλλά και ακινήτων που βρίσκονται στην ίδια περιοχή (βλ. Σοφούλλα Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 73).
Έχοντας υπ' όψη την πιο πάνω νομολογία (βλ. επίσης Θεοδώρα Παπαχρυσοστόμου ν. Δημοτικής Επιτροπής Λευκωσίας (1989) 3 Α.Α.Δ.. 656), καταλήγω ότι στην παρούσα περίπτωση η αιτήτρια έχει αποτύχει να αποδείξει κατά πόσο έχει καθ'οιονδήποτε τρόπο υποστεί ζημία από την εκδοθείσα άδεια. Οι αόριστοι ισχυρισμοί της για το μέγεθος της υπό ανέγερση οικοδομής ή ακόμα και οι περί παρεμπόδισης του φωτός δεν μπορούν να θεωρηθούν ως απόδειξη της ζημίας της. Θα πρέπει να διατηρούμε πάντα κατά νου ότι το βάρος απόδειξης της ύπαρξης εννόμου συμφέροντος επωμίζεται πάντοτε ο προσφεύγων (Γεώργιος Οικονομίδης ν. Επιτροπής Δημόσιας Υγείας Κάτω Ακουρδάλιας κ.ά. (1990) 3 Α.Α.Δ.. 982 και Antonis Papantoniou v. Electricity Authority of Cyprus (1986) 3 C.L.R. 105). Επαφίεται στην κρίση του διοικητικού οργάνου, στη συγκεκριμένη περίπτωση του Τμήματος Πολεοδομίας και Οίκησης, να κρίνει κατά πόσο οποιοσδήποτε γείτονας επηρεάζεται δυσμενώς από την ανέγερση οικοδομής πάνω στο σύνορο, όπως προβλέπει η Δήλωση Πολιτικής. Και το Τμήμα Πολεοδομίας και Οίκησης κατέληξε, και γι' αυτό εξ άλλου εξέδωσε και τη σχετική άδεια ότι δεν υπάρχει δυσμενής επηρεασμός.
Με βάση τα πιο πάνω γίνεται φανερό ότι η αιτήτρια στερείται εννόμου συμφέροντος και η προσφυγή της θα πρέπει να απορριφθεί. Όμως αισθάνομαι ότι θα πρέπει να αναφερθώ και σε ένα άλλο σημείο που εγείρεται. Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η άδεια που εκδόθηκε από τον Έπαρχο Πάφου είναι παράνομη γιατί συγκρούεται με τη Δήλωση Πολιτικής του Τμήματος Πολεοδομίας και Οίκησης. Θα πρέπει να γίνει ο εξής διαχωρισμός. Η Δήλωση Πολιτικής αφορά την πολιτική του Τμήματος Πολεοδομίας και Οίκησης που εξέδωσε τη σχετική πολεοδομική άδεια. Η αιτήτρια με την παρούσα της προσφυγή δεν προσβάλλει την πολεοδομική άδεια, αλλά την άδεια οικοδομής που έχει εκδόσει ο Έπαρχος Πάφου. Η πολεοδομική άδεια συνιστά αυτοτελή διοικητική πράξη καθοριστική δικαιωμάτων και το κύρος της προσβάλλεται αυτόνομα. Ως προς το ανεπίτρεπτο της άσκησης παρεμπίπτοντος ελέγχου αναφορικά με το κύρος διοικητικής πράξης, εκτός αν αυτή συνιστά τμήμα σύνθετης διοικητικής ενέργειας διαφωτιστική είναι η απόφαση της Ολομέλειας στην Ξενής Λάρκος και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 804. Έτσι ακόμα κι' αν το Δικαστήριο κατέληγε ότι η πολεοδομική άδεια είχε εκδοθεί παράνομα, δεν μπορεί να παραγνωριστεί ότι η προσφυγή δεν προσβάλλει την έκδοση της πολεοδομικής άδειας, αλλά της άδειας οικοδομής. Η πολεοδομική άδεια συνιστά αυτοτελή πράξη, εκτελεστή σε όλη της την έκταση, καθοριστική των δικαιωμάτων του ιδιοκτήτη να προβεί σε ανάπτυξη του ακίνητου στο οποίο αναφέρεται, αποτελεί δε προϋπόθεση της υποβολής αίτησης για την παροχή άδειας οικοδομής (βλ. σχετικά Frangos & Others v. Minister of Interior and Others (1982) 3 C.L.R. 53 και Παναγιώτης Πέτρου Ζαντής ν. Επάρχου Λευκωσίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 4841, όπου το Δικαστήριο απέρριψε την εισήγηση ότι η πολεοδομική άδεια ενέχει χαρακτήρα προπαρασκευαστικής πράξης η επικύρωση της οποίας υπόκειται στον έλεγχο της αρμόδιας για την έκδοση άδειας οικοδομής αρχής). Έτσι η προσφυγή δεν θα μπορούσε να επιτύχει ούτε επί της ουσίας.
Με βάση όλα τα πιο πάνω καταλήγω ότι η αιτήτρια στερείται εννόμου συμφέροντος και συνεπώς η προσφυγή της θα πρέπει να απορριφθεί. Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα, τα οποία υπολογίζω και επιδικάζω εναντίον της αιτήτριας στο ποσό των £300.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.