ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 4 ΑΑΔ 660

12 Μαρτίου, 1997

[ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ ΔΑΜΙΑΝΟΥ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.   ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,

    2. ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 646/94)

Λέξεις και Φράσεις — Ο όρος "εικονική" στο Άρθρο 33(1) των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων 1978-1989.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Εκτίμηση γεγονότων από το ακυρωτικό δικαστήριο — Περιορίζεται στην κρίση του ευλόγως επιτρεπτού της απόφαση της διοίκησης.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Λόγοι ακυρώσεως — Έλλειψη δέουσας έρευνας — Περιστάσεις στοιχειοθέτησής της στην κριθείσα περίπτωση επιβολής φορολογιών εισοδήματος.

Ο αιτητής προσέφυγε κατά των φορολογιών (εισοδήματος και παρεμφερών) που επιβλήθηκαν σε βάρος του ως προς το έτος 1989.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.   Είναι φανερό από την επίδικη απόφαση, πως ο Έφορος δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 33(1) των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων 1978-1989, έκρινε ότι οι λογαριασμοί του αιτητή δεν ήσαν αληθείς αλλά εικονικοί, και καθορίζοντας το φορολογητέο εισόδημα χωρίς να παραχωρήσει κεφαλαιουχικές εκπτώσεις με βάση το Άρθρο 48 των ως άνω Νόμων, επέβαλε με την απόφασή του τις προσβαλλόμενες φορολογίες.

Ο όρος "εικονική" στο πλαίσιο του ως άνω Άρθρου, ταυτίζεται με τη συνήθη έννοια της λέξης που υποδηλώνει τη δημιουργία εντυπώσεων, άλλη από την πραγματικότητα.

2. Είναι καθιερωμένη αρχή ότι η εκτίμηση των πραγματικών γεγονότων και η κρίση γι' αυτά ανήκει στη διοίκηση. Το Δικαστήριο επεμβαίνει αν η απόφαση του Εφόρου δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή.

Στις ενστάσεις που υποβλήθηκαν από μέρους του αιτητή, τα θέματα και οι διαφωνίες, ακόμα και επί των γεγονότων, ήσαν πάρα πολλές. Εντούτοις με την προσφυγή του ο αιτητής το μόνο που αμφισβητεί είναι ότι το ποσό των £28.910 και κατ' επέκταση η κατανομή του, δεν είναι εισόδημα που φορολογείται με βάση την έννοια που δίδεται στη λέξη "εισόδημα" από το Νόμο.

Με την ένσταση της 28.9.93, ο αιτητής όπως και οι άλλοι επηρεαζόμενοι, αμφισβήτησαν την εξακρίβωση αυτή και στην παράγραφο 12 της ένστασής τους παραθέτουν λεπτομερείς εξηγήσεις, που τείνουν να καταδείξουν ότι το αδήλωτο εισόδημα προέρχεται από άλλες πηγές και δεν είναι φορολογήσιμο. Για τα ποσά αυτά, εκτός από τις εξηγήσεις που δόθηκαν, έγιναν και παραπομπές σε συγκεκριμένες καταχωρήσεις στα λογιστικά βιβλία. Ο Έφορος επανερχόμενος με την επιστολή του ημερ. 8.12.93, δεν ανάφερε οτιδήποτε για του ισχυρισμούς αυτούς.

Τέλος με την επιστολή του ημερ. 19.5.94, που είναι και η προσβαλλόμενη πράξη με την οποία ο Έφορος απορρίπτει την τελευταία ένσταση του αιτητή, δεν δίδεται και πάλι καμιά απάντηση στους ισχυρισμούς του αιτητή και των άλλων ενιστάμενων ότι το ποσό των £28.910 δεν είναι αδήλωτο εισόδημα και δεν έπρεπε να φορολογηθεί.

Γίνεται φανερό από τα πιο πάνω αναφερθέντα και από όλο το υλικό που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, ότι ο Έφορος δεν προέβη στη δέουσα έρευνα και δεν έδωσε οποιαδήποτε επεξήγηση ή αιτιολογία στους ισχυρισμούς του αιτητή, ότι δηλαδή το ποσό των £28.910 δεν είναι αδήλωτο εισόδημα και ότι το ποσό αυτό δεν θεωρείται εισόδημα βάσει του Νόμου που να μπορεί να φορολογηθεί, παρόλο που οι ενιστάμενοι προέβησαν σε λεπτομερείς επεξηγήσεις και υποδείξεις. Εάν το θέμα αυτό ετύγχανε της δέουσας έρευνας, είναι ενδεχόμενο η προσβαλλόμενη απόφαση του Εφόρου να ήταν διαφορετική.

Υπό τις περιστάσεις, δικαιολογείται η επέμβαση του Δικαστηρίου.

Η προσφυγή επιτυγχάνει χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Ιωνίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 508,

Markides v. Republic (1967) 3 C.L.R. 147,

Georghiades v. Republic (1982) 3 C.L.R. 659,

Hadjieraclis v. Republic (1984) 3 C.L.R. 604,

Panayiotou v. Republic (1984) 3 C.L.R. 857.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος με την οποία επέβαλε στον αιτητή φορολογία Φόρου Εισοδήματος ύψους £9.878,84, Έκτακτης Εισφοράς £1.229,44 και Έκτακτης Εισφοράς για την Άμυνα £505,36.

Α. Βρυωνίδης, για τον Αιτητή.

Λ. Καοντζάνη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής εξαιτείται:

"1. Δήλωσιν του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι οι πράξεις και/ή αποφάσεις των Καθ' ων η αίτησις που περιέχονται στις υπό ημερομηνίαν 19.5.1994 ειδοποιήσεις επιβολής φορολογίας εις τον Αιτητήν με τις οποίες επεβλήθηκε στον Αιτητή για το φορολογικό έτος 1989 φορολογία φόρου εισοδήματος ύψους £9878,84, έκτακτης εισφοράς £1229,44 και έκτακτης εισφοράς για την άμυνα £505,36, είναι άκυρες, αυθαίρετες, παράνομες και εστερημένες παντός εννόμου αποτελέσματος.

2.   Δήλωσιν του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι ο καθορισμός του εισοδήματος του Αιτητού δια το φορολογικό έτος 1989 εις £23178 δια της συμπεριλήψεως εις το εν λόγω εισόδημα του Αιτητή διαφόρων ποσών που δεν αποτελούν και δεν αντιπροσωπεύουν εισόδημα, είναι άκυρος, αυθαίρετος, παράνομος και εστερημένος παντός εννόμου αποτελέσματος."

Ο αιτητής είναι εγκεκριμένος ελεγκτής από τις 8.12.88 και ασκεί το επάγγελμα του λογιστή-ελεγκτή. Είναι συνέταιρος στο συνεταιρισμό Δαμιανού και Σία από τις 26.11.87 που ιδρύθηκε. Η εταιρεία Dasons Business Services Ltd, που θα αναφέρεται DBS, ιδρύθηκε στις 27.11.78, με αρ. εγγραφής Ε9318 και ο αιτητής από της ιδρύσεως της ήταν ένας από τους μετόχους και διευθυντές της. Κατά τα έτη 1984-1986 μέτοχοι της εταιρείας αυτής ήταν ο αιτητής, ο πατέρας του Κώστας και ο αδελφός του Παναγιώτης. Διευθυντές ήταν ο αιτητής και ο πατέρας του. Όλοι είχαν από 33% του μετοχικού κεφαλαίου που ήταν £10.000.

Το 1986 η DBS μεταβίβασε όλες τις δραστηριότητες της στη νεοϊδρυθείσα τον ίδιο χρόνο και με το ίδιο όνομα εταιρεία με αρ. εγγραφής 26693, η οποία ανάλαβε τις ασχολίες της παλιάς εταιρείας σαν συνεχιστής-διάδοχος με τους ίδιους μετόχους και με τις ίδιες αναλογίες μετοχών.

Είναι η θέση του αιτητή ότι στο συνεταιρισμό Δαμιανού και Σία ήταν έμμισθος συνέταιρος, χωρίς δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη και ότι ο συνεταιρισμός ασχολείτο με ελεγκτική εργασία, ενώ η εταιρεία DBS με την τήρηση λογιστικών βιβλίων, προεργασία για ίδρυση εταιρειών, παροχή υπηρεσιών κλπ.

Στις 28.4.90 ο αιτητής υπόβαλε δήλωση εισοδήματος για το φορολογικό έτος 1989, δηλώνοντας σαν εισόδημα το ποσό των £7.391.

Προς το σκοπό εξακρίβωσης του πραγματικού φορολογητέου εισοδήματος του αιτητή, επακολούθησε μια μακρά έρευνα από μέρους του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος (Έφορος), η οποία άρχισε στις 8.5.91, όταν ζητήθηκαν λογαριασμοί του συνεταιρισμού Δαμιανού και Σία. Ακολούθως ζητήθηκε κατάσταση κεφαλαίου του πατέρα του αιτητή που ήταν και αυτός συνέταιρος στον ως άνω συνεταιρισμό και των μελών της οικογένειας του. Επίσης έγινε εξέταση της εταιρείας DBS, γιατί τα αποτελέσματα της κρίθηκαν σαν μη ικανοποιητικά. Επακολούθησαν προσωπικές συνεντεύξεις, ζητήθηκε η προσκόμιση βιβλίων, αρχείων και αποδείξων, και διεξήχθη αλληλογραφία. Λεπτομέρειες των ενεργειών αυτών αναφέρονται με λεπτομέρεια στην ένσταση των καθ' ων η αίτηση, αλλά επειδή είναι πάρα πολλές, δεν κρίνω σκόπιμο να τις αναφέρω λεπτομερέστερα.

Στις 27.10.92 έγινε η αρχική φορολογία για το φορολογικό έτος 1989 και ο αιτητής υπέβαλε ένσταση. Στις 12.8.93 ο Έφορος τροποποίησε μερικώς την αρχική του απόφαση για το 1989 (βλ. Παράρτημα Δ στην ένσταση) και στις 28.3.93 ακολούθησαν πρόσθετοι λόγοι ένστασης (βλ. Παράρτημα Ε στην ένσταση). Στις 19.5.94 ο Έφορος, όπως ανάφερε στην επιστολή του της ίδιας ημερομηνίας (βλ. Παράρτημα Η στην ένσταση), βεβαίωσε τις ενστάσεις για τα έτη 1987-1989 για τα εισοδήματα που είχε καταλήξει στην επιστολή του ημερ. 12.8.93. Με την επιστολή του της 19.5.94, απέστειλε και τις σχετικές ειδοποιήσεις επιβολής φορολογίας. Συγκεκριμένα ο Έφορος καθόρισε το εισόδημα του αιτητή για το 1989 σε £23.178, μη αποδεχόμενος το δηλωθέν εξ £7.391. Ο καθορισμός αυτός του φορολογητέου εισοδήματος του αιτητή, που ασφαλώς είναι κατά πολύ μεγαλύτερο από αυτό που δηλώθηκε και η απόφαση του Εφόρου που οδήγησε στην επιβολή των προσβαλλόμενων φορολογιών, είναι ο λόγος της καταχώρησης της παρούσας προσφυγής.

Οι αγορεύσεις που υποβλήθηκαν και από τα δύο μέρη είναι μακροσκελείς και οι φάκελοι του Εφόρου ογκώδεις. Συνεπώς, πολύ περιεκτικά θα αναφέρω το μοναδικό λόγο ακυρότητας που υποβλήθηκε και θα αποφύγω όσο μπορώ τη διατύπωση των λεπτομερών τοποθετήσεων και των επιχειρημάτων των δικηγόρων των δύο πλευρών, που καταγράφηκαν στις γραπτές τους αγορεύσεις.

Το αίτημα του δικηγόρου του αιτητή είναι πως η απόφαση του Εφόρου να επιβάλει τις προσβαλλόμενες φορολογίες, χωρίς να αφαιρέσει από το φορολογητέο εισόδημα του αιτητή για το 1989, τα ποσά εκείνα που δεν αποτελούν και δεν αντιπροσωπεύουν καν εισοδήματα υποκείμενα σε φορολογία, λήφθηκε κάτω από πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο και είναι προϊόν ελλειπούς ή και ανεπαρκούς έρευνας, υπέρβασης εξουσίας και αυθαιρεσίας.

Πριν από την αναφορά των ποσών αυτών, κρίνω σκόπιμο να παραθέσω το μέρος εκείνο της απόφασης του Εφόρου που αποτέλεσε τη βάση για την επιβολή των προσβαλλόμενων φορολογιών που αρχικά διατυπώνεται στην επιστολή του Εφόρου ημερ. 12.8.93, (Παράρτημα Δ στην ένσταση) και υιοθετείται στην επιστολή ημερ. 19.5.94, που είναι η προσβαλλόμενη απόφαση. Η προσβαλλόμενη πράξη της 19.5.94 δεν έγινε ισχυρισμός ότι είναι πράξη βεβαιωτική, προφανώς γιατί με τη νέα ένσταση υποβλήθηκαν νέα στοιχεία και διεξήχθη νέα έρευνα. Η επιστολή ημερ. 12.8.93, παρόλο που απευθύνεται στην DBS, στον Κώστα Δαμιανού και στον αιτητή, εντούτοις αφορά το κοινό αιτιολογικό και σκεπτικό της επιβολής και των υπό κρίση φορολογιών. Το σχετικό απόσπασμα του κειμένου της επιστολής αυτής έχει ως ακολούθως:

'' ...............

5. Η αιτιολόγηση της απόφασης μου έχει ως εξής:

(α) Οι λογαριασμοί που υποβλήθηκαν δεν είναι ελεγμένοι σύμφωνα με τον περί Εταιρειών Νόμο Κεφ. 113 και τα άρθρα 29 των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων 1978-1989 και 46 των περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων 1961-1969.

(β) Η ίδρυση της DBS είναι πράξη εικονική που έγινε με σκοπό να μειώσει το φόρο των κ. Κώστα και Χριστόδουλου Δαμιανού (σύμφωνα με το άρθρο 33(1) των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων 1978-1989) και

(γ)   κρίνω ότι οι λογαριασμοί σας δεν είναι αληθείς

και (ι) υπολογίζω τα εισοδήματα σας εκ νέου με βάση τις καταθέσεις σε τραπεζικούς λογαριασμούς και

(ιι) δεν σας παραχωρώ κεφαλαιουχικές εκπτώσεις σύμφωνα με το άρθρο 48 των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων 1978-1989 και

(δ)   δεν σας επιτρέπω ορισμένα έξοδα.

6. Ελεγμένοι Λογαριασμοί

6.1 Τα άρθρα 29 των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων 1978-1989 και 46 των περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων 1961-1989 δίνουν στο Διευθυντή το δικαίωμα να μη δεχθεί λογαριασμούς εκτός και αν ετοιμάστηκαν από ανεξάρτητο λογιστή.

6.2 Αφού η DBS είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, ο όρος ανεξάρτητος λογιστής πρέπει να ερμηνευθεί με βάση τον περί Εταιρειών Νόμον Κεφ. 113.

Το άρθρο 155(2) απαγορεύει σε ορισμένες κατηγορίες ατόμων να διορίζονται σαν ελεγκτές:-

(a) An officer or servant of the company

(b) A Partner of an officer or servant of the company.

6.3.   Σ' αυτή την περίπτωση ελεγκτές είναι το γραφείο Δαμιανού & Σία του οποίου συνέταιροι είναι οι:-

- Κώστας Δαμιανού (πατέρας)

- Χριστόδουλος Δαμιανού (υιός)

 

6.4 Οι μέτοχοι της εταιρείας είναι τα τρία παιδιά του κ. Κώστα Δαμιανού, δηλαδή οι Χριστόδουλος, Ανδρέας και Παναγιώτης Δαμιανού.

6.5 Οι διευθυντές της εταιρείας είναι και πάλι τα 3 παιδιά. Όμως στις 12/7/1989 τον Χριστόδουλο αντικαθιστά η μητέρα του Αρετή. Επομένως ο Χριστόδουλος είναι "Officer" της DBS για τα έτη 1987-1989.

6.6 Επιπρόσθετα τόσο ο Χριστόδουλος όσο και ο Κώστας Δαμιανού προσφέρουν μισθωτές υπηρεσίες στην DBS όπως δηλώνονται και στο έντυπο IR7 του γραφείου μας. Επομένως και οι δύο είναι "Servants" της DBS.

6.7 Έτσι καταλήγω ότι οι ελεγκτές είναι:-

ο μεν Χριστόδουλος "Officer" και "Servant" της DBS ο δε Κώστας "Partner of an officer and Servant" και επίσης "SERVANT" της DBS.

Έτσι και οι δύο αποκλείονται από του να είναι ελεγκτές της DBS. Επομένως οι λογαριασμοί που υποβλήθηκαν για την DBS δεν έχουν ετοιμαστεί από ανεξάρτητο λογιστή. Ο Διευθυντής μπορεί να τους αγνοήσει.

7. Εικονικότητα

7.1. Κρίνω ότι η δημιουργία της DBS είναι πράξη εικονική, δηλαδή χωρίς εμπορικό ή επιχειρηματικό σκοπό/χαρακτήρα άλλο από τη μείωση φόρου με βάση τα πιο κάτω:-

(α) της σύστασης και διοίκησης της επιλήφθηκε και επιλαμβανόταν πάντοτε ο πατέρας Κώστας Δαμιανού, αν και μέτοχοι και διευθυντές φαίνονται άλλοι.

(β) την εργασία διεκπεραίωναν στην ουσία οι 2 λογιστές, δηλαδή πατέρας και υιός (Χριστόδουλος).

(γ) διαχώρισαν τα εισοδήματα τους ανάμεσα σε εταιρείες

και ένα συνεταιρισμό χωρίς να είναι εφικτό στην περίπτωση τους αλλά και χωρίς να διατηρούν την κατάλληλη υποδομή (δηλαδή λογιστικό σύστημα).

Επιπλέον

- ουδέποτε υπέβαλαν λογαριασμούς για τον συνεταιρισμό από της δημιουργίας του το 1987

- εισοδήματα κατέληξαν στους ίδιους αφορολόγητα υποβοηθούμενα από αναιτιολόγητες ημερολογιακές εγγραφές.

7.2. Η εταιρεία συστάθηκε την 1/6/1986 με μετόχους τους 3 υιούς του Κώστα Δαμιανού δηλαδή:-

- τον Χριστόδουλο που μόλις είχε αποφοιτήσει από το Πανεπιστήμιο

- τον Ανδρέα ενώ ήταν στρατιώτης (αποφοίτησε από το Γυμνάσιο το 1985) και

- τον Παναγιώτη που είχε αποφοιτήσει παλιότερα από το Γυμνάσιο χωρίς όμως να είχε φοιτήσει σε κανένα άλλο εκπαιδευτικό ίδρυμα.

Οι 3 αυτοί νέοι, χωρίς κεφάλαια ούτε εισοδήματα, αλλά και χωρίς καμμιά εμπειρία του λογιστικού-ελεγκτικού επαγγέλματος, ίδρυσαν εταιρεία η οποία προσέφερε εξειδικευμένες υπηρεσίες. Δηλαδή:-

+ τήρηση λογιστικών βιβλίων

+ ετοιμασία κεφαλαιουχικών καταστάσεων

+ προεργασία για ίδρυση εταιρειών και

+ διευκολύνσεις γραφείου και εξοπλισμού (δηλαδή παροχή

υπηρεσιών από το προσωπικό της σε συγγενικές εταιρείες/συνεταιρισμό)

Και μάλιστα, από τότε είχαν διοριστεί και διευθυντές της εταιρείας (και παραμένουν μέχρι σήμερα, εκτός από τον Χριστόδουλο που αντικαταστάθηκε από τη μητέρα του στις 12/7/89, λίγους μήνες αφού πήρε άδεια εξασκήσεως του επαγγέλματος σαν λογιστής-ελεγκτής από τον Υπουργό Οικονομικών). Επομένως, στην ουσία τα νήματα κινούσε από την αρχή ο πατέρας Κώστας Δαμιανού, παλιός υπάλληλος του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων και εγκεκριμένος λογιστής-ελεγκτής από το 1983.

7.3. Οι φορολογούμενοι ισχυρίστηκαν ότι έχουν εξειδικευμένο προσωπικό που εργάζεται στην εταιρεία και ότι το προσωπικό αναλαμβάνει όλες τις εργασίες. Αυτός ο ισχυρισμός δεν ευσταθεί όταν

α) ο πιο ακριβοπληρωμένος υπάλληλος κατά το 1989 (πέραν των μελών της οικογένειας Δαμιανού) αμοιβόταν με £3276 το έτος (δηλαδή £252 το μήνα, όπως μια μέσης τάξης γραμματεύς).

β) ο μέσος μισθός του 1989 ανά υπάλληλο ήταν £1054 το έτος.

γ) από τους 14 υπαλλήλους που είχε η εταιρεία το 1987 διατήρησε μόνο τους 7 μέχρι το 1989 (50% Staff Retention).

Επομένως οι υπάλληλοι μόνο κάποια προεργασία μπορούσαν να κάνουν. Την δουλειά ουσιαστικά διεκπεραίωναν οι 2 λογιστές, πατέρας και υιός.

7.4.1. Είναι κοινώς αποδεκτό ότι στην περίπτωση μικρών επιχειρήσεων ο λογιστής-ελεγκτής αναλαμβάνει πλην του ελέγχου και την τήρηση των λογιστικών βιβλίων μαζί με την ετοιμασία των οικονομικών καταστάσεων. Όμως στην πράξη πολλές από τις διαδικασίες του ελέγχου γίνονται όταν περνιούνται τα βιβλία π.χ. επαλήθευση των εξόδων ("Vouching of Expenses"). Έτσι στην ουσία δεν είναι εφικτό να διαχωριστεί η τήρηση των λογιστικών βιβλίων από τον έλεγχο.

Οι φορολογούμενοι επιμένουν ότι μπορούν να διαχωρίζουν τα 2 και μάλιστα στο σημείο που τα έσοδα από τον έλεγχο να ανήκουν στο συνεταιρισμό Δαμιανού και Σία, ενώ αυτά από την τήρηση λογιστικών βιβλίων σε εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, την DBS.

Το πως γίνεται ένας τέτοιος διαχωρισμός δεν κατάφεραν μέχρι σήμερα να μας εξηγήσουν αφού δεν διατηρούν καν σύστημα κοστολόγησης ("Job Costing System").

7.4.2.          Επιπλέον, ενώ το 1989 εισέπραξαν υποτίθεται για λογαριασμό του συνεταιρισμού Δαμιανού και Σία £37022, ουδέποτε υπέβαλαν λογαριασμούς για το συνεταιρισμό.

Ούτε και οι ίδιοι οι συνέταιροι δηλώνουν εισοδήματα από το συνεταιρισμό. Ο Κώστας Δαμιανού δηλώνει κάποια εισοδήματα από το ελεγκτικό επάγγλεμα αλλά τα ποσά είναι μηδαμινά σε σύγκριση με τις £37022.

π.χ. 1986   £2.829

1987          £3.535

1988          £4.000

1989          £2.000

7.4.3. Επιπλέον, υπάρχει πληθώρα ημερολογιακών εγγραφών χωρίς καμιά αιτιολόγηση. Ορισμένες από αυτές μεταφέρουν εισοδήματα στους τρεχούμενους φυσικών προσώπων όπως του Κώστα Δαμιανού, οι οποίοι με τη σειρά τους τα αποσύρουν σε μετρητά από την εταιρεία και πάντοτε αφορολόγητα.

π.χ.

(α) η DBS LIMASSOL LTD μετέφερε κατά καιρούς στη DBS εισοδήματα ύψους £5853, από τα οποία £3853 μέσω τραπέζης.

Στις 31.12.1989 με ημερολογιακή εγγραφή χωρίς αιτιολόγηση, ποσό ύψους £4540 μεταφέρεται στο λογαριασμό του Κώστα Δαμιανού. Την ίδια μέρα ο ίδιος απέσυρε £4.800.

(β) Η DBS είσπραξε κατά τη διάρκεια του 1989 για λογαριασμό του συνεταιρισμού Δαμιανού και Σία £37.022. Μετά χρέωσε το συνεταιρισμό £24.000 υποτίθεται για τις υπηρεσίες που η DBS προσέφερε στο συνεταιρισμό. Το υπόλοιπο των £13.022 αποσύρθηκε σε μετρητά. Αν και στα βιβλία δεν φαίνεται το πρόσωπο που έκανε την ανάληψη, δεν μπορεί να είναι άλλο από τους δύο συνεταίρους, δηλαδή πατέρα και υιό.

Όπως ανέφερα στην παράγραφο 7.4.2 πιο πάνω τα εισοδήματα που δηλώνουν οι δύο συνεταίροι, δεν περιλαμβάνουν ούτε τις £4.800 ούτε τις £13.022.

8. Μη αληθείς λογαριασμοί

8.1.   Έχοντας υπόψη όσα ανέφερα πιο πάνω δηλαδή ότι:

(α) οι λογαριασμοί δεν ετοιμάστηκαν από ανεξάρτητο λογιστή.

(β) τα έσοδα διαμοιράζονται ανάμεσα στη DBS, το συνεταιρισμό Δαμιανού και Σία και άλλες συγγενικές εταιρείες με κάποιο άγνωστο και αθεμέλιωτο τρόπο.

(γ) εισοδήματα αποσύρονται από τα άτομα αφορολόγητα χρησιμοποιώντας αναιτιολόγητες ημερολογιακές εγγραφές.

και επίσης τα εξής επιπρόσθετα ευρήματα από τον έλεγχο των βιβλίων και αρχείων της DBS δηλαδή ότι

(δ) δεν υπάρχει συνοχή ανάμεσα στις εισπράξεις και τα ποσά που τελικά καταλήγουν σε καταθέσεις στους τραπεζικούς λογαριασμούς (Lack of Audit Trail for Cash and Cheque Receipts).

(ε) δεν υπάρχει σύστημα κοστολόγησης, έτσι που να επιτρέπει την άμεση σύνδεση των κόστων με τις πωλήσεις.

Κρίνω ότι οι λογαριασμοί που υποβλήθηκαν δεν είναι αληθείς.

8.2.   Έτσι αποφάσισα να σας φορολογήσω με βάση τις καταθέσεις σε τραπεζικούς λογαριασμούς. Το επιπρόσθετο εισόδημα για το 1989 υπολογίστηκε όπως πιο κάτω:-

 

 

 

£

Καταθέσεις σε 4 τραπεζικούς λογαριασμούς

 

187313

μείον:

 

 

εισόδημα που δηλώνεται στους λογαριασμούς

 

124350

 

 

62963

 

£

 

μείον Δάνειο

6000

 

Αντιλογισμοί

7120

 

Επιστραφείσες επιταγές που

 

 

κατατέθηκαν 2 φορές

1314

 

Προϊόν από διάθεση στοιχείου

 

 

πάγιου ενεργητικού

1000

 

Μεταφορές ανάμεσα στους 4 λογαριασμούς

18619

34053

Αδήλωτο εισόδημα

 

£28910


Το αδήλωτο εισόδημα κατανέμεται ως εξής:

 

 

 

£

£

Δαμιανού & Σία (37022-24000)

13022

 

EVEREADY BUSINESS SERVICES LTD

 

 

(6000-3400)

2600

 

Κ. Δαμιανού

3000

 

Α. Δαμιανού

7900

 

DBS LIMASSOL LTD (3853-720)

3133

 

DASONS, MANAGEMENT LTD

 

 

(11000-10855)

145

29800

Αύξηση στο υπόλοιπο μετρητών

 

 

(1109-219)

 

(890)

 

 

£28910

8.3 Αφού το αδήλωτο εισόδημα αντιστοιχεί με 23% των δηλωμένων εισπράξεων του 1989, υπολογίζω τα αδήλωτα εισοδήματα των ετών 1987 και 1988 σε £13000 και £20000 αντίστοιχα.

8.4 Αφού κρίνω ότι οι λογαριασμοί δεν είναι αληθείς δεν σας παραχωρώ ούτε κεφαλαιουχικές εκπτώσεις με βάση το άρθρο 48 των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων 1978-1989.

9. Έξοδα που δεν επιτρέπονται

9.1. Ορισμένα έξοδα δεν υποστηρίζονται από αυθεντικά και επομένως ικανοποιητικά αποδεικτικά στοιχεία. Έτσι δεν μπορώ να τα επιτρέψω. Αυτά έχουν ως εξής:

 

 

£

Εργασία από τρίτους

640

Περιποίηση πελατών

52

Ταξιδιωτικά εξωτερικού

750

Έξοδα αυτοκινήτου

124

Έξοδα καθαρισμού

317

Δικηγορικά

687

Δώρα

40

Γεύματα προσωπικού

82

Διάφορα

202

 

£2894


9.2. Επίσης αφού η Δαμιανού και Σία δεν μπορούσε να 'χε διοριστεί ελεγκτής της DBS, τα έξοδα για ελεγκτικά δικαιώματα ύψους £100 δεν επιτρέπονται.

Είναι φανερό από την πιο πάνω απόφαση, πως ο Έφορος δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 33(1) των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων 1978-1989, έκρινε ότι οι λογαριασμοί του αιτητή δεν ήσαν αληθείς αλλά εικονικοί, και καθορίζοντας το φορολογητέο εισόδημα χωρίς να παραχωρήσει κεφαλαιουχικές εκπτώσεις με βάση το άρθρο 48 των ως άνω Νόμων, επέβαλεμε την απόφαση του της 19.5.94, τις προσβαλλόμενες φορολογίες.

Ο όρος "εικονική" στο πλαίσιο του ως άνω άρθρου, ταυτίζεται με τη συνήθη έννοια της λέξης που υποδηλώνει τη δημιουργία εντυπώσεων, άλλη από την πραγματικότητα (βλ. Ιωνίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 508).

Στην προσβαλλόμενη απόφαση του της 19.5.94 ο Έφορος βεβαίωσε, όπως ανάφερε, τις ενστάσεις για τα έτη 1987-1989 για τα εισοδήματα που είχε καταλήξει στην προαναφερθείσα επιστολή του ημερ. 12.8.93, το κείμενο της οποίας παρατίθεται πιο πάνω. Μέρος από τα ποσά που κατά την εισήγηση του δικηγόρου του αιτητή, έπρεπε να αφαιρεθούν από το φορολογητέο εισόδημα του αιτητή, αναφέρονται στην παράγραφο 8.2 της επιστολής του Εφόρου ημερ. 12.8.93 και αφορούν όλους τους επηρεαζομένους που φορολογήθηκαν, συμπεριλαμβανομένου και του αιτητή. Στη γραπτή του αγόρευση αναφέρεται στα ποσά αυτά και δίδει τους λόγους πάνω στους οποίους βασίζεται για να στηρίξει τη θέση ότι τα ποσά αυτά δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν εισόδημα και επομένως δεν μπορούσε ο Έφορος να τα φορολογήσει, διενεργώντας τη σχετική κατανομή μεταξύ των επηρεαζομένων.

Συνοπτικά είναι η θέση του δικηγόρου του αιτητή, όπως διατυπώνεται στη γραπτή του αγόρευση, πως:-

(α)Το ποσό των £2.600 το χρωστούσε η εταιρεία DBS στην εταιρεία Eveready Business Services Ltd. Συγκεκριμένα το ποσό αυτό δεν αντιπροσωπεύει εισοδήματα ούτε της μιας εταιρείας ούτε της άλλης, ούτε και του αιτητή. Ο αιτητής φορολογήθηκε κατά το 1/2, δηλαδή £1300, χωρίς, όπως ισχυρίζεται ο Έφορος, να δώσει οποιαδήποτε εξήγηση ή δικαιολογία.

(β) Ο πατέρας του αιτητή στις 8.12.89 απέσυρε από το λογαριασμό του στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο Δημοσίων Υπαλλήλων, το ποσό των £3.000, το οποίο και δάνεισε/κατάθεσε με την επιταγή του Συνεργατικού Ταμιευτηρίου, στην εταιρεία DBS. To ποσό αυτό δεν αποτελεί εισόδημα, αναφέρει, σύμφωνα με τους Περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμους και ο αιτητής δεν έπρεπε να φορολογηθεί κατά το 1/2, δηλαδή £1.500, χωρίς ο Έφορος να δώσει οποιαδήποτε επεξήγηση ή δικαιολογία.

(γ) Το ποσό των £7.900 το είσπραξε η μητέρα του αιτητή από ακύρωση συμβολαίου και το κατάθεσε στην DBS. Δεν αποτελεί εισόδημα και ο αιτητής φορολογήθηκε σε αναλογία £3.950, χωρίς ο καθ' ου η αίτηση Έφορος να δώσει οποιαδήποτε επεξήγηση ή δικαιολογία.

(δ)Το ποσό των £3.133 αντιπροσωπεύει υπόλοιπο δανείου που παραχώρησε η εταιρεία DBS (Limassol) Ltd προς την εταιρεία DBS. To ποσό αυτό δεν αντιπροσωπεύει εισόδημα των εταιρειών αυτών και ο αιτητής φορολογήθηκε κατά το 1/2, δηλαδή £1.566, χωρίς ο Έφορος να δώσει οποιαδήποτε επεξήγηση ή δικαιολογία.

(ε) Το ποσό των £145 το πλήρωσε η εταιρεία DBS προς την εταιρεία Dasons Management Ltd για εξόφληση λογαριασμού της. Το ποσό αυτό δεν αποτελεί εισόδημα για καμιά από τις δύο εταιρείες και ο αιτητής φορολογήθηκε κατά το 1/2, δηλαδή £73, χωρίς ο καθ' ου η αίτηση Έφορος να δώσει οποιαδήποτε επεξήγηση ή δικαιολογία.

4. Η απόφαση του Εφόρου να συμπεριλάβει στο εισόδημα του αιτητή για το έτος 1989 και να φορολογήσει κατά το 1/2, δηλαδή £8.616 τις κεφαλαιουχικές εκπτώσεις που διεκδικεί η εταιρεία DBS για τα δικά της περιουσιακά στοιχεία είναι αυθαίρετη και νομικά ανεπίτρεπτη και θα πρέπει να ακυρωθεί.

5. Η απόφαση του Εφόρου να συμπεριλάβει στο εισόδημα του αιτητή για το 1989 και να φορολογήσει κατά το 1/2 δηλαδή £2.337 ποσό που αντιπροσωπεύει λειτουργικά έξοδα της DBS, που η ίδια διεκδικούσε ως έκπτωση και το οποίο ήδη της παραχωρήθηκε στο σύνολο του, που είναι £4.675, είναι αυθαίρετη, αδικαιολόγητη, νομικά ανεπίτρεπτη, παράνομη, λήφθηκε καθ' υπέρβαση εξουσίας και θα πρέπει να ακυρωθεί.

Επίσης γίνεται ισχυρισμός πως οι ενέργειες του Εφόρου αποκαλύπτουν από μέρους του προσπάθεια εξεύρεσης τρόπου εκ του μη όντος, προς επιβολή αυθαίρετων φορολογιών στον αιτητή.

Ακόμα αναφέρεται ότι ο Έφορος αγνόησε παντελώς τα στοιχεία που είχε ενώπιον του και τα οποία, αν αξιολογούνταν αντικειμενικά και ορθά, η απόφαση του θα ήταν διαφορετική. Τέλος, ο αιτητής παραπονείται ότι ο Έφορος παράλειψε να ερευνήσει το σύνολο των στοιχείων που είχε ενώπιον του, με αποτέλεσμα η απόφαση του να προβάλλει ως προϊόν ατελούς ή και ελλειπούς έρευνας και σαν τέτοια θα πρέπει να ακυρωθεί.

Η θέση των καθ' ων η αίτηση είναι ότι η φορολογία που επιβλήθηκε είναι ορθή και νόμιμη, εύλογα επιτρεπτή και δεόντως αιτιολογημένη.

Είναι καθιερωμένη αρχή ότι η εκτίμηση των πραγματικών γεγονότων και η κρίση γι' αυτά ανήκει στη διοίκηση. Το Δικαστήριο επεμβαίνει αν η απόφαση του Εφόρου δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή. (Βλ. Markides v. Republic (1967) 3 C.L.R. 147, Georghiades v. Republic (1982) 3 C.L.R. 659, HjiEraclis v. Republic (1984) 3 C.L.R. 604, Alecos Panayiotou v. Republic (1984) 3 C.L.R. 857).

Στις ενστάσεις που υποβλήθηκαν από μέρους του αιτητή, τα θέματα και οι διαφωνίες, ακόμα και επί των γεγονότων, ήσαν πάρα πολλές. Εντούτοις με την προσφυγή του ο αιτητής το μόνο που αμφισβητεί είναι ότι το ποσό των £28.910 και κατ' επέκταση η κατανομή του, δεν είναι εισόδημα που φορολογείται με βάση την έννοια που δίδεται στη λέξη "εισόδημα" από το Νόμο.

Με την ένσταση της 28.9.93, ο αιτητής όπως και οι άλλοι επηρεαζόμενοι, αμφισβήτησαν την εξακρίβωση αυτή και στην παράγραφο 12 της ένστασής τους παραθέτουν λεπτομερείς εξηγήσεις, που τείνουν να καταδείξουν ότι το αδήλωτο εισόδημα προέρχεται από άλλες πηγές και δεν είναι φορολογήσιμο. Για τα ποσά αυτά, εκτός από τις εξηγήσεις που δόθηκαν, έγιναν και παραπομπές σε συγκεκριμένες καταχωρήσεις στα λογιστικά βιβλία. Ο Έφορος επανερχόμενος με την επιστολή του ημερ. 8.12.93, δεν ανάφερε οτιδήποτε για του ισχυρισμούς αυτούς.

Τέλος με την επιστολή του ημερ. 19.5.94, που είναι και η προσβαλλόμενη πράξη με την οποία ο Έφορος απορρίπτει την τελευταία ένσταση του αιτητή, δεν δίδεται και πάλι καμιά απάντηση στους ισχυρισμούς του αιτητή και των άλλων ενιστάμενων ότι το ποσό των £28.910 δεν είναι αδήλωτο εισόδημα και δεν έπρεπε να φορολογηθεί.

Συγκεκριμένα, ο Έφορος στην προσβαλλόμενη απόφαση του σχετικά με το θέμα αυτό, ανάφερε στην παράγραφο 13 του τα ακόλουθα:

"13. Παράγραφοι 12-15: Ο τόνος και το περιεχόμενο των παραγράφων αυτών είναι απαράδεκτος. Επιπρόσθετα, σας έχω απαντήσει σε όλα τα σημεία με την επιστολή μου ημερομηνίας 8.12.1993. Επίσης θα ήθελα να αναφέρω ότι τα σημεία αυτά δεν έχουν οποιαδήποτε βαρύτητα στην τελική έκβαση της υπόθεσής σας, αφού δεν αναφέρονται στην ουσία."

Γίνεται φανερό από τα πιο πάνω αναφερθέντα και από όλο το υλικό που τέθηκε ενώπιον μου, ότι ο Έφορος δεν προέβη στη δέουσα έρευνα και δεν έδωσε οποιαδήποτε επεξήγηση ή αιτιολογία στους ισχυρισμούς του αιτητή, ότι δηλαδή το ποσό των £28.910 δεν είναι αδήλωτο εισόδημα και ότι το ποσό αυτό δεν θεωρείται εισόδημα βάσει του Νόμου που να μπορεί να φορολογηθεί, παρόλο που οι ενιστάμενοι προέβησαν σε λεπτομερείς επεξηγήσεις και υποδείξεις. Εάν το θέμα αυτό ετύγχανε της δέουσας έρευνας, είναι ενδεχόμενο η προσβαλλόμενη απόφαση του Εφόρου να ήταν διαφορετική.

Υπό τις περιστάσεις, δικαιολογείται η επέμβαση του Δικαστηρίου και για τους ως άνω λόγους, η προσφυγή επιτρέπεται. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται λόγω ελλειπούς έρευνας. Δεν επιδικάζονται έξοδα.

Η προσφυγή επιτυγχάνει  χωρίς έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο