ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 527
27 Φεβρουαρίου, 1997
[ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΓΓΕΛΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1111/95)
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Προθεσμία — Έναρξη — Συντέλεση της πράξης — Η περίπτωση προαγωγής.
Διοικητικό Δίκαιο — Αναδρομικότητα νόμου — Το τεκμήριο εναντίον της — Η απαίτηση ρητής περί αναδρομικότητας διατάξεως — Η κριθείσα περίπτωση του σχεδίου υπηρεσίας Βοηθού Φοροθέτης 2ης-1ης Τάξης — Αποκλεισμός της αναδρομικότητας — Εφαρμογή και του Άρθρου 10(2)(α) του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1.
Διοικητικό Δίκαιο — Ίση μεταχείριση —Δεν νοείται διεκδίκηση της σε παράνομη βάση.
Ο αιτητής προσέβαλε την αναδρομική ισχύ της προαγωγής του.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Η προθεσμία των 75 ημερών που ορίζεται από το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος αρχίζει από της ημέρας δημοσιεύσεως "της προσβαλλομένης αποφάσεως". Έχει νομολογηθεί ότι το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος "προϋποθέτει ύπαρξη απόφασης τελειωμένης αφού μόνο σε τέτοια περίπτωση είναι νοητό να ασκήσει το Ανώτατο Δικαστήριο την αναθεωρητική του δικαιοδοσία".
Σε σχέση με προσφυγή που στρέφεται εναντίον προαγωγής η προθεσμία, δυνάμει του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος, αρχίζει από την ημερομηνία τελειοποίησης ή συμπλήρωσης της προαγωγής εντός της έννοιας του Άρθρου 37(1) και (4) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου, 1990 (Ν. 1/90).
Στην κρινόμενη περίπτωση η προαγωγή του αιτητή είχε τελειοποιηθεί εντός της έννοιας του Άρθρου 37(1) και (4) του Νόμου 1/90 με την πιο πάνω επιστολή ημερ. 12.10.95. Ο αιτητής μπορούσε να προσβάλει μόνο την απόφαση που του διαβιβάσθηκε με την επιστολή εκείνη της οποίας, σύμφωνα με την θέση του, έλαβε γνώση στις 24.10.95. Η απόφαση εκείνη ήταν η μόνη εκτελεστή απόφαση. Ακολουθεί πως η παρούσα προσφυγή, η οποία καταχωρήθηκε στις 29.12.95, δεν είναι εκπρόθεσμη. Στρέφεται δε εναντίον εκτελεστικής απόφασης και ουχί βεβαιωτικής.
2. Η επίλυση του επιδίκου ζητήματος εξαρτάται από την ερμηνεία που θα δοθεί στα νέα σχέδια υπηρεσίας και ιδιαίτερα στην σημείωση (2). Τα σχέδια υπηρεσίας αποτελούν δευτερογενή νομοθεσία και η ερμηνεία τους διέπεται από τους κανόνες ερμηνείας νομοθετικών κειμένων. Υπάρχει τεκμήριο κατά της αναδρομικής εφαρμογής των Νόμων. Ένας Νόμος δεν εφαρμόζεται αναδρομικά εκτός εάν υπάρχει εντελώς καθαρό λεκτικό το οποίο καταδείχνει την πρόθεση του Νομοθέτη να του δώσει αναδρομική εφαρμογή.
Αν το λεκτικό του Νόμου είναι καθαρά αναδρομικό τότε πρέπει να του δοθεί αναδρομική ερμηνεία (R. v. Oliver [1944] Κ.Β. 68,76).
Σύμφωνα με το λεκτικό των νέων σχεδίων υπηρεσίας και ιδιαίτερα εκείνο της παραγράφου (4) και της σημείωσης 2, αποκαλύπτεται οποιαδήποτε πρόθεση του Νομοθέτη να τους δώσει αναδρομική εφαρμογή. Ακολουθεί πως η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί με βάση την ορθή εφαρμογή του Νόμου ήτοι των νέων σχεδίων υπηρεσίας και η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί.
Διαφορετική προσέγγιση θα ήταν αντίθετη όχι μόνο με το καθαρό λεκτικό των νέων σχεδίων υπηρεσίας αλλά και με τις πρόνοιες του περί Ερμηνείας Νόμου Κεφ. 1, Άρθρο 10 (2) (α). Πριν την θέσπιση των νέων σχεδίων υπηρεσίας ο αιτητής έπρεπε δυνάμει των προηγούμενων σχεδίων υπηρεσίας (παραγ. 4) να είχε πετύχει εις τις εξετάσεις "επί των Γενικών Διατάξεων, των Δημοσιονομικών και Λογιστικών Οδηγιών και των Κανονισμών Αποθηκών".
Με τα νέα σχέδια υπηρεσίας έχει τύχει της εξαίρεσης που προβλέπεται από την σημείωση 2, και εξαιρείται από το υπογραμμισμένο μέρος της παραγρ. (4). Με την προτεινόμενη αναδρομική εφαρμογή της σημείωσης 2 θα του παραχωρηθεί ευεργέτημα το οποίο δεν βρίσκετο σε εφαρμογή κατά τον χρόνο κατάργησης των προηγούμενων σχεδίων υπηρεσίας - πορεία αντίθετη με το πιο πάνω Άρθρο 10 (2) (α) του Κεφ. 1.
3. Αναφορικά με την θέση του αιτητή που σχετίζεται με την προαγωγή άλλων συναδέλφων του αυτή δεν έχει τεκμηριωθεί και παρέμεινε μετέωρη. Υπενθυμίζεται ότι το βάρος απόδειξης των σχετικών ισχυρισμών του αιτητή σε προσφυγή ακυρώσεως πέφτει επί των ώμων του αιτητή. Πέρα από αυτή την πτυχή οι προαγωγές έχουν λάβει χώραν κατά παράβαση των σχεδίων υπηρεσίας ήτοι κατά παράβαση Νόμου. Δεν μπορεί, επομένως, να διεκδικείται ίση μεταχείρηση πάνω σε παράνομη βάση.
4. Αναφορικά με την εισήγηση που έχει σαν έρεισμα την θέση της Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων πρέπει να ειπωθεί ότι μόνο Νόμοι ή Κανονισμοί που θεσπίζονται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, όπως ορίζει το Σύνταγμα, είναι δεσμευτικοί για τη Διοίκηση.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Δημοκρατία ν. Πιπερίδη κ.ά. (1995) 3 Α.Α.Δ. 21,
Κολοκασίδης ν. Ε.Ε.Υ. (1996) 4 Α.Α.Δ. 1063,
Geodelekian v. Republic (1970) 3 Α.Α.Δ. 64,
Δημοκρατία ν. Παπαευριπίδη (1993) 3 Α.Α.Δ. 129,
PASYDY and Others v. Republic (1978) 3 C.L.R. 27,
"Avgi" Yerolakkos Buses Co. Ltd v. Psatha and Another (1971) 1 C.L.R. 1,
Melaisi v. Georghiki Eteria (1979) 1 C.L.R. 748,
Constantinou v. Republic (1980) 3 C.L.R. 243,
R. v. Oliver [1944] K.B. 68,
Voyiazianos v. Republic (1967) 3 Α.Α.Δ. 239.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης της Ε.Δ.Υ, με την οποία προήγαγε τον αιτητή στη μόνιμη θέση του Βοηθού Φοροθέτη 1ης Τάξης από την 1.8.95 αντί από την 1.11.95.
Ε. Βραχίμη, για τον Αιτητή.
Αντ. Βασιλειάδης, Ανώτερος Δικηγόρος την Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Κατά τον κρίσιμο χρόνο ο αιτητής ήταν Βοηθός Φοροθέτης 2ης τάξης, στο Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων. Διορίσθηκε την 1.11.84. Η θέση αυτή είναι συνδυασμένη με τη θέση Βοηθού Φοροθέτη 1ης τάξης. Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας ("Ε.Δ.Υ.") στη συνεδρίαση της με ημερ. 9.8.95 έκρινε ότι ο αιτητής ήταν κατάλληλος και αποφάσισε "να τον προαγάγει από 1.8.95 στη συνδυασμένη θέση Βοηθού Φοροθέτη, 1ης τάξης (Φόρου Εισοδήματος), Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων".
Η σχετική απόφαση της Ε.Δ.Υ, κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή της ημερ. 24.8.95. Με την επιστολή εκείνη η Ε.Δ.Υ, πληροφόρησε τον αιτητή ότι αποφάσισε να του προσφέρει προαγωγή στην μόνιμη θέση Βοηθού Φοροθέτη 1ης τάξης από 1.8.95. Ταυτόχρονα ζητούσε από τον αιτητή να την πληροφορήσει κατά πόσο αποδέχεται την προσφορά. Ο αιτητής αποδέχθηκε την πιο πάνω προσφορά. Υπόβαλε, όμως, αίτημα για αναδρομική ισχύ της προαγωγής του από το Νοέμβριο του 1994 (Βλ. επιστολή του ημερ. 4.9.95). Με επιστολή της ημερ. 12.10.95 η Ε.Δ.Υ, πληροφόρησε τον αιτητή ότι τον προάγει στη μόνιμη θέση Βοηθού Φοροθέτη, 1ης Τάξης "από 1.8.95 σύμφωνα με τους όρους υπηρεσίας που εκτίθενται στην προσφορά της με τον ίδιο αριθμό φακέλου και ημερ. 24.8.95". Η θέση της επί του πιο πάνω αιτήματος του αιτητή ήταν απορριπτική. Πληροφόρησε τον αιτητή ότι δεν ήταν δυνατό να ικανοποιηθεί το αίτημα του "καθ' ότι δεν ικανοποιούσε όλες τις απαιτήσεις για προαγωγή που προβλέποντο από το σχέδιο υπηρεσίας που ίσχυε κατά τον Νοέμβριο του 1994". Συγκεκριμένα δεν είχε πετύχει "στην εξέταση πάνω στους περί Δημόσιας Υπηρεσίας Κανονισμούς". Περαιτέρω τον πληροφόρησε ότι οι πρόνοιες του νέου σχεδίου υπηρεσίας, σύμφωνα με το οποίο έγινε η προαγωγή του από 1.8.95 δεν έχουν αναδρομική ισχύ. Ο αιτητής επανήλθε. Υπέβαλε εκ νέου το αίτημα του για αναδρομική ισχύ της προαγωγής (βλ. επιστολή του ημερ. 31.10.95). Το αίτημα του απορρίφθηκε από την Ε.Δ.Υ, με επιστολή της ημερ. 24.1.96.
Στις 29.12.95 ο αιτητής καταχώρησε την παρούσα προσφυγή με την οποία ζητά την πιο κάτω θεραπεία:
"Δήλωση του δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση της καθ' ης η αίτηση η οποία γνωστοποιήθηκε στον αιτητή την 24.10.95 με την οποία προάγεται στην μόνιμη θέση του τακτ. Προϋπολογισμού του Βοηθού Φοροθέτη 1ης τάξης (Φόρου Εισοδήματος) από 1.8.95 αντί από 1.11.94, είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οιουδήποτε έννομου αποτελέσματος."
Με την ένσταση της η Ε.Δ.Υ, έχει εγείρει την προδικαστική ένσταση ότι:
(α) η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη, και
(β) στρέφεται εναντίον βεβαιωτικής πράξης.
Η πρώτη προδικαστική ένσταση έχει σαν έρεισμα τη θέση της Ε.Δ.Υ, ότι ο αιτητής έλαβε γνώση της απόφασης για προαγωγή του το αργότερο στις 4.9.95 και η προσφυγή του καταχωρήθηκε στις 29.12.95. Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι ο ίδιος αιτητής με την πιο πάνω επιστολή του ημερ. 4.9.95 ζήτησε όπως η προαγωγή του γίνει αναδρομικά από το Νοέμβριο του 1994.
Η δεύτερη προδικαστική ένσταση βασίζεται πάνω στη θέση της Ε.Δ.Υ, ότι η προσφυγή στρέφεται εναντίον της απόφασης της Ε.Δ.Υ, που κοινοποιήθηκε στον αιτητή στις 12.10.95. Η προσφυγή, σύμφωνα με την Ε.Δ.Υ., δεν είναι τίποτε άλλο παρά προσφυγή εναντίον βεβαιωτικής πράξης, "ενόψει του γεγονότος ότι καμιά νέα απόφαση δεν κοινοποιείται με την επιστολή με ημερ. 12.10.95 παρά η εμμονή της Ε.Δ.Υ, στην προηγούμενη απόφαση της".
Για τους λόγους που ακολουθούν η προδικαστική ένσταση δεν μπορεί να πετύχει και απορρίπτεται.
Η προθεσμία των 75 ημερών που ορίζεται από το άρθρο 146.3 του Συντάγματος αρχίζει από της ημέρας δημοσιεύσεως "της προσβαλλομένης αποφάσεως". Έχει νομολογηθεί ότι το άρθρο 146.3 του Συντάγματος "προϋποθέτει ύπαρξη απόφασης τελειωμένης αφού μόνο σε τέτοια περίπτωση είναι νοητό να ασκήσει το Ανώτατο Δικαστήριο την αναθεωρητική του δικαιοδοσία" (Δημοκρατία ν. Πιπερίδη κ.ά. (1995) 3 Α.Α.Δ. 21, Κολοκασίδης ν. Ε.Ε.Υ. (1996) 4 Α.Α.Δ. 1063).
Σε σχέση με προσφυγή που στρέφεται εναντίον προαγωγής η προθεσμία, δυνάμει του άρθρου 146.3 του Συντάγματος, αρχίζει από την ημερομηνία τελειοποίησης ή συμπλήρωσης της προαγωγής εντός της έννοιας του άρθρου 37(1) και (4) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου, 1990 (Ν. 1/90) (βλ. Πιπερίδης και Κολοκασίδης (πιο πάνω), Geodelekian v. Republic (1970) 3 Α.Α.Δ. 64 (απόφαση της ολομέλειας), Δημοκρατία ν. Παπαευριπίδη (1993) 3 Α.Α.Δ. 129, Κυριακόπουλου, "Διοικητικόν Ελληνικόν Δίκαιον", 4η έκδοση, Τόμος Γ, σελ. 180, 181 και σελ. 366-397).
Στην κρινόμενη περίπτωση η προαγωγή του αιτητή είχε τελειοποιηθεί εντός της έννοιας του άρθρου 37(1) και (4) του Νόμου 1/90 με την πιο πάνω επιστολή ημερ. 12.10.95. Ο αιτητής μπορούσε να προσβάλει μόνο την απόφαση που του διαβιβάσθηκε με την επιστολή εκείνη της οποίας, σύμφωνα με την θέση του, έλαβε γνώση στις 24.10.95. Η απόφαση εκείνη ήταν η μόνη εκτελεστή απόφαση. Ακολουθεί πως η παρούσα προσφυγή, η οποία καταχωρήθηκε στις 29.12.95, δεν είναι εκπρόθεσμη. Στρέφεται δε εναντίον εκτελεστικής απόφασης και ουχί βεβαιωτικής.
Ουσία της προσφυγής.
Κατά τον χρόνο λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης τα σχέδια υπηρεσίας της επίδικης θέσης ήταν εκείνα που είχαν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της 21.7.95 ("τα νέα σχέδια υπηρεσίας"). Ανάμεσα στα απαιτούμενα προσόντα ήταν και τα πιο κάτω:
"(1) (α) ...............................
(β) (ι) ...............................
(ιι) Δεκαετής τουλάχιστον υπηρεσία στη θέση Βοηθού Φοροθέτη 2ης τάξης (Φόρου Εισοδήματος).
...................................
(4) Επιτυχία στις εξετάσεις των Δημοσιονομικών και Λογιστικών Οδηγιών, των Κανονισμών Αποθηκών, των Γενικών Διατάξεων και σε οποιουσδήποτε Κανονισμούς που εκδίδονται σύμφωνα με τον περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμο".
Σύμφωνα με την σημείωση 2:
"2. Βοηθοί Φοροθέτες 2ης Τάξης (Φόρου Εισοδήματος), που υπηρετούσαν κατά την ημερομηνία έγκρισης του παρόντος Σχεδίου Υπηρεσίας και οι οποίοι έχουν επιτύχει στις εξετάσεις των Γενικών Διατάξεων πριν από τις 30 Ιουνίου 1988, εξαιρούνται από την υποχρέωση για επιτυχία στους Κανονισμούς που εκδίδονται σύμφωνα με τον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο και που αναφέρονται στην παράγραφο (4) πιο πάνω."
Η παράγραφος (4) των προηγούμενων σχεδίων υπηρεσίας είχε ως εξής:
"4.Επιτυχία εις τας εξετάσεις επί των Γενικών Διατάξεων των Δημοσιονομικών και Λογιστικών Οδηγιών και των Κανονισμών Αποθηκών."
Πρέπει να σημειωθεί ότι το υπογραμμισμένο μέρος της πα-ραγ. (4) των νέων σχεδίων υπηρεσίας έχει εισαχθεί σαν αποτέλεσμα της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου και με αρ. 30.466 ημερ. 14.7.88.
Ο πιο πάνω όρος στην παράγραφο (4) των προηγούμενων σχεδίων υπηρεσίας για επιτυχία στις Γενικές Διατάξεις κλπ. είχε υπαχθεί σε ειδικές ρυθμίσεις που είχε εγκρίνει η Ε.Δ.Υ.. Οι ρυθμίσεις εκείνες περιέχονται στην εγκύκλιο με αρ. 1061 και ημερ. 19.10.94 του Υπουργείου Οικονομικών (Υπηρεσία Δημόσιας Διοικήσεως και Προσωπικού) και έχουν ως πιο κάτω:
"α. Όσοι πέτυχαν στην εξέταση των Γενικών Διατάξεων πριν το 1988 και υποχρεούνται, με βάση σχετικό όρο του διορισμού/προαγωγής τους, να πετύχουν στην εξέταση πάνω στο Νόμο, τους Κανονισμούς και τις Γενικές Διατάξεις, θεωρούνται ότι ικανοποιούν τον πιο πάνω όρο αν πετύχουν στο μέρος της εξέτασης που αφορά το Νόμο και τους Κανονισμούς, ανάλογα με την περίπτωση.
β. Όσοι πέτυχαν στην εξέταση των Γενικών Διατάξεων από το 1988 μέχρι και τον Ιούνιο 1991 και υποχρεούνται, με βάση όρο του διορισμού/προαγωγής τους, να πετύχουν στην εξέταση πάνω στο Νόμο, τους Κανονισμούς και τις Γενικές Διατάξεις, θεωρούντα ιότι ικανοποιούν τον όρο αυτό αν πετύχουν στο μέρος της εξέτασης που αφορά μόνο το Νόμο. Σε περίπτωση δε που ο σχετικός όρος του διορισμού/προαγωγής τους απαιτεί επιτυχία στην εξέταση στους Κανονισμούς και τις Γενικές Διατάξεις, θεωρούνται ότι έχουν ήδη εκπληρώσει τον εν λόγω όρο."
Είναι πρόδηλο από το περιεχόμενο της επίδικης απόφασης (βλ. επιστολή της Ε.Δ.Υ. ημερ. 12.10.95) ότι:
(α) η προαγωγή του αιτητή κατέστη δυνατή δυνάμει της σημείωσης (2) των νέων σχεδίων υπηρεσίας, και
(β) στα νέα σχέδια υπηρεσίας, σύμφωνα με τα οποία έγινε η επίδικη προαγωγή, από 1.8.95, δεν υπάρχει ρητή πρόβλεψη για αναδρομική εφαρμογή τους - δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 21.7.95.
Η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή υποστήριξε ότι ο "αιτητής κατέχει και κατείχε κατά τον ουσιώδη χρόνο τα απαραίτητα προσόντα για προαγωγή στη θέση από 1.11.94 και λανθασμένα η Ε.Δ.Υ, αποφάσισε να τον προάξει από 1.8.95". Υποστήριξε, περαιτέρω, ότι η θέση της Ε.Δ.Υ, ότι τα νέα σχέδια υπηρεσίας - με τη σημείωση των οποίων ευεργετήθηκε ο αιτητής - δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας σε ημερομηνία μεταγενέστερη της 1.11.94, ήταν λανθασμένη "διότι κατά την 1.11.94 σύμφωνα με μελέτη του θέματος των εξετάσεων από τους Κυβερνητικούς αρμοδίους και με την έκθεση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών*, ο αιτητής κατείχε τα προσόντα που απαιτούντο για προαγωγή του, δηλαδή επιτυχία στις Γενικές Διατάξεις, και κατά συνέπεια θεωρείται ότι ικανοποιεί τον όρο για επιτυχία και στους κανονισμούς".
Τελικά υποστήριξε ότι στη διάρκεια της περιόδου από 14.7.86 - 19.10.94 "πέραν των 30 φοροθέτων, 2ας τάξης" είχαν προαχθεί, παρόλο ότι είχαν πετύχει στις ίδιες εξετάσεις που είχε πετύχει και ο αιτητής.
Κατά την κρίση μου η επίλυση του επιδίκου ζητήματος εξαρτάται
* Το σχετικό απόσπασμα έχει ως πιο κάτω:
"Κρίθηκε σκόπιμο οι υπάλληλοι που είχαν επιτύχει στις Γενικές Διατάξεις μέχρι την 30.6.88, να εξαιρούνται από την πιο πάνω υποχρέωση. Μέχρι την προαναφερόμενη ημερομηνία, όλοι οι σχετικοί κανονισμοί αποτελούσαν μέρος της εξεταστέας ύλης των Γενικών Διατάξεων και κατά συνέπεια οι επηρεαζόμενοι υπάλληλοι που μέχρι τότε είχαν ότι ικανοποιούν τον όρο για επιτυχία, και στους Κανονισμούς που εκδόθηκαν δυνάμει του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου."
από την ερμηνεία που θα δοθεί στα νέα σχέδια υπηρεσίας και ιδιαίτερα στην πιο πάνω σημείωση (2). Τα σχέδια υπηρεσίας αποτελούν δευτερογενή νομοθεσία (PASYDY and Others v. Republic (1978) 3 C.LR. 27) και η ερμηνεία τους διέπεται από τους κανόνες ερμηνείας νομοθετικών κειμένων. Υπάρχει τεκμήριο κατά της αναδρομικής εφαρμογής των Νόμων. Ένας Νόμος δεν εφαρμόζεται αναδρομικά εκτός εάν υπάρχει εντελώς καθαρό λεκτικό το οποίο καταδείχνει την πρόθεση του Νομοθέτη να του δώσει αναδρομική εφαρμογή ("Avgi" Yerolakkos Buses Co. Ltd v. Psatha and Another (1971) 1 C.L.R. 1,13, Melaisi v. Georghiki Eteria (1979) 1 C.L.R. 748, Constantinou v. Republic (1980) 3 C.L.R. 243).
Αν το λεκτικό του Νόμου είναι καθαρά αναδρομικό τότε πρέπει να του δοθεί αναδρομική ερμηνεία (R. v. Oliver [1944] Κ.Β. 68, 76).
Έχω εξετάσει το λεκτικό των νέων σχεδίων υπηρεσίας και ιδιαίτερα εκείνο της παραγράφου (4) και της σημείωσης 2. Κατά την κρίση μου δεν αποκαλύπτει οποιαδήποτε πρόθεση του Νομοθέτη να τους δώσει αναδρομική εφαρμογή. Ακολουθεί πως η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί με βάση την ορθή εφαρμογή του Νόμου ήτοι των νέων σχεδίων υπηρεσίας και η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί.
Διαφορετική προσέγγιση θα ήταν αντίθετη όχι μόνο με το καθαρό λεκτικό των νέων σχεδίων υπηρεσίας αλλά και με τις πρόνοιες του περί Ερμηνείας Νόμου Κεφ. 1, άρθρο 10 (2) (α)*. Πριν την θέσπιση των νέων σχεδίων υπηρεσίας ο αιτητής έπρεπε δυνάμει των προηγούμενων σχεδίων υπηρεσίας (παραγ. 4) να είχε πετύχει εις τις εξετάσεις "επί των Γενικών Διατάξεων, των Δημοσιονομικών και Λογιστικών Οδηγιών και των Κανονισμών Αποθηκών".
Με τα νέα σχέδια υπηρεσίας έχει τύχει της εξαίρεσης που προβλέπεται από την σημείωση 2, και εξαιρείται από το υπογραμμισμένο μέρος της παραγρ. (4). Με την προτεινόμενη αναδρομική εφαρμογή της σημείωσης 2 θα του παραχωρηθεί ευεργέτημα το οποίο δεν βρίσκετο σε εφαρμογή κατά τον χρόνο κατάργησης
* Το άρθρο 10 (2) (α) προβλέπει:
"10. (2) Where a Law repeals any other enactment, then, unless the contrary intention appears, the repeal shall not -
(a) revive anything not in force or existing at the time at which the repeal takes effect;"
των προηγούμενων σχεδίων υπηρεσίας - πορεία αντίθετη με το πιο πάνω άρθρο 10 (2) (α) του Κεφ. 1.
Αναφορικά με την θέση του αιτητή που σχετίζεται με την προαγωγή άλλων συναδέλφων του αυτή δεν έχει τεκμηριωθεί και παρέμεινε μετέωρη. Υπενθυμίζεται ότι το βάρος απόδειξης των σχετικών ισχυρισμών του αιτητή σε προσφυγή ακυρώσεως πέφτει επί των ώμων του αιτητή. Πέρα από αυτή την πτυχή οι προαγωγές έχουν λάβει χώραν κατά παράβαση των σχεδίων υπηρεσίας ήτοι κατά παράβαση Νόμου. Δεν μπορεί, επομένως, να διεκδικείται ίση μεταχείρηση πάνω σε παράνομη βάση (βλ. Voyiazianos v. Republic (1967) 3 Α.Α.Δ. 239).
Αναφορικά με την εισήγηση που έχει σαν έρεισμα την θέση της Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων πρέπει να ειπωθεί ότι μόνο Νόμοι ή Κανονισμοί που θεσπίζονται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, όπως ορίζει το Σύνταγμα, είναι δεσμευτικοί για τη Διοίκηση.
Η προσφυγή απορρίπτεται. Καμιά διαταγή για τα έξοδα.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.