ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 4 ΑΑΔ 469

24 Φεβρουαρίου, 1997

[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΔΡ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΙΩΣΗΦΙΔΗΣ,

Αιτητής,

ν.

1. ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΙΤΗΡΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

2. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 558/95)

Διοικητικό Δίκαιο — Συλλογικά όργανα — Σύνθεση και συγκρότηση — Όροι νομιμότητας από τη νομολογία — Περιστάσεις νόμιμης λειτουργίας του συλλογικού οργάνου (Επιτροπή Σιτηρών) στην κριθείσα περίπτωση.

Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Επιτροπή Σιτηρών Κύπρου— Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου — Δεν μπορεί να διοριστεί στη θέση άλλος από τον εκπρόσωπο του Υπουργού Οικονομικών — Ερμηνεία του Άρθρου 4 του Κεφ. 68 σε συνδυασμό με το Άρθρο 3 του Ν. 149/88 — Ειδικά το θέμα της αναφοράς στα πρακτικά της Επιτροπής της ιδιότητας εκάστου μέλους της.

Ο αιτητής προσέβαλε το διορισμό του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Διευθυντή της Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1. Η νομική θέση αναφορικά με τη σύνθεση και λειτουργία συλλογικού διοικητικού οργάνου, όπως υιοθετήθηκε από σειρά αποφάσεων του Συμβουλίου Επικρατείας (Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 112), παρατίθεται από την Ολομέλεια στην υπόθεση Ανδρέας Καραγιώργης και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1669, στην οποία παρατίθεται επίσης και αριθμός αποφάσεων των Κυπριακών δικαστηρίων.

Περαιτέρω στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Ελένης Κουλία (1991) 3 Α.Α.Δ. 370, 384, 385, όπου το θέμα αφορούσε ακύρωση προαγωγής λόγω ελαττωματικής σύνθεσης της Επιτροπής εν όψει της συμμετοχής στην τελευταία συνεδρία της Ε.Δ.Υ, μέλους της που απουσίαζε στην προηγηθείσα συνεδρία, αποφασίστηκε ότι επειδή η προηγηθείσα συνεδρία καμιά επιρροή δεν άσκησε στην τελική προσβαλλόμενη απόφαση, σε ορισμένες περιπτώσεις είναι έγκυρη η απόφαση του συλλογικού οργάνου, έστω κι' αν παρατηρήθηκαν κάποιες αλλαγές στη σύνθεση του, αν κριθεί ότι όλα τα μέλη που λαμβάνουν την τελική απόφαση είναι πλήρως ενημερωμένα σχετικά με όλα τα στοιχεία της διαδικασίας που είναι αναγκαία για τη λήψη ορθής απόφασης.

Στην παρούσα υπόθεση στη συνεδρία της 16.12.1994 η συζήτηση του θέματος δεν άρχισε, αφού μοναδική απόφαση ήταν η εξουσιοδότηση της ετοιμασίας του κατάλογου υποψηφίων από την υπεπιτροπή προσωπικού. Περαιτέρω δε η Επιτροπή δεν έλαβε καν υπ' όψη το πόρισμα της υπεπιτροπής και θεώρησε όλους τους αιτητές υποψήφιους. Έτσι δεν τίθεται θέμα εξασφάλισης της γνώσης και στάθμισης όλων των διαθέσιμων δεδομένων, από καθένα από τα μέλη.

2. Το Άρθρο 3 του Ν. 149/88 που προβλέπει ότι "ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, το διοικητικό συμβούλιο οποιουδήποτε από τα ορισμένα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου" (μέσα στα οποία περιλαμβάνεται και η Επιτροπή Σιτηρών) "αποτελείται, εκτός αν ο οικείος καθορισμένος νόμος προβλέπει για μεγαλύτερο αριθμό μελών, από εννέα μέλη, μεταξύ των οποίων θα υπάρχει Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος και τα οποία διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο σύμφωνα με τη διαδικασία που προνοείται στο παρόν Άρθρο", δεν καταργεί τις πρόνοιες του Κεφ. 68 και πολύ περισσότερο τις πρόνοιες του Άρθρου 4. Ο Νόμος 149/88 προβλέπει μεν το διορισμό μεγαλύτερου αριθμού μελών στην Επιτροπή από τον προβλεπόμενο στο Κεφ. 68, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν παρέχει εξουσιοδότηση διορισμού του Προέδρου εκτός των πλαισίων του Κεφ.68. Εξ άλλου το Κεφ. 68 είναι ειδική νομοθεσία που αναφέρεται ειδικά στην Επιτροπή Σιτηρών, σε αντίθεση με το Νόμο 149/88 που αναφέρεται γενικά στα διοικητικά συμβούλια διαφόρων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Ο Νόμος 149/88 δεν καταργεί το Κεφ. 68, αλλά λειτουργεί παράλληλα με αυτό. Δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ότι πρόθεση του νομοθέτη ήταν να καταργήσει με το Νόμο 149/88 τις ρυθμίσεις του Κεφ.68, εκτός όπου οι διατάξεις του συγκρούονται με τις διατάξεις του Κεφ. 68, όπως γίνεται για παράδειγμα με την προβλεπόμενη αύξηση των μελών του συμβουλίου από εφτά σε εννιά όπου γίνεται σαφής πρόνοια. Αν πρόθεση του νομοθέτη ήταν η κατάργηση της πρόνοιας για διορισμό στη θέση του Προέδρου του εκπρόσωπου του Υπουργού Οικονομικών θα την έδειχνε, είτε με τροποποίηση του σχετικού Άρθρου του Κεφ. 68, είτε ίσως με σχετική πρόνοια στο Νόμο 149/88.

Εν όψει των πιο πάνω, ο διορισμός άλλου προσώπου από τον εκπρόσωπο του Υπουργού Οικονομικών στη θέση του Πρόεδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Σιτηρών καθιστά τη σύσταση της Επιτροπής παράνομη και συνεπώς, εν όψει και της νομολογίας επί του θέματος (βλ. Ρ.Ι.Κ. ν. Καραγιώργη και Άλλων (1991) 3 Α.Α.Δ. 159), η απόφαση που έλαβε η Επιτροπή με τη σύνθεση αυτή είναι παράνομη και άκυρη.

3. Αρκεί ο διορισμός των μελών να γίνεται σύμφωνα με το Άρθρο 4 του Κεφ. 68 όπως τροποποιήθηκε, χωρίς να απαιτείται η αναφορά στην απόφαση διορισμού της ιδιότητας του καθενός από τους πιο πάνω λειτουργούς. Η μη αναφορά στην ιδιότητα τους δεν τους στερεί την αντιπροσωπευτική τους ιδιότητα και έτσι δεν καθιστά το διορισμό τους και κατά συνέπεια και τη σύνθεση της Επιτροπής παράνομη.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Καραγιώργης και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1669,

Δημοκρατία ν. Κουλία (1991) 3 Α.Α.Δ. 370,

Ρ.Ι.Κ. ν. Καραγιώργη και Άλλων (1991) 3 Α.Α.Δ. 159.

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται ο διορισμός του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Διευθυντή της Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου αντί του αιτητή.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Γ. Τριανταφυλλίδης, για τους Καθ' ων η αίτηση 1.

Δ. Παπαδοπούλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση 2.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής αξιώνει για διάφορους λόγους την ακύρωση του διορισμού του Χαράλαμπου Αρχιμανδρίτη στη θέση Διευθυντή της Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου από 1.5.1995. Η θέση προκηρύχθηκε με ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε στον ημερήσιο τύπο σε διάφορες ημερομηνίες. Υποβλήθηκε αριθμός αιτήσεων, δύο εκ των οποίων από μέλη της Επιτροπής, ήτοι από τους κ.κ. Σταύρο Κληριώτη και τον αιτητή. Τόσο ο Κληριώτης όσο και ο αιτητής μετά την υποβολή της αίτησης τους υπέβαλαν και τις παραιτήσεις τους από την Επιτροπή. Και οι δύο αντικαταστάθηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο με απόφαση του ημερ. 4.1.1995. Σε αντικατάσταση των δύο πιο πάνω παραιτηθέντων μελών το Υπουργικό Συμβούλιο διόρισε τους Ανδρέα Χατζηχριστοδούλου, Ανώτερο Λειτουργό Γεωργικών Ερευνών, ως εκπρόσωπο του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος και τον κ. Χρίστο Δημητριάδη, Οικονομικό Λειτουργό Α', ως εκπρόσωπο του Υπουργείου Οικονομικών. Στις 16.12.1994 αποφασίστηκε από το Συμβούλιο όπως η υπεπιτροπή προσωπικού της Επιτροπής μαζί με κάποιο Π. Ιωνά ετοιμάσει τον κατάλογο των υποψηφίων, καθόρισε δε ότι οι συνεντεύξεις με τους υποψήφιους θα λάμβαναν χώρα το Γενάρη του 1995. Σε συνεδρία του ημερ. 10.1.1995, η Επιτροπή παρά την αντίθετη έκθεση της υπεπιτροπής, αποφάσισε να καλέσει σε συνέντευξη όλους τους υποψήφιους, διευκρινίζοντας όμως ότι η πρόσκληση αυτή δεν εξυπάκουε ότι οι υποψήφιοι είχαν θεωρηθεί ως κατέχοντες τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα.

Ο πρώτος λόγος που προβάλλεται είναι η κατ' ισχυρισμόν παρατυπία της διαδικασίας πλήρωσης της θέσης λόγω κακής σύνθεσης της Επιτροπής. Το επιχείρημα βασίζεται στο ότι στις 16.12.1994, όταν αποφασίστηκε η ετοιμασία του κατάλογου υποψηφίων από την υπεπιτροπή προσωπικού, στην Επιτροπή δεν συμμετείχαν τα δύο μέλη που διορίστηκαν μετά την παραίτηση των Κληριώτη και του αιτητή, Ανδρέας Χατζηχριστοδούλου και Χρίστος Δημητριάδης που διορίστηκαν στις 4.1.1995 και οι οποίοι όμως στη συνέχεια έλαβαν μέρος στη διαδικασία επιλογής. Το πιο πάνω επιχείρημα δεν ευσταθεί. Στις 16.12.1994 η μόνη ενέργεια στην οποία προέβη η Επιτροπή ήταν η απλή εξουσιοδότηση ενός οργάνου για ετοιμασία του κατάλογου των υποψήφιων. Η ενέργεια αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστούσε ουσιαστική εξέταση των υποψηφιοτήτων που άρχισε στις 10.1.1995 με την απόφαση της Επιτροπής να θεωρήσει όλους τους αιτητές ως υποψήφιους. Εκτός του ότι η πράξη ημερ. 16.12.1994 δεν μπορεί να θεωρηθεί ουσιώδης, από το πρακτικό ημερ. 10.1.1995 φαίνεται ότι η Επιτροπή εν πάση περιπτώσει δεν δεσμεύτηκε καν από το σχετικό πόρισμα της υπεπιτροπής που συνιστούσε τον αποκλεισμό ορισμένων υποψηφίων.

Η νομική θέση αναφορικά με τη σύνθεση και λειτουργία συλλογικού διοικητικού οργάνου, όπως υιοθετήθηκε από σειρά αποφάσεων του Συμβουλίου Επικρατείας (Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 112), παρατίθεται από την Ολομέλεια στην υπόθεση Ανδρέας Καραγιώργης και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1669, στην οποία παρατίθεται επίσης και αριθμός αποφάσεων των Κυπριακών δικαστηρίων:

"Η διαδικασία συζητήσεως και λήψεως αποφάσεως επί ωρισμένου θέματος δέον να διεξάγεται απ' αρχής μέχρι τέλους ενώπιον των αυτών μελών του συλλογικού οργάνου, διότι ούτως εξασφαλίζεται η παρ' εκάστου μέλους γνώσις και στάθμισις πάντων των κατά την διαδικασίαν προκυψάντων στοιχείων. Εάν η διαδικασία παρατείνηται εις πλείονας συνεδριάσεις, η σύνθεσις του συλλογικού οργάνου δέον να παραμείνη αναλλοίωτος καθ' όλας τας συνεδριάσεις ταύτας: 343, 1171, (39), 73 (43), 1024 -1027 (47), 978 (48), 1628, 1854 (53), 103 (57), 1128 (58), 527 (59). Επελθούσης αλλοιώσεως της συνθέσεως κατά τίνα των συνεδριάσεων διά της συμμετοχής μελών μη μετασχόντων εις τας προηγουμένας συνεδριάσεις, το συλλογικόν όργανον δεν δύναται να λάβη εγκύρως απόφασιν κατά την τελευταίαν συνεδρίασιν, ει μη εφ' όσον κατά την συνεδρίασιν ταύτην επαναληφθή πλήρως και εξ υπαρχής η προηγηθείσα διαδικασία και συζήτησις, ότε θεωρείται ότι η συζήτησις της υποθέσεως ήρξατο και ετερματίσθη εγκύρως κατά την τελευταίαν συνεδρίασιν:"

Περαιτέρω στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Ελένης Κουλία (1991) 3 Α.Α.Δ. 370,384, 385, όπου το θέμα αφορούσε ακύρωση προαγωγής λόγω ελαττωματικής σύνθεσης της Επιτροπής εν όψει της συμμετοχής στην τελευταία συνεδρία της Ε.Δ.Υ, μέλους της που απουσίαζε στην προηγηθείσα συνεδρία, αποφασίστηκε ότι επειδή η προηγηθείσα συνεδρία καμιά επιρροή δεν άσκησε στην τελική προσβαλλόμενη απόφαση, σε ορισμένες περιπτώσεις είναι έγκυρη η απόφαση του συλλογικού οργάνου, έστω κι αν παρατηρήθηκαν κάποιες αλλαγές στη σύνθεση του, αν κριθεί ότι όλα τα μέλη που λαμβάνουν την τελική απόφαση είναι πλήρως ενημερωμένα σχετικά με όλα τα στοιχεία της διαδικασίας που είναι αναγκαία για τη λήψη ορθής απόφασης.

Στην παρούσα υπόθεση στη συνεδρία της 16.12.1994 η συζήτηση του θέματος δεν άρχισε, αφού μοναδική απόφαση ήταν η εξουσιοδότηση της ετοιμασίας του κατάλογου υποψηφίων από την υπεπιτροπή προσωπικού. Περαιτέρω δε η Επιτροπή δεν έλαβε καν υπ' όψη το πόρισμα της υπεπιτροπής και θεώρησε όλους τους αιτητές υποψήφιους. Έτσι δεν τίθεται θέμα εξασφάλισης της γνώσης και στάθμισης όλων των διαθέσιμων δεδομένων, από καθένα από τα μέλη.

Προβάλλεται επίσης ο ισχυρισμός ότι η συγκρότηση της Επιτροπής κατά το χρόνο της σχετικής απόφασης ήταν παράνομη λόγω παράβασης του άρθρου 4(2) του περί Ελέγχου Σιτηρών Νόμου, Κεφ.68. Το άρθρο 4(2) όπως τροποποιήθηκε με τον περί Ελέγχου Σιτηρών (Τροποποιητικό) Νόμο του 1966, Ν.83/1986, προνοεί:

"Η Επιτροπή θα συνίσταται εκ πέντε μελών, ήτοι εξ ενός αντιπροσώπου του Υπουργού Οικονομικών, ενός του Υπουργού Γεωργίας και Φυσικών Πόρων και ενός του Υπουργού Εμπορίου και Βιομηχανίας, διοριζομένων αντιστοίχως υπό του οικείου Υπουργού, ως και εκ δύο κυβερνητικών λειτουργών υποδεικνυομένων διά κοινής αποφάσεως των εν τω παρόντι εδαφίω αναφερομένων Υπουργών, πάντων τούτων διοριζομένων υπό του Υπουργικού Συμβουλίου, και θα τελή υπό την προ-εδρίαν του αντιπροσώπου του Υπουργού των Οικονομικών.

Η περίοδος της θητείας των μελών θα είναι τριετής εκτός εάν η διορίζουσα αρχή ανακαλέση τον διορισμόν καθ' οιονδήποτε χρόνον προ της λήξεως της θητείας."

Είναι η θέση του αιτητή ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο Πρόεδρος της Επιτροπής δεν ήταν, όπως προβλέπεται από το άρθρο 4, ο αντιπρόσωπος του Υπουργού Οικονομικών, που ήταν ο κ. Δημητριάδης, αλλά ο κ. Ανδρέας Τρυφωνίδης. Οι καθ' ων η αίτηση παραδέχονται ότι ο κ. Ανδρέας Τρυφωνίδης δεν ήταν ο αντιπρόσωπος του Υπουργού Οικονομικών, αλλά ισχυρίζονται ότι το άρθρο 3(1) του περί Ορισμένων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Διορισμός Διοικητικών Συμβουλίων) Νόμου του 1988, Ν. 149/88 ισχύει και δίδει το δικαίωμα στο Υπουργικό Συμβούλιο να διορίσει στην Επιτροπή Σιτηρών οποιονδήποτε Πρόεδρο, χωρίς να περιορίζεται στο διορισμό του εκπρόσωπου του Υπουργού Οικονομικών. Δεν συμφωνώ με την πιο πάνω θέση. Το άρθρο 3 που προβλέπει ότι "ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, το διοικητικό συμβούλιο οποιουδήποτε από τα ορισμένα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου" (μέσα στα οποία περιλαμβάνεται και η Επιτροπή Σιτηρών) "αποτελείται, εκτός αν ο οικείος καθορισμένος νόμος προβλέπει για μεγαλύτερο αριθμό μελών, από εννέα μέλη, μεταξύ των οποίων θα υπάρχει Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος και τα οποία διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο σύμφωνα με τη διαδικασία που προνοείται στο παρόν άρθρο", δεν καταργεί τις πρόνοιες του Κεφ.68 και πολύ περισσότερο τις πρόνοιες του άρθρου 4.0 Νόμος 149/88 προβλέπει μεν το διορισμό μεγαλύτερου αριθμού μελών στην Επιτροπή από τον προβλεπόμενο στο Κεφ.68, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν παρέχει εξουσιοδότηση διορισμού του Προέδρου εκτός των πλαισίων του Κεφ.68. Εξ άλλου το Κεφ.68 είναι ειδική νομοθεσία που αναφέρεται ειδικά στην Επιτροπή Σιτηρών, σε αντίθεση με το Νόμο 149/88 που αναφέρεται γενικά στα διοικητικά συμβούλια διαφόρων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Ο Νόμος 149/88 δεν καταργεί το Κεφ.68, αλλά λειτουργεί παράλληλα με αυτό. Δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ότι πρόθεση του νομοθέτη ήταν να καταργήσει με το Νόμο 149/88 τις ρυθμίσεις του Κεφ.68, εκτός όπου οι διατάξεις του συγκρούονται με τις διατάξεις του Κεφ. 68, όπως γίνεται για παράδειγμα με την προβλεπόμενη αύξηση των μελών του συμβουλίου από εφτά σε εννιά όπου γίνεται σαφής πρόνοια. Αν πρόθεση του νομοθέτη ήταν η κατάργηση της πρόνοιας για διορισμό στη θέση του Προέδρου του εκπρόσωπου του Υπουργού Οικονομικών θα την έδειχνε, είτε με τροποποίηση του σχετικού άρθρου του Κεφ. 68, είτε ίσως με σχετική πρόνοια στο νόμο 149/88.

Εν όψει των πιο πάνω καταλήγω ότι ο διορισμός άλλου προσώπου από τον εκπρόσωπο του Υπουργού Οικονομικών στη θέση του Πρόεδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Σιτηρών καθιστά τη σύσταση της Επιτροπής παράνομη και συνεπώς, εν όψει και της νομολογίας επί του θέματος (βλ. Ρ.Ι.Κ. ν. Καραγιώργη & Άλλων (1991) 3 Α.Α.Δ. 159), η απόφαση που έλαβε η Επιτροπή με τη σύνθεση αυτή είναι παράνομη και άκυρη.

Πριν τελειώσω θα ήθελα να αναφέρω ότι δεν συμφωνώ με την πιο κάτω θέση του αιτητή. Προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι αφού ο νόμος καθορίζει τη σύσταση της Επιτροπής, ήτοι ενός εκπρόσωπου του Υπουργού Οικονομικών, ενός του Υπουργού Γεωργίας, ενός του Υπουργού Βιομηχανίας και δύο άλλων κυβερνητικών λειτουργών υποδεικνυομένων με κοινή απόφαση των πιο πάνω Υπουργών, μη αναφορά στην αντιπροσωπευτική ιδιότητα καθενός των μελών καθιστά τη σύνθεση παράνομη. Νομίζω ότι αρκεί ο διορισμός των μελών να γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 4 του Κεφ. 68 όπως τροποποιήθηκε, χωρίς να απαιτείται η αναφορά στην απόφαση διορισμού της ιδιότητας του καθενός από τους πιο πάνω λειτουργούς. Η μη αναφορά στην ιδιότητα τους δεν τους στερεί την αντιπροσωπευτική τους ιδιότητα και έτσι δεν καθιστά το διορισμό τους και κατά συνέπεια και τη σύνθεση της Επιτροπής παράνομη.

Εν όψει των πιο πάνω η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου με την οποία διορίστηκε ο Χαράλαμπος Αρχιμανδρίτης στη θέση Διευθυντή της Επιτροπής Σιτηρών από 1.5.1995 ακυρώνεται με έξοδα υπέρ του αιτητή όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή του Δικαστηρίου.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο