ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 430
20 Φεβρουαρίου, 1997
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146,23,24 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΑΡΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ/ Ή ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 666/95)
Διοικητικό Δίκαιο — Συνάφεια προσβαλλόμενων με μία αίτηση ακυρώσεως διοικητικών πράξεων — Προϋποθέσεις και συνδρομή τους στην κριθείσα περίπτωση.
Διοικητικό Δίκαιο — Διοικητική πράξη — Εκτελεστή σε αντίθεση προς βεβαιωτική πράξη — Περιστάσεις τον βεβαιωτικού χαρακτήρα της πράξης στην κριθείσα περίπτωση.
Τελωνειακοί Δασμοί — Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου — Άρθρο 1 — Ερμηνεία — Ο όρος "εξαγωγή για εισαγωγή στη χώρα προορισμού" — Πρέπει να ερμηνεύεται αντικειμενικά.
Ο αιτητής προσέβαλε την επιβολή τελωνειακών δασμών επί του αυτοκινήτου που εισήγαγε με τρόπο διάφορο από αυτόν που ο ίδιος ζήτησε.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Όπως προκύπτει από τις δύο θεραπείες που ζητά ο Αιτητής με την προσφυγή του, προσβάλλονται δύο διοικητικές αποφάσεις, που όμως μπορεί να εξεταστούν στην ίδια προσφυγή λόγω της συνάφειας τους. Η συνάφεια αυτή προκύπτει από το γεγονός ότι και οι δύο αποφάσεις αφορούν τον ίδιο Αιτητή, στηρίζονται στις ίδιες νομοθετικές διατάξεις, εκδόθηκαν από το ίδιο όργανο, έχουν ληφθεί κατά την ίδια διοικητική διαδικασία και έχουν ταυ-τόσιμη αιτιολογία.
2. Είναι προφανές από το περιεχόμενο της επιστολής του Αιτητή ημερ. 20.6.95 ότι αυτή δεν περιείχε οποιαδήποτε νέα στοιχεία ή γεγονότα, αλλά απλώς επιχειρηματολογία και ως εκ τούτου δεν ετίθετο θέμα επανεξέτασης της διοικητικής απόφασης. Όπως προκύπτει δε και από την επιστολή των καθ' ων η αίτηση, ημερ. 4.7.95 τέτοια επανεξέταση ουδέποτε έγινε και η απόφαση που περιέχεται στην επιστολή αυτή είναι καθαρά βεβαιωτική της απόφασης που περιέχετο στην επιστολή ημερ. 11.5.95. Ως εκ τούτου η προσφυγή αναφορικά με τη θεραπεία "Β" πρέπει να απορριφθεί.
3. Το γεγονός ότι το αυτοκίνητο αγοράστηκε με τελικό προορισμό την εισαγωγή του, σε κάποιο μεταγενέστερο χρονικό στάδιο, στην Κύπρο λόγω επαναπατρισμού του Αιτητή, δεν καθιστά το Άρθρο 1 της G.A.T.T. εφαρμοστέο. Η ερμηνεία του όρου "εξαγωγή για εισαγωγή στη χώρα προορισμού" πρέπει να εξετάζεται αντικειμενικά και η χρονική συνάρτηση αγοράς και εξαγωγής του οχήματος με την εισαγωγή του στη χώρα του προορισμού πρέπει να είναι άμεση, επιτρεπόμενου μόνο εύλογου αναγκαίου χρονικού διαστήματος μεταξύ των δύο. Διαφορετική ερμηνεία του Άρθρου 1 θα οδηγούσε σε παράδοξα αποτελέσματα, τα οποία μπορεί να καταφανούν από το ακόλουθο παράδειγμα: αν υποτεθεί ότι το αυτοκίνητο αγοραζόταν καινούργιο στην Αγγλία για ποσό £15.000 και χρησιμοποιόταν για δύο ή τρία χρόνια, είτε στη χώρα αγοράς ή σε άλλη χώρα και εισήγετο τελικά στην Κύπρο, τότε σίγουρα θα ήταν παράλογο να φορολογηθεί ο ιδιοκτήτης με βάση την τιμολογημένη αξία του ως κανούργιου και όχι με τον τρόπο που φορολογήθηκε στην παρούσα περίπτωση, με βάση τον οποίο θα λαμβάνονταν υπόψη οποιεσδήποτε ζημιές υπήρχαν στο αυτοκίνητο, καθώς και η μείωση της αξίας του λόγω του διαρρεύσαντος χρόνου. Τέτοια εκτίμηση θα οδηγούσε σε αδικία, γιατί θα εφορολογείτο με βάση ψηλότερη αξία το αυτοκίνητο, τη στιγμή που κατά την εισαγωγή του η αξία του θα ήταν πολύ χαμηλότερη της τιμής που πληρώθηκε για την αγορά του.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Αβρααμίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 987,
Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 519.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόφαση του Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του αιτητή για τον επαναπροσδιορισμό της τελωνειακής αξίας του μεταχειρισμένου αυτοκινήτου του.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Ε. Νικολαΐδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Όπως προκύπτει από τις δύο θεραπείες που ζητά ο Αιτητής με την προσφυγή του, προσβάλλονται δύο διοικητικές αποφάσεις, που όμως μπορεί να εξεταστούν στην ίδια προσφυγή λόγω της συνάφειας τους. Η συνάφεια αυτή προκύπτει από το γεγονός ότι και οι δύο αποφάσεις αφορούν τον ίδιο Αιτητή, στηρίζονται στις ίδιες νομοθετικές διατάξεις, εκδόθηκαν από το ίδιο όργανο, έχουν ληφθεί κατά την ίδια διοικητική διαδικασία και έχουν ταυτόσιμη αιτιολογία. (Δέστε Αβρααμίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 987, όπου είχα την ευκαιρία να αναλύσω τις αρχές και την νομολογία που διέπουν το θέμα).
Οι θεραπείες που ζητά ο αιτητής είναι οι πιο κάτω:
"Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ' ου η αίτηση η οποία γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή του καθ' ου ημερ. 11.5.95 και με την οποίαν απέρριψε το αίτημα του αιτητή για να επαναπροσδιορίσει τη τελωνειακή αξία του μεταχειρισμένου αυτοκινήτου SAAB 9000S Turbo με αγγλικό αριθ. εγγραφής 6278 EPD με βάση των προϋποθέσεων του άρθρου 1 της Συμφωνίας για την εφαρμογή του άρθρου VII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου, είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.
Β. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ' ου η αίτηση η οποία γνωστοποιήθηκε στον αιτητή ημερ. 4.7.95 και με την οποία παρέλειψε να επανεξετάσει και ή απέρριψε εκ νέου το αίτημα του αιτητή με βάση και τα συμπληρωματικά στοιχεία που παρουσίασε ο αιτητής με τις νεότερες επιστολές του ημερ. 29.5.95 και 20.6.95 αντίστοιχα με τις οποίες ζητούσε αναθεώρηση της απόφασης του καθ' ου ημερ. 11.5.95 είναι άκυρη, παράνομη και πώς ότι παραλήφθηκε θα πρέπει να διενεργηθεί."
Στις 24.2.95 ο Αιτητής κατέθεσε στο Τελωνείο διασάφηση για τελωνισμό του μεταχειρισμένου αυτοκινήτου που περιγράφεται στην αίτηση για θεραπεία μαζί με τιμολόγιο πωλήσεως ημερ. 21.7.93, για το ποσό των £4.225 στερλινών. Συμπληρώθηκε επίσης διαδικασία τελωνειακού εντύπου εκτίμησης της τελωνειακής αξίας, στο οποίο φαινόταν αναλυτικά η εκτίμηση που ανέρχεται σε Λ.Κ.9.674, ενώ η δηλωθείσα αξία που είναι βασισμένη στο τιμολόγιο είναι Λ.Κ.3.459. Πληρώθηκαν οι δασμοί και φόροι με βάση τη δηλωθείσα αξία που ήταν Λ.Κ.4.617, καθώς και ποσό Λ.Κ.8.296 ως παρακαταθήκη, που ήταν η διαφορά που προέκυπτε αν ελαμβάνετο υπόψη η πιο πάνω εκτιμημένη αξία των Λ.Κ.9.674. Η υπόθεση διαβιβάστηκε στο Αρχιτελωνείο για διερεύνηση και στον Αιτητή στάληκε επιστολή ημερ. 31.3.95, με την οποία ζητούνταν ορισμένα στοιχεία για τον προσδιορισμό της τελωνειακής αξίας. Τα στοιχεία αυτά δόθηκαν με επιστολή του Αιτητή ημερ. 12.4.95. Με βάση τα στοιχεία αυτό το Τελωνείο θεώρησε ότι, στην περίπτωση του Αιτητή, δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του Άρθρου 1 της Συμφωνίας για την εφαρμογή του Άρθρου VII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (Γ.Σ.Δ.Ε.), με το σκεπτικό ότι τα περιστατικά της υπόθεσης δεν έδειχναν ότι η πώληση του αυτοκινήτου έγινε για εξαγωγή με προορισμό την Κύπρο. Το αυτοκίνητο είχε αγορασθεί στην Αγγλία και μεταφέρθηκε στον τόπο μόνιμης διαμονής του Αιτητή στη Δανία. Στην Κύπρο εισήχθηκε στις 20.10.93 αδασμολόγητο προσωρινά και στη συνέχεια έγινε εξαγωγή του και επανεισαγωγή στις 18.2.95, οπότε έγινε και η διαδικασία τελωνισμού του με την πληρωμή των δασμών. Για την απόφαση αυτή ο Διευθυντής του Τμήματος Τελωνείων ενημέρωσε γραπτώς τον Αιτητή με επιστολή του ημερ. 11.5.95, με την οποία τον πληροφορούσε ότι ο επαναπροσδιορισμός της τελωνειακής αξίας θα γινόταν σύμφωνα με το Άρθρο 7 της Συμφωνίας. Ο Αιτητής με επιστολή του ημερ. 29.5.95 κατά τον ισχυρισμό του έδωσε νέα στοιχεία ενώπιον της Αρχής και ζήτησε την επανεξέταση της απόφασης. Με επιστολή ημερ. 4.7.95 ο Διευθυντής του Τμήματος Τελωνείων απάντησε στον Αιτητή "ότι από τα στοιχεία που έχουμε δεν αποδεικνύεται ότι το πιο πάνω αυτοκίνητο έχει πωληθεί προς εξαγωγή με προορισμό την Κυπριακή Δημοκρατία και ως εκ τούτου δεν μπορεί να εφαρμοσθεί το Άρθρο 1 της Συμφωνίας για εφαρμογή του Άρθρου VII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου".
Οι Καθ' ων η Αίτηση εγείρουν προδικαστική ένσταση ότι η απόφαση που περιέχεται στην επιστολή ημερ. 4.7.95 δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη, γιατί αυτή είναι βεβαιωτική της προηγούμενης απόφασης και δεν λήφθηκε ύστερα από νέα έρευνα βασισμένη σε νέα στοιχεία (δέστε Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 519).
Είναι προφανές από το περιεχόμενο της επιστολής του Αιτητή ημερ. 20.6.95 ότι αυτή δεν περιείχε οποιαδήποτε νέα στοιχεία ή γεγονότα, αλλά απλώς επιχειρηματολογία και ως εκ τούτου δεν ετίθετο θέμα επανεξέτασης της διοικητικής απόφασης. Όπως προκύπτει δε και από την επιστολή των καθ' ων η αίτηση, ημερ. 4.7.95 τέτοια επανεξέταση ουδέποτε έγινε και η απόφαση που περιέχεται στην επιστολή αυτή είναι καθαρά βεβαιωτική της απόφασης που περιέχετο στην επιστολή ημερ. 11.5.95. Ως εκ τούτου η προσφυγή αναφορικά με τη θεραπεία "Β" πρέπει να απορριφθεί.
Το Άρθρο 1 της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου προνοεί τα ακόλουθα:
"The customs value of imported goods shall be the transaction value, that is the price actually paid or payable for the goods when sold for export to the country of importation adjusted in accordance with the provisions of Article 8, provided:"
Η επιχειρηματολογία του ευπαίδευτου συνηγόρου του Αιτητή βασίζεται στο γεγονός ότι το αυτοκίνητο αγοράστηκε με τελικό προορισμό την Κύπρο όπου ο Αιτητής είχε αποφασίσει να επαναπατρισθεί, γεγονός και το οποίο τελικά έπραξε και συμπλήρωσε με την εισαγωγή του αυτοκινήτου στην Κύπρο. Ήταν η θέση του ότι το αυτοκίνητο αγοράστηκε για εξαγωγή στη χώρα εισαγωγής, δηλαδή την Κύπρο και το γεγονός ότι παρενεβλήθη ένα χρονικό διάστημα μεταξύ της αγοράς και της εισαγωγής που κατέστη αναγκαίο για τη διευθέτηση των προσωπικών υποθέσεων του στη Δανία προτού επαναπατρισθεί, δεν αναιρούσε εφαρμογή του πιο πάνω Άρθρου 1.
Αντίθετα, η θέση των Καθ' ων η Αίτηση ήταν ότι το αυτοκίνητο μετά που αγοράστηκε εισήχθηκε στη Δανία, ακολούθως προσωρινά στην Κύπρο όταν ο Αιτητής επισκέφθηκε την Κύπρο ως επισκέπτης, πριν τελικά εισαχθεί μόνιμα στην Κύπρο και ως εκ τούτου δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι η αγορά του έγινε για εξαγωγή στην χώρα εισαγωγής.
Έχω εξετάσει με προσοχή τα εκατέρωθεν επιχειρήματα και έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η επιχειρηματολογία του Αιτητή πρέπει να απορριφθεί. Το γεγονός ότι το αυτοκίνητο αγοράστηκε με τελικό προορισμό την εισαγωγή του, σε κάποιο μεταγενέστερο χρονικό στάδιο, στην Κύπρο λόγω επαναπατρισμού του Αιτητή, δεν καθιστά το Άρθρο 1 εφαρμοστέο. Η ερμηνεία του όρου "εξαγωγή για εισαγωγή στη χώρα προορισμού" πρέπει να εξετάζεται αντικειμενικά και η χρονική συνάρτηση αγοράς και εξαγωγής του οχήματος με την εισαγωγή του στη χώρα του προορισμού πρέπει να είναι άμεση, επιτρεπόμενου μόνο εύλογου αναγκαίου χρονικού διαστήματος μεταξύ των δύο. Διαφορετική ερμηνεία του Άρθρου 1 θα οδηγούσε σε παράδοξα αποτελέσματα, τα οποία μπορεί να καταφανούν από το ακόλουθο παράδειγμα: αν υποθέσουμε ότι το αυτοκίνητο αγοραζόταν καινούργιο στην Αγγλία για ποσό £15.000 και χρησιμοποιόταν για δύο ή τρία χρόνια, είτε στη χώρα αγοράς ή σε άλλη χώρα και εισήγετο τελικά στην Κύπρο, τότε σίγουρα θα ήταν παράλογο να φορολογηθεί ο ιδιοκτήτης με βάση την τιμολογημένη αξία του ως κανούργιου και όχι με τον τρόπο που φορολογήθηκε στην παρούσα περίπτωση, με βάση τον οποίο θα λαμβάνονταν υπόψη οποιεσδήποτε ζημιές υπήρχαν στο αυτοκίνητο, καθώς και η μείωση της αξίας του λόγω του διαρρεύσαντος χρόνου. Τέτοια εκτίμηση θα οδηγούσε σε αδικία, γιατί θα εφορολογείτο με βάση ψηλότερη αξία το αυτοκίνητο, τη στιγμή που κατά την εισαγωγή του η αξία του θα ήταν πολύ χαμηλότερη της τιμής που πληρώθηκε για την αγορά του.
Με βάση τα πιο πάνω είμαι της γνώμης ότι ήταν εντός της διακριτικής ευχέρειας του Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων να ερμηνεύσει το νόμο και να τον εφαρμόσει στα γεγονότα με τον τρόπο που το έπραξε και, περαιτέρω, κατά τη γνώμη μου, ορθά κατέληξε στην απόφαση του.
Κάτω από το φως των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος του Αιτητή.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.