ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 405
19 Φεβρουαρίου, 1997
[ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ/στής]
ΑΝΔΡΕΑΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
(ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΗΣ
ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡ. 12/7/96)
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΕΘΝΙΚΗΣ ΦΡΟΥΡΑΣ,
Καθ' ου η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 995/95)
Στρατός της Δημοκρατίας —Αξιωματικοί — Πειθαρχικό δίκαιο — Πειθαρχική ποινή — Επιβολή — Αιτιολογία — Απαραίτητα στοιχεία — Υποχρεωτική η αναφορά και στο συγκεκριμένο κανόνα που παραβιάστηκε.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Λόγοι ακυρώσεως — Έλλειψη αιτιολογίας —Επιβολή πειθαρχικής ποινής σε αξιωματικό του Στρατού — Περιστάσεις του αναιτιολόγητου της.
Ο αιτητής προσέβαλε την πειθαρχική ποινή που του επιβλήθηκε.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
Έχει νομολογηθεί ότι η αιτιολογία πρέπει να αναφέρει και τη νομική βάση της απόφασης, δηλαδή, τον συγκεκριμένο κανόνα που παραβιάζεται. Η ανάγκη αυτή είναι πιο επιτακτική στην παρούσα περίπτωση που ο πειθαρχικός κώδικας έχει δημιουργήσει σωρείαν αδικημάτων (βλ. Πρώτο Πίνακα του Καν. 3 των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς). Εδώ δε γίνεται καμιά μνεία της συγκεκριμένης διάταξης των πειθαρχικών κανονισμών τους οποίους επικαλέστηκε συλλήβδην ο καθού.
Περαιτέρω από το φάκελο και ιδιαίτερα την έκθεση του βοηθού επιτελάρχη, τεκμ. 5, δεν προκύπτουν απευθείας και άμεσα τα συγκεκριμένα στοιχεία επί των οποίων στηρίζονται οι διαπιστώσεις του καθ' ου η αίτηση.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η πειθαρχική ποινή πενθήμερης κράτησης που επιβλήθηκε στον αιτητή.
Σ. Οικονομίδης, για τον Αιτητή.
Λ. Χριστόφορου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Καθ' ου η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Ο αιτητής προσβάλλει την πειθαρχική ποινή πενθήμερης κράτησης που του έχει επιβληθεί την 1/11/95 υπό τις συνθήκες που θα περιγράψω παρακάτω. Πρέπει πρώτα να αναφερθεί ότι ο αιτητής, που άρχισε τη στρατιωτική του σταδιοδρομία τον Ιανουάριο του 1977 στο Στρατό ως ανθυπολοχαγός, υπηρετούσε κατά τον κρίσιμο χρόνο ως Διευθυντής της Διεύθυνσης Στρατονομίας του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς (Γ.Ε.Ε.Φ.). Ας σημειωθεί πως υπηρετεί με απόσπαση στην Εθνική Φρουρά από τότε που διορίστηκε. Και περαιτέρω ότι από την 1/1/92 κατέχει το βαθμό ταγματάρχη, ενώ χρέη Διευθυντή εκτελούσε από 18/7/92 μέχρι και τις 7/12/95 που μετατέθηκε.
Στις 26/8/95 ο αιτητής, με γραπτή του αναφορά, κατήγγειλε πως υπήρξαν κρούσματα κακοποίησης στρατονόμων από αρχαιότερους συναδέλφους τους. Προηγήθηκε, όπως σημειώνει στην αναφορά του, πρόχειρη προφορική εξέταση από το Διοικητή του Λόχου Στρατονομίας - και υφιστάμενο του αξιωματικό -ο οποίος διαπίστωσε πως έγιναν πράγματι κακοποιήσεις. Διατάχθηκε επίσης ανάκριση που απέληξε σε εισήγηση για ποινική δίωξη των εμπλεκόμενων οπλιτών. Παράλληλα η ανάκριση αποκάλυψε ότι οι βιαιοπραγίες κατά των νεώτερων σε σειρά στρατονόμων έλαβαν χώρα εξακολουθητικά στο διάστημα μεταξύ Ιουνίου και Αυγούστου του 1995.
Ο βοηθός επιτελάρχης του Γ.Ε.Ε.Φ., ύστερα από σχετικές εντολές, διενήργησε στη συνέχεια πρόχειρη διοικητική εξέταση για να διαπιστωθεί κατά πόσον υπάρχουν ευθύνες από τα αρμόδια διοικητικά όργανα, δηλαδή, το Διοικητή και άλλα στελέχη της Στρατονομίας (βλέπε τεκμ. 5 στο διοικητικό φάκελο). Το πόρισμα απέδωσε ευθύνη και στον αιτητή, ο οποίος κλήθηκε και υπέβαλε διοικητική απολογία. Τα σχετικά έγγραφα είναι στο φάκελο ως τεκμ. 6 και 7 αντίστοιχα. Ο Αρχηγός Γ.Ε.Ε.Φ. αφού, όπως αναφέρει στην επίδικη επιστολή (ημερ. 1/11/95), έλαβε υπόψη το πόρισμα της πρόχειρης εξέτασης και την απολογία του αιτητή τον έκρινε ένοχο πειθαρχικού παραπτώματος και τον τιμώρησε με κράτηση.
Η έλλειψη ή ανεπάρκεια αιτιολογίας είναι η κύρια αιτία που πρόβαλε ο αιτητής για ακύρωση της απόφασης. Γιαυτό και θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω το ουσιαστικό της μέρος. Ο αιτητής τιμωρήθηκε διότι:
"...ως Δντης της ΔΣΝ/ΓΕΕΦ δεν λάβατε όλα τα απαραίτητα μέτρα και δεν ασκούσατε ουσιαστικό έλεγχο στις Δκσεις των Μονάδων σας, με αποτέλεσμα να μην εντοπισθούν έγκαιρα σοβαρής έκτασης περιστατικά κακοποίησης σε βάρος εννέα (9) Στρατονόμων που εκδηλώθηκαν εξακολουθητικά στο διάστημα Ιουνίου-Αυγούστου 95...."
Ο δικηγόρος του αιτητή χαρακτήρισε την παραπάνω αιτιολογία ασαφή. Παραπονέθηκε επίσης ότι αυτή δεν εξειδικεύει τα ειδικά μέτρα που έπρεπε να είχε λάβει ο αιτητής για την αποσόβηση των βασανισμών. Κατά την αντίληψη του οι σχετικές φράσεις της αιτιολογίας δεν αποκαλύπτουν τα στοιχεία με βάση τα οποία ο κα-θού διαμόρφωσε την κρίση του. Η γενικότης τους φαίνεται από το ότι θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να δικαιολογήσουν, κατά παράβαση των νομολογιακών αρχών, κάθε άλλη περίπτωση. Ο άλλος λόγος ακυρότητας που προβλήθηκε είναι ότι δεν έγινε δέουσα έρευνα διότι δεν σχολιάζονται τα συγκεκριμένα μέτρα που ο αιτητής αναφέρει στην απολογία του ότι έλαβε στο προκείμενο. Ο δικηγόρος του καθού η αίτηση αντέκρουσε δι' ολίγων και τους δύο λόγους, ισχυριζόμενος πως υπάρχει έγκυρη αιτιολογία και ότι της επίδικης απόφασης προηγήθηκε η πρέπουσα έρευνα.
Δεν μπορώ να συμφωνήσω με τον δικηγόρο της Δημοκρατίας. Εν πρώτοις έχει νομολογηθεί ότι η αιτιολογία πρέπει να αναφέρει και τη νομική βάση της απόφασης, δηλαδή, τον συγκεκριμένο κανόνα που παραβιάζεται. Η ανάγκη αυτή είναι πιο επιτακτική στην παρούσα περίπτωση που ο πειθαρχικός κώδικας έχει δημιουργήσει σωρείαν αδικημάτων (βλ. Πρώτο Πίνακα του Καν. 3 των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς). Εδώ δε γίνεται καμιά μνεία της συγκεκριμένης διάταξης των πειθαρχικών κανονισμών τους οποίους επικαλέστηκε συλλήβδην ο καθού (βλ. τεκμ. 6 στο διοικητικό φάκελο). Την άποψη μου ισχυροποιεί η απόφαση αρ. 299/89 του Συμβουλίου της Επικρατείας, τη σύνοψη της οποίας παραθέτω:
"...οι επιβαλλόμενες πειθαρχικές ποινές πρέπει να είναι πλήρως αιτιολογημένες υπό την έννοια ότι πρέπει να διαλαμβάνουν ειδικώς και συγκεκριμένως τα συνιστώντα το αποδιδόμενον πειθαρχικό παράπτωμα πραγματικά περιστατικά και τα στοιχεία που θεμελιώνουν την υπαιτιότητα του τιμωρηθέντος.
...η προσβαλλόμενη πράξη πρέπει να ακυρωθεί διότι η αιτιολογία της ποινής δια της οποίας αποδίδεται αορίστως εις τον αιτούντα αβασάνιστος αποδοχή υπό των υπευθύνων αξιωματικών μελών του ΕΕΣ δοθείσης ερμηνείας όλων συλλήβδην των διατάξεων του νόμου περί στρατολογίας, άνευ άλλης τινός εξειδικεύσεως, είναι εντελώς ανεπαρκής δια να στήριξη την πράξιν αυτήν."
Περαιτέρω από το φάκελο και ιδιαίτερα την έκθεση του βοηθού επιτελάρχη, τεκμ. 5, δεν προκύπτουν απευθείας και άμεσα τα συγκεκριμένα στοιχεία επί των οποίων στηρίζονται οι διαπιστώσεις του καθού η αίτηση.
Η απόφαση ακυρώνεται για ανεπαρκή αιτιολογία σύμφωνα με το αρθρ. 146.4 (β) του Συντάγματος. Με έξοδα εναντίον της Δημοκρατίας.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.