ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Δημοκρατία ν. Πογιατζή (1992) 3 ΑΑΔ 422
Γεωργιάδης Tάκης K. ν. Aρχής Hλεκτρισμού Kύπρου (1996) 3 ΑΑΔ 249
Hardacre Δημητριάδου Γεωργία ν. Δημοκρατίας (1994) 4 ΑΑΔ 182
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(1997) 4 ΑΑΔ 29
9 Ιανουαρίου, 1997
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΟΛΥΝΕΙΚΗΣ
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υποθέσεις Αρ. 290/95, 929/95)
Διοικητικό Δίκαιο — Διοικητική πράξη — Τεκμήριο νομιμότητας — Αμάχητο μετά την πάροδο της προς προσφυγή προθεσμίας — Συνέπειες του τεκμηρίου ειδικά επί προαγωγής όταν προσόν απαιτούμενο για την ανώτερη θέση προβλεπόταν ομοίως και για την κατώτερη — Ερμηνεία και υιοθέτηση της Δημοκρατία ν. Πογιατζή.
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Προαγωγές — Σύσταση του Προϊσταμένου του Τμήματος —Αιτιολογία —Πάσχουσα αιτιολογία θεμελιούμενη στην εσωτερική ανάθεση καθηκόντων στον υποψήφιο — Όροι σαφήνειας της αιτιολογίας για να επιτρέπεται δικαστικός έλεγχος.
Ο αιτητής προσέβαλε τις δύο πράξεις προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών σε Πρώτους Ιατρικούς Λειτουργούς.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας τις επίδικες αποφάσεις αποφάσισε ότι:
1. Η υπόθεση Πογιατζή (ανωτέρω) δεν αφήνει τα περιθώρια που εισηγείται ο αιτητής αφού, όπως είναι η αιτιολογική της βάση, άπτεται κατ' ευθείαν και της δυνατότητας υποσκελισμού όσων η κατοχή της ορισμένης θέσης επιβάλλει ως πραγματικότητα. Η απόφαση της Ολομέλειας προσδιορίζει τα επακόλουθα του γεγονότος της κατοχής της θέσης εξ αντικειμένου, ανεξάρτητα από το πώς η διοίκηση θα αποφάσιζε να ενεργήσει κατά περίπτωση.
2. Δεν μπορεί να υπάρξει καμιά αμφιβολία εν προκειμένω πως στο πλαίσιο του συνόλου της σύστασης, εκείνο που εξειδικεύθηκε ως καθιστούν την ενδιαφερόμενη καταλληλότερη, ήταν "οι εμπειρίες τις οποίες έχει στον τομέα αυτό". Καταφανώς λειτούργησε η εσωτερική ανάθεση καθηκόντων σε βάρος του αιτητή και γι' αυτό το λόγο η σύσταση πάσχει.
3. Η δεύτερη σύσταση του Διευθυντή ενέχει στοιχεία αοριστίας και γενικότητας. Δεν γίνεται αντιληπτό πως ο Διευθυντής μπόρεσε να δει την ελαφρά διαφορά στην οργανωτική και διοικητική πείρα όταν αυτή συναρτήθηκε, δυνητικά μάλιστα, προς την απομακρυσμένη αρχαιότητα του ενδιαφερομένου προσώπου που αφορούσε όχι στην ημερομηνία πρόσληψης τους αλλά προαγωγής τους στην προηγούμενη θέση, το 1980 και 1982 αντίστοιχα. Δημιουργούνται ερωτηματικά ως προς την έννοια με την οποία χρησιμοποίησε τον όρο κατά προφανή αντιδιαστολή προς την οργανωτική και διοικητική ικανότητα, ως προς την οποία δεν είδε διαφορά. Και η απόπειρα εξαγωγής συμπερασμάτων από το περιεχόμενο των φακέλων, στην προκείμενη περίπτωση θα συνεπαγόταν πιθανολογήσεις που δεν θα ήταν δυνατό να θεωρηθούν εξ αντικειμένου ως η πραγματική αιτιολογική βάση της σύστασης. Η σύσταση δεν ανταποκρίνεται στην απαίτηση για αιτιολογία κατά το σαφή και συγκεκριμένο τρόπο που θα επέτρεπε το δικαστικό έλεγχο και, για το λόγο αυτό, πάσχει.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Δημοκρατία ν. Πογιατζή (1992) 3 Α.Α.Δ. 422,
Καραγιάννης ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 1280,
Λοϊζίδη ν. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (1996) 4 Α.Α.Δ. 2205,
Γεωργιάδης ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1996) 3 Α.Α.Δ. 249.
Προσφυγές.
Προσφυγές με τις οποίες προσβάλλεται η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας με την οποία προήγαγε τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα στη θέση Πρώτου Ιατρικού Λειτουργού αντί του αιτητή.
Α. Κωνσταντίνου, για τον Αιτητή.
Α. Βασιλειάδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Α. Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο μέρος Στ. Δημητρίου.
Ι. Νικολάου, για το Ενδιαφερόμενο μέρος Α. Πέτεβη.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την 1 Φεβρουαρίου 1995, με διαδοχικές αποφάσεις σε ξεχωριστές διαδικασίες, η Επιτροπή προήγαγε τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα Σταυρούλλα Δημητρίου και Ανδρέα Πέτεβη στη θέση του Πρώτου Ιατρικού Λειτουργού. Ο αιτητής ήταν συνυποψήφιος τους και με τις δυο προσφυγές του προσέβαλε το κύρος των προαγωγών. Οι προσφυγές συνεκδικάστηκαν.
Τα πρώτα που πρέπει να εξεταστούν, αφορούν στα προσόντα του Α. Πέτεβη. Ειδικά στην κρίση της ΕΔΥ πως κατείχε την πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας και, "μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν στη Δημόσια Υγεία ή τη Διοίκηση Υπηρεσιών Υγείας ή/και Νοσοκομείων" που απαιτούσε το σχέδιο υπηρεσίας. Οι υπόλοιποι ισχυρισμοί αφορούν στη σύσταση του Διευθυντή Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας.
Ως προς την αγγλική γλώσσα.
Το ζήτημα είναι αν το δίπλωμα ΒΑ (Hons) in Health Services Management που απέκτησε ο Α. Πέτεβης μετά από φοίτηση ενός. ακαδημαϊκού έτους στο Philips College δημιουργούσε τεκμήριο πολύ καλής γνώσης ώστε να μήν απαιτείται περαιτέρω έρευνα. Αναγνώρισε κατά τις διευκρινίσεις ο κ. Κωνσταντίνου ότι διέλαθε της προσοχής του πως, σύμφωνα με το ερυθρό 70 στο φάκελλο του Α. Πέτεβη, οι παραδόσεις και οι εξετάσεις γίνονταν στην αγγλική γλώσσα και δέκτηκε πως, για να χρησιμοποιήσω τη δική του διατύπωση, αποδυναμώνεται το επιχείρημα του. Συμφωνώ πως στο πλαίσιο των δεδομένων, η κρίση της ΕΔΥ ήταν ευλόγως επιτρεπτή.
Ως προς το μεταπτυχιακό
Το συζητούμενο προσόν απαιτείτο και για τη θέση του Ανώτερου Ιατρικού Λειτουργού που κατείχε ο Α. Πέτεβης και συμφωνούν όλοι πως, πάνω στη βάση της απόφασης της Ολομέλειας στην υπόθεση Κυπριακή Δημοκρατία ν. Πάμπου Πογιατζή (1992) 3 Α.Α.Δ. 422, δεν χρειαζόταν άλλη έρευνα. Η ΕΔΥ όμως ερεύνησε το θέμα και είναι η εισήγηση του αιτητή πως στοιχειοθετείται πλέον λόγος ακυρότητας εφόσον από τα στοιχεία που εξασφαλίστηκαν, όπως ισχυρίζεται, δεν ήταν ευλόγως επιτρεπτή η κρίση για την ανταπόκριση του διπλώματος του αιτητή στις απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας. Επικαλέστηκε ως κατ' αναλογία εφαρμόσιμη τη νομολογία αναφορικά με τον έλεγχο αιτιολογίας που παρέχεται "οικειοθελώς" και τις πρωτόδικες αποφάσεις στις υποθέσεις Γεωργία Δημητριάδου - Hardacre ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 182, Ιωάννης Μ. Καραγιάννης ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 1280 και Κύρος Ανδρέα Λοϊζίδη ν. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (1996) 4 Α.Α.Δ. 2205.
Οι καθ' ων η αίτηση και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο έχουν διαφορετική άποψη ως προς τα συμπεράσματα τα οποία θα μπορούσαν να εξαχθούν από τα στοιχεία που η έρευνα έφερε στην επιφάνεια αλλά αμφισβητούν και το νομικά επιτρεπτό της παραγνώρισης του γεγονότος ότι ήδη ο Α. Πέτεβης θεωρήθηκε ότι κατείχε το προσόν όταν προάχθηκε στη θέση του Ανώτερου Ιατρικού Λειτουργού. Τριετής τουλάχιστον υπηρεσία στην οποία, ας σημειωθεί, επίσης απαιτείται ως προσόν.
Συμφωνώ πως η υπόθεση Πάμπος Πογιατζής (ανωτέρω) δεν αφήνει τα περιθώρια που εισηγείται ο αιτητής αφού, όπως είναι η αιτιολογική της βάση, άπτεται κατ' ευθείαν και της δυνατότητας υποσκελισμού όσων η κατοχή της ορισμένης θέσης επιβάλλει ως πραγματικότητα. Η απόφαση της Ολομέλειας προσδιορίζει τα επακόλουθα του γεγονότος της κατοχής της θέσης εξ αντικειμένου, ανεξάρτητα από το πώς η διοίκηση θα αποφάσιζε να ενεργήσει κατά περίπτωση. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα της απόφασης από τις σελίδες 428 και 429:
"Ως εκ τούτου η κοινή λογική αναντίρρητα επιβάλλει, και δεν χρειαζόταν οποιαδήποτε παραπέρα "έρευνα" από την ΕΔΥ, να κρίνει ως πραγματικό γεγονός ότι ο προαχθείς διέθετε το επίμαχο προσόν, που είναι το ίδιο με αυτό που απαιτείται για τη θέση, στην οποία διορίστηκε από 1.3.84. Το συμπέρασμα όμως αυτό δεν επιβάλλεται μόνο από την κοινή λογική, αλλά και παγιώνεται από την αρχή του διοικητικού δικαίου περί της νομιμότητας του διορισμού του ενδιαφερομένου προσώπου στην προηγούμενη θέση, που ουδέποτε προσεβλήθη. Οποιαδήποτε "έρευνα" από την ΕΔΥ για το επίμαχο προσόν, όπως την έχει εισηγηθεί στο πρωτόδικο Δικαστήριο και ενώπιον μας ο δικηγόρος του εφεσίβλητου, θα απέληγε στην πράξη σε αναψηλάφιση του διορισμού του προαχθέντος, που έγινε την 1.3.84 στη θέση ειδικού ιατρού, πράγμα νομικά ανεπίτρεπτο".
Το θέμα στις υποθέσεις Γεωργία Δημητρίου-Hardacre και Ιωάννης Μ. Καραγιάννης, (ανωτέρω) στην έκταση που μπορεί να θεωρηθεί ανάλογο, δεν εξετάστηκε κάτω από το πρίσμα της απόφασης στην Πάμπος Πογιατζής. Εκείνες δε οι αποφάσεις στηρίχτηκαν σε υποθέσεις που εξετάστηκαν στην Πάμπος Πογιατζής ως η βάση πάνω στην οποία είχε εκδοθεί η ανατραπείσα πρωτόδικη απόφαση. Η υπόθεση Κύρος Ανδρέα Λοϊζίδη (ανωτέρω) αφορούσε στο διαφορετικό ζήτημα της ανατροπής του μαχητού τεκμηρίου της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας που θεμελίωνε η αποφοίτηση από αγγλικά εκπαιδευτικά ιδρύματα, λόγω της αποτυχίας του υποψηφίου σε επί τούτου γραπτές εξετάσεις.
Οι συστάσεις
Οι δυο συστάσεις του Διευθυντή αφορούσαν όπως σημείωσα, σε ξεχωριστές διαδικασίες και θα κριθούν αυτοτελώς υπό το πρίσμα των ιδιαίτερων σημείων που εγέρθηκαν ως προς την κάθε μια. Όπου αναφέρομαι συνολικά σ' αυτές ή σε στοιχεία που αφορούν και στους τρεις υποψηφίους, το κάμνω μόνο για λόγους οικονομίας.
Οι εμπιστευτικές/υπηρεσιακές εκθέσεις αναδεικνύουν και τους τρεις ως εξαίρετους λειτουργούς. Το σημείωσε και η ΕΔΥ πως από αυτή την άποψη ήταν περίπου ισοδύναμοι. Το ίδιο και ως προς τα προσόντα. Είχαν και οι τρεις προαχθεί στη θέση του Ανώτερου Ιατρικού Λειτουργού στις 15 Ιουνίου 1991, αλλά η Στ. Δημητρίου ήταν αρχαιότερη των άλλων δυο στην προηγούμενη θέση. Προσλήφθηκε ως Ιατρικός Λειτουργός 2ης τάξης στις 15 Ιουλίου 1974 και προάχθηκε στη θέση του Ιατρικού Λειτουργού Πρώτης Τάξης την 1 Μαΐου 1977. Ο Α. Πέτεβης ήταν κατά ανάλογο τρόπο, αν και σε μικρότερη έκταση, αρχαιότερος του αιτητή. Προσλήφθηκαν και οι δυο στη θέση Ιατρικού Λειτουργού 2ης τάξης στις 2 Μαΐου 1977 αλλά οι αντίστοιχες ημερομηνίες προαγωγής τους στη θέση Ιατρικού Λειτουργού 1ης τάξης ήταν οι 1.1.80 και 15.3.82.
Με αυτά υπόψη ο κ. Αγγελίδης, εκ μέρους της Στ. Δημητρίου διερωτήθηκε: "Ήσαν εξαίρετοι και οι δυο. Είχαν και οι δυο ανώτατα προσόντα και η αιτήτρια (η Στ. Δημητρίου προφανώς) ήταν αρχαιότερη. Γιατί πάσχει λοιπόν η σύσταση;" Θα μπορούσε να εξεταστεί το θέμα κάτω από τέτοιο πρίσμα αν η σύσταση αιτιολογείτο με αναφορά σ' αυτά. Όπως όμως θα δούμε, αιτιολογείται διαφορετικά και αντικείμενο του ελέγχου δεν μπορεί παρά να είναι η αιτιολογία που δόθηκε.
Επίσης δεν μπορώ να δεκτώ και την παρεμφερή εισήγηση του κ. Αγγελίδη πως για να ήταν δυνατό να επιτύχει ο αιτητής θα έπρεπε να καταδείξει έκδηλη υπεροχή. Η κρίση περί την "έκδηλη υπεροχή" διαμορφώνεται με εξακριβωμένα τα στοιχεία που συνθέτουν τη συγκριτική καταλληλότητα των υποψηφίων, με γνώμονα τα κριτήρια της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας. Εδώ τελούν υπό αμφισβήτηση οι συστάσεις που συναρτώνται προς το κριτήριο της αξίας. Προσμέτρησαν κατά τη λήψη της τελικής απόφασης και αναπόφευκτα θα ακυρωθούν οι προαγωγές εφόσον διαπιστώνονται τα ανεπίτρεπτα που εισηγείται ο αιτητής σε σχέση με την αιτιολόγηση τους.
Η σύσταση για τη Στ. Δημητρίου
Το πρώτο μέρος της σύστασης αναφέρεται γενικά στην κρίση του Διευθυντή πως είναι η καταλληλότερη. Περιλαμβάνει γενική αναφορά στα "νομολογημένα κριτήρια", στους φακέλλους και στην προσωπική γνώση του Διευθυντή "σε ό,τι αφορά το σύνολο της προσφοράς και τις δυνατότητες που έχουν για την ανάπτυξη των Υπηρεσιών Υγείας". Δεν αποκαλύπτει αυτή η παράγραφος την ειδοποιό διαφορά που κατά την κρίση του καθιστούσε τη συστηθείσα καταλληλότερη και δεν ανταποκρίνεται από μόνη της στη νομοθετική απαίτηση για αιτιολόγηση.
Η δεύτερη παράγραφος αναφέρεται στο γεγονός ότι η Στ. Δημητρίου εργάζεται στα κεντρικά γραφεία των Ιατρικών Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας από το 1991 και επίσης στο γεγονός ότι έχει δείξει "οργανωτικές και διοικητικές ικανότητες" τόσο "στον τομέα του Προϋπολογισμού Ανάπτυξης και του εξοπλισμού Νοσοκομείων πάνω σε παγκύπρια βάση" όσο και "ως Πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής, που συντονίζει τα προγράμματα για την πρόληψη της νόσου του AIDS, με επιτυχία". Ο αιτητής επικαλέστηκε και τη δική του οργανωτική και διοικητική πείρα όπως την καταμαρτυρεί η "εξαίρετη" βαθμολογία του στη "διευθυντική/διοικητική ικανότητα" αλλά και τα όσα ανέφερε γι' αυτά ο Διευθυντής την ίδια μέρα, όταν προέβαινε στη σύσταση του για τη δεύτερη θέση.
Ο κ. Αγγελίδης δέκτηκε πως ούτε αυτά καταγράφησαν για να δηλωθεί πως ήταν γι' αυτούς τους λόγους που συστήθηκε η Στ. Δημητρίου. Γράφει στην αγόρευση του: "Μα ο Διευθυντής ΔΕΝ ισχυρίστηκε ότι το ενδιαφ. πρόσωπο υπερτερούσε του αιτητή στο σημείο τούτο. Απλά αναφέρετο σε ένα γεγονός, ότι δεν απέτυχε το ενδιαφ. πρόσωπο στο κριτήριο αυτό που είναι για την υπό εξέταση θέση το κύριο καθήκον και ευθύνη." Θα μπορούσε δε να προστεθεί εδώ πως ο ίδιος ο διευθυντής κατά την αξιολόγηση του αιτητή στις υπηρεσιακές εκθέσεις αναφέρει, μεταξύ άλλων, πως "οι διοικητικές και οργανωτικές ικανότητες του είναι εξαίρετες και αυτό φαίνεται στην ικανότητα του να ελέγχει το έργο του τομέα ευθύνης του σε ασυνήθιστα ψηλό βαθμό". Και επίσης ότι "η εκτέλεση νέων εργασιών και προγραμμάτων επιτελείται στον ανώτατο βαθμό και γι' αυτό και ο Υπουργός και ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Υγείας τον διόρισαν εκπρόσωπο τους στη Τεχνική Επιτροπή για τη μελέτη και εφαρμογή του Γενικού Σχεδίου Υγείας και της οποίας προεδρεύει για ένα χρόνο τώρα με εξαιρετικά διευθυντικά και διοικητικά προσόντα".
Εκείνο που προκύπτει από το σύνολο της σύστασης ως η αιτιολογία της, εντοπίζεται στην τελευταία παράγραφο:
"Οι εμπειρίες τις οποίες έχει η Δημητρίου στον τομέα αυτό την καθιστούν ικανή για να εκτελέσει τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης Πρώτου Ιατρικού Λειτουργού, σε ικανοποιητικότερο βαθμό από τους άλλους δυο υποψηφίους και γενικά την κρίνω ως την καταλληλότερη για να αποδώσει στα καθήκοντα αυτά".
Είναι η εισήγηση του αιτητή πως με τον τρόπο αυτό θυματοποιήθηκε γιατί ουσιαστικά προτιμήθηκε η Στ. Δημητρίου με αναφορά στα καθήκοντα που της ανατέθηκαν, αντίθετα προς τις αρχές που διέπουν το θέμα όπως τις επανατόνισε εντελώς πρόσφατα η Ολομέλεια στην υπόθεση Τάκης Κ. Γεωργιάδης ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1996) 3 Α.Α.Δ. 249.
Οι καθ' ων η αίτηση και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο διαφώνησαν, αλλά δεν έχουν δίκαιο. Δεν μπορεί να υπάρξει καμιά αμφιβολία πως στο πλαίσιο του συνόλου της σύστασης, εκείνο που εξειδικεύθηκε ως καθιστούν την Στ. Δημητρίου καταλληλότερη, ήταν "οι εμπειρίες τις οποίες έχει... στον τομέα αυτό". Καταφανώς λειτούργησε η εσωτερική ανάθεση καθηκόντων σε βάρος του αιτητή και γι' αυτό το λόγο η σύσταση πάσχει.
Η σύσταση για τον Α. Πέτεβη
Σ' αυτή την περίπτωση ο Διευθυντής αναφέρθηκε στις οργανωτικές και διοικητικές ικανότητες που επέδειξαν και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο και ο αιτητής. Δεν χρειάζεται να τα παραθέσω. Ακολουθούνται από τη διευκρίνιση του ίδιου του Διευθυντή πως "μετά από αυτά που ανέφερα θεωρώ ότι οι δυο υποψήφιοι είναι ίσοι σε ό,τι αφορά στην προσφορά εργασίας και στα προσόντα". Εκείνο που σαφώς προκύπτει ως η αιτιολογία της σύστασης του, περιέχεται στην ακόλουθη φράση:
"Από απόψεως οργανωτικής και διοικητικής πείρας, υπερέχει ελαφρά ο Πέτεβης, ίσως λόγω και της αρχαιότητας που έχει έναντι του Πολυνείκη, και γι' αυτό το λόγο συστήνω τον Πέτεβη Ανδρέα ως καταλληλότερο για να ασκεί τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης."
Η ΕΔΥ διχάστηκε. Κατά τη γνώμη της πλειοψηφίας (τρία μέλη) η σύσταση, η οποία, όπως σημειώνεται, έκλινε την πλάστιγγα, είναι αιτιολογημένη και συνάδει με τα στοιχεία των Φακέλλων. Κατά τη γνώμη της μειοψηφίας (ο Πρόεδρος και ένα μέλος) η αιτιολόγηση ως προς την πείρα των υποψηφίων "δεν είναι σύμφωνη με τα στοιχεία των φακέλλων". Αναφέρεται στη γνώμη της μειοψηφίας ποια στοιχεία έχει υπόψη της αλλά βρίσκεται ενώπιον μου και η αντίληψη των διαδίκων ως προς αυτά. Ο κάθε ένας βλέποντας το θέμα από τη δική του σκοπιά, εντοπίζει το ένα ή το άλλο ως ενδεικτικό μεγαλύτερης οργανωτικής και διοικητικής πείρας.
Δεν νομίζω ότι είναι ορθό να εμπλακώ σε τέτοιου είδους αναζητήσεις. Η σύσταση του Διευθυντή ενέχει στοιχεία αοριστίας και γενικότητας. Νομίζω πως δεν θα την αδικούσα αν την χαρακτήριζα νεφελώδη. Δεν μπορώ να αντιληφθώ πως ο Διευθυντής μπόρεσε να δει την ελαφρά διαφορά στην οργανωτική και διοικητική πείρα όταν αυτή συναρτήθηκε, δυνητικά μάλιστα, προς την απομακρυσμένη αρχαιότητα του ενδιαφερομένου προσώπου που αφορούσε όχι στην ημερομηνία πρόσληψης τους αλλά προαγωγής τους στην προηγούμενη θέση, το 1980 και 1982 αντίστοιχα. Δημιουργούνται ερωτηματικά ως προς την έννοια με την οποία χρησιμοποίησε τον όρο κατά προφανή αντιδιαστολή προς την οργανωτική και διοικητική ικανότητα, ως προς την οποία δεν είδε διαφορά. Και η απόπειρα εξαγωγής συμπερασμάτων από το περιεχόμενο των φακέλλων, στην προκείμενη περίπτωση θα συνεπαγόταν πιθανολογήσεις που δεν θα ήταν δυνατό να θεωρηθούν εξ αντικειμένου ως η πραγματική αιτιολογική βάση της σύστασης. Η σύσταση δεν ανταποκρίνεται στην απαίτηση για αιτιολογία κατά το σαφή και συγκεκριμένο τρόπο που θα επέτρεπε το δικαστικό έλεγχο και, για το λόγο αυτό, πάσχει.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα. Οι προσβαλλόμενες αποφάσεις ακυρώνονται. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή για να εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.