ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 4 ΑΑΔ 2104

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 850/95

Ενώπιον: ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:-

Χρ. Καποδίστριας και Υιοί Λτδ

Αιτητών

και

Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας

Καθ΄ ων η Αίτηση

_ _ _ _ _ _ _ _

11 Σεπτεμβρίου, 1997

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ

Για την Αιτήτρια Εταιρεία: Κος. Κ. Καποδίστριας.

Για τους Καθ΄ ων η Αίτηση: Κος. Γ. Τριανταφυλλίδης.

_ _ _ _ _ _ _ _

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(α) Τα γεγονότα

Η αιτήτρια εταιρεία, που είναι ιδιοκτήτρια οικοδομής στη Λεωφόρο Καντάρας στη Λευκωσία, στις 13/6/1995 αποτάθηκε στο Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας για την υδροδότηση της πιο πάνω οικοδομής. Στην Άδεια Οικοδομής που είχε επισυναφθεί στη σχετική αίτηση για υδροδότηση, οι οικοδομικές εργασίες της οικοδομής περιγράφονταν ως:

"Υποσταθμός Α.Η.Κ. και χώρος στάθμευσης στο υπόγειο, ενιαία μονάδα πωλήσεως εξαρτημάτων με εκθεσιακό, αποθηκευτικό και γραφειακό χώρο στο ισόγειο, μεσοπάτωμα και πρώτο όροφο καθώς και γραφεία στο δεύτερο όροφο".

Επιπρόσθετα στη σχετική αίτηση για παροχή νερού η αιτήτρια εταιρεία περιέγραψε την οικοδομή ως "αποθηκευτικό χώρο - εκθεσιακό χώρο - γραφεία".

Οι καθ΄ων η αίτηση εξέτασαν την αίτηση και με βάση ότι η οικοδομή ήταν "αποθηκευτικός χώρος - εκθεσιακός χώρος - γραφεία", καθόρισαν τα σχετικά δικαιώματα σε £523,83 σεντ αφού θεώρησαν ότι έπρεπε να καταβληθούν 15% μόνο των συνολικών δικαιωμάτων και τούτο γιατί η οικοδομή σαν "αποθήκη" ετύγχανε της εξαίρεσης του Κανονισμού 5 των Περί Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Κανονισμών του 1987 όπως έχουν τροποποιηθεί με την Κ.Δ.Π. 387/91 της 27/12/1991. Η αιτήτρια εταιρεία κατέβαλε το πιο πάνω ποσό στις 13/6/1995, μαζί με ένα επιπρόσθετο ποσό £30 για Πάγιο ποσό εγκατάστασης και £5 για Δικαιώματα σύνδεσης.

Στις 29/6/1995 ο Α. Μαϊμαρίδης, Πρώτος Γραφέας των καθ΄ων η αίτηση, πληροφόρησε την αιτήτρια εταιρεία ότι σύμφωνα με τους σχετικούς κανονισμούς το πληρωτέο ποσό ήταν £3.492,22 σεντ και όχι £523,83 σεντ όπως είχε καθοριστεί ως αποτέλεσμα λανθασμένης ερμηνείας των κανονισμών και η αιτήτρια εταιρεία κλήθηκε όπως καταβάλει τη διαφορά των £2.968,32 σεντ. Την ίδια θέση υιοθέτησε στις 25/7/1995 και ο Διευθυντής του Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, που πληροφόρησε εγγράφως την αιτήτρια εταιρεία ότι σύμφωνα με τους σχετικούς κανονισμούς που προβλέπουν ότι σε μεγάλες οικοδομές πέραν των 50.000 κ.π. επιβάλλεται δικαίωμα 1 σεντ/ανά κυβικό πόδι, το πληρωτέο ποσόν ήταν £3.492,22 σεντ. Επειδή δε είχε ήδη καταβληθεί ποσό £523,83 σεντ η αιτήτρια εταιρεία κλήθηκε να καταβάλει το υπόλοιπο ποσό των £2.968,32 σεντ μέχρι τις 28/8/1995.

H αιτήτρια εταιρεία διαμαρτυρήθηκε εγγράφως για τη διαφοροποίηση των σχετικών δικαιωμάτων, αλλά κατέβαλε το ποσό των £2.968,32 σεντ στις 5/9/1995 με επιφύλαξη δικαιωμάτων και στις 3/10/1995 κατεχώρησε την παρούσα προσφυγή με την οποία ζητά την ακύρωση της απόφασης για την καταβολή του ποσού των £2.968,32 σεντ.

(β) Ανάκληση του καθορισμού των σχετικών δικαιωμάτων

Η απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση να καθορίσουν τα σχετικά δικαιώματα σε £523,83 σεντ στις 13/6/1995, ανακλήθηκε στις 29/6/1995 όταν οι καθ΄ ων η αίτηση πληροφόρησαν την αιτήτρια εταιρεία ότι ως αποτέλεσμα λανθασμένης ερμηνείας των Κανονισμών έπρεπε να είχαν καταβληθεί £3.492,22 σεντ και όχι £523,83 σεντ.

Ανάκληση, είναι η διοικητική πράξη που καταργεί, για το μέλλον ή αναδρομικά, μια άλλη διοικητική πράξη. Το θέμα της ανάκλησης εξετάστηκε στην υπόθεση Moschovakis v. Cyprus Broadcasting Corporation (1988) 3 C.L.R. 750, όπου ο Δικαστής Πικής υιοθέτησε περιληπτικά τις αρχές όπως αναφέρονται στο "Δίκαιο των Διοικητικών Διαφορών" του Μ. Στασινόπουλου, (1951) σ. 230, ως ακολούθως:

(1) Η Διοίκηση έχει το δικαίωμα να ανακαλέσει μια προηγούμενη διοικητική πράξη.

(2) Το πιο πάνω δικαίωμα δεν είναι απεριόριστο αλλά υπόκειται στην αρχή ότι η Διοίκηση θα πρέπει να εφαρμόζει τον κανόνα της καλής πίστης και να λαμβάνει υπόψη τη δημιουργία δικαιωμάτων ως αποτέλεσμα της διοικητικής πράξης.

(3) Μια νόμιμη διοικητική πράξη δεν μπορεί να ανακληθεί αν έχουν δημιουργηθεί πραγματικές καταστάσεις που δεν επιτρέπουν την ανατροπή τους.

(4) Μια παράνομη διοικητική πράξη μπορεί να ανακληθεί νοουμένου ότι η ανάκληση γίνεται μέσα σε "εύλογο χρονικό διάστημα".

(5) Τι είναι "εύλογο χρονικό διάστημα" εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε περίπτωσης.

(6) Το κώλυμα του εύλογου χρονικού διαστήματος δεν μπορεί να προβληθεί όταν ο διοικούμενος με τις πράξεις ή παραλείψεις του έχει συνεισφέρει στη δημιουργία της παράνομης πράξης (Αλέξανδρος Σολέας και Υιός Λτδ. ν. Υπουργού Οικονομικών και Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 395/92 της 8/4/1993).

Ο προσδιορισμός του τι είναι εύλογο χρονικό διάστημα δεν είναι εύκολος και η διακύμανση της χρονικής διάρκειας εξαρτάται από τις ειδικές συνθήκες της κάθε περίπτωσης. Στην Κύπρο έχει αποφασιστεί ότι μια ανάκληση ταξινόμησης εμπορευμάτων μετά πάροδο 21 μηνών θεωρήθηκε ότι έγινε μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα (A.S. Antoniades and Co. v. Republic (1965) 3 C.L.R. 623), όπως επίσης και μια ανάκληση άδειας εξόρυξης μεταλλείου που έγινε 12 μήνες μετά την έκδοση της σχετικής άδειας. (Yiangou v. The Republic (1975) 3 C.L.R. 228.) Στην υπόθεση Ν.Σ. Πισσαρίδης Λτδ. ν. Δημοκρατίας (Προσφυγή Αρ. 493/86 της 28/7/1990) το Δικαστήριο βρήκε ότι μια ανάκληση δασμολογικής απόφασης που έγινε μετά πάροδο 21/2 μηνών είχε γίνει μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα σε αντίθεση με μια άλλη ανάκληση που έγινε στην ίδια υπόθεση μετά πάροδο 15 μηνών, που κρίθηκε ότι δεν έλαβε χώρα μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα.

Στην παρούσα περίπτωση η λανθασμένη ερμηνεία των σχετικών Κανονισμών οδήγησε στην επιβολή δικαιωμάτων, άλλων από εκείνων που έπρεπε να επιβληθούν. Η παρερμηνεία των σχετικών Κανονισμών οδήγησε στη λήψη μιας λανθασμένης απόφασης. Η ανάκληση της λανθασμένης απόφασης έγινε μερικές μέρες μετά την πρώτη διοικητική πράξη καθορισμού των δικαιωμάτων. Συνεπώς βρίσκω ότι δεν υφίσταται κώλυμα στην ανάκληση της.

(γ) Προδικαστική Ένσταση

Είναι η θέση των καθ΄ων η αίτηση ότι η προσφυγή που καταχωρήθηκε στις 3/10/1995 είναι εκπρόθεσμη αφού η εκτελεστή πράξη που έπρεπε να προσβληθεί ήταν η επιστολή της 29/6/1995 και όχι η επιστολή της 25/7/1995. Η θέση της αιτήτριας εταιρείας είναι ότι η επιστολή της 29/6/1995 δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη αφού δεν υπογράφεται από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 11(2) του Περί Υδατοπρομήθειας (Δημοτικές και άλλες Περιοχές) Νόμου Κεφ.350, που προνοεί ότι,

"Notices and all documents and communications from the Board shall be signed by the Chairman and communications to the Board shall be addressed to the Chairman".

Eίναι ορθό ότι η επιστολή της 29/6/1995 δεν υπογράφεται από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου. Όμως η επιστολή που υπογράφεται από τον Α. Μαϊμαρίδη, Πρώτο Γραφέα, αναφέρει ρητά ότι η επιστολή αποστέλλεται κατόπιν οδηγιών του Διευθυντή. Συνεπακόλουθα ο ισχυρισμός της αιτήτριας εταιρείας ότι η επιστολή της 29/6/1995 δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη δεν ευσταθεί. Αντίθετα έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ανάκληση του πρώτου καθορισμού των σχετικών δικαιωμάτων έγινε με την επιβολή των καθ΄ ων η αίτηση της 26/9/1995 που αποτελεί εκτελεστή διοικητή πράξη. Συνεπακόλουθα η προσφυγή που καταχωρήθηκε στις 3/10/1995 είναι εκπρόθεσμη και ως τέτοια απορρίπτεται.

(δ) Η ουσία της προσφυγής

Ανεξάρτητα από το πιο πάνω συμπέρασμα περί απόρριψης της προσφυγής θα προχωρήσω να εξετάσω την ουσία της διοικητικής πράξης, την εγκυρότητα της οποίας προσβάλλει η αιτήτρια εταιρεία.

Η επιβολή των δικαιωμάτων έγινε σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 5 των Περί Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Κανονισμών του 1987 όπως τροποποιήθηκε με την Κ.Δ.Π. 387/91. Με βάση τον Κανονισμό 5(ii) το δικαίωμα για οικοδομή πέραν των 50.000 κ.π. καθορίζεται σε 1 σεντ/ανά κυβικό πόδι. Από την επιβολή του πιο πάνω δικαιώματος υπάρχει, μεταξύ άλλων και η ακόλουθη εξαίρεση, στην οποία θα επιβάλλονται μειωμένα δικαιώματα:

"(1) Τα εργοστάσια, αποθήκες ή άλλα υποστατικά μέσα ή έξω από βιομηχανικές περιοχές που δεν χρησιμοποιούν νερό για βιομηχανικούς σκοπούς: 15% των κανονικών δικαιωμάτων ύδρευσης με βάση τον όγκο της οικοδομής".

 

Η αιτήτρια εταιρεία στη σχετική αίτηση που υπέβαλε για υδροδότηση της οικοδομής επεσύναψε την Άδεια Οικοδομής στην οποία αναφέρεται ότι το υπόγειο θα χρησιμοποιείται ως υποσταθμός της Α.Η.Κ. και ως χώρος στάθμευσης, στο ισόγειο, μεσοπάτωμα και α΄ όροφο θα υπάρχει ενιαία μονάδα πώλησης εξαρτημάτων με εκθεσιακό, αποθηκευτικό και γραφειακό χώρο και στον β΄ όροφο γραφεία. Από τα πιο πάνω φαίνεται καθαρά ότι μόνο ένα μέρος του ισογείου, μεσοπατώματος και α΄ ορόφου θα χρησιμοποιείται ως "αποθηκευτικός χώρος". Αντίθετα ολόκληρος ο β΄ όροφος φαίνεται ότι θα χρησιμοποιείται ως γραφεία.

Δεν υπάρχει ρητή πρόνοια στους Κανονισμούς ότι για να ενταχθεί ένα κτίριο στην κατηγορία των αποθηκών για να τύχει μειωμένων δικαιωμάτων, πρέπει να χρησιμοποιείται αποκλειστικά ως αποθηκευτικός χώρος. ΄Ομως από την περιγραφή της χρήσης των διαφόρων χώρων του κτιρίου, φαίνεται ότι ως αποθηκευτικός χώρος θα χρησιμοποιείται μόνο ένα μέρος του ισογείου, μεσοπατώματος και α΄ ορόφου ενώ οι υπόλοιποι χώροι του υπογείου, ισογείου και α΄ ορόφου θα χρησιμοποιούνται και ως χώροι στάθμευσης και χώροι πώλησης με εκθεσιακό και γραφειακό χώρο. Το ότι οι αποθηκευτικοί χώροι θα αποτελούσαν μόνο ένας μέρος της οικοδομής επιβεβαιώνεται και από το περιεχόμενο της αίτησης για την παροχή νερού στην οποία η αιτήτρια εταιρεία καθόριζε τη χρήση της οικοδομής ως "αποθηκευτικό χώρο - εκθεσιακό χώρο -γραφεία". Λαμβάνοντας υπόψη την πιο πάνω χρήση του υπογείου ως χώρου στάθμευσης και χώρου στον οποίο θα υπήρχε ο υποσταθμός της Α.Η.Κ., την πολλαπλή χρήση του υπογείου, ισογείου και α΄ ορόφου, και τη χρήση του β΄ ορόφου ως γραφείων, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση να μη δεχθούν την κατάταξη του κτιρίου ως "αποθήκη", ήταν εύλογα επιτρεπτή.

΄Εχει επίσης υποβληθεί ότι η σχετική απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας. Δεν μπορώ να αποδεχθώ την πιο πάνω εισήγηση αφού η

αιτιολογία για τον καθορισμό του ποσού δηλ. η παρερμηνεία των σχετικών Κανονισμών αναφέρεται ρητά στην επιστολή της 29/6/1995 και επαναλαμβάνεται επεξηγηματικά στην επιστολή της 25/7/1995.

Συνεπακόλουθα η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της αιτήτριας εταιρείας. Η απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση επικυρώνεται σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 146(4) του Συντάγματος.

 

Τ. Ηλιάδης,

Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο