ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 4 ΑΑΔ 2041

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 674/95

ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με τα Άρθρα 28 και 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Χριστιάνας Κναή

Αιτήτρ ιας

- και -

Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου

Καθ' ης η αίτηση

- - - - - - -

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 10 Σεπτεμβρίου, 1997.

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για την αιτήτρια: Α. Σ. Αγγελίδης.

Για την καθ΄ ης η αίτηση: Κ. Χ"Ιωάννου.

Για το ενδιαφερόμενο μέρος 1: Α. Νεοφύτου για Τ. Παπαδόπουλο.

Όλα τα υπόλοιπα ενδιαφερόμενα μέρη απόντα.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η προσφυγή αυτή στρέφεται κατά της απόφασης της καθ΄ ης η αίτηση, με την οποία διορίστηκαν στη θέση Προϊστάμενου Υπηρεσίας Β' (Προσωπικό Εκμετάλλευσης Εμπορικών Υπηρεσιών) (Μάρκετινγκ), από 1.5.1995, τα ενδιαφερόμενα μέρη (1) Ιωάννου Ανδρέας, (2) Κουζαλή Ειρήνη, (3) Μαλιώτη Γλυκερία, (4) Τουμάζου Μάριος και (5) Φράντζουλου Δήμητρα, αντί και/ή στη θέση της αιτήτριας.

Η αιτήτρια και τα ενδιαφερόμενα μέρη ήταν υποψήφιοι για την πλήρωση τεσσάρων κενών θέσεων Προϊστάμενου Υπηρεσίας Β' (Μάρκετινγκ) στην υπηρεσία της Αρχής. Αφού κρίθηκαν ως προσοντούχοι κλήθηκαν και παρακάθισαν σε γραπτές εξετάσεις. Τα αποτελέσματα των γραπτών εξετάσεων τέθηκαν ενώπιον της Αρχής κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 21.2.1995, η οποία αποφάσισε όπως κληθούν σε προσωπική συνέντευξη ενώπιον Επιτροπής που όρισε, οι 16 πρώτοι υποψήφιοι κατά σειράν επιτυχίας στις γραπτές εξετάσεις. Η Επιτροπή εξουσιοδοτήθηκε να δεχθεί σε προσωπική συνέντευξη τους υποψηφίους, και να αποφασίσει την πρόσληψη των κατά την κρίση της καταλληλοτέρων, αφού δόσει βαρύτητα 60% στα αποτελέσματα των γραπτών εξετάσεων και 40% στην προσωπική συνέντευξη. Σε μεταγενέστερη συνεδρία της ημερομηνίας 7.3.1995, η Αρχή, αφού μελέτησε σχετικό υπόμνημα του Γενικού Διευθυντή, αποφάσισε να πληρώσει, με την ίδια διαδικασία, ακόμα μία θέση Προϊστάμενου Υπηρεσίας Β' (Μάρκετινγκ), η οποία κενώθηκε λόγω της πρόωρης αφυπηρέτησης υπαλλήλου που κατείχε το βαθμό Προϊστάμενου Υπηρεσίας Α' και η οποία εκ παραδρομής δεν λήφθηκε υπόψη για πλήρωση με την προκήρυξη των κενών θέσεων. Η Αρχή αποφάσισε όπως η θέση πληρωθεί με πρόσληψη από τους επιτυχόντες στις γραπτες εξετάσεις και όπως κληθούν σε προσωπική συνέντευξη οι πρώτοι 20 κατά σειράν επιτυχίας από τον κατάλογο επιτυχόντων αντί οι πρώτοι 16, όπως ήταν η προηγούμενη απόφασή της. Ανάμεσα στους 20 υποψηφίους που κλήθηκαν σε προσωπική συνέντευξη ήταν η αιτήτρια και τα ενδιαφερόμενα μέρη.

Οι προσωπικές συνεντεύξεις με τους 20 υποψηφίους έγιναν στις 20.3.1995. Κατά την ίδια συνεδρία η Επιτροπή επέλεξε για διορισμό τα ενδιαφερόμενα μέρη. Η αιτήτρια πληροφορήθηκε με επιστολή ημερομηνίας 4.5.1995, ότι δεν κατέστη δυνατή η πρόσληψή της και με επιστολή του δικηγόρου της ημερομηνίας 21.6.1995, ζήτησε να πληροφορηθεί τα ονόματα των διορισθέντων υποψηφίων. Η Αρχή πληροφόρησε την αιτήτρια για το διορισμό των ενδιαφερομένων μερών από 1.5.1995, με επιστολή ημερομηνίας 6.7.1995.

Η αιτήτρια καταχώρησε την παρούσα προσφυγή στις 25.7.1995.

Το πρώτο θέμα που εγείρεται για εξέταση είναι το εμπρόθεσμο της προσφυγής. Το θέμα ηγέρθη από το δικηγόρο για την καθ΄ ης η αίτηση, ο οποίος υποστήριξε ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη καθότι καταχωρήθηκε μετά την πάροδο των 75 ημερών από την ημερομηνία ανακοίνωνσης των προσλήψεων από την Αρχή κατά τον συνήθη τρόπο, ή έστω και από την ημερομηνία πληροφόρησης της αιτήτριας του γεγονότος ότι δεν προσελήφθη. Είναι η θέση του ότι η οποιαδήποτε παράλειψη να πληροφορηθεί έγκαιρα τα ονόματα των προσληφθέντων βαρύνει την αιτήτρια και όχι την Αρχή.

Σύμφωνα με το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος "προσφυγή ασκείται εντός εβδομήκοντα πέντε ημερών από της ημέρας της δημοσιεύσεως της αποφάσεως ή της πράξεως ή, εν περιπτώσει μη δημοσιεύσεως ή εν περιπτώσει παραλείψεως, από της ημέρας καθ΄ ην η πράξις ή παράλειψις περιήλθεν εις γνώσιν του προσφεύγοντος.".

Η επίδικη απόφαση λήφθηκε στις 20.3.1995 και τα ονόματα των διορισθέντων αναρτήθηκαν στον πίνακα ανακοινώσεων της Αρχής, στις 28.3.1995. Ο δικηγόρος της Αρχής υποστήριξε ότι με την ανακοίνωση αυτή υπήρξε πλήρης συμμόρφωση με τον Καν. 6(4) που προνοεί ότι: "Η πρόσληψη ανακοινούται δι΄ εγγράφου του Διευθυντού Προσωπικού της Αρχής.". Ο δικηγόρος της αιτήτριας αμφισβήτησε κατά πόσο η ενέργεια αυτή συνιστούσε επαρκή δημοσίευση παρέχουσα πλήρη γνώση της επίδικης απόφασης υποστήριξε δε ότι η αιτήτρια απέκτησε πλήρη γνώση με την επιστολή ημερομηνίας 6.7.1995, ημερομηνία από την οποία αρχίζει να μετρά η προθεσμία των 75 ημερών.

Δεν συμφωνώ με τη θέση του δικηγόρου της αιτήτριας ότι η πιο πάνω ανακοίνωση της Αρχής δεν περιείχε επαρκή στοιχεία από τα οποία θα μπορούσε οποιοσδήποτε ενδιαφερόμενος να λάβει πλήρη γνώση της επίδικης απόφασης. Στην ανακοίνωση αναφέρονταν τα ονόματα των διορισθέντων στην κάθε θέση ξεχωριστά και ήταν πολύ εύκολο για τον κάθε υποψήφιο που ασφαλώς πρέπει να γνώριζε για ποιά ή ποιές ακριβώς θέσεις υπέβαλε αίτηση για διορισμό, να διαπιστώσει με βεβαιότητα πόσοι ήταν οι διορισθέντες στη θέση αυτή. Η προσφυγή αυτή καταχωρήθηκε μετά την πάροδο των 75 ημερών από την ημερομηνία της πιο πάνω ανακοίνωσης και είναι συνεπώς εκπρόθεσμη.

Έστω κι΄ αν θεωρήσω ότι η πιο πάνω ανακοίνωση δεν συνιστούσε επαρκή δημοσίευση για σκοπούς έναρξης της προθεσμίας των 75 ημερών και πάλιν δεν συμφωνώ με τη θέση του δικηγόρου της αιτήτριας ότι η προσφυγή ασκήθηκε εμπρόθεσμα. Με την επιστολή της Αρχής ηερομηνίας 4.5.1995, η αιτήτρια έλαβε γνώση του γεγονότος ότι δεν προσελήφθη. Ήταν δε εύλογο να υποθέσει ότι κάποιοι άλλοι προσλήφθηκαν αντί αυτής. Εν τούτοις, η αιτήτρια δεν προέβηκε σε κανένα διάβημα ή ενέργεια για να διαπιστώσει ποιοί ήταν αυτοί που προσλήφθηκαν, μέχρι τις 21.6.1995 (μετά την πάροδο 7 περίπου εβδομάδων) που απηύθυνε σχετική επιστολή στην Αρχή μέσω του δικηγόρου της.

Στο σύγγραμμα του Τσάτσου, Αίτησις Ακυρώσεως Ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, Τρίτη Έκδοση, αναφέρονται, στις σελίδες 80-81, τα ακόλουθα σχειτκά:

"Εφ΄ όσον η πράξις είναι προσιτή ευκόλως εις τον ενδιαφερόμενον, η μη εντός ευλόγου χρόνου ενέργεια των απαιτουμένων προς λήψιν πλήρους γνώσεως αυτής, αποτελεί παράλειψιν και πταίσμα, ούτινος αι συνέπειαι δέον να εξομοιωθώσι προς την μη εμπρόθεσμον άσκησιν της αιτήσεως ακυρώσεως, της οποίας η προθεσμία δεν είναι δυνατόν, εν τοιαύτη περιπτώσει, ν΄ αδρανήση επ΄ άπειρον, εκτός εάν προκύπτη ότι, παρά την πάροδον μακρού χρόνου από της εκτελέσεως, η πλήρης γνώσις ήτο αδύνατος ή συγγνωστή η σχετική έλλειψις ενδιαφέροντος του διοικουμένου, όσον αφορά εις την έκδοσιν ή το περιεχόμενον της πράξεως.".

Στην υπόθεση Γεωργίας Σοφοκλέους-Χειμωνίδου ν. Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 586/92, ημερομηνίας 18.10.1994), κρίθηκε ότι η επί μακρόν αμέλεια της αιτήτριας να προβεί στις κατάλληλες ενέργειες για να αποκτήσει πλήρη γνώση της επιβλαβούς γι΄ αυτήν απόφασης ισοδυναμούσε με μη εμπρόθεσμη άσκηση του δικαιώματός της για καταχώρηση της προσφυγής της, η δε προσφυγή απορρίφθηκε ως εκπρόθεσμη.

Επίσης, στην υπόθεση Iacovou v. Republic (1984) 3 CLR 1508, λέχθηκε ότι η καθυστέρηση του αιτητή για 80 μέρες, να ζητήσει περαιτέρω πληροφορίες για την προσβαλλόμενη απόφαση οι οποίες κατά τη γνώμη του θα καθιστούσαν δυνατή την άσκηση της προσφυγής του, ήταν αδικαιολόγητη υπό τις περιστάσεις και δεν μπορούσε να επιδράσει επί της προθεσμίας για άσκηση της προσφυγής του.

Σχετική είναι και η υπόθεση Aspri v. Republic (1979) 3 CLR 490, από την οποία παραθέτω το πιο κάτω απόσπασμα, από τη σελίδα 495:

"In the light of the above principles and taking into consideration the sequence of events in the present case and in particular the fact that the new medical certificate of 24/1/78 was supplied to the District Officer of Larnaca by the father of the applicant himself, leaves no room for doubt that the decision of the respondent Minister contained in the letter of 25/4/78, was a new decision based on new enquiry as a result of the new medical certificate. If any clarification was required the applicant should apply for that without delay to the respondent authority and in any case he had to file his recourse within the time limit of 75 days as provided by Article 146.3 of the Constitution. From the time the letter of 25/4/78 was received by his advocate the time limit within which the applicant should file his recourse started to run as it supplied to him full knowledge of the consequences of the decision of the respondent Minister.".

Έστω κι΄ αν θεωρήσω ότι η ανακοίνωση των επίδικων διορισμών στον πίνακα ανακοινώσεων της Αρχής, που έγινε στις 28.3.1995, δεν συνιστούσε δέουσα δημοσίευση, βρίσκω ότι, εν πάση περιπτώσει, η καθυστέρηση της αιτήτριας, που είχε προσέλθει σε προσωπική συνέντευξη στις 20.3.1995 και είχε πρόδηλο συμφέρον να ζητήσει όλα τα απαραίτητα στοιχεία που θα καθιστούσαν δυνατή την άσκηση της προσφυγής της ήταν υπό τις περιστάσεις αδικαιολόγητη και δεν μπορεί να έχει καμιά επίδραση επί της προθεσμίας για άσκηση της προσφυγής.

Η προσφυγή κρίνεται εκπρόθεσμη και απορρίπτεται με £100,= υπέρ της καθ΄ ης η αίτηση και £100,= έξοδα υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους αρ. 1.

Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο