ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1996) 4 ΑΑΔ 2824
24 Οκτωβρίου, 1996
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΝ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1002/95)
Στρατός της Δημοκρατίας — Αξιωματικοί — Κρίσεις — Βαθμολογία — Δεκαδική βαθμολογία — Εκτός του κανονιστικού πλαισίου η χρήση της — Η όλη διαδικασία αξιολόγησης και τα σχετικά νομολογιακά πορίσματα — Περιστάσεις άκυρης κρίσης αξιωματικού ως προακτέου κατ' αρχαιότητα στην κριθείσα περίπτωση.
Ο αιτητής προσέβαλε την κατ' αρχαιότητα κρίση του ως προακτέου.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
Από το φάκελο του αιτητή, φαίνεται ότι σε δύο από τα ουσιαστικά προσόντα - "Διοικητικά Προσόντα" και "Επαγγελματικά Προσόντα" - ο αιτητής έχει βαθμολογηθεί με τους βαθμούς 8.5 και 8.75 αντίστοιχα, βαθμολογίες που δεν αντιστοιχούν ούτε στο "καλός" ούτε στο "πολύ καλός".
Κατά συνέπεια, διαφαίνεται ότι ο αιτητής δεν είχε κριθεί ως τουλάχιστον "πολύ καλός" και πως ήταν αναπόδραστη η κρίση του Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεων πως δεν ήταν προακτέος κατ' εκλογή. Ο αιτητής υποστηρίζει ότι η βαθμολογία του με δεκαδικό αριθμό ήταν αφ' εαυτής παράνομη. Η μελέτη των Κανονισμών δείχνει πως είναι ορθή η προσέγγιση που εισηγείται ο αιτητής.
Δεν έχει ακολουθηθεί η διαδικασία του Κανονισμού 30(9) στην περίπτωση του αιτητή. Δεν του γνωστοποιήθηκε η βαθμολογία και δεν είχε τη δυνατότητα αμφισβήτησης της.
Σε δύο βασικά ουσιαστικά προσόντα, ήτοι τα διοικητικά και τα επαγγελματικά προσόντα, η βαθμολογία του αιτητή είναι 8.5 και 8.75 αντίστοιχα. Από τη μια πλευρά η βαθμολογία αυτή δεν μπορεί να επιφέρει το αποτέλεσμα κρίσης στην κατηγορία "πολύ καλός" γιατί σύμφωνα με τους Κανονισμούς απαιτείται βαθμολογία 9. Ούτε όμως, όπως η εισήγηση των καθ' ων η αίτηση, η δεκαδική αυτή βαθμολογία μπορεί να θεωρηθεί ότι ενεργοποιεί τις πρόνοιες του Κανονισμού 30(9). Αυτό όμως είναι αντιφατικό και οδηγεί ουσιαστικά στην αχρήστευση του Κανονισμού 30(9). Ο αιτητής στην περίπτωση αυτή βαθμολογήθηκε με τρόπο άγνωστο στους Κανονισμούς και είναι αντίθετη και προς το γράμμα και προς το πνεύμα τους.
Σε μια σειρά από πρωτόδικες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, έγινε δεκτή η πιο πάνω θέση.
Στην επίδικη απόφαση αναφέρεται ότι λήφθησαν υπ' όψη οι ακυρωτικές αποφάσεις του Δικαστηρίου στις υποθέσεις Λόττας και Αγγελίδης χωρίς καμιά περαιτέρω αναφορά ή ένδειξη ως προς το πως επέδρασαν στη λήψη της επίδικης απόφασης. Η αναφορά του δικηγόρου των καθ' ων η αίτηση ότι λήφθησαν υπ' όψη οι επί μέρους βαθμολογίες του αιτητή (και όχι οι δεκαδικές) αποτελεί εκ των υστέρων δικαιολογία αφού δεν αναφέρεται κάτι τέτοιο στην επίδικη απόφαση, και δεν μπορεί να γίνει δεκτό από το Δικαστήριο. Ούτε είναι δυνατό τα επιχειρήματα των δικηγόρων να αναπληρώσουν το κενό.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Λόττας ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 2183,
Αθανασιάδης ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 709,
Αγγελίδης ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 2507,
Συμεωνίδης ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 2831,
Κόκκινος ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 2861,
Παντελίδης ν. Δημοκρατίας (αρ. 1) (1996) 4 Α.Α.Δ. 2404,
Λόττας ν. Δημοκρατίας (1996) 4 A.A.Δ. 2395,
J.M.C. Polytrade ν. Δημοκρατίας (1992) 3 A.A.Δ. 294.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση με την οποία, κατά τις τακτικές ετήσιες κρίσεις του 1995 ο Αιτητής κρίθηκε προακτέος, δια πλειοψηφίας κατ' αρχαιότητα και όχι κατ' εκλογή.
Χρ. Τριανταφυλλίδης, για τον Αιτητή.
Α. Χριστόφορου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής στην παρούσα προσφυγή προσβάλλει την απόφαση των καθ' ων η αίτηση με την οποία, κατά τις τακτικές ετήσιες κρίσεις του 1995, κρίθηκε προακτέος, διά πλειοψηφίας, κατ' αρχαιότητα και όχι κατ' εκλογή.
Ο αιτητής είναι μόνιμος Αξιωματικός του Στρατού της Δημοκρατίας, κατέχει δε το βαθμό του Συνταγματάρχη από τις 15/6/1991. Κατά τις τακτικές ετήσιες κρίσεις για το 1995, κρίθηκε από την πλειοψηφία του Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεων Αξιωματικών ως προακτέος κατ' αρχαιότητα. Τρία μέλη του Συμβουλίου τον έκριναν προακτέο κατ' αρχαιότητα και ένα μέλος κατ' εκλογή.
Με βάση την πιο πάνω κρίση του Συμβουλίου, το όνομα του αιτητή καταχωρήθηκε στον αντίστοιχο Πίνακα κριθέντων Αξιωματικών, ο οποίος κυρώθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 42 των περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμός - Ιεραρχία - Προαγωγές και Αφυ-πηρετήσεις) Κανονισμών (Κ.Δ.Π. 90/90 όπως τροποποιήθηκαν από τις Κ.Δ.Π. 157/91,25/92,139/92,14/93,297/94, 34/95 και 177/95).
Η απόφαση γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 9/11/1995. Ο τελευταίος καταχώρησε την παρούσα προσφυγή στις 22/11/1995.
Όπως φαίνεται στα πρακτικά της συνεδρίας του Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεων Αξιωματικών, ο αιτητής κρίθηκε κατά πλειοψηφία ως προακτέος κατ' αρχαιότητα γιατί στην Έκθεση Ικανότητάς του στον κατεχόμενο βαθμό για την περίοδο από 20/4/1993 μέχρι 20/8/1993 έχει βαθμολογίες σε ουσιαστικά προσόντα κάτω από το "πολύ καλός". Το Συμβούλιο πριν από τη λήψη της απόφασης και της κρίσης του έλαβε υπ' όψη ανάμεσα σ' άλλα, όπως αναφέρει, και τις ακυρωτικές πρωτόδικες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις προσφυγές με αριθμό 48/94 και 49/94, σύμφωνα με τις οποίες η ενδιάμεση βαθμολογία με δεκαδικούς αριθμούς στα ουσιαστικά προσόντα, όπου δε προβλέπεται από τις σχετικές διατάξεις των περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας ισχυόντων Κανονισμών, είναι αντίθετη προς το γράμμα και το πνεύμα των Κανονισμών.
Ο ευπαίδευτος δικηγόρος του αιτητή αναφερόμενος στους σχετικούς Κανονισμούς, ισχυρίσθηκε ότι η Έκθεση Αξιολόγησης του αιτητή, η οποία λήφθηκε υπ' όψη κατά την έκδοση της επίδικης απόφασης, είναι παράνομη και αντίθετη με αυτούς γιατί περιλαμβάνει βαθμολογίες σε δεκαδικούς αριθμούς οι οποίες δεν προβλέπονται. Λόγω τούτου δεν ακολουθήθηκε η διαδικασία που προβλέπεται στον Κανονισμό 30(9) για γνωστοποίηση της βαθμολογίας στον αιτητή, ούτως ώστε να του δοθεί η ευκαιρία να την αμφισβητήσει, όπως προνοεί ο πιο πάνω Κανονισμός.
Ο δικηγόρος για τους καθ' ων η αίτηση εισηγείται ότι οι ισχυρισμοί του αιτητή πρέπει να απορριφθούν, γιατί από το αιτιολογικό της προσβαλλόμενης πράξης φαίνεται ξεκάθαρα ότι οι καθ' ων η αίτηση βασίσθηκαν στην Έκθεση Ικανότητας του αιτητή στον κατεχόμενο βαθμό από 20/4/1993 μέχρι 20/8/1993 στην οποία έχει βαθμολογίες σε ουσιαστικά προσόντα κάτω από το "πολύ καλός". Όσον αφορά την μη κοινοποίηση των βαθμολογιών του αιτητή σε ορισμένα στοιχεία αξιολόγησης με το βαθμό 8, που αντιστοιχεί στο "καλός", εισηγείται ότι η υποχρέωση αυτή, που πηγάζει από τον Κανονισμό 30(9)(β) αφορά τα ουσιαστικά προσόντα, με βάση τον Κανονισμό 33, και οι βαθμολογίες κάτω του "πολύ καλός" ήταν σε επιμέρους στοιχεία των ουσιαστικών προσόντων. Έτσι δεν υπήρχε υποχρέωση γνωστοποίησης.
Από το φάκελο του αιτητή, φαίνεται ότι σε δύο από τα ουσιαστικά προσόντα - "Διοικητικά Προσόντα" και "Επαγγελματικά Προσόντα" - ο αιτητής έχει βαθμολογηθεί με τους βαθμούς 8.5 και 8,75 αντίστοιχα, βαθμολογίες που δεν αντιστοιχούν ούτε στο "καλός" ούτε στο "πολύ καλός". Ο Κανονισμός 30(5) καθορίζει την κλίμακα βαθμολογίας των ουσιαστικών προσόντων με τον πιο κάτω τρόπο:
(α) Εξαίρετος 10
(β) Πολύ καλός 9
(γ) Καλός 7-8
(δ) Μέτριος 4-6
(ε) Απαράδεκτος 1-3
Κατά συνέπεια, διαφαίνεται ότι ο αιτητής δεν είχε κριθεί ως τουλάχιστον "πολύ καλός" και πως ήταν αναπόδραστη η κρίση του Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεων πως δεν ήταν προακτέος κατ' εκλογή. Ο αιτητής υποστηρίζει ότι η βαθμολογία του με δεκαδικό αριθμό ήταν αφ' εαυτής παράνομη. Η μελέτη των Κανονισμών δείχνει πως είναι ορθή η προσέγγιση που εισηγείται ο αιτητής. Η βαθμολογία κάτω του "πολύ καλός" είναι δυσμενής. Οδηγεί σε δυνατότητα προαγωγής μόνο κατ' αρχαιότητα (Κανονισμός 46 όπως τροποποιήθηκε από την Κ.Δ.Π. 25/91). Όπως διαλαμβάνει ο Κανονισμός 30(9) στην περίπτωση βαθμολογιών κάτω του "πολύ καλός", παρέχεται στον αξιολογούμενο δυνατότητα αμφισβήτησης και προβλέπεται διαδικασία επανεξέτασης. Εφ' όσον ο αξιωματικός βαθμολογηθεί ως "καλός" ή "μέτριος" ή "απαράδεκτος" ο Αξιόλογων οφείλει να του γνωστοποιήσει αμέσως γραπτώς τη βαθμολογία του, αναφέροντας και τους λόγους. Στη συνέχεια, ο αξιολογούμενος αξιωματικός, δικαιούται, μέσα σε 10 μέρες, να αμφισβητήσει την αξιολόγηση. Ακολουθεί η εξέταση του θέματος από τον ίδιο Αξιολογούντα ο οποίος και οφείλει να επεξηγήσει γραπτώς τους λόγους της απόφασης του. Τελικά, αν ο αξιωματικός αμφισβητεί την αξιολόγηση, υποβάλλεται στον Γνωματεύοντα η Έκθεση Ικανότητας. Ο Γνωματεύων δικαιούται να διαφωνήσει με τον Αξιολογούντα. Το γεγονός της ενδεχόμενης διαφωνίας ως προς μία ή περισσότερες αξιολογήσεις, αιτιολογείται.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 30(10) οι εκθέσεις ικανότητας υποβάλλονται στον Υπουργό Άμυνας για έγκριση. Αν ο Υπουργός διαφωνεί με τον Αξιολογούντα ή τον Γνωματεύοντα, αιτιολογεί τη διαφωνία του και η τελική αξιολόγηση γίνεται από Επιτροπής η σύνθεση της οποίας καθορίζεται.
Δεν έχει ακολουθηθεί η διαδικασία του Κανονισμού 30(9) στην περίπτωση του αιτητή. Δεν του γνωστοποιήθηκε η βαθμολογία και δεν είχε τη δυνατότητα αμφισβήτησης της.
Ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση ισχυρίζεται ότι καλώς δεν γνωστοποιήθηκε στον αιτητή η βαθμολογία, γιατί δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση του ο Κανονισμός 30(9) επειδή είχε βαθμολογηθεί με 8.50 και 8.75 και άρα δεν ήταν "καλός" ή "μέτριος" ή "απαράδεκτός" και ότι τα επί μέρους οχτάρια δεν αναφέρονται στα ουσιαστικά προσόντα του Κανονισμού 33. Έτσι, συμπεραίνει, καλώς δεν εκρίθη ως προακτέος κατ' εκλογή αφού δεν αξιολογήθηκε ως "πολύ καλός".
Δεν συμφωνώ με τις θέσεις των καθ' ων η αίτηση. Σε δύο βασικά ουσιαστικά προσόντα, ήτοι τα διοικητικά και τα επαγγελματικά προσόντα, η βαθμολογία του αιτητή είναι 8.5 και 8.75 αντίστοιχα. Από τη μια πλευρά η βαθμολογία αυτή δεν μπορεί να επιφέρει το αποτέλεσμα κρίσης στην κατηγορία "πολύ καλός" γιατί σύμφωνα με τους Κανονισμούς απαιτείται βαθμολογία 9. Ούτε όμως, όπως η εισήγηση των καθ' ων η αίτηση, η δεκαδική αυτή βαθμολογία μπορεί να θεωρηθεί ότι ενεργοποιεί τις πρόνοιες του Κανονισμού 30(9). Αυτό όμως είναι αντιφατικό και οδηγεί ουσιαστικά στην αχρήστευση του Κανονισμού 30(9). Ο αιτητής στην περίπτωση αυτή βαθμολογήθηκε με τρόπο άγνωστο στους Κανονισμούς και είναι αντίθετη και προς το γράμμα και προς το πνεύμα τους.
Σε μια σειρά από πρωτόδικες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, έγινε δεκτή η πιο πάνω θέση (Βλέπε: Χαράλαμπος Λόττας ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 2183, Παναγιώτης Αθανασιάδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 709, Γεώργιος Αγγελίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 2507, Ιάκωβος Συμεωνίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 2831, Χαρίτωνας Κόκκινος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 2861, Μηνάς Παντελίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (αρ. 1) (1996) 4 Α.Α.Δ. 2404, Χαράλαμπος Λόττας ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 2395).
Στο θέμα αυτό παραθέτω απόσπασμα από την απόφαση Λόττας (1994) 4 Α.Α.Δ. 2183 στις σελίδες 2188-2189 του αδελφού Δικαστή Κωνσταντινίδη, με τα οποία συμφωνώ απόλυτα:-
"Δεν μπορούν οι καθ'ων η αίτηση να έχουν και τα δύο. Σε τελευταία ανάλυση πράγματι ο αιτητής βαθμολογήθηκε με τρόπο άγνωστο στους Κανονισμούς. Η βαθμολόγηση του ήταν αντίθετη και προς το γράμμα και προς το πνεύμα τους. Εξουδετερώνει ουσιαστικά τις διασφαλίσεις που περιέχονται στους Κανονισμούς σε σχέση με όσους αξιολογούνται δυσμενώς και αυτή η πραγματικότητα αποκαλύπτει και τη λογική της θέσης του αιτητή πως θα ήταν ενδεχομένως συγκριτικά καλύτερη η βαθμολόγηση του με 8 αντί με τον ψηλότερο βαθμό 8.25 που του δόθηκε.
Αυτή η ερμηνευτική προσέγγιση προσδίδει στον Κανονισμό 30 το αληθινό του νόημα. Δεν είναι τυχαίο το ότι μέχρι και την αξιολόγηση "καλός" ρητά αφήνεται περιθώριο βαθμολογίας από "1 έως 3", από "4 έως 6" και από "7 έως 8". Όλες αυτές οι δυσμενείς αξιολογήσεις καλύπτονται από τον Κανονισμό 30(9). Δεν υπάρχει αυτό το περιθώριο από εκεί και πέρα. Γίνεται αναφορά στον βαθμό 9 και μετά στο βαθμό 10. Θα ήταν αδιανόητο να προέβλεπε ο Κανονισμός δυνατότητα τέτοιας ενδιάμεσης βαθμολογίας και ταυτόχρονα να καθόριζε τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που περιέχονται στον Κανονισμό 30(9) με τον τρόπο που το έκαμε. Θα άφηνε ανοικτό το ενδεχόμενο να αξιολογείται κάποιος με τρόπο που θα απέκλειε την κατ' εκλογήν προαξιμότητά του, χωρίς κάλυψη του από όσα ρητά διαλαμβάνει για τους μη κατ' εκλογήν προακτέους.".
Στην επίδικη απόφαση αναφέρεται ότι λήφθησαν υπ' όψη οι ακυρωτικές αποφάσεις του Δικαστηρίου στις υποθέσεις Λόττας και Αγγελίδης (ανωτέρω) χωρίς καμιά περαιτέρω αναφορά ή ένδειξη ως προς το πώς επέδρασαν στη λήψη της επίδικης απόφασης. Η αναφορά του δικηγόρου των καθ' ων η αίτηση ότι λήφθησαν υπ' όψη οι επί μέρους βαθμολογίες του αιτητή (και όχι οι δεκαδικές) αποτελεί εκ των υστέρων δικαιολογία αφού δεν αναφέρεται κάτι τέτοιο στην επίδικη απόφαση, και δεν μπορεί να γίνει δεκτό από το Δικαστήριο. Ούτε είναι δυνατό τα επιχειρήματα των δικηγόρων να αναπληρώσουν το κενό (Βλέπε: J.M.C. Polytrade v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 294).
Η αιτιολογία προβάλλεται στην αίτηση ως λόγος ακυρώσεως αν και δεν αναπτύσσεται στις γραπτές αγορεύσεις. Όμως θεωρώ ότι η αιτιολογία στην παρούσα περίπτωση είναι άρρηκτα συνυφασμένη με το λόγο ακυρότητας που προβάλλει ο αιτητής.
Ο αιτητής κρίθηκε με τον ίδιο τρόπο από το Συμβούλιο για το 1994 που βασίσθηκε στην ίδια ακριβώς Έκθεση Ικανότητας που κρίθηκε και σ' αυτή την περίπτωση για το 1995. Η απόφαση εκείνη ακυρώθηκε από τον αδελφό Δικαστή Νικήτα (Ιάκωβος Συμεωνίδης ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω)). Και στην υπόθεση εκείνη το λεκτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, στο επίμαχο σημείο, ήταν ουσιαστικά το ίδιο με την παρούσα.
Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ του αιτητή.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ του Αιτητή.