ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1996) 4 ΑΑΔ 2363
12 Σεπτεμβρίου, 1996
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΑΝΤΡΟΥΛΛΑ ΜΑΡΚΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΒΕΛΤΙΩΣΕΩΣ ΤΙΜΗΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 889/94)
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Έννομο συμφέρον —Έννομο συμφέρον καταχώρισης της προσφυγής σε αντιπαραβολή προς τη νομιμοποίηση προβολής συγκεκριμένου λόγου ακυρώσεως —Νομολογιακές αρχές και εφαρμογή τους στην κριθείσα περίπτωση.
Σχέδια Υπηρεσίας — Ερμηνεία και εφαρμογή — Αρμοδιότητα τον διορίζοντος οργάνου και πεδίο επέμβασης τον Δικαστηρίου.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Γραπτή αγόρευση —Ισχυρισμοί προβαλλόμενοι για πρώτη φορά με τη γραπτή αγόρευση — Προβάλλονται εκ των υστέρων — Αντίθεση του ισχυρισμού προς το φάκελο στην κριθείσα περίπτωση.
Η αιτήτρια αμφισβήτησε το διορισμό του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Γραμματέα των καθ' ων η αίτηση.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Στην απόφαση της Ολομέλειας στην Αριστοδήμος Α. Χ" Κυριάκου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας γίνεται ο διαχωρισμός της έννοιας του εννόμου συμφέροντος που προβλέπει το Άρθρο 146 του Συντάγματος ως προϋπόθεση καταχώρησης προσφυγής εναντίον της απόφασης και του θέματος της νομιμοποίησης προβολής του συγκεκριμένου λόγου.
Η αιτήτρια εδώ έχει έννομο συμφέρον καταχώρησης και προώθησης της προσφυγής της με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος. Η αιτήτρια θεωρήθηκε υποψήφια που κατείχε τα προσόντα υπηρεσίας και συνεπώς νομιμοποιείται να προωθεί την προσφυγή της.
Δε νομιμοποιείται όμως να προβάλλει τον ισχυρισμό που προβάλλει εναντίον της απόφασης αφού και η ίδια επωφελήθηκε εξίσου από την απόφαση του Συμβουλίου. Δε διαπιστώνεται οποιαδήποτε δυσμενή για την αιτήτρια διάκριση ή επηρεασμό αφού και η ίδια με τα ίδια δεδομένα κρίθηκε από το Συμβούλιο ότι κατείχε τα απαιτούμενα από το σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα.
2. Είναι καθιερωμένη αρχή ότι η ερμηνεία του Σχεδίου Υπηρεσίας και η εφαρμογή του, αποτελεί καθήκον και υποχρέωση του διορίζοντος οργάνου, το δε Δικαστήριο σπάνια επεμβαίνει εκεί όπου το συμπέρασμα στο οποίο έφθασε το διοικητικό όργανο δεν ήταν εύλογο κάτω από τις περιστάσεις και τα γεγονότα που είχε ενώπιόν του.
Η απόφαση του Συμβουλίου εν προκειμένω να καταλήξει ότι το ενδιαφερόμενο μέρος, αλλά και η αιτήτρια κατείχαν τα απαιτούμενα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας, ήταν εύλογη υπό τις περιστάσεις έχοντας υπ' όψη όλα τα γεγονότα τα οποία ήσαν ενώπιόν της.
3. Στη γραπτή αγόρευσή του ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας για πρώτη φορά προβάλλει τον ισχυρισμό ότι η τελευταία εργάσθηκε από το 1989 σε εργοληπτική εταιρεία ως υπεύθυνη για την προκαταρκτική εργασία των προσφορών και τήρηση των λογιστικών βιβλίων της. Ενώπιον όμως του Συμβουλίου δεν υπήρχε οτιδήποτε που να το τεκμηριώνει. Απ' εναντίας στην αίτησή της προς το Συμβούλιο για διορισμό, που βρίσκεται στο φάκελο της υπόθεσης, η ίδια αναφέρει ότι από το 1989 μέχρι το 1994 εργαζόταν ως Βοηθός Δ. Νηπιαγωγείου Τίμης με μισθό £245,- μηνιαίως. Κατά συνέπεια ο ισχυρισμός της αιτήτριας που περιέχεται μόνο στη γραπτή αγόρευση του ευπαιδεύτου συνήγορου της, προβάλλεται εκ των υστέρων και έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το περιεχόμενο της δικής της αίτησης για διορισμό.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Χ" Κυριάκου ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 261,
Petsas v. Republic 3 R.S.C.C. 60,
Stylianou & Another v. P.S.C. (1980) 3 C.L.R. 11,
Δημοκρατία κ.ά. ν. Ιερωνυμίδη κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 286.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης του Συμβουλίου Τιμής με την οποία διόρισε στη θέση του Γραμματέα του το Ενδιαφερόμενο μέρος αντί της Αιτήτριας.
Α. Ευσταθίου για Ε. Ευσταθίου, για την Αιτήτρια.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Α. Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.
Cur. adv. vult.
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Δυνάμει διατάγματος του Υπουργικού Συμβουλίου, ημερομηνίας 4/3/1994 που δημοσιεύθηκε ως Κ.Δ.Π. 46/94 στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αριθμό 2863, το χωριό Τίμη κηρύχθηκε σε περιοχή Βελτιώσεως.
Σύμφωνα με το άρθρο 20(1) του Νόμου, Κεφ. 243, το Συμβούλιο Βελτιώσεως έχει την εξουσία να διορίζει Γραμματέα ή άλλους υπαλλήλους του.
Σε συνεδρίαση του Συμβουλίου Βελτιώσεως Τίμης στις 10/5/1994, αποφασίστηκε όπως προκηρυχθεί προς πλήρωση η θέση του Γραμματέα του Συμβουλίου. Προς το σκοπό αυτό εγκρίθηκε από το Συμβούλιο Σχέδιο Υπηρεσίας. Αποφάσισε επίσης όπως η σχετική προκήρυξη της θέσης δημοσιευθεί στον εγχώριο τύπο και αναρτηθεί σε περίοπτα μέρη της Κοινότητας Τίμης. Παράλληλα αποφασίσθηκε και η διαδικασία πρόσληψης του Γραμματέα.
Στην προκήρυξη της θέσης ανταποκρίθηκαν εννέα άτομα από τα οποία οκτώ μόνο πληρούσαν τα ζητούμενα προσόντα με βάση τα εγκριθέντα σχέδια, μεταξύ των οποίων η αιτήτρια και το ενδιαφερόμενο μέρος.
Με τους οκτώ υποψηφίους διενεργήθησαν οι γραπτές εξετάσεις και μόνο η αιτήτρια και το ενδιαφερόμενο μέρος πέτυχαν να συγκεντρώσουν βαθμολογία πέραν του 50% στο σύνολο.
Το Συμβούλιο ακολούθως απεφάσισε όπως καλέσει σε προφορική εξέταση τόσο την αιτήτρια, όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος. Έγινε αξιολόγηση των δύο από το κάθε ένα μέλος χωριστά και η μεν αιτήτρια εξασφάλισε βαθμολογία 32.83, το δε ενδιαφερόμενο μέρος 32.82. Τελικά δε αφού έγινε η πρόσθεση της βαθμολογίας στις γραπτές εξετάσεις η μεν αιτήτρια εξασφάλισε συνολικά βαθμολογία 67.33 το δε ενδιαφερόμενο μέρος 69.36 σε σύνολο βαθμών 100.
Μετά το αποτέλεσμα αυτό ο Πρόεδρος του Συμβουλίου, Έπαρχος Πάφου, με βάση το δικαίωμα που του δίνει το άρθρο 8(5) του Νόμου, Κεφ. 243 έδωσε τη νικώσα ψήφο του στο ενδιαφερόμενο μέρος (Φιλίππου Παναγιώτα) το οποίο και διορίστηκε στη θέση του Γραμματέα του Συμβουλίου από 1/9/1994.
Σαν αποτέλεσμα των πιο πάνω καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.
Ο πρώτος λόγος που προβάλλεται για την ακύρωση από τον ευπαίδευτο συνήγορο της αιτήτριας συνίστατο στο γεγονός ότι το ενδιαφερόμενο μέρος στις γραπτές εξετάσεις απέτυχε (έλαβε βαθμολογία κάτω του 50%) στο απαιτούμενο προσόν της πολύ καλής γνώσης της Ελληνικής γλώσσας.
Στη δημοσιευθείσα προκήρυξη της θέσης του Γραμματέα, όσον αφορά τη διαδικασία πρόσληψης αναφέρονται τα εξής:-
"Όσον αφορά τη διαδικασία πρόσληψης του Γραμματέα, αποφασίσθηκαν τα πιο κάτω:
(α) αφού γίνει η αξιολόγηση των αιτήσεων που θα υποβληθούν, οι αιτητές που θα πληρούν τα σχετικά κριτήρια θα κληθούν σε γραπτό διαγωνισμό,
(β) ο γραπτός διαγωνισμός θα περιλαμβάνει:
(ι) Έκθεση Ιδεών στα Ελληνικά
(ii) Γενικές Γνώσεις
(iii) Αγγλικά (μετάφραση κειμένου από τα Ελληνικά στα Αγγλικά και αντίστροφα)
(γ) υποψήφιοι που δε θα συγκεντρώσουν τουλάχιστο το 50% σε κάθε μάθημα χωριστά, αποκλείονται αυτόματα από την προφορική συνέντευξη που θα ακολουθήσει (ο βαθμός επιτυχίας θα είναι από 1-100 σε κάθε μάθημα), ανεξάρτητα αν ο μέσος όρος βαθμολογίας των τριών μαθημάτων υπερβαίνει το 50%,
....................''
.
Επίσης στα εγκριθέντα Σχέδια Υπηρεσίας αναφέρεται μεταξύ των άλλων απαιτουμένων προσόντων στην παράγραφο Γ(στ) ότι απαιτείται πολύ καλή γνώση της Ελληνικής και καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας.
Το Συμβούλιο αφού εξέτασε τις υποβληθείσες αιτήσεις για τη θέση, εννέα τον αριθμό, απεφάσισε ότι οκτώ από τους αιτητές, μεταξύ των οποίων η αιτήτρια και το ενδιαφερόμενο μέρος, πληρούσαν τα κριτήρια και κατείχαν τα απαιτούμενα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας. Απεφάσισε δε, περαιτέρω, όπως με τους οκτώ επιλεγέντες προχωρήσει στις γραπτές εξετάσεις όπως αποφασίσθηκε στη διαδικασία πρόσληψης.
Το Συμβούλιο στη συνεδρία του ημερομηνίας 8/8/1994 αφού εξέτασε το θέμα των γραπτών εξετάσεων, απεφάσισε όπως καλέσει μόνο δύο από τους οκτώ στην προφορική εξέταση, την αιτήτρια και το ενδιαφερόμενο μέρος, γιατί αμφότερες είχαν πετύχει συνολική βαθμολογία πέραν του 50%, παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι τόσο η αιτήτρια όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος σε ένα από τα τρία θέματα της γραπτής εξέτασης απέτυχαν να συγκεντρώσουν βαθμολογία πέραν του 50% και συγκεκριμένα η αιτήτρια στο θέμα των Αγγλικών και το ενδιαφερόμενο μέρος στο θέμα των Ελληνικών.
Η εισήγηση του ευπαίδευτου συνήγορου της αιτήτριας είναι ότι το Συμβούλιο παρεξέκλινε από τους όρους της προκήρυξης της θέσης και δεν προέβη σε έρευνα σε σχέση με το απαιτούμενο προσόν από το Σχέδιο Υπηρεσίας της πολύ καλής γνώσης της Ελληνικής γλώσσας. Υπέβαλε δε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν κατείχε το προσόν αυτό αφού απέτυχε στο γραπτό διαγωνισμό να επιτύχει βαθμολογία στο θέμα αυτό τουλάχιστον κατά 50%.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του καθ' ου η αίτηση Συμβουλίου και του ενδιαφερόμενου μέρους, αντέτεινε ότι ακριβώς η ίδια μεταχείριση επιδείχθηκε και για την αιτήτρια αφού και η ίδια δεν είχε επιτύχει στο θέμα των Αγγλικών, βαθμολογία τουλάχιστον 50% αφού το Σχέδιο Υπηρεσίας προβλέπει για καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας. Υπέβαλε δε ότι η αιτήτρια κατέστη μη προσοντούχος και επομένως στερείται εννόμου συμφέροντος για να προωθήσει την προσφυγή της. Διαζευκτικά δε ισχυρίζεται ότι η αιτήτρια δεν νομιμοποιείται να εγείρει τον ισχυρισμό αυτό αφού και η ίδια είχε ωφεληθεί και δεν μπορεί η αιτήτρια να αποδοκιμάζει την παρέκκλιση του Συμβουλίου για το ενδιαφερόμενο μέρος και ταυτόχρονα να επιδοκιμάζει την ίδια παρέκκλιση που έγινε για την ίδια.
Στην απόφαση της Ολομέλειας στην Αριστοδήμος Δ. Χ"Κυριάκου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 261 γίνεται ο διαχωρισμός της έννοιας του εννόμου συμφέροντος που προβλέπει το Άρθρο 146 του Συντάγματος ως προϋπόθεση καταχώρησης προσφυγής εναντίον της απόφασης και του θέματος της νομιμοποίησης προβολής του συγκεκριμένου λόγου. Αναφέρεται στην πιο πάνω απόφαση:
"Πριν όμως τελειώσουμε θα πρέπει να ασχοληθούμε και με ένα σημείο το οποίο ήγειρε ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ' ων η αίτηση. Ανέφερε ότι αφού ο εφεσείων είχε συστηθεί από τον Αρχηγό δεν μπορούσε να στραφεί εναντίον της σύστασης γιατί, αφού δεν ζημιώθηκε από την πράξη του Αρχηγού, εστερείτο εννόμου συμφέροντος, δεν νομιμοποιείται και συνεπώς η υπόθεση θα έπρεπε να απορριφθεί. Από τον τρόπο που έγινε η σύσταση και τη διαβάθμιση που χρησιμοποιήθηκε (άλλοι υποψήφιοι συστήθηκαν απλώς και άλλοι σθεναρά), αναμφίβολα ο αιτητής-εφεσείων επηρεάστηκε δυσμενώς και συνεπώς νομιμοποιείται να εγείρει το σχετικό σημείο. Εν πάση περιπτώσει, το σημείο δεν είχε εγερθεί ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου και συνεπώς δεν θα μπορούσαμε να το εξετάσουμε. Δεν παραγνωρίζουμε το γεγονός ότι η ύπαρξη ή μη εννόμου συμφέροντος αποτελεί θέμα δημόσιου συμφέροντος και συνεπώς μπορεί να εγερθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας. Όμως η παρούσα υπόθεση διαφοροποιείται από την περίπτωση της ύπαρξης εννόμου συμφέροντος που προβλέπει το Άρθρο 146 του Συντάγματος. Δεν τίθεται θέμα εννόμου συμφέροντος ως προϋπόθεση καταχώρησης της προσφυγής εναντίον της απόφασης, αλλά θέμα νομιμοποίησης προβολής του συγκεκριμένου λόγου. Η δυνατότητα του αιτητή να εγείρει το συγκεκριμένο σημείο, η νομιμοποίηση του με άλλα λόγια να στραφεί εναντίον της σύστασης, δεν συνιστά θέμα δημόσιου συμφέροντος και συνεπώς δεν μπορεί να εγερθεί κατ' έφεση, αν δεν είχε εγερθεί πρωτόδικα.".
Καταλήγω ότι η αιτήτρια έχει έννομο συμφέρον καταχώρησης και προώθησης της προσφυγής της με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος. Η αιτήτρια θεωρήθηκε υποψήφια που κατείχε τα προσόντα υπηρεσίας και συνεπώς νομιμοποιείται να προωθεί την προσφυγή της.
Δε νομιμοποιείται όμως να προβάλλει τον ισχυρισμό που προβάλλει εναντίον της απόφασης αφού και η ίδια επωφελήθηκε εξίσου από την απόφαση του Συμβουλίου. Δεν έχω διαπιστώσει οποιαδήποτε δυσμενή για την αιτήτρια διάκριση ή επηρεασμό αφού και η ίδια με τα ίδια δεδομένα κρίθηκε από το Συμβούλιο ότι κατείχε τα απαιτούμενα από το σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα.
Είναι καθιερωμένη αρχή ότι η ερμηνεία του Σχεδίου Υπηρεσίας και η εφαρμογή του, αποτελεί καθήκον και υποχρέωση του διορίζοντος οργάνου, το δε Δικαστήριο σπάνια επεμβαίνει εκεί όπου το συμπέρασμα στο οποίο έφθασε το διοικητικό όργανο δεν ήταν εύλογο κάτω από τις περιστάσεις και τα γεγονότα που είχε ενώπιόν του (Βλέπε Petsas v. The Republic 3 R.S.C.C. 60).
Τόσο η αιτήτρια όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος είναι απόφοιτοι Ελληνικού Γυμνασίου Μέσης Παιδείας.
Στην υπόθεση Stylianou & Another v. P.S.C. (1980) 3 C.L.R. 11, διαπραγματευόμενος παρόμοιο θέμα ο τότε Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου Τριανταφυλλίδης, αναφέρει στη σελίδα 18:-
"In the present case I have not been satisfied, in the light of the principle laid down in the Petsas case, supra, that the Commission, on the material before it, could not, reasonably, have come to the conclusion that the candidates interviewed by it for appointment to the post of warder did possess very good knowledge of Greek. It is to be pointed out, in this connection, that the applicants cannot really complain about the method in which the possession of the required knowledge of the Greek language was ascertained by the respondent Commission, because they themselves, also, were found, together with all the other candidates, to have such required knowledge; and it is to be noted that, as it appears from the applications for appointment of all the candidates, including the two applicants, the other candidates had completed at least six years of study at secondary schools, whereas applicant Stylianou had studied for only three and a half years at a secondary school and applicant Loucaides had done so for only four years.".
Καταλήγω ότι η απόφαση του Συμβουλίου να καταλήξει ότι το ενδιαφερόμενο μέρος, αλλά και η αιτήτρια κατείχαν τα απαιτούμενα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας, ήταν εύλογη υπό τις περιστάσεις έχοντας υπ' όψη όλα τα γεγονότα τα οποία ήσαν ενώπιόν της.
Η αιτήτρια, αφού και η ίδια επωφελήθηκε από την απόφαση του Συμβουλίου και καμία δυσμενής διάκριση ή επηρεασμός ενήργησε εναντίον της δεν νομιμοποιείται να εγείρει τους ισχυρισμούς αυτούς (Βλέπε Κυπριακή Δημοκρατία ν. Μάριου Ιερωνυμίδη (1996) 3 Α.Α.Δ. 286).
Δεύτερος λόγος ακύρωσης που προβάλλει η αιτήτρια είναι ο ισχυρισμός της ότι δεν ελήφθη υπ' όψη από το Συμβούλιο το δίπλωμά της στο θέμα της ηλεκτρολογίας που απέκτησε από το ΚΑΤΕΕ Αθηνών.
Είναι γεγονός ότι στην αιτιολογία της απόφασης του Συμβουλίου δεν γίνεται μνεία για το επιπρόσθετο προσόν, όπως ισχυρίζεται η αιτήτρια, που κατείχε. Από το περιεχόμενο όμως της απόφασης είναι φανερό ότι το Συμβούλιο πέραν του γεγονότος ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερτέρησε στη γενική βαθμολογία των γραπτών και προφορικών εξετάσεων, συγκρίνοντας τα προσόντα των δύο υποψηφίων προτίμησε το ενδιαφερόμενο μέρος που κατείχε διπλώματα λογιστικής που ήσαν πολύ σχετικά και βοηθητικά για τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης. Συναφώς στο Σχέδιο Υπηρεσίας στο Κεφάλαιο Β "Καθήκοντα και Ευθύνες" στην παράγραφο 5, αναφέρεται:-
"5. Έχει την ευθύνη για την ορθή τήρηση των λογιστικών βιβλίων, μητρώων και άλλων καταστάσεων του Συμβουλίου, φροντίζει για τη φύλαξη των περιουσιακών στοιχείων και ευθύνεται για την έγκαιρη ετοιμασία των φορολογικών καταλόγων και την είσπραξη των φόρων, δικαιωμάτων κλπ. Έχει την ευθύνη για την ετοιμασία των Προϋπολογισμών του Συμβουλίου σε συνεργασία με τον Γραμματέα των Συμβουλίων Βελτιώσεως.".
Το δίπλωμα της αιτήτριας στην ηλεκτρολογία δεν είναι συναφές προς τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης του Γραμματέα Συμβουλίου Βελτιώσεως.
Κατά συνέπεια, το Συμβούλιο, όπως φαίνεται από το φάκελο της υπόθεσης, είχε ενώπιον του πλήρως τα γεγονότα τα οποία και ερεύνησε, η δε απόφασή του ήταν εύλογη υπό τις περιστάσεις.
Τρίτος λόγος για τον οποίο ζητά την ακύρωση της απόφασης η αιτήτρια είναι ο ισχυρισμός της ότι δεν ελήφθη υπ' όψη η πείρα που διαθέτει εν αντιθέσει προς το ενδιαφερόμενο μέρος.
Στη γραπτή αγόρευση του ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας για πρώτη φορά προβάλλει τον ισχυρισμό ότι η τελευταία εργάσθηκε από το 1989 σε εργοληπτική εταιρεία ως υπεύθυνη για την προκαταρκτική εργασία των προσφορών και τήρηση των λογιστικών βιβλίων της. Ενώπιον όμως του Συμβουλίου δεν υπήρχε οτιδήποτε που να το τεκμηριώνει. Απ' εναντίας στην αίτηση της προς το Συμβούλιο για διορισμό, που βρίσκεται στο φάκελο της υπόθεσης, η ίδια αναφέρει ότι από το 1989 μέχρι το 1994 εργαζόταν ως Βοηθός Δ. Νηπιαγωγείου Τίμης με μισθό £245,= μηνιαίως. Κατά συνέπεια ο ισχυρισμός της αιτήτριας που περιέχεται μόνο στη γραπτή αγόρευση του ευπαιδεύτου συνηγόρου της, προβάλλεται εκ των υστέρων και έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το περιεχόμενο της δικής της αίτησης για διορισμό. Το Συμβούλιο, εύλογα, έχοντας το ενώπιόν του υλικό, απεφάσισε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος είχε πείρα σχετική με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης.
Η αιτήτρια απέτυχε να τεκμηριώσει τους λόγους που επικαλείται για την ακύρωση της απόφασης του Συμβουλίου και απέτυχε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή. Συνεπώς η προσφυγή απορρίπτεται και η επίδικη απόφαση επικυρώνεται. Δεν εκδίδεται καμιά διαταγή για τα έξοδα.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.