ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Τομάζου ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 2935
Συμεωνίδου & άλλοι ν. Δημοκρατία(Αρ.2) (1993) 3 ΑΑΔ 258
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(1995) 4 ΑΑΔ 2850
29 Δεκεμβρίου, 1995
[ΠΙΚΗΣ, Πρόεδρος]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΟΛΕΣΚΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 856/94)
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Συνάφεια — Τότε υφίσταται — Δεν συνέτρεχε στην κριθείσα περίπτωση — Η προσφυγή παραδεκτή μόνο ως προς την προτασσόμενη εκ των προσβαλλομένων πράξεων.
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Προαγωγές — Κανείς υπάλληλος δεν έχει κεκτημένο δικαίωμα για προαγωγή και κατά συνέπεια ούτε λόγο για τη διάρθρωση της ιεραρχίας της υπηρεσίας.
Υπουργικό Συμβούλιο — Βοηθός Γραμματέας του Υπουργικού Συμβουλίου — Από πουθενά δεν επιβάλλεται υποχρέωση διασφάλισης της περιουσίας στις συνεδριάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Προθεσμία — Εκπρόθεσμη και απαράδεκτη η προσφυγή στην κριθείσα περίπτωση.
Ο αιτητής προσέβαλε τόσο την παύση της συμμετοχής του στις συνεδριάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου στα πλαίσια των καθηκόντων του όσο και αποφάσεις γύρω από σκοπούμενες νομοθετικές μεταβολές στις υπηρεσίες του Υπουργικού Συμβουλίου.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή ως απαράδεκτη, αποφάσισε ότι:
1. Είναι πρόδηλο ότι με την ίδια προσφυγή προσβάλλονται περισσότερες της μιας διοικητικές πράξεις, μεταξύ των οποίων δεν υφίσταται συνάφεια, γεγονός που καθιστά απαράδεκτη την προσβολή τους με το ίδιο ένδικτο μέσο.
Και παραδεκτή όμως να ήταν η αναθεώρησή των υπολοίπων προσβαλλομένων πράξεων μπορεί ευχερώς να λεχθεί ότι η έκβαση της προσφυγής δε θα ήταν διαφορετική. Καμιά από αυτές δεν συνιστά εκτελεστή απόφαση εφόσον δεν είναι παράγωγος δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων και, γενικά, νομικών συνεπειών. Επρόκειτο για προπαρασκευαστικές αποφάσεις, αναγόμενες στην εξουσία του Υπουργικού Συμβουλίου κάτω από το Άρθρο 54(στ) του Συντάγματος, για την επεξεργασία νομοσχεδίων πριν την κατάθεσή τους στη Βουλή.
Ούτε θα μπορούσε ο αιτητής να έχει λόγο στη διάρθρωση της ιεραρχίας σε κλάδο της Δημόσιας Υπηρεσίας με έρεισμα την προσδοκία για μελλοντική προαγωγή. Όπως έχει αποφασισθεί, κανένας δημόσιος υπάλληλος δεν έχει κεκτημένο δικαίωμα για προαγωγή επομένως, δεν του παρέχεται λόγος στη διάρθρωση της Δημόσιας Υπηρεσίας σε βαθμίδες της ιεραρχίας ανώτερες από εκείνη την οποία κατέχει.
2. Το αντικείμενο των θεραπειών Α και Β δεν είναι παράλειψη εκπλήρωσης θετικού καθήκοντος το οποίο επιβάλλει το Σύνταγμα ή ο νόμος στο Υπουργικό Συμβούλιο ώστε να προκύπτει θέμα συνεχιζόμενης παράλειψης. Ούτε το Σύνταγμα ούτε ο νόμος επιβάλλει υποχρέωση στο Υπουργικό Συμβούλιο να διασφαλίσει την παρουσία Βοηθού Γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου στις συνεδριάσεις του για να βοηθά το Γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου στη λήψη των πρακτικών ή για οποιοδήποτε άλλο σκοπό.
Για τους πιο πάνω λόγους, η προσβολή της απόφασης που αποτελεί το αντικείμενο των θεραπειών Α και Β είναι, ανεξάρτητα από τον ακριβή χαρακτήρα της, εκπρόθεσμη και συνεπώς δεν μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο αναθεώρησης.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Πολυδώρου ν. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 371,
Συμεωνίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (1993) 3 Α.Α.Δ. 258,
Μισιρλής ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1995) 3 Α.Α.Δ. 379,
Stavrou and Another v. Republic (1987) 3 C.L.R. 276,
Τομάζου ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 2935,
Δήμος Λάρνακος ν. Mobil Oil Cyprus Ltd. (1995) 3 Α.Α.Δ. 400.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η αίτηση με την οποία καταργήθηκε μία εκ των δύο θέσεων Γραμματέα Υπουργικού Συμβουλίου και η άλλη μετονομάστηκε σε Βοηθό Γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Γ. Κωνσταντίνου Ερωτοκρίτου, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Ο αιτητής κατέχει από 15.5.90 τη θέση Βοηθού Γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου, οργανική θέση στη Γραμματεία του Υπουργικού Συμβουλίου. Τα καθήκοντα της ίδιας θέσης ασκούσε (ο αιτητής), με απόσπαση από 8.3.1988, ενώ κατείχε την οργανική θέση του Ανώτερου Εργατικού Λειτουργού. Όταν διορίστηκε, ο τίτλος της θέσης ήταν "Βοηθός Γραμματέα Υπουργικού Συμβουλίου". Μετονομάστηκε σε "Βοηθό Γραμματέα Υπουργικού Συμβουλίου" την 1.1.1991 (βλ. Ν. 231/90). Τα καθήκοντα της θέσης καθορίζονται ως ακολούθως στο Σχέδιο Υπηρεσίας:
"Καθήκοντα και Ευθύνες:
α) Βοηθά το Γραμματέα στην οργάνωση, διοίκηση και εύρυθμη λειτουργία της Γραμματείας του Υπουργικού Συμβουλίου.
β) Παρακάθεται στις συνεδριάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου και βοηθά το Γραμματέα στην τήρηση των πρακτικών και στη διεκπεραίωση των αποφάσεων του Υπουργικού Συμβουλίου.
γ) Εκτελεί οποιαδήποτε άλλα καθήκοντα που θα του ανατεθούν."
Μέχρι την αλλαγή του Υπουργικού Συμβουλίου το Φεβρουάριο του 1993, ο αιτητής παρακαθόταν ανελλιπώς στις συνεδριάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου και βοηθούσε το Γραμματέα στην τήρηση των πρακτικών. Σε ορισμένες, μάλιστα, περιπτώσεις, άσκησε ο ίδιος καθήκοντα γραμματέα όταν απουσίαζε ο Γραμματέας του Υπουργικού Συμβουλίου.
Στις 10.3.93, ημέρα της δεύτερης συνεδρίασης του νέου Υπουργικού Συμβουλίου, του γνωστοποιήθηκε από το Γραμματέα απόφαση να μην παρίσταται στις συνεδριάσεις του. Κατά τα άλλα, συνέχισε να ασκεί τα καθήκοντά του κανονικά, όπως ο ίδιος αναφέρει στην αγόρευση που υποβλήθηκε εκ μέρους του:
"Ο αιτητής συνέχισε να εκτελεί κανονικά τα υπόλοιπα καθήκοντα του, παρά το γεγονός ότι, πολλές φορές δημοσιεύματα στον ημερήσιο τύπο, έθεταν θέμα εκδίωξης του από τη Γραμματεία του Υπουργικού Συμβουλίου.".
Εισήγηση της Κυβερνητικής Αρχής για τη μετάθεση του αιτητή στο Υπουργείο Υγείας, αναστάληκε καταρχή μετά από γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα ότι η θέση του Βοηθού Γραμματέα δεν ήταν εναλλάξιμη και τελικά, όπως συνάγεται, εγκαταλείφθηκε.
Την 1η Ιουνίου, 1994, το Υπουργικό Συμβούλιο πήρε σειρά αποφάσεων, που εξειδικεύονται πιο κάτω, για την προώθηση νομοθεσίας, τροποποιητικής του περί Προϋπολογισμού Νόμου του 1994, για την αναδιάρθρωση της Γραμματείας του Υπουργικού Συμβουλίου.
Α) Την κατάργηση της μιας από τις δυο θέσεις Γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου και καθήλωση της πλήρωσης της δεύτερης μετά την αφυπηρέτηση του τότε κατόχου της, με την παρεμβολή διπλού σταυρού έναντι της θέσης. Συναφής με την απόφαση αυτή, είναι και η απόφαση για τη δημιουργία θέσης Γενικού Διευθυντή, ο οποίος θα είχε τη διεύθυνση των υπηρεσιών του Υπουργικού Συμβουλίου και στον οποίο θα ανατίθεντο καθήκοντα Γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου.
Β) Μετονομασία της θέσης "Βοηθός Γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου" σε "Ανώτερο Διοικητικό Λειτουργό".
Γ) Διαγραφή από το σχετικό κεφάλαιο του Προϋπολογισμού, της πρόνοιας για την παροχή επιδόματος ευθύνης στο Βοηθό Γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου.
Πρέπει να σημειωθεί ότι το επίδομα αυτό καταβαλλόταν στον κάτοχο της θέσης από το 1984, μετά από απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, και τη συμπερίληψη σχετικής πρόνοιας για την καταβολή του επιδόματος στον Προϋπολογισμό. Κατά τον κρίσιμο για τους σκοπούς της παρούσας προσφυγής χρόνο, το επίδομα ανερχόταν σε £623 πλέον τι-μαριθμητικό επίδομα.
Με ξεχωριστά αιτήματα ο αιτητής προσβάλλει κάθε μια από τις αποφάσεις στις οποίες έχουμε αναφερθεί. Οι αποφάσεις προσβάλλονται με την ακόλουθη σειρά:
(α) Η απόφαση να μη παρακάθεται στις συνεδρίες του Υπουργικού Συμβουλίου, αποτελεί το αντικείμενο των αιτημάτων Α και Β.
(β) Οι αποφάσεις για την προώθηση νομοθεσίας, (α) για την κατάργηση της μιας και τη μη πλήρωση της δεύτερης θέσης Γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου και, (β) τη μετονομασία της θέσης του Βοηθού Γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου, αποτελούν το αντικείμενο του αιτήματος Γ.
(γ) Η απόφαση για προώθηση νομοθεσίας για την κατάργηση του ειδικού επιδόματος, συνιστά το αντικείμενο του αιτήματος Δ.
Οι καθ' ων η αίτηση αμφισβητούν το παραδεκτό της προσφυγής, με το αιτιολογικό ότι καμιά από τις προσβαλλόμενες αποφάσεις δε συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη υποκείμενη στον αναθεωρητικό έλεγχο του Ανωτάτου Δικαστηρίου βάσει του Άρθρου 146.1.
Είναι πρόδηλο ότι με την ίδια προσφυγή προσβάλλονται περισσότερες της μιας διοικητικές πράξεις, μεταξύ των οποίων δεν υφίσταται συνάφεια, γεγονός που καθιστά απαράδεκτη την προσβολή τους με το ίδιο ένδικο μέσο. Δυο ή περισσότερες αποφάσεις είναι συναφείς, μόνο εφόσον έχουν κοινό ιστό [βλ. Πολυδώρου ν. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 371] Σ' αυτή την κατηγορία ανήκουν πράξεις που θεμελιώνονται στο ίδιο βάθρο και η μια είναι παρεπόμενη της άλλης [βλ. μεταξύ άλλων, Συμεωνίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (1993) 3 Α.Α.Δ. 258 και Μισιρλής ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 379. Βλ. επίσης Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας 1929-59, σ.274].
Εφόσον δεν υφίσταται η αναγκαία συνάφεια μεταξύ δυο ή περισσοτέρων αποφάσεων, οι οποίες προσβάλλονται με την ίδια προσφυγή, η αίτηση για αναθεώρηση γίνεται παραδεκτή μόνο ως προς την πρώτη απόφαση η οποία τίθεται προς αναθεώρηση· στην προκείμενη περίπτωση, εκείνη η οποία αφορά τον αποκλεισμό του αιτητή από τις συνεδριάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου.
Δεν υφίσταται συνάφεια μεταξύ της απόφασης η οποία αποτελεί το αντικείμενο των Θεραπειών Α και Β και των τριών αποφάσεων που αποτελούν το αντικείμενο των Θεραπειών Γ και Δ. Επομένως, οι αποφάσεις που αποτελούν το αντικείμενο του αιτητικού Γ και Δ, δεν μπορεί να αποτελέσουν το αντικείμενο αναθεώρησης σ' αυτή τη διαδικασία. Και παραδεκτή να ήταν η αναθεώρησή τους, μπορεί ευχερώς να λεχθεί ότι η έκβαση της προσφυγής δε θα ήταν διαφορετική. Καμιά από αυτές δε συνιστά εκτελεστή απόφαση εφόσον δεν είναι παράγωγος δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων και, γενικά, νομικών συνεπειών. Επρόκειτο για προπαρασκευαστικές αποφάσεις, αναγόμενες στην εξουσία του Υπουργικού Συμβουλίου κάτω από το Άρθρο 54(στ) του Συντάγματος, για την επεξεργασία νομοσχεδίων πριν την κατάθεσή τους στη Βουλή.
Ούτε θα μπορούσε ο αιτητής να έχει λόγο στη διάρθρωση της ιεραρχίας σε κλάδο της Δημόσιας Υπηρεσίας με έρεισμα την προσδοκία για μελλοντική προαγωγή. Όπως έχει αποφασισθεί, κανένας δημόσιος υπάλληλος δεν έχει κεκτημένο δικαίωμα για προαγωγή· επομένως, δεν του παρέχεται λόγος στη διάρθρωση της Δημόσιας Υπηρεσίας σε βαθμίδες της ιεραρχίας ανώτερες από εκείνη την οποία κατέχει [βλ. μεταξύ άλλων, Stavrou and Another ν Republic (1987) 3 C.L.R. 276, και Τουμάζου ν Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 2935].
Η απόφαση της 10.3.93 ήταν αφεαυτής περιοριστική του κύκλου των καθηκόντων του αιτητή. Προβλήθηκαν διιστάμενες απόψεις ως προς το χαρακτήρα της πράξης αυτής και συγκεκριμένα κατά πόσο ήταν εκτελεστή ή εσωτερικό μέτρο αναγόμενο στην ανάθεση καθηκόντων στο προσωπικό της υπηρεσίας της Γραμματείας του Υπουργικού Συμβουλίου.
Δεν παρίσταται ανάγκη να εξετάσουμε περαιτέρω το χαρακτήρα της πράξης διότι και στην περίπτωση που ήθελε κριθεί ότι η πράξη ήταν εκτελεστή, η προσβολή της ήταν εκπρόθεσμη. Το αντικείμενο των Θεραπειών Α και Β δεν είναι παράλειψη εκπλήρωσης θετικού καθήκοντος το οποίο επιβάλλει το Σύνταγμα ή ο νόμος στο Υπουργικό Συμβούλιο ώστε να προκύπτει θέμα συνεχιζόμενης παράλειψης [βλ. μεταξύ άλλων, Δήμος Λάρνακος v. Mobil Oil Cyprus Ltd (1995) 3 Α.Α.Δ. 400]. Ούτε το Σύνταγμα ούτε ο νόμος επιβάλλει υποχρέωση στο Υπουργικό Συμβούλιο να διασφαλίσει την παρουσία Βοηθού Γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου στις συνεδριάσεις του για να βοηθά το Γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου στη λήψη των πρακτικών ή για οποιοδήποτε άλλο σκοπό. Το Άρθρο 60 του Συντάγματος επιβάλλει την παρουσία, στις συνεδριάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου, του Γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου αλλά ακόμα και στη δική του περίπτωση, η παρουσία του υπόκειται στις οδηγίες του Υπουργικού Συμβουλίου.
Για τους πιο πάνω λόγους, η προσβολή της απόφασης που αποτελεί το αντικείμενο των Θεραπειών Α και Β είναι, ανεξάρτητα από τον ακριβή χαρακτήρα της, εκπρόθεσμη και συνεπώς δεν μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο αναθεώρησης.
Η προσφυγή κρίνεται απαράδεκτη και απορρίπτεται με έξοδα.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.