ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1995) 4 ΑΑΔ 1965
29 Σεπτεμβρίου, 1995
[ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 91/95)
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Μεταθέσεις — Πρόταση για μετάθεση, κριτήρια από τη νομολογία, αιτιολογία — Η μετάθεση συνεπάγεται κατά νόμον αλλαγή τον τόπον διαμονής — Άρθρα 48(2) και 48(1) τον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμον (Ν. 1/90) — Οι περιστάσεις στην κριθείσα περίπτωση — Η μετάθεση νόμιμη.
Προσφυγή βάσει τον Άρθρον 146 τον Συντάγματος— Αναθεωρητικός έλεγχος — Δημόσιοι υπάλληλοι — Μεταθέσεις — Όρια των εξουσιών τον Δικαστηρίου κατά την αναθεώρησή τους.
Η αιτήτρια προσέβαλε τη μετάθεσή της από τη Λεμεσό στη Λάρνακα, ύστερα από 17 χρόνια υπηρεσίας της στη Λεμεσό, επικαλούμενη λόγους που ερείδονταν κατά βάση στα προβλήματα που θα της δημιουργούσε η καθημερινή μετακίνησή της στη Λάρνακα και τα οποία δεν είχαν επαρκώς διερευνηθεί και ληφθεί υπόψη πριν την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή αποφάσισε ότι:
1. Κατά το Άρθρο 48 (2) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 1/90) η πρόταση η οποία απαιτείται για μετάθεση πρέπει να περιέχει τους λόγους που επιβάλλουν το μέτρο. Σύμφωνα με τα νομολογηθέντα πρέπει να λαμβάνονται πρωτίστως υπόψη οι υπηρεσιακές ανάγκες αφού συνεκτιμηθούν και οι τυχόν υπάρχουσες προσωπικές και οικογενειακές ανάγκες του κρινομένου περιλαμβανομένης και της κατάστασης της υγείας του.
2. Η Ε.Δ.Υ. εν προκειμένω δεν άφησε ανερεύνητη καμιά πτυχή του θέματος.
Είναι γεγονός πως η Επιτροπή δεν παρέπεμψε την αιτήτρια για εξετάσεις από κυβερνητικούς γιατρούς. Δεν χρειαζόταν. Όπως προκύπτει από το πρακτικό η Επιτροπή έλαβε υπόψη τις παθήσεις της αιτήτριας - τις οποίες και περιγράφει - και τις επιπτώσεις τους. Ορθά όμως επεσήμανε ότι δε θα υπήρχε κανένα πρόβλημα αν η αιτήτρια διέμενε στον τόπο της εργασίας της.
3. Ας σημειωθεί πως σύμφωνα με το νομοθετικό ορισμό (Άρθρο 48(1)} "μετάθεση" σημαίνει την "μετατόπιση ενός υπαλλήλου η οποία συνεπάγεται αλλαγή τόπου διανομής". Επομένως η αιτήτρια δεν μπορούσε να προβάλει τη διαμονή σαν δικαιολογία για να παραμείνει στον προηγούμενο τόπο εργασίας, που υπηρέτησε για 17 περίπου χρόνια. Θα ήταν φυσικά άλλο θέμα αν οι παθήσεις της αιτήτριας δεν μπορούσαν να τύχουν νοσηλείας στον τόπο της μετάθεσης, πράγμα όμως που δεν συμβαίνει στην παρούσα περίπτωση.
Αναφορικά με την εκτίμηση των αναγκών μιας υπηρεσίας στο υπό συζήτηση θέμα και τις σχετικές παρατηρήσεις του δικηγόρου της αιτήτριας για την ιδιαίτερη εξειδίκευσή τους, το σχετικό απόσπασμα από την υπόθεση Ησαΐας, παρέχει απάντηση και προσδιορίζει τα όρια των εξουσιών του δικαστηρίου.
Η προσφυγή απορρίπτεται με ΛΚ150 έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Isaias v. Republic (1985) 3 Α.Α.Δ. 490,
Zachariou v. Republic (1986) 3 C.L.R. 969,
Kammitsis v. Republic (1987) 3 C.L.R. 384,
Βεληγκέκα ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 567,
Πεδίου ν. Ε.Δ.Υ. (1991) 4 Α.Α.Δ. 330,
Τσιακούρη ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 3946,
Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (1994) 3 Α.Α.Δ. 574,
Ιωσήφ ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 2980.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία μετατέθηκε η αιτήτρια από το Επαρχιακό Γραφείο Ευημερίας Λεμεσού, στο Επαρχιακό Γραφείο Ευημερίας Λάρνακας.
Α. Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.
Κ. Σταυρινός, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ' ης η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Η αιτήτρια είναι Ιδρυματικός Λειτουργός 1ης τάξης. Πρωτοδιορίστηκε στη δημόσια υπηρεσία το 1977. Και τοποθετήθηκε στο Επαρχιακό Γραφείο Ευημερίας Λεμεσού. Έκτοτε ασκούσε αδιάλειπτα τα καθήκοντα της στην ίδια πόλη. Κατά τον κρίσιμο χρόνο υπηρετούσαν 4 τέτοιοι λειτουργοί στη Λεμεσό. Στις 17/11/94 αποφασίστηκε από την καθής η αίτηση Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ. ή η Επιτροπή) η μετάθεση της αιτήτριας στο Επαρχιακό Γραφείο Ευημερίας Λάρνακας από 1/12/94. Το γεγονός της γνωστοποιήθηκε με επιστολή ημερ. 24/11/94. Η απόφαση αποτελεί το αντικείμενο της προσφυγής.
Αρχικά η Διευθύντρια του Τμήματος Κοινωνικής Ευημερίας ζήτησε να πληροφορηθεί από τους 4 λειτουργούς κατά πόσον είχαν ένσταση να μετατεθούν γιατί υπήρχε πρόθεση να γίνει μία μετάθεση. Η αιτήτρια διατύπωσε γραπτώς τις αντιρρήσεις της στις 24/7/94. Μεταξύ άλλων πρόβαλε και λόγους υγείας χωρίς τότε να στείλει ιατρικά πιστοποιητικά για να υποστηρίξει τους ισχυρισμούς της. Η Διευθύντρια ετοίμασε έκθεση για την προτεινόμενη μετάθεση της αιτήτριας. Αφού επεσήμανε την έλλειψη πιστοποιητικών, η Διευθύντρια σχολίασε κάθε τι που πρόβαλε η αιτήτρια κατά της μετάθεσης της.
Ακολούθησε στις 25/10/94 η πρόταση του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Είναι στην προκείμενη περίπτωση η αρμόδια αρχή, η οποία έχει την ευθύνη να εισηγείται στην Επιτροπή, που έχει την κυριαρχική αρμοδιότητα, τη διενέργεια μεταθέσεων. Πρέπει εδώ να υπομνήσω ότι κατά το άρθρ. 48 (2) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου αρ. 1/90 η πρόταση η οποία απαιτείται για μετάθεση πρέπει να περιέχει τους λόγους που επιβάλλουν το μέτρο.
Σύμφωνα με τα νομολογηθέντα πρέπει να λαμβάνονται πρωτίστως υπόψη οι υπηρεσιακές ανάγκες αφού συνεκτιμηθούν και οι τυχόν υπάρχουσες προσωπικές και οικογενειακές ανάγκες του κρινομένου περιλαμβανομένης και της κατάστασης της υγείας του: βλέπε Ησαΐας ν. Δημοκρατίας (1985) 3 Α.Α.Δ. 490, Ζαχαρίου ν. Δημοκρατίας (1986) 3 Α.Α.Δ. 969, Καμμίτσης ν. Δημοκρατίας (1987) 3 Α.Α.Δ. 384, Βεληγκέκα ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 567, Ελπίδα Πεδίον ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 330, Τσιακούρη ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 3946 και Δημοκρατία ν. Χ"Γεωργίου (1994) 3 Α.Α.Δ. 574. Στην απόφαση στην Ζωή Παναγιώτου Ιωσήφ ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 2980, τονίστηκε ότι:
"η αρμόδια διοικητική αρχή είναι ο κριτής των αναγκών της υπηρεσίας και εφόσον δεν παρεισφρύουν εξωγενείς παράγοντες στην αποτίμηση τους, δεν παρέχεται έδαφος για παρέμβαση του δικαστηρίου."
Στέκομαι στην πρόταση. Έχει διπλή αιτιολογική βάση. Την κάλυψη των υπηρεσιακών αναγκών στο πλαίσιο των συνηθισμένων μεταθέσεων και την ισότιμη μεταχείριση των υπαλλήλων. Σχετικά με αυτό το τελευταίο αναφέρει πως η αιτήτρια θα αντικαθιστούσε συγκεκριμένο ομόβαθμο συνάδελφο της, που θα επέστρεφε στη Λεμεσό, ύστερα από υπηρεσία 8 ετών στη Λάρνακα. Η πρόταση συνοδεύθηκε από την έκθεση της Διευθύντριας και τις γραπτές παραστάσεις της αιτήτριας. Και επίσης κατάλογο με τα στοιχεία που αφορούν τις μεταθέσεις όλων των Ιδρυματικών Λειτουργών 1ης τάξης, περιλαμβανομένων των ατομικών και οικογενειακών τους συνθηκών.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η αιτήτρια απευθύνθηκε στην Ε.Δ.Υ. επαναλαμβάνοντας την αντίθεση της στην πρόταση για μετάθεση, συναποστέλλοντας και ιατρικά πιστοποιητικά από ιδιωτικούς γιατρούς. Το κύριο πιστοποιητικό φέρει ημερ. 4/11/94. Βεβαιώνει πως η αιτήτρια πάσχει από οσφυαλγίες και οστεοαρθρίτιδα (της αυχενικής μοίρας). Και συνιστάται στην αιτήτρια να μη σηκώνει βάρη και να αποφεύγει τα μακρυνά ταξίδια. Παραπονείται επίσης για ημικρανίες και υπερευαισθησία της όρασης.
Οι βασικές εισηγήσεις του δικηγόρου της αιτήτριας απολήγουν σε τούτο: ότι η Επιτροπή (και προηγουμένως η Διευθύντρια) δεν προέβησαν σε έρευνα αναφορικά με την κατάσταση της υγείας της αιτήτριας ζητώντας της να υποβληθεί σε εξέταση από ιατροσυμβούλιο ή σε άλλη εξέταση. Η παράλειψη είναι τόσο εξώφθαλμη και θεμελιακή που επιβάλλεται ακύρωση της πράξης για το λόγο αυτό, αλλά και για πλάνη περί τα πράγματα. Είναι ακόμη αναιτιολόγητη. Υποστηρίχθηκε συναφώς και ότι δεν εξειδικεύονται οι ανάγκες της υπηρεσίας για να είναι εφικτός ο δικαστικός έλεγχος.
Η Ε.Δ.Υ. δεν άφησε ανερεύνητη καμιά πτυχή του θέματος. Διαπιστώθηκε ορθά από τον πιο πάνω κατάλογο ότι η αιτήτρια "δε βρίσκεται σε μειονεκτική θέση" έναντι των άλλων. Αναφέρονται και οι υπάλληλοι που μετατέθηκαν επανειλημμένα παρά τα προβλήματα υγείας που είχαν. Και ότι η αιτήτρια δε μετατέθηκε από τότε που διορίστηκε.
Στη συνέχεια εξετάστηκαν ένας προς ένα οι λόγοι που επικαλέστηκε για να μη μετακινηθεί. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι τα δύο παιδιά της αιτήτριας είναι ενήλικες (τότε 20 και 24 χρονών) και ότι δεν ήταν η μόνη υπάλληλος με χρέη από δάνεια που συνήψε. Η Επιτροπή κατέληξε, από τα στοιχεία που είχε στη διάθεση της, πως δεν υπήρχε βάσιμη δικαιολογία για να μη μετατεθεί η αιτήτρια. Παράλληλα έκρινε πως δεν υπήρχαν αλλότρια κίνητρα στην ενέργεια της διοίκησης "αλλά οι λόγοι της μετάθεσης δεν είναι άλλοι από την εξυπηρέτηση των αναγκών της υπηρεσίας". Οι βασικές σκέψεις της απόφασης αντανακλώνται στο κείμενο της κοινοποίησης της που στάληκε στις 24/11/94 και αποτελεί μαζί με τα παραπάνω έγγραφα την αιτιολογία της.
Είναι γεγονός πως η Επιτροπή δεν παρέπεμψε την αιτήτρια για εξετάσεις από κυβερνητικούς γιατρούς. Δε χρειαζόταν. Όπως προκύπτει από το πρακτικό η Επιτροπή έλαβε υπόψη τις παθήσεις της αιτήτριας - τις οποίες και περιγράφει - και τις επιπτώσεις τους. Ορθά όμως επεσήμανε ότι δε θα υπήρχε κανένα πρόβλημα αν η αιτήτρια διέμενε στον τόπο της εργασίας της:
"Η Επιτροπή παρατηρεί ότι η μετάθεση της Γεωργίου από τη Λεμεσό στη Λάρνακα δεν εξυπακούει ότι αυτή πρέπει να πηγαινοέρχεται καθημερινά από τον τόπο της τωρινής διαμονής της στον τόπο μετάθεσης της και συνεπώς το θέμα υγείας προκύπτει μόνο εάν, αντίθετα προς την έννοια της αλλαγής τόπου διαμονής, η Γεωργίου επιλέξει να διαμένει στη Λεμεσό."
Ας σημειωθεί πως σύμφωνα με το νομοθετικό ορισμό {άρθρ. 48(1)} "μετάθεση" σημαίνει την "μετατόπιση ενός υπαλλήλου η οποία συνεπάγεται αλλαγή τόπου διαμονής". Επομένως η αιτήτρια δεν μπορούσε να προβάλει τη διαμονή της σαν δικαιολογία για να παραμείνει στον προηγούμενο τόπο εργασίας, που υπηρέτησε για 17 περίπου χρόνια. Θα ήταν φυσικά άλλο θέμα αν οι παθήσεις της αιτήτριας δεν μπορούσαν να τύχουν νοσηλείας στον τόπο της μετάθεσης, πράγμα όμως που δε συμβαίνει στην παρούσα περίπτωση.
Αναφορικά με την εκτίμηση των αναγκών μιας υπηρεσίας στο υπό συζήτηση θέμα και τις σχετικές παρατηρήσεις του δικηγόρου της αιτήτριας για την ιδιαίτερη εξειδίκευση τους νομίζω πως το παρακάτω απόσπασμα από την υπόθεση Ησαΐας, ανωτέρω, παρέχει απάντηση και προσδιορίζει τα όρια των εξουσιών του δικαστηρίου:
"A presumption operates that transfers of public officers are effected in the interest of the service.... Inevitably, transfers are made in the context of evaluation of the wider needs of a branch of the service. Review of such evaluation would require the Court in every case to examine how each branch of the department is staffed, virtually an impossible task, and one that would, in effect, render the Courts the overseers of administrative action; whereas, their role is confined to the scrutiny of the legality of administrative action. Examination of the needs of the service on such wideranging basis, would deprive the Administration of the flexibility necessary to respond to the ever-changing needs of the service."
Υπό το πρίσμα των παραπάνω συσχετισμών η επίδικη απόφαση ήταν λογικά δυνατή αν όχι αναπόφευκτη. Κανένας έγκυρος λόγος για την ανατροπή της δεν έχει θεμελιωθεί.
Η προσφυγή απορρίπτεται με £150 έξοδα σε βάρος της αιτήτριας. Η απόφαση επικυρώνεται σύμφωνα με το άρθρ. 146.4(α) του Συντάγματος.
Η προσφυγή απορρίπτεται με £150 έξοδα.