ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
PAPADOPOULOS ν. REPUBLIC (1982) 3 CLR 1070
P.S.C. ν. PAPAONISIFOROU (1984) 3 CLR 370
IOANNIDES ν. REPUBLIC (1986) 3 CLR 1089
Δρουσιώτης Σπύρος και Άλλος ν. Pαδιοφωνικού Iδρύματος Kύπρου (1990) 3 ΑΑΔ 1984
Δρουσιώτη Aνδρούλλα ν. Kεντρικής Tράπεζας Kύπρου (1990) 3 ΑΑΔ 2907
Στεφάνου Mαρούλα ν. Δημοκρατίας (1990) 3 ΑΑΔ 3004
Γεωργίου Aνδρόνικος και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1990) 3 ΑΑΔ 4275
Χαραλαμπίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 414
Τριανταφυλλίδης ν. Δημοκρατίας (1993) 3 ΑΑΔ 429
Θωμά ν. Κεντρικής Τρ. Κύπρου κ.ά. (1991) 4 ΑΑΔ 4188
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Σταύρου κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1996) 4 ΑΑΔ 2238
"Χ""Ναθαναήλ κ.ά." ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (Αρ. 1) (1995) 4 ΑΑΔ 1371
(1995) 4 ΑΑΔ 244
7 Φεβρουαρίου, 1995
[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΥΡΟΦΟΡΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 819/92)
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Προαγωγές — Υπηρεσιακή επάρκεια ως προαπαιτούμενο της προαγωγής — Εμφαίνεται στις Υπηρεσιακές Εκθέσεις — Η φύση των καθηκόντων που ανατέθηκαν στον υπάλληλο δεν αποτελεί νόμιμο κριτήριο πρόκρισης του έναντι άλλου ούτε κριτήριο της καταλληλότητας του για προαγωγή — Θεωρία και νομολογία.
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Προαγωγές — Υπηρεσιακές εκθέσεις — Μείωση της βαθμολογίας τους από την Ε.Δ.Υ. — Σχετικό πόρισμα της Τριανταφυλλίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας.
Η αιτήτρια ζήτησε με την προσφυγή της ακύρωση της προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Ανώτερου Τεχνικού Χημείου καθώς και ακύρωση της μείωσης της βαθμολογίας εξαίρετης επαγγελματικής αξίας, σε ορισμένα σημεία των εκθέσεων της, σε πολύ ικανοποιητική, από την Ε.Δ.Υ. Ο αποκλεισμός της αιτήτριας από την επιλογή για προαγωγή είχε βασισθεί στο γεγονός ότι τα καθήκοντα που ασκούσε, επειδή της είχαν ανατεθεί, ήταν άλλα από τα προβλεπόμενα για τη θέση που κατείχε.
Το Ανώτατο Δικαστήρια, ακυρώνοντας την κρίση της αιτήτριας ως ακατάλληλης για προαγωγή, αποφάσισε ότι:
1. Η κατοχή και μόνον των προσόντων του Σχεδίου Υπηρεσίας δεν εξασφαλίζει στον υπάλληλο δικαίωμα προαγωγής. Άμεση συνάρτηση της καταλληλότητας ενός υποψηφίου για προαγωγή είναι η υπηρεσιακή του επάρκεια προς εκτέλεση καθηκόντων ανώτερου βαθμού.
Τα λογιστικά και γραμματειακά καθήκοντα που ανατέθηκαν στην αιτήτρια για υπηρεσιακούς λόγους είχαν σαν αποτέλεσμα να μην ασκεί αυτή πλήρως τα καθήκοντα του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης της.
Με αυτή αποκλειστικά την αιτιολογία η Επιτροπή απέκλεισε την αιτήτρια από την προαγωγική διαδικασία, θεωρώντας την ως ακατάλληλη για προαγωγή, λόγω της φύσεως των καθηκόντων που εκτελούσε.
Το εν λόγω πόρισμα της Επιτροπής βρισκόταν σε ασυμφωνία με το περιεχόμενο των Υπηρεσιακών Εκθέσεων της αιτήτριας των δύο τελευταίων ετών, στις οποίες αυτή εκρίνετο ως κατάλληλη για προαγωγή.
Σε ασυμφωνία προς το πόρισμα ευρίσκοντο και οι Εμπιστευτικές της Εκθέσεις στις οποίες εχαρακτηρίζετο σταθερά ως "Εξαίρετη" καθόλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας της.
Εκτός από τις περιπτώσεις όπου στον υπάλληλο ανατίθενται περιορισμένα καθήκοντα λόγω ανεπάρκειας, η φύση των καθηκόντων δεν μπορεί να αποτελέσει νόμιμο κριτήριο πρόκρισης υπαλλήλου έναντι συναδέλφου του.
Το είδος των καθηκόντων τα οποία εκτελεί ένας υπάλληλος καθορίζονται από τη διοίκηση και δεν εξαρτώνται από τη δική του βούληση.
Μέτρο κρίσης της αξίας των υποψηφίων είναι η επάρκεια και αποτελεσματικότητα με την οποία ασκούν τα καθήκοντα τους, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες Υπηρεσιακές τους Εκθέσεις, και όχι η φύση ή το είδος της εργασίας που εκτελούν κατ' εντολή των ανωτέρων τους.
Σύμφωνα με τη νομολογία, ο υπάλληλος στον οποίο ανατέθηκαν περιορισμένα ή υποδεέστερα καθήκοντα δεν μπορεί να τίθεται σε μειονεκτική ή δυσμενέστερη θέση έναντι συναδέλφου του στον οποίο παρασχέθηκε η ευκαιρία για πλήρη ανάπτυξη των ικανοτήτων του.
2. Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος της αιτούμενης θεραπείας, με το οποίο προσβάλλεται η μείωση της βαθμολογίας της αιτήτριας σε ορισμένα σημεία των Υπηρεσιακών της Εκθέσεων για τα έτη 1990 και 1991, το Δικαστήριο παραπέμπει σχετικά στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση, Κυριάκος Τριανταφυλλίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, στην οποία κρίθηκε πως η σχετική αρμοδιότητα της Επιτροπής βρισκόταν εντός των εξουσιών που της παρείχε ο Νόμος.
Υπό το φως της πιο πάνω νομολογίας και για όλους τους λόγους που έχουν προεκτεθεί, το μέρος της απόφασης με το οποίο η αιτήτρια κρίθηκε σαν ακατάλληλη για προαγωγή ακυρώνεται, βάσει του Άρθρου 146 (β) του Συντάγματος. Δεν εκδίδεται διάταγμα ως προς τα έξοδα.
Η προσφυγή επιτυγχάνει μερικώς, χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Δρουσιώτης κ.ά. ν. Ρ.Ι.Κ. (1990) 3 Α.Α.Δ. 1984,
Papadopoulos v. Republic (1982) 3 C.L.R. 1070,
Republic v. Papaonisiforou (1984) 3 C.L.R. 370,
Χαραλαμπίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 414,
Ioannides v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1089,
Γεωργίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 4275,
Θωμά ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου κ.ά. (1991) 4 Α.Α.Δ. 4188,
Στεφάνου ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3004,
Δρουσιώτη ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου (1990) 3 Α.Α.Δ. 2907,
Κούτας ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 1423,
Κόκκαλος ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 2007,
Τριανταφυλλίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 429.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία προάχθηκε στη μόνιμη θέση Ανώτερου Τεχνικού Χημείου (Τακτικός Προϋπολογισμός) Γενικό Χημείο, το ενδιαφερόμενο μέρος αντί της αιτήτριας.
Κ. Ευσταθίου, για την Αιτήτρια.
Α. Βασιλειάδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Γ. Ερωτοκρίτου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος Μάρω Βαρέλια.
Cur. adv. vult.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ.: Με την προσφυγή αυτή η αιτήτρια ζητά από το Δικαστήριο την πιο κάτω θεραπεία:
"Α. Διά δήλωση και/ή διαταγή του Δικαστηρίου ότι η απόφαση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 23.10.1992 (Αρ. 2746) με την οποία αυτοί προήξαν στην μόνιμη θέση Ανώτερου Τεχνικού Χημείου (Τακτικός Προϋπολογισμός) Γενικό Χημείο από 15.9.1992 το Ενδιαφερόμενο Μέρος αντί της αιτήτριας, είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή στερημένη έννομου αποτελέσματος και/ή η παράλειψη των καθ' ων η αίτηση να διορίσουν την αιτήτρια στην αναφερόμενη θέση θα έπρεπε να μη ελάμβανε χώραν.
Β. Η απόφαση των καθ' ων η αίτηση που κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή ημερ. 24.9.1992 Τεκμ. 1 με την οποία οι καθ'ων η αίτηση αποφάσισαν όπως μετατρέψουν τις αξιολογήσεις από εξαίρετη σε πολύ ικανοποιητική που περιέχονται στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις της αιτήτριας για τα έτη 1990 και 1991 στα θέματα υπό στοιχεία 1 και 5 στο Μέρος II όσον αφορά την έκθεση για το έτος 1990 και σε σχέση με τα στοιχεία 1, 2, 3, 4,5 και 8 του Μέρους II της έκθεσης για το 1991, είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή στερημένη έννομου αποτελέσματος."
Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Υγείας με επιστολή του ημερομηνίας 7/3/1991 ζήτησε από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας την πλήρωση δύο κενών θέσεων Ανώτερου Τεχνικού Χημικού στο Γενικό Χημείο, που ήταν θέσεις προαγωγής.
Στη συνεδρίαση της με ημερομηνία 20/5/1992 η Επιτροπή ασχολήθηκε με τον ενώπιον της κατάλογο υποψηφίων και έκρινε πως προάξιμοι ήταν και οι δέκα υπάλληλοι που υπηρετούσαν στη θέση Τεχνικού Χημείου, 1ης Τάξης, Γενικό Χημείο, μεταξύ των οποίων και η αιτήτρια.
Ακολούθως η Επιτροπή παρατήρησε πως από τη μελέτη των εκθέσεων της αιτήτριας προέκυπτε πως αυτή δεν ασχολείτο με τα καθήκοντα της θέσης της αλλά με γραμματειακά και κυρίως λογιστικά καθήκοντα και κατά συνέπεια οι αξιολογήσεις της αντικατόπτριζαν ουσιαστικά την απόδοση της σε καθήκοντα άλλα από αυτά της θέσης που κατείχε.
Η Διευθύντρια του Γενικού Χημείου, η οποία κλήθηκε προς παροχή συστάσεων, ενημερώθηκε κατ' αρχάς για τις διαπιστώσεις της Επιτροπής αναφορικά με τα καθήκοντα που εκτελούσε η αιτήτρια. Απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις η Διευθύντρια ανέφερε πως η ίδια ήταν ενήμερη των παραστάσεων που κατά καιρούς υπέβαλλε η αιτήτρια αναφορικά με τα καθήκοντα της και πως από καιρού εις καιρόν ανατίθεντο σ' αυτήν εργαστηριακά καθήκοντα σύμφωνα με τα Σχέδια Υπηρεσίας της θέσης της.
Μετά από μελέτη όλων των σχετικών στοιχείων και με βάση τα τρία νόμιμα κριτήρια στο σύνολο τους, η Διευθύντρια σύστησε για προαγωγή,
"(α) για την πρώτη θέση την Αλεξάνδρου Μυροφόρα, για την οποία ανέφερε ότι πράγματι έχει επιδείξει εξαιρετικού βαθμού αφοσίωση και ικανότητα στα καθήκοντα της. Εκτελεί καθήκοντα για τα οποία δεν είχε καν ακαδημαϊκά προσόντα, με άψογο τρόπο, όπως φαίνεται από τον έλεγχο που γίνεται στο Κρατικό Χημείο από τους αρμοδίους. Αποδίδει εξαιρετικά καθόλη τη διάρκεια του εργάσιμου χρόνου και είναι προθυμότατη να αναλάβει οποιαδήποτε καθήκοντα της ανατεθούν. Στη συνέχεια ανέφερε ότι ο λόγος για τον οποίο εκτελεί καθήκοντα άλλα από εκείνα της θέσης της είναι η μεγάλη προθυμία και η αφοσίωση στη δουλειά της να αναλαμβάνει οποιαδήποτε καθήκοντα της ανατεθούν, φτάνει να πειστεί ότι είναι για υπηρεσιακό όφελος το να τα αναλάβει· και αφού τα αναλάβει τα εκτελεί άψογα. Ανέφερε επίσης ότι η Αλεξάνδρου είναι η αρχαιότερη από τους υποψηφίους."
Για τη δεύτερη θέση η Διευθύντρια σύστησε για προαγωγή την υποψήφια Γεωργιάδου Στέλλα.
Υπό το φως των συστάσεων η Επιτροπή υπέβαλε στην κα Ακκελίδου την ερώτηση κατά πόσον η αιτήτρια ικανοποιούσε το απαιτούμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης προσόν της τριετούς υπηρεσίας στη θέση Τεχνικού Χημείου 1ης Τάξης και κατά πόσον θα μπορούσε να αντεπεξέλθει στα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης αυτής όπως επεριγράφοντο στις παραγράφους (α) και (β) του Σχεδίου Υπηρεσίας.
Η κα Ακκελίδου απάντησε πως η αιτήτρια πληρούσε το πρώτο προσόν, γιατί κατείχε τη θέση Τεχνικού Χημείου 1ης Τάξης από το 1982. Όσον αφορά το δεύτερο ερώτημα παρατήρησε πως η αιτήτρια θα μπορούσε να ασκήσει πολύ αποτελεσματικά τα καθήκοντα των παραγράφων (γ) και (δ) του Σχεδίου Υπηρεσίας, τα οποία ήταν σημαντικά, ασφαλώς όμως δεν θα μπορούσε να ασκήσει τα καθήκοντα των παραγράφων (α) και (β).
Μετά την αποχώρηση της Διευθύντριας από τη συνεδρίαση, η Επιτροπή αποφάσισε να αναβάλει την περαιτέρω εξέταση του θέματος για να ζητήσει σχετική γνωμάτευση από την Εισαγγελία, κατά πόσον η αιτήτρια είχε δικαίωμα προαγωγής, δεδομένου ότι αυτή δεν εκτελούσε τα καθήκοντα της θέσης που κατείχε παρά μόνον για μικρά χρονικά διαστήματα. Κατά συνέπεια σε περίπτωση επιλογής της θα ηδύνατο να εκτελέσει μόνο μερικά από τα καθήκοντα του Σχεδίου Υπηρεσίας, σύμφωνα με τη δήλωση της Διευθύντριας.
Η σχετική γνωμάτευση δόθηκε με την επιστολή της Νομικής Υπηρεσίας ημερομηνίας 24/6/1992 στην οποία αναφέρετο ότι,
"Έχω την άποψη ότι η κα Αλεξάνδρου, ανεξάρτητα από το αν αυτή εκτελεί ή όχι τα καθήκοντα της θέσης που κατέχει (παράγοντας για τον οποίον, σύμφωνα με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δεν μπορεί να τιμωρηθεί δηλαδή δεν μπορεί να βρεθεί σε μειονεκτική θέση έναντι άλλων συναδέλφων της), ενόψει της σαφούς δήλωσης της Διευθύντριας του Γενικού Χημείου ότι εάν επιλεγεί για προαγωγή στη θέση Ανώτερου Τεχνικού Χημείου δεν θα είναι σε θέση να εκτελέσει τα καθήκοντα των υποπαραγράφων (α) και (β) του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης (τα οποία σίγουρα δεν είναι συνεπακόλουθα ή δευτερευούσης σημασίας καθήκοντα) δεν μπορεί να θεωρηθεί κατάλληλη για προαγωγή."
Στη συνεδρίαση της με ημερομηνία 14/7/1992 η Επιτροπή, υπό το φως της πιο πάνω γνωμάτευσης, αποφάσισε να επανακαλέσει τη Διευθύντρια προς υποβολή νέων συστάσεων αναφορικά με την πλήρωση της μίας από τις δύο θέσεις Ανώτερου Χημικού.
Στη συνεδρίαση της με ημερομηνία 6/8/1992 η Επιτροπή κάλεσε τη Διευθύντρια να προβεί σε σύσταση και δεύτερου υποψηφίου στη θέση της αιτήτριας, η οποία κρίθηκε ως ακατάλληλη για προαγωγή.
Η Διευθύντρια του Γενικού Χημείου ανέφερε, σχετικά, ότι,
"Κύριε Πρόεδρε, δεν μπορώ να κάμω σύσταση για άλλους υποψηφίους, γιατί όλοι οι Διευθυντές του Γενικού Χημείου χρησιμοποίησαν την Αλεξάνδρου Μυροφόρα, παρά το γεγονός ότι κατά καιρούς αυτή υπέβαλλε ενστάσεις και ζητούσε να επιστρέψει στο εργαστήριο, και τη χρησιμοποίησαν για καθήκοντα δύσκολα ακριβώς επειδή ήταν και είναι μια εξαιρετική υπάλληλος με παραδειγματικό ζήλο. Για τους λόγους αυτούς δεν μπορώ να δώσω το μήνυμα στους υπαλλήλους ότι θυματοποιείται μια υπάλληλος την οποία έχω χρησιμοποιήσει, αξιοποιώντας τα προτερήματα της για κάποια άλλα καθήκοντα. Εκείνο που θα ήθελα όμως να αναφέρω είναι ότι η λειτουργία του Γενικού Χημείου παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια κάποιες ιδιομορφίες και αν με ρωτήσει ένα Μέλος της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας αυτήν τη στιγμή, αν όλοι οι υποψήφιοι οι οποίοι δεν κατέχουν προσόντα Χημικού, ακαδημαϊκά προσόντα, μπορούν να εκπαιδεύουν τεχνικό προσωπικό ή να εποπτεύουν τέτοιο προσωπικό, όπως προνοούν οι υποπαράγραφοι (α) και (β) του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης Ανώτερου Τεχνικού, θα απαντούσα ότι αυτό πρακτικά δεν μπορεί να εφαρμοστεί. Πρέπει όμως να διευκρινίσω ότι και την Αλεξάνδρου θα μπορούσε να τη χρησιμοποιήσει η υπηρεσία, αν ήθελε, στην εκπαίδευση του τεχνικού προσωπικού για θέματα που προνοούνται στις υποπαραγράφους (β) και (γ) του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης και μπορεί, αν η υπηρεσία έχει ανάγκη, να τη στείλει στο εργαστήριο να εκπαιδευτεί όπως και οι άλλοι τεχνικοί υποψήφιοι. Υπάρχουν εργαστήρια και τύποι αναλύσεων που μπορεί η Αλεξάνδρου σε μικρό χρονικό διάστημα να εκπαιδευτεί να τα κάμνει. Η απόδοση της όμως θα είναι οπωσδήποτε μεγαλύτερη σε καθήκοντα άλλα από χημικές αναλύσεις, τα οποία προνοούνται επίσης στο Σχέδιο Υπηρεσίας και στα οποία μπορεί να αξιοποιηθεί με άριστο τρόπο, και διευκρινίζω ότι τα καθήκοντα αυτά έχουν σχέση με τις υποπαραγράφους (γ) και (δ) του Σχεδίου Υπηρεσίας και με την εκπαίδευση πάλι του προσωπικού, που έχει σχέση με το (γ) και (δ) του Σχεδίου Υπηρεσίας, και μπορώ να δώσω, αν μου ζητηθεί, ένα σημείωμα ότι αυτά θα είναι πλήρως ψηλού επιπέδου καθήκοντα, απαραίτητα για τη λειτουργία σύγχρονου χημείου, και για τα οποία θα είναι πλήρως απασχολημένος ένας Ανώτερος Τεχνικός και αυτό είναι λειτουργική ανάγκη."
Η Επιτροπή παρατήρησε πως εάν, με βάση τα όσα δήλωνε η Διευθύντρια, η αιτήτρια, που δεν διέθετε οποιαδήποτε εξειδίκευση, μπορούσε να εκπαιδευτεί και να αποδώσει, τότε και άλλοι υποψήφιοι που δεν είχαν εξειδίκευση θα μπορούσαν να εκπαιδευτούν και να αποδώσουν, δεδομένου ότι επρόκειτο για ικανούς και αποδοτικούς υπαλλήλους.
Ακολούθως η Επιτροπή, στηριζόμενη στη δήλωση της Διευθύντριας ότι η αιτήτρια δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί στα καθήκοντα των παραγράφων (α) και (β) του Σχεδίου Υπηρεσίας, αποφάσισε ότι αυτή δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως δικαιούμενη σε προαγωγή και για το λόγο αυτό απέκλεισε την υποψηφιότητα της από την οποιαδήποτε περαιτέρω εξέταση στα πλαίσια της κρινόμενης διαδικασίας.
Στη συνέχεια η Επιτροπή εξέτασε τα ουσιώδη στοιχεία από το φάκελο πλήρωσης της θέσης και τους υπηρεσιακούς φακέλους των υποψηφίων, έλαβε υπόψη τις κρίσεις και τη σύσταση της Διευθύντριας, προέβη σε συγκρίσεις και αξιολογήσεις με βάση τις εκθέσεις των υποψηφίων των πέντε τελευταίων ετών, στάθμισε τα προσόντα και την αρχαιότητα τους και έκρινε πως το ενδιαφερόμενο μέρος Βαρέλια Μάρω καθώς και η υποψήφια Γεωργιάδου Στέλλα, η οποία είχε και τη σύσταση της Διευθύντριας, ήταν οι καταλληλότερες, και αποφάσισε να προσφέρει σ' αυτές προαγωγή στη μόνιμη θέση Ανώτερου Τεχνικού Χημείου στο Γενικό Χημείο, από 15/9/1992.
Αποτέλεσε βασική εισήγηση της αιτήτριας πως η απόφαση για αποκλεισμό της από την προαγωγική διαδικασία, η οποία στηρίχθηκε στον χαρακτηρισμό της ως ακατάλληλης για προαγωγή λόγω της φύσεως των καθηκόντων που εκτελούσε, ήταν το αποτέλεσμα κακής άσκησης της διακριτικής εξουσίας της Επιτροπής, εμφιλοχώρησης εξωγενών παραγόντων στη λήψη απόφασης, υπέρβασης και κατάχρησης εξουσίας και παράβασης των αρχών της χρηστής διοίκησης και ίσης μεταχείρισης.
Ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση υποστήριξε την άποψη πως η εν λόγω ενέργεια ενέπιπτε στα πλαίσια των εξουσιών της Επιτροπής να μην προβαίνει στην πλήρωση κενής θέσης απλώς και μόνον επειδή της ζητήθηκε ή επειδή είχε δημοσιεύσει τη θέση ή υπήρχε κατάλληλος υποψήφιος.
Είναι φανερό πως το κρινόμενο ζήτημα έχει τεθεί από το δικηγόρο των καθ' ων η αίτηση σε λανθασμένη βάση.
Γίνεται αποδεχτή η θέση πως η κατοχή και μόνον των προσόντων του Σχεδίου Υπηρεσίας δεν εξασφαλίζει στον υπάλληλο δικαίωμα προαγωγής. Άμεση συνάρτηση της καταλληλότητας ενός υποψηφίου για προαγωγή είναι η υπηρεσιακή του επάρκεια προς εκτέλεση καθηκόντων ανώτερου βαθμού. (Βλέπε σχετικά, Σπύρος Δρουσιώτης κ.ά. ν. Ρ.Ι.Κ. (1990) 3 Α.Α.Δ. 1984.)
Τα λογιστικά και γραμματειακά καθήκοντα που ανατέθηκαν στην αιτήτρια για υπηρεσιακούς λόγους είχαν σαν αποτέλεσμα να μην ασκεί αυτή πλήρως τα καθήκοντα του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης της.
Με αυτή αποκλειστικά την αιτιολογία η Επιτροπή απέκλεισε την αιτήτρια από την προαγωγική διαδικασία, θεωρώντας την ως ακατάλληλη για προαγωγή, λόγω της φύσεως των καθηκόντων που εκτελούσε.
Το εν λόγω πόρισμα της Επιτροπής βρισκόταν σε ασυμφωνία με το περιεχόμενο των υπηρεσιακών εκθέσεων της αιτήτριας των δύο τελευταίων ετών, στις οποίες αυτή εκρίνετο ως κατάλληλη για προαγωγή.
Σε ασυμφωνία προς το πόρισμα ευρίσκοντο και οι εμπιστευτικές της εκθέσεις στις οποίες εχαρακτηρίζετο σταθερά ως "Εξαίρετη" καθόλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας της.
Εκτός από τις περιπτώσεις όπου στον υπάλληλο ανατίθενται περιορισμένα καθήκοντα λόγω ανεπάρκειας, η φύση των καθηκόντων δεν μπορεί να αποτελέσει νόμιμο κριτήριο πρόκρισης υπαλλήλου έναντι συναδέλφου του.
Το είδος των καθηκόντων τα οποία εκτελεί ένας υπάλληλος καθορίζονται από τη διοίκηση και δεν εξαρτώνται από τη δική του βούληση.
Μέτρο κρίσης της αξίας των υποψηφίων είναι η επάρκεια και αποτελεσματικότητα με την οποία ασκούν τα καθήκοντα τους, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες υπηρεσιακές τους εκθέσεις, και όχι η φύση ή το είδος της εργασίας που εκτελούν κατ' εντολή των ανωτέρων τους. (Βλέπε Papadopoulos v. R. (1982) 3 C.L.R. 1070, R. v. Papaonisiforou (1984) 3 C.L.R. 370 και Αντώνιος Χαραλαμπίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 414.)
Σύμφωνα με τη νομολογία, ο υπάλληλος στον οποίο ανατέθηκαν περιορισμένα ή υποδεέστερα καθήκοντα δεν μπορεί να τίθεται σε μειονεκτική ή δυσμενέστερη θέση έναντι συναδέλφου του στον οποίο παρασχέθηκε η ευκαιρία για πλήρη ανάπτυξη των ικανοτήτων του.
Όπως αναφέρεται στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας (1929-1959), στη σελίδα 357:
"9) Αντιθέτως εκρίθη ότι δεν αποτελεί νόμιμον στοιχείον δυσμενούς κρίσεως ή απασχόλησις του υπαλλήλου εις (ορισμένα αποκλειστικώς καθήκοντα: 1192 (58), 1349,1414 (52), 447 (50), 248 (49), 2409 (46), 346 (43), 508 (42), το είδος της υπό του υπαλλήλου κατόπιν εντολής της προϊσταμένης αυτού υπηρεσίας ασκούμενης εργασίας: 1883 (58), 227, 228 (56), το ότι ούτος δεν ητήσατο όπως ανατεθή αυτώ ωρισμένη υπηρεσία, εφ' όσον εκ του νόμου δεν προκύπτει τοιαύτη υποχρέωσις του υπαλλήλου αλλ' απόκειται εις την Διοίκησιν η τοποθέτησις αυτού: 447 (50). Επίσης ούτε το ότι ο υπάλληλος δεν διηύθυνεν ωρισμένην υπηρεσίαν ίνα εντεύθεν κριθή η ικανότης αυτού, διότι η Διοίκησις οφείλει να παρέχει εις τους υπ' αυτήν υπαλλήλους την ευκαιρίαν ν' αναπτύξωσι τας ικανότητος αυτών, αναθέτουσα εις τούτους την άσκησιν αρμοδιότητος αναλόγου προς τον βαθμόν αυτών: 2015 (49)."
(Βλέπε επίσης, Ioannides v. R. (1986) 3 C.L.R. 1089, Ανδρόνικος Γεωργίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 4275, Γεώργιος Θωμά ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου κ.ά. (1991) 4 Α.Α.Δ. 4188, Μαρούλα Στεφάνου ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3004, Ανδρούλα Δρουσιώτη ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου (1990) 3 Α.Α.Δ. 2907, Λοΐζος Κούτας ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 1423 και Τάσσος Κόκκαλος ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 2007.)
Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος της αιτούμενης θεραπείας, με το οποίο προσβάλλεται η μείωση της βαθμολογίας της αιτήτριας σε ορισμένα σημεία των υπηρεσιακών της εκθέσεων για τα έτη 1990 και 1991, παραπέμπω σχετικά στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση, Κυριάκος Τριανταφυλλίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 429, στην οποία κρίθηκε πως η σχετική αρμοδιότητα της Επιτροπής βρισκόταν εντός των εξουσιών που της παρείχε ο Νόμος.
Υπό το φως της πιο πάνω νομολογίας και για όλους τους λόγους που έχουν προεκτεθεί, το μέρος της απόφασης με το οποίο η αιτήτρια κρίθηκε σαν ακατάλληλη για προαγωγή ακυρώνεται, βάσει του άρθρου 146 (β) του Συντάγματος.
Δεν εκδίδεται διάταγμα ως προς τα έξοδα.
Η προσφυγή επιτυγχάνει μερικώς χωρίς έξοδα.