ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1994) 4 ΑΑΔ 2157

31 Οκτωβρίου, 1994

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΠΑΓΚΥΠΡΙΑ ΣΥΝΤΕΧΝΙΑ ΝΟΣΟΚΟΜΩΝ (ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ)

ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΕΩΣ ΑΥΤΗΣ,

Αιτητές,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, MEΣΩ YΠOYPΓOY YΓEIAΣ (ΑΡ. 2),

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 795/92)

 

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Κατάργηση της δίκης ― Ανάκληση της επίδικης στην προσφυγή απόφασης συνεπάγεται κατάργηση της δίκης ― Εκτός αν μπορεί να αποδειχθεί ζημία που αποτελεί λόγο για συνέχιση της δίκης.

Οι αιτητές και δη η Παγκύπρια Συντεχνία Νοσοκόμων προσέβαλε την παράλειψη των καθ'ων η αίτηση να εγκρίνουν αίτημά τους για παραχώρηση άδειας απουσίας για την άσκηση συντεχνιακής εργασίας. Κατά την εκδίκαση της προσφυγής η παράλειψη άρθηκε με επιστολή της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης & Προσωπικού με την οποία παραχωρήθηκε τέτοια άδεια. Ως εκ τούτου ο δικηγόρος των καθ'ων η αίτηση πρόβαλε προδικαστική ένσταση ότι η δίκη είχε καταργηθεί.

Το Ανώτατο Δικαστήριο κηρύσσοντας την προσφυγή καταργημένη, αποφάσισε ότι:

Έχοντας υπόψη τις αρχές που καθιέρωσε η νομολογία το Δικαστήριο έκρινε ότι με την ικανοποίηση του αιτήματος των αιτητών που τους κοινοποιήθηκε με την επιστολή ημερ. 25.1.94, η δίκη καταργήθηκε και οι αιτητές δεν έχουν οποιοδήποτε συμφέρον για τη συνέχισή της.  Ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι οι αιτητές έχουν υποστεί οποιαδήποτε ζημιά κατά την περίοδο για την οποία η προσβαλλόμενη απόφαση σε ισχύ. Τέτοιος ισχυρισμός εξάλλου ούτε έχει προβληθεί ούτε έχει αποδειχθεί.

Η προσφυγή κηρύσσεται καταργημένη με £100 έξοδα υπέρ των αιτητών.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Καλλιμάχου κ.ά v. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 3803,

Παπαδόπουλος v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 973,

Στράκκα Λτδ v. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 643,

Παγκύπρια Συντεχνία Νοσοκόμων ("ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ") v. Δημοκρατίας (Αρ.1) (1994) 3 Α.Α.Δ. 174.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία αρνήθηκαν αίτημα των αιτητών για παραχώρηση άδειας απουσίας από την εργασία τους για διεκπεραίωση συντεχνιακής εργασίας.

P. Xαραλάμπους, για τους Aιτητές.

Γ. Στυλιανίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Kαθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

APTEMHΣ, Δ.:  Οι αιτητές με την προσφυγή τους αυτή επιδιώκουν την ακύρωση της απόφασης του καθ' ου η αίτηση με την οποία αρνήθηκε το αίτημά τους για παραχώρηση άδειας απουσίας από την εργασία τους για διεκπεραίωση συντεχνιακής εργασίας.

Ο δικηγόρος των αιτητών απέστειλε στον Υπουργό Υγείας την ακόλουθη επιστολή ημερ. 24.3.92:

"Κύριε,

Γράφομεν την παρούσαν εκ μέρους των πελατών μας της Παγκύπριας Συντεχνίας Νοσοκόμων  (ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ) διά να φέρωμεν εις γνώσιν σας τα κάτωθι:

"Νοσοκόμοι-μέλη της Παγκύπριας Συντεχνίας Νοσοκόμων επανειλλημένως έχουνε ζητήσει άδεια απουσίας από την εργασία τους από την Αδελφή Διευθύνουσα Νοσοκόμα του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας, διά να μπορέσουν να φέρουν εις πέρας ορισμένες εργασίες και/ή επείγοντα θέματα τα οποία αφορούν την Συντεχνία τους (όπως π.χ.  Ενημέρωση στις άλλες Επαρχίες αναφορικά με την σύσταση της ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ) πλην όμως αυτή έφερε ένσταση εις την αιτούμενη άδεια" γεγονός το οποίον δεν συμβαίνει όσον αφορά τα μέλη - νοσοκόμους της Κλαδικής Επιτροπής Νοσοκόμων της ΠΑ.ΣΥ.ΔΥ.

Ενόψει των ανωτέρω αναφερομένων παρακαλούμεν όπως δώσετε σχετικές οδηγίες εις την Διευθύνουσα να παραχωρεί άδεια εις τα κάτωθι μέλη της ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ.

(α)  . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

(β)  . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

(γ)  . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

(δ)  . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

όταν τα εν λόγω πρόσωπα αιτούνται τέτοιας αδείας διά σκοπούς της ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ.

Εν αναμονή απαντήσεώς σας."

Το Υπουργείο Υγείας ζήτησε τις απόψεις του Υπουργείου Οικονoμικών.  Ο Διευθυντής της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοικήσεως και Προσωπικού απάντησε στο Υπουργείο Υγείας με επιστολή του ημερ. 11.8.92, το περιεχόμενο της οποίας έχει ως εξής:

"Έχω οδηγίες ν' αναφερθώ στις επιστολές σας με αρ. Φακ. Υ.Υ. 22.10.19 και ημερ. 3.4.1992 και 20.5.1992 σχετικά με το αίτημα της ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ για παροχή στα στελέχη της άδειας απουσίας από την εργασία τους για συνδικαλιστικούς σκοπούς και να παρατηρήσω ότι τόσο το Καταστατικό της ΜΕΠ όσο και το γεγονός της πολύ περιορισμένης αντιπροσωπευτικότητας της ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ δεν επιτρέπουν την ικανοποίηση του πιο πάνω αιτήματος.  Τα στελέχη της ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ μπορούν να ασκούν τα συνδικαλιστικά τους καθήκοντα εκτός των ωρών εργασίας."

Αντίγραφο της πιό πάνω επιστολής κοινοποιήθηκε στο δικηγόρο των αιτητών την 1.9.92 και ως αποτέλεσμα καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.  Ενόσω η ακροαματική διαδικασία βρισκόταν σε εξέλιξη το αίτημα επανεξετάστηκε και η Υπηρεσία Δημόσιας Διοικήσεως & Προσωπικού έστειλε στο δικηγόρο των αιτητών την ακόλουθη επιστολή ημερομηνίας 25.1.94:

"Έχω οδηγίες ν' αναφερθώ στην επιστολή σας με ημερ. 29.11.1993, σχετικά με την πιο πάνω Προσφυγή, που αφορά το αίτημα της ΠΑΣΥΝΟ να παρέχεται άδεια σε ορισμένα μέλη της να απουσιάζουν από την εργασία τους για συνδικαλιστικούς σκοπούς και να σας πληροφορήσω ότι συμφωνούμε να δίδεται στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της ΠΑΣΥΝΟ άδεια να απουσιάζουν από την εργασία τους για σκοπούς διατύπωσης των απόψεών τους πάνω σε θέματα που αφορούν τους όρους εργασίας των μελών της συντεχνίας."

Οι λόγοι για ακύρωση της επίδικης απόφασης που προβλήθηκαν εκ μέρους των αιτητών είναι:

(1)  Παραβίαση των Άρθρων 28(1) και 21(2) του Συντάγματος.  Το Άρθρο 28 παραβιάστηκε γιατί τα μέλη της ΠΑ.ΣΥ.ΔΥ τυγχάνουν ευνοϊκής μεταχείρησης έναντι των αιτητών. Παραβιάστηκε επίσης το Άρθρο 21(2) με το οποίο διασφαλίζεται το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι και του δικαιώματος ιδρύσεως και προσχωρήσεως σε συντεχνίες.

(2)  Έλλειψη δέουσας έρευνας.

(3)  Η επίδικη απόφαση στερείται αιτιολογίας.

Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας υπέβαλε τις ακόλουθες δύο προδικαστικές ενστάσεις:

(α)  Οι αιτητές προσβάλλουν την παράλειψη του καθ' ου η αίτηση και/ή την άρνησή του να ικανοποιήσει το αίτημά τους. Η ισχυριζόμενη παράλειψη και/ή άρνηση δεν μπορεί να προσβληθεί με αίτηση ακυρώσεως γιατί η διοίκηση δεν υποχρεούται εις συγκεκριμένη ενέργεια προς ρύθμιση ορισμένης σχέσης.

(β)  Με την απόφαση που περιέχεται στην επιστολή του Διευθυντή Δημόσιας Διοικήσεως και Προσωπικού ημερ. 25.1.94 (πιό πάνω) ανακλήθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, θεραπεύθηκε η ισχυριζόμενη παράλειψη και ως εκ τούτου η δίκη έχει καταργηθεί.

Θα προχωρήσω να εξετάσω τη δεύτερη από τις δύο πιο πάνω προδικαστικές ενστάσεις.  Για υποστήριξη της θέσης του ο δικηγόρος της Δημοκρατίας παρέπεμψε στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Χρυσταλλένη Α. Καλλιμάχου κ.ά ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 3803, στην οποία η Ολομέλεια έκανε μνεία μεταξύ άλλων και στην απόφαση πάλι της Ολομέλειας στην υπόθεση Χρίστος Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 973.

Στη σελ. 979 της απόφασης στην υπόθεση Παπαδόπουλος (πιό πάνω) ειπώθηκαν:

"Η ανάκληση διοικητικής πράξης είναι νέα εκτελεστή διοικητική πράξη.  Η ανάκληση εξ ολοκλήρου διοικητικής πράξης ενεργεί ex tunc και κατά το Ελλαδικό Δίκαιο η δίκη καταργείται, γιατί επέρχεται η εξαφάνιση του αντικειμένου της. Ο αιτητής δεν συνεχίζει να έχει έννομο συμφέρον. (Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-1959, 275· Τσάτσος - Η Αίτησις Ακυρώσεως Ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, Έκδοση Τρίτη, παράγραφος 188, σελ. 370 και επέκεινα· Σπηλιωτόπουλου - Εγχειρίδιον Διοικητικού Δικαίου, Δεύτερη Έκδοση, σελ.454· Αποφάσεις Σ.τ.Ε. 302/34, 1050/34, 18/35.)

Στην Κύπρο, με βάση την παράγραφο 6 του Άρθρου 146 του Συντάγματος, ακυρωτική απόφαση της προσβαλλόμενης πράξης, απόφασης ή παράλειψης από το Δικαστήριο, κάτω από την παράγραφο 4 του ιδίου Άρθρου, είναι αναγκαία προϋπόθεση για αξίωση εύλογης αποζημίωσης ή άλλης θεραπείας, εάν δεν ικανοποιηθεί η αξίωση του αιτητή από τη Διοίκηση - (Phedias Kyriakides and The Republic (Minister of Interior) 1 R.S.C.C. 66, 74).

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Η προσφυγή δεν μπορεί να προχωρήσει όταν παραμείνει χωρίς αντικείμενο.  Η ανάκληση της διοικητικής πράξης οδηγεί στην εξαφάνιση της πράξης και την κατάργηση της δίκης, εκτός εάν, κατά την περίοδο πριν την ανάκληση, ο αιτητής έχει υποστεί ζημία, η οποία δεν εξαλείφθηκε με την ανάκληση.

Ανεξάρτητα από την ανάκληση της διοικητικής πράξης ή απόφασης, αν στη διάρκεια της ισχύος της παρήχθησαν αποτελέσματα που ζημιώνουν τον αιτητή που δεν αντιμετωπίστηκαν, ή εξαλείφθηκαν με την ανάκληση, η προσφυγή πρέπει να αποφασιστεί από το Δικαστήριο με σκοπό την ακύρωση, για να μπορεί ο αιτητής με βάση την παράγραφο 6 να ζητήσει αποζημίωση."

Σχετικό επί του θέματος θεωρώ και το ακόλουθο απόσπασμα από άλλη απόφαση της Ολομέλειας και συγκεκριμένα την υπόθεση Στράκκα Λτδ ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ.. 643. Στη σελ. 651 ειπώθηκαν:

"Αποτελεί βασική αρχή του διοικητικού δικαίου ότι η δίκη καταργείται για διάφορους λόγους στους οποίους περιλαμβάνεται η έλλειψη αντικειμένου.  Κατά κανόνα η προσφυγή δεν μπορεί να προωθηθεί και πρέπει να διαγραφεί αν μετά την καταχώρηση και πριν την εκδίκασή της επισυμβούν γεγονότα που έχουν ως συνέπεια την εξαφάνιση του αντικειμένου της, όπως π.χ. η ρητή ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης στο σύνολό της, η σιωπηρά ανάκλησή της η οποία εξυπακούεται από νέα πράξη του ίδιου οργάνου που ρυθμίζει το ίδιο θέμα και η πλήρης ικανοποίηση της αξίωσης του αιτητή.  Στις περιπτώσεις αυτές η δίκη καταργείται γιατί η συνέχισή της δεν εξυπηρετεί κανένα σκοπό.  Στην περίπτωση όμως που έχουν προκύψει στον αιτητή ζημιογόνες συνέπειες από την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη ή παράλειψη ενώ αυτή βρισκόταν ακόμα σε ισχύ, η δίκη δεν καταργείται.  Εναπόκειται, βέβαια, στον εκάστοτε αιτητή να αποδείξει ότι έχουν ήδη προκύψει σ' αυτόν ζημιογόνες συνέπειες από την προσβαλλόμενη πράξη πριν την ανάκληση της ή την ικανοποίηση της αξίωσης του και συντρέχει, επομένως, λόγος για τη συνέχιση της δίκης."

Έχοντας υπόψη τις αρχές που καθιέρωσε η νομολογία όπως αυτές εκφράζονται στα πιο πάνω αποσπάσματα κρίνω ότι με την ικανοποίηση του  αιτήματος των αιτητών που τους κοινοποιήθηκε με την επιστολή ημερ. 25.1.94, (πιο πάνω), η δίκη καταργήθηκε και οι αιτητές δεν έχουν οποιοδήποτε συμφέρο για τη συνέχισή της.  Ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι οι αιτητές έχουν υποστεί οποιαδήποτε ζημιά κατά την περίοδο για την οποία η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν σε ισχύ. Τέτοιος ισχυρισμός εξάλλου ούτε έχει προβληθεί ούτε έχει αποδειχθεί.

Σχετική είναι και η πρόσφατη απόφαση του Στυλιανίδη, Δ. τότε Δικαστή και νύν Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Παγκύπρια Συντεχνία Νοσοκόμων ("ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ") ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1994) 4 Α.Α.Δ. 174

Στην εν λόγω υπόθεση η άρνηση της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοικήσεως και Προσωπικού να συναντηθεί με τους αιτητές (που όπως είναι φανερό είναι οι ίδιοι με τους αιτητές στην παρούσα προσφυγή) για συζήτηση του θέματος εφαρμογής της πενθήμερης βδομάδας εργασίας και σε σχέση με τα μέλη της ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ., ανακλήθηκε μεταγενέστερα.  Το Δικαστήριο παρόλον που αποφάνθηκε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβίαζε το δικαίωμα της συνδικαλιστικής ελευθερίας, εντούτοις βρήκε ότι ενόψει της ακύρωσης και/ή ανάκλησης της προσβαλλόμενης διοικητικής απόφασης, η προσφυγή παρέμεινε χωρίς αντικείμενο, και εφόσον ο δικηγόρος των αιτητών δήλωσε ότι οι αιτητές δεν μπορούσαν να αποδείξουν ότι, εκ πρώτης όψεως, υπέστησαν ζημιά στην περίοδο που η προσβαλλόμενη απόφαση ίσχυε, η δίκη καταργήθηκε.

Ενόψει του συμπεράσματός μου ότι η δίκη καταργείται θεωρώ αχρείαστο να ασχοληθώ με την πρώτη προδικαστική ένσταση του καθ' ου η αίτηση, ή με την ουσία της υπόθεσης.

Το Δικαστήριο κηρύσσει καταργημένη την προσφυγή. Επιδικάζονται £100,- έναντι των εξόδων των αιτητών.

H προσφυγή κηρύσσεται καταργημένη. £100,- έξοδα υπέρ των αιτητών.

υποψηφίους για προαγωγή στη θέση του Ειδικού Ιατρού στο ../2

                    -  2   -

Ψυχιατρείο (θέση προαγωγής).   'Οπως ο αιτητής, έτσι και οι δυο

ανθυποψήφιοί του, ο Γ. Καραβίας και Α. Δημητρίου, κατείχαν τη θέση του Ιατρικού Λειτουργού Α στις Ψυχιατρικές Υπηρεσίες.

     Με την προσφυγή ο αιτητής επιδιώκει την αναθεώρηση προς το σκοπό ακύρωσης της απόφασης για την πλήρωση της θέσης με το

διορισμό του Γ. Καραβία.   Η ένστασή του στην απόφαση

επικεντρώνεται στην παραγνώριση της αρχαιότητάς του ανερχόμενη σε 6 έτη έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους και εκτείνεται γενικότερα στην υπεροχή του, όπως αυτή διαγράφεται από τα υπηρεσιακά του στοιχεία, και την μακρά υπηρεσία του στη δημόσια

υπηρεσία.

    

     'Ηταν η δεύτερη φορά που η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας ασχολήθηκε με την πλήρωση της επίμαχης θέσης.  Η πρώτη της απόφαση ακυρώθηκε γιατί η σύσταση του προϊσταμένου των Ψυχιατρικών Υπηρεσιών κρίθηκε αναιτιολόγητη.  Κατά την επανεξέταση, η Ε.Δ.Υ. αγνόησε την αποκηρυχθείσα σύσταση και επεδίωξε την πλήρωση του κενού με την πρόσκληση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας να υποβάλει εκ νέου τις συστάσεις του

πράγμα που έπραξε με αναφορά στο νομικό και πραγματικό καθεστώς

που ίσχυε όταν λήφθηκε η πρώτη απόφαση.   Δε διατυπώθηκαν οποιεσδήποτε ενστάσεις στη διαδικασία η οποία ακολουθήθηκε. Η

νομολογία υποστηρίζει ότι είναι παραδεκτή η πλήρωση του κενού που

αφήνεται από την απόρριψη των συστάσεων που υποβάλλονται από τον

Προϊστάμενο με την υποβολή νέων συστάσεων.   (Βλ. Λύωνα  ν.

Δημοκρατίας (Υπ. αρ. 683/88, 703/88, 706/88, αποφασίστηκε στις 14/6/90) και Δημοκρατία ν. Πιτσιλλίδη (Α.Ε. 1086, αποφασίστηκε

στις 13/12/90). Διατυπώθηκαν όμως και για τη δεύτερη σύσταση ../3

-  3   -

αμφισβητήσεις για την επάρκεια της αιτιολόγησής της, καθώς και το

στέρεο της βάσης στην οποία εδράζεται.   Εξέταση του κειμένου της

σύστασης αποκαλύπτει ότι ο προϊστάμενος των Ψυχιατρικών Υπηρεσιών

εξήγησε, σε κάποια έκταση μάλιστα, τα δεδομένα στα οποία στηρίζεται, όσο και τους λόγους που καθιστούν το ενδιαφερόμενο μέρος τον καταλληλότερο υποψήφιο για την εκπλήρωση των καθηκόντων

της θέσης.

Η Ε.Δ.Υ. στάθμισε το σύνολο των στοιχείων ενώπιον της υπό

το

πρίσμα των κριτηρίων που θέτει ο νόμος (αξία - προσόντα αρχαιότητα) και κατέληξε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν ο καταλληλότερος για την πλήρωση της θέσης.   Στην απόφαση της Ε.Δ.Υ. γίνεται αναφορά τόσο στην αρχαιότητα των υποψηφίων, όσο και στις εμπιστευτικές τους εκθέσεις με ιδιαίτερη μνεία στα δυο

προηγούμενα χρόνια που φέρουν το ενδιαφερόμενο μέρος να υπερέχει

οριακά σε αξία του αιτητή.

Υπό το φως του συνόλου των στοιχείων που είχε ενώπιον της

η

Ε.Δ.Υ., ήταν εύλογα παραδεκτή η επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους.   Η αποτίμηση των διεκδικήσεων των υποψηφίων έγινε με αναφορά στα ουσιώδη γεγονότα υπό το φως των κριτηρίων που θέτει

ο νόμος για την αξιολόγηση τους. Μεγάλη σημασία ενείχε η σύσταση

του προϊσταμένου του Τμήματος που, όπως είναι νομολογημένο, άπτεται της αξίας των υποψηφίων και επενεργεί ως στοιχείο κρίσεως

ιδιαίτερης σημασίας.

          'Ο,τι απομένει ν' αποφασιστεί, είναι κατά πόσο η σύσταση του

προϊσταμένου είναι για οποιοδήποτε λόγο τρωτή.  Η κρίση μου είναι

ότι αυτή αιτιολογείται πλήρως και ότι δεν πάσχει σε οποιοδήποτε

                         ../4

          -  4     -

σημείο£ ο ισχυρισμός ότι ο προϊστάμενος του Τμήματος ήταν εχθρικός προς τον αιτητή και, επομένως, προκατειλημμένος εναντίον

του δεν έχει τεκμηριωθεί£ διαπίστωση που τον καθιστά ανεδαφικό.

Καταλήγω ότι δεν έχει θεμελιωθεί βάσιμος λόγος ο οποίος

να

δικαιολογεί την ακύρωση της απόφασης.

     Η προσφυγή απορρίπτεται.

     Δεν εκδίδεται διαταγή για τα έξοδα.

     Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται στην ολότητά της βάσει των προνοιών του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

               Γ. Μ. ΠΙΚΗΣ,

                    Δ.

/ΕΑΠ.

24 Οκτωβρίου, 1994

[ΧΡ. ΑΡΤΕΜΙΔΗ, Δ.]

ΝΙΚΗ ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΟΥ

     Αιτήτριας                 

 v.

ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ 

Καθ' ων η Αίτηση                    

Υποθ. Αρ. 34/94 ____________________________________

     Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου  - Κ.Ο.Τ. - Διορισμοί - Αρχαιότητα - Συνεκτιμάται και συσταθμίζεται μαζί με τα υπόλοιπα κριτήρια που μετρούν για διορισμό ή προαγωγή.

Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου - Κ.Ο.Τ. - Διορισμοί/Προαγωγές Προσόντα - Γνώση δύο ξένων γλωσσών - Τεκμαίρεται η κατοχή του προσόντος εφόσον απαιτείτο στα σχέδια υπηρεσίας των προηγούμενων θέσεων.

Η αιτήτρια προσέβαλε με την προσφυγή της την απόφαση των καθ'ων η αίτηση, η οποία λήφθηκε μετά από επανεξέταση της υπόθεσης λόγω ακύρωσης της αρχικής απόφασης από το Ανώτατο Δικαστήριο, σύμφωνα με την οποία διόρισε τα ενδιαφερόμενα μέρη αντί της ιδίας στη θέση Ανώτερου Βοηθού Τουρισμού Λειτουργού.

Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

Από απλή αναφορά στο διοικητικό φάκελο διαπιστώνεται πως η επίδικη απόφαση ήταν το φυσικό αποτέλεσμα του περιεχομένου του που υποστηρίζεται βέβαια (η απόφαση) και από τη σύσταση της Γενικού Διευθυντή.

Η εικόνα που παρουσιάζεται στις παρατηρήσεις και γενική αξιολόγηση των υποψηφίων για προαγωγή στην επίδικη θέση για τα έτη 1986-89 είναι συνοπτικά ως εξής: γίνονται εξαίρετα σχόλια για τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα και εύφημη μνεία για το σύνολο της εργασίας τους, ενώ αντίθετα για την αιτήτρια δεν γίνεται κανένα απολύτως σχόλιο. Η ίδια κατάσταση ισχύει και για τις παρατηρήσεις της ομάδας αξιολόγησης για το 1990. Στο μοναδικό στοιχείο που υπερτερεί η αιτήτρια είναι η αρχαιότητα, βέβαια συνεκτιμάται και συσταθμίζεται με τα υπόλοιπα κριτήρια που μετρούν για διορισμό ή προαγωγή.

Η αιτήτρια όχι μόνο απέτυχε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή αλλά μήτε καν ισοβάθμια σε σύγκριση με τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα. Σε ότι αφορά τη γνώση δύο ξένων γλωσσών, προσόν που απαιτείται στα σχέδια υπηρεσίας το ζήτημα καλύπτεται από την απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην ΑΕ1490. Δημοκρατία v. Πογιατζής, 17.9.92, εφόσον το ίδιο προσόν απαιτείται στα σχέδια υπηρεσίας για τις θέσεις που κατείχαν προηγουμένως τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, δηλαδή Βοηθός Τουριστικός Λειτουργός 1ης τάξης.

Προσφυγή απορρίπτεται

με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Νίνα Φιτικίδου κ.α v. Κ.Ο.Τ, υποθ. αρ. 643/91, 876/91 και 877/91 ημερ. 22/9/93 (1993) 3 ΑΑΔ.

Ρ.Ι.Κ. v. Καραγιώργη κ.α  Α.Ε. 1163, 1178 και 1179 ημερ. 14/2/91 (1991) 3 ΑΑΔ.

Δημοκρατία v. Πογιατζής Α.Ε. 1490 ημερ. 17/9/92 (1992) 3 ΑΑΔ.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ'ων η αίτηση, ημερομηνίας 22.12.93, με την οποία διορίστηκαν τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα στη θέση Ανώτερου Βοηθού Τουριστικού Λειτουργού, αντί της αιτήτριας.

     Χρ. Χριστοφίδης, για την αιτήτρια

Α. Δικηγορόπουλος, για τους καθ' ων η αίτηση. Cur. adv.  vult.

     A Π Ο Φ Α Σ Η

    

          To Συμβούλιο του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού, καθ' ων

η αίτηση, συνήλθε στις 22.12.93 για να αποφασίσει την

πλήρωση

3 θέσεων Ανώτερου Βοηθού Τουριστικού Λειτουργού.  Η

διαδικασία συνιστούσε επανεξέταση του θέματος, ενόψει της

ακυρωτικης απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ημερ.

22.9.93,

στις προσφυγές 643/91, 876/91 και 877/91 Νίνα Φιτικίδου

κ.α.

ν. ΚΟΤ.  Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου ακύρωσε, στις υποθέσεις αυτές, το διορισμό των  Μαρίας Αριστείδου,

     Αθηνάς Σωτηροπούλλου και Αγγελικής Ορφανίδου, επειδή έκρινε

πως το Συμβούλιο δεν ήταν νόμιμα συγκροτημένο, αναπόφευκτο αποτέλεσμα της γνωστής απόφασης από την Ολομέλεια:  ΡΙΚ

ν.

Καραγιώργη κ.α., που εκδόθηκε στις 14.2.91 (ΑΕ1163, 1178

και

1179).  Το Δικαστήριο προχώρησε και θεώρησε έγκυρο ακόμη

ένα

λόγο που έπληττε τη διοικητική πράξη, ότι η Επιτροπή Προσωπικού του Οργανισμού, που διενήργησε τις προαγωγές,

δεν

είχε ενώπιον της τις συστάσεις του Γενικό Διευθυντή, δεδομένου ότι δεν δεν υπήρχε Υπεύθυνος Λειτουργός του Τμήματος Προβολής στο οποίο υπάγονταν οι θέσεις.  Η

υποχρέωση

της Επιτροπής να λάβει δεόντως υπόψη τις συστάσεις του Γενικού Διευθυντή, όπου δεν υπάρχει προϊστάμενος του τμήματος, προβλέπεται στον Κανονισμό 15(3) των περί

Κυπριακού

Οργανισμού Τουρισμού (Διάρθρωσις και Οροι Υπηρεσίας)

     Κανονισμών του 1970 ΚΔΠ829/70.

     Ο συνάδελφος, ακολουθώντας καθιερωμένη πρακτική του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στην εκδίκαση πρωτοδίκως προσφυγών,

δεν

     αποφάσισε την ουσία των αιτήσεων ακυρώσεως.

     Το Συμβούλιο στην επίδικη συνεδρίαση του, θεράπευσε, καθώς είχε υποχρέωση, τα νομικά ελαττώματα που διέγνωσε

το

     πρωτόδικο Δικαστήριο.  Ηταν δεόντως και νόμιμα συγκροτημένο,

κάτι που δεν αφμισβητείται, και άκουσε τις απόψεις και

     συστάσεις της Γενικού Διευθυντή αναφορικά με τους υποψηφίους,

οι οποίες και καταγράφτηκαν στο σχετικό πρακτικό.  Η

Γενικός

Διευθυντής έκρινε ως καταλληλότερες για προαγωγή τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα.  Το Συμβούλιο, αφού μελέτησε το

θέμα,

κατέληξε στο συμπέρασμα πως τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα υπερέχουν των υπόλοιπων υποψηφίων, και συνεπώς ήσαν οι καταλληλότερες για προαγωγή.

          Το μόνο ζήτημα που παραμένει για εξέταση είναι κατά πόσο

η απόφαση του Συμβουλίου ήταν εύλογα επιτρεπτή, μέσα στα πλαίσια άσκησης της δικριτικής του ευχέρειας, αν ληφθούν υπόψη τα αντικειμενικά δεδομένα που ήσαν ενώπιον του.  Από απλή αναφορά στο διοικητικό φάκελο διαπιστώνεται πως η επίδικη απόφαση ήταν το φυσικό αποτέλεσμα του περιεχομένου του, που υποστηρίζεται βέβαια (η απόφαση) και από τη

σύσταση

     της Γενικού Διευθυντή.

Η εικόνα που παρουσιάζεται στις παρατηρήσεις και

γενική

αξιολόγηση των υποψηφίων για προαγωγή στην επίδικη θέση

για

τα έτη 1986-89 είναι συνοπτικά ως εξής:  γίνονται εξαίρετα σχόλια για τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα και εύφημη μνεία για

το

σύνολο της εργασίας τους, ενώ αντίθετα για την αιτήτρια

δεν

γίνεται κανένα απολύτως σχόλιο.  Η ίδια κατάσταση ισχύει

και

για τις παρατηρήσεις της ομάδας αξιολόγησης για το 1990.

Στο

μοναδικό στοιχείο που υπερτερεί η αιτήτρια είναι η

αρχαιότητα, που βέβαια συνεκτιμάται και συσταθμίζεται με

τα

υπόλοιπα κριτήρια που μετρούν για διορισμό ή προαγωγή.

Η αιτήτρια, όχι μόνο απέτυχε να αποδείξει έκδηλη

υπεροχή,

αλλά μήτε καν ισοβαθμία σε σύγκριση με τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα.  Σε ότι αφορά τη γνώση δύο ξένων γλωσσών, προσόν

που

απαιτείται στα σχέδια υπηρεσίας, το ζήτημα καλύπτεται από

την

απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην

ΑΕ1490,

Δημοκρατία ν. Πογιατζής, 17.9.92, εφόσον το ίδιο προσόν απαιτείται στα σχέδια υπηρεσίας για τις θέσεις που

κατείχαν

προηγουμένως τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, δηλαδή Βοηθός

     Τουριστικός Λειτουργός 1ης τάξης.

          Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον της αιτήτριας, που θα υπολογισθούν από το πρωτοκολλητή και θα εγκρίνει το Δικαστήριο.

                    Χρ. Αρτεμίδης,

                         Δ.

     /ΜΑΑ

25 Οκτωβρίου, 1994

     [ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ, Δ.]

ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ Αιτητών                             

 v.

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ  Καθ' ων η Αίτηση       

Υποθ. Αρ. 767/92 ____________________________________

     Αναθεωρητική Δικαιοδοσία - Έκταση δικαστικού ελέγχου - Το Δικαστήριο δεν υποκαθιστά τη δική του διακριτική ευχέρεια με εκείνη της διοίκησης -  Επεμβαίνει μόνο αν διαπιστώνει πλάνη περί τον νόμο ή τα πράγματα ή υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας.

Ο περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμος του 1989 (Ν. 207/89) - Άρθρο 3 - "Σύμπραξις" - Εύλογα αποφασίστηκε πως η απόφαση όλων των φαρμακείων παγκύπρια να κατέλθουν σε απεργία ήταν σύμπραξη με την έννοια που προσδίδεται από το άρθρο του Νόμου.

Οι αιτητές προσέβαλαν με την προσφυγή τους την απόφαση της καθ'ης η αίτηση Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού με την οποία αποφασίστηκε πως η απεργία στην οποία κατήλθαν όλα τα φαρμακεία Παγκυπρίως στις 26/5/92 ενέπιπτε στο άρθρο 3 του Περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου του 1989 (Αρ. 207/89) και αποτελούσε σύμπραξη καθώς και ότι η πράξη αυτή ήταν αντίθετη με τα άρθρα 4(1)(β) και 6(2)(α)(β) του Νόμου αυτού.

Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

Το Δικαστήριο τούτο κατά την άσκηση δικαστικού ελέγχου επίδικης πράξης δεν υποκαθιστά τη δική του διακριτική ευχέρεια με εκείνη της διοίκησης. Δεν επεμβαίνει οσάκις η διοίκηση έδωσε το προσήκον βάρος σε όλα τα ουσιώδη γεγονότα και τότε μόνο επεμβαίνει όταν η επίδικη πράξη ήταν το αποτέλεσμα πλάνης περί το νόμο ή πλάνης περί τα πράγματα ή λήφθηκε καθ' υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας. Το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει οσάκις η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή με βάση το υλικό που βρισκόταν ενώπιον της διοίκησης.

Αφού έλαβα υπόψη μου τον ορισμό της λέξης "σύμπραξης" του άρθρου 2 του Νόμου σε συνάρτηση με τα γεγονότα τα οποία βρίσκονταν ενώπιον των καθ'ων η αίτηση κρίνω ότι η κατάληξή τους και η απόφαση των αιτητών εμπίπτει στο άρθρο 3 του Νόμου ήταν εύλογα επιτρεπτή.

Περαιτέρω, αφού έλαβα υπόψη μου το λεκτικό των πιο πάνω άρθρων 4(1)(β) και 6(2)(α) και (β) του Νόμου, κρίνω ότι οι διαπιστώσεις των καθ'ων η αίτηση ήταν εύλογα επιτρεπτές με βάση τα γεγονότα τα οποία είχαν ενώπιον τους και τα οποία μνημονεύονται στην επίδικη απόφαση.

Προσφυγή απορρίπτεται

με ΛΚ200 έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

E. Merck v. Δημοκρατίας (1972) 3 ΑΑΔ 548.

Yiangos Droushiotis v. Δημοκρατίας (1966) 3 ΑΑΔ 722. Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 29.7.1992, αρ. πρωτ. 1313/Η/4/92 αρ. απόφασης 3/1992.

Α. Χαβαριάς, για τους αιτητές,

Γ. Παπαϊωάννου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ'ων η αίτηση.

Cur. adv.  vult.

                    Α Π Ο Φ Α Σ Η

               Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές ζητούν την πιο κάτω

     θεραπεία:-

          "Δήλωση και/ή απόφαση ότι η απόφαση των καθ' ων

η

          αίτηση ημερ. 29.7.1992 αρ. πρωτ. 1313/Η/4/92 αρ.

απόφασης 3/1992 με αντίγραφο της οποίας επισυνάπτεται είναι άκυρη και/ή εσφαλμένη οιουδήποτε αποτελέσματος."

     Τα γεγονότα πάνω στα οποία βασίζεται η προσφυγή φαίνονται στην επίδικη απόφαση των καθ' ων η αίτηση

     Ε.Π.Α.) η οποία έχει ως πιο κάτω:-

     "Η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού στις 29.5.1992 επελήφθηκε αυτεπάγγελτα του θέματος που αφορά το κλείσιμο των φαρμακείων στις 26.5.1992

και

άρνηση των φαρμακοποιών, μελών του Παγκύπριου Φαρμακευτικού Συλλόγου, να προσφέρουν

φαρμακευτικά

          προϊόντα στο κοινό.

          Τα γεγονότα της υπόθεσης μπορούν να εκτεθούν συνοπτικά ως εξής:

     'Ολα τα φαρμακεία, εκτός από τα φαρμακεία της ΣΕΚ και βεβαίως των Νοσοκομείων, κατήλθαν σε "απεργία" στις 26.5.1992 από τις 8.00 π.μ. μέχρι τις 1.00 μ.μ. διεκδικώντας αίτημα όπως τους επιτραπεί να χρεώνουν κάποια δικαιώματα όταν διημερεύουν ή διανυκτερεύουν.  Το αίτημα τους αρχικά ήταν Δ.5 για κάθε διημέρευση ή

διανυκτέρευση,

μετά όμως από συνάντηση που είχαν με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στις αρχές του 1991, οι φαρμακοποιοί αποφάσισαν να εγκαταλείψουν το

αίτημα

τους για τις Δ.5 και να υποβάλουν νέο αίτημα για επιβολή 50σ για κάθε εκτέλεση συνταγής.  Το ποσό τούτο θα περιερχόταν στα χέρια της επιχείρησης

του

φαρμακείου που εξυπηρετεί τον ασθενή.

Διευκρινίσθη

          ότι όλοι ανεξαίρετα οι φαρμακοποιοί διημερεύουν ή

διανυκτερεύουν βάσει μιας δεδομένης σειράς που καθορίζεται από αυτούς.

          Σύμφωνα με τον περί Φαρμακοποιών Νόμο, οι τιμές ελέγχονται από το αρμόδιο Υπουργείο για

όλους

          τους Φαρμακοποιούς.  Φαίνεται όμως ότι οι πλείστοι

          πωλούν στο μέγιστο επιτρεπόμενο ποσοστό και έτσι το

          περιθώριο ανταγωνισμού είναι πολύ περιορισμένο. Η

απαράδεκτη αυτή τακτική στερεί από τον Κύπριο καταναλωτή όλα τα ευεργετήματα του γνήσιου ανταγωνισμού που χάρις σ' αυτόν και μόνο οι επιχειρήσεις εξαναγκάζονται να διατηρούν το

κόστος

          σε χαμηλά επίπεδα, να ανταποκρίνονται στις επιταγές

της αγοράς, να προσαρμόζονται στην τεχνολογική πρόοδο, να καινοτομούν και να προσφέρουν ελκυστικούς όρους στους πελάτες τους.

               Το αρμόδιο Υπουργείο Υγείας μελετούσε το θέμα

για επιβολή κάποιας χρέωσης για κάθε εκτέλεση συνταγής στα πλαίσια λύσης και τούτο συζητήθηκε επίσης μεταξύ του Υπουργείου Υγείας και του Υπουργείου Εργασίας.

          Ο Παγκύπριος Φαρμακευτικός Σύλλογος έκανε αλλεπάλληλα διαβήματα για έκδοση απόφασης πάνω

στο

θέμα από το αρμόδιο Υπουργείο και προώθηση της απόφασης με Κανονισμούς βάσει της νενομισμένης διαδικασίας που αναφέρεται στο άρθρο 13 του Νόμου 39/72 αλλά χωρίς αποτέλεσμα.  Ο Παγκύπριος Φαρμακευτικός Σύλλογος ανέφερε δε στον Πρόεδρο

της

     Δημοκρατίας ότι τυχόν καθυστέρηση της απάντησης θα

κατέληγε σε παγκύπρια "απεργία" όλων των φαρμακοποιών.  Με επιστολή τους ημερομηνίας 6.3.1992 προς το Υπουργείο Υγείας, ο Παγκύπριος Φαρμακευτικός Σύλλογος γνωστοποίησε απόφαση του Συμβουλίου του Φαρμακευτικού Σώματος ότι αν "το

όλο

θέμα στο σύντομο μέλλον δεν επιλυθεί, θα βρεθεί στη δυσάρεστη θέση να λάβει δραστικά μέτρα που

δεν

αποκλείουν την αποχή των φαρμακοποιών από τις διημερεύσεις ή διανυκτερεύσεις μέχρι ικανοποίησης του αιτήματος".

          Τα πιο πάνω γεγονότα παρουσιάστηκαν ενώπιον της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού στη διερεύνηση της υπόθεσης κατά πόσο η "απεργία" αντιβαίνει τα απαγορευτικά άρθρα 4 ή 6 του Νόμου 207/89.  Από τα πιο πάνω εκτειθέμενα γεγονότα και τη γενική συζήτηση του θέματος, η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού ευρίσκει και

παρατηρεί

     τα εξής:

1)  Ο Παγκύπριος Φαρμακευτικός Σύλλογος έχει δεσπόζουσα θέση στην προσφορά φαρμακευτικών προϊόντων στο κοινό και η απόφαση του

συλλόγου

να κλείσει τα φαρμακεία παγκύπρια στις 26.5.1992, αποτελεί σύμπραξη εντός της

έννοιας

          του Νόμου 207/89.

2) 'Ολοι οι Φαρμακοποιοί της Κύπρου, εκτός των φαρμακοποιών της ΣΕΚ και των Νοσοκομείων, έκλεισαν τα φαρμακεία τους σε όλη την Κύπρο στις 26.5.1992 για διεκδίκηση αιτήματός τους χωρίς να έχουν εκτελέσει τις προσφερόμενες διαδικασίες του Νόμου.  Ο δικηγόρος τους δικαιολόγησε την παράλειψη αυτή λέγοντας ότι

"ο

          Παγκύπριος Φαρμακευτικός Σύλλογος δεν είχε τη

βοήθεια νομικού συμβούλου ο οποίος θα συμβούλευε το σύλλογο να διεκδικήσει διαφορετικά τα δικαιώματα του".  Η

δικαιολογία

αυτή κατά την άποψη μας πολύ λίγη βαρύτητα μπορεί να έχει.  Η πράξη αυτή έχει σαν

αντικείμενο ή αποτέλεσμα ή ενδεχόμενο αποτέλεσμα τον άμεσο ή έμμεσο καθορισμό αθέμιτων τιμών πώλησης.

3)  Η απόφαση της Επιτροπής Προστασίας του ανταγωνισμού στην υπόθεση που αφορούσε την αναστολή πώλησης θραυστών σκύρων και άμμου

(αρ. 

αποφ. 4/91) έχει σχέση με την παρούσα υπόθεση έστω και αν ο Παγκύπριος Φαρμακευτικός

Σύλλογος

          σύμφωνα με την επιχειρηματολογία του Δικηγόρου

          του συλλόγου "δεν ανάγκασε κανένα να δεχθεί τις

θέσεις του αλλά προσπάθησε να παρθεί κάποια απόφαση σχετικά με τα δικαιώματα του και ως προς το που βρίσκεται το όλο θέμα".

4)  Το κλείσιμο των Φαρμακείων ήταν μεν καθολικό αλλά ήταν διάρκειας μόνο 5 ωρών και δεν

υπήρξε

οποιαδήποτε καταγγελία στο αρμόδιο Υπουργείο για προβλήματα που αντιμετώπισε το

καταναλωτικό

κοινό.  Εν τούτοις δεν παραγνωρίζομεν το γεγονός ότι τα φάρμακα είναι ζωτικής σημασίας και η παράλειψη διάθεσης τους στην αγορά

είναι

          πράξη απαγορευμένη με τα Άρθρα 4 (1)(β) και 6

(2)(β) του Νόμου 207/89.

          Η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού υιοθετεί και επαναλαμβάνει τη θέση της που

εξέθεσε

στην απόφαση 4/91 ότι δηλαδή, οι επιχειρήσεις που έχουν δεσπόζουσα θέση έχουν καθήκον να

προμηθεύουν

τους πελάτες τους εκτός αν αντικειμενικοί λόγοι δικαιολογούν άρνηση τους και δικαιούνται οι επιχειρήσεις αυτές να προστατέψουν τα εμπορικά

τους

συμφέροντα νοουμένου ότι τα μέτρα που παίρνουν είναι ανάλογα με την απειλή και νοουμένου ότι ο πραγματικός τους σκοπός δεν είναι να ενδυναμώσουν τη δεσπόζουσα θέση τους και να την καταχρώνται.

               Επίσης η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού

     υιοθετεί και επαναλαμβάνει την απόφαση της ότι το

αναγνωρισμένο και προστατευόμενο του Συντάγματος δικαίωμα της απεργίας αφορά μόνο τους εργοδοτούμενους και όχι τους επαγγελματίες.

'Οπως

χαρακτηριστικά ανάφερε ο Έντιμος Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Γ. Κωνσταντινίδης στην απόφαση του στην οποία επικύρωσε την απόφαση της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού στην

υπόθεση

     του Συνδέσμου θραυστών σκύρων και άμμου (αρ. 4/91)

     στο κάτωθι απόσπασμα:

          "Η απεργία είναι κοινωνικό φαινόμενο που

συνδέεται ιστορικά με τους αγώνες που αναλήφθηκαν κατά την αντιπαράθεση μεταξύ μισθωτών και εργοδοτών.  Είναι οι

κατακτήσεις

αυτών των αγώνων που χρειάστηκε να κατοχυρωθούν.  Στην καθομιλουμένη ο όρος χρησιμοποιείται καμιά φορά χαλαρά

προκειμένου

να περιγράψει και άλλες εκφάνσεις της ανθρώπινης δραστηριότητας.  Γίνεται λόγος συχνά ακόμη και για απεργία πείνας ή για απεργία των μαθητών ή των φοιτητών.  Δεν

έχει

               σχέση με αυτά η απεργία στην οποία αναφέρεται

το Σύνταγμα.  Θα ήταν εντελώς έξω από την έννοια του όρου ή ένταξη σ' αυτόν της

απόφασης

μιας επιχείρησης να αναστείλει τις πωλήσεις της."

               Συνεπώς η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού

πιστεύει ότι η απόφαση του Παγκύπριου

Φαρμακευτικού

          Συλλόγου εμπίπτει στο Άρθρο 3 του Νόμου 207/89 και

παραβαίνει τα Άρθρα 4 (1)(β) και 6 (2)(α)(β) του ιδίου Νόμου δηλαδή ότι η ενέργεια αυτή

παραβλάπτει

τα συμφέροντα των καταναλωτών και περιορίζει τη διάθεση ζωτικής σημασίας προϊόντων.  Υπό τας περιστάσεις όμως εφόσον το κλείσιμο των

φαρμακείων

          ήταν διάρκειας μόνο 5 ωρών και οι καταναλωτές κατά

τις φαινομενικές ενδείξεις δεν επηρεάσθηκαν δυσμενώς βάσει του Άρθρου 22 (3)(α), η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού καταδικάζει με αναγνωριστική απόφαση την παράβαση εφαρμόζοντας έτσι την ηπιώτερη των επιλογών δυνάμει του

Άρθρου

          22(3)."

     Ο σχετικός νόμος είναι ο Περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμος του 1989 (Αρ. 207/89), και ο οποίος

θα

     αναφέρεται πιο κάτω ως ο νόμος.

          Με τη γραπτή αγόρευσή του ο ευπαίδευτος συνήγορος των

     αιτητών εισηγήθηκε ότι "η Ε.Π.Α. έσφαλε στο πόρισμά της ότι η

     στάση εργασίας αποτέλεσε σύμπραξη εν τη εννοία του νόμου και

ότι εν πάση περιπτώσει παρέβλαψε τα συμφέροντα των καταναλωτών".

          Ως προς το πρώτο σκέλος της πιο πάνω εισήγησης των

αιτητών ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ' ων η αίτηση αναφέρθηκε στο άρθρο 2 του νόμου, σύμφωνα με το οποίο σύμπραξη σημαίνει "οποιαδήποτε τυπική ή άτυπη, γραπτή

ή

άγραφη, εκτελεστή κατά νόμο ή μη, συμφωνία, ή την

     εναρμονισμένη πρακτική δυο ή περισσοτέρων επιχειρήσεων

     ή την

     απόφαση ενώσεως επιχειρήσεων".

          Συναφώς υποστηρίζει ότι δεδομένου ότι το άρθρο

2 των

περί Φαρμακοποιών (Σύλλογοι, Πειθαρχία και Ταμείο

Συντάξεων)

     Νόμων του 1972 έως 1988 ο Παγκύπριος Φαρμακευτικός Σύλλογος

"περιλαμβάνει άπαντας τους φαρμακοποιούς της

Δημοκρατίας"

     ήταν αδιαμφισβήτητο ότι η απόφαση του Συλλόγου για κλείσιμο

     των φαρμακείων στις 26/5/92 συνιστά σύμπραξη εν τη εννοία του

     Νόμου.

     Χωρίς επηρεασμό της πιο πάνω εισήγησής του, ο ευπαίδευτος συνήγορος επεσήμανε ότι η νομική βάση για

την

     έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης ήταν τόσο το άρθρο 4(1)(β)

     του Νόμου που αφορά σύμπραξη επιχειρήσεων, όσο και το άρθρο

6(2)(α) και (β) του Νόμου που αναφέρεται στην

καταχρηστική

εκμετάλλευση της δεσπόζουσας θέσης που κατέχει ή

κατέχουν μια

     ή περισσότερες επιχειρήσεις στην αγορά ενός προϊόντος. Στη

συνέχεια υπέβαλε ότι η απόφαση του Παγκύπριου

Φαρμακευτικού

Συλλόγου αναμφισβήτητα αποτελεί πράξη πολλών

επιχειρήσεων που

κατέχουν δεσπόζουσα θέση στο σύνολο της εγχώριας

αγοράς των

φαρμακευτικών προϊόντων και ως εκ τούτου η

προσβαλλόμενη

     απόφαση κατά την έκταση που στηρίχθηκε και στο άρθρο 6(2)(α)

     και (β) του Νόμου είναι ορθή και δεν έχει αμφισβητηθεί από

     τους αιτητές.

          Ως προς το δεύτερο σκέλος της εισήγησης των αιτητών, ότι

     δηλαδή ήταν λανθασμένο το εύρημα των καθ' ων η αίτηση ότι η

στάση εργασίας παρέβλαψε τα συμφέροντα των

καταναλωτών, ο

     ευπαίδευτος συνήγορος επανέλαβε την αδιαμφισβήτητη διαπίστωση

     των καθ' ων η αίτηση ότι "τα φάρμακα είναι ζωτικής σημασίας

     (σελίδα 4 της απόφασης) και ήταν η εισήγησή του ότι το

     κλείσιμο όλων των φαρμακείων στις 26/5/92 από τις 8.00 π.μ.

     μέχρι 1.00 μ.μ., με μοναδική εξαίρεση τα φαρμακεία της Σ.Ε.Κ.

και των Νοσοκομείων, δικαιολογούσε απόλυτα το

συμπέρασμα των

καθ' ων η αίτηση, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν

περιθώρια για

να υποκατασταθεί η κρίση της Επιτροπής από το σεβαστό Δικαστήριο σας.

    

          Η ουσία της επίδικης απόφασης βρίσκεται στην τελευταία

παράγραφό της σύμφωνα με την οποία οι καθ' ων η αίτηση αποφάσισαν (1) ότι η απόφαση των αιτητών εμπίπτει στο

άρθρο 3

     του Νόμου 207/89, (2) ότι παραβαίνει τα άρθρα 4(1)(β) και

6(2)(α)(β) του Νόμου "δηλαδή ότι η ενέργεια αυτή

παραβλάπτει

τα συμφέροντα των καταναλωτών και περιορίζει τη

διάθεση

     ζωτικής σημασίας προϊόντων".

          Τα άρθρα 3 και 4(1)(β) και 6(2)(α) και (β) του νόμου

     προβλέπουν:-

               "3.  Σε έλεγχο, κατά τα οριζόμενα στον παρόντα

Νόμο, υπόκεινται όλες οι συμπράξεις ή πράξεις επιχειρήσεων που είναι ικανές ή επιτήδειες, ένεκα της σύμπραξης ή της καταχρηστικής εκμετάλλευσης

της

δεσπόζουσας θέσης μιας ή περισσότερων

επιχειρήσεων

          στην αγορά ενός προϊόντος-

                    (α)  να περιορίσουν την ελεύθερη πρόσβαση στην

                              αγορά. ή

(β)  να περιορίσουν σε αισθητό βαθμό τον ανταγωνισμό. ή

(γ)  να παραβλάψουν τα συμφέροντα των καταναλωτών.

          4.-(1)  Απαγορεύονται όλες οι συμπράξεις επιχειρήσεων που έχουν σαν αντικείμενο ή

αποτέλεσμα

την παρακώλυση, τον περιορισμό ή τη νόθευση του ανταγωνισμού, ιδιαίτερα δε οι συνιστάμενες-

                    (α)   . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

(β)  στον περιορισμό ή τον έλεγχο της παραγωγής, της διάθεσης, της

τεχνολογικής

                              ανάπτυξης ή των επενδύσεων.

                    . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

. . 

                    6.-(1)  . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 

                         (2)  Καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας

          θέσης συνιστά ειδικότερα οποιαδήποτε πράξη μιας ή

περισσότερων επιχειρήσεων, που κατέχει ή κατέχουν δεσπόζουσα θέση στο σύνολο ή μέρος της εγχώριας αγοράς ενός προϊόντος, αν η πράξη αυτή έχει σαν αντικείμενο ή αποτέλεσμα ή ενδεχόμενο αποτέλεσμα-

     (α)  τον άμεσο ή έμμεσο καθορισμό αθέμιτων τιμών αγοράς ή πώλησης ή άλλων μη

θεμιτών

                    υπό τις περιστάσεις όρων συναλλαγής.

(β)  στον περιορισμό της παραγωγής ή της διάθεσης, ή της τεχνολογικής ανάπτυξης προς ζημιά των καταναλωτών."

          Στην κρινόμενη υπόθεση η επίδικη απόφαση βασίστηκε πάνω

     στα πιο πάνω άρθρα.  Το τι πρέπει να εξεταστεί είναι κατά

     πόσο λήφθηκε με τρόπο αντίθετο προς τα πιο πάνω άρθρα ή

     αντίθετο με οποιαδήποτε άλλη νομοθετική διάταξη ή το Σύνταγμα

     ή καθ' υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας (βλέπε Άρθρο 146.1 του

     Συντάγματος).

          Το Δικαστήριο τούτο κατά την άσκηση δικαστικού ελέγχου

επίδικης πράξης δεν υποκαθιστά τη δική του διακριτική ευχέρεια με εκείνη της διοίκησης.  Δεν επεμβαίνει

οσάκις η

     διοίκηση έδωσε το προσήκον βάρος σε όλα τα ουσιώδη γεγονότα

και τότε μόνο επεμβαίνει όταν η επίδικη πράξη ήταν το αποτέλεσμα πλάνης περί το νόμο ή πλάνης περί τα

πράγματα ή

     λήφθηκε καθ' υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας (E. Merck ν.

Δημοκρατίας (1972) 3 Α.Α.Δ. 548).  Το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει οσάκις η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα

επιτρεπτή με

     βάση το υλικό που βρισκόταν ενώπιον της διοίκησης (Yiangos

     Droushiotis ν. Δημοκρατίας (1966) 3 Α.Δ.Δ. 722).

          Αφού έλαβα υπόψη μου τον ορισμό της λέξης "σύμπραξης"

     του άρθρου 2 του Νόμου σε συνάρτηση με τα γεγονότα τα οποία

     βρίσκονταν ενώπιον των καθ' ων η αίτηση κρίνω ότι η κατάληξή

     τους και η απόφαση των αιτητών εμπίπτει στο άρθρο 3 του Νόμου

     ήταν εύλογα επιτρεπτή.

          Περαιτέρω, αφού έλαβα υπόψη μου το λεκτικό των πιο πάνω

     άρθρων 4(1)(β) και 6(2)(α) και (β) του Νόμου, κρίνω ότι οι

διαπιστώσεις των καθ' ων η αίτηση ήταν εύλογα

επιτρεπτές με

     βάση τα γεγονότα τα οποία είχαν ενώπιον τους και τα οποία

     μνημονεύονται στην επίδικη απόφαση.

          Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται με

Δ.200,00 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση.

                         Δ. Γρ. Δημητριάδης,

          Δ. /MN

25 Οκτωβρίου, 1994

     [ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗ, Δ.]

ΑΝΔΡΕΑ Κ. ΤΣΟΚΚΟΥ

Αιτητή                            

 v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Καθ' ων η Αίτηση                       

Υποθ. Αρ. 716/93 ____________________________________

     Συντάξεις - Ο περί Συντάξεων (Τροποποιητικός) (Αρ.2) Νόμος του 1992 (Ν. 112(1)/92) - Άρθρο 4, με το οποίο προστέθηκε νέο άρθρο 7Δ στον βασικό περί Συντάξεων Νόμο - Ερμηνεία σε συνδυασμό με το άρθρο 192(3) του Συντάγματος και το άρθρο 4 του Νόμου 52/62 - Δεν μπορούσε να υπαχθεί στη ρύθμιση του άρθρου 7Δ ο αιτητής εφόσον είχε επιλέξει τα δικαιώματα που του διασφάλιζε το Σύνταγμα και ο Ν. 52/62 και δεν επέλεξε υπηρεσία που υπήγετο σε Κοινοτική Συνέλευση - Προϋπόθεση του άρθρου 7Δ είναι ο διορισμός στη δημόσια υπηρεσία.

Προσφυγή βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος - Λόγοι ακυρώσεως - Αιτιολογία - Λανθασμένη αιτιολογία - Δεν οδηγεί αυτό αυτόματα σε ακύρωση - Επί εσφαλμένη νομικής αιτιολογίας η πράξη διασώζεται αν έχει άλλο νομικό έρεισμα.

Συνταγματικό Δίκαιο - Αρχή της ισότητας - Άρθρο 28 του Συντάγματος - Αιτητής που δεν πληροί τις προϋποθέσεις του νόμου δεν μπορεί να επικαλείται άνιση μεταχείριση.

Ο αιτητής με την προσφυγή ζήτησε την πιο κάτω θεραπεία:

     "Α. Δήλωση του Δικαστηρίου που να κηρύσσει άκυρη

     και χωρίς αποτέλεσμα την απόφαση του καθ'ου που

κοινοποιήθηκε στις 30.6.93 και με την οποία

απόρριψε ή αρνήθηκε να ικανοποιήσει νόμιμο αίτημα του αιτητή για αναθεώρηση των συνταξιοδοτικών του δικαιωμάτων ως αφυπηρετήσας δημόσιος υπάλληλος που είχε η εδικαιούτο (με το Ν.112/92) σε συνυπολογισμό και της προϋπηρεσίας του.

Β. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι παρά τη σχετική Νομολογία για το Ν.52/62 η άρνηση αυτή του καθ'ου αποτελεί συνεχή παράλειψη να διασφαλίσει και στον αιτητή ίση μεταχείριση, που θα πρέπει να κηρυχθεί άκυρη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα και πως ότι παραλήφθηκε θα πρέπει να διενεργηθεί".

     Κρίσιμο για την όλη υπόθεση ήταν το άρθρο 4 του περί Συντάξεων (Τροποποιητικού) (Αρ.2) Νόμου του 1992 (Ν. 112(1)/92), με το οποίο προστέθηκε νέο άρθρο 7Δ στον βασικό περί Συντάξεων Νόμο. Την εφαρμογή της νέας ρύθμισης επεζήτησε ο αιτητής και στην περίπτωσή του και προσέβαλε με την προσφυγή την αρνητική απάντηση του Διευθυντή Υπηρεσίας Δημόσιας Διοιήκησης  και Προσωπικού.

Το Ανώτατο Δικαστήριο  απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

    

1.     Από τη μελέτη του άρθρου 7Δ έχω καταλήξει στο συμπέρασμα

ότι αυτό δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής στην περίπτωση του αιτητή γιατί αυτός κατά την άποψή μου δεν πληρεί τις προϋποθέσεις που τίθενται σ' αυτό.

Το  άρθρο εφαρμόζεται στις περιπτώσεις υπαλλήλων οι οποίοι έχουν διοριστεί η θα διοριστούν στη δημοσία υπηρεσία της Δημοκρατίας. Ο αιτητής είχε διακόψει κάθε σχέση με τη δημόσια υπηρεσία από το 1960 όταν επέλεξε να αφυπηρετήσει και να λάβει τα ωφελήματα που του διασφάλισε το Αρθρο 192(3) του Συντάγματος και ο

     Ν. 52/62.

Το Αρθρο 192(3) προνοεί ότι αν ο υπάλληλος που

υπηρετούσε στη δημόσια υπηρεσία της κυβέρνησης της Αποικίας της Κύπρου πριν την ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος του Συντάγματος, δεν διοριστεί στην δημόσια υπηρεσία της Δημοκρατίας, "δικαιούται, διατηρουμένων των ισχυόντων περί αυτού όρων υπηρεσίας, να τύχη δικαίας αποζημιώσεως η συντάξεως βάσει του περί συντάξεως εν περιπτώσει καταργήσεως της θέσεως ή αξιώματος διατάξεων, επιλεγομένης της επωφελεστέρας μεταξύ των δύο τοιούτων και καταβαλλομένης εκ του δημοσίου ταμείου της Δημοκρατίας".

Το Αρθρο 192(4) δίδει το δικαίωμα στους πριν την 16.8.60 υπηρετούντες δημόσιους υπαλλήλους αν επιθυμούν να παραιτηθούν των δικαιωμάτων που τους εξασφαλίζει η παράγραφος (3) του Άρθρου 192 (πιο πάνω) και να επιλέξουν υπηρεσία "υπαγομένην εις Κοινοτικήν Συνέλευσιν".

Οι πρόνοιες του Αρθρου 192(3) του Συντάγματος έχουν

     ενσωματωθεί στο Νόμο 52/62 (βλ. το άρθρο 4).

Ο αιτητής στην προκειμένη περίπτωση επέλεξε να πάρει τα δικαιώματα που του διασφάλισε η παράγραφος (3) του Αρθρου 192 του Συντάγματος και που ενσωματώθηκαν στο άρθρο 4 του Ν. 52/62 και επέλεξε υπηρεσίαν που υπάγετο σε Κοινοτική Συνέλευση.

Κατά συνέπεια, ο αιτητής για την υπηρεσία του στο Ταμείο Εξελέγξεως και Επιθεωρήσεως Συνεργατικών Εταιρειών έλαβε τις εισφορές εργοδότη στο Ταμείο Προνοίας και για την υπηρεσία του στο Τμήμα Συνεργατικής Ανάπτυξης από 1.5.56-2.9.60 επέλεξε να λάβει αποζημίωση δυνάμει του άρθρου 4(1)(β) του Ν.52/62. Με την αποδοχή των πιο πάνω ωφελημάτων τερματίστηκε και η οποιαδήποτε σχέση του αιτητή με τη δημόσια υπηρεσία.

2.     Το άρθρο 7Δ(1) του Νόμου κατά την άποψή μου αναφέρεται

σαφώς σε υπάλληλο ο οποίος διορίστηκε στη δημόσια υπηρεσία της Δημοκρατίας και ο οποίος είχε προϋπηρεσία σε οργανισμό όπως η έννοια του όρου αυτού επεξηγείται στο εδάφιο (2) του άρθρου 7Δ. Ο αιτητής μετά τη διακοπή της υπαλληλικής σχέσης που είχε με τη δημόσια υπηρεσία της κυβέρνησης της αποικιοκρατίας το 1960, δεν έχει διοριστεί στη δημόσια υπηρεσία της Δημοκρατίας, άρα η οποιαδήποτε προϋπηρεσία του στο Ταμείο Εξελέγξεως και Επιθεωρήσεως Συνεργατικών Εταιρειών και στο Τμήμα Συνεργατικής Ανάπτυξης δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη για τον υπολογισμό των ωφελημάτων αφυπηρέτησης που θα εδικαιούτο να πάρει από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας κατά την αφυπηρέτησή του ως δημόσιος υπάλληλος. Στην περίπτωση του αιτητή εφόσον το στοιχείο του διορισμού

στη δημόσια υπηρεσία της Δημοκρατίας ελλείπει, δεν μπορούν να εφαρμοστούν οι πρόνοιες του άρθρου 7Δ του Νόμου.

3.     Η αιτιολογία όμως που δόθηκε από τον καθ'ου για την

απόρριψη του αιτήματος του αιτητή είναι ότι αυτός επέλεξε να λάβει αποζημίωση με βάση το άρθρο 4(1)(β) του Ν.52/62 και κατά συνέπεια δεν λαμβάνει μηνιαία σύνταξη. Ο καθ' ου η αίτηση με άλλα λόγια εισηγείται πως αν ο αιτητής επέλεγε την καταβολή σ' αυτόν σύνταξης (άρθρο 4(1)(α), αντί αποζημιώσεως, το αίτημά του θα ικανοποιείτο. Διαφωνώ με την πιο πάνω θέση. Ο λόγος για τον οποίο ο αιτητής δεν μπορεί να επικαλεστεί τις πρόνοιες του άρθρου 7Δ(1) όπως πιο πάνω εξηγώ είναι επειδή δεν έχει διοριστεί ως δημόσιος υπάλληλος στην κυβέρνηση της Δημοκρατίας και το κατά πόσο κατά την αφυπηρέτησή του επέλεξε την αποζημίωση αντί τη σύνταξη είναι κατά τη γνώμη μου άσχετο. Με την καταβολή είτε αποζημίωσης είτε σύνταξης με βάση τις πρόνοιες του Ν.52/62, η Δημοκρατία απαλλάττεται από οποιαδήποτε περαιτέρω υποχρέωση έναντι υπαλλήλου ο οποίος απώλεσε το αξίωμα του λόγω καταργήσεως θέσης.

Το γεγονός ότι δόθηκε λανθασμένη αιτιολογία δεν οδηγεί την επίδικη απόφαση αυτόματα σε ακύρωση. Εχει γίνει δεκτό ότι εσφαλμένη νομική αιτιολογία δεν οδηγεί σε ακύρωση της πράξης αν η πράξη μπορεί να έχει άλλο νομικό έρεισμα.


 

     4.     Αιτητής ο οποίος δεν πληρεί τις προϋποθέσεις του Νόμου

     δεν μπορεί να επικαλείται άνιση μεταχείριση.

Η προσφυγή απορρίπτεται

χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Pikis v. Republic (Minister of Interior and Another) (1967) 3 C.L.R. 562.

Θεοδουλίδου κ.ά  v. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 689/89 της 6/11/89.

Παναγιώτου v. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 412/92 της 23/2/94.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης του καθ'ου η αίτηση με την οποία απόρριψε ή αρνήθηκε να ικανοποιήσει αίτημα του αιτητή για αναθεώρηση των συνταξιοδοτικών του δικαιωμάτων ως αφυπηρετήσας δημόσιος υπάλληλος που είχε ή εδικαιούτο σε συνυπολογισμό και της προϋπηρεσίας του.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον αιτητή,

Ε. Παπακυριακού, (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ'ων η αίτηση.

Cur. adv.  vult.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Ο αιτητής με την προσφυγή αυτή ζητά την πιο κάτω

θεραπεία:

     "A. Δήλωση του Δικαστηρίου που να κηρύσσει άκυρη

     και χωρίς αποτέλεσμα την απόφαση του καθ'ου που

κοινοποιήθηκε στις 30.6.93 και με την οποία

απόρριψε ή αρνήθηκε να ικανοποιήσει νόμιμο αίτημα του αιτητή για αναθεώρηση των συνταξιοδοτικών του δικαιωμάτων ως αφυπηρετήσας δημόσιος υπάλληλος που είχε ή εδικαιούτο (με το Ν.112/92) σε συνυπολογισμό και της προϋπηρεσίας του.

B. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι παρά τη σχετική Νομολογία για το Ν.52/62 η άρνηση αυτή του καθ' ου αποτελεί συνεχή παράλειψη να διασφαλίσει και στον αιτητή ίση μεταχείριση, που θα πρέπει να κηρυχθεί άκυρη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα και πως ότι παραλήφθηκε θα πρέπει να διενεργηθεί."

     Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως εξής:

Ο αιτητής αφυπηρέτησε στις 2.9.1960 από τη θέση

     Συνεργατικού Λειτουργού στο Τμήμα Συνεργατικής Αναπτύξεως, αφού επέλεξε δυνάμει του περί Αποζημιώσεως Δικαιούχων Υπαλλήλων Νόμου του 1962 όπως αυτός τροποποιήθηκε, (Ν.  52/62), να λάβει αποζημίωση για την υπηρεσία του στο εν λόγω Τμήμα, από 1.5.1956 μέχρι 2.9.1960.  Για την προηγούμενη του υπηρεσία στο Ταμείο Εξελέγξεως και Επιθεωρήσεως Συνεργατικών Εταιρειών έλαβε τις εισφορές εργοδότη στο Ταμείο Προνοίας.

     Ο αιτητής με επιστολή του προς τον καθ' ου η αίτηση Διευθυντή Υπηρεσίας Δημόσιας Διοικήσεως και Προσωπικού ημερομηνίας 23.3.1993 ζήτησε όπως εφαρμοστούν στη περίπτωση

του οι πρόνοιες του άρθρου 4 του περί Συντάξεων (Τροποποιητικού)(Αρ. 2) Νόμου του 1992 (Ν.112(1)/92), με το οποίο προστέθηκε νέο άρθρο 7Δ στο βασικό περί Συντάξεων Νόμο (ο Νόμος).  Ο Ν.112(1)/92 δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 31.12.1992.

     Η σχετική επιστολή έχει ως εξής:

     "Κύριε

Ο Περί Συντάξεων (Τροποποιητικός)(Αρ.2) Νόμος

του 1992 (Ν.112(Ι)/92)

          Υπηρεσία μου ως Επιθεωρητής Συνεργατικών Εταιρειών στο Ταμείο Εξελέγξεως και Επιθεωρήσεως

     Αναφέρομαι στον πιο πάνω Νόμο, ως και στην

     Εγκύκλιο σας αρ. 1008 και ημερ. 5.2.93 και σας

πληροφορώ ότι είμαι ενδιαφερόμενος αφυπηρετήσας από το Τμήμα Συνεργατικής Αναπτύξεως την 6.11.60 από τη θέση του Συνεργατικού Λειτουργού.

2. Είχα διοριστεί στο εν λόγω Τμήμα ως Επιθεωρητής Συνεργατικών Εταιρειών στο Ταμείο Εξελέγξεως και Επιθεωρήσεως στις 1.4.47.  Ακολούθως πήρα διορισμό ως Βοηθός Συνεργατικός Λειτουργός από 1.5.1956 (θέση μόνιμη και συντάξιμη), και ως Συνεργατικός Λειτουργός από 1.4.57.

3. Ως γνωστόν, με την εγκαθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, το Τμήμα Συνεργατικής Αναπτύξεως είχε υπαχθεί στην Ελληνική Κοινοτική Συνέλευση και βάσει του νόμου 52/62 υποχρεωτικά συνταξιοδοτήθηκα στις 6.11.1960 επιλέγοντας GRATUITY.  Κατά τον υπολογισμό όμως του εν λόγω GRATUITY δεν λήφθηκε υπόψη η υπηρεσία μου ως επιθεωρητής Συνεργατικών Εταιρειών στο Ταμείο Εξελέγξεως και Επιθεωρήσεως.

4. Βάσει του πιο πάνω τροποποιητικού Νόμου περί Συντάξεων, θεωρώ ότι δικαιούμαι την υπηρεσίαν μου ως επιθεωρητής Συνεργατικών Εταιρειών ήτοι από 1.4.47 - 30.4.56 και παρακαλώ όπως,

α)  μου παραχωρηθεί σύνταξις υπολογίζοντας όλην

μου την υπηρεσίαν από 1.4.47-6.11.60, με υποχρέωσιν μου να επιστρέψω το GRATUITY Δ.1090.91 και το Ταμείον Προνοίας Δ.133.99 που επήρα από τες Εισφορές του εργοδότη μου συν τόκους είτε

β)  να μου παραχωρηθή σύνταξις διά τα έτη

1.4.47-30.4.56, με υποχρέωσιν μου να επιστρέψω το Ταμείον Προνοίας Δ.133.99 που επήρα από τες εισφορές του εργοδότη μου συν τόκους είτε

γ)  μου παραχωρηθεί GRATUITY για την υπηρεσίαν μου από 1.4.47-30.4.56.

Περιττόν να πω ότι η σειρά επιλογής μου είναι όπως ανωτέρω εκτίθεται.

5.  Επισυνάπτονται τα ακόλουθα αποδειχτικά / επιστολές οι οποίες σχετίζονται με την όλη υπηρεσία μου στο Ταμείο Εξελέγξεως και Επιθεωρήσεως και στο Τμήμα Συνεργατικής

          Αναπτύξεως,

     .................................................

     ................................................"

          Η απάντηση του καθ'ου η αίτηση που στάληκε στον αιτητή στις 30.6.93 και που αποτελεί το αντικείμενο της προσφυγής είναι η ακόλουθη:

     "Αγ. Κύριε,

Εχω οδηγίες ν' αναφερθώ στην επιστολή σας με

     ημερ. 23.3.1993, με την οποία ζητάτε να

εφαρμοστούν στην περίπτωσή σας οι πρόνοιες του

     άρθρου 7Δ του περί Συντάξεων Νόμου, που

     εκτίθενται στο άρθρο 4 του περί Συντάξεων

(Τροποποιητικού)(Αρ. 2) Νόμου του 1992, ώστε να ληφθεί υπόψη για σκοπούς ωφελημάτων αφυπηρέτησης η προϋπηρεσία σας στο Ταμείο Εξελέγξεως και Επιθεωρήσεως Συνεργατικών Εταιρειών.

               2. Λυπούμαι να σας πληροφορήσω ότι οι πρόνοιες

του άρθρου 7Δ του πιο πάνω Νόμου δεν μπορούν να

εφαρμοστούν στην περίπτωσή σας γιατί εσείς επιλέξατε να λάβετε αποζημίωση δυνάμει της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 4 του περί Αποζημιώσεως Δικαιούχων Υπαλλήλων Νόμου αρ.  52/62 και κατά συνέπεια δεν λαμβάνετε μηνιαία σύνταξη.  Το εδάφιο (3) του άρθρου 7Δ προβλέπει ότι οι διατάξεις του άρθρου 7Δ εφαρμόζονται και στην περίπτωση δημόσιου υπαλλήλου που αφυπηρέτησε πριν από τις 31.12.1992, στην περίπτωση όμως αυτή αναθεωρείται μόνο η ετήσια σύνταξή του από την 1.1.1993.

          Με τιμή ...............

          για Διευθυντή Υπηρεσίας Δημόσιας Διοικήσεως

και Προσωπικού."

               Οι λόγοι για ακύρωση που προβλήθηκαν από τον δικηγόρο του αιτητή είναι οι ακόλουθοι:

(1)          Εσφαλμένη ερμηνεία του άρθρου 7Δ του Νόμου που συνιστά

παράβαση Νόμου και νομική πλάνη.  Ο δικηγόρος του αιτητή ισχυρίζεται ότι συνέτρεχαν όλες οι προϋποθέσεις που θέτει το πιο πάνω άρθρο και ως εκ τούτου ο καθ' ου η αίτηση Διευθυντής είχε υποχρέωση να αποδεκτεί το αίτημα - ήταν δηλαδή κατά τον κ. Αγγελίδη, θέμα δέσμιας και όχι διακριτικής ενέργειας.

(2)          Η ενέργεια του καθ' ου η αίτηση να μην αποδεχθεί το

αίτημα αντίκειται στο Αρθρο 28 του Συντάγματος.

(3)          Η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται αιτιολογίας. 

Επιπρόσθετα, η επιστολή ημερ. 30.6.93 είναι η κοινοποίηση μιας απόφασης, και είναι άγνωστο από ποιον πάρθηκε η απόφαση και αν διεξάχθηκε καθόλου έρευνα.

          H όλη υπόθεση περιστρέφεται κατά την άποψή μου γύρω από την ερμηνεία του άρθρου 7Δ του περί Συντάξεων Νόμου και για το λόγο αυτό θεωρώ χρήσιμη την παράθεση ολόκληρου του άρθρου.

    

"7Δ-(1) Εάν υπάλληλος, ο οποίος διορίστηκε ή

ήθελε διοριστεί στη δημόσια υπηρεσία πριν ή μετά την έναρξη ισχύος του περί Συντάξεων (Τροποποιητικού)(Αρ. 2) Νόμου του 1992, είχε ή έχει προϋπηρεσία σε οργανισμό, η προϋπηρεσία αυτή λογίζεται ως συντάξιμη υπηρεσία για τον καθορισμό του μήκους υπηρεσίας που του δίδει δικαίωμα σε ωφελήματα και για τον υπολογισμό των ωφελημάτων αφυπηρέτησης που θα δικαιούται να λάβει από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, είτε ο διορισμός του στη δημόσια υπηρεσία έγινε ή ήθελε γίνει αμέσως είτε μετά από διακοπή.  Ο οργανισμός καταβάλλει στην Κυβέρνηση της Δημοκρατίας κατά την αποχώρηση του υπαλλήλου από τον οργανισμό ή μετά την έναρξη της ισχύος του περί Συντάξεων (Τροποποιητικού)(Αρ. 2) Νόμου του 1992 εφάπαξ ποσό ίσο με το ένα δωδέκατο των μηνιαίων συντάξιμων απολαβών του για κάθε συμπληρωμένο μήνα συντάξιμης υπηρεσίας στον οργανισμό, καθώς και το διπλάσιο τυχόν εισφορών που κατέβαλε ο υπάλληλος για τη μεταβίβαση της σύνταξης στη χήρα και τα τέκνα του, μαζί με τόκο πάνω σε όλα τα ποσά από την ημέρα της αποχώρησης μέχρι την ημέρα της καταβολής προς τέτοιο επιτόκιο όσο καθορίζει εκάστοτε ο Υπουργός Οικονομικών με βάση το εδάφιο (4) του άρθρου 30:

               Νοείται ότι αν στον υπάλληλο καταβλήθηκε από τον οργανισμό οποιοδήποτε ωφέλημα υπό μορφή φιλοδωρήματος ή εισφορών εργοδότη σε Ταμείο Προνοίας, οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου εφαρμόζονται μόνον αν ο υπάλληλος εκλέξει να καταβάλει στην Κυβέρνηση το ωφέλημα αυτό με τόκο όπως αναφέρεται στο παρόν εδάφιο, οπότε ο οργανισμός δεν υποχρεούται στην καταβολή του εφάπαξ ποσού που αναφέρεται στο εδάφιο αυτό.

(2) Στο παρόν άρθρο ο όρος "οργανισμός"

σημαίνει οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο δημόσιου δικαίου ή άλλο οργανισμό δημόσιου δικαίου άνευ νομικής προσωπικότητος, που ιδρύθηκε προς το δημόσιο συμφέρον με ειδικό νόμο, του οποίου τα κεφάλαια είτε παρέχονται είτε είναι εγγυημένα από τη Δημοκρατία και οποιαδήποτε αρχή τοπικής διοίκησης καθώς και το Ταμείο Εξελέγξεως και Επιθεωρήσεως Συνεργατικών Εταιρειών.

               (3) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και στις πιο κάτω περιπτώσεις:

(α) Δημόσιου υπαλλήλου ο οποίος, ενώ εργοδοτείτο από τις Κυπριακές Αερογραμμές με σύμβαση

απασχόλησης, εργάστηκε ως μηχανικός αεροσκαφών στην Αστυνομία και στην Εθνική Φρουρά£

(β) δημόσιου υπαλλήλου ο οποίος αφυπηρέτησε πριν από την ημερομηνία δημοσίευσης του περί Συντάξεων (Τροποποιητικού)(Αρ. 2) Νόμου του 1992, στην περίπτωση όμως αυτή αναθεωρείται μόνο η ετήσια σύνταξή του από την πρώτη του μήνα που ακολουθεί την ημερομηνία αυτή.".

     Από τη μελέτη του πιο πάνω άρθρου έχω καταλήξει στο

συμπέρασμα ότι αυτό δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής στην περίπτωση του αιτητή γιατί αυτός κατά την άποψή μου δεν πληρεί τις προϋποθέσεις που τίθενται σ' αυτό.

          Το άρθρο εφαρμόζεται στις περιπτώσεις υπαλλήλων οι οποίοι έχουν διοριστεί ή θα διοριστούν στη δημόσια υπηρεσία της Δημοκρατίας.  Ο αιτητής είχε διακόψει κάθε σχέση με τη δημόσια υπηρεσία από το 1960 όταν επέλεξε να αφυπηρετήσει και να λάβει τα ωφελήματα που του διασφάλισε το Αρθρο 192(3)του Συντάγματος και ο Ν. 52/62.

Το Αρθρο 192(3) προνοεί ότι αν υπάλληλος που

υπηρετούσε στη δημόσια υπηρεσία της κυβέρνησης της Αποικίας της Κύπρου πριν την ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος του Συντάγματος, δεν διοριστεί στην δημόσια υπηρεσία της Δημοκρατίας, "δικαιούται, διατηρουμένων των ισχυόντων περί αυτού όρων υπηρεσίας, να τύχη δικαίας αποζημιώσεως ή συντάξεως βάσει των περί συντάξεως εν περιπτώσει καταργήσεως

της θέσεως ή αξιώματος διατάξεων, επιλεγομένης της επωφελεστέρας μεταξύ των δύο τοιούτων και καταβαλλομένης εκ του δημοσίου ταμείου της Δημοκρατίας."

Το Αρθρο 192(4) δίδει το δικαίωμα στους πριν την

16.8.60 υπηρετούντες δημόσιους υπαλλήλους αν επιθυμούν να παραιτηθούν των δικαιωμάτων που τους εξασφαλίζει η παράγραφος (3) του Αρθρου 192 (πιο πάνω) και να επιλέξουν υπηρεσίαν "υπαγομένην εις Κοινοτικήν Συνέλευσιν".

          Οι πρόνοιες του Αρθρου 192(3) του Συντάγματος έχουν ενσωματωθεί στο Νόμο 52/62, το άρθρο 4 του οποίου προνοεί:

"4.-(1) Ο δικαιούχος συντάξιμος υπάλληλος επί τη αφυπηρετήσει αυτού συμφώνως ταις διατάξεσι του

     άρθρου 3, δικαιούται να λάβη, κατόπιν επιλογής

ασκουμένης υπ' αυτού εν τω τύπω τω εκτεθειμένω εν τω Πρώτω Παραρτήματι, και αποστελλομένης προς τον Υπουργόν εντός περιόδου εννέα  μηνών από της ημερομηνίας της εκδόσεως του παρόντος Νόμου, διά δημοσιεύσεως αυτού εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας, είτε -

(α) σύνταξιν βάσει των περί συντάξεως εν

περιπτώσει καταργήσεως θέσεως ή αξιώματος διατάξεων£ είτε

(β) αποζημίωσιν υπό μορφήν προσθέτου χορηγήματος, ίσου προς το ποσόν της ετησίας συντάξεως εις ην θα εδικαιούτο την ημερομηνίαν αφυπηρετήσεως, δυνάμει του περί Συντάξεων Νόμου ως ούτος τροποποιείται υπό του παρόντος Νόμου, πολλαπλασιαζομένου επί τον συντελεστήν τον εκτεθειμένoν εν τω Δευτέρω Παραρτήματι του παρόντος Νόμου, όστις αντιστοιχεί προς τα συμπεπληρωμένα έτη της ηλικίας αυτού κατά την ημερομηνίαν αφυπηρετήσεως.

          ................................................. 

     .................................................

(3) O δικαιούχος υπάλληλος του Ταμείου Προνοίας

επί τη αφυπηρετήσει αυτού συμφώνως ταις διατάξεσι

του άρθρου 3, δικαιούται να λάβη αποζημίωσιν υπό

μορφήν προσθέτου χορηγήματος ίσου προς 12 και ήμισυ επί τοις εκατόν επί του βασικού ετησίου

     αυτού μισθού ως ήτο ούτος την ημερομηνίαν αφυπηρετήσεως δι' έκαστον συμπεπληρωμένον έτος

υπηρεσίας από του διορισμού αυτού εις θέσιν ή

     αξίωμα του Ταμείου Προνοίας:

     ................................................. 

     ................................................"

          Ο αιτητής στην προκειμένη περίπτωση επέλεξε να πάρει

τα δικαιώματα που του διασφάλισε η παράγραφος (3) του Αρθρου 192 του Συντάγματος και που ενσωματώθηκαν στο άρθρο 4 του Ν.52/62 και δεν επέλεξε υπηρεσίαν που υπάγετο σε Κοινοτική Συνέλευση.

Κατά συνέπεια, ο αιτητής για την υπηρεσία του στο

Ταμείο Εξελέγξεως και Επιθεωρήσεως Συνεργατικών Εταιρειών έλαβε τις εισφορές εργοδότη στο Ταμείο Προνοίας και για την υπηρεσία του στο Τμήμα Συνεργατικής Ανάπτυξης από 1.5.56-2.9.60 επέλεξε να λάβει αποζημίωση δυνάμει του άρθρου 4(1)(β) του Ν.52/62 (πιο πάνω).  Με την αποδοχή των πιο πάνω ωφελημάτων τερματίστηκε και η οποιαδήποτε σχέση του αιτητή με τη δημόσια υπηρεσία.

          Το άρθρο 7Δ(1) του Νόμου κατά την άποψή μου αναφέρεται σαφώς σε υπάλληλο ο οποίος διορίστηκε στη δημόσια υπηρεσία της Δημοκρατίας και ο οποίος είχε προϋπηρεσία σε οργανισμό όπως η έννοια του όρου αυτού επεξηγείται στο εδάφιο (2) του άρθρου 7Δ.  Ο αιτητής μετά τη διακοπή της υπαλληλικής σχέσης που είχε με τη δημόσια υπηρεσία της κυβέρνησης της αποικιοκρατίας το 1960, δεν έχει διοριστεί στη δημόσια υπηρεσία της Δημοκρατίας, άρα η οποιαδήποτε προϋπηρεσία του στο Ταμείο Εξελέγξεως και Επιθεωρήσεως Συνεργατικών Εταιρειών και στο Τμήμα Συνεργατικής Ανάπτυξης δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη για τον υπολογισμό των ωφελημάτων αφυπηρέτησης που θα εδικαιούτο να πάρει από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας κατά την αφυπηρέτησή του ως δημόσιος υπάλληλος. Στην περίπτωση του αιτητή εφόσον το στοιχείο του διορισμού στη δημόσια υπηρεσία της Δημοκρατίας ελλείπει, δεν μπορούν να εφαρμοστούν οι πρόνοιες του άρθρου 7Δ του Νόμου.

          Κατ' επέκταση το κατά πόσο ο αιτητής είναι έτοιμος να επιστρέψει τα ωφελήματα που πήρε το 1960 (δες επιφύλαξη του άρθρου 7Δ(1)) όπως εισηγήθηκε ο δικηγόρος του, είναι άσχετο.

Επίσης δεν βοηθά τον αιτητή η επίκληση του εδαφίου (2) που προνοεί ότι στον ορισμό του όρου "οργανισμός" συμπεριλαμβάνεται και το Ταμείο Εξελέγξεως και Επιθεωρήσεως Συνεργατικών Εταιρειών, γιατί μόνο αν πληρούσε τις προϋποθέσεις του εδαφίου (1) θα ετίθετο θέμα εφαρμογής του εδαφίου (2).

          Οσον αφορά το θέμα της αιτιολογίας έχοντας υπόψη το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης βρίσκω ότι αυτή είναι αιτιολογημένη.

          Η αιτιολογία όμως που δόθηκε από τον καθ' ου για την απόρριψη του αιτήματος του αιτητή είναι ότι αυτός επέλεξε να λάβει αποζημίωση με βάση το άρθρο 4(1)(β) του Ν.52/62 και κατά συνέπεια δεν λαμβάνει μηνιαία σύνταξη.  Ο καθ' ου η αίτηση με άλλα λόγια εισηγείται πως αν ο αιτητής επέλεγε την καταβολή σ' αυτόν σύνταξης (άρθρο 4(1)(α)), αντί αποζημιώσεως, το αίτημά του θα ικανοποιείτο.  Διαφωνώ με την πιο πάνω θέση.  Ο λόγος για τον οποίο ο αιτητής δεν μπορεί να επικαλεστεί τις πρόνοιες του άρθρου 7Δ(1) όπως πιο πάνω

     εξηγώ είναι επειδή δεν έχει διοριστεί ως δημόσιος υπάλληλος στην κυβέρνηση της Δημοκρατίας και το κατά πόσο κατά την αφυπηρέτησή του επέλεξε την αποζημίωση αντί τη σύνταξη είναι κατά τη γνώμη μου άσχετο.  Με την καταβολή είτε αποζημίωσης είτε σύνταξης με βάση τις πρόνοιες του Ν.52/62, η Δημοκρατία απαλλάττεται από οποιαδήποτε περαιτέρω υποχρέωση έναντι υπαλλήλου ο οποίος απώλεσε το αξίωμα του λόγω καταργήσεως θέσης.

          Το γεγονός ότι δόθηκε λανθασμένη αιτιολογία δεν οδηγεί την επίδικη απόφαση αυτόματα σε ακύρωση.  Εχει γίνει δεκτό ότι εσφαλμένη νομική αιτιολογία δεν οδηγεί σε ακύρωση της πράξης αν η πράξη μπορεί να έχει άλλο νομικό έρεισμα.  (Βλ. Costas G. Pikis v. Republic (Minister of Interior and Another) (1967) 3 C.L.R. 562, pp.574-576 και απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Στέλλας Θεοδουλίδου κ.α.  ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 689/89, ημερ. 6.11.89).  Στην Costas G. Pikis (πιο πάνω) στη σελ. 575 ειπώθηκε:

               "Even if an act or decision could not be

     validly based on the reasons of law actually

given in support thereof, but it is nevertheless valid in law for some other reason, the relevant Administrative law jurisprudence has gone so far as to lay down that such act or decision should be judicially upheld."

     Με βάση τα πιο πάνω καταλήγω στο συμπέρασμα ότι ο

αιτητής δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις του σχετικού άρθρου του Νόμου και κατά συνέπεια ο πρώτος λόγος για ακύρωση απορρίπτεται ως αβάσιμος.

Το πιο πάνω συμπέρασμα καθιστά άνευ αντικειμένου το

δεύτερο λόγο για ακύρωση και που αφορά την παραβίαση του Αρθρου 28 του Συντάγματος.  Αιτητής ο οποίος δεν πληρεί τις προϋποθέσεις του Νόμου δεν μπορεί να επικαλείται άνιση μεταχείριση.

          Αβάσιμο θεωρώ και τον τρίτο λόγο για ακύρωση.  Η υπόθεση Αννας Παναγιώτου ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 412/92, ημερ. 23.2.94 την οποία επικαλέστηκε ο δικηγόρος του αιτητή διαφοροποιείται από την παρούσα λόγω των ιδιαίτερων της περιστατικών.  Στην υπόθεση εκείνη η αίτηση για παραχώρηση κατοικίας στο νέο χωριό Αλασσα, απορρίφθηκε επειδή δεν καλύπτετο από τα "υφιστάμενα σχετικά κριτήρια παραχώρησης κατοικιών".  Τα κριτήρια αυτά δεν αποκαλύπτονταν, και πουθενά δεν αναφέρονταν τα συγκεκριμένα στοιχεία στα οποία η διοίκηση στήριξε την απόφασή της.

Στην προκειμένη περίπτωση ο λόγος για τον οποίο

το αίτημα του αιτητή δεν μπορεί να ικανοποιηθεί είναι  η μη ικανοποίηση εκ μέρους του των προνοιών του σχετικού άρθρου του Νόμου. Η απόφαση που κοινοποιήθηκε στον αιτητή ήταν η απόφαση του καθ'ου η αίτηση και ούτε τίθεται θέμα μη διεξαγωγής δέουσας έρευνας εφόσον με βάση τα στοιχεία που ο αιτητής εφοδίασε τον καθ'ου η αίτηση ήταν δυνατό να διαπιστωθεί κατά πόσο αυτός πληρούσε ή όχι τις προϋποθέσεις του Νόμου.

          Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.

          Δεν γίνεται διαταγή για έξοδα.

    

Χρ. Χατζητσαγγάρης, Δ.

ΑΦ.

26 Οκτωβρίου, 1994

[ΠΙΚΗ, Δ.]

ΑΝΔΡΟΥΛΛΑΣ Ο. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΟΥ

Αιτήτριας        

 v.

ΕΠΑΡΧΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ και ΑΛΛΩΝ

     Καθ' ων η Αίτηση          

Υποθ. Αρ. 605/93, 606/93, 607/93 ____________________________________

Ο περί Φρεάτων Νόμος, Κεφ. 351 - Άρθρο  7 - Προϋποθέσεις παραχώρησης άδειας για ανόρυξη φρέατος - Ποιοί νομιμοποιούνται να καταχωρήσουν προσφυγή κατά της απόφασης παραχώρησης της άδειας.

Ο περί Φρεάτων Νόμος - Κεφ. 351, Άρθρο 7 - Προϋποθέσεις παραχώρησης άδειας ανόρυξης φρέατος - Λήψη υπόψη εξωγενών παραγόντων για την παραχώρηση της άδειας καθιστά την απόφαση του Επάρχου ακυρωτέα.

Με τις τρεις αυτές προσφυγές που συνεκδικάστηκαν προσβλήθηκε η απόφαση με τη οποία παραχωρήθηκε άδεια ανόρυξης φρέατος στο ενδιαφερόμενο μέρος. Οι καθ' ων η αίτηση πρόβαλαν προδικαστική ένσταση ότι οι αιτητές στερούνταν εννόμου συμφέροντος.

Το Δικαστήριο απορρίπτοντας τις προσφυγές 605/93 και 607/93 και ακυρώνοντας την απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.     Προκύπτει ως αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η διάτρηση για

την οποία επιδιώκει προστασία η αιτήτρια στην 605/93 ανορύχθηκε χωρίς άδεια. Το γεγονός ότι η αιτήτρια αποτάθηκε για την εξασφάλιση άδειας δεν αλλοιώνει τις συνέπειες από την έλλειψη δικαιώματος για την άντληση νερού από τη διάτρηση ούτε μεταβάλλεται η κατάσταση από το γεγονός ότι σημειώθηκε καθυστέρηση στην εξέταση της αίτησης της. Το δικαίωμα το οποίο εξασφαλίζεται από το Άρθρο 7 του ΚΕΦ. 351 συναρτάται αποκλειστικά με την ύπαρξη δικαιώματος για την άντληση νερού. Στην απουσία του δικαιώματος αυτού η αιτήτρια δε νομιμοποιείται να προσφύγει γιατί με την ανόρυξη του φρέατος του ενδιαφερόμενου μέρους δεν επηρεάζεται οποιοδήποτε υφιστάμενο δικαίωμα της.

2.     Εννόμου συμφέροντος να προσφύγει στερείται και η

αιτήτρια στην προσφυγή 607/93. Το δικαίωμα που κατοχυρώνει το Αρθρο 7 του ΚΕΦ. 351 εξασφαλίζεται αποκλειστικά υπέρ ιδιοκτητών διατρήσεων που βρίσκονται σε ακτίνα όχι πέραν των 600 ποδών από την νέα διάτρηση. Δεν υπάρχει οποιοδήποτε στοιχείο που να δημιουργεί αμφιβολία για το εύρημα των αρχών ότι η διάτρηση της αιτήτριας βρίσκεται σε απόσταση μεγαλύτερη των 600 ποδών από τη διάτρηση του ενδιαφερόμενου μέρους.

     Για τους πιό πάνω λόγους οι προσφυγές των αιτητριών στην

     605/93 και 607/93 κρίνονται ανυπόστατες και θα

          απορριφθούν.

Στην προσφυγή 606/93 ο αιτητής νομιμοποιείται να

προσφύγει εφόσον κατέχει άδεια για τη διατήρηση και αυτή βρίσκεται μέσα στην ακτίνα των 600 ποδών.

3)          Και οι δυο λόγοι για τους οποίους παραχωρήθηκε η άδεια

κρίνονται ακροσφαλείς. Τόσο ο πρώτος όσο και ο δεύτερος λόγος συνιστούν εξωγενείς παράγοντες για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Επάρχου. Ο πρώτος λόγος αφορούσε σε πιθανό επηρεασμό του δικαιώματος άντλησης νερού τρίτου προσώπου (της αιτήτριας στην προσφυγή 605/93), και ο δεύτερος ήταν άσχετος με τη διακριτική του ευχέρεια η οποία περιορίζεται βάσει του Άρθρου 7 στη συνεκτίμηση των παραγόντων που τείνουν να προσδιορίσουν τον πιθανό επηρεασμό της ποσότητας άντλησης νερού υφιστάμενων ιδιόκτητων διατρήσεων από τη διατήρηση για την οποία επιζητείται άδεια.

Προσφυγές αρ. 605/93 και 607/93 απορρίπτονται

Η προσφυγή αρ. 606/93 επιτυγχάνει και η επίδικη

απόφαση ακυρώνεται χωρίς έξοδα.

Προσφυγές.

     Προσφυγές με τις οποίες ζητείται η αναθεώρηση της απόφασης του καθ'ου η αίτηση αρ.1, ημερομηνίας 12/5/93, να παραχωρήσει άδεια ανόρυξης φρέατος (καλυπτική άδεια) στο ενδιαφερόμενο μέρος σε περιοχή όπου υφίσταται σύστημα πηγών.

Σπ. Χριστοδούλου (κα), για τους αιτητές,

Μ. Τσαγγαρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ'ων η αίτηση.

Α. Παναγιώτου, για το ενδιαφερόμενο μέρος 

Cur. adv.  vult.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΠΙΚΗΣ, Δ.:    Το αντικείμενο των τριών προσφυγών είναι το ίδιο, η

αναθεώρηση της απόφασης του Επάρχου Λευκωσίας (12/5/93) να παραχωρήσει άδεια ανόρυξης φρέατος (καλυπτική άδεια) στο ενδιαφερόμενο μέρος σε περιοχή όπου υφίσταται σύστημα πηγών.

'Ερεισμα για την άσκηση των προσφυγών αντλείται από τον επηρεασμό

που υφίσταται το δικαίωμα των αιτητών για άντληση νερού από διατρήσεις που βρίσκονται σε κτήματα τους στον Πεδουλά που γειτνιάζουν με τη διάτρηση του ενδιαφερόμενου μέρους.

                         ../3

-  3  -

Το Άρθρο 7 του περί Φρεάτων Νόμου, ΚΕΦ. 351, διασφαλίζει

δικαίωμα για την αμείωτη άντληση νερού σε πρόσωπα που κατέχουν διατρήσεις και αντλούν νερό από σύστημα πηγών.   Συγκεκριμένα, απαγορεύεται η παραχώρηση άδειας για την ανόρυξη φρεάτων σε απόσταση 600 ποδών εάν η χρήση τους συνεπάγεται την ουσιαστική μείωση της ποσότητας νερού που είναι διαθέσιμη για άντληση από τις υφιστάμενες διατρήσεις.

Οι καθ' ων η αίτηση αμφισβητούν το συμφέρον των αιτητών

να

προσφύγουν για τους εξής λόγους:

Στην περίπτωση (α) της αιτήτριας στην προσφυγή 605/93

γιατί η

διάτρηση της είναι παράνομη, (β)  της αιτήτριας στην προσφυγή 607/93 επειδή η διάτρηση της βρίσκεται σε απόσταση μεγαλύτερη των

600 ποδών, και (γ)  του αιτητή στην προσφυγή 606/93 για το λόγο

ότι βρίσκεται σε απόσταση 600 ποδών από τη διάτρηση του ενδιαφερόμενου μέρους.

     Προκύπτει ως αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η διάτρηση για την οποία επιδιώκει προστασία η αιτήτρια στην 605/93 ανορύχθηκε χωρίς

άδεια.  Το γεγονός ότι η αιτήτρια αποτάθηκε για την εξασφάλιση άδειας δεν αλλοιώνει τις συνέπειες από την έλλειψη δικαιώματος για την άντληση νερού από τη διάτρηση ούτε μεταβάλλεται η κατάσταση από το γεγονός ότι σημειώθηκε καθυστέρηση στην εξέταση

της αίτησης της.   Το δικαίωμα το οποίο εξασφαλίζεται από το Άρθρο 7 του ΚΕΦ. 351 συναρτάται αποκλειστικά με την ύπαρξη δικαιώματος για την άντληση νερού.   Στην απουσία του δικαιώματος

αυτού η αιτήτρια δε νομιμοποιείται να προσφύγει γιατί με την ανόρυξη του φρέατος του ενδιαφερόμενου μέρους δεν επηρεάζεται οποιοδήποτε υφιστάμενο δικαίωμα της.

               ../4

-  4   -

Εννόμου συμφέροντος να προσφύγει στερείται και η αιτήτρια

στην προσφυγή 607/93.  Το δικαίωμα που κατοχυρώνει το Άρθρο 7

του ΚΕΦ. 351 εξασφαλίζεται αποκλειστικά υπέρ ιδιοκτητών διατρήσεων που βρίσκονται σε ακτίνα όχι πέραν των 600 ποδών από

τη νέα διάτρηση.  Δεν υπάρχει οποιοδήποτε στοιχείο που να δημιουργεί αμφιβολία για το εύρημα των αρχών ότι η διάτρηση της

αιτήτριας βρίσκεται σε απόσταση μεγαλύτερη των 600 ποδών από τη

διάτρηση του ενδιαφερόμενου μέρους.

Για τους πιό πάνω λόγους οι προσφυγές των αιτητριών στην

605/93 και 607/93 κρίνονται ανυπόστατες και θα απορριφθούν.

     Στην προσφυγή 606/93 ο αιτητής νομιμοποιείται να προσφύγει εφόσον κατέχει άδεια για τη διάτρηση και αυτή βρίσκεται μέσα στην ακτίνα των 600 ποδών.

Ο 'Επαρχος παραχώρησε άδεια στο ενδιαφερόμενο μέρος παρά

τις

ενστάσεις που προβλήθηκαν για δύο λόγους:

(α)   Την γνώμη του Διευθυντή του Τμήματος Υδάτων ότι δε

θα

επέλθει επηρεασμός της ποσότητας νερού που μπορεί να αντληθεί από

τη διάτρηση της αιτήτριας στην προσφυγή 605/93 εφόσον τηρηθούν οι όροι που επιβλήθηκαν για τη χρήση της διάτρησης του ενδιαφερόμενου μέρους (περιορισμοί ως προς την ποσότητα του

     νερού

που θα μπορούσε να αντληθεί και την χρήση υδρομετρητή), και

     (β)   Την αναγκαιότητα παραχώρησης άδειας στο ενδιαφερόμενο

μέρος για να καταστεί δυνατή η άντληση νερού για την άρδευση του

κήπου από οπωροφόρα δένδρα που δημιούργησε στο κτήμα όπου ../5

          -  5     -

     ανορύχθηκε η διάτρηση.   Η διάτρηση για την οποία παραχωρήθηκε άδεια είχε ανορυχθεί τον προηγούμενο χρόνο παρά την άρνηση των αρχών

να παραχωρήσουν άδεια για την ανόρυξη.

     Και οι δυο λόγοι για τους οποίους παραχωρήθηκε η άδεια κρίνονται ακροσφαλείς.  Τόσο ο πρώτος όσο και ο δεύτερος λόγος συνιστούν εξωγενείς παράγοντες για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Επάρχου.   Ο πρώτος λόγος αφορούσε σε πιθανό επηρεασμό του δικαιώματος άντλησης νερού τρίτου προσώπου (της αιτήτριας στην προσφυγή 605/93), και ο δεύτερος ήταν άσχετος με

τη διακριτική του ευχέρεια η οποία περιορίζεται βάσει του Άρθρου

7 στη συνεκτίμηση των παραγόντων που τείνουν να προσδιορίσουν τον πιθανό επηρεασμό της ποσότητας άντλησης νερού υφιστάμενων ιδιόκτητων διατρήσεων από τη διάτρηση για την οποία επιζητείται

άδεια.

     Οι προσφυγές 605/93 και 607/93 απορρίπτονται ως ανυπόστατες.

     Η προσφυγή 606/93 επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται στην ολότητα της βάσει του Άρθρου 146.4 (β) του Συντάγματος.

     Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.

               Γ. Μ. ΠΙΚΗΣ,

                    Δ.

/ΕΑΠ.

27 Οκτωβρίου, 1994

     [ΧΡ. ΑΡΤΕΜΙΔΗ, Δ.]

ΜΑΤΘΑΙΟΥ ΜΟΥΣΤΡΑ

Αιτητή             

 v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Καθ' ης η αίτηση                   

Υποθ. Αρ. 595/92 ____________________________________

    

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί - Διορισμοί - Θέση πρώτου διορισμού Διευρημένη η διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου για επιλογή του καταλληλότερου υποψήφιου.

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί - Διορισμοί - Θέσεις ψηλά στην ιεραρχία - Ευρεία ευχέρεια της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας.

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί - Διορισμοί - Διορισμός σε ψηλή θέση στην ιεραρχία της εκπαίδευσης - Συνέντευξη - Ιδιάζουσας βαρύτητας λόγω των καθηκόντων της θέσης.

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί - Διορισμοί - Αρχαιότητα - 'Ενα από τα στοιχεία που συσταθμίζονται - Δεν παίζει σημαίνοντα ρόλο όταν τα υπόλοιπα στοιχεία υπερισχύουν.

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί - Διορισμοί - Προσόντα - Πολύ καλή γνώση ευρωπαϊκής γλώσσας - Αποφοίτηση από σχολή τα μαθήματα της οποίας διδάσκονταν στα Αγγλικά συνεπάγεται την κατοχή του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής.

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί - Διορισμοί - Αιτιολογία - Απόφαση της Ε.Ε.Υ. λακωνική - Η αιτιολογία συμπληρώνεται από τα πρακτικά της διαδικασίας.

Ο αιτητής προσέβαλε με την προσφυγή του την απόφαση των καθ'ων η αίτηση με την οποία η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας προήγαγε στη θέση Επιθεωρητή Γενικών Μαθημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα αντί του ιδίου.

Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1)     Η θέση είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής. Τα

απαιτούμενα όμως προσόντα, όπως αυτά καθορίζονται στο σχέδιο υπηρεσίας, δεν άφηναν πολλά περιθώρια στην ΕΕΥ για να διορίσει υποψήφιο που δεν υπηρετούσε στην εκπαίδευση. Εχει σημασία όμως ότι η θέση είναι πρώτου διορισμού. Σύμφωνα με τη νομολογία μας το διορίζον όργανο έχει διευρυμένη ευχέρεια επιλογής του καταλληλότερου υποψήφιου. Επειδή η επιλογή δεν περιορίζεται σ' αυτούς που βρίσκονται στην υπηρεσία τα στοιχεία κρίσεως ανευρίσκονται κυρίως στα προσόντα, στα αποτελέσματα των εξετάσεων ή συνεντεύξεων κ.λ.π. Βέβαια όταν η επιλογή γίνει από πρόσωπα στην υπηρεσία, ασφαλώς μετρούν και τα στοιχεία της σταδιοδρομίας τους, εφόσον είναι ίσα και αντικειμενικά. Ενας ακόμη λόγος, που αφορά την περίπτωση μας και που σύμφωνα με αυτόν έχει ευρεία ευχέρεια η ΕΕΥ, είναι γιατί η θέση είναι ψηλά στην ιεραρχία της εκπαίδευσης.

2)     Ο ισχυρισμός του αιτητή πως υπερέχει σε αξία έναντι των

ενδιαφερομένων προσώπων είναι όχι μόνο ατεκμηρίωτος αλλά και αντικειμενικά αβάσιμος, όπως αποδεικνύεται από τον διοικητικό φάκελο. Τα ενδιαφερόμενα μέρη έχουν γενικά ψηλότερη βαθμολογία από τον αιτητή, μολονότι τα τελευταία δύο χρόνια όλοι ισοβαθμούν με 39, απαραίτητο στοιχείο για την πλήρωση των σχεδίων υπηρεσίας. Η απόφαση των ενδιαφερομένων μερών στη συνέντευξη όπως κρίθηκε από το Διευθυντή Δημοτικής Εκπαίδευσης, και την ΕΕΥ, ήταν πολύ καλύτερη. Χαρακτηρίστηκαν ως εξαίρετοι, ενώ ο αιτητής πολύ καλός. Ορθά η ΕΕΥ συνεκτίμησε, με τα άλλα προσόντα, την συνέντευξη. Θάλεγα μάλιστα πως λόγω των καθηκόντων της θέσης η συνέντευξη είχε ιδιάζουσα βαρύτητα.

    

3)          Σε ότι αφορά τα ακαδημαϊκά προσόντα ο αιτητής διαθέτει

M.Sc Curriculum Planning and Development, που δεν είναι πρόσθετο προσόν στα σχέδια υπηρεσίας. Εκεί που υπερέχει ο αιτητής είναι μόνο στην αρχαιότητα. Προάχθηκε στη θέση Διευθυντή Α την 1.9.78, ενώ τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα το 1981 και 1982. Είναι περιττό βέβαια να επαναλάβω το χιλιοειπωμένο, πως η αρχαιότητα είναι ένα από τα στοιχεία που συσταθμίζονται με τα υπόλοιπα και ασφαλώς δεν παίζει σημαίνοντα ρόλο όταν τα άλλα αξιολογικά κριτήρια υπερισχύουν.

Ο αιτητής όχι μόνο δεν αποδεικνύει έκδηλη υπεροχή αλλά μήτε καν απλή υπεροχή.

4)          Αναφορικά με τον ισχυρισμό πως τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα

δεν έχουν το προσόν της πολύ καλής γνώσης μιας

τουλάχιστον από τις επικρατέστερες Ευρωπαϊκές γλώσσες, σημειώνω πως η Συμβουλευτική Επιτροπή, μετά από έρευνα, έκρινε πως τόσο ο αιτητής όσο και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα ήσαν προσοντούχοι για τη θέση. Αναφέρω δε πως τα 3 ενδιαφερόμενα πρόσωπα έχουν δίπλωμα του Δ.Κ. Μόρφου, από το οποίο αποφοίτησαν πριν από το 1958, τα δε μαθήματα παραδίδονταν στην Αγγλική. Τα ενδιαφερόμενα μέρη επομένως πληρούν το προσόν της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής.

5)          Είναι γεγονός πως η απόφαση της ΕΕΥ είναι λακωνική. Ομως

από το σύνολο της διαδικασίας που ακολούθησε, και που είναι καταγραμμένη στα πρακτικά, συμπληρώνεται επαρκώς η αιτιολόγηση της απόφασης που προσβάλλεται.

Προσφυγή απορρίπτεται

με έξοδα.

Προσφυγή

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ'ων η αίτηση με την οποία προάχθηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη στη θέση Επιθεωρητή Γενικών Μαθημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης αντί ο αιτητής.

Χρ. Χριστοφίδης, για τον αιτητή,

Γ. Στυλιανίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση

Γ. Τριανταφυλλίδης για τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα.

Cur. adv.  vult.

                    Α Π Ο Φ Α Σ Η

          Ο αιτητής και τα τρία ενδιαφερόμενα πρόσωπα ήσαν υποψήφιοι για τη θέση Επιθεωρητή Γενικών Μαθημάτων

Δημοτικής

Εκπαίδευσης.  Η προσβαλλόμενη απόφαση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας δημοσιεύτηκε στις 29.5.92.

Σύμφωνα

με αυτή τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα προάγονταν στην πιο πάνω θέση από 1.5.92.  Ο δικηγόρος του αιτητή στη πολυσέλιδη αγόρευση του αναπτύσσει δύο ουσιαστικά λόγους για τους οποίους και καλεί το Δικαστήριο να ακυρώσει την επίδικη απόφαση.  Εισηγείται πως ο αιτητής υπερέχει έκδηλα έναντι

των

ενδιαφερομένων προσώπων και κατά συνέπεια η Επιτροπή είχε καθήκον να τον επιλέξει για διορισμό, και πως τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα δεν πληρούσαν ένα από τα προσόντα

     του

σχεδίου υπηρεσίας, αυτό της πολύ καλής γνώσης μιας

τουλάχιστον από τις επικρατέστερες Ευρωπαϊκές γλώσσες. 

Iσχυρίζεται, πρόσθετα, πως η επίδικη απόφαση είναι

     αναιτιολόγητη.

          Η θέση είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής.  Τα απαιτούμενα όμως προσόντα, όπως αυτά καθορίζονται στο

σχέδιο

υπηρεσίας, δεν άφηναν πολλά περιθώρια στην ΕΕΥ για να διορίσει υποψήφιο που δεν υπηρετούσε στην εκπαίδευση.

Εχει

σημασία όμως ότι η θέση είναι πρώτου διορισμού.  Σύμφωνα

με

τη νομολογία μας το διορίζον όργανο έχει διευρυμένη

ευχέρεια

επιλογής του καταλληλότερου υποψήφιου.  Επειδή η επιλογή

δεν

περιορίζεται σ' αυτούς που βρίσκονται στην υπηρεσία, τα στοιχεία κρίσεως ανευρίσκονται κυρίως στα προσόντα, στα αποτελέσματα των εξετάσεων ή συνεντεύξεων κ.λπ.  Βέβαια

όταν

η επιλογή γίνει από πρόσωπα στην υπηρεσία, ασφαλώς μετρούν και τα στοιχεία της σταδιοδρομίας τους, εφόσον είναι ίσα

και

αντικειμενικά.  Ενας ακόμη λόγος, που αφορά την περίπτωση μας, και που σύμφωνα με αυτόν έχει ευρεία ευχέρεια η ΕΕΥ, είναι γιατί η θέση είναι ψηλά στην ιεραρχία της

εκπαίδευσης.

          Ο ισχυρισμός του αιτητή πως υπερέχει σε αξία έναντι των

ενδιαφερομένων προσώπων είναι όχι μόνο ατεκμηρίωτος αλλά

και

αντικειμενικά αβάσιμος, όπως αποδεικνύεται από τον

διοικητικό

φάκελο.  Τα ενδιαφερόμενα μέρη έχουν γενικά ψηλότερη βαθμολογία από τον αιτητή, μολονότι τα τελευταία δυο

χρόνια

όλοι ισοβαθμούν με 39, απαραίτητο στοιχείο για την πλήρωση των σχεδίων υπηρεσίας.  Η απόδοση των ενδιαφερομένων μερών στη συνέντευξη όπως κρίθηκε από το Διευθυντή Δημοτικής Εκπαίδευσης, και την ΕΕΥ, ήταν πολύ καλύτερη.  Χαρακτηρίστηκαν ως εξαίρετοι, ενώ ο αιτητής πολύ καλός.

Ορθά

η ΕΕΥ συνεκτίμησε, με τα άλλα προσόντα, την συνέντευξη.

Θάλεγα μάλιστα πως λόγω των καθηκόντων της θέσης η

συνέντευξη

     είχε ιδιάζουσα βαρύτητα.

     Σε ότι αφορά τα ακαδημαϊκά προσόντα ο αιτητής διαθέτει M.Sc. Curriculum Planning and Development, που δεν είναι πρόσθετο προσόν στα σχέδια υπηρεσίας.  Εκεί που υπερέχει

ο

αιτητής είναι μόνο στην αρχαιότητα.  Προάχθηκε στη θέση Διευθυντή Α την 1.9.78, ενώ τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα το

1981

και 1982.  Είναι περιττό βέβαια να επαναλάβω το χιλιοειπωμένο, πως η αρχαιότητα είναι ένα από τα στοιχεία

που

συσταθμίζονται με τα υπόλοιπα, και ασφαλώς δεν παίζει σημαίνοντα ρόλο όταν τα άλλα αξιολογικά κριτήρια

υπερισχύουν. 

          Ο αιτητής όχι μόνο δεν αποδεικνύει έκδηλη υπεροχή αλλά

     μήτε κάν απλή υπεροχή.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό πως τα ενδιαφερόμενα

πρόσωπα

     δεν έχουν το προσόν της πολύ καλής γνώσης μιας τουλάχιστον από

τις επικρατέστερες Ευρωπαϊκές γλώσσες, σημειώνω πως η Συμβουλευτική Επιτροπή, μετά από έρευνα, έκρινε πως τόσο

ο

αιτητής όσο και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα ήσαν προσοντούχοι για τη θέση.  Αναφέρω δε πως τα 3 ενδιαφερόμενα πρόσωπα

έχουν

     δίπλωμα του Δ.Κ. Μόρφου, από το οποίο αποφοίτησαν πριν από το

1958, τα δε μαθήματα παραδίδονταν στην Αγγλική. Τα

ενδιαφερόμενα μέρη επομένως πληρούν το προσόν της πολύ

καλής

γνώσης της Αγγλικής. Είναι γεγονός πως η απόφαση της ΕΕΥ είναι λακωνική.  Ομως από το σύνολο της διαδικασίας που ακολούθησε, και που είναι καταγραμμένη στα πρακτικά συμπληρώνεται επαρκώς η αιτιολόγηση της απόφασης που προσβάλλεται.

          Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα

εναντίον του αιτητή που θα υπολογίσει ο πρωτοκολλητής.

                    Χρ. Αρτεμίδης,

                         Δ.

     /ΜΑΑ

27 Οκτωβρίου, 1994

     [ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗ, Δ.]

ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΕΝΤΑΥΚΑ

Αιτητή                  

 v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Καθ' ης η αίτηση           

Υποθ. Αρ. 790/92 ____________________________________

     Διοικητικό Δίκαιο - Γενικές αρχές - Αρχή της καλής Πίστης Υποχρεώσεις της διοίκησης με βάση την καλή πίστη - Θεωρία Αντιφατική συμπεριφορά της διοίκησης στην κριθείσα περίπτωση οδήγησε απόφασης περί ακυρώσεως εγγραφής μηχανοκινήτου οχήματος.

Μηχανοκίνητα Οχήματα - Άρθρο 5 του περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμου του 1982 όπως τροποποιήθηκε (Ν.9/82) και Καν.9 (1)(β)(vii) των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών του 1984 - Περιεχόμενο ρύθμισης -

 Κακή εφαρμογή στη συγκεκριμένη περίπτωση λόγω έλλειψης της δέουσας έρευνας προκειμένου να ακυρωθεί η εγγραφή του μηχανοκινήτου οχήματος.

Προσφυγή βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος - Λόγοι ακυρώσεως - 'Ελλειψη δέουσας έρευνας - Παντελής έλλειψη

δέουσας έρευνας και συντονισμού από πλευράς διοίκησης στην εξετασθείσα υπόθεση ακύρωσης εγγραφής μηχανοκινήτου οχήματος.

Ο αιτητής προσέβαλε την απόφαση του Εφόρου Μηχανοκινήτων Οχημάτων με την οποία ακυρώθηκε η εγγραφή του οχήματος του αιτητή (αγροτικού ταξί) του οποίου είχε προηγουμένως ανακληθεί η άδεια οδικής χρήσης ως ταξί και έπρεπε να μετατραπεί σε ιδιωτικής χρήσης. Κρίσιμη για τη διαφορά ήταν επιστολή του Τελωνείου προς τον αιτητή που τον πληροφορούσε ότι δεν όφειλε οποιονδήποτε δασμό για την αλλαγή καθεστώτος του οχήματός του ενώ η επίδικη απόφαση βασιζόταν ουσιαστικά στην μη καταβολή των οφειλομένων δασμών, από τον αιτητή προκειμένου να μετατραπεί το όχημα σε ιδιωτικής χρήσεως.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την Επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.     Αφού μελέτησα τις αντίστοιχες θέσεις και εισηγήσεις των

δικηγόρων των δύο μερών κατέληξα στο συμπέρασμα ότι η επίδικη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί γιατί κατά την εξέταση της υπόθεσης διαπίστωσα την παντελή έλλειψη δέουσας έρευνας και συντονισμού από πλευράς διοίκησης και εδώ αναφέρομαι τόσο στο Τμήμα Οδικών Μεταφορών όσο και στο Τμήμα Τελωνείων.

Ο Καν. 9(1)(β)(vii) δίνει στον Εφορο Εξουσία να ακυρώσει την εγγραφή οχήματος εφόσον αυτός πεισθεί ότι αυτό δεν χρησιμοποιείται ως όχημα δημόσιας χρήσης παρόλον που αυτό είναι εγγεγραμμένο ως όχημα δημόσιας χρήσης.

Στην προκειμένη περίπτωση ο Εφορος χωρίς να διεξαγάγει οποιαδήποτε έρευνα, βασίστηκε στην ανάκληση της άδειας οδικής χρήσης από τη Αρχή Αδειών που έγινε προ τετραετίας για να θεωρήσει ότι ο αιτητής παραβίαζε τις πρόνοιες του επίδικου κανονισμού. Η δικηγόρος των καθ'ων επικαλέστηκε την ορθότητα και νομιμότητα της απόφασης αυτής για να ισχυριστεί ότι ήταν εύλογα επιτρεπτό για τον 'Εφορο να ακυρώσει την εγγραφή του οχήματος.

Επισημαίνεται ότι η ορθότητα και νομιμότητα της απόφασης της Αρχής Αδειών για ανάκληση της άδειας οδικής χρήσης, δεν αμφισβητείται. Εξ άλλου η πιό πάνω απόφαση υπήρξε το αντικείμενο δικαστικής εξέτασης στην προσφυγή με αρ. 442/92 και ως εκ τούτου αποτελεί δεδικασμένο. Αντικείμενο στην παρούσα προσφυγή είναι η νομιμότητα της απόφασης του Εφόρου για ακύρωση της εγγραφής του οχήματος.

Ο Εφορος αν προέβαινε σε δέουσα έρευνα πριν την επίδικη

απόφαση θα διαπίστωνε ότι άνκαι η άδεια οδικής χρήσης είχε ανακληθεί από την Αρχή Αδειών, εντούτοις αυτή συνέχιζε να ανανεώνεται, και ο αιτητής κατά την κρίσιμη ημερομηνία λήψεως της επίδικης απόφασης είχε στα χέρια του άδεια οδικής χρήσης που ήταν σε ισχύ. Δεν δόθηκαν οποιεσδήποτε εξηγήσεις ως προς το γιατί η άδεια οδικής χρήσης και η άδεια κυκλοφορίας ανανεώνονταν. Ούτε έγινε οποιοσδήποτε ισχυρισμός ότι ο αιτητής με δική του ενέργεια παραπλάνησε τη διοίκηση για να προβεί στην ανανέωση. Κατά συνέπεια θεωρώ ότι την ευθύνη για την ανανέωση φέρει η διοίκηση και ότι με τις μεταγενέστερες πράξεις της ανανέωσης των δύο αδειών, η διοίκηση σιωπηρά ανακάλεσε την προγενέστερη απόφαση της ανάκλησης. Το τί συνέβηκε στην προκειμένη περίπτωση αποτελεί κατά την άποψη μου δείγμα αντιφατικής συμπεριφοράς της διοίκησης. Η διοίκηση με τις πράξεις της δημιούργησε μια ευνοϊκή κατάσταση για το διοικούμενο και δεν μπορεί εκ των

          υστέρων να την επικαλεστεί εναντίον του.

Το θέμα σχετίζεται με την αρχή της καλής πίστης την οποία πραγματεύεται ο καθηγητής Π.Δ. Δαγτόγλου στο σύγγραμά του "Γενικό Διοικητικό Δίκαιο" - Μέρος α', (έκδοση 1977).

Η έλλειψη δέουσας έρευνας και συντονισμού διαφαίνεται και στις επαφές μεταξύ του Τμήματος Τελωνείων Λευκωσίας και του Τελωνείου Λάρνακας.

2.     Πέραν από τις διαπιστώσεις μου για παράλειψη διεξαγωγής

δέουσας έρευνας από το Τμήμα Οδικών Μεταφορών και το Τμήμα Τελωνείων, που από μόνες τους επιβάλλουν την ακύρωση της επίδικης απόφασης, θεωρώ την ενέργεια του Εφόρου να προχωρήσει στην ακύρωση της εγγραφής του οχήματος προτού το Τμήμα Τελωνείων αποφανθεί οριστικά πάνω στο θέμα της υποχρέωσης καταβολής δασμών, βεβιασμένη. Ο αιτητής δεν μπορεί να υποστεί τις συνέπειες από την παράλειψη του Τμήματος Τελωνείων να του δώσει μια θετική και τελική απάντηση.

Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται

με έξοδα.

Προσφυγή

     Προσφυγή εναντίον της απόφασης του καθ'ου η αίτηση αρ.2 με την οποία ακύρωσε την εγγραφή του οχήματος του με αρ. εγγραφής ΜΧ 949.

Α. Ζαχαρίου, για τον αιτητή,

Μ. Τσιάππα (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους

καθ'ων η αίτηση.

Cur. adv.  vult.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

          Ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση του Εφόρου Μηχανοκινήτων Οχημάτων ημερ. 10.9.92 με την οποία ακύρωσε την εγγραφή του οχήματος του με αρ. εγγραφής ΜΧ 949.

Ο αιτητής είναι ιδιοκτήτης του αδειούχου αγροτικού

ταξί με αρ. εγγραφής ΜΧ 949 με έδρα την Ξυλοφάγου.

     H Αρχή Αδειών σε συνεδρία της στις 28.12.88

αποφάσισε την ανάκληση της άδειας οδικής χρήσης του ταξί με βάση το άρθρο 5(11)(δ) του περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμου του 1982 όπως τροποποιήθηκε, (Ν.9/82) (παράλειψη εκτέλεσης της οδικής χρήσης για την οποία παραχωρήθηκε η άδεια), γιατί όπως αναφέρθηκε, σύμφωνα με στοιχεία που είχε ενώπιόν της η Αρχή Αδειών ο αιτητής κυκλοφορούσε το όχημα στην αστική τροχαία περιοχή Λάρνακας.

Εναντίον της πιο πάνω απόφασης ο αιτητής άσκησε ιεραρχική προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Αδειών η οποία σε συνεδρία της ημερ. 26.3.90 απέρριψε την ιεραρχική προσφυγή και επικύρωσε την απόφαση της Αρχής Αδειών.

          Ο αιτητής προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο (Υπ. Αρ.  442/90).  Με απόφασή του ημερ. 11.3.92 το Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή και αποφάνθηκε ότι ορθά ανακλήθηκε η άδεια οδικής χρήσης εφόσον όπως διαπιστώθηκε, ο αιτητής συστηματικά και για μεγάλο χρονικό διάστημα χρησιμοποιούσε το επίδικο αυτοκίνητο στην αστική τροχαία περιοχή Λάρνακας.

          Στις 4.8.92 ο Αναπληρωτής Εφορος Μηχανοκινήτων Οχημάτων (ο Εφορος) απέστειλε στον αιτητή την ακόλουθη επιστολή:

     "Κύριε,

     Αναφέρομαι στην απόφαση της Αρχής Αδειών με ημερ. 28.12.88 με την οποία ανακλήθηκε η άδεια οδικής χρήσης του αγροτικού ταξί σας με αρ. ΜΧ 949.

2. Ως Αναπληρωτής Εφορος Μηχανοκίνητων και με βάση τις εξουσίες που μου παρέχει ο κανονισμός 9(ι)(νιι) των Περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κίνησης Κανονισμών του 1984 σας καλώ όπως μέχρι τις 4.9.92 αποταθείτε στο Γραφείο Εγγραφής Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Εκδοσης Αδειών Κυκλοφορίας, (οδός Διογένους 1, Εγκωμη, Λευκωσία) για να μετατρέψετε το όχημα σας σε ιδιωτικό, αφού καταβληθούν όλοι οι οφειλόμενοι δασμοί ή και φόροι/τέλη προς τα Τμήματα Τελωνείων και Οδικών Μεταφορών, διαφορετικά, χωρίς άλλη προειδοποίηση, θα ακυρώσω όχι μόνο την άδεια δημόσιας χρήσης (Τ) αλλά και την εγγραφή του οχήματος αυτού.".

          Η πιο πάνω επιστολή κοινοποιήθηκε μεταξύ άλλων και στο Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων.  Ο Διευθυντής Τμήματος Τελωνείων στις 18.8.92 απέστειλε στον αιτητή την πιο κάτω επιστολή:

          "Με αντίγραφο της επιστολής του αρ. ΜΧ 949 ημερομηνίας 4.8.1992, ο Αναπληρωτής Διευθυντής Τμήματος Οδικών Μεταφορών με πληροφόρησε πως η άδεια οδικής χρήσης του αγροτικού ταξί σας ανακλήθηκε από τις 28.12.1988.

          Σύμφωνα με τον Περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμο οι τελωνειακοί δασμοί και φόροι από τους οποίους το όχημα σας απαλλάγηκε κατά την εγγραφή του σαν ταξί έχουν καταστεί πληρωτέοι.

          Καλείσθε όπως μέσα σε δεκαπέντε μέρες από σήμερα παρουσιάσετε το όχημα στον Ανώτερο

     Τελώνη Λάρνακας για εκτίμηση  της αξίας του, υπολογισμό και καταβολή των αναλογούντων δασμών και φόρων ή προσκομίσετε στοιχεία ότι το όχημα έχει τακτοποιηθεί τελωνειακά."

     Η πιο πάνω επιστολή κοινοποιήθηκε στον Ανώτερο Τελώνη Λάρνακας για πληροφορία και ανάλογη ενέργεια.

          Ο αιτητής στη συνέχεια ζήτησε από τον Εφορο πίστωση χρόνου 2 ημερών επειδή όπως ανέφερε σε σχετική επιστολή του υπήρχαν διαφορές μεταξύ των δύο Τελωνείων αναφορικά με την ημερομηνία είσπραξης δασμού.  Του δόθηκε παράταση μέχρι 9.9.92 "ενόψει του γεγονότος ότι δεν κατορθώθη να επικοινωνήσουν οι δύο τελωνειακοί".  Στις 7.9.92 ο αιτητής απέστειλε στον Ανώτερο Τελώνη στη Λάρνακα επιστολή στην οποία ανέφερε ότι το επίδικο όχημα εισήχθη προ 8ετίας και ενεγράφηκε ως ταξί.  Ανέφερε επίσης ότι μετά τη λήξη της 8ετούς περιόδου επροτίθετο να το μετατρέψει σε ιδιωτικής χρήσεως όχημα και για το σκοπό αυτό παρακαλούσε να

εφοδιαστεί με τα κατάλληλα πιστοποιητικά.

     Στις 8.9.92 στάληκε στον αιτητή η ακόλουθη επιστολή από το Τελωνείο Λάρνακας:

     "Κύριε,

Αυτοκίνητο "ΜΕΡΣΕΝΤΕΣ ΜΠΕΝΖ" 300D, Αρ. 

Εγγραφής Τ.ΜΧ949, Αρ. Πλαισίου 123132-20-264625, Αρ. Μηχανής 617912-20-150 2998 κ.ε. που είναι γραμμένο σαν Ταξί από

τις 23.1.82. ―――――――――――――――――――――-

Αναφέρομαι στην επιστολή σας της 7

Σεπτεμβρίου, 1992, με την οποία με πληφορορείτε ότι προτίθεσθε να μετατρέψετε το όχημα τούτο

     από Ταξί σε ιδιωτικής χρήσης όχημα και σας

επιβεβαιώ ότι εφόσον έχουν περάσει 8 (οκτώ) χρόνια από την ημέρα της εγγραφής του σαν Ταξί, σύμφωνα με τους ειδικούς όρους της κλάσης 5 του Πέμπτου Πίνακα του Νόμου 18(1) του 1992, δεν οφείλετε στο Τμήμα Τελωνείων οποιονδήποτε δασμό ή φόρο κατανάλωσης, το δε όχημα τούτο μπορεί να αλλάξει καθεστώς.

          Αντίγραφο της επιστολής αυτής αποστέλλεται στον Διευθυντή του Τμήματος Οδικών Μεταφορών για πληροφορία.

     Με τιμή ..............

                         Ανώτερος Τελώνης.

Κοινοποίηση:  Διευθυντή, Τμήματος Οδικών

Μεταφορών, για πληροφορία.  Η μετατροπή του αυτοκινήτου τούτου από Ταξί σε Ιδιωτικής Χρήσης αυτοκίνητο μπορεί να γίνει, σύμφωνα με τη Κλάση 5 του Πέμπτου Πίνακα του Νόμου 18(1) του 1992."

          Στο αντίγραφο της πιο πάνω επιστολής που στάληκε στο Τμήμα Οδικών Μεταφορών, γράφτηκαν με το χέρι (προφανώς από λειτουργό του Τμήματος Οδικών Μεταφορών) τα ακόλουθα: "Σημ. Μίλησα με τον κ. Βωβίδη ο οποίος μου ανάφερε ότι η επιστολή αυτή δεν πρέπει να ληφθεί υπόψη και ο αιτητής να παρουσιασθεί ξανά κοντά του για να εξεταστεί το θέμα ξανά.  Η κοινοποίηση να ακυρωθεί."

Τα γεγονότα που έχουν άμεση σχέση με την υπόθεση

λήγουν με την ακόλουθη επιστολή ημερ. 10.9.92 που στάληκε στον αιτητή από τον Εφορο και που αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής:

     "Κύριε,

Αναφέρομαι στην επιστολή μου με αρ. φακέλου

     ΜΧ949 και ημερ.     4.8.92, με την οποία σας

καλούσα όπως μετατρέψετε το όχημα σας από ταξί

     σε ιδιωτικό.

2. Επειδή δεν έχετε συμμορφωθεί ακυρώνω με την παρούσα επιστολή μου την εγγραφή του οχήματός

     σας, με βάση τις εξουσίες που μου παρέχονται από τον κανονισμό 9 των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κίνησης."

     Στο παρόν στάδιο, θεωρώ  χρήσιμο να αναφέρω ότι σύμφωνα με τα Τεκμήρια "Α" και "Β" που επεσύναψε στην

Αίτησή του ο αιτητής, η άδεια κυκλοφορίας του οχήματος και η Αδεια Αγροτικού Ταξί κατά καιρούς ανανεώνονταν η πρώτη από το Τμήμα Οδικών Μεταφορών και η δεύτερη από την Αρχή Αδειών, και έληξαν για τελευταία φορά στις 31.12.92.  Τα πιο πάνω δεν έχουν αμφισβητηθεί από τους καθ'ων η αίτηση.

Οι λόγοι για ακύρωση που πρόβαλε ο αιτητής

συνοψίζονται στο ότι ο Εφορος τελούσε υπό νομική πλάνη όταν ακύρωσε την εγγραφή του οχήματος γιατί παρά την ανάκληση της άδειας οδικής χρήσης από την Αρχή Αδειών το 1988, τόσον η άδεια οδικής χρήσης όσον και η άδεια κυκλοφορίας του οχήματος, ίσχυαν μέχρι 31.12.92 εφόσον ανανεώνονταν.

     Είπε επίσης ότι ο Εφορος δεν μπορούσε να διαγράψει το όχημα εφόσον η μετατροπή του από όχημα δημόσιας χρήσης σε ιδιωτικό οφείλεται στο γεγονός ότι μέχρι και σήμερα το Τμήμα Τελωνείων δεν έχει προβεί στον καθορισμό των δασμών ή την απαλλαγή του από την καταβολή τους.  Επιπρόσθετα το Τμήμα Οδικών Μεταφορών παράτυπα και χωρίς καμιά εξουσία δεν εδέχθη την απόφαση του Τμήματος Τελωνείων ημερ. 8.9.92 ότι δεν οφείλοντο δασμοί.

     Η Δικηγόρος της Δημοκρατίας αφού αναφέρθηκε στις πρόνοιες του άρθρου 5 του Ν.9/82 και ειδικότερα στα εδάφια (1), (3) και (10) ισχυρίστηκε ότι η άδεια οδικής χρήσης έπαψε να υφίσταται από την ημερομηνία ανάκλησής της από την Αρχή Αδειών, η οποία ανάκληση της επιβεβαιώθηκε από το Δικαστήριο.  Η τυχόν πράξη "ανανέωσης" της άδειας οδικής χρήσης συνέχισε, μετά την ημερομηνία ανάκλησης της ίδιας της άδειας είναι άνευ αντικειμένου καθότι με την ανάκληση δεν υφίσταται αντικείμενο για ανανέωση.

     Είπε επίσης ότι το γεγονός της ανάκλησης της άδειας οδικής χρήσης ήταν από μόνο του επαρκές στοιχείο για να πεισθεί ο Εφορος ότι το όχημα δεν χρησιμοποιείτο σαν όχημα δημόσιας χρήσης και να ζητήσει την μετατροπή του σε ιδιωτικό με βάση τον Καν. 9(1)(β)(vii) των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών του 1984 (οι Κανονισμοί).  Λέχθηκε επίσης ότι ο αιτητής στην επιστολή του ημερ. 7.9.92 ισχυρίστηκε μετατροπή του οχήματος σε ιδιωτικό μετά την πάροδο οκτώ χρόνων από την ημερομηνία εγγραφής, χωρίς να αναφέρει ότι η οδική χρήση του ταξί είχε ανακληθεί από 28.12.88, και γι' αυτό ο Ανώτερος Τελώνης Λάρνακας όταν πληροφορήθηκε από τον Εφορο την ανάκληση της άδειας ζήτησε να μη ληφθεί υπόψη επιστολή του ημερ. 8.9.92 με την οποία επιβεβαίωσε ότι δεν οφείλονταν δασμοί.

     Η Δικηγόρος της Δημοκρατίας είπε επίσης ότι ήταν εύλογα επιτρεπτό για τον Εφορο να ακυρώσει την εγγραφή του οχήματος αφού με την ανάκληση της άδειας οδικής χρήσης από τις 28.12.88 της οποίας η ορθότητα επιβεβαιώθηκε από το Δικαστήριο, το όχημα δεν μπορούσε να χρησιμοποιείται για την οδική χρήση σε σχέση με την οποία είχε αρχικά χορηγηθεί η άδεια. Επίσης, ο αιτητής δεν είχε μέσα στο χρονικό διάστημα που του παρέσχε ο Εφορος αποταθεί για την εγγραφή του οχήματος σαν ιδιωτικού καταβάλλοντας τους νενομισμένους φόρους.

          Ο Κανονισμός 9(1)(β)(vii) τον οποίο επικαλέστηκε ο Εφορος για να ακυρώσει την εγγραφή του οχήματος προνοεί τα ακόλουθα:

"9.-(1) Η εγγραφή μηχανοκινήτου οχήματος

ακυρούται υπό του Εφόρου .......................................... 

          .......................................... 

Εφ' όσον ο Εφορος ήθελε πεισθή ότι -

(vii)το όχημα καίτοι εγγεγραμμένον ως μηχανοκίνητον όχημα δημοσίας χρήσεως δεν χρησιμοποιείται ως τοιούτο, αφού προηγουμένως τάξει εύλογον προθεσμίαν εις τον ιδιοκτήτην τούτου ίνα αποταθή διά την εγγραφήν του οχήματος ως ιδιωτικού μηχανοκινήτου οχήματος, καταβάλλων τον εις το Μέρος Ι του συνημμένου τω Νόμω Παραρτήματος προβλεπόμενον διά την

               τοιαύτην εγγραφήν φόρον, αφαιρουμένου του

ήδη καταβληθέντος φόρου επί τη πρώτη

          εγγραφή:

          ........................................."

     Οι διατάξεις της κλάσης 5 του Πέμπτου Πίνακα του περί Τελωνειακών Δασμών  και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1992 (Ν.18/92) βάσει των οποίων το όχημα του αιτητή επωφελήθηκε των δασμολογικών απαλλαγών προνοούν επίσης ότι αν "μέσα σε οκτώ χρόνια από της εγγραφής του το υπό αναφορά όχημα καταταγεί σε άλλη κατηγορία, εγγραφεί ή χρησιμοποιείται για άλλο σκοπό και όχι ως ταξί ή  δημόσιας χρήσης ο ιδιοκτήτης του οχήματος οφείλει όπως, κατά το χρόνο που επενεργείται η μετατροπή αυτή,  καταβάλει στο Διευθυντή κάθε ποσό το οποίο κατά την κρίση του Διευθυντή παριστάνει τη διαφορά μεταξύ του ποσού που έχει ήδη καταβληθεί και του δασμού και φόρου κατανάλωσης που πρέπει να πληρωθούν για το όχημα:".

     Αφού μελέτησα τις αντίστοιχες θέσεις και εισηγήσεις των δικηγόρων των δύο μερών κατέληξα στο συμπέρασμα ότι η επίδικη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί γιατί κατά την εξέταση της υπόθεσης διαπίστωσα την παντελή έλλειψη δέουσας έρευνας και συντονισμού από πλευράς διοίκησης και εδώ αναφέρομαι τόσο στο Τμήμα Οδικών Μεταφορών όσο και στο Τμήμα Τελωνείων.

Ο Καν. 9(1)(β)(vii) δίνει στον Εφορο εξουσία να

ακυρώσει την εγγραφή οχήματος εφόσον αυτός πεισθεί ότι αυτό δεν χρησιμοποιείται ως όχημα δημόσιας χρήσης παρόλον που αυτό είναι εγγεγραμμένο ως όχημα δημόσιας χρήσης.

     Στην προκειμένη περίπτωση ο Εφορος χωρίς να διεξάγει οποιαδήποτε έρευνα, βασίστηκε στην ανάκληση της άδειας οδικής χρήσης από την Αρχή Αδειών που έγινε προ τετραετίας για να θεωρήσει ότι ο αιτητής παραβίαζε τις πρόνοιες του επίδικου κανονισμού.  H δικηγόρος των καθ' ων επικαλέστηκε την ορθότητα και νομιμότητα της απόφασης αυτής για να ισχυριστεί ότι ήταν εύλογα επιτρεπτό για τον 'Εφορο να ακυρώσει την εγγραφή του οχήματος.

     Επισημαίνεται ότι η ορθότητα και η νομιμότητα της απόφασης της Αρχής Αδειών για ανάκληση της άδειας οδικής χρήσης, δεν αμφισβητείται.   Εξ άλλου η πιό πάνω απόφαση

υπήρξε το αντικείμενο δικαστικής εξέτασης στην προσφυγή με αρ. 442/92 και ως εκ τούτου αποτελεί δεδικασμένο. Αντικείμενο στην παρούσα προσφυγή είναι η νομιμότητα της απόφασης του Εφόρου για ακύρωση της εγγραφής του οχήματος.

          Ο Εφορος αν προέβαινε σε δέουσα έρευνα πριν την επίδικη απόφαση θα διαπίστωνε ότι άνκαι η άδεια οδικής χρήσης είχε ανακληθεί από την Αρχή Αδειών, εντούτοις αυτή συνέχιζε να ανανεώνεται, και ο αιτητής κατά την κρίσιμη ημερομηνία (10.9.92) είχε στα χέρια του άδεια οδικής χρήσης που ήταν σε ισχύ.  Δεν δόθηκαν οποιεσδήποτε εξηγήσεις ως προς το γιατί η άδεια οδικής χρήσης και η άδεια κυκλοφορίας ανανεώνονταν.  Ούτε έγινε οποιοσδήποτε ισχυρισμός ότι ο αιτητής με δική του ενέργεια παραπλάνησε τη διοίκηση για να προβεί στην ανανέωση.  Κατά συνέπεια θεωρώ ότι την ευθύνη για την ανανέωση φέρει η διοίκηση και ότι με τις μεταγενέστερες πράξεις της ανανέωσης των δύο αδειών, η διοίκηση σιωπηρά ανακάλεσε την προγενέστερη απόφαση της ανάκλησης.  Το τί συνέβηκε στην προκειμένη περίπτωση αποτελεί κατά την άποψη μου δείγμα αντιφατικής συμπεριφοράς της διοίκησης.  Η διοίκηση με τις πράξεις της δημιούργησε μια ευνοϊκή κατάσταση για το διοικούμενο και δεν μπορεί εκ των υστέρων να την επικαλεστεί εναντίον του.

          Το θέμα σχετίζεται με την αρχή της καλής πίστης την οποία πραγματεύεται ο καθηγητής Π.Δ. Δαγτόγλου στο σύγγραμμά του "Γενικό Διοικητικό Δίκαιο" - Μέρος α', (έκδοση 1977) από το οποίο προέρχεται και το ακόλουθο απόσπασμα (σελ. 106):

               "Aπό την αρχή της καλής πίστεως προκύπτει

     ότι (όπως ο ιδιώτης έτσι και) η διοίκηση δεν δικαιούται να εκμεταλλευθεί ή, ακόμη λιγότερο να δημιουργήσει καταστάσεις πλάνης, απάτης ή απειλής.  Το Συμβούλιο της Επικρατείας εφαρμόζει μάλιστα στην διοίκηση την λεγομένη αρχή του estoppel (χωρίς βέβαια να την αναφέρει ρητώς) κατά την οποία η διοίκηση δεν δικαιούται, επικαλουμένη  τις ίδιες της παραλείψεις, στις οποίες δεν συνέπραξε ο ιδιώτης, να αγνοεί μιά ευνοϊκή για τον ιδιώτη πραγματική κατάσταση, δημιουργημένη από πολύ χρόνο και να αρνείται την υπέρ του ιδιώτη συναγωγή των ωφελημάτων και νομίμων συνεπειών που προκύπτουν από αυτήν."

          Καθόλα σχετικό θεωρώ και το ακόλουθο απόσπασμα από τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959 στη σελ. 159:

     "Δεν δύναται η Διοίκησις, επικαλουμένη ιδίας αυτής παραλείψεις, εις άς ουδόλως συνέπραξεν ο ενδιαφερόμενος, να αγνοή την καλοπίστως δημιουργηθείσαν επί εύλογον διάστημα υπέρ του διοικουμένου πραγματικήν κατάστασιν και να αρνήται την υπέρ αυτού εφαρμογήν των εξ αυτής απορρεόντων ωφελημάτων και των νομίμων συνεπειών: 2024 -2025 )59)."

          Η έλλειψη δέουσας έρευνας και συντονισμού διαφαίνεται και στις επαφές μεταξύ του Τμήματος Τελωνείων Λευκωσίας και του Τελωνείου Λάρνακας.  Ο ισχυρισμός της Δικηγόρου της Δημοκρατίας ότι ο αιτητής με την επιστολή του της 7.9.92 δεν ανέφερε ότι η άδεια οδικής χρήσης του οχήματος του είχε

ανακληθεί από τις 28.12.88 και  συνεπώς δεν είχε περάσει η 8ετία που χρειαζόταν για να απαλλαγεί από την επιβολή δασμών, δεν αποτελεί δικαιολογία για την παράλειψη της διοίκησης να διεξάγει τη δική της έρευνα.  Εν πάση περιπτώσει  παρατηρώ ότι το γεγονός της ανάκλησης της άδειας οδικής χρήσης από 28.12.88, είχε τεθεί ενώπιον του Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων με την επιστολή του Εφόρου ημερ.     4.8.92 και σε μεταγενέστερο στάδιο τέθηκε και ενώπιον

του Ανώτερου Τελώνη Λάρνακας για πληροφορία και ανάλογη ενέργεια (βλ. επιστολή του Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων προς τον αιτητή ημερ. 18.8.92, (πιό πάνω)).  Το γεγονός της ανάκλησης ήταν ενώπιον των τελειωνειακών αρχών ευθύς εξ αρχής και δεν τίθεται θέμα παραπλάνησης τους από τον αιτητή.  Οταν ο Ανώτερος Τελώνης πληροφόρησε τον αιτητή με την επιστολή του ημερ. 8.9.92 ότι δεν όφειλε οποιουσδήποτε δασμούς, είχε ήδη τεθεί ενώπιόν του το γεγονός της ανάκλησης της άδειας οδικής χρήσης από την Αρχή Αδειών από 28.12.88.

     Πέραν από τις διαπιστώσεις μου για παράλειψη διεξαγωγής δέουσας έρευνας από το Τμήμα Οδικών Μεταφορών και το Τμήμα Τελωνείων, που από μόνες τους επιβάλλουν την ακύρωση της επίδικης απόφασης, θεωρώ την ενέργεια του Εφόρου να προχωρήσει στην ακύρωση της εγγραφής του οχήματος προτού το Τμήμα Τελωνείων αποφανθεί οριστικά πάνω στο θέμα της υποχρέωσης καταβολής δασμών, βεβιασμένη.  Ο αιτητής δεν μπορεί να υποστεί τις συνέπειες από την παράλειψη του Τμήματος Τελωνείων να του  δώσει μια θετική και τελική απάντηση.

Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή

επιτυγχάνει.  Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ του αιτητή.

     Χρ. Χατζητσαγγάρης, Δ.

ΑΦ.

27 Οκτωβρίου, 1994

[Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Δ.]

ΣΠΥΡΟΥ ΚΕΤΤΕΝΗ κ.ά

Αιτητών                            

 v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Καθ' ης η αίτηση     

Υποθ. Αρ. 638/93

     ____________________________________

Δημόσιοι Υπάλληλοι - Προαγωγές - Συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος - Το άρθρο 35(4) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου 1/90 που αντικατέστησε το άρθρο 44(3) του προηγούμενου νόμου 22/67 - Νομολογία - Σημασία των συστάσεων - Αιτιολογία -

     Οι συστάσεις κρίθηκαν νόμιμες στην κριθείσα περίπτωση.

Δημόσιοι Υπάλληλοι - Προαγωγές - Εμπιστευτικές εκθέσεις Οριακές διαφορές στις βαθμολογίες - Δεν αλλοιώνουν τη γενική εικόνα της ισοδυναμίας μεταξύ υποψηφίων.

Οι αιτητές προσέβαλαν από κοινού την προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Ανώτερου Αποθηκάριου (Τμήμα Αγορών και Προμηθειών), θέση προαγωγής.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1.     Η σημασία των συστάσεων προϊσταμένου σαν παράγοντα που

συντείνει στην προαγωγή δημοσίου υπαλλήλου απασχόλησε το Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο σε σειρά πρόσφατων αποφάσεων του καθόρισε το εννοιολογικό πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργεί το κριτήριο αυτό. Από τη μιά τονίστηκε η αυτοτέλεια της σύστασης σαν στοιχείου κρίσης και από την όλη η ανάγκη για την παροχή απτών ενδείξεων, υποδείξεων ή στοιχείων που να τη δικαιολογούν. Η νέα ενατένιση του ζητήματος ήταν αποτέλεσμα της επαναδιατύπωσης της διάταξης που αφορά στις συστάσεις προϊσταμένου στο άρθρ. 35(4) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου αρ. 1/90, που αντικατέστησε το άρθρο 44(3) του καταργηθέντος νόμου αρ. 33/67.

2.     Οι οριακές διαφορές στη βαθμολογία και εκεί ακόμα που

υπάρχουν, δεν αλλοιώνουν σύμφωνα με την πάγια νομολογία,κ την ουσιαστική εικόνα της ισοδυναμίας.

3.     Στις υποθέσεις που η σύσταση θεωρήθηκε ελλειπής, στις

οποίες παρέπεμψε ο δικηγόρος των αιτητών, ο προϊστάμενος σύστηνε κάποιο υποψήφιο χρησιμοποιώντας σαν μόνη δικαιολόγηση την τυποποιημένη φράση "έχοντας υπόψη τα τρία καθιερωμένα κριτήρια" με την προσθήκη, ορισμένες φορές, της φράσης "και από την προσωπική μου γνώση των υποψηφίων". Χωρίς όμως υποστήριξη ή τεκμηρίωση της προτίμησης. 'Ηταν μία formule passe-partout (βλέπε Δ. Κόρσου "Διοικητικό Δίκαιον" τεύχος Α (1990) σελ. 150).

Στην περίπτωση μας δεν είναι έτσι τα πράγματα. Ιδωμένη στο σύνολό της η σύσταση εδώ ικανοποιεί τις απαιτήσεις του νόμου.

4.     Η αιτιολογία που δόθηκε περιέχει όλα τα στοιχεία που

οδήγησαν στην απόφαση, τα οποία ελέγχονται ως ακριβή. Δεν αποδείχθηκε ούτε υπάρχει αντίθεση με τους φακέλους. Και ο ισχυρισμός για πλάνη δεν βρίσκει οποιοσδήποτε έρεισμα στα στοιχεία.

Η προσφυγή απορρίπτεται

χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Λοϊζίδης και άλλος v. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 1094/90 και 107/91 της 21/12/92.

     Πολυκάρπου και άλλοι v. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 374/91 και 386/91 της 15/1/93.

Ηρακλέους v. Ε.Δ.Υ., Υπ. Αρ. 370/92 της 31/1/94.

Κελεπενιώτης v. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, Υπ. Αρ. 541/93 της 12/9/94.

Χ" Γιάννη v. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 314/93 της 12/9/94. Δημοκρατία Ρούσσος (1987) 3 Α.Α.Δ. 1217.

Δημοκρατία v. Καστελλάνος, ΑΕ 610, 612 της 24/11/88.

Ζαβρός v. Ε.Δ.Υ., ΑΕ 968 της 8/2/91.

Παναγή v. Αρχής Λιμένων Κύπρου, Υπ. Αρ. 3/89 της 11/10/91. Οικονομίδης και άλλη v. Ε.Δ.Υ., Υπ. Αρ. 605/90, 642/90 της 23/11/92.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ'ων η αίτηση με την οποία προάχθηκε το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση Ανώτερου Αποθηκαρίου στο Τμήμα Αγορών και Προμηθειών που είναι θέση προαγωγής.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τους αιτητές

Α. Βασιλειάδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ'ων η αίτηση.

Γ. Γιάγκου, για το ενδιαφερόμενο μέρος.

Cur. adv.  vult.

               A  Π Ο Φ Α Σ Η

          Παραδεκτά και νόμιμα ομοδικούν οι παραπάνω τρεις αιτητές

στο αυτό δικόγραφο εφόσον προσβάλλουν την ίδια πράξη της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας και προβάλλουν τους ίδιους

λόγους

ακύρωσης της.  Πρόκειται για την προαγωγή του Σπυρίδωνα

Τζιαπούρα

σε Ανώτερο Αποθηκάριο στο Τμήμα Αγορών και Προμηθειών,

που είναι

     αμιγής θέση προαγωγής.  Η ουσιαστική απόφαση λήφθηκε στις 29/6/93

κατά πλειψηφία τριών ψήφων.  Ο Πρόεδρος της Επιτροπής

επέλεξε τον

αιτητή 1 Σπύρο Κεττένη και το μέλος κ. Α. Κυριάκου άλλο

υποψήφιο

που δεν προσέφυγε.  Η απόφαση δημοσιεύθηκε στην επίσημη

εφημερίδα

της Δημοκρατίας στις 23/7/93 με ισχύ από 15/7/93.

     Οι συστάσεις του Διευθυντή του Τμήματος υπέρ του ενδιαφερομένου ήταν στο επίκεντρο της κριτικής που άσκησε

ο

δικηγόρος του αιτητή.  Επισημαίνω εδώ ότι οι τυχόν

πλημμέλειες

     ενδιάμεσης πράξης εξετάζονται κατά την έρευνα του κύρους της

τελικής απόφασης.  Οι συστάσεις χαρακτηρίστηκαν πρώτα σαν αναιτιολόγητες.  Και στη συνέχεια προβλήθηκε ο ισχυρισμός

ότι

αντιμάχονται τα στοιχεία των διοικητικών φακέλων.  Με

αφορμή την

παρατήρηση του Διευθυντή πως ο ενδιαφερόμενος υπερτερεί

σε

προσόντα επειδή πέρασε εξετάσεις στη Λογιστική επιπέδου

Interme-

     diate του L.C.C., ο συνήγορος παραπονέθηκε ότι παρεισέφρυσε στην

κρίση του Διευθυντή και την τελική πράξη εξωγενές

στοιχείο που,

     αναπόφευκτα, επιφέρει την ακύρωση της.  Κι αυτό διότι το οικείο

     σχέδιο υπηρεσίας δεν απαιτεί κατοχή εκείνου του προσόντος.  Και ο

     Διευθυντής το ανήγαγε σε πλεονέκτημα.

          Η αναφορά του Διευθυντή στις ηγετικές ικανότητες του

ενδιαφερομένου προκάλεσε τις έντονες επικρίσεις του

συνηγόρου. 

Θα μπορούσα να αναφέρω από τώρα ότι θεωρώ ότι είναι

αντιφατικές

μεταξύ τους και αλληλοαποκλείονται.  Πρώτα έχει λεχθεί

ότι είναι

καθαρά εξωγενής παράγων και μετά ότι είναι από τα

στοιχεία για τα

     οποία ο αιτητής βαθμολογήθηκε στις υπηρεσιακές εκθέσεις. Ο κ. 

     Αγγελίδης, τέλος, σχολίασε τις επιπτώσεις των πλημμελειών, που

απέδωσε στην εισήγηση του Διευθυντή πάνω στην ίδια την

επίδικη

πράξη.  Και υποστήριξε πως πέραν του ότι λήφθηκε χωρίς

να γίνει

αξιολογική σύγκριση μεταξύ των υποψηφίων και χωρίς

αιτιολογία

είναι αποτέλεσμα πλάνης, νομικής και πραγματικής, γιατί

δεν

     προηγήθηκε η δέουσα έρευνα.

          Η σημασία των συστάσεων προϊσταμένου σαν παράγοντα που

     συντείνει στην προαγωγή δημοσίου υπαλλήλου απασχόλησε το Ανώτατο

Δικαστήριο, το οποίο σε σειρά πρόσφατων αποφάσεων του

καθόρισε το

εννοιολογικό πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργεί το

κριτήριο αυτό. 

Από τη μιά τονίστηκε η αυτοτέλεια της σύστασης σαν

στοιχείου

κρίσης και από την άλλη η ανάγκη για την παροχή απτών

ενδείξεων,

υποδείξων ή στοιχείων που να τη δικαιολογούν.  Η νέα

ενατένιση

του ζητήματος ήταν αποτέλεσμα της επαναδιατύπωσης της

διάταξης

     που αφορά στις συστάσεις προϊσταμένου στο άρθρ. 35(4) του περί

Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου αρ. 1/90, που αντικατέστησε το

άρθρ. 

44(3) του καταργηθέντος νόμου αρ. 33/67:  βλέπε προσ. αρ. 1094/90 & 107/91 Γεώργιος Λοϊζίδης & Άλλος ν.

Δημοκρατίας ημερ.

21/12/92, 374/91, 386/91 Νίκη Πολυκάρπου & 'Aλλοι ν.

Δημοκρατίας

ημερ.  15/1/93, 370/92 Ελένη Ηρακλέους ν. Ε.Δ.Υ. ημερ.

31/1/94,

541/93 Αντώνης Κελεπενιώτης ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου

ημερ.

12/9/94 και 314/93 Ευάνθη Σταυρή Χ"Γιάννη ν. Κυπριακής

     Δημοκρατίας ημερ.  12/9/94.

    

          Διεξερχόμενος κανείς τους φακέλους διαπιστώνει πως δεν

     υπάρχει διάσταση μεταξύ των στοιχείων που περιέχουν και των

παρατηρήσεων του Διευθυντή.  Η κατάσταση που επικρατούσε αναφορικά με την αρχαιότητα μεταδίδεται πιστά:  ότι ο Α.

Κέντας

και η Σ. Λαμπράκη (αιτητές 2 και 3 αντίστοιχα) ήταν

αρχαιότεροι

του ενδιαφερομένου κατά 15 μήνες και ο αιτητής 1 Σ.

Κεττένης κατά

8 μήνες.  Ως προς την αξία είναι ισότιμος με τους δύο τελευταίους, αλλά υπερέχει αισθητά όλα τα τελευταία

χρόνια του Α.

          Κέντα.

          Ο συνήγορος θεώρησε σκόπιμο να επισημάνει πως ο Σ.

Κεττένης υπερτερεί κάπως γιατί το 1990 πέτυχε 4 Ε και 4

Π.Ι.

έναντι 3Ε και 5Π.Ι. του ενδιαφερομένου.  Από το σημείο

όμως αυτό

     ίσαμε το σημείο να ισχυρίζεται ότι η σύσταση αντιστρατεύεται τα

στοιχεία του φακέλου υπάρχει μεγάλη απόσταση.  Για να

διορθωθεί

εντούτοις η εντύπωση πρέπει να παρατηρήσω ότι σε άλλη

χρονιά

(1988) είχαμε για τον αιτητή 6 Ε και 6Λ ενώ για τον

ενδιαφερόμενο

7Ε και 5Λ.  Ωστόσο αυτές οι οριακές διαφορές, και εκεί

ακόμα που

     υπάρχουν, δεν αλλοιώνουν, σύμφωνα με την πάγια νομολογία, την

ουσιαστική εικόνα της ισοδυναμίας: βλέπε Δημοκρατία ν.

Ρούσσος

(1987) 3 Α.Α.Δ., 1217, 1224, Α.Ε. 610, 612 Δημοκρατία ν. Καστελλάνος ημερ. 24/11/88, Α.Ε. 968 Νίκος Ζαβρός ν.

Ε.Δ.Υ. ημερ.

8/2/91, 3/89 Σωτήρης Παναγή ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου ημερ. 11/10/91 και 605/90, 642/90 Αλέξανδρος Οικονομίδης &

Άλλης ν.

     Ε.Δ.Υ. ημερ. 23/11/92.

          Ο Διευθυντής επεσήμανε, όπως είχε καθήκον, πως μόνο ο

ενδιαφερόμενος είχε Intermediate στη Λογιστική.  Δε

μίλησε για

πλεονέκτημα με την έννοια που απαιτείται από ορισμένα

σχέδια

     υπηρεσίας.  Ούτε η Επιτροπή το υπερεκτίμησε. Σχολιάζοντας το

     γεγονός το έκρινε μέσα στα σωστά νομικά του πλαίσια.  Το παρακάτω

απόσπασμα του πρακτικού της απόφασης διαλύει κάθε

αμφιβολία για

     λανθασμένη αντίκρυση:

"Η πλειοψηφία δεν παρέλειψε επίσης να σημειώσει ότι η κατοχή από τον Τζιαπούρα του προσόντος της επιτυχίας στην Ενδιάμεση Εξέταση στη Λογιστική, παρόλο που δεν προνοείται από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης, είναι ένα στοιχείο που έχει έστω και οριακή αξία κατά τη σύγκριση των υποψηφίων."

          Στις υποθέσεις που η σύσταση θεωρήθηκε ελλειπής, στις

     οποίες παρέπεμψε ο δικηγόρος των αιτητών, ο προϊστάμενος σύστηνε

κάποιο υποψήφιο χρησιμοποιώντας σαν μόνη δικαιολόγηση την τυποποιημένη φράση "έχοντας υπόψη τα τρία καθιερωμένα

κριτήρια"

με την προσθήκη, ορισμένες φορές, της φράσης "και από την προσωπική μου γνώση των υποψηφίων".  Χωρίς όμως

υποστήριξη ή

     τεκμηρίωση της προτίμησης.  'Ηταν μία formule passe-partout

(βλέπε Δ. Κόρσου "Διοικητικό Δίκαιον" τεύχος Α (1990)

σελ. 150).

          Στην περίπτωση μας δεν είναι έτσι τα πράγματα. Οι

περιστάσεις είναι καθοριστικά διαφορετικές.  Οι επίμαχες συστάσεις καταλαμβάνουν δύο σχεδόν δακτυλογραφημένες

σελίδες. 

Μεταξύ άλλων ο Διευθυντής σχολιάζει το επίπεδο γνώσης των υποψηφίων στην αγγλική γλώσσα που είναι προαπαιτούμενο

για

κατάληψη της θέσης.  Προβαίνει σε κάποια αξιολόγηση για

το 1992,

για την οποία δεν είχαν ακόμη υποβληθεί οι υπηρεσιακές

εκθέσεις,

αφού προηγήθηκε συνεννόηση του Διευθυντή με τους

προϊσταμένους

των υπαλλήλων.  Για την προσφορά των Τζιαπούρα και

Κεττένη είπε

πως "ξεχωρίζει".  Αναφέρεται ακόμη στα επί μέρους

στοιχεία του

     φακέλου τα οποία συσχετίζει και συγκρίνει.

          Στην καταληκτική παράγραφο της εισήγησης μνημονεύεται η

     ηγετική ικανότητα του ενδιαφερομένου σε συνάρτηση με την εκτέλεση

των καθηκόντων της θέσης, που περιλαμβάνει την οργάνωση

και

     επίβλεψη κατώτερου προσωπικού.  Δεν είναι επομένως άσχετο το

     στοιχείο αυτό.  Κάθε άλλο.  Και όπως δείχνει το περιεχόμενο των

     υπηρεσιακών εκθέσεων είναι ένας από τους ενδογενείς όρους που

συγκροτούν την υπηρεσιακή εικόνα του υπαλλήλου.  Η

ιδιότητα αυτή

αποτελεί εχέγγυο για τη δραστηριοποίηση μιάς υπηρεσίας

και το

λειτουργικό συντονισμό του προσωπικού της.  Θα μπορούσε

επομένως

η διευκρίνηση του θέματος αυτού να δικαιολογήσει την

προτίμηση

του προϊσταμένου στην κατάλληλη περίπτωση.  Ιδωμένη στο

σύνολο

της η σύσταση εδώ ικανοποιεί τις απαιτήσεις του νόμου.

Οι περί

του αντιθέτου αιτιάσεις των αιτητών κρίνονται αβάσιμες

και

     απορρίπτονται.

          Παράλληλα καταρρέουν και οι πλημμέλειες που αποδίδονται

          στην ίδια την αιτιολογία της πράξης που συνδέονται με τη σύσταση

     του Διευθυντή.  Ούτε και οι άλλες που αναφέρθηκαν στην αρχή

ευσταθούν.  Η αιτιολογία που δόθηκε περιέχει όλα τα

στοιχεία που

     οδήγησαν στην απόφαση, τα οποία ελέγχονται ως ακριβή. Δεν

     αποδείχθηκε ούτε υπάρχει αντίθεση με τους φακέλους.  Και ο

     ισχυρισμός για πλάνη δε βρίσκει οποιοδήποτε έρεισμα στα στοιχεία.

     Είναι ολότελα αβάσιμος.

          Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

               Σ. Νικήτας, Δ.

     /ΚΑσ

31 Οκτωβρίου, 1994

[Π. ΑΡΤΕΜΗ, Δ.]

ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟ ΝΙΚΟΥ ΝΙΚΟΛΑ

     Αιτητή                         

 v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Καθ' ων η αίτηση                       

Υποθ. Αρ. 885/92 ____________________________________

     Φορολογία - Επιβολή φορολογίας κεφαλαιουχικών κερδών - Αόριστη αναφορά του Εφόρου σε "άλλους παράγοντες" που επηρεάζουν την αγοραία αξία της ιδιοκτησίας καθιστά αδύνατο τον δικαστικό έλεγχο - Άκυρη η επίδικη απόφαση του Εφόρου.

Ο αιτητής προσέβαλε με την προσφυγή του την απόφαση του καθ'ου η αίτηση Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων με την οποία του επιβλήθηκε φορολογία κεφαλαιουχικών κερδών βάσει δωρεάς που έκαμε του κτήματος του υπ' αριθμόν εγγραφής 3180. Ανάμεσα στους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν για ακύρωση της επίδικης απόφασης ήταν και αυτοί της έλλειψης δέουσας έρευνας καθώς και έλλειψη αιτιολογίας.

Το Ανώτατο Δικαστήριο ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

Ο Διευθυντής όπως ανέφερε στην επιστολή ημερ. 17.9.92, κατέληξε στην επίδικη απόφαση με βάση τα στοιχεία που είχε στα χέρια του και που αφορούσαν πωλήσεις άλλων παρομοίων κτημάτων στην περιοχή κατά το ίδιο περίπου χρονικό διάστημα, καθώς επίσης και άλλους παράγοντες που κατά τη γνώμη του επηρεάζουν την αγοραίαν αξία της ιδιοκτησίας. Ο Διευθυντής δεν εξειδίκευσε τους παράγοντες αυτούς και από πουθενά δεν προκύπτει ότι τα στοιχεία και οι παράγοντες που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη λήψη της απόφαση του υποστυλώνονται από

     το περιεχόμενο της 'Εκθεσης Εκτίμησης. Εφόσον οι ακριβείς παράγοντες της 'Εκθεσης Εκτίμησης. Εφόσον οι ακριβείς παράγοντες δεν αποκαλύπτονται, το Δικαστήριο δεν μπορεί να αναφερθεί σ' αυτούς για να διαπιστώνει αν ήταν λογικά εφικτό για τον 'Εφορο να καταλήξει στην επίδικη απόφαση.

Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται

με έξοδα.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης του Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων, με την οποία επέβαλε στον αιτητή φορολογία κεφαλαιουχικών κερδών.

Α. Κουκούνης, για τον αιτητή,

Στ. Ιωσήφ, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ'ων

η αίτηση.

Cur. adv.  vult.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

     Ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή επιδιώκει την ακύρωση της απόφασης του Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων (ο Διευθυντής) με την οποία επέβαλε σ' αυτόν φορολογία κεφαλαιουχικών κερδών (αρ. φορολογίας 880001 και 880002).

Ο αιτητής προέβη στις 3.5.88 στη μεταβίβαση 1/18

μεριδίου στην κάθε μιά από τις δύο θείες του του κτήματος του με αρ. εγγραφής 3180 (βλ. Δηλώσεις Μεταβιβάσεως αρ.  Δ.1223/88 και Δ.1224/88).  Στα έντυπα μεταβίβασης και συγκεκριμένα στη στήλη "Τίμημα Πωλήσεως" δηλώθηκε η λέξη "δωρεά".  Στο σημείο αυτό αναφέρω ότι αρχικά  θεωρήθηκε ότι η μεταβίβαση προς τη μιά θεία ήταν 1/6 μερίδιο αντί 1/18.  Το σφάλμα όμως ανακαλύφθηκε και στάληκε αναθεωρημένη Ειδοποίηση Επιβολής Φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών. Ως προϊόν διάθεσης καθορίστηκε το ποσό των Δ.12.667 για κάθε 1/18 μερίδιο και ως αγοραία αξία κατά την 27.6.78 το ποσό των Δ.2.638.

Ο αιτητής στις 11.4.92 υπέβαλε ένσταση μέσω του

δικηγόρου του στην οποία ανέφερε ότι διαφωνούσε με το προϊόν διάθεσης και ότι η δωρεά προς τις δύο θείες του ανά 1/18 στην κάθε μιά δεν μπορούσε να φορολογηθεί γιατί αποτελούσε νομική υποχρέωση που κληρονόμησε από τον πατέρα του.  Στη σχετική επιστολή αναφέρεται:

     "3. Ο πελάτης μας δεν έκαμε στην ουσία

     οποιανδήποτε δωρεάν προς τις δύο κυρίες στις

     οποίες έχει γίνει μεταβίβαση.  Εκείνον τον

οποίον έγινε ήταν ότι εξετέλεσε μίαν νομική υποχρέωση την οποίαν ο ίδιος είχε και την οποίαν είχεν κληρονομήση από τον πατέρα του και εάν δεν προέβαινε εις την μεταβίβαση αυτήν του μεριδίου αυτού επ' ονόματι των δύο θείων του τότε θα ωδηγήτο εις το Δικαστήριον από αυτές προκειμένου να υλοποιήση την υποχρέωση αυτή την οποίαν είχεν."

          Ο Διευθυντής με επιστολή του προς τον αιτητή και με αντίγραφο προς το δικηγόρο του με ημερομηνία 28.5.92, ζήτησε να προσκομιστεί μελέτη από ανεξάρτητο εκτιμητή που να υποστηρίζει τον ισχυρισμό του αιτητή ότι η εκτίμηση του Διευθυντή για την αγοραία αξία της περιουσίας κατά τις 3.5.88 (ημερομηνία διάθεσης) δεν είναι ορθή.  Ο αιτητής δεν

ανταποκρίθηκε και ο Διευθυντής με νέα ασφαλισμένη επιστολή του ημερομηνίας 7.7.92 προς τον αιτητή και με αντίγραφο στο δικηγόρο του εζήτησε τα ίδια στοιχεία και ανέφερε ότι αυτή θα ήταν η τελευταία επιστολή που θα αποστέλλετο στον αιτητή.  Η επιστολή αυτή επεστράφηκε από το Ταχυδρομείο ως αζήτητη (unclaimed).

Ο αιτητής δεν ανταποκρίθηκε και ο Διευθυντής πήρε

απόφαση για την ένσταση και απέστειλε στον αιτητή

Ειδοποιήσεις Επιβολής Φορολογίας με ημερομηνία 17.9.92 μαζί με συνοδευτική επιστολή ίδιας ημερομηνίας στην οποία αναφέρονται τα πιό κάτω:

     "Αναφέρομαι στην ένσταση σας με ημερομηνία

     11.4.92 κατά των φορολογιών Κεφαλαιουχικών

Κερδών με αρ. 880001 και 880002 και σας

          πληροφορώ τα πιο κάτω:

Με επιστολή μου ημερ. 28.5.92 και ασφαλισμένη επιστολή ημερ. 7.7.92 σας ζήτησα να μου παρουσιάσετε συγκεκριμένα στοιχεία που να αποδεικνύουν τον ισχυρισμό σας ότι η αγοραία αξία του ακινήτου που διαθέσατε στις 3.5.88 με αρ. εγγραφής 3180 τεμ.206/1, 206/2, 206/3 μερίδιο 2/18 στα Περβόλια Λάρνακας, ήταν μικρότερη από αυτή που έχω καθορίσει στις πιο πάνω φορολογίες.  Μετά λύπης μου παρατηρώ ότι μέχρι σήμερα δεν έχει παρουσιάσει οποιαδήποτε στοιχεία.

Παρόλα αυτά εξέτασα την ένσταση σας και σας αναφέρω ότι με βάση τα στοιχεία που έχω στα χέρια μου και που αφορούν πωλήσεις άλλων παρομοίων κτημάτων στην ίδια περιοχή κατά το ίδιο περίπου χρονικό διάστημα, καθώς και άλλους παράγοντες που έχω υπόψη μου ότι επηρεάζουν την αγοραία αξία της ακίνητης ιδιοκτησίας, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι η εκτίμηση μου είναι κανονική και δεν μπορώ να την αλλάξω.

Επιπρόσθετα σας πληροφορώ ότι η δωρεά του πιο πάνω χωραφιού σας στις θείες σας Αργυρούλα Χρίστου Νικολαϊδη και Κωνσταντία Νικολαϊδη, αποτελεί, για σκοπούς του περί Φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών Νόμου του 1980 με αρ.52/80, διάθεση ιδιοκτησίας η οποία υπόκειται σε Φόρο Κεφαλαιουχικών Κερδών, βάσει του Άρθρου 10 του ιδίου Νόμου.

Σας εσωκλείω Ειδοποιήσεις Επιβολής Φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών και παρακαλώ να προσέξετε ιδιαίτερα την παράγραφο 7 στην οποία σας δίνεται το δικαίωμα προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο της Δημοκρατίας μέσα σε 75 μέρες από την ημερομηνία της Ειδοποίησης αυτής αν θεωρείτε τον εαυτό σας αδικημένο από την πιό πάνω απόφασή μου".

               H πιό πάνω επιστολή επεστράφηκε από το Ταχυδρομείο και στο φάκελο της αναγράφεται: "μόνιμος κάτοικος εξωτερικού".

          Ο δικηγόρος του αιτητή επανήλθε με επιστολή ημερ.  14.10.92 στην οποία υποδεικνύεται ότι η μια φορολογία αφορά 1/18 μερίδιο και όχι 1/6 και επαναλαμβάνει τον ισχυρισμό ότι η μεταβίβαση αποτελούσε νομική υποχρέωση του πατέρα του

αιτητή.

     Στις 24.10.92 ο δικηγόρος του αιτητή απέστειλε στο Διευθυντή  μαζί με επιστολή ίδιας ημερομηνίας και δύο ενόρκους δηλώσεις (από το διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντα πατέρα του αιτητή  και από μια θεία του) για υποστήριξη του ισχυρισμού ότι οι δωρεές του αιτητή προς τις θείες του δεν μπορούσαν να θεωρηθούν διάθεση, γιατί ήταν το αποτέλεσμα νομικής υποχρέωσης του πατέρα του.  Στην επιστολή του ο δικηγόρος του αιτητή ανέφερε μεταξύ άλλων ότι η επιβολή της φορολογίας ήταν εσπευσμένη γιατί του δόθηκαν υποσχέσεις ότι τα στοιχεία που ζήτησε ο Διευθυντής μπορούσαν να παρουσιάζονται σταδιακά λόγω του ότι ο αιτητής βρισκόταν στο εξωτερικό και ο δικηγόρος του δεν είχε άμεση επικοινωνία μαζί του.

Στις 12.11.92 στάληκε από το Διευθυντή επιστολή προς

το δικηγόρο του αιτητή στην οποία αναφέρετο ότι η επεξήγηση βρισκόταν στην επιστολή του Διευθυντή ημερομηνίας 17.9.92 και ότι ο χρόνος που δόθηκε και παρέμεινε η υπόθεση σε εκκρεμότητα (4 μήνες), ήταν υπεραρκετός για να παρουσιάσει ο δικηγόρος οποιαδήποτε αποδεικτικά στοιχεία.  Στη συνέχεια ακολούθησε η καταχώρηση της παρούσας προσφυγής.

Οι λόγοι για ακύρωση που προβλήθηκαν από το δικηγόρο

του αιτητή είναι οι ακόλουθοι:

(1)  Ελλειπής έρευνα.

(2)  Η απόφαση του Διευθυντή είναι αναιτιολογήτη.

(3)  Ο Διευθυντής βεβιασμένα προχώρησε στην βεβαίωση της Φορολογίας δεδομένου του ότι ο αιτητής είναι κάτοικος εξωτερικού και η επικοινωνία μαζί του παρουσίαζε δυσκολίες.

(4)  Ο Διευθυντής λανθασμένα κατέφυγε στην εφαρμογή του άρθρου 10 του Ν.52/80 και δεν ερεύνησε τους ισχυρισμούς ότι η μεταβίβαση δεν ήταν στην ουσία δωρεά αλλά εκπλήρωση νομικής υποχρέωσης που ανέλαβε ο πατέρας του αιτητή.

     Αναφορικά με τους ισχυρισμούς για έλλειψη δέουσας έρευνας και για το αναιτιολόγητο της επίδικης απόφασης, είναι η θέση του δικηγόρου του αιτητή ότι ο Διευθυντής εκτός του ότι δεν ερεύνησε όλες τις πτυχές της υπόθεσης, δεν εξηγεί πώς κατέληξε στην επίδικη απόφαση.  Ο Διευθυντής συνεχίζει ο δικηγόρος του αιτητή, αναφέρεται σε στοιχεία που έχει στα χέρια του και σε "άλλους παράγοντες" χωρίς να προσδιορίζει ποιά είναι αυτά τα στοιχεία και οι παράγοντες.

     Η δικηγόρος της Δημοκρατίας παρέθεσε με λεπτομέρεια τις νομολογιακές αρχές που διέπουν την αναθεώρηση φορολογικών αποφάσεων από το διοικητικό δικαστήριο.  Στους ισχυρισμούς για έλλειψη έρευνας και αιτιολογίας απάντησε ότι  παρόλον που ο αιτητής  κλήθηκε επανειλημμένα να προσκομίσει στοιχεία, παρέλειψε να πράξει κάτι τέτοιο, και συνεπώς ο Διευθυντής δεν είχε άλλη εκλογή από του να βασιστεί στη δική του έρευνα και στα στοιχεία που είχε ο ίδιος στα χέρια του.

Είπε στη συνέχεια ότι ο Διευθυντής προέβη ο ίδιος σε εκτίμηση των επίδικων ακινήτων και επεσύναψε ως Τεκμήριο 1 στη γραπτή της αγόρευση 'Εκθεση Εκτίμησης ημερ. 18/10/91 που ετοιμάστηκε από τον Γρ. Ματέα, εκτιμητή και Προϊστάμενο του Γραφείου Φόρου Κληρονομίας.  Σ' αυτή συνέχισε, περιέχονται όλα τα στοιχεία πάνω στα οποία βασίστηκε ο Διευθυντής για να καταλήξει στην επίδικη απόφαση η δε αιτιολογία της απόφασης του συμπληρώνεται από το διοικητικό φάκελο της υπόθεσης,

στον οποίο περιέχεται η 'Εκθεση Εκτίμησης.

Διαφωνώ με την πιό πάνω θέση της δικηγόρου της

Δημοκρατίας. Ο Διευθυντής όπως ανέφερε στην επιστολή ημερ. 17.9.92, κατέληξε στην επίδικη απόφαση με βάση τα στοιχεία που είχε στα χέρια του και που αφορούσαν πωλήσεις άλλων παρομοίων κτημάτων στην περιοχή κατά το ίδιο περίπου χρονικό διάστημα, καθώς επίσης και άλλους παράγοντες που κατά τη γνώμη του επηρεάζουν την αγοραία αξία της ιδιοκτησίας. Ο Διευθυντής δεν εξειδίκευσε τους παράγοντες αυτούς και από πουθενά δεν προκύπτει ότι τα στοιχεία και οι παράγοντες που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην λήψη της απόφαση του υποστηλώνονται από το περιεχόμενο της 'Eκθεσης Εκτίμησης. Εφόσον οι ακριβείς παράγοντες δεν αποκαλύπτονται, το Δικαστήριο δεν μπορεί να αναφερθεί σ' αυτούς για να διαπιστώσει αν ήταν λογικά εφικτό για τον 'Εφορο να καταλήξει στην επίδικη απόφαση.

     Ενόψει της κατάληξης μου αυτής δεν θα ασχοληθώ με τους υπόλοιπους λόγους για ακύρωση που προβλήθηκαν από τον αιτητή.

     Η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.   Επιδικάζονται έξοδα υπέρ του αιτητή.

          Π. Αρτέμης,

               Δ.

/Χ.Π.

31 Οκτωβρίου, 1994

     [ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ, Δ.]

Ακίνητα Τουμαζής Πραστίτης Λτδ,

Αιτητών       

 v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Καθ' ων η αίτηση          

Υπ. Αρ. 409/91, 410/91, 411/91

412/91, 413/91, και 414/91 ____________________________________

Φορολογία - Φορολογία Εισοδήματος - Ο περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμος 58/61 (όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 5[α] του Ν. 245/90) - Άρθρο 11(1) - 'Εκπτωση δαπανών αποκλειστικώς προς κτήση του εισοδήματος - Η δαπάνη κατά την έννοια του νόμου πρέπει να έχει ήδη λάβει χώρα και όχι απλώς να δημιουργήθηκε υποχρέωση καταβολής της - Η μέθοδος που ο 'Εφορος επιλέγει για τον υπολογισμό του φορολογημένου εισοδήματος δεν μπορεί να υπερισχύσει του νόμου - Η ιδιαίτερη περίπτωση υποχρέωσης καταβολής ενοικίων προς το ΕΒΚΑΦ υπό το δεδομένο της τουρκικής εισβολής.

Με τις προσφυγές αυτές, που συνεκδικάστηκαν γιατί έχουν κοινά πραγματικά και νομικά στοιχεία, προσβλήθηκαν οι φορολογίες εισοδήματος, 'Εκτακτης Εισφοράς και 'Εκτακτης Εισφοράς για την Άμυνα, οι οποίες επιβλήθηκαν στους αιτητές για τα έτη 1975, 1980, 1981, 1982 και 1984.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας τις προσφυγές, αποφάσισε ότι:

1.     Ο δικηγόρος των καθ'ων η αίτηση δεν αμφισβήτησε τους

ισχυρισμούς του δικηγόρου του αιτητή αναφορικά με τη μέθοδο ετοιμασίας των λογαριασμών της εταιρείας, ούτε το ότι οι αιτητές ακολουθούσαν τη μέθοδο αυτή κατ' απαίτηση του Εφόρου, του οποίου απαίτηση ήταν επίσης να τηρούνται τα διεθνή λογιστικά πρότυπα. Ούτε αμφισβήτησε το ότι σύμφωνα με τη μέθοδο αυτή το εισόδημα της εταιρείας φορολογείται όταν κερδίζεται και όχι όταν εισπράττεται, το ίδιο δε συμβαίνει και με τα έξοδα της εταιρείας, εκπίπτονται δηλαδή από το εισόδημα του φορολογικού έτους στο οποίο δημιουργήθηκε η υποχρέωση. Εξάλλου, αυτό είναι φανερό από την παράγραφο 7(c), σελίδα 4, του Διεθνούς Λογιστικού Προτύπου (International Accounting Standard), το οποίο επισύναψε ο δικηγόρος του αιτητή στην αγόρευσή του.

Το άρθρο 11(1) του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου (Αρ. 58/61, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 5[α] του Νόμου 245/90), έχει ως εξής:-

"11.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου

          (2) προς εξεύρεσιν του φορολογητέου

          εισοδήματος παντός προσώπου θα εκπίπτωνται

               άπασαι οι δαπάναι ας το τοιούτο πρόσωπο υπέστη

εξ ολοκλήρου και αποκλειστικώς προς κτήσιν του εισοδήματος. ..."

Κατά τη γνώμη μου, η συνήθης ερμηνεία της φράσης "άπασαι αι δαπάναι ας το τοιούτο πρόσωπο υπέστη", είναι ότι η δαπάνη, η πληρωμή των ενοικίων στη συγκεκριμένη περίπτωση, πρέπει να έχει ήδη λάβει χώραν, και όχι απλά να δημιουργήθηκε η υποχρέωση για καταβολή του συγκεκριμένου εξόδου. Σ' αυτό το συμπέρασμα κατέληξα μετά από ανάγνωση ολόκληρου του άρθρου. Γι' αυτό, συμφωνώ ότι ο Νόμος επιτρέπει μόνο έκπτωση για δαπάνη που πράγματι υπέστη ο φορολογούμενος, και συνεπώς οι επίδικες αποφάσεις ήταν εύλογα επιτρεπτές στον 'Εφορο.

Με τη μέθοδο που επέλεξε και εφαρμόζει ο 'Εφορος για τον υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος εταιρειών, είναι δυνατή η έκπτωση όχι μόνο ποσών που πράγματι και αποδεδειγμένα καταβλήθηκαν από το φορολογούμενο, αλλά και ποσών αναφορικά με τα οποία δημιουργήθηκε η υποχρέωση για πληρωμή, κατέστησαν δηλαδή πληρωτέα, έστω και αν δεν έχουν εισέτι πληρωθεί.

Συμφωνώ με τη θέση του δικηγόρου των αιτητών ότι ο

'Εφορος δεν μπορεί να εφαρμόζει επιλεκτικά το ένα μέρος της μεθόδου ετοιμασίας των λογαριασμών, την οποία ο ίδιος απαίτησε και ν' απορρίπτει άλλο μέρος της. 'Ομως οι λογιστικές αρχές και η λογιστική πρακτική δεν μπορούν να υπερισχύσουν του νόμου.

2.     Ακόμα και αν έδιναν διαφορετική ερμηνεία στο Νόμο, ούτως

ώστε να είναι δυνατή και η έκπτωση εξόδων που απλώς

κατέστησαν πληρωτέα, το αποτέλεσμα στο οποίο θα κατέληγα δεν θα ήταν διαφορετικό. 'Οπως έχει κατ' επανάληψη

     λεχθεί, η κάθε υπόθεση αποφασίζεται σύμφωνα με τα δικά της περιστατικά. Στην παρούσα περίπτωση, οι αιτητές υπέχουν μεν υποχρέωση πληρωμής των εν λόγω ενοικίων προς το EBKΑΦ, η υποχρέωσή τους όμως αυτή δεν μπορεί να υλοποιηθεί προς το παρόν, λόγω των επικρατουσών συνθηκών που δημιούργησε η τουρκική εισβολή. Αν και δεν μπορεί αν λεχθεί ότι η υποχρέωση αυτή έπαψε να υφίσταται, είναι άγνωστο αν και πότε θα πραγματοποιηθεί η πληρωμή των εν λόγω ενοικίων. Λαμβανομένων υπόψη των περιστατικών της υπόθεσης η απόφαση του Εφόρου, η οποία λήφθηκε κατά παρέκκλιση από τις υφιστάμενες λογιστικές αρχές, ήταν εύλογα επιτρεπτή σ' αυτόν.

Οι προσφυγές απορρίπτονται

χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Elma Paper Sacks v. Republic (1987) 3 C.L.R. 239.

Stassinos Investments and Finance Ltd. v. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 121/83 της 10/8/90.

Venus Finance and Building Company Ltd v. Δημοκρατίας, ΑΕ 873 της 30/5/91.

Προσφυγές

Προσφυγές με τις οποίες προσβάλλονται οι φορολογίες εισοδήματος, έκτακτης εισφοράς και έκτακτης εισφοράς για την Αμυνα, οι οποίες επιβλήθηκαν στους αιτητές για τα έτη 1975, 1980, 1981, 1982 και 1984.

Γ. Τριανταφυλλίδης και Δ. Κούτρας, για τους αιτητές

Γ. Λαζάρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, Α', για τους καθ'ων η αίτηση.

Cur. adv.  vult.

                    Α Π Ο Φ Α Σ Η

               Με τις προσφυγές αυτές, οι οποίες συνεκδικάστηκαν γιατί

έχουν κοινά πραγματικά και νομικά στοιχεία,

προσβάλλονται οι

φορολογίες εισοδήματος, 'Εκτακτης Εισφοράς και

'Εκτακτης

          Εισφοράς για την Άμυνα, οι οποίες επιβλήθηκαν στους αιτητές

για τα έτη 1975, 1980, 1981, 1982 και 1984.

     Η Προσφυγή 409/91 στρέφεται εναντίον της επιβολής Εκτάκτου Εισφοράς για τις τριμηνίες 1/75, 2/75, 1/84,

2/84,

          3/84 και 4/84.

     Η Προσφυγή 410/91 στρέφεται εναντίον της επιβολής 'Εκτακτης Εισφοράς για την Άμυνα, για το έτος 1984.

     Η Προσφυγή 411/91 στρέφεται εναντίον της επιβολής φορολογιών εισοδήματος για τα έτη 1975 και 1984, όπως

και

          πρόσθετο φόρο για το 1984.

     Η Προσφυγή 412/91 στρέφεται εναντίον της επιβολής φορολογιών εισοδήματος για τα έτη 1980, 1981, 1982 και

1984,

     όπως και πρόσθετο φόρο για τα έτη 1981, 1982 και 1984.

     Η Προσφυγή 413/91 στρέφεται εναντίον της επιβολής 'Εκτακτης Εισφοράς για τις τριμηνίες 1/81, 2/81, 3/81

και

     4/81, και 1/84, 2/84, 3/84 και 4/84.

          Τέλος, η Προσφυγή 414/91 στρέφεται εναντίον της επιβολής

     'Εκτακτης Εισφοράς για την Άμυνα για το έτος 1984.

     Κοινό αίτημα σε όλες τις προσφυγές, το οποίο προβάλλεται με το αιτητικό 1 της κάθε προσφυγής, είναι

να

     κηρυχθεί ως άκυρη η απόφαση των καθ' ων η αίτηση, η οποία

κοινοποιήθηκε στους αιτητές με επιστολή ημερομηνίας 27/2/1991, να μην επιτρέψουν την αφαίρεση από το

φορολογητέο

     εισόδημα των αιτητών των ενοικίων που είναι πληρωτέα προς το

     ΕΒΚΑΦ.

          Οι αιτητές είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης και

     ασχολούνται, μεταξύ άλλων, με την εκμετάλλευση και ενοικίαση

     ακινήτων.  Η εταιρεία ιδρύθηκε στις 7/6/1972 και το εισόδημα

     της προήρχετο, κατά τον ουσιώδη χρόνο, από ενοίκια.

     Οι αιτητές όπως ισχυρίζονται ενοικίασαν, το 1972, ακίνητη περιουσία από το ΕΒΚΑΦ έναντι συμφωνημένου

ενοικίου. 

Η ενοικίαση θα τερματίζετο στις 31/12/2001.  Εντός της περιουσίας αυτής οι αιτητές ανήγειραν ακίνητα.  Στο

μεταξύ,

     η πληρωμή των ενοικίων στο ΕΒΚΑΦ κατέστη αδύνατη λόγω της

     τουρκικής εισβολής.

     Κατά διάφορες ημερομηνίες μεταξύ 1975 και 1990 επιβλήθηκαν από τους καθ' ων η αίτηση φορολογίες

αναφορικά με

τα επίδικα θέματα, εναντίον τους δε οι αιτητές

υπέβαλαν

ενστάσεις, ισχυριζόμενοι ότι οι επιβληθείσες

φορολογίες δεν

     ήταν σύμφωνες με το πραγματικό φορολογητέο εισόδημά τους.

          Από την έρευνα που διεξήγαγε ο καθ' ου η αίτηση 'Εφορος,

κατά την εξέταση των λογαριασμών της εταιρείας,

αποκαλύφθηκε

     ότι στις 15/2/1979 παραχωρήθηκαν άδειες στους αιτητές για

χρήση των περιουσιών αυτών, βάσει συμφωνιών οι οποίες υπογράφηκαν από τους αιτητές και την Κεντρική Επιτροπή Διαχειρίσεως Τουρκοκυπριακών Περιουσιών.  Οι αιτητές

πλήρωσαν

     τα συμφωνηθέντα ενοίκια στην πιο πάνω Επιτροπή μέχρι

το τέλος

του 1979, έκτοτε δε παραλείπουν να πληρώσουν, όπως δε φαίνεται από επιστολή του Επάρχου προς τον 'Εφορο

Φόρου

Εισοδήματος (ο 'Εφορος), ημερομηνίας 29/2/1987

(Παράρτημα 2

στην ένσταση), δεν μπορούν να ληφθούν δικαστικά μέτρα εναντίον τους για είσπραξη των καθυστερημένων

ενοικίων, γιατί

οι Βακουφικές περιουσίες δεν καλύπτονται από το

Διάταγμα

Επιτάξεως Τουρκοκυπριακών Περιουσιών και δεν

βρίσκονται υπό

     τη διαχείριση της Κυβέρνησης.

               Παράλληλα, ζητήθηκε από τους αιτητές να υποβάλουν στον

'Εφορο ορισμένα στοιχεία, περιλαμβανομένου και

αντιγράφου του

ενοικιαστηρίου εγγράφου των αιτητών με το ΕΒΚΑΦ.  Σ' απάντηση, οι αιτητές απέστειλαν την ακόλουθη επιστολή, ημερομηνίας 31/3/1987.

"Αναφορικά με την επιστολήν σας ημερομ. 11/3/1987 παρεκλήθην υπό των Διευθυντών να σας πληροφορήσω

τα

               ακόλουθα:-

               (α)  Το τελικόν ενοικιαστήριον έγγραφον με το ΕΒΚΑΦ

δεν κατέστη δυνατόν να υπογραφή λόγω των γεγονότων του 1974.  Το πρότυπον συμφωνίας κατετέθη εις το Δικαστήριον αναφορικά με υποθέσεις απορρέουσες από το Υπουργείον Εσωτερικών και το Τμήμα Διαχειρίσεως Τουρκοκυπριακών περιουσιών.  Καταβάλλεται προσπάθεια εξασφαλίσεως αντιγράφου προς υποβολήν.

               (β)  Εάν καθυστερήσει η λήψις του ανωτέρου τότε θα

                    ζητήσωμεν από τον δικηγόρον της Εταιρείας μίαν

περίληψιν των βασικών προνοιών της προκαταρκτικής συμφωνίας.

(γ)  Επισυνάπτομεν τον τίτλον της υπό ενοικίασιν εκτάσεως."

               Ακολούθως, ο καθ' ου η αίτηση 'Εφορος απέρριψε τις

     ενστάσεις των αιτητών, και κοινοποίησε την απόφασή του με

     επιστολές ημερομηνίας 27/2/1991.

               Τα σχετικά μέρη των επιστολών έχουν ως εξής:-

          "Αναφέρομαι στους λογαριασμούς που υπεβλήθηκαν μέσω

               του ελεγκτή σας κ. Ν. Γιαμάκη για τα έτη 1974 μέχρι

1984 ως επίσης και στις ενστάσεις που υπεβλήθησαν κατά των φορολογιών φόρου εισοδήματος για τα φορολογικά έτη 1975 (έτος εισοδήματος 1974) και

1984, έκτακτης εισφοράς για τα έτη 1975 και 1984 και έκτακτης εισφοράς για την άμυνα για το έτος 1984 και σας πληροφορώ τα ακόλουθα:-

               (α)  Οι προσδιορισμοί φορολογητέου εισοδήματος για

τα έτη 1974-1984 τροποποιούνται ως ο επισυνημμένος πίνακας Α.

(β)  Οι προσδιορισμοί έκτακτης εισφοράς και έκτακτης εισφοράς για την άμυνα για τα έτη 1974 μέχρι 1984, τροποποιούνται ως ο επισυνημμένος πίνακας Β.

2.  Τα ενοίκια που είναι πληρωτέα προς το ΕΒΚΑΦ, δεν αφαιρέθησαν από το φορολογητέο σας εισόδημα γιατί εδώ και 17 χρόνια παραμένουν απλήρωτα.  Επετράπησαν μόνο τα ενοίκια που πραγματικά επληρώθησαν.  Εάν και όταν τα οφειλόμενα ενοίκια πληρωθούν, θα αφαιρεθούν από το φορολογητέο εισόδημα του έτους στο οποίο θα πληρωθούν.

               . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

. .

               6.  Για υπολογισμό του εισοδήματος που υπόκειται σε

               έκτακτη εισφορά και έκτακτη εισφορά για την άμυνα,

               ισχύουν όσα αναφέρω στην παράγραφο 2 πιο πάνω.

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με το άρθρο 3(3) του περί Εκτάκτου Εισφοράς (Προσωριναί Διατάξεις) Νόμου,

από

τα ενοίκια αφαιρούνται μόνο ποσοστό 25% για έξοδα πλέον τόκοι.

               7.  Επισυνάπτω ειδοποιήσεις επιβολής φορολογίας για

το έτος 1975 και 1984, έκτακτης εισφοράς για το έτος 1975 και 1984 και έκτακτης εισφοράς για την άμυνα για το έτος 1984.

               Η πληρωτέα έκτακτη εισφορά για τα έτη 1974 και 1976

               μέχρι 1983 δεν αφαιρέθη από το φορολογητέο εισόδημα

               των αντίστοιχων ετών, όπως φαίνεται και στον πίνακα

               Α, γιατί για τα έτη αυτά δεν επεβλήθησαν φορολογίες

               έκτακτης εισφοράς.

               . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

. "

               Αναφορικά με την πιο πάνω επιστολή καταχωρήθηκαν οι

     Προσφυγές 409/91, 410/91 και 411/91.

          Η ακόλουθη επιστολή, της ίδιας ημερομηνίας, είναι σχετική με τα θέματα που αναφέρονται στις Προσφυγές

412/91,

     413/91 και 414/91:-

          "Αναφέρομαι στους λογαριασμούς που υποβλήθηκαν

μέσω

               του ελεγκτού σας κυρίου Ν. Γιαμάκη για τα έτη 1979

μέχρι 1984 ως επίσης και στις ενστάσεις που υποβλήθηκαν κατά των φορολογιών φόρου εισοδήματος για τα έτη 1980, 1981, 1982 και 1984, έκτακτης εισφοράς για τα έτη 1981 και 1984 και έκτακτης εισφοράς για την άμυνα για το έτος 1984 και σας πληροφορώ τα ακόλουθα:-

               (α)  Οι προσδιορισμοί φορολογητέου εισοδήματος για

τα έτη 1979 μέχρι 1984 τροποποιούνται ως ο εσώκλειστος πίνακας Α.

(β)  Το εισόδημά σας που υπόκειται σε έκτακτη εισφορά και έκτακτη εισφορά για την άμυνα

για

τα έτη 1979 μέχρι 1984 υπολογίζεται ως ο εσώκλειστος πίνακας Β.

2.  Τα ενοίκια που είναι πληρωτέα προς το ΕΒΚΑΦ, δεν αφαιρέθησαν από το φορολογητέο σας εισόδημα, γιατί εδώ και 12 χρόνια παραμένουν απλήρωτα.  Επετράπησαν μόνο τα ενοίκια που πραγματικά επληρώθησαν.  Εάν και όταν τα οφειλόμενα ενοίκια πληρωθούν, θα αφαιρεθούν από το φορολογητέο εισόδημα του έτους στο οποίο θα πληρωθούν.

               3.  Για υπολογισμό του εισοδήματος που υπόκειται σε

               έκτακτη εισφορά και έκτακτη εισφορά για την άμυνα,

               ισχύουν όσα αναφέρω στην παράγραφο 2 πιο πάνω.

Επιπρόσθετα αφαιρούνται 25% έξοδα.

               4.  Επισυνάπτω ειδοποιήσεις επιβολής φορολογίας για

               τα έτη 1980, 1981, 1982 και 1984, έκτακτης εισφοράς

               για τα έτη 1981 και 1984 και έκτακτης εισφοράς για

               την άμυνα για το έτος 1984.

Η πληρωτέα έκτακτη εισφορά για τα έτη 1979, 1980, 1982 και 1983 δεν αφαιρέθη από το φορολογητέο εισόδημα των αντίστοιχων ετών, όπως φαίνεται και στον πίνακα γιατί για τα έτη αυτά δεν επεβλήθησαν φορολογίες έκτακτης εισφοράς."

          'Ολες οι προσφυγές καταχωρήθηκαν στις 26/4/1991.

               Το μόνο σημείο που εγείρεται και που αφορά όλες τις

προσφυγές, είναι κατά πόσο η απόφαση του Εφόρου να μην επιτρέψει την αφαίρεση από το φορολογητέο εισόδημα των αιτητών, των ενοικίων τα οποία κατέστησαν μεν

πληρωτέα, πλην

     όμως δεν πληρώθηκαν, είναι ορθή.

               Ο δικηγόρος των αιτητών υποστήριξε ότι σύμφωνα με τα

     διεθνή λογιστικά πρότυπα (International Accounting Standard)

     και δεδομένου ότι η εταιρεία τηρεί τους λογαριασμούς

της και

     φορολογείται επί της "κερδαινόμενης βάσης" (earning basis),

δικαιούται να αφαιρεί τα ενοίκια μόλις καταστούν

πληρωτέα,

έστω και αν ακόμα δεν έχουν πληρωθεί.  Είπε επίσης ότι σύμφωνα με τη μέθοδο αυτή, η οποία εφαρμόζεται από τις εταιρείες κατόπιν απαιτήσεως του Εφόρου, και τις

καθιερωμένες

λογιστικές αρχές, με τον ίδιο τρόπο που η εταιρεία φορολογείται για εισόδημα που κερδίζει και δεν

εισπράττει,

     οφείλει ν' αφαιρεί από το εισόδημά της τα έξοδα και δαπάνες

     που υφίσταται προς απόκτηση του εισοδήματός της, όταν αυτές

     καθίστανται πληρωτέες, έστω κι' αν δεν καταβλήθηκαν εντός του

     συγκεκριμένου φορολογικού έτους.

          Ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση υποστήριξε ότι οι

     λογιστικές αρχές εφαρμόζονται κάτω από φυσιολογικές συνθήκες

     και όχι κάτω από τις εξαιρετικές συνθήκες που έχει επιβάλει η

τουρκική εισβολή.  Σε περιπτώσεις όπως η παρούσα,

είπε, οι

     λογιστικές αρχές δεν εφαρμόζονται στην ολότητά τους, αλλά

     επιτρέπεται παρέκκλιση από αυτές.  Υποστήριξε επίσης ότι το

άρθρο 11(1) του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου, επιτρέπει μόνο έκπτωση για δαπάνη που πράγματι υπέστη

ο

     φορολογούμενος.  Στην παρούσα περίπτωση, είπε, είναι αμφίβολο

αν τα οφειλόμενα ποσά θα πληρωθούν ποτέ από τους

αιτητές,

     λαμβανομένης υπόψη και της μέχρι σήμερα συμπεριφοράς τους και

     η απόφαση του Εφόρου ήταν εύλογα επιτρεπτή σ' αυτόν υπό τις

     περιστάσεις.

          Πρέπει εδώ να σημειώσω ότι ο δικηγόρος των καθ' ων η

     αίτηση δεν αμφισβήτησε τους ισχυρισμούς του δικηγόρου του

αιτητή αναφορικά με τη μέθοδο ετοιμασίας των

λογαριασμών της

εταιρείας, ούτε το ότι οι αιτητές ακολουθούσαν τη

μέθοδο αυτή

     κατ' απαίτηση του Εφόρου, του οποίου απαίτηση ήταν επίσης να

τηρούνται τα διεθνή λογιστικά πρότυπα.  Ούτε

αμφισβητήθηκε το

ότι σύμφωνα με τη μέθοδο αυτή το εισόδημα της

εταιρείας

     φορολογείται όταν κερδίζεται και όχι όταν εισπράττεται, το

ίδιο δε συμβαίνει και με τα έξοδα της εταιρείας,

εκπίπτονται

δηλαδή από το εισόδημα του φορολογικού έτους στο οποίο δημιουργήθηκε η υποχρέωση.  Εξάλλου, αυτό είναι φανερό

από

την παράγραφο 7(c), σελίδα 4, του Διεθνούς Λογιστικού Προτύπου (International Accounting Standard), το οποίο επισύναψε ο δικηγόρος του αιτητή στην αγόρευσή του.

Το άρθρο 11(1) του περί Φορολογίας του

Εισοδήματος Νόμου

     (Αρ. 58/61, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 5[α] του Νόμου

     245/90), έχει ως εξής:-

               "11.-(1)  Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου

(2) προς εξεύρεσιν του φορολογητέου εισοδήματος παντός προσώπου θα εκπίπτωνται άπασαι αι δαπάναι

ας

το τοιούτο πρόσωπον υπέστη εξ ολοκλήρου και αποκλειστικώς προς κτήσιν του εισοδήματος.  ..."

          Κατά τη γνώμη μου, η συνήθης ερμηνεία της φράσης "άπασαι

     αι δαπάναι ας το τοιούτο πρόσωπον υπέστη", είναι ότι η

δαπάνη, η πληρωμή των ενοικίων στη συγκεκριμένη

περίπτωση,

πρέπει να έχει ήδη λάβει χώραν, και όχι απλά να

δημιουργήθηκε

     η υποχρέωση για καταβολή του συγκεκριμένου εξόδου. Σ' αυτό

το συμπέρασμα κατέληξα μετά από ανάγνωση ολόκληρου του άρθρου.  Γι' αυτό, συμφωνώ ότι ο Νόμος επιτρέπει μόνο έκπτωση για δαπάνη που πράγματι υπέστη ο

φορολογούμενος, και

     συνεπώς οι επίδικες αποφάσεις ήταν εύλογα επιτρεπτές στον

     'Εφορο.

          Με τη μέθοδο που επέλεξε και εφαρμόζει ο 'Εφορος για τον

     υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος εταιρειών, είναι

δυνατή η έκπτωση όχι μόνο ποσών που πράγματι και αποδεδειγμένα καταβλήθηκαν από το φορολογούμενο, αλλά

και

     ποσών αναφορικά με τα οποία δημιουργήθηκε η υποχρέωση για

     πληρωμή, κατέστησαν δηλαδή πληρωτέα, έστω και αν δεν έχουν

     εισέτι πληρωθεί.

          Συμφωνώ με τη θέση του δικηγόρου των αιτητών ότι ο

'Εφορος δεν μπορεί να εφαρμόζει επιλεκτικά το ένα

μέρος της

μεθόδου ετοιμασίας των λογαριασμών, την οποία ο ίδιος απαίτησε και ν' απορρίπτει άλλο μέρος της.  'Ομως οι λογιστικές αρχές και η λογιστική πρακτική δεν μπορούν

να

     υπερισχύσουν του νόμου (Elma Paper Sacks v. Republic (1987) 3

     C.L.R. 239, 243-244, Stassinos Investments and Finance Ltd.

v. Δημοκρατίας [Υπόθεση Αρ. 121/83, ημερομηνίας

10/8/1990]).

          Ακόμα και αν έδινα διαφορετική ερμηνεία στο Νόμο, ούτως

ώστε να είναι δυνατή και η έκπτωση εξόδων που απλώς κατέστησαν πληρωτέα, το αποτέλεσμα στο οποίο θα

κατέληγα δεν

θα ήταν διαφορετικό.  'Οπως έχει κατ' επανάληψη

λεχθεί, η

κάθε υπόθεση αποφασίζεται σύμφωνα με τα δικά της

περιστατικά. 

Στην παρούσα περίπτωση, οι αιτητές υπέχουν μεν

υποχρέωση

πληρωμής των εν λόγω ενοικίων προς το ΕΒΚΑΦ, η

υποχρέωσή τους

     όμως αυτή δεν μπορεί να υλοποιηθεί προς το παρόν, λόγω των

επικρατουσών συνθηκών που δημιούργησε η τουρκική

εισβολή.  Αν

     και δεν μπορεί να λεχθεί ότι η υποχρέωση αυτή έπαψε να

     υφίσταται, είναι άγνωστο αν και πότε θα πραγματοποιηθεί η

πληρωμή των εν λόγω ενοικίων.  Λαμβανομένων υπόψη των περιστατικών της υπόθεσης η απόφαση του Εφόρου, η

οποία

     λήφθηκε κατά παρέκκλιση από τις υφιστάμενες λογιστικές αρχές,

ήταν εύλογα επιτρεπτή σ' αυτόν (Βλέπε Stassinos

Investments &

Finance Ltd. v. Δημοκρατίας [πιο πάνω] και Venus

Finance &

     Building Company Ltd. v.  Δημοκρατίας [Αναθεωρητική 'Εφεση

     873, ημερομηνίας 30/5/1991]).

     Ως αποτέλεσμα, οι προσφυγές αποτυγχάνουν και απορρίπτονται.

          Επειδή το νομικό θέμα που εξετάστηκε στις προσφυγές

     αυτές δεν φαίνεται να έχει εγερθεί και συζητηθεί άλλη φορά

αποφάσισα να μην κάμω καμμιά διαταγή για έξοδα.

               Δ. Γρ. Δημητριάδης,

                    Δ.

     /MN

31 Οκτωβρίου, 1994

[Π. ΑΡΤΕΜΗ, Δ.]

Παγκύπριας Συντεχνίας Νοσοκόμων

     ("ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ) διά του Γραμματέως αυτής, Αιτητή                               

 v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Καθ' ων η αίτηση                       

Υπ. Αρ. 795/92 ____________________________________

     Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο - Κατάργηση της δίκης - Ανάκληση της επίδικης στην προσφυγή απόφασης συνεπάγεται κατάργηση της δίκης - Εκτός αν μπορεί να αποδειχθεί ζημία που αποτελεί λόγο για συνέχιση της δίκης.

Οι αιτητές και δη η Παγκύπρια Συντεχνία Νοσοκόμων προσέβαλε την παράλειψη των καθ'ων η αίτηση να εγκρίνουν αίτημά τους για παραχώρηση άδειας απουσίας για την άσκηση συντεχνιακής εργασίας. Κατά την εκδίκαση της προσφυγής η παράλειψη άρθηκε με επιστολή της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης & Προσωπικού με την οποία παραχωρήθηκε τέτοια άδεια. Ως εκ τούτου ο δικηγόρος των καθ'ων η αίτηση πρόβαλε προδικαστική ένσταση ότι η δίκη είχε καταργηθεί.

Το Ανώτατο Δικαστήριο κηρύσσοντας την προσφυγή καταργημένη, αποφάσισε ότι:

'Εχοντας υπόψη τις αρχές που καθιέρωσε η νομολογία κρίνω ότι με την ικανοποίηση του αιτήματος των αιτητών που τους κοινοποιήθηκε με την επιστολή ημερ. 25.1.94, η δίκη καταργήθηκε και οι αιτητές δεν έχουν οποιοδήποτε συμφέρο για τη συνέχιση της.  Ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι οι αιτητές έχουν υποστεί οποιαδήποτε ζημιά κατά την περίοδο για την οποία η προσβαλλόμενη απόφαση σε ισχύ. Τέτοιος ισχυρισμός εξάλλου έχει προβληθεί ούτε έχει αποδειχθεί.

Η προσφυγή κηρύσσεται καταργημένη

με ΛΚ100 έξοδα υπέρ των αιτητών.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Χρυσταλλένης Α. Καλλιμάχου κ.ά v. Δημοκρατίας Υπ. Αρ. 721/89 κ.ά ημερ. 14/2/91 (1991) 4 ΑΑΔ.

Χρίστου Παπαδόπουλου v. Δημοκρατίας Υπ. Αρ. 125/86 ημερ. 25/4/89 (1989) 3 ΑΑΔ.

Στράκκας Λτδ v. Δημοκρατίας Α.Ε. 812 ημερ. 26/11/91 (1991) 3 ΑΑΔ. 

Παγκύπριας Συντεχνίας Νοσοκόμων ("ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ") v. Δημοκρατίας Υπ. Αρ. 800/92 ημερ. 26/1/94 (1994) 3 ΑΑΔ.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης του καθ'ου η αίτηση με την οποία αρνήθηκε αίτημα των αιτητών για παραχώρηση άδειας απουσίας από την εργασία τους για διεκπεραίωση συντεχνιακής εργασίας.

Ρ. Χαραλάμπους (κα), για τους αιτητές

Γ. Στυλιανίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ'ων η αίτηση.

Cur. adv.  vult.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Οι αιτητές με την προσφυγή τους αυτή επιδιώκουν την

ακύρωση της απόφασης του καθ' ου η αίτηση με την οποία αρνήθηκε το αίτημα τους για παραχώρηση άδειας απουσίας από την εργασία τους για διεκπεραίωση συντεχνιακής εργασίας.

          Ο δικηγόρος των αιτητών απέστειλε στον Υπουργό Υγείας την ακόλουθη επιστολή ημερ. 24.3.92:

     "Κύριε,

                    Γράφομεν την παρούσαν εκ μέρους των

     πελατών μας της Παγκύπριας Συντεχνίας

Νοσοκόμων  (ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ) δια να φέρωμεν εις γνώσιν σας τα κάτωθι:

"Νοσοκόμοι-μέλη της Παγκύπριας

Συντεχνίας Νοσοκόμων επανειλλημένως έχουνε ζητήσει άδεια απουσίας από την εργασία τους από την Αδελφή Διευθύνουσα Νοσοκόμα του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας, δια να μπορέσουν να φέρουν εις πέρας ορισμένες εργασίες και/ή επείγοντα θέματα τα οποία αφορούν την Συντεχνία τους (όπως π.χ.  Ενημέρωση στις άλλες Επαρχίες αναφορικά με την σύσταση της ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ) πλην όμως αυτή έφερε ένσταση εις την αιτούμενη άδεια" γεγονός το οποίον δεν συμβαίνει όσον αφορά τα μέλη - νοσοκόμους της Κλαδικής Επιτροπής Νοσοκόμων της ΠΑ.ΣΥ.ΔΥ.

     Εν όψει των ανωτέρω αναφερομένων παρακαλούμεν όπως δώσετε σχετικές οδηγίες εις την Διευθύνουσα να παραχωρεί άδεια εις τα κάτωθι μέλη της ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ.

     (α)     . . . . . . . . . . . . . . . . . .

     (β)     . . . . . . . . . . . . . . . . . .

     (γ)     . . . . . . . . . . . . . . . . . .

     (δ)     . . . . . . . . . . . . . . . . . .

όταν τα εν λόγω πρόσωπα αιτούνται τέτοιας αδείας δια σκοπούς της ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ.

Εν αναμονή απαντήσεως σας."

          Το Υπουργείο Υγείας ζήτησε τις απόψεις του Υπουργείου Οικονoμικών.  Ο Διευθυντής της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοικήσεως και Προσωπικού απάντησε στο Υπουργείο Υγείας με επιστολή του ημερ.     11.8.92, το περιεχόμενο της οποίας έχει ως εξής:

               "'Εχω οδηγίες ν' αναφερθώ στις

     επιστολές σας με αρ. Φακ. Υ.Υ. 22.10.19

και ημερ. 3.4.1992 και 20.5.1992 σχετικά με το αίτημα της ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ για παροχή στα στελέχη της άδειας απουσίας από την εργασία τους για συνδικαλιστικούς σκοπούς και να παρατηρήσω ότι τόσο το Καταστατικό της ΜΕΠ όσο και το γεγονός της πολύ περιορισμένης αντιπροσωπευτικότητας της ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ δεν επιτρέπουν την ικανοποίηση του πιο πάνω αιτήματος.  Τα στελέχη της ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ μπορούν να ασκούν τα συνδικαλιστικά τους καθήκοντα εκτός των ωρών εργασίας."

     Αντίγραφο της πιό πάνω επιστολής κοινοποιήθηκε στο

δικηγόρο των αιτητών την 1.9.92 και ως αποτέλεσμα καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.  Ενόσω η ακροαματική διαδικασία βρισκόταν σε εξέλιξη το αίτημα επανεξετάστηκε και η Υπηρεσία Δημόσιας Διοικήσεως & Προσωπικού έστειλε στο δικηγόρο των αιτητών την ακόλουθη επιστολή ημερομηνίας

     25.1.94:

     "'Εχω οδηγίες ν' αναφερθώ στην επιστολή σας με ημερ. 29.11.1993, σχετικά με την πιο πάνω Προσφυγή, που αφορά το αίτημα της ΠΑΣΥΝΟ να παρέχεται άδεια σε ορισμένα μέλη της να απουσιάζουν από την εργασία τους για συνδικαλιστικούς σκοπούς και να σας πληροφορήσω ότι συμφωνούμε να δίδεται στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της ΠΑΣΥΝΟ άδεια να απουσιάζουν από την εργασία τους για σκοπούς διατύπωσης των απόψεών τους πάνω σε θέματα που αφορούν τους όρους εργασίας των μελών της συντεχνίας."

     Οι λόγοι για ακύρωση της επίδικης απόφασης που

προβλήθηκαν εκ μέρους των αιτητών είναι:

     (1) Παραβίαση των Άρθρων 28(1) και 21(2) του Συντάγματος.  Το Άρθρο 28 παραβιάστηκε γιατί τα μέλη της ΠΑ.ΣΥ.ΔΥ τυγχάνουν ευνοϊκής μεταχείρησης έναντι των αιτητών.

Παραβιάστηκε επίσης το Άρθρο 21(2) με το οποίο διασφαλίζεται το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι και του δικαιώματος ιδρύσεως και προσχωρήσεως σε συντεχνίες.

     (2)  'Ελλειψη δέουσας έρευνας.

(3)   Η επίδικη απόφαση στερείται αιτιολογίας.

Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας υπέβαλε τις ακόλουθες δύο

προδικαστικές ενστάσεις:

     (α) Οι αιτητές προσβάλλουν την παράλειψη του καθ' ου η αίτηση και/ή την άρνηση του να ικανοποιήσει το αίτημα τους.

Η ισχυριζόμενη παράλειψη και/ή άρνηση δεν μπορεί να προσβληθεί με αίτηση ακυρώσεως γιατί η διοίκηση δεν υποχρεούται εις συγκεκριμένη ενέργεια προς ρύθμιση ορισμένης σχέσης.

     (β) Με την απόφαση που περιέχεται στην επιστολή του Διευθυντή Δημόσιας Διοικήσεως και Προσωπικού ημερ. 25.1.94 (πιό πάνω) ανακλήθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, θεραπεύθηκε η ισχυριζόμενη παράλειψη και ως εκ τούτου η δίκη έχει καταργηθεί.

     Θα προχωρήσω να εξετάσω τη δεύτερη από τις δύο πιό πάνω προδικαστικές ενστάσεις.  Για υποστήριξη της θέσης του ο δικηγόρος της Δημοκρατίας παρέπεμψε στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Χρυσταλλένης Α. Καλλιμάχου κ.ά ν. Δημοκρατίας Υπ. Αρ. 721/89 κ.α. ημερ. 14.2.91, στην οποία η Ολομέλεια έκανε μνεία μεταξύ άλλων και στην απόφαση πάλι της Ολομέλειας στην υπόθεση Χρίστου Παπαδόπουλου ν. Δημοκρατίας Υπ. Αρ. 125/86 ημερ. 25.4.89.

Στις σελ.10-11 της απόφασης στην υπόθεση Χρυσταλλένης

Α. Καλλίμαχου (πιό πάνω) ειπώθηκαν:

          "Η ανάκληση διοικητικής πράξης είναι

     νέα εκτελεστή διοικητική πράξη.  Η

     ανάκληση εξ ολοκλήρου διοικητικής πράξης

     ενεργεί ex tunc και κατά το Ελλαδικό

     Δίκαιο η δίκη καταργείται, γιατί επέρχεται

     η εξαφάνιση του αντικειμένου της.  Ο

          αιτητής δεν συνεχίζει να έχει έννομο

συμφέρο.  (Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-1959, 275£ Τσάτσος - Η Αίτησις Ακυρώσεως Ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, 'Εκδοση Τρίτη, παράγραφος 188, σελ. 370 και επέκεινα£ Σπηλιωτόπουλου - Εγχειρίδιον Διοικητικού Δικαίου, Δεύτερη 'Εκδοση, σελ.454£ Αποφάσεις Σ.τ.Ε. 302/34, 1050/34, 18/35.)

          Στην Κύπρο, με βάση την παράγραφο 6 του Άρθρου 146 του Συντάγματος, ακυρωτική απόφαση της προσβαλλόμενης πράξης, απόφασης ή παράλειψης από το Δικαστήριο, κάτω από την παράγραφο 4 του ιδίου Άρθρου, είναι αναγκαία προϋπόθεση για αξίωση εύλογης αποζημίωσης ή άλλης θεραπείας, εάν δεν ικανοποιηθεί η αξίωση του αιτητή από τη Διοίκηση - (Phedias Kyriakides and The Republic (Minister of Interior) 1 R.S.C.C. 66, 74).

          .     . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

          .     . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

          .     . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

          Η προσφυγή δεν μπορεί να προχωρήσει όταν παραμείνει χωρίς αντικείμενο.  Η ανάκληση της διοικητικής πράξης οδηγεί στην εξαφάνιση της πράξης και την κατάργηση της δίκης, εκτός εάν, κατά την περίοδο πριν την ανάκληση, ο αιτητής έχει υποστεί ζημία, η οποία δεν εξαλείφθηκε με την ανάκληση.

               Ανεξάρτητα από την ανάκληση της διοικητικής πράξης ή απόφασης, αν στη διάρκεια της ισχύος της παρήχθησαν αποτελέσματα που ζημιώνουν τον αιτητή που δεν αντιμετωπίστηκαν, ή εξαλείφθηκαν με την ανάκληση, η προσφυγή πρέπει να αποφασιστεί από το Δικαστήριο με σκοπό την ακύρωση, για να μπορεί ο αιτητής με βάση την παράγραφο 6 να ζητήσει αποζημίωση."

          Σχετικό επί του θέματος θεωρώ και το ακόλουθο απόσπασμα από άλλη απόφαση της Ολομέλειας και συγκεκριμένα την υπόθεση Στράκκας Λτδ ν. Δημοκρατίας Α.Ε. 812 ημερ. 26.11.91.  Στις σελ.5-6 ειπώθηκαν:

                    "Αποτελεί βασική αρχή του διοικητικού

     δικαίου ότι η δίκη καταργείται για

     διάφορους λόγους στους οποίους περιλαμβάνεται η έλλειψη αντικειμένου.  Κατά κανόνα η προσφυγή δεν μπορεί να προωθηθεί και πρέπει να διαγραφεί αν μετά την καταχώρηση και πριν την εκδίκαση της επισυμβούν γεγονότα που έχουν ως συνέπεια την εξαφάνιση του αντικειμένου της, όπως π.χ. η ρητή ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης στο σύνολό της, η σιωπηρά ανάκληση της η οποία εξυπακούεται από νέα πράξη του ίδιου οργάνου που ρυθμίζει το ίδιο θέμα και η πλήρης ικανοποίηση της αξίωσης του αιτητή.  Στις περιπτώσεις αυτές η δίκη καταργείται γιατί η συνέχιση της δεν

εξυπηρετεί κανένα σκοπό.  Στην περίπτωση όμως που έχουν προκύψει στον αιτητή ζημιογόνες συνέπειες από την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη ή παράλειψη ενώ αυτή βρισκόταν ακόμα σε ισχύ, η δίκη δεν καταργείται.  Εναπόκειται, βέβαια, στον εκάστοτε αιτητή να αποδείξει ότι έχουν ήδη προκύψει σ' αυτόν ζημιογόνες συνέπειες από την προσβαλλόμενη πράξη πριν την ανάκληση της ή την ικανοποίηση της αξίωσης του και συντρέχει, επομένως, λόγος για τη συνέχιση της δίκης."

          'Εχοντας υπόψη τις αρχές που καθιέρωσε η νομολογία όπως αυτές εκφράζονται στα πιό πάνω αποσπάσματα κρίνω ότι με την ικανοποίηση του  αιτήματος των αιτητών που τους κοινοποιήθηκε με την επιστολή ημερ.     25.1.94, (πιό πάνω), η

δίκη καταργήθηκε και οι αιτητές δεν έχουν οποιοδήποτε συμφέρο για τη συνέχιση της.  Ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι οι αιτητές έχουν υποστεί οποιαδήποτε ζημιά κατά την περίοδο για την οποία η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν σε ισχύ.  Τέτοιος ισχυρισμός εξάλλου ούτε έχει προβληθεί ούτε έχει αποδειχθεί.

     Σχετική είναι και η πρόσφατη απόφαση του Στυλιανίδη, Δ. τότε Δικαστή και νύν Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Παγκύπριας Συντεχνίας Νοσοκόμων ("ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ") ν. Δημοκρατίας Υπ. Αρ. 800/92 ημερ.  26.1.94.

     Στην εν λόγω υπόθεση η άρνηση της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοικήσεως και Προσωπικού να συναντηθεί με τους αιτητές (που όπως είναι φανερό είναι οι ίδιοι με τους αιτητές στην παρούσα προσφυγή) για συζήτηση του θέματος εφαρμογής της πενθήμερης βδομάδας εργασίας και σε σχέση με τα μέλη της ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ., ανακλήθηκε μεταγενέστερα.  Το Δικαστήριο παρόλον που αποφάνθηκε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβίαζε το δικαίωμα της συνδικαλιστικής ελευθερίας, εντούτοις βρήκε ότι ενόψει της ακύρωσης και/ή ανάκλησης της προσβαλλόμενης διοικητικής απόφασης, η προσφυγή παρέμεινε χωρίς αντικείμενο, και εφόσον ο δικηγόρος των αιτητών δήλωσε ότι οι αιτητές δεν μπορούσαν να αποδείξουν ότι, εκ πρώτης όψεως, υπέστησαν ζημιά στην περίοδο που η προσβαλλόμενη απόφαση ίσχυε, η δίκη καταργήθηκε.

     Ενόψει του συμπεράσματος μου ότι η δίκη καταργείται θεωρώ αχρείαστο να ασχοληθώ με την πρώτη προδικαστική ένσταση του καθ' ου η αίτηση, ή με την ουσία της υπόθεσης.

Το Δικαστήριο κηρύσσει καταργημένη την προσφυγή.

Επιδικάζονται Δ.100.- έναντι των εξόδων των αιτητών.

          Π. Αρτέμης,

               Δ.

/Χ.Π.

    

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο