ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
ΡΙΚ ν. Καραγιώργη & άλλων (1991) 3 ΑΑΔ 159
Σάββα κ.α. ν. KOA (1991) 4 ΑΑΔ 2223
Σάββα Γεώργιος Λ. ν. Kυπριακού Oργανισμού Αθλητισμού (1993) 4 ΑΑΔ 962
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Ταλιαδώρος ν. Δήμου Λευκωσίας (1996) 4 ΑΑΔ 2678
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Λ. ΣΑΒΒΑ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ, ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1128/2009, 23 Σεπτεμβριου 2011
(1994) 4 ΑΑΔ 1728
8 Σεπτεμβρίου, 1994
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Λ. ΣΑΒΒΑ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 560/93)
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Ακυρωτική απόφαση ― Αποτελέσματα ― Δεδικασμένο ― Επανεξέταση με βάση το δεδικασμένο ― Καμία συμμόρφωση με τις σχετικές αρχές στην κριθείσα περίπτωση ― Παράλειψη συμμόρφωσης της Διοίκησης και αιτιολόγησης της κατ' επανεξέταση πράξης σύμφωνα με τις προηγηθείσες διαδοχικές ακυρωτικές αποφάσεις ― Η πράξη διορισμού του αυτού προσώπου ακυρώθηκε για τρίτη φορά.
Ο διορισμός του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Εφόρου Αθλημάτων επαναλήφθηκε για τρίτη φορά μετά από δύο διαδοχικές ακυρώσεις του λόγω κακής συγκρότησης του διορίζοντος οργάνου την πρώτη φορά και λόγω ελλειπούς αιτιολογίας, πλημμελούς επανεξέτασης και έλλειψης δέουσας έρευνας τη δεύτερη. Με την προσβαλλόμενη απόφαση αναδιατυπώθηκε απλώς η δεύτερη ακυρωθείσα πράξη και ο αιτητής προέβαλε δυστροπία των καθ'ων η αίτηση να συμμορφωθούν με την ακυρωτική απόφαση.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι άκυρη για περισσότερους από ένα λόγους, στην πραγματικότητα για τους ίδιους λόγους για τους οποίους ακυρώθηκε και η προηγούμενη. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Κ.Ο.Α. είχε πλέον τη σαφή δικαστική απόφαση ως οδηγό. Ηταν δεδικασμένο που το δέσμευε η διαπίστωση της ανυπαρξίας φακέλων ή άλλου υλικού που θα ήταν δυνατό να θεωρηθεί ως συμπλήρωμα αιτιολογίας, η επισήμανση ανάγκης για διεξαγωγή έρευνας ως προς την κατοχή του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας και τελικά του ξεκαθαρίσματος, με τρόπο ρητό ώστε να μη δημιουργούνται ερωτηματικά, πώς οι αρχικές συνεντεύξεις δεν διαδραμάτισαν ρόλο.
Το Διοικητικό Συμβούλιο δεν έκαμε τίποτε από αυτά. Αιτιολόγησε την απόφασή του με τον ίδιο γενικό και αόριστο τρόπο προσθέτοντας μερικές λέξεις ως να ήταν η διατύπωση ή η έκταση του πρακτικού το πρόβλημα. Προχώρησε δε σε παραπομπή στο περιεχόμενο των φακέλων των αιτητών, γεγονός που προκάλεσε επιπρόσθετο παράπονο του αιτητή αφού δεν υπήρχαν φάκελοι. Έτσι, το Δικαστήριο εξακολουθεί να μη γνωρίζει γιατί το ενδιαφερόμενο μέρος "υπερέχει έναντι των άλλων υποψηφίων" ενώ ήταν υποχρέωση του Διοικητικού Συμβουλίου του Κ.Ο.Α., ενόψει της δεύτερης ακυρωτικής απόφασης, να εξειδικεύσει το στοιχείο ή στοιχεία της υπεροχής που είχε υπόψη του. Όπως έχουν τα πράγματα είναι και πάλι αδύνατος ο δικαστικός έλεγχος του συμπεράσματος στο οποίο κατέληξε,
2. Ο αιτητής πρότεινε ως λόγο ακυρότητας το γεγονός της παρουσίας του Γενικού Διευθυντή του Κ.Ο.Α. κατά τη συνεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου. Παρέπεμψε στη νομολογία αναφορικά με τη νόμιμη συγκρότηση των συλλογικών οργάνων αλλά άφησε αναπάντητη την επισήμανση των καθ' ων η αίτηση πως, σύμφωνα με την επιφύλαξη στο Άρθρο 4(1) του περί Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού Νόμου του 1969 (Ν..41/69 όπως τροποποιήθηκε), "ο Γενικός Διευθυντης δύναται να παρίσταται εις απάσας τας συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου, λαμβάνει μέρος στας διεξαγομένας συζητήσεις και εκφράζει την γνώμην αυτού άνευ όμως δικαιώματος ψήφου".
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Σάββα v. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού (1991) 4 Α.Α.Δ. 2223,
Σάββα v. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού (1993) 4 Α.Α.Δ. 962,
Ραδιοφωνικό Ιδρυμα Κύπρου κ.ά. v. Καραγιώργη κ.ά. (1991) 3 Α.Α.Δ. 159.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία επαναδιορίστηκε το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση του Εφόρου Αθλημάτων και Αθλητικών Χώρων, αναδρομικά από 1.12.89, ύστερα από δύο διαδοχικές ακυρωτικές αποφάσεις.
Α.Σ. Αγγελίδης, για τον Aιτητή.
Α. Χριστοδούλου, για τους Kαθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
KΩNΣTANTINIΔHΣ, Δ.: Μετά από δύο διαδοχικές ακυρωτικές αποφάσεις (βλέπε Γεώργιος Λ. Σάββα ν. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού (1991) 4 Α.Α.Δ. 2223 και Γεώργιος Λ. Σάββα ν. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού (1993) 4 Α.Α.Δ. 962, το Διοικητικό Συμβούλιο του Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού επαναδιόρισε το Λουκά Λουκά στη θέση του Εφόρου Αθλημάτων και Αθλητικών Χώρων, αναδρομικά από 1/12/89. Ο αιτητής προσβάλλει το κύρος του διορισμού.
Η πρώτη από τις ακυρωτικές αποφάσεις ήταν συνέπεια της κήρυξης του περί Ορισμένων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Διορισμός Διοικητικών Συμβουλίων) Νόμου του 1988 (Ν.149/88) ως αντισυνταγματικού, στις υποθέσεις Ραδιοφωνικό Ιδρυμα Κύπρου και Άλλοι ν. Χρίστος Καραγιώργης και Άλλων (1991) 3 Α.Α.Δ. 159 και του επακόλουθου επηρεασμού του νομίμου της συγκρότησης και του Διοικητικού Συμβουλίου του Κ.Ο.Α. Την ίδια την ημέρα της έκδοσής της, το Διοικητικό Συμβούλιο του Κ.Ο.Α., νόμιμα πλέον συγκροτημένο, επανεξέτασε το θέμα και επαναδιόρισε τον ίδιο. Το πρακτικό της συνεδρίας ήταν το ακόλουθο:
"Απόφαση Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπ' αρ. 885/89 προσφυγή του Γεώργιου Σάββα εναντίον Κ.Ο.Α. και ...
Το Διοικητικό Συμβούλιο ομόφωνα αποφάσισε το διορισμό του κ. Λουκά Λουκά (ενδιαφερόμενου προσώπου) στη θέση του Εφόρου Αθλημάτων & Αθλητικών Χώρων από 1/12/89 κρίνοντας αυτόν από το σύνολο των ενώπιόν του στοιχείων ως τον καλύτερο και καταλληλότερο από τους υποψηφίους."
Με τη δεύτερη από τις ακυρωτικές αποφάσεις κρίθηκε ότι:
(α) Το κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης δεν περιείχε νόμιμη αιτιολογία. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από τη σελίδα 966 της απόφασης του Δικαστή Σ. Νικήτα:
"Το κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης που παρέθεσα δεν περιέχει νόμιμη αιτιολογία. Είναι τόσο στερεότυπο που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε κάθε περίπτωση. Είναι περισσότερο από πρόδηλο ότι η αοριστία που το χαρακτηρίζει δεν εξυπηρετεί τον πρωταρχικό σκοπό της αιτιολόγησης που είναι η παροχή δυνατότητας για δικαστικό έλεγχο. Θα πρόσθετα ακόμη πως δεν έχουμε εδώ την περίπτωση που η αιτιολογία μπορεί να ανευρεθεί ή ακόμη να συμπληρωθεί από τα στοιχεία που προσκομίσθηκαν (δεν υπάρχει διοικητικός φάκελος)."
(β) Δεν συναγόταν από το πρακτικό ότι το Διοικητικό Συμβούλιο αγνόησε, όπως όφειλε, τις υποκειμενικές εντυπώσεις του προηγούμενου Διοικητικού Συμβουλίου του οποίου η σύνθεση ήταν διαφορετική ως προς την απόδοση των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις που είχαν διεξαχθεί στο πλαίσιο της αρχικής διαδικασίας.
(γ) Δεν διεξάχθηκε οποιαδήποτε έρευνα αναφορικά με την κατοχή από το Λ. Λουκά του απαιτούμενου προσόντος της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας. Επισημάνθηκε ότι, αντίθετα προς ό,τι συνέβαινε ως προς τον αιτητή ο οποίος είχε επισυνάψει σχετικά πιστοποιητικά, δεν υπήρχε ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου οποιοδήποτε στοιχείο από το οποίο θα μπορούσε να διαφανεί ότι ο Λ. Λουκά κατείχε αυτό το προσόν.
Η δεύτερη επανεξέταση έγινε στις 10/5/93. Το πρακτικό ήταν το ακόλουθο:
"Προσφυγή με αριθμό 714/91
Αιτητής: Γιώργος Λ. Σάββα
Ενδιαφερόμενο Μέρος: Λουκάς Λουκά
Το Δ.Σ. εξέτασε όλες τις αιτήσεις των υποψηφίων, τα πτυχία τους, αν κατέχουν την αγγλική γλώσσα και γενικά αν πληρούν τα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης του Εφόρου Αθλημάτων και Αθλητικών Χώρων.
(Ακολουθούν τα ονόματα των υποψηφίων)
Σ' αυτό το σημείο αποχώρησε από τη συνεδρία η πρακτικογράφος.
Μετά από τη λεπτομερή μελέτη και αξιολόγηση όλων των στοιχείων που είχε ενώπιόν του το Δ.Σ. αποφάσισε ομόφωνα να διορίσει σήμερα στη θέση του Εφόρου Αθλημάτων και Αθλητικών Χώρων τον κ. Λουκά Λουκά, αναδρομικά από 1/12/89.
Ο κ. Λουκάς Λουκά διαθέτει όλα τα προνοούμενα από τα Σχέδια Υπηρεσίας προσόντα και προϋπηρεσία διορισμού και ως προκύπτει από τα ενώπιον του Δ.Σ. στοιχεία (φάκελοι αιτητών) υπερέχει έναντι των άλλων υποψηφίων, και ως εκ τούτου κρίνεται ως ο πλέον κατάλληλος για διορισμό."
Ο αιτητής υποστηρίζει ότι η πεισματική, όπως τη χαρακτηρίζει, εμμονή του Διοικητικού Συμβουλίου στον ίδιο διορισμό "χωρίς να δίνει λογαριασμό για την απόφαση του αυτή" συνιστά ότι χαρακτηρίζεται ως "δυστροπία" της Διοίκησης έναντι του ακυρωτικού αποτελέσματος. Παραπέμπει δε στην ανάλυση του φαινομένου από το Βάσσο Ρώτη (βλέπε Τόμος Τιμητικός του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1979, Τόμος 1, σ. 343) ως ιδιαιτέρως χαρακτηριστική. Μεταφέρω εδώ ένα από τα αποσπάσματα (σ. 363) που επικαλέστηκε ο αιτητής:
"... την αίτηση ακυρώσεως, ύστατο και σίγουρο καταφύγιο στο Κράτος Δικαίου των αδικουμένων από την Διοίκηση, την υποσκάπτει ανεπανόρθωτα η δυστροπία της Διοικήσεως, που βλέπει τις ενέργειές της να ανατρέπονται χαρακτηριζόμενες ως μη νόμιμες, να συμμορφωθεί στα αποφασισθέντα. Δυστροπία που κρύβει έναν επικίνδυνο δεσποτισμό της Διοικήσεως, ασυμβίβαστο προς κάθε έννοια νομιμότητας και Κράτους Δικαίου. Στη περίπτωση αυτή διαπιστώνεται, με τις υπάρχουσες από τις κείμενες διατάξεις δυνατότητες παρακάμψεως της αντιδράσεως, η έλλειψη αποτελεσματικότητας της ακυρώσεως. Έλλειψη η οποία δεν οδηγεί μόνο σε αδιέξοδο και σε απόγνωση τους διοικουμένους, δημιουργεί σ' ευρείς κύκλους της κοινής γνώμης εκτιμήσεις και πεποιθήσεις διαλυτικές που εξασθενίζουν την επιρροή και φθείρουν το κύρος και το γόητρο της Διοικητικής Δικαιοσύνης."
Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι άκυρη για περισσότερους από ένα λόγους· στην πραγματικότητα για τους ίδιους λόγους για τους οποίους ακυρώθηκε και η προηγούμενη. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Κ.Ο.Α. είχε πλέον τη σαφή δικαστική απόφαση ως οδηγό. Ήταν δεδικασμένο που το δέσμευε η διαπίστωση της ανυπαρξίας φακέλων ή άλλου υλικού που θα ήταν δυνατό να θεωρηθεί ως συμπλήρωμα αιτιολογίας, η επισήμανση ανάγκης για διεξαγωγή έρευνας ως προς την κατοχή του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας και τελικά του ξεκαθαρίσματος, με τρόπο ρητό ώστε να μη
δημιουργούνται ερωτηματικά, πώς οι αρχικές συνεντεύξεις δεν διαδραμάτισαν ρόλο.
Το Διοικητικό Συμβούλιο δεν έκαμε τίποτε από αυτά. Αιτιολόγησε την απόφασή του με τον ίδιο γενικό και αόριστο τρόπο προσθέτοντας μερικές λέξεις ως να ήταν η διατύπωση ή η έκταση του πρακτικού το πρόβλημα. Προχώρησε δε σε παραπομπή στο περιεχόμενο των φακέλων των αιτητών, γεγονός που προκάλεσε επιπρόσθετο παράπονο του αιτητή αφού δεν υπήρχαν φάκελοι. Έτσι, εξακολουθούμε να μην γνωρίζουμε γιατί ο Λ. Λουκά "υπερέχει έναντι των άλλων υποψηφίων" ενώ ήταν υποχρέωση του Διοικητικού Συμβουλίου του Κ.Ο.Α., ενόψει της δεύτερης ακυρωτικής απόφασης, να εξειδικεύσει το στοιχείο ή στοιχεία της υπεροχής που είχε υπόψη του. Όπως έχουν τα πράγματα είναι και πάλι αδύνατος ο δικαστικός έλεγχος του συμπεράσματος στο οποίο κατέληξε.
Αναφέρεται στο πρακτικό ότι το Διοικητικό Συμβούλιο εξέτασε αν οι υποψήφιοι κατέχουν την αγγλική γλώσσα και γενικά "αν πληρούν τα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας". Σημειώθηκε πως ο Λ. Λουκά τα διαθέτει. Μόνο που και ως προς αυτό το ζήτημα δε γνωρίζουμε τι ήταν εκείνο που οδήγησε σε αυτή την κατάληξη. Δεν γίνεται αναφορά σε έρευνα που διεξάχθηκε άλλη από την απλή εξέταση των στοιχείων που υπήρχαν εξ αρχής και το έχουμε, ως δεδικασμένο, πως αυτά τα στοιχεία δεν αποκάλυπταν την απαιτούμενη πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας. Τελικά, όπως ήδη σημείωσα, με τη γενική παραπομπή στο σύνολο των στοιχείων, το Διοικητικό Συμβούλιο άφησε αναπάντητο το ερωτηματικό ως προς το αν περιλαμβάνονταν σε αυτά και οι αρχικές συνεντεύξεις, για να μείνει και αυτή η υποχρέωσή του, όπως την προσδιόρισε η δεύτερη ακυρωτική απόφαση, ανεκπλήρωτη.
Ο αιτητής πρότεινε ως λόγο ακυρότητας το γεγονός της παρουσίας του Γενικού Διευθυντή του Κ.Ο.Α. κατά τη συνεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου. Παρέπεμψε στη νομολογία αναφορικά με τη νόμιμη συγκρότηση των συλλογικών οργάνων αλλά άφησε αναπάντητη την επισήμανση των καθ'ων η αίτηση πως, σύμφωνα με την επιφύλαξη στο άρθρο 4(1) του περί Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού Νόμου του 1969 (Ν.41/69 όπως τροποποιήθηκε), "ο Γενικός Διευθυντής δύναται να παρίσταται εις απάσας τας συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου, λαμβάνει μέρος στας διεξαγομένας συζητήσεις και εκφράζει την γνώμην αυτού άνευ όμως δικαιώματος ψήφου."
Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι άκυρη για τους λόγους που εξήγησα. Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ του αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
H προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ του αιτητή.