ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1994) 4 ΑΑΔ 325
14 Φεβρουαρίου, 1994
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΛΟΥΚΑΣ ΠΑΠΑΛΟΥΚΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,
Aιτητές,
ν.
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΙΤΗΡΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Aρ. 110/92)
Επιτροπή Σιτηρών Κύπρου ― Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Προκήρυξη ― Από την συνδυασμένη ερμηνεία των Κανονισμών 10 και 12 των Περί Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (Διάρθρωση και Όροι Υπηρεσίας Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1986 (ΚΔΠ 259/86) δεν απαιτείται προκήρυξη των προαγωγών ― Υποψήφιοι για προαγωγές είναι όλοι οι υπάλληλοι που κατείχαν τα προσόντα υπηρεσίας ― Διαφορετική απόφαση από την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Άρτα Μεταξά κ.ά. v. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου πάνω στο ίδιο θέμα.
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου ― Προαγωγές ― Συστάσεις ― Αιτιολογία ― Δεν απαιτείται όπου ο Νόμος δεν το ορίζει ρητά ― Αν δοθεί όμως εξετάζεται η πληρότητά της από το Ανώτατο Δικαστήριο ― Δεν αναμένεται από το Διευθυντή να κάμει συγκριτική αναφορά σε κάθε ένα από τους υποψηφίους.
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου ― Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Αξιολόγηση ― Ορθά η αξιολόγηση σε "εξαίρετος", λίαν καλός" και "καλός" γίνεται με αποτίμηση βαθμολογικών μονάδων.
Οι αιτητές προσέβαλαν με την προσφυγή τους την απόφαση των καθ' ων η αίτηση με την οποία προάχθηκαν στη θέση Ανώτερου Αποθηκάριου, τα ενδιαφερόμενα μέρη, αντί των ιδίων. Οι κυριότεροι ισχυρισμοί των αιτητών ήταν τρεις:
(α) Λανθασμένα δεν προκηρύχθηκαν οι θέσεις προαγωγής.
(β) Η αιτιολογία των συστάσεων του Γενικού Διευθυντή ήταν ανεπαρκής.
(γ) Λανθασμένα η αξιολόγηση των υπαλλήλων σε χαρακτηρισμούς "εξαίρετος", "λίαν καλός" και "καλός" γίνεται με την αποτίμηση βαθμολογικών μονάδων.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
(1) Η πρώτη εισήγηση του δικηγόρου των αιτητών δικαιολογείται από την απόφαση στην υπόθεση Άρτα Μεταξά κ.ά. v. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου στην οποία αποφασίστηκε πως οι συνδυασμένες πρόνοιες των Κανονισμών 10 και 12, των Περί Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (Διάρθρωση και Όροι Υπηρεσίας Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1986 (Κ.Δ.Π. 259/86) επιβάλλουν την προκήρυξη της θέσης, ως απαραίτητη προϋπόθεση στη διαδικασία πλήρωσής της, μολονότι για τις θέσεις προαγωγής δεν απαιτείται δημοσίευσή τους στον εγχώριο τύπο.
Το Δικαστήριο είχε διαφορετική άποψη πάνω στο ζήτημα αυτό.
Είναι έκδηλη και ρητή η διαφοροποίηση που κάμνει ο Κανονισμός σε ότι αφορά τις θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής από τις θέσεις προαγωγής. Στην πρώτη περίπτωση επιβάλλεται δημοσίευση των θέσεων στον εγχώριο τύπο και η κυκλοφορία σχετικής γνωστοποίησης μεταξύ των υπαλλήλων, ενώ για θέση προαγωγής δεν προβλέπεται δημοσίευση ή γνωστοποίηση. Η προαγωγή σε μια τέτοια θέση γίνεται με την επιλογή οποιουδήποτε από τους υπαλλήλους της Επιτροπής.
Ο Κανονισμός 12 δεν επηρεάζει καθόλου τις σαφείς και ειδικές ρυθμίσεις που κάμνει ο Κανονισμός 10 (2) για τις θέσεις προαγωγής. Δεν χρειάζεται γνωστοποίηση των θέσεων αυτών, γιατί απλά ο ίδιος ο Κανονισμός καθιστά όλους τους υπαλλήλους της Επιτροπής αυτοδικαίως υποψήφιους για τις θέσεις προαγωγής. Στην απίθανη δε, και απομακρυσμένη περίπτωση, που ένας υπάλληλο δεν ενδιαφέρεται για προαγωγή, τότε απλούστατα όταν του προσφερθεί, δεν την αποδέχεται, όπως ρητά προβλέπεται στην παράγραφο 5 του Κανονισμού 13. Σ' αυτή την περίπτωση επαναλαμβάνεται η διαδικασία προαγωγής. Ο Κανονισμός 12(1) εφαρμόζεται στις περιπτώσεις όπου η θέση είναι πρώτου διορισμού ή πρώτου διορισμού και προαγωγής, όχι όμως όταν είναι μόνον προαγωγής.
Στην υπό συζήτηση υπόθεση, όλοι οι υπάλληλοι της Επιτροπής Σιτηρών ήσαν υποψήφιοι για προαγωγή, μεταξύ αυτών οι αιτητές και τα ενδιαφερόμενα μέρη. Η Επιτροπή είχε ενώπιόν της τους υπηρεσιακούς φακέλους όλων των υπαλλήλων και η επιλογή έγινε από αυτούς. Δεν έγινε αποδεκτή επομένως η εισήγηση του δικηγόρου των αιτητών πάνω σε αυτό το ζήτημα.
(2) Όταν ο Νόμος δεν κάμνει ρητή πρόνοια για αιτιολογημένες συστάσεις, αυτές δεν χρειάζεται να αιτιολογούνται. Στην περίπτωση όμως που υπάρχει αιτιολογία, έστω και αν δεν απαιτείται από το Νόμο, αυτή εξετάζεται.
Στην υπόθεση υπάρχει αιτιολογία και ο δικηγόρος των αιτητών υποστηρίζει πως είναι ελλειπής, συγκεχυμένη και νεφελώδης. Το Δικαστήριο δεν συμφώνησε με αυτή τη θέση.
Δεν είναι ορθό να αναμένεται από το Διευθυντή, όταν μάλιστα οι υποψήφιοι είναι μερικές δεκάδες, να κάμνει συγκριτική αναφορά για ένα έκαστο έναντι των υπολοίπων ξεχωριστά. Η Επιτροπή είχε ενώπιόν της τους φακέλους όλων των υποψηφίων, κατάλογο με την αξιολόγησή τους και το ιστορικό της σταδιοδρομίας και προσόντων τους. Η επιλογή της βασίστηκε στην αξιολόγηση αυτών των στοιχείων και στη σύσταση του Διευθυντή. Οι αιτητές δεν απέδειξαν, έκδηλη υπεροχή. Η Επιτροπή λειτούργησε πολύ ορθά και μέσα στα πλαίσια της χρηστής διοίκησης και των αρχών διοικητικού δικαίου.
(3) Η�Επιτροπή, με τη μέθοδο που υιοθέτησε της αποτίμησης με μονάδες των υποψηφίων, όχι μόνον δεν εξετράπη από τις διατάξεις των Κανονισμών, αλλά υιοθέτησε ενιαίο σύστημα αξιολόγησης των υπαλλήλων της, για να εφαρμόζονται καλύτερα τα τρία στοιχεία προαγωγής που θέτουν οι Κανονισμοί. Σχετική με αυτό το ζήτημα είναι η πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Κυπριακή Δημοκρατία v. Ιωσήφ Αντωνίου κ.ά..
H προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Μεταξά κ.ά. v. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (1992) 4 Α.Α.Δ. 2608,
Δημοκρατία v. Αντωνίου κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 325.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία προάχθηκαν τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη στη θέση Ανώτερου Αποθηκάριου αντί των αιτητών.
Ι. Τυπογράφος, για τους Aιτητές.
Κ. Βελάρης, για τους Kαθ' ων η αίτηση.
Κ. Ευσταθίου, για το Eνδιαφερόμενο μέρος Α. Ιωαννίδη.
Cur. adv. vult.
APTEMIΔHΣ, Δ.: Οι αιτητές προσβάλλουν την απόφαση των καθ' ων η αίτηση να προάξουν τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη στη θέση Ανώτερου Αποθηκάριου (που είναι μόνο προαγωγής). Μετά την επιφύλαξη της απόφασης επανήνοιξα την υπόθεση για να διευκρινιστούν ορισμένα σημεία (δες πρακτικό 2.2.94). Ο δικηγόρος των αιτητών τοποθετήθηκε ορθά πάνω σ' αυτά (πρακτικό της 8.2.94). Σήμερα παραμένουν προς συζήτηση τρία θέματα, με τα οποία θα καταπιαστώ στην ακόλουθη σειρά:
Η εισήγηση του δικηγόρου των αιτητών πως:
(α) Κατά τη διαδικασία λήψης της επίδικης απόφασης δεν τηρήθηκαν οι περί Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (Διάρθρωση και Όροι Υπηρεσίας Υπαλλήλων) Κανονισμοί του 1986, γιατί δεν προκηρύχθηκε η επίδικη θέση, ώστε να υποβληθούν αιτήσεις από τους ενδιαφερόμενους υποψηφίους.
(β) Οι συστάσεις του Γενικού Διευθυντή πάσχουν λόγω ανεπαρκούς αιτιολογίας, και
(γ) Η αξιολόγηση των υπαλλήλων με το χαρακτηρισμό "εξαίρετος", "λίαν καλός" και "καλός", γίνεται μετά από την αποτίμηση σ' αυτούς βαθμολογικών μονάδων, από τις οποίες βγαίνει ο μέσος όρος του κάθε έτους για τα τελευταία τρία χρόνια. Κάτι τέτοιο δεν επιτρέπουν οι Κανονισμοί.
Η πρώτη εισήγηση του δικηγόρου των αιτητών δικαιολογείται από την απόφαση αδελφού δικαστή στην υπόθεση Άρτα Μεταξά κ.ά. ν. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (1992) 4 Α.Α.Δ. 2608) στην οποία εξέφρασε τη γνώμη πως οι συνδυασμένες πρόνοιες των Κανονισμών 10 και 12 επιβάλλουν την προκήρυξη της θέσης, ως απαραίτητη προϋπόθεση στη διαδικασία πλήρωσης της, μολονότι για τις θέσεις προαγωγής δεν απαιτείται δημοσίευσή τους στον εγχώριο τύπο.
Έχω διαφορετική άποψη πάνω στο ζήτημα αυτό, και προχωρώ να την εκθέσω. Ο Κανονισμός 10(1) προβλέπει τα εξής:
"10.-(1) Κενή θέση Πρώτου Διορισμού ή Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής προκηρύσσεται με δημοσίευση στον εγχώριο τύπο σε δύο τουλάχιστον εφημερίδες και γνωστοποιείται μεταξύ των υπαλλήλων της Επιτροπής."
Η παράγραφος 2 όμως του ίδιου Κανονισμού έχει ως ακολούθως:
"Kενή θέση προαγωγής πληρούται χωρίς δημοσίευση με την προαγωγή υπαλλήλων"
Είναι έκδηλη και ρητή η διαφοροποίηση που κάμνει ο Κανονισμός σε ό,τι αφορά τις θέσεις πρώτου διορισμού και πρώτου διορισμού και προαγωγής από τις θέσεις προαγωγής. Στην πρώτη περίπτωση επιβάλλεται δημοσίευση των θέσεων στον εγχώριο τύπο και η κυκλοφορία σχετικής γνωστοποίησης μεταξύ των υπαλλήλων, ενώ για θέση προαγωγής δεν προβλέπεται δημοσίευση ή γνωστοποίηση. Η προαγωγή σε μια τέτοια θέση γίνεται με την επιλογή οποιουδήποτε από τους υπαλλήλους της Επιτροπής. Παρενθεντικά επισημαίνω τη διαφορά στη πρόνοια αυτή, για τις θέσεις προαγωγής, από διατάξεις που ισχύουν αλλού, όπως π.χ. στη δημόσια υπηρεσία, όπου στον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο του 1990 προβλέπεται πως θέση προαγωγής πληρούται από υποψήφιους που κατέχουν την αμέσως κατώτερη στη βαθμίδα θέση.
Στην υπό συζήτηση υπόθεση, και σύμφωνα με τους Κανονισμούς, όλοι οι υπάλληλοι της Επιτροπής είναι αυτοδικαίως υποψήφιοι για θέση προαγωγής, εφόσον βέβαια πληρούν τα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας.
Ο Κανονισμός 12 έχει ως εξής:
"12. -(1) Για οποιαδήποτε κενή θέση η Επιτροπή εξετάζει τις αιτήσεις όλων των αιτητών οι οποίοι κατέχουν τα απαιτούμενα προσόντα για τη θέση και επιλέγει για διορισμό τον καλύτερο.
(2) Πριν από την επιλογή εκείνου που θα διοριστεί η Επιτροπή μπορεί να υποβάλει τους αιτητές σε γραπτή ή/και προφορική εξέταση."
Είναι αυτές τις διατάξεις που επικαλείται ο δικηγόρος των αιτητών για να ισχυριστεί πως, εφόσον ο Κανονισμός προβλέπει για εξέταση αιτήσεων, θα πρέπει να υποβληθούν τέτοιες αιτήσεις. Κατά λογική ακολουθία αυτό προϋποθέτει τη γνωστοποίηση των θέσεων, που αποκαλεί "προκήρυξή" τους.
Κατά τη γνώμη μου ο Κανονισμός 12 δεν επηρεάζει καθόλου τις σαφείς και ειδικές ρυθμίσεις που κάμνει ο Κανονισμός 10(2) για τις θέσεις προαγωγής. Δεν χρειάζεται γνωστοποίηση των θέσεων αυτών, γιατί απλά ο ίδιος ο Κανονισμός καθιστά όλους τους υπαλλήλους της Επιτροπής αυτοδικαίως υποψήφιους για τις θέσεις προαγωγής. Στην απίθανη δε, και απομακρυσμένη περίπτωση, που ένας υπάλληλος δεν ενδιαφέρεται για προαγωγή, τότε απλούστατα όταν του προσφερθεί, δεν την αποδέχεται, όπως ρητά προβλέπεται στην παράγραφο 5 του Κανονισμού 13. Σ' αυτή την περίπτωση επαναλαμβάνεται η διαδικασία προαγωγής. Ο Κανονισμός 12(1) εφαρμόζεται στις περιπτώσεις όπου η θέση είναι πρώτου διορισμού ή πρώτου διορισμού και προαγωγής, όχι όμως όταν είναι μόνον προαγωγής.
Στην υπό συζήτηση υπόθεση όλοι οι υπάλληλοι της Επιτροπής Σιτηρών ήσαν υποψήφιοι για προαγωγή, μεταξύ αυτών οι αιτητές και τα ενδιαφερόμενα μέρη. Η Επιτροπή είχε ενώπιόν της τους υπηρεσιακούς φακέλους όλων των υπαλλήλων και η επιλογή έγινε από αυτούς. Δεν αποδέχομαι επομένως την εισήγηση του δικηγόρου των αιτητών πάνω σε αυτό το ζήτημα.
Αναφορικά με τις συστάσεις του Διευθυντή, η παράγραφος 3 του Κ.13 προβλέπει πως στις προαγωγές η Επιτροπή λαμβάνει δεόντως υπόψη τις ετήσιες εμπιστευτικές εκθέσεις και τις συστάσεις του Διευθυντή. Πάνω στο ζήτημα είναι ευθυγραμμισμένη τώρα η νομολογία μας. Λέει πως, όταν ο νόμος δεν κάμνει ρητή πρόνοια για αιτιολογημένες συστάσεις, αυτές δεν χρειάζεται να αιτιολογούνται. Στην περίπτωση όμως που υπάρχει αιτιολογία, έστω και αν δεν απαιτείται από το νόμο, αυτή εξετάζεται.
Στην υπόθεσή μας υπάρχει αιτιολογία και ο δικηγόρος των αιτητών υποστηρίζει πως είναι ελλειπής, συγκεχυμένη και νεφελώδης. Δεν συμφωνώ με αυτή τη θέση. Ο Διευθυντής αναφέρει στη σύστασή του πως τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα Πίττας Μιχάλης και Γεωργίου Ανδρέας έχουν την καλύτερη βαθμολογία σε σύγκριση με τους άλλους υποψηφίους, και αυτό είναι ορθό. Για τον τρίτο προαχθέντα Ιωαννίδη ο Διευθυντής επισημαίνει πως η βαθμολογία του δεν είναι στα επίπεδα των δύο πρώτων, αλλά υπερτερεί σε αρχαιότητα και προσόντα, γιατί έχει δίπλωμα λογιστικής ανωτέρου επιπέδου. Το παράπονο του δικηγόρου των αιτητών είναι πως και άλλοι υποψήφιοι, μεταξύ αυτών και οι αιτητές, έχουν τα ίδια προσόντα, και όμως δεν έγινε καμιά ειδική συγκριτική αναφορά σ' αυτούς από το Διευθυντή.
Δεν νομίζω πως είναι ορθό να αναμένεται από το Διευθυντή, όταν μάλιστα οι υποψήφιοι είναι μερικές δεκάδες, να κάμνει συγκριτική αναφορά για ένα έκαστο έναντι των υπολοίπων ξεχωριστά. Η Επιτροπή είχε ενώπιόν της τους φακέλους όλων των υποψηφίων, κατάλογο με την αξιολόγησή τους και το ιστορικό της σταδιοδρομίας και προσόντων τους. Η επιλογή της βασίστηκε στην αξιολόγηση αυτών των στοιχείων και στη σύσταση του Διευθυντή. Οι αιτητές δεν απέδειξαν, για να πω το λιγότερο, έκδηλη υπεροχή. Κατά τη γνώμη μου η Επιτροπή λειτούργησε πολύ ορθά και μέσα στα πλαίσια της χρηστής διοίκησης και των αρχών διοικητικού δικαίου.
Παραμένει το τρίτο και τελευταίο ζήτημα που ήγειρε ο δικηγόρος των αιτητών. Ισχυρίζεται πως, με τη βαθμολόγηση των υπαλλήλων με μονάδες εισήχθη στη διαδικασία επιλογής εξωγενές στοιχείο, γιατί οι Κανονισμοί προβλέπουν πως οι προαγωγές γίνονται σύμφωνα με την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα. Αυτή η αξία θα μπορούσε μεν να προσδιοριστεί με τα συνηθισμένα επίθετα "εξαίρετος", "πολύ καλός", "καλός", αλλά όχι να κατατάσσονται οι υποψήφιοι σε αυτές τις κατηγορίες μετά την αποτίμηση σ' αυτούς βαθμολογικών μονάδων.
Πάλιν δεν συμφωνώ με το δικηγόρο των αιτητών. Η Επιτροπή, με τη μέθοδο που υιοθέτησε, όχι μόνον δεν εξετράπη από τις διατάξεις των Κανονισμών, αλλά υιοθέτησε ενιαίο σύστημα αξιολόγησης των υπαλλήλων της, για να εφαρμόζονται καλύτερα τα τρία στοιχεία προαγωγής που θέτουν οι Κανονισμοί. Σχετική με αυτό το ζήτημα είναι η πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ιωσήφ Αντωνίου κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 325.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα, γιατί βασίστηκε σε απόφαση δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, με την οποία εγώ διαφώνησα.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.