ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1994) 4 ΑΑΔ 247
2 Φεβρουαρίου, 1994
[ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΔΡEΑΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, MEΣΩ
EΠITPOΠHΣ ΔHMOΣIAΣ YΠHPEΣIAΣ (ΑΡ. 1),
Καθ' ων η αίτηση.
(Yπόθεση Aρ. 882/92)
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Αξιολόγηση ― Δυνατή η αποτίμηση για μέρος του έτους.
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Αρχαιότητα ― Δεν μπορεί να προσδώσει από μόνη της έκδηλη υπεροχή εφόσον υπάρχει υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους αναφορικά με το προσόν πλεονέκτημα και τη σύσταση του Διευθυντή.
Ο αιτητής προσέβαλε την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Συντηρητή Δασών Α΄, επικαλούμενος τη μεγάλη του υπεροχή σε αρχαιότητα, έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
(1) Είναι δυνατή η βαθμολογική αποτίμηση έστω και για μέρος του έτους.
(2) Ο ενδιαφερόμενος είχε το πλεονέκτημα, τη σύσταση του Διευθυντή και κάποια υπεροχή στον παράγοντα αξία, όπως μπορεί να διαπιστωθεί από τις Υπηρεσιακές Εκθέσεις. Έτσι δεν είναι δυνατό η αρχαιότης από μόνη της να ανατρέψει την υπεροχή του ενδιαφερόμενου στα τρία κριτήρια. Η Επιτροπή δεν είχε άλλη εκλογή. Ακόμη και να γίνει αποδεκτή η εισήγηση του δικηγόρου του αιτητή ότι ήταν ίσος σε αξία με τον ενδιαφερόμενο, η κατάσταση δεν αλλάζει. Δε θα υπήρχε δικαιολογία για την επέμβαση του ακυρωτικού δικαστηρίου. Ο αιτητής δε θα απέδειχνε ούτε απέδειξε έκδηλη υπεροχή με την έννοια που έχει προσδώσει στη φράση η νομολογία.
H προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Παπαϊωάννου v. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 659,
Leonidou v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1918.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία προάχθηκε το ενδιαφερόμενο μέρος στη μόνιμη θέση Συντηρητή Δασών Α΄, αντί του αιτητή.
Π. Φρακάλας, για τον Aιτητή.
Δ. Παπαδοπούλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Kαθ' ης η αίτηση.
Cur. adv. vult.
NIKHTAΣ, Δ.: Η προσφυγή αφορά δύο μόνιμες θέσεις Συντηρητή Δασών Α΄. Έμειναν κενές μετά την προαγωγή που πήραν οι κάτοχοί τους. Ακολούθησε πρόταση της αρμόδιας αρχής για την πλήρωσή τους. Είναι θέσεις προαγωγής. Προκρίθηκαν 9 από τους υποψήφιους που είχαν τα προσόντα για την κατάληψή τους. Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας επέλεξε το ενδιαφερόμενο μέρος Τάκη Χ. Τσιντίδη για τη μία από τις δύο θέσεις. Του πρόσφερε προαγωγή από 1/9/92. Η δημοσίευση στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας έγινε στις 25/9/92.
Ο αιτητής αμφισβητεί τη νομιμότητα της απόφασης βασικά για το λόγο ότι παραγνωρίστηκε η ουσιαστική αρχαιότητα που είχε απέναντι στον προαχθέντα συνάδελφό του. Είχε προσληφθεί στο Τμήμα Δασών την 1/7/75 ως ημερομίσθιος Δασολόγος, αλλά μονιμοποιήθηκε στη θέση Συντηρητή Δασών την 1/8/78. Ο διορισθείς ήταν πράγματι νεώτερος στην υπηρεσία. Η θητεία του στην ίδια θέση άρχισε από τον Ιούλιο του 1985.
Πρέπει όμως να εξετάσουμε πως έχουν τα πράγματα υπό το πρίσμα και των άλλων στοιχείων κρίσης. Ο ενδιαφερόμενος είναι κάτοχος τίτλου M.Sc σε παρεμφερές με τη δασολογία θέμα. Το οικείο σχέδιο υπηρεσίας το καθιστά με ρητή του διάταξη πλεονέκτημα. Ο αιτητής δεν είχε το επιπρόσθετο προσόν. Ούτε συστήθηκε από το διευθυντή του Τμήματος Δασών, όπως ήταν η περίπτωση με τον ενδιαφερόμενο. Να υπομνήσουμε στο σημείο αυτό ότι η σύσταση του προϊσταμένου θεωρείται αυθυπόστατο στοιχείο κρίσης. Βλέπε πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στην Νιόβη Παπαϊωάννου ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 659.
Η αξία των διαδίκων, στο βαθμό που κατοπτρίζεται στις εκθέσεις αξιολόγησης ήταν, για τα πέντε τελευταία χρόνια, ως εξής:
Αιτητής Ενδιαφερόμενος
1987 "Λ.Κ." (2-8-2) "Ε" (12―0―0)
1988 "Λ.Κ." (3-7-2) "Ε" (9―3―0)
1989 "Ε" (8-4-0) "Ε" (9―3―0)
Ε. Π.Ι. Ι. Μ.Ι. Ε Π.Ι. Ι. Μ.Ι.
1990 1 7 0 0 1 7 0 0
1991 0 8 0 0 0 8 0 0
Από την παράθεση των στοιχείων προκύπτει ότι τα 3 τελευταία χρόνια οι διάδικοι ισοβάθμισαν. Παρατηρείται υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους κατά το 1987 και 1988. Ας σημειωθεί ότι η αξιολόγηση του 1988 αφορά μόνον περίοδο 3 μηνών. Για το υπόλοιπο διάστημα ο ενδιαφερόμενος έλειπε με εκπαιδευτική άδεια. Απο πλευράς αιτητή τονίστηκε ότι το χρονικό διάστημα αξιολόγησης για το έτος αυτό ήταν περιορισμένο. Σωστά, αλλά είναι δυνατή η αποτίμηση έστω και για μέρος του έτους: Λεωνίδας Λεωνίδου ν. Δημοκρατίας (1986) 3 Α.Α.Δ. 1918.
Ο δικηγόρος του αιτητή ζήτησε να μη ληφθούν υπόψη οι εκθέσεις 1987 και 1988 γιατί ο προϊστάμενος αξιολογητής του αιτητή τήρησε μεροληπτική στάση απέναντί του εξαιτίας των τεταμένων τους σχέσεων. Η Ε.Δ.Υ. προς την οποία παραπονέθηκαν τόσον ο αιτητής όσο και ο Τ. Τσιντίδης εξέτασε τις παραστάσεις τους αφού πήρε και τις απόψεις του Διευθυντή του Τμήματος Δασών, τις οποίες εκθέτει στις επιστολές του ημερ. 7/5/92 και 25/5/92. Όμως η Επιτροπή απέρριψε τις αιτιάσεις και των δύο υπαλλήλων σαν αναπόδεικτες. Ούτε τεκμηριώθηκαν με οποιοδήποτε στοιχείο ενώπιόν μου. Άλλωστε η αξιολόγηση του αιτητή από το 1980 μέχρι 1988, όπως ορθά υπέδειξε η δικηγόρος των καθών, ήταν η ίδια και με διαφορετικούς αξιολογητές-προϊσταμένους.
Με τα δεδομένα αυτά ο κ. Φρακάλας υπέβαλε ότι αγνοήθηκε ολότελα η αρχαιότητα του αιτητή από την Επιτροπή χωρίς να δώσει ικανοποιητική εξήγηση. Η κατοχή του πλεονεκτήματος δεν συνιστούσε υπεροχή και δεν μπορούσε να υπερφαλαγγίσει την τόσο μεγάλη αρχαιότητα του αιτητή. Η παραγνώριση του στοιχείου αυτού καθιστά την Επιτροπή ένοχη για κατάχρηση ή υπέρβαση εξουσίας.
Δεν μπορώ να συμφωνήσω με την εισήγηση αυτή. Τα στοιχεία επιμαρτυρούν το αντίθετο. Ο ενδιαφερόμενος είχε το πλεονέκτημα, τη σύσταση του διευθυντή και κάποια υπεροχή στον παράγοντα αξία, όπως μπορεί να διαπιστωθεί από τις υπηρεσιακές εκθέσεις. Έτσι δεν είναι δυνατό η αρχαιότης από μόνη της να ανατρέψει την υπεροχή του ενδιαφερόμενου στα τρία κριτήρια που μόλις εξέθεσα. Θα έλεγα ότι η Επιτροπή δεν είχε άλλη εκλογή. Ακόμη και να δεχθώ την εισήγηση του δικηγόρου του αιτητή ότι ήταν ίσος σε αξία με τον ενδιαφερόμενο η κατάσταση δεν αλλάζει. Δε θα υπήρχε δικαιολογία για την επέμβαση του ακυρωτικού δικαστηρίου. Ο αιτητής δε θα απέδειχνε ούτε απέδειξε εκδηλη υπεροχή με την έννοια που έχει προσδώσει στη φράση η νομολογία: Χ"Ιωάννου ν. Δημοκρατίας (1983) 3 Α.Α.Δ. 1041, 1046.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται χωρίς έξοδα. Η επίδικη πράξη vis-a-vis του αιτητή επικυρώνεται.
H�προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.