ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
CHRISTOUDIAS ν. REPUBLIC (1984) 3 CLR 657
FRANGOULLIDES AND ANOTHER ν. P.S.C. (1985) 3 CLR 1680
REPUBLIC ν. ZACHARIADES (1986) 3 CLR 852
AVRAAM ν. REPUBLIC (1986) 3 CLR 2321
REPUBLIC ν. PANAYIOTIDES (1987) 3 CLR 1081
GEORGHIOU & OTHERS ν. REPUBLIC (1988) 3 CLR 678
Αργυρίδης ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 380
Ηλιάδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 479
Δρουσιώτης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 519
Lewis ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 1253
Μιλτιάδους κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 1318
Ζαβρού κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 1836
Πρέζας ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 2304
Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 2575
Δημοκρατία ν. Κυπρή (1989) 3 ΑΑΔ 2600
Γιωργή κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 3336
Δημοκρατία ν. Aργυρούλλας Bασιλείου (1990) 3 ΑΑΔ 226
Δημοκρατία και Άλλοι ν. Aνδρέα Γιαλλουρίδη και Άλλων (1990) 3 ΑΑΔ 4316
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(1993) 4 ΑΑΔ 2844
9 Δεκεμβρίου, 1993
[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ/στής]
ANAΦOPIKA ME TO APΘPO 146 TOY ΣYNTAΓMATOΣ
ΜΑΡΙΑ ΕΥΘΥΜΙΟΥ,
Αιτήτρια,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
MEΣΩ EΠITPOΠHΣ ΔHMOΣIAΣ YΠHPEΣIAΣ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 532/92)
Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας — Ερμηνεία Σχεδίων Υπηρεσίας — Ανήκει στη διακριτική ευχέρεια της Ε.Δ.Υ — Αν η απόφαση είναι εύλογα επιτρεπτή, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει.
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Διορισμοί — Προφορικές εξετάσεις — Σημασία τους για θέσεις πρώτου διορισμού — Η αξιολόγηση των υποψηφίων σ' αυτές είναι αποκλειστικό δικαίωμα και καθήκον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας — Αξιολόγηση στην οποία προβαίνει ο Διευθυντής, δεν αποτελεί κριτήριο επιλογής, ούτε ενέχει θέση συστάσεων — Η Ε.Δ.Υ. δε χρειάζεται να αιτιολογήσει απόκλισή της από αυτήν.
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Διορισμοί — Προσφυγή — Ο αιτητής πρέπει να αποδείξει έκδηλη υπεροχή — Έννοια.
Η αιτήτρια προσέβαλε με την προσφυγή της τον διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Γεωλογικού Λειτουργού 2ης τάξης, Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης, από 1/6/92 αντί της ιδίας.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Η Επιτροπή έχει καθήκον να ερμηνεύσει η ίδια το Σχέδιο Υπηρεσίας μιας θέσης, να διακριβώσει τα προσόντα των υποψηφίων σαν πραγματικό γεγονός και να εφαρμόσει το Σχέδιο Υπηρεσίας στα γεγονότα της κάθε περίπτωσης, αποφασίζοντας αν οι υποψήφιοι κατέχουν τα απαιτούμενα προσόντα. Σύμφωνα με τη νομολογία, η ερμηνεία και η εφαρμογή των Σχεδίων Υπηρεσίας βρίσκονται στη αποκλειστική αρμοδιότητα της Επιτροπής και το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει ούτε υποκαθιστά την κρίση της Επιτροπής με τη δική του, αν αυτή ήταν εύλογα επιτρεπτή.
Η Επιτροπή διενήργησε τη δέουσα έρευνα σε σχέση με τα προσόντα των υποψηφίων. Όπως αναφέρθηκε και στο πρακτικό της συνεδρίασής της ημερομηνίας 10/4/1002. "η Επιτροπή έλαβε δεόντως υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων, σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης". Κανένας λόγος δε συντρέχει για αντικατάσταση της απόφασης του αρμοδίου οργάνου, αναφορικά με το ζήτημα της κατοχής από τους υποψηφίους των προσόντων, όπως προβλέπονταν από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης.
2. Η αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση, είναι αποκλειστικό δικαίωμα και καθήκον της Επιτροπής. Η αξιολόγηση του Γενικού Διευθυντή κατά την προφορική εξέταση δεν προνοείται ρητά από το Νόμο, δεν ενέχει θέση συστάσεων με βάση τα Άρθρα 34(9) και 35(4) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 1/90) και η Επιτροπή δεν έχει οποιαδήποτε δέσμευση να την ακολουθήσει ή να αιτιολογήσει τυχόν παρέκκλισή της από αυτή. Η εκτίμηση του Διευθυντή του Τμήματος για την απόδοση των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις δεν αποτελεί κριτήριο επιλογής, αλλά ένα παράγοντα για τη διαμόρφωση κρίσης από την Επιτροπή, όσον αφορά την απόδοση των υποψηφίων.
Σύμφωνα με το Άρθρο 33(11) του Ν. 1/90, η Επιτροπή κατά την τελική επιλογή και διορισμό των καλύτερων υποψηφίων λαμβάνει δεόντως υπόψη την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση μαζί με τα στοιχεία του εδαφίου (6). Η ιδιαίτερη σημασία την οποία αποκτούν οι προφορικές εξετάσεις σε περιπτώσεις πλήρωσης θέσεων πρώτου διορισμού ή πρώτου διορισμού και προαγωγής, όπου όλα τα αναγκαία στοιχεία δε βρίσκονται στους φακέλους ενώπιον του διορίζοντος οργάνου ή στις περιπτώσεις όπου η προσωπικότητα των υποψηφίων είναι ουσιώδους σημασίας, για την επιτυχή εκτέλεση των καθηκόντων μιας θέσης, έχει επανειλημμένα τονιστεί σε σειρά αποφάσεων. Η απόδοση των υποψηφίων κατά τη συνέντευξη αποτελεί μια διαδικασία που υποβοηθεί την Επιτροπή στην αξιολόγηση των υποψηφίων, κυρίως από απόψεως αξίας αλλά και σε κάποιο βαθμό από απόψεως προσόντων.
Το πρακτικό της Επιτροπής αναφορικά με την προφορική εξέταση υπήρξε επαρκές. Περιείχε τη φύση των ερωτήσεων που υποβλήθηκαν, αλλά και τα στοιχεία στα οποία βασίστηκε η εκτίμηση της Επιτροπής για τους υποψηφίους. Η απόδοση των υποψηφίων δεν αποτέλεσε ξεχωριστό στοιχείο κρίσεως, ούτε δόθηκε σ' αυτήν υπέρμετρη βαρύτητα, αλλά η αναγκαία σπουδαιότητα που εδικαιολογείτο από τη φύση της θέσης και τα καθήκοντα που προβλέπονταν από το Σχέδιο Υπηρεσίας.
3. Το ενδιαφερόμενο μέρος είχε εξαίρετες Εμπιστευτικές Εκθέσεις, κατείχε τα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας και το πλεονέκτημα και κρίθηκε "Εξαίρετος" σε όλες τις προφορικές εξετάσεις.
Ο ισχυρισμός της αιτήτριας για έλλειψη αιτιολογίας της επίδικης απόφασης δεν ευσταθεί. Η αιτιολογία περιείχετο στα πρακτικά της Επιτροπής και μπορούσε να συμπληρωθεί από τα στοιχεία των φακέλων της διοίκησης.
4. Για να επιτύχει μια προσφυγή εναντίον διορισμού ή προαγωγής, θα πρέπει ο αιτητής να αποδείξει όχι απλή αλλά έκδηλη υπεροχή έναντι του υποψηφίου που επιλέγηκε. Η υπεροχή τεκμηριώνεται ως έκδηλη όταν, μετά από συνεκτίμηση όλων των σχετικών στοιχείων και σύγκριση μεταξύ αιτητή και ενδιαφερόμενου μέρους, η υπεροχή του αιτητή είναι αναντίλεκτη και αυταπόδεικτη.
Η αιτήτρια δεν απέδειξε έκδηλη υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους. Η διακριτική εξουσία της Επιτροπής ασκήθηκε στα νόμιμα πλαίσια και δεν παρέχεται πεδίο για επέμβαση του Δικαστηρίου.
H προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Petsas v. Republic, 3 R.S.C.C. 60,
Frangoulides v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1680,
Αργυρίδης v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 380,
Πρέζας v. Ε.Ε.Υ. (1989) 3 Α.Α.Δ. 2304,
Δημοκρατία v. Κυπρή (1989) 3 Α.Α.Δ. 2600,
Lewis v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1253,
Georghiou and Others v. Republic (1988) 3 C.L.R. 678,
Παπαδόπουλος v. Ε.Δ.Υ. (1989) 3 Α.Α.Δ. 2575,
Δρουσιώτης κ.ά. v. Ε.Δ.Υ. (1989) 3 Α.Α.Δ. 519,
Ηλιάδης και Άλλος v. Ε.Δ.Υ. (1989) 3 Α.Α.Δ. 479,
Republic v. Panayiotides (1987) 3 C.L.R. 1081,
Avraam and Another v. Republic (1986) 3 C.L.R. 2321,
Christoudias v. Republic (1984) 3 C.L.R. 657,
Ζαβρός και Άλλοι v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1836,
Γεωργή και Άλλοι v. Δημοκρατία (1989) 3 Α.Α.Δ. 3336,
Δημοκρατία κ.ά. v. Γιαλλουρίδη κ.ά. (1990) 3 Α.Α.Δ. 4316,
Zachariades v. Republic (1986) 3 C.L.R. 852,
Μιλτιάδους κ.ά. v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1318,
Μακαρούνας v. Ε.Δ.Υ. (1991) 4 Α.Α.Δ. 388,
HadjiSavva v. Republic (1972) 3 C.L.R. 205,
Δημοκρατία v. Βασιλείου (1990) 3 Α.Α.Δ. 226,
HadjiIoannou v. Republic (1983) 3 C.L.R. 76.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης της καθ' ης η αίτηση με τη οποία διορίστηκε το ενδιαφερόμενο μέρος στη μόνιμη θέση Γεωλογικού Λειτουργού, 2ης τάξης (Τακτ. Προϋπολογισμός) Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης από 1.6.1992, αντί της αιτήτριας.
Α. Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.
Λ. Κουρσουμπά, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ' ης η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΠAΠAΔOΠOYΛOΣ, Δ.: Με την προσφυγή αυτή η αιτήτρια ζητά από το Δικαστήριο την πιο κάτω θεραπεία:
"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση της καθ' ης η αίτηση η οποία δημοσιεύτηκε στις 26.6.92 στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και με την οποίαν διόρισε τον 1. Κυριάκο Σολωμή, Γεωλογικό Λειτουργό 2ης τάξης στη μόνιμη θέση (Τακτικός Προϋπολογισμός) Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπισης από την 1.6.1992 αντί και/ή στη θέση της αιτήτριας είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος."
Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Γεωργίας και Φυσικών Πόρων με επιστολή του ημερομηνίας 6/2/1991 ζήτησε από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας να προβεί στις αναγκαίες ενέργειες για πλήρωση δύο μόνιμων θέσεων Γεωλογικού Λειτουργού, 2ης Τάξης, στο Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης του Υπουργείου Γεωργίας και Φυσικών Πόρων. Σύμφωνα με τις τότε ανάγκες της Υπηρεσίας ζητήθηκε όπως η μία θέση πληρωθεί από υποψήφιο - κάτοχο Πανεπιστημιακού διπλώματος ή τίτλου ή ισότιμου προσόντος στην Παλαιοντολογία, ενώ η άλλη από υποψήφιο - κάτοχο ανάλογου προσόντος στη Γεωλογία. (Βλέπε Παράρτημα 1 στην ένσταση.)
Επειδή η θέση Γεωλογικού Λειτουργού, 2ης Τάξης ήταν θέση πρώτου διορισμού, η Επιτροπή, στη συνεδρίασή της με ημερομηνία 21/2/1991 (Παράρτημα 2) αποφάσισε τη δημοσίευσή της και οι δύο πιο πάνω θέσεις δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερομηνίας 8/3/1991, Αρ. Γνωστοποίησης 865 (Παράρτημα 3).
Σε ανταπόκριση της πιο πάνω γνωστοποίησης υποβλήθηκαν 50 αιτήσεις. Ο Γραμματέας της Επιτροπής, ενεργώντας σύμφωνα με το άρθρο 33(3) του Ν. 1/90, με επιστολή του ημερομηνίας 5/6/1991 (Παράρτημα 4) απέστειλε στο Διευθυντή του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης, ως Πρόεδρο της αρμόδιας Συμβουλευτικής Επιτροπής, τις αιτήσεις των 50 υποψηφίων καθώς και όλα τα συναφή έγγραφα.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή στην έκθεσή της προς την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας ημερομηνίας 22/7/1991 (Παράρτημα 5), σύστησε οχτώ υποψήφιους σαν τους καταλληλότερους για διορισμό στη θέση, ανάμεσα στους οποίους περιλαμβάνονταν η αιτήτρια και το ενδιαφερόμενο μέρος. Στην ίδια έκθεση η Συμβουλευτική εισηγήθηκε την πλήρωση και των δύο κενών θέσεων από υποψήφιους κατόχους Πανεπιστημιακού διπλώματος ή τίτλου στη Γεωλογία, γιατί κανένας από τους υποψηφίους δεν κατείχε δίπλωμα στην Παλαιοντολογία.
Η Επιτροπή στη συνεδρίασή της με ημερομηνία 23/9/1991 (Παράρτημα 6) μελέτησε την έκθεση της Συμβουλευτικής και παρατήρησε ότι σ' αυτήν δεν εδιευκρινίζετο το απαιτούμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας επίπεδο καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας και δεν υπήρχε πόρισμα για όλους τους υποψηφίους αναφορικά με το πλεονέκτημα. Επίσης σημείωσε πως η εισήγηση της Συμβουλευτικής να πληρωθούν και οι δύο θέσεις από προσοντούχους στη Γεωλογία, δεν μπορούσε να γίνει αποδεχτή. Ως εκ τούτου, αποφάσισε να σταλεί ξανά το θέμα στη Συμβουλευτική για υποβολή νέου πορίσματος.
Ο Διευθυντής του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης με τις επιστολές του ημερομηνίας 11/11/1991 και 5/12/1991 (Παράρτημα 8), υπέβαλε συμπληρωματικές εκθέσεις προς την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, συστήνοντας τέσσερις υποψήφιους σαν τους καταλληλότερους για διορισμό σε μία θέση Γεωλογικού Λειτουργού 2ης Τάξης, ανάμεσα στους οποίους περιλαμβάνονταν η αιτήτρια και το ενδιαφερόμενο μέρος.
Η Επιτροπή κατά τη συνεδρίασή της με ημερομηνία 31/1/1992 (Παράρτημα 9) μελέτησε τις εκθέσεις της Συμβουλευτικής και υιοθέτησε, με βάση το σύνολο των ενώπιόν της στοιχείων, το πόρισμα ότι οι συστηθέντες κατείχαν την απαιτούμενη καλή γνώση της αγγλικής και το πλεονέκτημα του Σχεδίου Υπηρεσίας. Η Επιτροπή προέβη στον καταρτισμό του τελικού καταλόγου με τη συμπερίληψη σ' αυτόν τεσσάρων επιπλέον υποψηφίων που είχαν επίσης κριθεί ως εξαίρετοι κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής και αποφάσισε να καλέσει σε προφορική εξέταση τους οχτώ υποψηφίους του τελικού κατάλογου υποψηφίων, παρουσία του Διευθυντή του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης.
Η Επιτροπή δέχτηκε τους πιο πάνω υποψήφιους σε ατομική προφορική εξέταση στην παρουσία του Διευθυντή. Στους υποψηφίους υποβλήθηκαν ερωτήσεις σε θέματα που αφορούσαν τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης, με σκοπό τη διακρίβωση των γνώσεων, της κρίσης και της προσωπικότητάς τους. Ο Διευθυντής, μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης, αξιολόγησε την απόδοση όλων των υποψηφίων σ' αυτήν και χαρακτήρισε τόσο την αιτήτρια Ευθυμίου όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος Σολωμή, ως εξαίρετους. Μετά την αποχώρηση του Διευθυντή από τη συνεδρίαση, η Επιτροπή αξιολόγησε και η ίδια την απόδοση των υποψηφίων, υπό το φως των σχετικών κρίσεων του Διευθυντή. Η Επιτροπή χαρακτήρισε την αιτήτρια σαν "Πάρα Πολύ Καλή" και το ενδιαφερόμενο μέρος σαν "Εξαίρετο".
Στη συνέχεια η Επιτροπή ασχολήθηκε με τη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων. Έλαβε δεόντως υπόψη τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής και ενώπιον της ιδίας, τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, το περιεχόμενο των φακέλων των υποψηφίων που ήταν δημόσιοι υπάλληλοι και τα στοιχεία των αιτήσεων.
Η Επιτροπή έκρινε συμπερασματικά ότι το ενδιαφερόμενο μέρος Σολωμή, ο οποίος κατείχε το πλεονέκτημα που συνίστατο σε ουσιαστική, μακρά, ευδόκιμη και μακρόχρονη πείρα, αξιολογήθηκε ως εξαίρετος κατά τις προφορικές εξετάσεις και δείχνει συνεχές ενδιαφέρον για τη δουλειά του και για την ανάπτυξη των γνώσεών του, υπερείχε γενικά όλων των άλλων υποψηφίων και τον επέλεξε ως τον πιο κατάλληλο για διορισμό στη μόνιμη θέση Γεωλογικού Λειτουργού, 2ης Τάξης, Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης.
Στη συνεδρίασή της με ημερομηνία 20/5/1990 (Παράρτημα 11), η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη ότι ο υποψήφιος Σολωμή αποδέχτηκε το διορισμό του, καθόρισε σαν ημερομηνία έναρξης του διορισμού αυτού την 1/6/1992.
Οι βασικοί λόγοι ακύρωσης τους οποίους πρόβαλε ο δικηγόρος της αιτήτριας ήταν ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν κατείχε δίπλωμα αναγνωρισμένου πανεπιστημιακού ιδρύματος, ώστε να θεωρείται προσοντούχος με βάση το Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε και "προηγούμενη σχετική πείρα" ώστε να θεωρείται ότι κατείχε το πλεονέκτημα του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης.
Σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας το πρώτο απαιτούμενο προσόν ήταν: "Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν σε κατάλληλο θέμα π.χ. τη Γεωλογία, Γεωφυσική, Σεισμολογία, Χημεία, Παλαιοντολογία, Χημική Μηχανική, κ.λ.π.".
Το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν κάτοχος διπλώματος BsC στη Γεωλογία του Empire State College, State University of New York. (Βλέπε Ερυθρά 42, 56 και 57 στον προσωπικό του φάκελο). Το δίπλωμα αυτό αποκτήθηκε δι' αλληλογραφίας.
Ο δικηγόρος της αιτήτριας κατέθεσε στο Δικαστήριο επιστολή του Διευθυντή Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας με ημερομηνία 7/12/1992 (βλέπε Παράρτημα "Ψ" στη γραπτή του απάντηση), η οποία, όπως ισχυρίστηκε, παρουσίαζε την επίσημη θέση ότι οι τίτλοι σπουδών που απονέμονται από το Empire State College δεν αναγνωρίζονται από το Υπουργείο Παιδείας.
Δε συμφωνώ με την εισήγηση αυτή του δικηγόρου της αιτήτριας. Από το περιεχόμενο της επιστολής η οποία, ας σημειωθεί, φέρει ημερομηνία μεταγενέστερη από αυτήν της επίδικης πράξης και ουδέποτε τέθηκε υπόψιν της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας από την αιτήτρια κατά τη διάρκεια της διαδικασίας πλήρωσης της θέσης, δεν καθίσταται φανερό ότι αυτή είχε εξασφαλιστεί με σκοπό τη διαφώτιση επί της αξίας του συγκεκριμένου διπλώματος που κατείχε ο αιτητής, ούτε ότι αναφερόταν καθ' οιονδήποτε τρόπο στο δίπλωμα αυτό. Από το περιεχόμενο της επιστολής προκύπτει, αντίθετα, ότι αυτή θα μπορούσε να αναφέρεται σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, σε σχέση με οποιουδήποτε άλλου είδους δίπλωμα ή τρόπο φοίτησης, όπως για παράδειγμα στην παραχώρηση πιστωτικών μονάδων για φοίτηση σε διάφορα ιδρύματα, πείρα εργασίας, "μάθηση επί συμβολαίω" και λοιπά.
Ο ισχυρισμός του δικηγόρου της αιτήτριας ότι η επιστολή του Διευθυντή Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης που παρουσίασε ήταν επαρκές τεκμήριο της μη αναγνώρισης του διπλώματος του ενδιαφερόμενου μέρους από το Υπουργείο Παιδείας, παρέμεινε αναπόδεικτος και απορρίπτεται.
Ο δικηγόρος της αιτήτριας πρόβαλε επίσης το επιχείρημα ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν κατείχε το πλεονέκτημα του Σχεδίου Υπηρεσίας, της προηγούμενης σχετικής πείρας. Τόσο η Συμβουλευτική όσο και η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, ασχολήθηκαν με το θέμα του πλεονεκτήματος και έκριναν ότι το ενδιαφερόμενο μέρος το κατείχε. Η Επιτροπή σε σχετικό σχόλιο που έκαμε ανέφερε ότι το πλεονέκτημα του ενδιαφερόμενου μέρους συνίστατο σε ουσιαστική, ευδόκιμη και μακρόχρονη σχετική πείρα.
Το ενδιαφερόμενο μέρος διορίστηκε στη θέση Τεχνικού Βοηθού 2ης Τάξης, στο Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης του Υπουργείου Γεωργίας και Φυσικών Πόρων την 1/6/1971 και στις 15/3/1982 προάχθηκε στη μόνιμη θέση Τεχνικού 1ης Τάξης στο ίδιο Τμήμα. Τα καθήκοντα που εκτελούσε ο υπάλληλος από το 1971 μέχρι την ημερομηνία διορισμού του στην επίδικη θέση περιγράφονται στο Μέρος Α των εμπιστευτικών του εκθέσεων, που συμπληρώνονται από τον ίδιο τον αξιολογούμενο, καθώς και στο Μέρος IV (Α) που συμπληρώνεται από τον αξιολογούντα λειτουργό. Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατά την περίοδο μεταξύ του 1971-1990 εκτελούσε καθήκοντα σχετικά με αυτά της υπό πλήρωση θέσης. Για τα καθήκοντά του αυτά το ενδιαφερόμενο μέρος αξιολογείτο ως "Εξαίρετος" από το 1980 μέχρι το 1989 και κατά το 1990 είχε συστηθεί για προαγωγή. Το εύρημα της Επιτροπής ότι η πείρα του ενδιαφερόμενου μέρους ήταν ουσιαστική, ευδόκιμη και μακρόχρονη, ήταν εύλογο με βάση τα ενώπιον της Επιτροπής στοιχεία και ο ισχυρισμός για πλημμελή έρευνα εκ μέρους της παρέμεινε παντελώς ατεκμηρίωτος.
Η Επιτροπή έχει καθήκον να ερμηνεύσει η ίδια το Σχέδιο Υπηρεσίας μιάς θέσης, να διακριβώσει τα προσόντα των υποψηφίων σαν πραγματικό γεγονός και να εφαρμόσει το Σχέδιο Υπηρεσίας στα γεγονότα της κάθε περίπτωσης, αποφασίζοντας αν οι υποψήφιοι κατέχουν τα απαιτούμενα προσόντα. Σύμφωνα με τη νομολογία, η ερμηνεία και η εφαρμογή των Σχεδίων Υπηρεσίας βρίσκονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Επιτροπής και το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει ούτε υποκαθιστά την κρίση της Επιτροπής με τη δική του, αν αυτή ήταν εύλογα επιτρεπτή. (Βλέπε Petsas v. R. 3 R.S.C.C. 60, Frangoullides v. R. (1985) 3 C.L.R. 1680, Ρένος Αργυρίδης v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 380, Ιωάννης Πρέζας v. Ε.Ε.Υ. (1989) 3 Α.Α.Δ. 2304, Δημοκρατία v. Θεοφανώς Κυπρή (1989) 3 Α.Α.Δ. 2600 και Rolis Lewis v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1253.)
Η Επιτροπή διενήργησε τη δέουσα έρευνα σε σχέση με τα προσόντα των υποψηφίων. Όπως ανεφέρθηκε και στο πρακτικό της συνεδρίασής της ημερομηνίας 10/4/1992, "η Επιτροπή έλαβε δεόντως υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης." Κανένας λόγος δε συντρέχει για αντικατάσταση της απόφασης του αρμοδίου οργάνου αναφορικά με το ζήτημα της κατοχής από τους υποψήφιους των προσόντων, όπως προβλέπονταν από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης.
Ένας άλλος λόγος ακύρωσης που προβλήθηκε ήταν ότι, ενώ ο Γενικός Διευθυντής είχε αξιολογήσει την αιτήτρια ως "Εξαίρετη" κατά την προφορική εξέταση η Επιτροπή μείωσε την αξιολόγηση αυτή σε "Πάρα Πολύ Καλή", χωρίς να δώσει οποιανδήποτε αιτιολογία για την παρέκκλισή της από την αξιολόγηση του Διευθυντή.
Η αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση είναι αποκλειστικό δικαίωμα και καθήκον της Επιτροπής. (Βλέπε Andreas Georghiou and Others v. R. (1988) 3 C.L.R. 678.)
Η αξιολόγηση του Γενικού Διευθυντή κατά την προφορική εξέταση δεν προνοείται ρητά από το Νόμο, δεν ενέχει θέση συστάσεων με βάση τα άρθρα 34(9) και 35(4) του Ν. 1/90 και η Επιτροπή δεν έχει οποιαδήποτε δέσμευση να την ακολουθήσει ή να αιτιολογήσει τυχόν παρέκκλισή της από αυτή. (Βλέπε σχετικά, Δημήτρης Παπαδόπουλος v. Ε.Δ.Υ. (1989) 3 A.A.Δ. 2575.) Η εκτίμηση του Διευθυντή του Τμήματος για την απόδοση των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις δεν αποτελεί κριτήριο επιλογής, αλλά ένα παράγοντα για τη διαμόρφωση κρίσης από την Επιτροπή, όσον αφορά την απόδοση των υποψηφίων. (Βλέπε Μάριος Δρουσιώτης κ.ά. v. Ε.Δ.Υ. (1989) 3 Α.Α.Δ. 519 και Ηλιάδης και Άλλος v. Ε.Δ.Υ. (1989) 3 Α.Α.Δ. 479.)
Όπως αναφέρθηκε στο σχετικό πρακτικό της Επιτροπής, οι ερωτήσεις που υποβλήθηκαν στους υποψηφίους άπτονταν των καθηκόντων της υπό πλήρωση θέσης και αφορούσαν θέματα των διαφόρων κλάδων του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης, με σκοπό τη διαπίστωση των γνώσεων της κρίσης και της προσωπικότητας των υποψηφίων.
Σύμφωνα με το άρθρο 33(11) του Ν.1/90 η Επιτροπή κατά την τελική επιλογή και διορισμό των καλύτερων υποψηφίων λαμβάνει δεόντως υπόψη την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση μαζί με τα στοιχεία του εδαφίου (6). Η ιδιαίτερη σημασία την οποία αποκτούν οι προφορικές εξετάσεις σε περιπτώσεις πλήρωσης θέσεων πρώτου διορισμού ή πρώτου διορισμού και προαγωγής, όπου όλα τα αναγκαία στοιχεία δε βρίσκονται στους φακέλους ενώπιον του διορίζοντος οργάνου ή στις περιπτώσεις όπου τα στοιχεία των υποψηφίων είναι περίπου τα ίδια ή σε περιπτώσεις όπου η προσωπικότητα των υποψηφίων είναι ουσιώδους σημασίας για την επιτυχή εκτέλεση των καθηκόντων μιας θέσης, έχει επανειλημμένα τονιστεί σε σειρά αποφάσεων. (Βλέπε σχετικά, R. v. Panayiotides (1987) 3 C.L.R. 1081, Avraam and Another v. R. (1986) 3 C.L.R. 2321, Christoudias v. R. (1984) 3 C.L.R. 657, Νίκος Ζαβρός και Άλλοι v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1836, Γεώργιος Γεωργή και Άλλοι v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 3336 και Δημοκρατία κ.ά. v. Ανδρέα Γιαλλουρίδη κ.ά. (1990) 3 Α.Α.Δ. 4316.) Επίσης έχει τονιστεί πως η απόδοση των υποψηφίων κατά τη συνέντευξη αποτελεί μια διαδικασία που υποβοηθεί την Επιτροπή στην αξιολόγηση των υποψηφίων, κυρίως από απόψεως αξίας αλλά και σε κάποιο βαθμό από απόψεως προσόντων. (Βλέπε Zachariades v. R. (1986) 3 C.L.R. 852, R. v. Panayiotides (ανωτέρω), Κλέαρχος Μιλτιάδους κ.ά. v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1318 και Χρίστος Μακαρούνας v. Ε.Δ.Υ. (1991) 3 Α.Α.Δ. 388.)
Το πρακτικό της Επιτροπής αναφορικά με την προφορική εξέταση υπήρξε επαρκές· περιείχε τη φύση των ερωτήσεων που υποβλήθηκαν, αλλά και τα στοιχεία στα οποία βασίστηκε η εκτίμηση της Επιτροπής για τους υποψηφίους. Η απόδοση των υποψηφίων δεν αποτέλεσε ξεχωριστό στοιχείο κρίσεως ούτε δόθηκε σ' αυτήν υπέρμετρη βαρύτητα, αλλά η αναγκαία σπουδαιότητα που εδικαιολογείτο από τη φύση της θέσης και τα καθήκοντα που προβλέπονταν από το Σχέδιο Υπηρεσίας.
Το ενδιαφερόμενο μέρος είχε εξαίρετες εμπιστευτικές εκθέσεις, κατείχε τα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας και το πλεονέκτημα και κρίθηκε "Εξαίρετος" σε όλες τις προφορικές εξετάσεις.
Ο ισχυρισμός της αιτήτριας για έλλειψη αιτιολογίας της επίδικης απόφασης δεν ευσταθεί. Η αιτιολογία περιείχετο στα πρακτικά της Επιτροπής και μπορούσε να συμπληρωθεί από τα στοιχεία των φακέλων της διοίκησης. (Βλέπε HadjiSavva v. R. (1972) 3 C.L.R. 205 και Δημοκρατία v. Βασιλείου (1990) 3 Α.Α.Δ. 226.)
Για να επιτύχει μια προσφυγή εναντίον διορισμού ή προαγωγής, θα πρέπει ο αιτητής να αποδείξει όχι απλή αλλά έκδηλη υπεροχή έναντι του υποψηφίου που επιλέγηκε. Η υπεροχή τεκμηριώνεται ως έκδηλη όταν, μετά από συνεκτίμηση όλων των σχετικών στοιχείων και σύγκριση μεταξύ αιτητή και ενδιαφερόμενου μέρους, η υπεροχή του αιτητή είναι αναντίλεκτη και αυταπόδεικτη. (Βλέπε HadjiIoannou v. R. (1983) 3 C.L.R. 76 και Rolis Lewis v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1253.)
Η αιτήτρια δεν απέδειξε έκδηλη υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους. Η διακριτική εξουσία της Επιτροπής ασκήθηκε στα νόμιμα πλαίσια και δεν παρέχεται πεδίο για επέμβαση του Δικαστηρίου.
Η προσφυγή απορρίπτεται και η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
Τα έξοδα εναντίον της αιτήτριας.
H προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.