ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1993) 4 ΑΑΔ 2580
9 Νοεμβρίου, 1993
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]
ANAΦOPIKA ME TO APΘPO 146 KAI 28 TOY ΣYNTAΓMATOΣ
ΗΛΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΑΓΑΘΟΔΩΡΟΥ,
Αιτητής,
v.
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 936/91)
Ο Περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμος του 1978 (Ν. 18/78)— Εισαγωγή οχήματος ειδικού για χρήση από πρόσωπα που πάσχουν από σωματική αναπηρία — Απαλλαγή πληρωμής δασμού και φόρου — Κ.Δ.Π. 221/1979 — Η έκταση της απαλλαγής αποφασίζεται από τον Υπουργό Οικονομικών, με γνώμονα την οικονομική κατάσταση του αιτητή — Ορθά μετριέται η οικονομική κατάσταση με όλα τα περιουσιακά στοιχεία του προσώπου, που είναι εύκολα μετατρέψιμα σε ρευστό.
Ο αιτητής προσέβαλε, ως παντελώς αναιτιολόγητη, την απόφαση του Υπουργού Οικονομικών να εγκρίνει την αίτησή του για εισαγωγή αναπηρικού αυτοκινήτου με μειωμένο εισαγωγικό δασμό και φόρο μόνο κατά 87%.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
Οι σχετικές νομοθετικές πρόνοιες, που αναφέρονται γενικά στην απαλλαγή πληρωμής εισαγωγικού δασμού ή φόρου, είναι το Άρθρο 11(1) και (2) του περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1978 (Ν. 18/78) και η Κ.Δ.Π. 221 του 1979, που εξειδικεύει την περίπτωση απαλλαγής πληρωμής δασμού και φόρου για ειδικά οχήματα κατάλληλα προς χρήση και που εισάγονται από πρόσωπα που πάσχουν από σωματική αναπηρία. Στην Κ.Δ.Π. 221/79 προβλέπεται πως η έκταση της απαλλαγής αποφασίζεται από τον Υπουργό Οικονομικών, με γνώμονα την οικονομική κατάσταση του αιτητή. Για την άσκηση της εξουσίας του αυτής, ο Υπουργός ενέκρινε σχέδιο οικονομικών κριτηρίων, προφανώς για την ομοιόμορφη και ισότιμη αντιμετώπιση των αιτήσεων που υποβάλλονται.
Η οικονομική κατάσταση ενός προσώπου ορθά μετριέται με όλα τα περιουσιακά του στοιχεία, που είναι εύκολα μετατρέψιμα στην ελεύθερη αγορά σε ρευστό.
Ο ισχυρισμός για αναιτιολόγητη απόφαση είναι ανεδαφικός. Όπως γλαφυρά καταδεικνύεται από το περιεχόμενο της επιστολής, που στάληκε στον αιτητή, ημερ. 17 Ιουλίου 1991, που αναφέρεται και στην προσφυγή ως η προσβαλλόμενη επίδικη απόφαση, η έρευνα αναφορικά με την κοινωνικοοικονομική κατάσταση του αιτητή ήταν πλήρης. Ο ίδιος ο αιτητής παρουσίασε μάλιστα έκθεση ειδικού εμπειρογνώμονα για την αξία της ακίνητης του ιδιοκτησίας. Η απόφαση του Υπουργού για την κοινωνικοοικονομική κατάσταση του αιτητή, βασίστηκε σε σχετική έρευνα του αρμόδιου Κτηματολογικού Τμήματος και του Γραφείου Ευημερίας. Τα σχετικά δε πορίσματα υιοθέτησε ο Υπουργός, ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια κατά τρόπο, που εφόσον οι αριθμητικοί υπολογισμοί είναι ορθοί, δεν είναι επιλήψιμος.
H προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Μαρκίδης v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 3155,
Skouros v. Republic (1987) 3 C.L.R. 1101.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία ενέκριναν την εισαγωγή από τον αιτητή αναπηρικών αυτοκινήτων με μειωμένο εισαγωγικό δασμό και φόρο μόνο κατά 87%.
Μ. Βασιλείου, για τον Αιτητή.
Γ. Λαζάρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
APTEMIΔHΣ, Δ.: Διαπιστώθηκε πως ο αιτητής είναι ανάπηρο πρόσωπο και ο Διευθυντής Τμήματος Τελωνείων αποφάσισε ότι δικαιούται, σύμφωνα με το εδάφιο 01.09 του Τέταρτου Πίνακα του περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1978, της ευνοϊκής μεταχείρισης του Νόμου και κατ' ακολουθία ενέκρινε την εισαγωγή από αυτόν αναπηρικού αυτοκινήτου με μειωμένο εισαγωγικό δασμό και φόρο κατά 87%. Ο αιτητής δεν ικανοποιείται με αυτή την απόφαση. Εισηγείται πως δικαιούται πλήρους απαλλαγής δασμού και φόρου και με την παρούσα προσφυγή του προσβάλλει την επίδικη απόφαση.
Οι σχετικές νομοθετικές πρόνοιες, που αναφέρονται γενικά στην απαλλαγή πληρωμής εισαγωγικού δασμού ή φόρου, είναι το άρθρο 11(1) και (2) του Νόμου και η Κ.Δ.Π. 221 του 1979, που εξειδικεύει την περίπτωση απαλλαγής πληρωμής δασμού και φόρου για ειδικά οχήματα κατάλληλα προς χρήση και που εισάγονται από πρόσωπα που πάσχουν από σωματική αναπηρία. Στην Κ.Δ.Π. 221 προβλέπεται πως η έκταση της απαλλαγής αποφασίζεται από τον Υπουργό Οικονομικών με γνώμονα την οικονομική κατάσταση του αιτητή. Για την άσκηση της εξουσίας του αυτής ο Υπουργός ενέκρινε σχέδιο οικονομικών κριτηρίων, προφανώς για την ομοιόμορφη και ισότιμη αντιμετώπιση των αιτήσεων που υποβάλλονται.
Στην κρινόμενη υπόθεση ο δικηγόρος του αιτητή ισχυρίζεται πως είναι άγνωστο με ποιά κριτήρια ο Υπουργός κατέληξε στην απόφαση του, ή αν χρησιμοποίησε οποιαδήποτε κριτήρια, ποίος τα έχει υιοθετήσει. Λέγει επίσης πως η απόφαση του Υπουργού είναι παντελώς αναιτιολόγητη. Έχω τη γνώμη πως δεν ευσταθούν οι ισχυρισμοί του αυτοί. Ο ίδιος αναφέρθηκε, και είχε την καλοσύνη να μου δώσει και αντίγραφο, στην απόφαση, Κώστας Παπακυριάκου Μαρκίδη v. Της Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 3155, που εκδόθηκε από συνάδελφο Δικαστή, στην οποία γίνεται πλήρης αναφορά και σχολιασμός των οικονομικών κριτηρίων που ενέκρινε ο Υπουργός, και μάλιστα ο δικηγόρος επιχειρηματολόγησε πως, σύμφωνα με αυτή, η επίδικη διοικητική πράξη πρέπει να ακυρωθεί. Η εισήγησή του έχει την εξής αφετηρία: Στα οικονομικά κριτήρια που υιοθέτησε ο Υπουργός λαμβάνονται υπόψη το μηνιαίο εισόδημα του αιτητή, καθώς και άλλα περιουσιακά στοιχεία, με ιδιαίτερη αναφορά στην ακίνητη ιδιοκτησία. Ο συνάδελφος, στην πιο πάνω απόφασή του, εξέφρασε την άποψη πως η πρόθεση του νομοθέτη όπως εκφράστηκε στο Νόμο, δεν είναι να αναγκάζεται ένα ανάπηρο πρόσωπο να πωλεί την ακίνητη ιδιοκτησία του, για να αγοράσει το μέσο με το οποίο διακινείται. Σε προηγούμενη υπόθεση, Σκούρος v. Δημοκρατίας (1987) 3 Α.Α.Δ. 1101, άλλος Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν συμμερίζεται αυτή την άποψη. Υιοθετώ τη θέση που εκφράστηκε στην υπόθεση Σκούρος. Η οικονομική κατάσταση ενός προσώπου ασφαλώς μετριέται με όλα τα περιουσιακά του στοιχεία, που είναι εύκολα μετατρέψιμα στην ελεύθερη αγορά σε ρευστό. Ανοίγω στο σημείο αυτό μια παρένθεση για να επισημάνω πως δεν έχει εγερθεί ενώπιόν μου οποιοδήποτε άλλο νομικό ζήτημα, όπως π.χ. η συνταγματικότητα των σχετικών διατάξεων που εξετάζουμε.
Ο ισχυρισμός για αναιτιολόγητη απόφαση είναι ανεδαφικός. Οπως γλαφυρά καταδεικνύεται από το περιεχόμενο της επιστολής, που στάληκε στον αιτητή, ημερ. 17 Ιουλίου 1991, που αναφέρεται και στην προσφυγή ως η προσβαλλόμενη επίδικη απόφαση, η έρευνα αναφορικά με την κοινωνικοοικονομική κατάσταση του αιτητή ήταν πλήρης. Ο ίδιος ο αιτητής παρουσίασε μάλιστα έκθεση ειδικού εμπειρογνώμονα για την αξία της ακίνητης του ιδιοκτησίας. Η απόφαση του Υπουργού για την κοινωνικοοικονομική κατάσταση του αιτητή βασίστηκε σε σχετική έρευνα του αρμόδιου Κτηματολογικού Τμήματος και του Γραφείου Ευημερίας. Τα σχετικά δε πορίσματα υιοθέτησε ο Υπουργός, ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια κατά τρόπο, που εφόσον οι αριθμητικοί υπολογισμοί είναι ορθοί, δεν είναι επιλήψιμος.
Η προσφυγή επομένως απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος του αιτητή.
H προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.