ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1993) 4 ΑΑΔ 1738
23 Ιουλίου, 1993
[ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ/στής]
ΧΡΙΣΤΟΣ Σ. ΜΑΚΑΡΟΥΝΑΣ,
Αιτητής,
v.
KΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ου η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 447/91)
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Σχέδια Υπηρεσίας — Ερμηνεία και εφαρμογή του από το αρμόδιο διοικητικό όργανο — Πεδίο επέμβαση του Δικαστηρίου.
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Διορισμοί — Συνεντεύξεις — Χρόνος που μεσολαβεί έως την καταγραφή των αξιολογήσεων σε αυτές — Δεν υπάρχει συγκεκριμένο όριο — Κατ' ίδιαν περιπτώσεις από τη νομολογία — Αυξημένη σπουδαιότητα της απόδοσης στις συνεντεύξεις και την πλήρωση θέσεων Πρώτου Διορισμού ή Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής.
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Διορισμοί — Κριτήρια επιλογής με βάση το Νόμο — Συμμετοχή υποψηφίων δημοσίων υπαλλήλων και μη.
Με την προσφυγή ο αιτητής επιζήτησε την ακύρωση του διορισμού του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Λέκτορα στη Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Όπως έχει επανειλημμένα νομολογηθεί, η ερμηνεία των Σχεδίων Υπηρεσίας ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του διοικητικού οργάνου που είναι επιφορτισμένο με την εφαρμογή τους. Το Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο αν η ερμηνεία και εφαρμογή δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή.
2. Από τη μελέτη των σχετικών αποφάσεων πάνω στο θέμα προκύπτει ότι δεν υπάρχει συγκεκριμένο χρονικό περιθώριο πέραν του οποίου θεωρείται επισφαλής η μεταγενέστερη καταγραφή σε πρακτικά των εντυπώσεων από συνεντεύξεις. Η κάθε περίπτωση εξαρτάται από τα ιδιαίτερα περιστατικά της.
Στην παρούσα υπόθεση, η Συμβουλευτική Επιτροπή παρέλειψε μεν να καταγράψει στην Έκθεσή της τη γενική εντύπωση που αποκόμισε από τις συνεντεύξεις, όπως προνοεί το Άρθρο 33(14) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (Ν.1/90) αλλά στον κατάλογο των υποψήφιων που σύστησε γίνεται αναφορά στην εντύπωση που αποκόμισε η Επιτροπή σε επιμέρους σημεία της αξιολόγησης.
Επομένως στην προκειμένη περίπτωση δεν υπήρξε πλήρης έλλειψη καταγραφής της απόδοσης των υποψηφίων στη συνέντευξη.
Με βάση τα γεγονότα στην παρούσα υπόθεση και έχοντας υπόψη τις γενικές αρχές που καθορίστηκαν από τη νομολογία, το διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ των συνεντεύξεων και της ετοιμασίας της συμπληρωματικής έκθεσης της Συμβoυλευτικής Επιτροπής, δεν ήταν υπερβολικό ώστε να καταστήσει επισφαλή τα συμπεράσματα της Συμβουλευτικής αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις.
3. Αναφορικά με τα ευμενή σχόλια που εξέφρασε ο Διευθυντής του Α.Τ.Ι. για την απόδοση του αιτητή κατά τη διάρκεια της απασχόλησης του στο Α.Τ.Ι., θεωρείται ότι η ΕΔΥ δεν ήταν υποχρεωμένη να τα λάβει υπόψη κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης. Τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για την επιλογή του καταλληλότερου υποψήφιου σε θέσεις Πρώτου Διορισμού καθορίζονται σαφώς στα Άρθρα 33(6) και 33(11) του Νόμου. Η ΕΔΥ θα είχε υποχρέωση να λάβει υπόψη κατά την επιλογή την απόδοση του αιτητή, μόνο αν αυτός ήταν δημόσιος υπάλληλος και τούτο γιατί το στοιχείο αυτό θα ήταν μέρος της υπηρεσιακής του έκθεσης, το περιεχόμενο της οποίας, σύμφωνα με το Άρθρο 33(6), λαμβάνεται υπόψη.
Επιπρόσθετα, και σύμφωνα με τη νομολογία, η απόδοση των υποψηφίων κατά τις προφορικές συνεντεύξεις, έχει αυξημένη σπουδαιότητα κατά την πλήρωση θέσεων Πρώτου Διορισμού, ή Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής.
4. Όσον αφορά την θέση που κατέλαβε το ενδιαφερόμενο μέρος και που είναι το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής, δεν τίθεται θέμα πλάνης, εφόσον η θέση αυτή υπήρχε τόσο κατά την αρχή όσο και κατά το τέλος της διαδικασίας πλήρωσής της.
H προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Frangoullides v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1680,
Rolis Lewis v. Δημοκρατίας (1989) 3 A.A.Δ. 1253,
Χατζηπαύλου v. Α.Η.Κ. (1991) 3 Α.Α.Δ. 11,
Republic v. Maratheftis and Another (1986) 3 C.L.R. 1407,
P.S.C. v. Potoudes and Others (1987) 3 C.L.R. 1591.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση του καθ' ου η αίτηση με την οποία διορίσθηκε το ενδιαφερόμενο μέρος στη μόνιμη θέση Λέκτορα (Επιστήμες Ηλεκτρονικών Υπολογιστών) στο Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο από 15.3.1991, αντί του αιτητή.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Α. Παπασάββας, Δικηγόρος της Δημοκρατιας, για τον Καθ' ου η αίτηση.
Κ. Ευσταθίου, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.
Cur. adv. vult.
XATZHTΣAΓΓAPHΣ, Δ.: Ο αιτητής στην παρούσα προσφυγή ζητά από το Δικαστήριο την πιο κάτω θεραπεία:
"1. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ' ου η αίτηση, η οποία γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή του καθ' ου η αίτηση ημερομ. 16.4.91, και με την οποία διόρισε την Παγώνα Κατσούρη στη μόνιμη θέση Λέκτορα (Επιστήμες Ηλεκτρονικών Υπολογιστών) στο Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο από 15.3.1991 αντί και/ή στη θέση του αιτητή είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος."
Με επιστολή του Γενικού Διευθυντή Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ημερ. 20.2.90 ζητήθηκε από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) η πλήρωση δύο κενών μόνιμων θέσεων Λέκτορα στο Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο με ειδικότητα στα συστήματα Ηλεκτρονικού Υπολογιστή και στην επιστήμη Ηλεκτρονικών Υπολογιστών. Αργότερα αποφασίστηκε να καθοριστεί η ειδικότητα και των δύο θέσεων στην επιστήμη των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών. Η θέση είναι θέση Πρώτου Διορισμού.
Σε ανταπόκριση στη σχετική δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας υποβλήθηκαν 61 αιτήσεις. Οι αιτήσεις και όλα τα σχετικά στάληκαν στις 14.5.90 στο Διευθυντή του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου (Α.Τ.Ι.) ως Πρόεδρο της αρμόδιας Συμβουλευτικής Επιτροπής.
Στις 26.6.90 ο Διευθυντής του Α.Τ.Ι. διαβίβασε στην ΕΔΥ την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής η οποία σύστησε για επιλογή οκτώ υποψήφιους μεταξύ των οποίων ήταν ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος.
Στη συνεδρίασή της με ημερομηνία 20.8.90, η ΕΔΥ εξέτασε την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και παρατήρησε ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή παρέλειψε να ενεργήσει σύμφωνα με το άρθρο 33(14) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, όπως αυτός τροποποιήθηκε (ο Νόμος) δηλαδή δεν κατέγραψε τη γενική εντύπωση αναφορικά με την απόδοση κάθε υποψηφίου στην προφορική εξέταση, και αποφάσισε να ξαναστείλει το θέμα στη Συμβουλευτική Επιτροπή για να καταγράψει και αιτιολογήσει τη γενική εντύπωση.
Ο Διευθυντής του Α.Τ.Ι. με επιστολή του ημερ. 18.9.90 διαβίβασε στην ΕΔΥ συμπληρωματική έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Η Συμβουλευτική έκρινε σαν "εξαίρετη" το ενδιαφερόμενο μέρος Κατσούρη και τον αιτητή σαν "πάρα πολύ καλό".
Η ΕΔΥ δέχτηκε σε προφορική εξέταση τους υποψήφιους στη συνεδρίασή της ημερ. 30.11.90. Μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης ο Διευθυντής του Α.Τ.Ι. αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων και αφού αυτός αποχώρησε, αξιολόγησε και η ΕΔΥ την απόδοσή τους. Το ενδιαφερόμενο μέρος κρίθηκε ως "εξαίρετη" από το Διευθυντή και από την ΕΔΥ. Ο αιτητής κρίθηκε ως "πολύ καλός" από το Διευθυντή και ως "σχεδόν πολύ καλός" από την ΕΔΥ. Η προφορική εξέταση των υποψηφίων συνεχίστηκε στη συνεδρίαση της ΕΔΥ ημερ. 18.12.90.
Ο Διευθυντής, προτού αποχωρήσει από την πιο πάνω συνεδρίαση, ανάφερε ότι η απόδοση του Χρίστου Μακαρούνα, ο οποίος εργάζεται ως έκτακτος στο Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο, είναι εξαίρετη.
Η ΕΔΥ έκρινε ότι το πλεονέκτημα που προβλέπεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης έχουν οι Ελίζα Αγγελίδου, Παγώνα Κατσούρη, Χρίστος Μακαρούνας, Κυριάκος Ματθαίου και Νίκος Φιλίππου.
Ακολούθως η ΕΔΥ ασχολήθηκε με τη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψήφιων, και, αφού έλαβε δεόντως υπόψη τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης των υποψήφιων που διεξήχθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, τα προσόντα των υποψήφιων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, το περιεχόμενο του Προσωπικού Φακέλου και του Φακέλου των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων της υποψήφιας Παγώνας Κατσούρη, η οποία είναι δημόσιος υπάλληλος, όπως επίσης και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων καθώς και την απόδοση των υποψήφιων κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της, επέλεξε τις Ελίζα Αγγελίδου και Παγώνα Κατσούρη ως τις καταλληλότερες από τους υποψήφιους για διορισμό στη θέση Λέκτορα (Επιστήμης Ηλεκτρονικών Υπολογιστών), Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο.
Η ΕΔΥ στη συνεδρίασή της με ημερομηνία 21.2.91 καθόρισε ως ημερομηνία ισχύος του διορισμού των πιο πάνω την 1.3.91.
Ο δικηγόρος του αιτητή στο στάδιο της γραπτής του απάντησης έθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου αντίγραφα πρακτικών των συνεδριάσεων της ΕΔΥ με ημερομηνίες 1.3.91 και 8.3.91 στα οποία αναφέρεται ότι όπως διαπιστώθηκε, καταργήθηκε η μια από τις δύο κενές θέσεις με τον Προϋπολογισμό του 1991, έναντι δημιουργίας μιας θέσης Ανώτερου Λέκτορα.
Η αρμόδια αρχή, με επιστολή της ημερομηνίας 25.2.91, ζήτησε από την ΕΔΥ να προβεί σε υπεράριθμο διορισμό στη θέση Λέκτορα (Επιστήμης Ηλεκτρονικών Υπολογιστών), έναντι μιας θέσης Ανώτερου Λέκτορα που είναι κενή, με βάση το άρθρο 43(1)(β) του Νόμου.
Ύστερα από αυτό, η ΕΔΥ αποφάσισε να ανασταλεί ο από 1.3.91 διορισμός των Ελίζας Αγγελίδου και Παγώνας Κατσούρη, ωσότου να δοθεί συμβουλή από τη Νομική Υπηρεσία κατά πόσον η ΕΔΥ μπορεί να ανακαλέσει το διορισμό των πιο πάνω, να προχωρήσει στην επιλογή της καταλληλότερης από αυτές για διορισμό στη μία θέση που είναι κενή, και να προβεί σε υπεράριθμο διορισμό της άλλης σε ίδια θέση Λέκτορα (Επιστήμης Ηλεκτρονικών Υπολογιστών), έναντι της κενής θέσης Ανώτερου Λέκτορα.
Σύμφωνα με τη συμβουλή που πήρε από το Γενικό Εισαγγελέα η ΕΔΥ επανεξέτασε το θέμα της επιλογής των δύο υποψήφιων, και ύστερα από προσεκτική σύγκριση επέλεξε ως επικρατέστερη την Παγώνα Κατσούρη.
Ύστερα από αυτό, η ΕΔΥ θεώρησε ότι αναβιώνει η προσφορά διορισμού που έγινε στην Παγώνα Κατσούρη, την οποία και αποδέχτηκε, και όρισε την 15.3.91 ως ημερομηνία ισχύος του διορισμού της στη θέση Λέκτορα (Επιστήμης Ηλεκτρονικών Υπολογιστών).
Επίσης η ΕΔΥ, καθοδηγούμενη και από τη συμβουλή του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, αποφάσισε να προβεί σε υπεράριθμο διορισμό της Ελίζας Αγγελίδου στη θέση Λέκτορα (Επιστήμης Ηλεκτρονικών Υπολογιστών), από 15.3.91.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο αιτητής πρόσβαλε και τον υπεράριθμο διορισμό της Ελίζας Αγγελίδου με την προσφυγή αρ. 446/91.
Ο δικηγόρος του αιτητή ισχυρίστηκε ότι το πτυχίο της Κατσούρη δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας γιατί αυτή είναι πτυχιούχος στην Επιστήμη των Μαθηματικών και Ηλεκτρονικών Υπολογιστών (B.Sc. in Mathematics and Computing) και ότι το πτυχίο αυτό είναι εντελώς διαφορετικό από αυτό των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών. Η παράγραφος 3 του Σχεδίου Υπηρεσίας προνοεί τα εξής:
"3. Απαιτούμενα προσόντα:
(1) Πανεπιστημιακό Δίπλωμα ή Τίτλος ή ισότιμο προσόν που αποκτήθηκε μετά τη συμπλήρωση προγράμματος σπουδών που περιλάμβανε κύρια θέματα μελέτης σχετικά με την ειδικότητα την οποία προορίζεται να διδάξει ......................................................................................
(2) Τριετής πείρα ή/και άσκηση σχετική με την ειδικότητά του που αποκτήθηκε μετά την επιτυχή συμπλήρωση τριετούς τουλάχιστον εκπαιδευτικού προγράμματος για την απόκτηση τίτλου σπουδών από ίδρυμα τριτοβάθμιου επιπέδου ...............................................................................
3) Αριστη γνώση της Αγγλικής γλώσσας.
(4) Μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος ή/και πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης που αποκτήθηκε είτε σε υπηρεσία σε δημόσια θέση είτε σε έκτακτη απασχόληση στη Δημόσια Υπηρεσία θα αποτελεί πλεονέκτημα.
............................................................................................
............................................................................................"
Το ενδιαφερόμενο μέρος επεσύναψε στην Αίτηση που υπέβαλε για διορισμό στην επίδικη θέση αντίγραφο του πτυχίου της και αναλυτική κατάσταση (transcript) των μαθημάτων που παρακολούθησε κατά τη διάρκεια των σπουδών της. Τα στοιχεία αυτά είναι καταχωρημένα στον προσωπικό φάκελο της και ήταν ενώπιον της ΕΔΥ κατά την ημερομηνία λήψης της επίδικης απόφασης.
Όπως έχει επανειλημμένα νομολογηθεί, η ερμηνεία των Σχεδίων Υπηρεσίας ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του διοικητικού οργάνου που είναι επιφορτισμένο με την εφαρμογή τους. Το Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο αν η ερμηνεία και εφαρμογή δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή. (Βλ. μεταξύ άλλων Φραγκουλλίδης κ.ά. v. Δημοκρατίας (1985) 3 C.L.R. 1680, Rolis Lewis v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1253, Ιωάννης Χατζηπαύλου v. Α.Η.Κ. (1991) 3 Α.Α.Δ. 11.)
Η ΕΔΥ με βάση τα στοιχεία που είχε ενώπιόν της αναφορικά με τα προσόντα του ενδιαφερομένου μέρους έκρινε ότι αυτή ικανοποιούσε τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας. Κάτω από τις περιστάσεις θεωρώ ότι η απόφαση της ΕΔΥ να θεωρήσει ότι το ενδιαφερόμενο μέρος πληρούσε το σχετικό όρο του Σχεδίου Υπηρεσίας ήταν εύλογα επιτρεπτή, και δε δικαιολογείται επέμβαση στην κρίση της από το Δικαστήριο. Ο ισχυρισμός αυτός κρίνεται ανυπόστατος και απορρίπτεται.
Είναι επίσης η θέση του δικηγόρου του αιτητή ότι στους συγκριτικούς πίνακες που ετοιμάστηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και στους οποίους όπως ισχυρίζεται, στήριξαν τις κρίσεις τους τόσο η Συμβουλευτική όσο και η ΕΔΥ υπάρχουν ανακρίβειες που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν έχει γίνει η δέουσα έρευνα. Οι ανακρίβειες αφορούν κυρίως τη χρονική διάρκεια της συνολικής πείρας του ενδιαφερομένου μέρους. Συγκεκριμένα το ενδιαφερόμενο μέρος λανθασμένα πιστώθηκε με μεγαλύτερη συνολική πείρα απ' ό,τι ο αιτητής. Επίσης, στην πραγματικότητα η πείρα τόσο του αιτητή όσο και του ενδιαφερόμενου μέρους είναι μικρότερη απ' ό,τι αναγράφεται στους πίνακες. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ενόσω οι δύο υποψήφιοι εργοδοτούνταν στο Α.Τ.Ι. εργάζονταν παράλληλα και σε ιδιωτικά κολλέγια και κατά τον υπολογισμό της πείρας θεωρήθηκε ως επιπρόσθετη πείρα και η παράλληλη εργοδότησή τους σε ιδιωτικά κολλέγια.
Η πείρα που θεωρήθηκε ως πλεονέκτημα σύμφωνα με την παρ. 3(4) του Σχεδίου Υπηρεσίας και το οποίο κρίθηκε ότι το κατέχουν και οι δύο, είναι περίπου ίση.
Στον προσωπικό φάκελο του ενδιαφερόμενου μέρους και στην Αίτηση για διορισμό στην επίδικη θέση που υπέβαλε ο αιτητής, επισυνάφθηκαν πιστοποιητικά από το Α.Τ.Ι. και από τα ιδιωτικά κολλέγια στα οποία υπηρέτησαν και στα οποία φαίνονται με λεπτομέρεια οι πραγματικές χρονικές περίοδοι εργοδότησής τους τόσο στο Α.Τ.Ι. όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Τα πιστοποιητικά αυτά ήταν ενώπιον της ΕΔΥ κατά τον ουσιώδη χρόνο και δεν έχουν αποδειχθεί επαρκώς οι ισχυρισμοί ότι η ΕΔΥ στήριξε την κρίση της στους συγκριτικούς πίνακες και ότι δεν έχει προβεί σε δέουσα έρευνα.
Όσον αφορά τη Συμβουλευτική Επιτροπή η πλάνη στους συγκριτικούς πίνακες αναφορικά με τον ακριβή χρόνο πείρας των υποψηφίων, δεν ήταν ουσιώδης, και δε φαίνεται να έχει επηρεάσει αρνητικά τον αιτητή εφόσον αυτός ήταν ανάμεσα στους οκτώ υποψήφιους που συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική.
Κατά συνέπεια απορρίπτεται και αυτός ο ισχυρισμός του αιτητή.
Ο επόμενος λόγος ακύρωσης που προβλήθηκε αφορά τις συνεντεύξεις και το γεγονός ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν κατέγραψε αμέσως τη γενική εντύπωση που απεκόμισε απ' αυτές.
Οι συνεντεύξεις ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής έγιναν σύμφωνα με την Εκθεση της Συμβουλευτικής στις 14 και 15 Ιουνίου 1990. Η συμπληρωματική έκθεση δε φέρει ημερομηνία, στάληκε όμως στην ΕΔΥ με συνοδευτική επιστολή ημερ. 18.9.90. Η ΕΔΥ διαπίστωσε τη μη συμμόρφωση με το άρθρο 33(14) του Νόμου κατά τη συνεδρία της με ημερομηνία 20.8.90. Το συμπέρασμα που εξάγεται είναι ότι η συμπληρωματική έκθεση πρέπει να ετοιμάστηκε μεταξύ 20.8.90 και 18.9.90 (το αργότερο) δηλαδή τρεις μήνες μετά την ημερομηνία διεξαγωγής των συνεντεύξεων.
Από τη μελέτη των σχετικών αποφάσεων πάνω στο θέμα προκύπτει ότι δεν υπάρχει συγκεκριμένο χρονικό περιθώριο πέραν του οποίου θεωρείται επισφαλής η μεταγενέστερη καταγραφή σε πρακτικά των εντυπώσεων από συνεντεύξεις. Η κάθε περίπτωση εξαρτάται από τα ιδιαίτερα περιστατικά της. Στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Republic v. Maratheftis and Another (1986) 3 C.L.R. σελ. 1407 στην οποία αναφέρθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, κρίθηκε ότι ο χρόνος των 5 μηνών και, που μεσολάβησε μεταξύ της ημερομηνίας των συνεντεύξεων και της καταγραφής των εντυπώσεων καθιστούσε επισφαλή την ορθότητα και ακρίβεια της καταγραφής, και υπήρχε πιθανότητα η ΕΔΥ να είχε ενεργήσει υπό καθεστώς πλάνης. Οι υποψήφιοι που έλαβαν μέρος στην συνέντευξη ήταν 11.
Στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση P.S.C. v. Potoudes and Others (1987) 3 C.L.R. σελ. 1591, το Δικαστήριο αποδέχθηκε την έφεση και έκρινε ότι ο χρόνος που μεσολάβησε (από 39 μέχρι 79 μέρες) δεν καθιστούσε επισφαλή την καταγραφή των εντυπώσεων. Οι υποψήφιοι ήταν 66.
Το Δικαστήριο διαφοροποίησε την υπόθεση Maratheftis (πιο πάνω) και έκρινε ότι τα γεγονότα στην υπόθεση Potoudes ήταν διαφορετικά. Στις σελίδες 1601-1602 λέχθηκαν τα εξής:
"The learned Judge treated the case of Maratheftis as establishing the rule that inordinate delay in recording in the minutes the results of an interview makes the likelihood of error unavoidable and on that account the decision was vulnerable to be set aside. With great respect to the learned trial Judge, the decision in Maratheftis does not establish any such principle of administrative law. The decision in Maratheftis is but a species of the application of the broader principle that the absence of proper records pertaining to the decision of an administrative body makes the decision, liable to be set aside. The outcome of the case in Maratheftis was inextricably connected with the particular facts of that case ................................................................
...................................................................................................................
The facts of the present case are distinguishable from those in Maratheftis in a number of respects................................................"
The principle of law deriving from the case of Maratheftis is that collective organs must keep proper records of their proceedings and deliberations in the interest of the efficient transaction of administrative business on the one hand and effective judicial control on the other. The interview of candidates for the purpose of making appointments in the public service being a matter referrable to their deliberations should be the subject of a record. The accuracy and reliability of records is inevitably connected with the contemporaneity of the records with the event. Where a record is made subsequently to the event, the assessment of its accuracy and reliability is a question of fact. The decision in Maratheftis does not lay down that failure to keep a contemporaneous record necessarily exposes the record subsequently made to error. ................................................................................................................"
Στην παρούσα υπόθεση η Συμβουλευτική Επιτροπή παρέλειψε μεν να καταγράψει στην Έκθεσή της τη γενική εντύπωση που αποκόμισε από τις συνεντεύξεις όπως προνοεί το άρθρο 33(14), αλλά στον κατάλογο των υποψηφίων που σύστησε (Πίνακας Ι) γίνεται αναφορά στην εντύπωση που απεκόμισε η Επιτροπή σε επιμέρους σημεία της αξιολόγησης. Η κατάσταση όσον αφορά τον αιτητή και το ενδιαφερόμενο μέρος παρουσιάζεται ως εξής:
Ικανότητα
Ενημέρωση Διατύπωσης Προσωπικότητα
Σκέψεων
Κατσούρη Παγώνα Εξαίρεση Εξαίρετη Πάρα πολύ καλή
Μακαρούνα Χρίστος Εξαίρετη Πάρα πολύ Καλή Πάρα πολύ καλή
Επομένως στην προκειμένη περίπτωση δεν υπήρξε πλήρης έλλειψη καταγραφής της απόδοσης των υποψηφίων στη συνέντευξη.
Με βάση τα γεγονότα στην παρούσα υπόθεση και έχοντας υπόψη τις γενικές αρχές που καθορίστηκαν από την νομολογία, βρίσκω ότι το διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ των συνεντεύξεων και της ετοιμασίας της συμπληρωματικής έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, δεν ήταν υπερβολικό ώστε να καταστήσει επισφαλή τα συμπεράσματα της Συμβουλευτικής αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις.
Αβάσιμο θεωρώ και τον ισχυρισμό ότι ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος κρίθηκαν σχεδόν ισάξιοι στις συνεντεύξεις ενώπιον της Συμβουλευτικής επειδή λήφθηκαν υπόψη τα λανθασμένα στοιχεία στους συγκριτικούς πίνακες. Οι ανακρίβειες στους συγκριτικούς πίνακες αφορούσαν την πείρα των δύο υποψηφίων, στοιχείο που δε σχετίζεται με τα θέματα για τα οποία βαθμολογήθηκαν οι υποψήφιοι, όπως αυτά αναφέρονται πιο πάνω.
Αναφορικά με τα ευμενή σχόλια που εξέφρασε ο Διευθυντής του Α.Τ.Ι. για την απόδοση του αιτητή κατά τη διάρκεια της απασχόλησής του στο Α.Τ.Ι. θεωρώ ότι η ΕΔΥ δεν ήταν υποχρεωμένη να τα λάβει υπόψη κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης. Τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για την επιλογή του καταλληλότερου υποψήφιου σε θέσεις Πρώτου Διορισμού καθορίζονται σαφώς στα άρθρα 33(6) και 33(11) του Νόμου. Η ΕΔΥ θα είχε υποχρέωση να λάβει υπόψη κατά την επιλογή την απόδοση του αιτητή, μόνο αν αυτός ήταν δημόσιος υπάλληλος και τούτο γιατί το στοιχείο αυτό θα ήταν μέρος της υπηρεσιακής του έκθεσης το περιεχόμενο της οποίας, σύμφωνα με το άρθρο 33(6), λαμβάνεται υπόψη.
Στη συνέχεια ο κ. Αγγελίδης ισχυρίστηκε ότι η ΕΔΥ λανθασμένα έδωσε υπερβολική βαρύτητα στις συνεντεύξεις και ότι η εντύπωση που σχημάτισε κατά τη συνέντευξη διαδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο στην επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους.
Το σχετικό απόσπασμα των πρακτικών της ΕΔΥ δεν υποστηρίζει την πιο πάνω εισήγηση. Η ΕΔΥ αξιολόγησε και στάθμισε όλα τα κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 33(11).
Επιπρόσθετα, και σύμφωνα με τη νομολογία η απόδοση των υποψηφίων κατά τις προφορικές συνεντεύξεις, έχει αυξημένη σπουδαιότητα κατά την πλήρωση θέσεων Πρώτου Διορισμού, ή Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής. (Βλ. P.S.C. v. Potoudes and Others (πιο πάνω)).
Ενόψει των πιο πάνω απορρίπτεται και αυτός ο ισχυρισμός του αιτητή.
Ο κ. Αγγελίδης πρόβαλε επίσης τον ισχυρισμό ότι η ΕΔΥ κατά την επιλογή έλαβε υπόψη το γεγονός ότι το ενδιαφερόμενο μέρος είναι δημόσιος υπάλληλος, εξωγενές στοιχείο κρίσης που δεν έπρεπε να είχε ληφθεί υπόψη. Η απλή αναφορά του γεγονότος αυτού στα πρακτικά της ΕΔΥ δεν οδηγεί αυτόματα στο συμπέρασμα ότι λήφθηκε υπόψη ή δόθηκε σ' αυτό βαρύτητα. Πιστεύω ότι η αναφορά έγινε για να προσδιοριστεί ο λόγος για τον οποίο λήφθηκε υπόψη το περιεχόμενο του προσωπικού φακέλου και του φακέλου των υπηρεσιακών εκθέσεων της Κατσούρη σε αντίθεση με άλλους υποψήφιους που δεν ήταν δημόσιοι υπάλληλοι.
Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας στη γραπτή του αγόρευση απορρίπτει τους ισχυρισμούς του αιτητή και ισχυρίζεται ότι ο αιτητής απέτυχε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή που να δικαιολογεί ακύρωση του διορισμού του ενδιαφερόμενου μέρους.
Ο δικηγόρος του αιτητή στη γραπτή του απάντηση αναφέρεται στις συνεδρίες της ΕΔΥ ημερ. 1.3.91 και 8.3.91 όπου διαπιστώθηκε η κατάργηση της μιας κενής θέσης από τον Προϋπολογισμό του 1991 και στα γεγονότα που οδήγησαν στη μετάθεση της ημερομηνίας του διορισμού της Κατσούρη από 1.3.91 στις 15.3.91 και στον υπεράριθμο διορισμό της Ελίζας Αγγελίδου.
Είναι ο ισχυρισμός του ευπαίδευτου συνήγορου ότι κατά τη διαδικασία επιλογής των δύο υποψηφίων η ΕΔΥ ενεργούσε υπό καθεστώς πλάνης ότι υπήρχαν δύο κενές θέσεις και ως εκ τούτου όφειλε να ανακαλέσει συνολικά την απόφαση της εξ υπαρχής ως έκδηλα παράνομη.
Αντίθετα, ο δικηγόρος της Δημοκρατίας εισηγήθηκε στο στάδιο των διευκρινήσεων ότι οι πιο πάνω ισχυρισμοί δεν έχουν σχέση με την παρούσα υπόθεση αλλά σχετίζονται με την προσφυγή αρ. 446/91 όπου ενδιαφερόμενο μέρος είναι η Ελίζα Αγγελίδου. Στην παρούσα υπόθεση αναφέρει, η μια θέση που κατέλαβε το ενδιαφερόμενο μέρος υπήρχε από την αρχή και καθόλη τη διάρκεια της διαδικασίας άρα δεν τίθεται θέμα πλάνης.
Συμφωνώ με την πιο πάνω προσέγγιση του δικηγόρου της Δημοκρατίας και κρίνω ότι όσον αφορά την θέση που κατέλαβε η Κατσούρη και που είναι το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής δεν τίθεται θέμα πλάνης εφόσον η θέση αυτή υπήρχε τόσο κατά την αρχή όσο και κατά το τέλος της διαδικασίας πλήρωσής της.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται. Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.
H προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.